Ρόναλντ Ρήγκαν
Ο Ρόναλντ Ουίλσον Ρέιγκαν [Ronald Wilson Reagan], Αμερικανός συντηρητικός, ηθοποιός, εκφωνητής του ραδιοφώνου και της τηλεοράσεως, συνδικαλιστής αλλά και πολιτικός που διατέλεσε 33ος κυβερνήτης της πολιτείας της Καλιφόρνια και 40ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ο γηραιότερος που εξελέγη ποτέ σε ηλικία 69 και 73 ετών αντίστοιχα για τις δύο θητείες του, ο οποίος θεωρείται από την πλειοψηφία των Αμερικανών ως ένας από τους πλέον πετυχημένους προέδρους στην ιστορία της χώρας τους, γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1911 στο Ταμπίκο [Tampico] της πολιτείας του Ιλινόις [Illinois] και πέθανε στις 5 Ιουνίου 2004 στο Μπελ Ερ του Λος Άντζελες της πολιτείας της Καλιφόρνια. Ενταφιάστηκε στην «Προεδρική Βιβλιοθήκη Ρόναλντ Ρέιγκαν» στο Σίμι Βάλεϊ [Simi Valley] της Καλιφόρνια.
Παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο το 1940, την ηθοποιό Τζέιν Γουάιμαν [Jane Wyman], με την οποία χώρισαν το 1948, ενώ το 1952 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο με τη Νάνσυ Ντέιβις [Nancy Davis] κι έζησε μαζί της για το υπόλοιπο της ζωής του. Από τους γάμους του έγινε πατέρας πέντε παιδιών, του υιοθετημένου Μάικλ [Michael] Ρέιγκαν, της Μορίν [Maureen] Ρέιγκαν που γεννήθηκε το 1941, από τον πρώτο του γάμο, και της Πάτι [Patricia Ann] Ντέιβις το 1952, του Ρον [Ronald Prescott] Ρέιγκαν το 1958, από το γάμο του με τη Νάνσυ Ντέιβις [Nancy Davis], η οποία πέθανε στις 6 Μαρτίου 2016, σε ηλικία 94 ετών από καρδιακή ανεπάρκεια και τάφηκε στο πλάι του συζύγου της.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Πατέρας του Ρόναλντ ήταν ο Τζον Έντουαρντ Ρέιγκαν [Jhon Edward "Jack" Reagan] και μητέρα του η Νέλι Ουίλσον [Nelle Wilson]. Ο πατέρας του έδωσε στο Ρόναλντ το παρατσούκλι «Ολλανδός». Στη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής του ηλικίας έζησε μαζί με την οικογένεια του σε μια σειρά από πόλεις. Το 1920 η οικογένεια Ρέιγκαν εγκαταστάθηκε στο Dixon του Ιλινόις, όπου ο Τζακ άνοιξε ένα κατάστημα υποδημάτων.
Σπουδές
Ο Ρόναλντ παρακολούθησε τα μαθήματα του Γυμνασίου στο Dixon, όπου ήταν αθλητής και πρόεδρος των μαθητών του σχολείου και στη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών του εργάζονταν ως ναυαγοσώστης στην περιοχή Ροκ Ρίβερ στο Dixon. Σπούδασε Οικονομικά και Κοινωνιολογία στο Eureka College, και στη διάρκεια των σπουδών του έπαιξε Αμερικανικό ποδόσφαιρο με την ομάδα του κολεγίου, ήταν αρχηγός της ομάδας κολυμβήσεως και πρόεδρος του συλλόγου των φοιτητών του κολεγίου, ενώ αποφοίτησε το 1932.
Επαγγελματική δραστηριότητα
Εργάστηκε ως εκφωνητής στο ραδιόφωνο στην πολιτεία της Αϊόβα και προτού ασχοληθεί με την υποκριτική, εργάστηκε στο τσίρκο των «Ringling Brothers». Το 1937 πέρασε με επιτυχία μια οντισιόν της εταιρείας «Warner Bros» με την οποία υπέγραψε επταετές συμβόλαιο και το 1940 υποδύθηκε τον παίκτη του αμερικανικού ποδοσφαίρου Τζορτζ Γκιπ στην ταινία «Κνουτ Ρόκνι», συμμετοχή από την οποία απέκτησε το προσωνύμιο «Δε Γκίπερ». Το 1942 κατατάχθηκε στον Αμερικανικό στρατό όμως υπηρέτησε σε μη μάχιμες υπηρεσίες καθώς αντιμετώπιζε προβλήματα με την όραση του και κινηματογράφησε προπαγανδιστικές ταινίες. Το 1945 επανήλθε στην ηθοποιία και τον ίδιο χρόνο υιοθέτησε τον γιο του, το Μάικλ. Στη συνέχεια συμμετείχε σε πολλές ταινίες, καθώς έγινε ένας από τους πιο δημοφιλείς ηθοποιούς και πρωταγωνίστησε σε πολλές απ' αυτές. Το 1947 και ως το 1952, εκλέχθηκε πρόεδρος της «Συντεχνίας Ηθοποιών της Οθόνης» [«Screen Actors Guild»] και τον ίδιο χρόνο κατέθεσε ως μάρτυρας ενώπιον της επιτροπής του γερουσιαστή Μακάρθι. Μετά το χωρισμό του από την πρώτη του σύζυγο σύναψε ερωτική σχέση με τη Μέριλιν Μονρόε, την οποία του γνώρισε ο σκηνοθέτης Φίλ Κάρλσον σε ένα πάρτι. «Ο Ρίγκαν της είπε ότι είναι συγκλονιστική και αυτή του απάντησε, με το γνωστό της ύφος, “θα είμαι ακόμα πιο συγκλονιστική, όταν με γνωρίσεις καλύτερα”». Μετά την σχέση του με την Μονρόε, ο Ρόναλντ σχεδίαζε να παντρευτεί με την ηθοποιό Ντόρις Ντέι.
Το 1949 γνώρισε την Νάνσυ Ντέιβις, τη μετέπειτα σύζυγο του, όταν εκείνη τον επισκέφθηκε ως Πρόεδρο του Σωματείου Αμερικανών Ηθοποιών και του ζήτησε να σβήσει το όνομα της από τη λίστα του Γερουσιαστή Μακάρθι, στην οποία είχε βρεθεί λόγω συνωνυμίας και η γνωριμία προκάλεσε την ερωτική τους σχέση. Εκείνη την περίοδο ο Ρέιγκαν ήταν κορυφαίος σταρ της εποχής. Το ζευγάρι Ντέιβις και Ρέιγκαν εμφανίστηκε για μια και μοναδική φορά μαζί στον κινηματογράφο, το 1957 στην ταινία
- «Hellcats of the Navy».
Το 1954 Ο Ρέιγκαν ανέλαβε οικοδεσπότης-παρουσιαστής μιας εβδομαδιαίας δραματικής τηλεοπτικής σειράς και στα πλαίσια των καθηκόντων του ταξίδεψε σε όλες τις Πολιτείες της Αμερικής ως εκπρόσωπος δημοσίων σχέσεων.
Κυβερνήτης της Καλιφόρνια
Η ενασχόληση του Ρέιγκαν με την πολιτική άρχισε το 1964 και το 1966 εκλέχθηκε κυβερνήτης στην πολιτεία της Καλιφόρνια, καθώς επικράτησε του Edmund "Pat" Brown, του πρεσβύτερου και εκλέχθηκε κυβερνήτης της Καλιφόρνια με διαφορά ενός εκατομμυρίου ψήφων. Διοίκησε την πολιτεία σε δύο συνεχόμενες θητείες, από τις 2 Ιανουαρίου 1967 έως το τέλος του 1970, επανεκλέχθηκε στο τέλος του ίδιου χρόνου και παρέμεινε στη θέση του κυβερνήτη έως τις 6 Ιανουαρίου 1975.
Η έκταση, που σήμερα ονομάζεται «Πάρκο των Πολιτών» στην Καλιφόρνια θα γινόταν με αντίτιμο ένα εκατομμύριο δολάρια, χώρος πάρκινγκ και για να πραγματοποιηθεί το σχέδιο ισοπεδώθηκαν παλιά κτίσματα. Στις 18 Απριλίου του 1969 ένα άρθρο στην εφημερίδα «Berkeley Barb» ενημέρωνε για τα σχέδια των σπουδαστών να γίνει ένα πάρκο. «....Την Κυριακή θα σταματήσουμε αυτές τις βλακείες. Φέρτε φτυάρια, γρασίδι, λουλούδια, μπογιές και δέντρα, γέλιο και ιδρώτα. Θέλουμε το πάρκο αυτό να γίνει ένα πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο» ανέφερε η ανακοίνωση των φοιτητών. Ο Ρέιγκαν είχε διακηρύξει ότι ήθελε να καθαρίσει το Berkeley από τους χίπις και είχε γράψει. «...Πόσο θα πρέπει να ανεχτούμε αυτούς τους ανθρώπους και αυτά τα σκουπίδια με την δικαιολογία της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της ελευθερίας του λόγου;»
Στις 15 Μαΐου 1969 ο Ρέιγκαν έδωσε διαταγή στην αστυνομία και την Εθνοφρουρά της Καλιφόρνια να εκκενώσουν με τη βία το Πάρκο των Πολιτών. Στην αστυνομική επέμβαση που ακολούθησε ένας φοιτητής έπεσε νεκρός, ένας ακόμη έχασε την όρασή του και πάνω από 400 φοιτητές συνελήφθησαν, ενώ 111 αστυνομικοί τραυματίστηκαν. Συνολικά περισσότεροι από 128 άνθρωποι τραυματίστηκαν και 32 απ' αυτούς έφεραν τραύματα που προκλήθηκαν από σφαίρες.
Πρόεδρος της Αμερικής
Ο Ρέιγκαν διεκδίκησε το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος το 1976, όμως ηττήθηκε στις εσωκομματικές προκριματικές εκλογές από τον μετέπειτα πρόεδρο Τζέραλντ Φορντ.
1η Θητεία
Κατέκτησε το χρίσμα και εκλέχθηκε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, για πρώτη φορά, στις εκλογές της 4ης Νοεμβρίου 1980 με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, όταν επικράτησε του προέδρου Τζίμι Κάρτερ, υποψηφίου των Δημοκρατικών, συγκεντρώνοντας 489 εκλεκτορικές ψήφους έναντι 49 του Προέδρου Jimmy Carter. Ο Ρέιγκαν ανέλαβε καθήκοντα προέδρου στις 20 Ιανουαρίου 1981 και την ίδια ημέρα, είκοσι λεπτά αφότου ορκίστηκε, ο ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Χομεϊνί, απελευθέρωσε τους Αμερικάνους που κρατούνταν όμηροι στην αμερικανική πρεσβεία από το 1979. Ο Ρέιγκαν υπήρξε βαθιά συντηρητικός και σφοδρός πολέμιος του κομμουνισμού. Με την ανάληψη της προεδρίας είχε δηλώσει ότι «...Στην παρούσα κρίση η κυβέρνηση δεν είναι η λύση στο πρόβλημα μας. Η κυβέρνηση είναι το πρόβλημα» [«In this present crisis, government is not the solution to our problem; government is the problem.»]. Χαρακτήρισε τη Σοβιετική Ένωση «αυτοκρατορία του Κακού» και αύξησε τις αμυντικές δαπάνες προκειμένου να προκαλέσει τη σοβιετική επιθετικότητα και να οδηγήσει στα όρια τις δυνατότητες της κομμουνιστικής χώρας.
Ο Ρέιγκαν έθεσε τέσσερις βασικούς οικονομικούς στόχους,
- να μειώσει τον πληθωρισμό, ο οποίος μειώθηκε από 10% το 1981 σε λιγότερο από 4% το 1983 επειδή υποστήριξε τις σκληρές νομισματικές πολιτικές του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Πολ Βόλκερ.
- να μειώσει την υψηλή φορολογία. Η φορολογική πολιτική του μείωσε τον ανώτατο συντελεστή φόρου εισοδήματος από 70% το 1980 σε 28% το 1986, ενώ το 2015 έχει επιστρέψει στο 40%.
- να περιορίσει το μέγεθος της κυβερνήσεως. Οι μη αμυντικές προαιρετικές δαπάνες μειώθηκαν κατά ένα τρίτο- από 4,7% επί του ΑΕΠ το 1980 σε 3,1% το 1988 και το 2008 παρέμειναν στο 3,4%.
- να ρυθμίσει τον ιδιωτικό τομέα. Βελτίωσε το ρυθμιστικό πλαίσιο για ένα ευρύ φάσμα βιομηχανιών, συμπεριλαμβανομένων των αερομεταφορών και του χρηματοοικονομικού τομέα.
Το 1981, ο Ρέιγκαν έγραψε ιστορία με το διορισμό της δικαστού Sandra Day O'Connor, η οποία έγινε η πρώτη γυναίκα στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Τον Ιούλιο του 1981 η Οργάνωση των Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας των ΗΠΑ [P.A.T.C.O.- Professional Air Traffic Controllers Organization] ζήτησε από την FAA, την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, $10.000 αύξηση ετησίως για κάθε ελεγκτή, τετραήμερη εργασία και πλήρη αφυπηρέτηση μετά από 20 χρόνια, με συνολικό κόστος των αιτημάτων $770 εκατομμύρια. Στις 3 Αυγούστου στις 7 το πρωί, 13.000 από τους 17.500 ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας μέλη της PATCO, προχώρησαν σε απεργία διαρκείας κατά παράβαση του Ομοσπονδιακού νόμου που απαγορεύει σε άτομα που εργάζονται για το κράτος να απεργούν εναντίον της κυβερνήσεως. Ο Ρέιγκαν δεν φοβήθηκε τις συνέπειες και αγνόησε το πολιτικό κόστος. Με ανακοίνωση-τελεσίγραφο ενημέρωσε τους απεργούς πως αν δεν επιστρέψουν στα καθήκοντα τους σε 48 ώρες θα απολυθούν για παράβαση του νόμου και ακριβώς 48 ώρες τήρησε το γράμμα της ανακοινώσεως του και απέλυσε 11.345 ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και τους απαγόρευσε να εργαστούν στο μέλλον ως ελεγκτές. Οι ηγέτες της συντεχνίας τον κατηγόρησαν για «βίαιη υπερβολή», όμως ο Ρέιγκαν απάντησε πως κανένας πρόεδρος των ΗΠΑ δεν θα ανεχόταν μία παράνομη απεργία από κρατικούς υπαλλήλους. Οι ελεγκτές που δεν απέργησαν μαζί με προσωπικό από την πολεμική αεροπορία ρύθμισαν τις πτήσεις και τις πρώτες δύο μέρες το 60% των πτήσεων διενεργήθηκε κανονικά, ενώ τέσσερις μέρες μετά, το 80% των πτήσεων έγινε κανονικά. Μερικούς μήνες αργότερα, η κυβέρνηση δεν αναγνώριζε πλέον την PATCO.
Τον Ιούνιο του 1982, Ο Ρέιγκαν έστειλε 800 Αμερικανούς πεζοναύτες στο Λίβανο ως μέρος μιας διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης. Το 1983, ανακοίνωσε την Πρωτοβουλία Στρατηγικής Άμυνας, ένα σχέδιο με στόχο την ανάπτυξη διαστημικών όπλων για την προστασία της Αμερικής από τις επιθέσεις των σοβιετικών πυρηνικών πυραύλων. Τον ίδιο χρόνο η ισλαμική οργάνωση Χεζμπολάχ απήγαγε 30 δυτικούς, έξι εκ των οποίων ήταν Αμερικάνοι. Με στόχο την απελευθέρωση των ομήρων, οι Η.Π.Α. κατέληξαν στη συμφωνία ότι θα πουλούσαν όπλα σε «μετριοπαθείς» Ιρανικές ομάδες που ως αντάλλαγμα θα προσπαθούσαν να πείσουν τη Χεζμπολάχ να απελευθερώσει τους ομήρους, ιδέα που ανήκε στον Σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας, Ρόμπερτ Μακφάρλαν, ο οποίος ζήτησε την έγκριση του προέδρου.
Δολοφονική απόπειρα
Στις 30 Μαρτίου 1981, 69 μέρες αφού ανέλαβε τα καθήκοντα του, αποχωρώντας από ομιλία του στο «Washington Hilton Hotel» στην Ουάσινγκτον, δέχθηκε επίθεση την ώρα που εισερχόταν στην προεδρική λιμουζίνα και κτυπήθηκε στον θώρακα και το χέρι, ενώ υπέστη διάτρηση στον πνεύμονα και παρουσίασε σοβαρή εσωτερική αιμορραγία. Μεταφέρθηκε άμεσα σε νοσοκομείο για νοσηλεία και ο υπουργός της προεδρίας της κυβερνήσεως Alexander Haig ανέλαβε την ευθύνη της διακυβερνήσεως μέχρι την επιστροφή του αντιπροέδρου Τζορτζ Χέρμπερτ Ουώκερ Μπους στην Ουάσινγκτον.
Επίδοξος δολοφόνος του ήταν ο Τζον Χίνκλεϊ [John Hinckley], που ισχυρίστηκε ότι πυροβόλησε τον πρόεδρο Ρέιγκαν προκειμένου να εντυπωσιάσει την ηθοποιό Τζόντι Φόστερ, την οποία θαύμαζε. Επίσης είπε ότι σχεδίασε την δολοφονία αφού είδε την ταινία «Taxi Driver» στην οποία υπήρχε μία παρόμοια σκηνή, στην οποία ο Τράβις επιχείρησε να δολοφονήσει έναν υποψήφιο πρόεδρο. Ο Ρέιγκαν εξήλθε από το νοσοκομείο 13 ημέρες αργότερα και 49 μέρες μετά ταξίδεψε εκτός της Ουάσινγκτον. Η απόπειρα ωφέλησε τη δημόσια εικόνα του Ρέιγκαν, καθώς σύμφωνα με δημοσκοπήσεις συγκέντρωσε ποσοστά δημόσιας αποδοχής 73%. Το 2001, η επίθεση εναντίον του Ρέιγκαν έγινε κινηματογραφική ταινία υπό τον τίτλο «Τhe Day Reagan Was Shot».
O Χίνκλεϊ κρίθηκε αθώος λόγω ψυχιατρικών προβλημάτων στις 21 Ιουνίου 1982, καθώς από τις ψυχιατρικές βεβαιώσεις προέκυψε ότι ήταν παράφρων. Ακολουθώντας την συμβουλή του δικηγόρου του αρνήθηκε να υποστηρίξει αυτοπροσώπως τον εαυτό του. O Χίνκλεϊ έως το 2016 ήταν υπό ψυχιατρική παρακολούθησε στο νοσοκομείο «Σεντ Ελίζαμπεθς» [«St. Elizabeths»] στην Ουάσινγκτον, όμως τον Ιούλιο του 2016 ομοσπονδιακός δικαστής αποφάσισε την απελευθέρωση του και το Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2016, 35 χρόνια μετά τον εγκλεισμό του ο Τζον Χίνκλι αποφυλακίστηκε με αυστηρούς περιοριστικούς όρους [1].
2η Θητεία
Ο Ρέιγκαν επανεκλέχθηκε το Νοέμβριο του 1984, εξασφαλίζοντας το 59% της λαϊκής ψήφου και επικρατώντας σε 49 από τις 50 Αμερικανικές πολιτείες, η πλέον θριαμβευτική εκλογή προέδρου. Επικράτησε του υποψηφίου των Δημοκρατικών Walter Mondale, αφού συγκέντρωσε 525 από 538 εκλεκτορικές ψήφους, με το μεγαλύτερο αριθμό κέρδισε ποτέ από ένα αμερικανικό προεδρικό υποψήφιο. Ανέλαβε επίσημα καθήκοντα στις 20 Ιανουαρίου του 1985. Τον ίδιο χρόνο υποδέχθηκε στον Λευκό Οίκο μία αντιπροσωπεία των ηγετών των μουτζαχεντίν, τους οποίους αποκάλεσε «απελευθερωτές του Αφγανιστάν και ηθικά ισάξιους με τους ιδρυτές της Αμερικής». Αργότερα, στο 1985, η κυβέρνηση του εξέδωσε ταξιδιωτική οδηγία με την οποία προέτρεπε τους Αμερικανούς να μην επισκέπτονται την Ελλάδα διότι την θεωρούσε επικίνδυνη χώρα για την ασφάλεια των Αμερικανών πολιτών. Η προτροπή εισακούστηκε και προκάλεσε τεράστιο κόστος στους Έλληνες ξενοδόχους και την τουριστική βιομηχανία της Ελλάδος. Στην διάρκεια της θητείας του το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε καταδικάσει την ανακήρυξη του Τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο, λέγοντας ότι έπρεπε να ανακληθεί και εξέφρασε τη λύπη του για την αναγνώριση του από την Τουρκία, ενώ ο πρόεδρος Ρέιγκαν είχε συστήσει την αποχώρηση μέρους των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο.
Στις 17 Απριλίου 1986 η Αμερικανική κυβέρνηση δημοσίευσε μια αναφορά, με την οποία παραδέχονταν ότι υπήρχαν σχέσεις ανάμεσα στους Κόντρας και την κοκαΐνη την περίοδο 1984-1985, με το επιχείρημα πως εκείνο το χρονικό διάστημα οι οικονομικές ανάγκες των Κόντρας ήταν πολύ μεγάλες, και η αμερικανική βοήθεια είχε αναγκαστικά σταματήσει λόγω της «Τροπολογίας Boland» [2]. «Υπάρχουν στοιχεία για έναν περιορισμένο αριθμό περιστατικών στα οποία γνωστοί έμποροι ναρκωτικών επεχείρησαν να δημιουργήσουν δεσμούς με αντιστασιακές ομάδες στη Νικαράγουα», αναφέρονταν στην ανακοίνωση. Στις 3 Νοεμβρίου 1986 το λιβανέζικο περιοδικό «Ash-Shiraa» αποκάλυψε, ότι οι Η.Π.Α. πουλούσαν όπλα στο Ιράν, με αντάλλαγμα υπέρογκα χρηματικά ποσά και την απελευθέρωση Αμερικάνων ομήρων που είχε απαγάγει η Χεζμπολάχ. Ο Ρέιγκαν αρνήθηκε δημόσια ότι συνέβαινε αυτό, λέγοντας ότι «Δεν ανταλλάσσαμε όπλα με ομήρους, ούτε διαπραγματευόμασταν ποτέ με τρομοκράτες».
Στις 13 Νοεμβρίου ο Ρέιγκαν ανακάλεσε τη δήλωση του και αποδέχθηκε ότι οι πωλήσεις όπλων είχαν σχέση με τους Αμερικανούς ομήρους που κρατούνταν στην Τεχεράνη. Σε τηλεοπτική παρουσία που έγινε μέσα από το Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου, δήλωσε ότι «...Σκοπός μου ήταν να στείλω το μήνυμα πως οι Η.Π.Α. ήθελαν μια νέα σχέση με το Ιράν, στη θέση της παλιάς μας έχθρας. Μόλις πήραμε την πρωτοβουλία, ξεκαθαρίσαμε πως το Ιράν θα πρέπει να εναντιωθεί σε κάθε μορφή διεθνούς τρομοκρατίας, σαν ένδειξη προόδου στις σχέσεις μας. Το σημαντικότερο ήταν να χρησιμοποιήσει την επιρροή του ώστε να πείσει τους Λιβανέζους να εγγυηθούν για την ασφαλή απελευθέρωση των Αμερικανών ομήρων...». Τελικά, το Μάρτιο του 1987 ο Ρέιγκαν παραδέχθηκε ότι υπήρχε σχέδιο «όπλα για να πάρουμε πίσω τους ομήρους», το οποίο ο ίδιος δεν γνώριζε. Εμφανίστηκε με απολογητική διάθεση σε τηλεοπτικό διάγγελμα σε εθνικό δίκτυο από το Οβάλ Γραφείο και είπε. «...Δεν σάς μίλησα νωρίτερα για τον εξής απλό λόγο: αξίζετε την αλήθεια. Κι όσο και αν η αναμονή σας ήταν μεγάλη, δεν μπορούσα να απευθυνθώ σε εσάς με μισόλογα, ειρωνείες και ασάφειες.. Αρκετά με όλα αυτά... Καταρχάς, αναλαμβάνω την πλήρη ευθύνη για τις πράξεις μου, και για τις πράξεις της διοίκησής μου. Όσο οργισμένος και αν είμαι για ενέργειες που έγιναν χωρίς να τις γνωρίζω, αναλαμβάνω την ευθύνη. Όσο κι αν με απογοήτευσαν άνθρωποι που με υπηρέτησαν, εγώ είμαι αυτός που πρέπει να δώσει τις απαντήσεις στον αμερικανικό λαό... Πριν λίγους μήνες, σάς είχα πει καθαρά πως ποτέ δεν αντάλλαξα όπλα για ομήρους. Η καρδιά μου εξακολουθεί να λέει πως αυτό είναι αλήθεια, αλλά τα γεγονότα και τα στοιχεία το καταρρίπτουν. Αυτό που ξεκίνησε ως ένα στρατηγικό άνοιγμα προς το Ιράν, εξελίχθηκε σε εμπόριο όπλων για την ανταλλαγή ομήρων. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις μου, την πολιτική μου και την πρωταρχική στρατηγική που είχαμε κατά νου...».
Σε ραδιοφωνική του συνέντευξη είχε πει «Να βομβαρδίσουμε τώρα τη Σοβιετική Ένωση», φράση που ακούστηκε από το ακροατήριο, την οποία είπε επειδή νόμιζε ότι ήταν κλειστό το μικρόφωνο του. Είχε δημιουργήσει πολιτική και προσωπική συμμαχία με την πρωθυπουργό της Βρετανίας, Μάργκαρετ Θάτσερ, με την οποία είχε συγγενείς ιδεολογικές απόψεις. Το 1986, ο Ρέιγκαν ήταν ο εισηγητής του τελευταίου μεγάλου νόμου της νομιμοποιήσεως λαθρομεταναστών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντιτάχθηκε στη Σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν και υποστήριξε το συνδικάτο «Αλληλεγγύη» του Λεχ Βαλέσα στην Πολωνία. Στη διάρκεια της διακυβερνήσεως του ο αποκαλούμενος «ψυχρός πόλεμος» έφτασε στην κορύφωση του και ο Ρέιγκαν προώθησε ένα τεράστιο, σε οικονομικά μεγέθη, εξοπλιστικό στρατιωτικό πρόγραμμα για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις με αιχμή το πυρηνικό πρόγραμμα, γνωστό ως «πόλεμος των άστρων» που θεωρείται δικής του εμπνεύσεως, το οποίο αποτέλεσε την αρχή του τέλους για την Σοβιετική Ένωση. Προς το τέλος της θητείας του υπέγραψε μια σειρά συμφωνιών για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων με την Σοβιετική Ένωση, όταν ήταν πρόεδρος ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, προωθώντας και στηρίζοντας με τον τρόπο αυτό την περεστρόικα. Με εξαίρεση το βομβαρδισμό της Λιβύης το 1988, ο Ρέιγκαν αρνήθηκε να αντιμετωπίσει στρατιωτικά την πολιτική κατάσταση στη Μέση Ανατολή.
Τον Ρέιγκαν διαδέχθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1989, ο έως τότε αντιπρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος, που είχε επικρατήσει στις εκλογές τον Νοέμβριο του 1988. Στον πρώτο χρόνο της θητείας του Τζορτζ Μπους αποχώρησαν από τα εδάφη του Αφγανιστάν ηττημένα τα σοβιετικά στρατεύματα. Το Σεπτέμβριο του 1990, λίγους μήνες μετά την αποχώρηση του από το Λευκό Οίκο και μετά την πτώση του τείχους, ο Ρέιγκαν επέστρεψε στην Ενωμένη Γερμανία και επιστρέφοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες πήρε μαζί του συμβολικά ένα κομμάτι από το τείχος, το οποίο απέσπασε με ένα σφυρί.
Ιδεολογική παρακαταθήκη
Πολύ πριν εκλεγεί πρόεδρος, ο Ρέιγκαν είχε προβλέψει τη κατάρρευση της Σοβιετικής ενώσεως εξαιτίας της ενδημικής διαφθοράς και της αναποτελεσματικότητας του κομμουνιστικού συστήματος. Άφησε σημαντική πολιτική παρακαταθήκη και στις 20 Ιανουαρίου 1989, την ημέρα που αποχώρησε από το Λευκό Οίκο, άφησε κληρονομιά έναν διαφορετικό κόσμο από κείνο που βρήκε το 1981 όταν ορκίσθηκε 40ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και στη διάρκεια του χρόνου εξελίχθηκε σε σύμβολο του αμερικανικού -και παγκόσμιου- συντηρητισμού. Υπήρξε περισσότερο από κάθε άλλον, ηγέτης που σημάδεψε το τέλος του 20ου αιώνα και ο κατ’ εξοχήν εκφραστής του «συντηρητικού ριζοσπαστισμού». Επί των χρόνων της προεδρίας του διορίστηκαν 4 από τους 9 ισόβιους δικαστές, οι οποίοι μαζί με τον ένα που διορίστηκε επί προεδρίας Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου, διαμόρφωσαν τη συντηρητική πλειοψηφία του Ανώτατου δικαστικού οργάνου, το οποίο με τις αποφάσεις του διαμορφώνει τις μεγάλες αποφάσεις, όπως αυτές για τις αμβλώσεις και την έρευνα στα εμβρυϊκά κύτταρα. Αυτοί οι δικαστές καθορίζουν την μακροπρόθεσμη πολιτική στο κοινωνικό πεδίο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Στην εξωτερική πολιτική προσπάθησε να επιτύχει «την ειρήνη μέσω της δυνάμεως» και στη διάρκεια των δύο θητειών του αύξησε τις αμυντικές δαπάνες κατά 35% και παρείχε βοήθεια σε αντικομμουνιστικά κινήματα στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Διέταξε το βομβαρδισμό της Λιβύης, μετά την απόδειξη ότι η Λιβύη είχε εμπλακεί σε μια επίθεση σε Αμερικανούς στρατιώτες σε ένα νυχτερινό κέντρο διασκεδάσεως στο Δυτικό Βερολίνο, την επίθεση στην κομμουνιστική Γρανάδα τον Οκτώβριο του 1983 και ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη για το σκάνδαλο Ιράν-Κόντρας. Ο Ρέιγκαν είπε ότι «...φορολογούμενος πολίτης {...}.. είναι κάποιος που δουλεύει για το δημόσιο, αλλά δεν χρειάζεται να δώσει τις εξετάσεις..». θεωρούσε ότι «το κράτος δεν είναι η λύση στα προβλήματα της οικονομίας. Το κράτος είναι το πρόβλημα». Επιδίωξε να μη δημιουργηθεί «παγίδα φτώχειας», –η οποία θα δημιουργούσε εξαρτήσεις και έλλειψη αξιοπρέπειας στους φτωχότερους–, και για το λόγο αυτό το 1987 κατάργησε πλήθος επιδομάτων, ώστε να οδηγήσει τους Αμερικανούς σ΄αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε το «καλύτερο κοινωνικό πρόγραμμα: μία δουλειά» εντείνοντας την ταύτιση του χαμηλού εισοδήματος με την απέχθεια στην εργασία. Στην προεδρία του προχώρησε σε δραστική μείωση των φόρων, και σε δραστικές περικοπές του κοινωνικού κράτους. «Δίνοντας περισσότερα λεφτά στο κράτος είναι σα να ταΐζεις κάποιο αδέσποτο. ...{...}...Αυτό απλώς θα σε ακολουθήσει σπίτι και θα κάθεται στο πεζούλι ζητώντας περισσότερο.», είχε πει στο Σύνδεσμο των Αμερικανών Βιομηχάνων.
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, η κυβέρνηση του Ρήγκαν διαμόρφωσε και υλοποίησε μια επιθετική γεωπολιτική στρατηγική με στόχο να υπονομεύσει την Σοβιετική Ένωση. Η κυβερνητική στρατηγική αποτελούνταν από επί μέρους πολιτικές προτάσεις που είχε διατυπώσει ο Τζέιμς Μπέρναμ. Ο Ρήγκαν ξεκίνησε μια έντονη ιδεολογική αντιπαράθεση και προπαγάνδα προσβολών κατά των Σοβιετικών, αποκαλώντας του Σοβιετικούς ηγέτες ψεύτες και απατεώνες, πρόβλεψε σύντομη διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως και προκάλεσε τον ηγέτη της να προχωρήσει στο γκρέμισμα του τείχους που χώριζε την πόλη του Βερολίνου. Ο Ρήγκαν βοήθησε και ενθάρρυνε το κίνημα «Αλληλεγγύη» του Λεχ Βαλέσα στην Πολωνία, την εξέγερση των Αφγανών ανταρτών και δύο κινήματα αντιστάσεως στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ενώσεως. Αναδιοργάνωσε και ενίσχυσε τις στρατιωτικές δυνάμεις των Η.Π.Α., ανέπτυξε συστοιχίες πυρηνικών πυραύλων στην Ευρώπη, ανακοίνωσε το σχέδιο για την ανάπτυξη της Στρατηγικής Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, δημιουργώντας επιπρόσθετη οικονομική πίεση στη Σοβιετική οικονομία, πείθοντας τους Σοβιετικούς ότι δεν μπορούν να επικρατήσουν σε μια κούρσα εξοπλισμών με τις Ηνωμένες Πολιτείες και οδηγώντας στην διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως. Ο σχεδιασμός απέδειε το δίκαιο των προβλέψεων του Τζέιμς Μπέρναμ, ο οποίος υποστήριζε ότι η αυτοσυγκράτηση δεν ήταν αρκετή για να κερδίσει τον Ψυχρό Πόλεμο, ότι μια επιθετική γεωπολιτική στρατηγική μπορούσε να υπονομεύσει τη σοβιετική εξουσία και η Ανατολική Ευρώπη ήταν το κλειδί για την επικράτηση στον «Ψυχρό Πόλεμο».
Η προεδρία Ρήγκαν οδήγησε στον εκφυλισμό του κομμουνισμού και της Σοβιετικής Ενώσεως, ειδικά με την κλιμάκωση των αμυντικών δαπανών, ενώ ο λεγόμενος «πόλεμος των Άστρων» δημιούργησε αλυσιδωτές αντιδράσεις στην σοβιετική ελίτ με αποτέλεσμα την κατάρρευση του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενώσεως και του κομμουνισμού ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας απαντήσεως στις αμερικανικές πολιτικές και της αδυναμίας της σοβιετικής οικονομίας να ακολουθήσει την αντίστοιχη των Ηνωμένων Πολιτειών. Μνημειώδης υπήρξε η προτροπή προς τον Σοβιετικό πρόεδρο, στον οποίο στις 12 Ιουνίου 1987, μιλώντας από την πύλη του Βρανδεμβούργου είχε πει την φράση που θα μείνει στην ιστορία ως η αρχή του τέλους του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη: «Γενικέ Γραμματέα Γκορμπατσώφ, αν θέλεις την ειρήνη, αν θέλεις την ευημερία για τη Σοβιετική Ένωση και την ανατολική Ευρώπη, αν επιζητάς τη φιλελευθεροποίηση, έλα εδώ σε αυτήν την Πύλη. Κύριε Γκορμπατσώφ, άνοιξε αυτήν την Πύλη! Κύριε Γκορμπατσώφ, γκρέμισε αυτό το Τείχος!» [«General Secretary Gorbachev, if you seek peace, if you seek prosperity for the Soviet Union and Eastern Europe, if you seek liberalization: Come here to this gate! Mr. Gorbachev, open this gate! Mr. Gorbachev, tear down this wall!»] [3], αναφερόμενος στο διχοτομημένο Βερολίνο.
Στις 25 Σεπτεμβρίου 1987 μιλώντας σε ετήσιο συνέδριο Γυναικών της Αμερικής εξήγησε «Πως ξεχωρίζεις έναν κομμουνιστή; Είναι απλό, είναι κάποιος που διαβάζει Μαρξ και Λένιν. Και πως ξεχωρίζεις έναν αντι-κομμουνιστή; Είναι κάποιος που καταλαβαίνει τον Μαρξ και τον Λένιν.» [«How do you tell a Communist? Well, it's someone who reads Marx and Lenin. And how do you tell an anti-Communist? It's someone who understands Marx and Lenin.»].
Μνήμη Ρέιγκαν
Ως πρόεδρος της «Συντεχνίας Ηθοποιών της Οθόνης» επιλέχθηκε για πράκτορας από τον αρχηγό του F.B.I. Έντγκαρ Χούβερ. Για τη δράση του ως «FBI man», με την κωδική ονομασία «Τ-10», πολλοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι ο Χούβερ δεν χρησιμοποίησε τις υπηρεσίες του Ρέιγκαν, όμως χάρη στο Νόμο περί Ελευθερίας Πληροφορήσεως, αποκαλύφθηκαν στοιχεία ότι μαζί με την τότε σύζυγό του Τζέιν Γουάιμαν, είχαν αναφέρει στο F.B.I. φιλοκομμουνιστές σκηνοθέτες και σεναριογράφους.
Ο μετέπειτα κεντρικός τραπεζίτης της Αμερικής, ο Άλαν Γκρίσπαν, δήλωσε για την πολιτική Ρέιγκαν. «Ξέρουμε ότι η προεδρία του θα έχει την μεγαλύτερη επίπτωση στην οικονομία από οποιοδήποτε πρόεδρο της μεταπολεμικής εποχής. Το πρόβλημα είναι ότι δεν γνωρίζουμε αν τα πολύ ισχυρά "συν" θα υπερκεράσουν τα πολύ ισχυρά "πλην"». Σύμφωνα με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, «.....ο Ρέιγκαν ήταν ένας μεγάλος πρόεδρος και σπουδαίος άνδρας...{...}...Χάρη στη δύναμη και στην πεποίθηση του, οδήγησε στην ελευθερία εκατομμύρια ανθρώπους, τη στιγμή της πτώσης του σιδηρού παραπετάσματος». Το 1994, πέντε περίπου χρόνια μετά την αποχώρηση του από τον Λευκό Οίκο ανακοινώθηκε ότι ο Ρέιγκαν έπασχε από την νόσο Αλτσχάιμερ. Στις 5 Νοεμβρίου εκείνου του χρόνου ο Ρέιγκαν ανακοίνωσε με επιστολή του στον Τύπο, ότι πάσχει από τη νόσο του Αλτσχάιμερ κι όπως έγραφε στην ανακοίνωση του «.. ξεκίνησε το ταξίδι που θα με οδηγήσει στο βασίλεμα της ζωής μου».
Δημοσκόπηση του 2011, έδειξε ότι εξακολουθεί να παραμένει ένας από τους δημοφιλέστερους προέδρους των Η.Π.Α., είκοσι χρόνια μετά τη λήξη της θητείας του, καθώς απολαμβάνει την τρίτη υψηλότερη δημοτικότητα μεταξύ των προέδρων των τελευταίων 50 ετών, μετά από τον Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι και τον Μπιλ Κλίντον. Έζησε περισσότερο από κάθε άλλον Αμερικανό πρόεδρο και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του απομονωμένος με συντροφιά τη δεύτερη σύζυγο του, Νάνσυ. Στη μνήμη του δημιουργήθηκε το «Προεδρικό Ίδρυμα και Ινστιτούτο Ρόναλντ Ρέιγκαν» [4] που λειτουργεί στο Simi Valley της Καλιφόρνια.
Στις μέρες μας ο Ρέιγκαν θεωρείται από τους πλέον φωτισμένους προέδρους των Η.Π.Α., αυτός που τερμάτισε αναίμακτα τον Ψυχρό Πόλεμο και απελευθέρωσε τους λαούς της Ανατολικής Ευρώπης και της Ενώσεως Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών [Ε.Σ.Σ.Δ.], από τους Σταλινικούς κομμουνιστές, καθώς κι ένας από τους οικονομικούς μεταρρυθμιστές, μαζί με τη Μάργκαρετ Θάτσερ. Στη διάρκεια της προεδρίας του οι Η.Π.Α. ξεπέρασαν το τραύμα του πολέμου του Βιετνάμ, ενώ επέλεξε να μην εμπλακούν σε καμία νέα πολεμική περιπέτεια. Παράλληλα, δεν δίστασε να παραδεχθεί ότι έπασχε από Αλτσχάιμερ κι ότι το πνεύμα του εκφυλλιζόταν, γεγονός που κοινοποίησε δημόσια στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του προς τον Αμερικανικό λαό.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Reagan foundation
- Ronald Reagan presidential library Video
- Berkeley People's Park Riots Video
- Ronald Reagan Versus The Hippies Video
- Πέντε μύθοι για το έργο του Ρόναλντ Ρέιγκαν Εφημερίδα «Καθημερινή», 12 Φεβρουαρίου 2011.
- Η ζωή του Ρόναλντ Ρέιγκαν Εφημερίδα «Καθημερινή», 8 Νοεμβρίου 2013.
- Πώς ο Ρήγκαν έσπειρε τους σπόρους της πτώσης της Αμερικής
Παραπομπές
- ↑ Ελεύθερος ο παρ’ ολίγον δολοφόνος του Ρίγκαν Real News.gr
- ↑ [Βάσει της «Τροπολογίας Μπόλαντ» που υπογράφτηκε από τον πρόεδρο Ρήγκαν στις 21 Δεκεμβρίου του 1982, δεν επιτρεπόταν η άμεση εμπλοκή των Η.Π.Α. και η παροχή βοήθειας στους Κόντρας, προκειμένου να ανατραπεί η κυβέρνηση μίας ξένης χώρας.]
- ↑ Reagan at Brandenburg Gate-"tear down this wall"
- ↑ «Προεδρικό Ίδρυμα και Ινστιτούτο Ρόναλντ Ρέιγκαν» Official Site.