Σίμων Σίνας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Σίμωνας Σίνας, [γερμανικά: Simon Georg freiherr von Sina zu Hodos und Kizdia], Έλληνας βαρόνος [1], σημαντικός επιχειρηματίας στην Ευρώπη τον 19ο αιώνα, τραπεζίτης, γαιοκτήμονας, διπλωμάτης και εθνικός ευεργέτης, ο τελευταίος άρρενας απόγονος της οικογένειας Σίνα, ιδρυτής και χρηματοδότης της φερώνυμης Ακαδημίας Αθηνών, γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1810 στη Βιέννη της τότε Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας όπου και πέθανε στις 15 Απριλίου του 1876. Ο Σίνας κηδεύθηκε στις 17 Απριλίου στο οικογενειακό κτήμα του στο Ραπόλντενκιρχεν [Rappoltenkirchen] [2], κοντά στη Βιέννη. Τον επιμνημόσυνο λόγο στην Ακαδημία προς τιμή του Σίνα, εκφώνησε στη συνεδρίαση της 29ης Μαΐου του ίδιου χρόνου ο Lőrincz Tóth.

Σίμων Σίνας
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 15 Οκτωβρίου 1810
Τόπος: Βιέννη (Αυστροουγγαρία)
Σύζυγος: Ιφιγένεια Γκίκα φον Ντεσανφάλβα
Τέκνα: Αικατερίνη, Γεώργιος, Αναστασία
Ειρήνη, Ελένη, Ιφιγένεια
Υπηκοότητα: Αυστροουγγρική, Ελληνική
Ασχολία: Τραπεζίτης, Διπλωμάτης
Εθνικός ευεργέτης
Θάνατος: 15 Απριλίου 1876
Τόπος: Βιέννη

Το 1835 ο Σίνας παντρεύτηκε με την τότε εικοσάχρονη Ελληνορουμάνα Ιφιγένεια Γκίκα φον Ντεσανφάλβα, κόρη εμπόρου γουναρικών από τα Ιωάννινα, με την οποία απέκτησε έξι τέκνα. Τους Αικατερίνη και Γεώργιο, που πέθαναν στη γέννα, την Αναστασία σύζυγο του κόμη Βίκτορος Βίμπφεν, [Viktor Auigidius von Wimpffen], την Ειρήνη σύζυγο του πρίγκιπα Γεωργίου Μαυροκορδάτου, την Ελένη σύζυγο του πρίγκιπα και βασιλικού πρεσβευτή της Ελλάδος Γρηγορίου Υψηλάντη εγγονό του Ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας Κωνσταντίνου Υψηλάντη, και την Ιφιγένεια σύζυγο αρχικά του Δούκα Ντε Κάστρις [de Castries], τότε γαμπρό του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας και αργότερα του Υποκόμη Ντ’ Αρκούρ.

Γενικά στοιχεία

Έλληνες έμποροι και πολίτες εγκαταστάθηκαν οριστικά στην Βιέννη τα τέλη του 17ου αιώνος και οι πιο πολλοί απ' αυτούς ιδίως στις αρχές του 18ου αιώνος. Οι συνθήκες για διαμονή, μετακινήσεις και άσκηση εμπορικής δραστηριότητος ανάμεσα στην Αυστριακή και την Οθωμανική Αυτοκρατορίας ήταν ιδανικές καθώς είχαν υπογραφεί οι συνθήκες του Κάρλοβιτς το 1699 και του Πααάροβιτς το 1718. Επιπλέον η καταστροφή της Μοσχόπολης το 1768 και η καταστροφή της Χίου λίγες δεκαετίες αργότερα, αποτέλεσαν σημαντικούς λόγους ώστε πολλές οικογένειες εμπόρων να εγκαταλείψουν τον χώρο της Οθωμανικής επικράτειας.

Καταγωγή οικογένειας Σίνα

Η καταγωγή της οικογένειας Σίνα ήταν από το χωριό Σκαμνέλι Ζαγορίου όμως τα μέλη της μετακόμισαν τον 18ο αιώνα κι εγκαταστάθηκαν στη Μοσχόπολη, το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο της περιοχής με ανθηρή πνευματική ζωή, πόλη που βρίσκεται κοντά στην Κορυτσά της Βορείου Ηπείρου. Το 1769, όταν η οικογένεια Σίνα εγκατέλειψε την Μοσχόπολη μετά την πρώτη καταστροφή της πόλεως από τους Τούρκους, κάποια από τα μέλη της εγκαταστάθηκαν στην Βλάστη της Λάρισας κι άλλοι αρχικά εγκαταστάθηκε στην πόλη Νίσσα της Σερβίας, στη συνέχεια στην Ουγγαρία, ενώ περί το 1785-86 έγινε η τελική εγκατάσταση τους στη Βιέννη.

Πρόγονοι Σίμωνος Σίνα

Η πρώτη ιστορική αναφορά στην οικογένεια Σίνα, σύμφωνα με τον διαδικτυακό τόπο της Ουγγρικής Πρεσβείας στην Ελλάδα, απαντάται στα μέσα του 18ου αιώνος, κι αφορά τον προπάππο του Σίμωνα, τον Γεώργιο Σίνα γνωστό ως Πρεσβύτερο, που ασχολήθηκε με το εμπόριο στις πόλεις Μοσχόπολη, Βιέννη, Βούδα και Πέστη. Ο Γεώργιος Σίνας, δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά σε όλη την έκταση της τότε Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό οικονομικό και πολιτικό ρόλο στην Ουγγαρία, όπου υποστήριξε τα σχέδια του κόμη István Széchenyi για την κατασκευή διώρυγας ανάμεσα στους ποταμούς Δούναβη και Tisza, στο ξεκίνημα της ατμοπλοΐας, καθώς και στη δημιουργία των αναγκαίων οικονομικών προϋποθέσεων της ανεγέρσεως της Γέφυρας των Αλυσίδων, που αποτελεί το σύμβολο του σύγχρονου ουγγρικού έθνους. Γιος του Γεωργίου Σίνα ήταν ο Σίμων ο πρεσβύτερος, ο οποίος το 1798 ίδρυσε εμπορική εταιρία με την επωνυμία «Σίμων Σίνας και Εταίρος». Σταδιακώς ο Σίνας αναδείχθηκε στον σημαντικότερο προμηθευτή δημητριακών και μαλλιού αλλά και ο μεγαλύτερος τραπεζίτης της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και παρείχε αμέριστη υποστήριξη στον Αυστριακό στρατό κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων. Σε αναγνώριση αυτών των υπηρεσιών ο Αυτοκράτωρ Φραγκίσκος Α' χορήγησε τίτλο ευγενείας με οικόσημο και παραχώρησε τα κτήματα Hódos και Kizdia του κομιτάτου Temes, στις 3 Απριλίου 1818, στον Σίμωνα Σίνα τον Πρεσβύτερο και στους δύο ετεροθαλείς υιούς του, τον Γεώργιο από τον πρώτο του γάμο με την Ειρήνη Czippe και τον Ιωάννη, από τον δεύτερο γάμο του με την Αικατερίνη Γύρα, κόρη Γιαννιώτη εμπόρου.

Οικογένεια Σίμωνος Σίνα

Πατέρας του Σίμωνα ήταν ο Γεώργιος Σίνας [3] και μητέρα του η Ελληνοουγγαρέζα Αικατερίνη Δέρρα φον Μόροντα, που καταγόταν από εύπορη Ελληνική εμπορική οικογένεια της Ουγγαρίας και ήταν κόρη του Ναούμ Δέρρα. Το 1822 ο βαρώνος Γεώργιος Σίνας ανέλαβε την διοίκηση των επιχειρήσεων της οικογένειας, που δραστηριοποιούνταν σε εμπορική και εξαγωγική δραστηριότητα, εκτελούσε μεταφορές εμπορευμάτων και για λογαριασμό άλλων, αλλά και εισήγαγαν κυρίως προϊόντα από την Ανατολή ενώ από την Αυστρία στην Τουρκία μετέφεραν βιομηχανικά προϊόντα, ενώ ήταν υποστηρικτής και δωρητής αρκετών βιομηχανιών, όπως της βιομηχανίας νημάτων του Pottenáorf στη Νότια Αυστρία. Στους Ναπολεόντειους Πολέμους, η οικογένεια απέκτησε την ιδιοκτησία ενός από τους πλέον πλούσιους εμπορικούς και τραπεζικούς οίκους της Αυτοκρατορίας και διατηρούσε υπό τον έλεγχο της σημαντικό τμήμα του εμπορίου καπνού και μαλλιού της Ουγγαρίας. Οι εταιρίες της οικογένειας Σίνα αγόραζαν κατ' αποκλειστικότητα, στην περιοχή του Szeged, τα φορτία που κατευθύνονταν προς τις Δυτικές χώρες και το προϊόν μεταφερόταν στο Αμβούργο, ενώ δικά τους πλοία μετέφεραν το αλάτι από το Szeged στο Pozsony, τη σημερινή Μπρατισλάβα.

Με την πάροδο των ετών η εμπορική δραστηριότητα της οικογένειας Σίνα ανακόπηκε και μετά την δεκαετία του 1830 σημαντικότερη πηγή πλούτου του Τραπεζικού Οίκου Σίνα αναδείχθηκαν η κρατική δανειοδότηση, η δανειοδότηση ιδιωτών και η διαχείριση περιουσιών. Το 1832 ο Αυτοκράτωρ Φραγκίσκος Α' επικύρωσε εκ νέου τον τίτλο της οικογενείας με το οικόσημο και απένειμε στους Γεώργιο και Ιωάννη Σίνα τον Ουγγρικό τίτλο του βαρώνου. Ο Γεώργιος Σίνας το 1838, μετά τη μεγάλη πλημμύρα της Πέστης, πρόσφερε 40.000 φιορίνια στους άστεγους και έδωσε χαμηλότοκο δάνειο ύψους αρκετών εκατομμυρίων στην πόλη, λόγος για τον οποίο στις 23 Ιανουαρίου 1839 η πόλη της Βούδας τον ανακήρυξε επίτιμο πολίτη της. Παράλληλα, το 1842, ο Γεώργιος Σίνας χρηματοδότησε την ίδρυση αστεροσκοπείου στην Αθήνα και κάλυπτε τα έξοδα της λειτουργίας του ως τον θάνατο του. Ο Σίνας έγινε ιδιοκτήτης κτημάτων σε όλη την επικράτεια της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, περί τα 1.368.000 στρέμματα, ενώ το κέντρο της οικογένειας ήταν στο Rappoltenkirchen της Αυστρίας, όπου το μέγαρο που κατοικούσε η οικογένεια αγοράστηκε το 1814 από τον Γεώργιο Σίνα και μετασκευάστηκε το 1854 από τον Δανό αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν [Theophil von Hansen], όταν στον κήπο του ανεγέρθηκε ένα μικρό παρεκκλήσι και μία οικογενειακή κρύπτη. Στην Ουγγαρία η οικογένεια διέθετε σημαντικές εκτάσεις στα κομιτάτα Trencsén, Πέστη και Fejér. Ο Γεώργιος Σίνας που αγόρασε και τα λουτρά του Trencsénteplic από τον βαρώνο Illésházy στη δεκαετία του 1830, συνέχισε την ανάπτυξη του οικισμού, δημιούργησε τον κήπο της λουτροπόλεως και άνοιξε μία πηγή με άφθονα νερά, την γνωστή ως Πηγή Σίνα.

Βιογραφία

Σίμων Σίνας

Ο Σίμων Σίνας διδάχθηκε από οικοδιδάσκαλο και στις μέσες σπουδές του θεμελίωσε την κλίση του προς τις τέχνες και τις επιστήμες. Αποφοίτησε από το γυμνάσιο στη Βιέννη όπου στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, ιστορίας και οικονομικής πολιτικής στο εκεί Πανεπιστήμιο, με καθηγητή τον φιλελεύθερο Ludwig Remboldt, ο οποίος αργότερα απομακρύνθηκε από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο. Μαζί με τον μέντορά του Έλληνα, έμπορο και λόγιο Ζηνόβιο Πώπ, ταξιδεύει στην Ιταλία, Γαλλία και Αγγλία. Ο Σίνας εκτός από τα ελληνικά, τα ουγγρικά και τα γερμανικά -που ήταν σε χρήση στην οικογένεια- γνώριζε και μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Ο Σίμων Σίνας χρημάτισε διάδοχος του πατέρα του στο Ελληνικό προξενείο της Βιέννης και στη συνέχεια, αφού πολιτογραφήθηκε Έλληνας με εισήγηση του τότε Υπουργού Εσωτερικών Κωνσταντίνου Προβελέγγιου, το 1858, διορίστηκε και διατέλεσε επί οκτώ χρόνια πρεσβευτής της Ελλάδος επί βασιλέως Όθωνα, στις αυλές της Βιέννης, του Μονάχου και του Βερολίνου. Μ' αυτή την αφορμή ο Σίνας απηύθυνε ευχαριστήριες επιστολές προς τον τον πρωθυπουργό Αθανάσιο Μιαούλη και τον Υπουργό Εξωτερικών Αλέξανδρο Ραγκαβή. Η έξωση του Όθωνα έθλιψε τον Σίνα, όμως διατήρησε τη θέση του ως το 1864, όταν και η Αυστρία αναγνώρισε τον νέο βασιλιά Γεώργιο και ο Σίνας παραιτήθηκε από την πρεσβευτική θέση και την κοινοποίησε στον Όθωνα, ο οποίος του εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του «διά τας πολλάς και αδράς αγαθοεργίας, ας επιδαψιλεύσατε τη φιλτάτη ημών Ελλάδι». Ο Σίνας εισήγαγε νέες μεθόδους καλλιέργειας στις απέραντες γαιοκτησίες που κληρονόμησε από τον πατέρα του.

Διακρίσεις

Το 1864 ο αυτοκράτορας της Αυστρίας Φραγκίσκος Ιωσήφ απένειμε στον Σίνα τον τίτλο του αυλικού μυστικοσυμβούλου. Ο Βασιλεύς των Ελλήνων Γεώργιος Α', σε αναγνώριση των υπηρεσιών του ως πρέσβη, απένειμε στον Σίνα:

  • τον Μεγαλόσταυρο του Ελληνικού Τάγματος του Σωτήρος.

Ο Σίνας τιμήθηκε από τον Αυστριακό αυτοκράτορα με:

  • τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σιδηρού Στέμματος.

Στις 5 Δεκεμβρίου 1870, μετά από Ουγγρική πρόταση, έλαβε:

  • τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Λεοπόλδου για την επιστημονική και άλλη κοινωφελή δραστηριότητα που είχε αναπτύξει στην Ουγγαρία.

Ο Σίνας τιμήθηκε και με πολλούς άλλους τίτλους, μεταξύ τους: Τουρκικών, Μεξικανών, Γαλλικών, Πρωσικών και Βαυαρικών, ενώ το 1874 ανακηρύχθηκε ισόβιο μέλος του Σώματος των Ευγενών του Αυτοκρατορικού Συμβουλίου.

Φιλανθρωπική & Εθνική δράση

Το 1856, τη χρονιά του θανάτου του πατέρα του ο Σίμωνας Σίνας παρέλαβε 29 τσιφλίκια και μετρητά περί τα περίπου 80 εκατομμύρια φιορίνια. Στη μνήμη του πατέρα του μοίρασε μεγάλα ποσά μετρητών στους άπορους της Βιέννης και έδωσε ενισχύσεις σε πολυάριθμα πολιτιστικά ιδρύματα. Το 1858 παρήγγειλε στον Γιόχαν Στράους υιό και χρηματοδότησε την σύνθεση «Η Πόλκα των Ελλήνων» [«Hellenen-Polka»] [4], την οποία ο συνθέτης αφιέρωσε «στην όμορφη Ελληνοπούλα Μαρία Σίνα», μία από τις κόρες του Σίμωνα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην παρτιτούρα του έργου. Ο Στράους το βράδυ της 8ης Φεβρουαρίου 1858, ο Στράους, όχι μόνο παρέστη στον «Ελληνικό Χορό» του Σίνα, αλλά παρουσίασε την σύνθεση του και διηύθυνε την ορχήστρα. Ο Σίμων Σίνας συνέχισε ως τον δικό του θάνατο την χρηματοδότηση, που περιλάμβανε τόσο το μισθό των υπαλλήλων όσο και τους τεχνολογικούς νεωτερισμούς καθώς και τις λειτουργικές δαπάνες του Αστεροσκοπείου των Αθηνών που ίδρυσε ο πατέρας του [5], για την καλύτερη λειτουργία του οποίου κάλυψε τα έξοδα για την αγορά και αποστολή πολυδάπανων οργάνων που καθιστούσαν το Αστεροσκοπείο Αθηνών εφάμιλλο με τα Αστεροσκοπεία της υπόλοιπης Ευρώπης και από το 1858 έως το 1884, τοποθέτησε ως Διευθυντή του τον διακεκριμένο Γερμανό αστρονόμο Γιόχαν Φρήντριχ Γιούλιους Σμιτ, του οποίου κάλυπτε τη μισθοδοσία και τα έξοδα διαμονής του εφ' όρου ζωής. Για την προσφορά του Σίνα διασώζεται η εγκωμιαστική αφιέρωση «Γ.Σίνας, ο ευεργέτης» του ποιητή και αγωνιστή του 1821 Γεωργίου Ζαλοκώστα, γραμμένη με αφορμή τα εγκαίνια του Αστεροσκοπείου καθώς και ωδή «εις την πανήγυριν της θεμελιώσεως της Ακαδημίας της ανεγειρομένης εν Αθήναις παρά του φιλογενούς κυρίου Σίμωνος Σίνα», του λόγιου και δικαστικού Γεωργίου Τερτσέτη.

Ο Σίνας χρηματοδότησε την ανέγερση της Μητροπόλεως των Αθηνών, τη ζωγραφική των Προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών, την οποία ανέλαβε ο Kari Rahl, ο πλέον γνωστός ζωγράφος της εποχής, καθώς και την ανέγερση του κτιρίου της Ακαδημίας των Αθηνών, βάσει των σχεδίων του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν [Theophil von Hansen], ενώ τα γλυπτά του κτιρίου φιλοτεχνήθηκαν από τον Λεωνίδα Δρόση, ο οποίος είχε σπουδάσει στη Ρώμη με δαπάνη του Σίνα. Ο Σίνας φρόντισε για την αποπεράτωση του Αμαλιείου Ορφανοτροφείου κι έγινε ιδιοκτήτης οικοπέδων στο κέντρο των Αθηνών, ενώ το 1870 αγόρασε τον γνωστό στο Ίλιον «Επτάλοφο» ή «Πύργο της Βασιλίσσης». Ο Σίμων Σίνας φρόντισε για την ανοικοδόμηση και διακόσμηση του ναού της Αγίας Τριάδος της Ελληνικής Παροικίας της Βιέννης. Εξαιρετικό ενδιαφέρον έδειξε για τις σπουδές Ελλήνων καλλιτεχνών και επιστημόνων που σπούδαζαν στην Ευρώπη, μεταξύ τους οι Λεωνίδας Δρόσης, Νικηφόρος Λύτρας, Κωνσταντίνος Σάθας, στους οποίους πρόσφερε την αμέριστη οικονομική του ενίσχυση. Παράλληλα επιχορηγούσε τα σημαντικότερα πολιτιστικά ιδρύματα του Ουγγρικού έθνους, όπως το Εθνικό Θέατρο, την Ανώτατη Σχολή Εικαστικών Τεχνών, το Εθνικό Μουσείο, παιδιατρικό νοσοκομείο, νηπιαγωγεία και το Ωδείο της Βουδαπέστης, ενώ το 1857 ανέλαβε με δικές του δαπάνες την φωταγώγηση της Γέφυρας των Αλυσίδων. Από τον Μάιο 1856, αμέσως μετά τον θάνατο του πατέρα του, έως το Μάρτιο 1876, οι δωρεές του Σίμωνος Σίνα στην Αυστρία και την Ουγγαρία ανήλθαν σε 500.000 φιορίνια, χωρίς στα ποσά αυτά να περιλαμβάνονται η χρηματοδότηση του κτιρίου του Ελληνικού Εθνικού Πανεπιστημίου, η λειτουργία του Αστεροσκοπείου και του κτιρίου της Ελληνικής Ακαδημίας.

Το τέλος του

Ο Σίμων Σίνας πέθανε χωρίς να κατορθώσει να επισκεφθεί την Ελλάδα. Με τον θάνατο του η οικογένεια Σίνα έπαψε να υπάρχει λόγω ελλείψεως αρρένων απογόνων, ενώ η τεράστια περιουσία της οικογένειας Σίνα εξανεμίσθηκε από τους γαμπρούς του Σίμωνα, ειδικότερα από τους Γρηγόριο Υψηλάντη και Δούκα Ντε Κάστρις, που καταστράφηκαν οικονομικά από τη χαρτοπαιξία και τα κάθε φύσεως τυχερά παίγνια. Στη μνήμη του Σίνα δόθηκε το επώνυμο του σε έναν κρατήρα [Sinas Crater] της Σελήνης, ενώ Σίνα ονομάστηκε και η οδός μεταξύ των Μεγάρων της Ακαδημίας και του Οφθαλμιατρείου στην Αθήνα.

Μνήμη Σίμωνος Σίνα

Ο Σίμων Σίνας ήταν φιλόδοξος, κοσμοπολίτης και ιδιαίτερα απλόχερος. Ήταν μια πληθωρική φυσιογνωμία. Δραστήριος, πανέξυπνος, ακούραστος, κοσμοπολίτης, και απέραντα φιλόδοξος. Κινήθηκε στους ψηλότερους κύκλους της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας και ανήκε στο στενό περιβάλλον του αυτοκρατορικού ζεύγους. Ήταν φιλότεχνος, μαικήνας των τεχνών και επιδοτούσε αδρά τους Έλληνες καλλιτέχνες που σπούδαζαν στην Αυστρία. Η εμφάνισή του ήταν επιβλητική. Είχε πολύ πυκνά μαλλιά και πάντοτε περιποιημένο το υπογέννειο. Ντυνόταν με την τελευταία λέξη της ευρωπαϊκής μόδας, ενώ στις επίσημες εκδηλώσεις εμφανιζόταν με όλα του τα παράσημα. Η όψη του απέπνεε αυτοπεποίθηση και σοβαρότητα. Του άρεσε πάρα πολύ να τον απαθανατίζουν, και γι’ αυτό διασώθηκαν πολλές φωτογραφίες του και χαρακτικά, μια προτομή του, ο ανδριάντας του Λεωνίδα Δρόση και πορτρέτα μεγάλων ζωγράφων.

Επιθυμία του ήταν να αγοράζει τα καλύτερα μέγαρα στη Βιέννη και τη Βουδαπέστη. Οι χοροεσπερίδες και οι δεξιώσεις που έδινε στις επαύλεις του άφησαν εποχή. Είχε ιδιαίτερες και φιλικές σχέσεις με το αυτοκρατορικό ζεύγος της Αυστρίας, το Φραγκίσκο-Ιωσήφ Α' και την Αυτοκράτειρα Ελισσάβετ τη γνωστή ως Σίσσυ. Εις αναγνώριση του φιλανθρωπικού και κοινωνικού έργου του Σίνα, η Ουγγρική Ακαδημία, στις 19 Δεκεμβρίου 1858, τον εξέλεξε, με ομόφωνη ψήφο, μέλος της Διοικητικού Συμβουλίου κι αυτός παρευρέθηκε σε όλες τις τακτικές ετήσιες συνεδριάσεις, όσο το επέτρεπε η η κατάσταση της υγείας του. Ο Σίνας ήταν μέλος της Διευθύνσεως της Ουγγρικής Ακαδημίας Επιστημών μέχρι το τέλος της ζωής του, ενώ μετά το θάνατο του, στη συνεδρίαση της 29ης Μαΐου 1876, ο Lőrincz Tóth εκφώνησε επιμνημόσυνο λόγο, τη σημαντικότερη πηγή για τη ζωή και τις δωρεές του Βαρώνου Σίνα. Ύστερα από παράκληση της Ουγγρικής Ακαδημίας η κόμισσα Hedvig Wimpffen-Zichy, σύζυγος του κόμη Ágost Zichy, μία από τις εγγονές του βαρώνου Σίνα, έστειλε, το 1888, μία ελαιογραφία που παρίστανε τον Σίμωνα Σίνα, πίνακας που τοποθετήθηκε στην αίθουσα της Διευθύνσεως της Ακαδημίας όπου βρίσκεται ως τις μέρες μας. Διατηρούσε φιλικές σχέσεις με το αυτοκρατορικό ζεύγος της Αυστρίας, τον Φραγκίσκο-Ιωσήφ Α' και την Ελισσάβετ (Σίσσυ). Σύμφωνα με την παράδοση ο Ούγγρος συγγραφέας του 19ου αιώνα Mór Jókai, όταν έγραφε το μυθιστόρημα «Ο χρυσός άνθρωπος», στη σκιαγράφηση του κύριου χαρακτήρα χρησιμοποίησε την ιστορία του μυθώδους πλουτισμού ενός προγόνου της οικογένειας Σίνα, ο οποίος κληρονόμησε όλη την περιουσία του εταίρου του, ενός Τούρκου πασά, που εκτελέστηκε κατά διαταγή του Σουλτάνου.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Οι εικόνες του οικοσήμου της οικογένειας Σίνα συμβολίζουν:η θάλασσα, με την ευμετάβλητη φύση και τους κινδύνους της συμβολίζει το εμπόριο και τη βιομηχανία, ενώ ο βράχος στη μέση της σημαίνει την εμπορική και προσωπική σταθερότητα. Η ημισέληνος συμβολίζει την Οθωμανική Αυτοκρατορία με την οποίαν η οικογένεια διατηρούσε καλές οικονομικές σχέσεις, το χρυσό λιοντάρι, με το φυτό βαμβακιού στο δεξί χέρι θυμίζει την εξέχουσα δραστηριότητα της οικογένειας στην βαμβακουργία. Το λιοντάρι εμφανίζεται στον θυρεό, ως κόσμημα σε κράνος ή κρατώντας ασπίδα, τονίζοντας τη γενναιότητα και τον ηρωισμό. Ο αετός που εμφανίζεται δύο φορές, ως θυρεός και κόσμημα κράνους, ήταν το σύμβολο της Αυστριακής Αυτοκρατορίας αλλά συμβολίζει και την ευγνωμοσύνη του Αυτοκράτορα για την πίστη της οικογένειας στο πρόσωπο του.]
  2. [Έκκληση για τον ευεργέτη Σίνα Δημοσιογραφικός οργανισμός Βορείου Ελλάδος Ι.Κ. Βελλίδης, Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 1996 (ανακτήθηκε στις 3 Απριλίου 2022, 12:52')]
  3. [Ο Γεώργιος Σίνας αντιθέτως με την πλειονότητα των Ούγγρων αριστοκρατών, αντιλήφθηκε τη σημασία και τα οικονομικά πλεονεκτήματα των σχεδίων του κόμη István Széchenyi. Ο Σίνας στήριξε οικονομικά το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος και σώζεται ευχαριστήρια επιστολή του κυβερνήτη Ιωάννου Καποδίστρια προς τον Γεώργιο Σίνα για την αποστολή χρημάτων για το ορφανοτροφείο της Αίγινας. Ο Σίνας ως εκπρόσωπος της Α.Ε. «Γέφυρα των Αλυσίδων», υπέγραψε το συμβόλαιο λειτουργίας της γέφυρας το 1839 και το Κοινοβούλιο το επικύρωσε το 1840. Με βάση τη συμφωνία η «Γέφυρα των Αλυσίδων Α.Ε.» μετά από 87 χρόνια λειτουργίας όφειλε να παραδώσει τη γέφυρα στο Ουγγρικό κράτος. Με την ίδια συμφωνία ρυθμίστηκαν και τα έξοδα συντηρήσεως καθώς και μια σειρά από άλλες δαπάνες. Οι εργασίες ανεγέρσεως της Γέφυρας άρχισαν το 1839, ο θεμέλιος λίθος τοποθετήθηκε το 1842 και τα εγκαίνια της τελέστηκαν την 1η Νοεμβρίου 1849.]
  4. [Hellenen-Polka op.203-Johann Strauss II]
  5. [Εθνικό Αστεροσκοπείον Αθηνών]