Κωνσταντίνος Σάθας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Κωνσταντίνος Σάθας που το πραγματικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Σαθόπουλος [1], Έλληνας λογοτέχνης, μεταφραστής και δημοσιογράφος, ερευνητής ιστορικών χειρογράφων που χαρακτηρίσθηκε ως ο μεγαλύτερος Έλληνας ιστοριοδίφης των νεοτέρων χρόνων, ιστορικός από τους πλέον επιφανείς της νεότερης Ελλάδος, πρωτοπόρος των νεοελληνικών ερευνών, θεμελιωτής των Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών σπουδών στην Ελλάδα -μαζί με τους Αθανάσιο Παπαδόπουλο-Κεραμέα και Μανουήλ Γεδεών, σταθερός αρνητής της Ελληνικότητος του Βυζαντίου ο οποίος βρέθηκε επί δεκαετίες στον αντίποδα των απόψεων του Σπυρίδωνος Ζαμπέλιου και του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, γεννήθηκε το 1842 στην Αθήνα και πέθανε -λέγεται από ασιτία- στις 12 Μαΐου του 1914 στο Παρίσι. Κηδεύτηκε και τάφηκε στο Παρίσι, όμως το 1980 έγινε μετακομιδή των οστών του στο Γαλαξίδι όπου σώζεται ο τάφος του στο εκεί Δημοτικό Κοιμητήριο.

Ο Σάθας παντρεύτηκε, την 1η Μαΐου του 1861 στην Τεργέστη, με την Χαρίκλεια Μάγγου και δεν απέκτησαν απογόνους. Εγγονός του ήταν ο Κωνσταντίνος Τσάτσος [2], η μητέρα [3] του Τσάτσου ήταν ανιψιά του Σάθα εξ αγχιστείας, μετέπειτα Ακαδημαϊκός και πολιτικός που διατέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Συνοπτικές πληροφορίες
Κωνσταντίνος Σάθας
Κωνσταντίνος Σάθας.jpeg
Γέννηση: 1842
Τόπος: Αθήνα (Ελλάδα)
Σύζυγος:
Τέκνα:
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Ιστορικός, ιστοριοδίφης,
Βυζαντινολόγος
Θάνατος: 12 Μαΐου 1914
Τόπος: Παρίσι (Γαλλία)

Βιογραφία

Ο Κωνσταντίνος Σάθας κατάγονταν από ιστορική οικογένεια ναυτικών και αγωνιστών της Εθνεγερσίας του 1821 και πολλοί από τους προγόνους του ήταν γραμματοδιδάσκαλοι.

Οικογένεια Σάθα

Πρόγονος του Κωνσταντίνου, από την πλευρά του πατέρα του, ήταν ο πυροβολητής Γιάννης Σάθας, ο οποίος στις 4 Ιουνίου 1825, σκοτώθηκε στο Μεσολόγγι, στον προμαχώνα του Μιαούλη, διευθύνοντας το κανονοστάσιο. Κι ο Γιάννης Γκούρας, σε πιστοποιητικό που φυλάγεται στα χειρόγραφα της Εθνικής Βιβλιοθήκης, βεβαιώνει:

«...ενσυνειδήτως ότι ο εκ Γαλαξειδίου Γιάννης Σάθας παρευρεθεὶς μετὰ του Ἀθ. Διάκου εις την μάχην της Αλαμάνας επληγώθη εκείσε. Εις δε το Χάνι της Γραβιάς προθύμως εκλείσθη μετά των υπ’ αυτού δέκα συμπατριωτών του ιδίᾳ δαπάνη μισθοδοτουμένων. Παρευρεθεὶς δε και εις διαφόρους άλλας μάχας υπὸ τον Γκούραν και Πανουργιάν επέδειξεν πανταχού γενναιότητα, πατριωτισμὸν και πρόθυμον υλικὴν συνδρομήν». 

Στο Γαλαξίδι στις 2 Βεβρουαρίου 1964 πέθανε ο τελευταίος απόγονος των Σαθαίων, ο Σταμάτης Σάθας. Μέλος των προγόνων του Κωνσταντίνου, από την πλευρά της μητρικής του οικογένειας, ήταν ο ιερομόναχος και γραμματοδιδάσκαλος Γεράσιμος Λύτσικας, ο οποίος στις αρχές του 1700, ίδρυσε το Μοναστήρι της Σιγδίτσας, όπου μαθήτεψε επί μια δεκαετία ο ένοπλος προφήτης του Ελληνισμού, ο Κοσμάς Αιτωλός. Το αρχοντικό της οικογένειας Λύτσινα σώζονταν στην Άμφισσα ως τις αρχές της δεκαετία του 1970.

Πατέρας του Κωνσταντίνου ήταν ο, αρχικά δημαστυνόμος Γαλαξιδίου και μετέπειτα παντοπώλης, Νικόλαος Σταθόπουλος ή Σαθόπουλος από το Γαλαξίδι και μητέρα του η Ευμορφία κόρη του ιερέως Ηλία Λύτσικα από την Άμφισσα, αδελφοί της οποίας και θείοι του Κωνσταντίνου ήταν ο Παναγιώτης, ιατρός Αθηνών, ο Ιωάννης, ιατρός στην Κωνσταντινούπολη και ο Αθανάσιος Λύτσικας, ιατρός στο Γαλάζιο της Βλαχίας. Θείος του Κωνσταντίνου, αδελφός του πατέρα του ήταν ο Ιωάννης Σάθας, φαρμακοποιός στο Γαλαξίδι. Ο Σάθας, που γεννήθηκε στην Αθήνα στην οδό που σήμερα φέρει το όνομα του τραπεζίτη Σταύρου, μετακόμισε με την οικογένεια του στο Γαλαξίδι σε ηλικία δύο ετών κι έζησε εκεί τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Αδέλφια του ήταν η Ασπασία που γεννήθηκε στη συνοικία Αέρηδες της Πλάκας στην Αθήνα το 1840, η Ευθυμία και η Κονδυλία [Κονδύλω] που γεννήθηκε στο Γαλαξίδι το 1852.

Σπουδές / Σταδιοδρομία

Ο Κωνσταντίνος παρακολούθησε τα μαθήματα της εγκυκλίου εκπαιδεύσεως στο Γαλαξίδι και στη συνέχεια, είχε προηγηθεί ο θάνατος του πατέρα του, παρακολούθησε τα μαθήματα του Γυμνασίου στην Αθήνα, όπου κατοικούσε ο ιερέας παππούς του, στην Άμφισσα και αποφοίτησε το 1860 από το Γυμνάσιο της Λαμίας. Το 1862, μετά την προτροπή των θείων του, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή και ζούσε ως οικότροφος στο σπίτι του ιστορικού Παύλου Λάμπρου, όμως εγκατέλειψε τις σπουδές του δίχως να αποφοιτήσει προκειμένου ν' ασχοληθεί με την ιστορική έρευνα. Το 1860 ο Σαθόπουλος εγγράφεται συνδρομητής στη βιογραφία του Ιωσήφ Γαριβάλδη. Τον Νοέμβριο του 1860 ανάγγειλε [4] την έκδοση, από κοινού με τον Δ.Σ.Κοπιδά, του δεκαπενθήμερου περιοδικού «Κόσμος». Το περιοδικό κυκλοφόρησε [5] τον Φεβρουάριο του 1861 και ο Σαθόπουλος ανέλαβε τη σύνταξη του. Ως παράρτημα του περιοδικού «Κόσμος» κυκλοφορούσε το μυθιστόρημα «Φαρμασονίας απόκρυφα», μεταφρασμένο από την Γαλλική γλώσσα.

Ο Σαθόπουλος παρέμεινε στη σύνταξη του περιοδικού ως τα τέλη του Απριλίου του ίδιου χρόνου, όπως προκύπτει από την αναγγελία της αποχωρήσεως του που δημοσίευσε ο Κοπιδάς την 1η Μαΐου 1861, οπότε αποχώρησε λόγω οικονομικών διαφωνιών του με τον εκδότη και συνεργάτη του. Διαφορετική είναι η άποψη του Κοπιδά ο οποίος τον κατηγορεί για υπεξαίρεση, αμάθεια και κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας: «Ο Κ. Σαθόπουλος αναχωρήσας εντεύθεν, αφήκεν ημάς εις μεγάλην αταξίαν, ένεκα της οποίας δεν ηδυνήθημεν εγκαίρως να εκδώσωμεν το φύλλον» και συμπληρώνει:

«...Λαβόντες αυτόν ως μεταφραστήν και συνεταίρον, δεν εγνωρίζομεν την αναίδειαν και αμάθειαν του ανθρώπου. Ύπεξαιρέσας εκ των συνδρομών του Κόσμου ποσόν 1.600 δραχ. εφ' ου ουδέν δικαίωμα είχε, καθο μισθωτός, και των συνδρομητών κινήσας την αγανάκτησιν δια μεταφράσεων, ουχί εκλεκτών, άσχετο απιών λαθραίως, συμπαραλαβών και το κείμενον των «Απόκρυφων της Φαρμασονίας» όπερ δεν ήτο πρωτότυπον, ως εν αγνοία ημών και τοσούτον ασυστόλως διεκήρυξεν. Αλλ' ας μη δυσανασχέτηση, δι' αυτό ο περίεργος αναγνώστης, εγράψαμεν προ πολλού εις Παρισίους, ίνα μας στείλωσι κείμενον άλλο ώστε ή διακοπή τού μυθιστορήματος είναι βραχυχρόνιος...» [6]. 

Ο Σαθόπουλος το 1864, πρωτοεμφανίζεται, στο περιοδικό «Πανδώρα», με το επώνυμο Σάθας, που κράτησε για όλη του τη ζωή. Το 1875 ο Σάθας παρουσιάζει μαζί με τον Εμίλ Λεγκράντ, συνομήλικό του και ήδη γνωστό για τις εκδοτικές του επιδόσεις, σε πρώτη έκδοση το έργο

  • «Διγενής Ακρίτας» και στον πρόλογο εξαίρει τη σημασία τέτοιων κειμένων ενώ συμβουλεύει τους λόγιους να στραφούν προς αντίστοιχες μελέτες.

Ο κύκλος του ταξιδιωτικού ερευνητικού έργου του Σάθα, μετά την έκδοση του «Χρονικού» και την αποκλειστική ενασχόληση του με την ιστορική έρευνα, μπορεί να συνοψιστεί ως ακολούθως:

  • Καλοκαίρι του 1865 ταξίδεψε για δέκα ημέρες στη Ζάκυνθο όπου υλοποίησε 18 καταγραφές χειρογράφων κειμένων και σε 50 ημέρες ερευνών στο Αγγελόκαστρο του νομού Αιτωλοακαρνανίας.
  • Αύγουστος 1866: Στη Μαδουρή Λευκάδος, καλεσμένος του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
  • Ιούνιος 1870: Ταξίδι σαράντα ημερών στην Κωνσταντινούπολη όπου ερεύνησε αρχεία στις βιβλιοθήκες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στη Θεολογική Σχολή Χάλκης και στο Σεράγι. Επισκέφθηκε την Παναγία Σουμελά στην Τραπεζούντα όπου ανακάλυψε το ανέκδοτο χειρόγραφο του ακριτικού έπους «Διγενής Ακρίτας». Τα επόμενα χρόνια ταξίδεψε για οκτώ μήνες στη Βιέννη, όπου προχώρησε στην αντιγραφή 5000 ανέκδοτων εγγράφων βυζαντινών κυρίως λογίων στην Αυτοκρατορική Βιβλιοθήκη κι επισκέφθηκε την Πέστη και το Μόναχο, όπου αντέγραψε κώδικα του 14ου αιώνος για την περιοχή Τραπεζούντας. Επισκέφθηκε ακόμη την Πράγα, το Αμβούργο, το Βερολίνο και την Κοπεγχάγη.
  • Οκτώβριος 1871: Εγκατάσταση στη Βενετία. «Όλην την ημέραν είμαι κλεισμένος εις την Μαρκιανήν Βιβλιοθήκην» γράφει ο ίδιος, όπου εντοπίζει πλήθος αγνώστων χειρογράφων αλλά και στο Κρατικό Αρχείο Βενετίας, όπου προχώρησε στην αντιγραφή 5.000 ανέκδοτων εγγράφων περιόδου 1400-1450 σχετικά με την Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα και επιχείρησε την απογραφή ιστορικού υλικού ελληνικού ενδιαφέροντος, κατά χρονολογική σειρά καθώς και στο Μουσείο Correr.
  • Οκτώβριος 1872: Ξεκινά σειρά επισκέψεων σε Βιέννη, Μόναχο, Σικελία, Κορσική, Μιλάνο, Μπολόνια και στη συνέχεια επισκέπτεται αλληλοδιαδόχως τη Βενετία και το Παρίσι, όπου ερευνά τις βιβλιοθήκες και τα αρχεία των δύο πόλεων.
  • Ιανουάριος 1874: Επί μεγάλο χρονικό διάστημα ερευνά την Αυτοκρατορική Βιβλιοθήκη στο Παρίσι.
  • 1877: Προχωρά στη δωρεά μεγάλου μέρους της προσωπικής βιβλιοθήκης του στη Βιβλιοθήκη της Βουλής, ως έκφραση ευγνωμοσύνης. Συνεχίζει τις έρευνες του σε Καλαβρία, Σικελία, Μπολόνια, Φλωρεντία κι επιστρέφει στη Βενετία.
  • Απρίλιος 1879: Ταξιδεύει για διαλέξεις του σε Πανεπιστήμια.
  • 1880-1890: Συνεχείς μετακινήσεις μεταξύ Βενετίας και Παρισιού για την έκδοση της 9τομης «Συλλογής ανεκδότων μνημείων της Ελληνικής Ιστορίας».
  • 1907: Εγκατάσταση του Σάθα στο Παρίσι σε συνθήκες πλήρους ένδειας.

Μετά την εγκατάσταση του στη Γαλλία στο Γαλαξίδι τον θεωρούν αποτυχημένο, γιατί δε θέλησε να εξαργυρώσει στην πράξη την σοφία και τον πλούτο της γνώσεως του. Και μένει παροιμιώδης η φράση των γονιών της κωμοπόλεως στα παιδιά τους που δεν εκφράζουν πρακτικά τη ζωή τους. «Σάθα θα σε κάνω; Σάθας θα καταντήσεις;» Το 1909, μια πρωτοσέλιδη καμπάνια της εφημερίδας «Αθήναι» φέρνει στην επικαιρότητα το ζήτημα των άθλιων συνθηκών υπό τις οποίες ζει ο Σάθας στο Παρίσι. Η υπόθεση έρχεται στη Βουλή όπου ο βιβλιόφιλος βουλευτής Καβαλιεράτος, παλεύει να ζωντανέψει την τραγωδία και η Βουλή συγκινείται, όμως πριν ψηφίσει την χορήγηση κάποιου ποσού ως συντάξεως [7] ξεσπά η Επανάσταση στου Γουδή και η υπόθεση του Σάθα ξεχνιέται, ώσπου ο διανοητής πεθαίνει σε μια σοφίτα της οδού Κολοσσαίου στο Παρίσι, όπου κατοικούσε με την σύζυγο του [8].

Τιμητικές διακρίσεις

Ο Σάθας ανακηρύχθηκε

  • Ιππότης στην Ιταλία και
  • Αντεπιστέλλον μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας του Μονάχου στη Γερμανία.

Συγγραφικό έργο

Ο Σάθας αν κι έγινε γνωστός για το φιλολογικό και ιστοριοδιφικό έργο του, σε νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και τη μετάφραση. Τον Νοέμβριο του 1858 πραγματοποίησε την πρώτη του γνωστή δημοσίευση, ένα εγκωμιαστικό άρθρο για τον Λουκά Καραλίβανο, τότε δήμαρχο του Γαλαξιδίου, στην εφημερίδα «Εσπέρα» των Αθηνών, χαρακτηριστικό όμως για το αδόκιμο ύφος του και γραμμένο σε αρχαΐζουσα γλώσσα. Στις 8 Δεκεμβρίου, στις στήλες της ίδιας εφημερίδος εμφανίζεται μια αγγελία [9], στην οποία αναφέρεται: «Παρακαλείται ο εκ Γαλαξειδίου κύριος Σαθόπουλος να εμφανισθή εις το γραφεΐον μας...», επικοινωνία που επιτεύχθηκε κι έτσι στις 21 Ιανουαρίου του 1859, ο Σαθόπουλος μεταφράζει για την «Εσπέρα» ένα άρθρο από την Γαλλική γλώσσα υπό τον τίτλο «Αποχαιρετισμός τον Ναπολέοντος». Ο Σαθόπουλος, τουλάχιστον μέχρι το 1861, υπέγραφε τα έργα του με τα αρχικά Κ.Ν.Σ. ή συχνά και με το πλήρες όνομα του, πριν υιοθετήσει το Σάθας ως επώνυμο του. Αρθρογράφησε σε διάφορα φιλολογικά περιοδικά της εποχής του, όπως στην «Πανδώρα», την «Χρυσαλλίδα», το «Αττικόν Ημερολόγιον», τον «Ιλισσό», την «Μελέτη», και άλλα.

Ο συγγραφέας Ευθύμιος Σταθόπουλος, συγγραφέας του έργου «Η Φωκίδα της Επαναστάσεως», που ακολούθησε με τον τρόπο του τα χνάρια του Σάθα, θεωρεί ως πηγή μέρους του έργου του Σάθα («Νεοελληνική Φιλολογία», «Τουρκοκρατουμένη Ελλάς» καθώς και τον Πρόλογο του στο «Χρονικό») τις σημειώσεις και διηγήσεις του γνωστού δασκάλου των χρόνων της Τουρκοκρατίας, του Γεράσιμου Λύτσικα (προπάππου του Σάθα από τη μητέρα του), οι οποίες διασώθηκαν και παραχωρήθηκαν στον Σάθα απ’ τους τρεις γιατρούς θείους του, που με τη σειρά του τους αφιερώνει την έκδοση του «Χρονικού». Το έργο του κατέστησε τον Σάθα έναν από τους προδρόμους της νεοελληνικής φιλολογικής και ιστορικής επιστήμης. Δημοσίευσε ποιήματα, άρθρα και μεταφράσεις. Μετά το 1865 και χάρις στην ηθική συμπαράσταση του Παύλου Λάμπρου, πατέρα του ιστορικού και πολιτικού Σπυρίδωνος Λάμπρου, και την οικονομική βοήθεια των Κωνσταντίνου Λομβέρδου και Νικόλαου Μαυροκορδάτου, ο Σαθόπουλος στράφηκε οριστικά προς την έρευνα και ως το θάνατο του ασχολήθηκε με την δημοσίευση ανέκδοτων κειμένων της Βυζαντινής και Νεοελληνικής γραμματείας καθώς και με τη σύνταξη ιστορικών ερευνών. Ερεύνησε βιβλιοθήκες και κρατικά αρχεία στην Λευκάδα, την Ζάκυνθο, την Φλωρεντία, την Βενετία, την Γένοβα, την Πίζα, το Μιλάνο, την Βιέννη, την Πράγα, το Βερολίνο, το Αμβούργο, την Κωνσταντινούπολη και το Παρίσι, συλλέγοντας πληροφορίες για παντελώς άγνωστα γεγονότα και φώτισε, όσο ήταν δυνατόν, την θολή εικόνα της ζωής των Βυζαντινών χρόνων αλλά και της εθνικής ζωής των υπόδουλων στους Οθωμανούς Ελλήνων.

Εργογραφία

Κωνσταντίνος Σάθας [10]

Ο Σάθας εξέδωσε πλήθος έργων, υπολογίζονται σε 96, σχετικά με την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά και της Τουρκοκρατίας, Κυκλοφόρησε την ποιητική συλλογή:

  • «Νεκρικά δάκρυα επί του τάφου του Δημητρίου Λ. Ράλλη» το 1859.

Η ποιητική συλλογή αναφερόταν στον θάνατο του νεαρού Δημητρίου Ράλλη, γιου του τότε δημάρχου Πειραιώς Λουκά Ράλλη, που απεβίωσε μετά από μακρά ασθένεια τη νύχτα της 26ης προς την 27η Δεκεμβρίου του 1858, με τον οποίο ήταν φίλος ο Σαθόπουλος.

Στις 25 Απριλίου 1859 ο Σαθόπουλος μετέφρασε, από τη Γαλλική γλώσσα, φυλλάδιο με τον τίτλο

  • «Το Ιταλικόν ζήτημα και ο αυτοκράτωρ Ναπολέων Γ'», αφιερωμένη στο θείο του γιατρό Αθανάσιο Λύτσικα,
  • «Γνωμικά διαφόρων σοφών περί Έρωτος» το 1860,
  • «Σκέψεις Ναπολέοντος Α' εξόριστου εν τη Αγία Ελένη», πού δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στο περιοδικό «Κόσμος»,
  • «Απομνημονεύματα εξόριστου βασιλέως» μετάφραση του μυθιστορήματος του Πέτρου Ζακών, αφιερωμένη στους θείους του γιατρούς, Παναγιώτη, Ιωάννη και Αθανάσιο Λύτσικα.

Σε κάποιο από τα ταξίδια του στο Γαλαξίδι ο Σαθόπουλος ανακάλυψε το

  • «Χρονικόν Ανέκδοτον Γαλαξειδίου» [11], το οποίο συνέγραψε το 1703 ο ιερομόναχος Ευθύμιος Πενταγιώτης.

Ο Σάθας ανακάλυψε το έργο στα ερείπια της Βασιλικής Μονής του Σωτήρος στο Γαλαξίδι και αρχικά το δημοσίευσε στο περιοδικό «Κόσμος». Στα 1865 το τύπωσε σε βιβλίο, με εισαγωγή και σημειώσεις δικές του, αφιερωμένο στο θείο του γιατρό Αθανάσιο Λύτσικα. Το έργο αποτελεί σύντομη χειρόγραφη περίληψη της ιστορίας του Γαλαξειδίου από τον 10ο ως τον 17ο αιώνα. Σ' αυτό αναφέρεται η ύπαρξη ενός μικρού χωριού με την ονομασία Γαλαξείδι ήδη από τον 8ο αιώνα.

  • «Ελληνικά ανέκδοτα περισυνταχθέντα και εκδιδόμενα κατ' έγκρισιν της Bουλής εθνική δαπάνη» [12], δίτομο έργο το 1867,
  • «Επικρίσεως Ελεγχος», το 1867,
  • «Νεοελληνική Φιλολογία: Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας 1453-1821» [13] το 1868, ένας βιογραφικός και εργογραφικός κατάλογος λογίων, που βραβεύτηκε στον Ροδοκανάκειο Διαγωνισμό.

Το έργο αυτό το συμπλήρωσε ο Σάθας με το

  • «Νεοελληνικής Φιλολογίας Παράρτημα. Ιστορία του ζητήματος της Νεο­ελληνικής Γλώσσης» το 1870 και περιλαμβάνονται βιογραφίες και εργογραφίες Ελλήνων λογίων της τουρκοκρατίας.
  • «Τουρκοκρατούμενη Ελλάς: Ιστορικόν δοκίμιον περί των προς αποτίναξιν του Οθωμανικού ζυγού επαναστάσεων του Ελληνικού Έθνους 1453-1821» [14] το 1869,
  • «Ιστορικαί Διατριβαί» το 1870, με εργογραφίες και βιογραφίες λογίων του νεότερου Ελληνισμού.

Στο έργο ο Σάθας φέρνει στο φως:

- αίτημα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη της Μάλτας προς την κυβέρνηση των επαναστατημένων Ελλήνων για παραχώρηση βάσης στην Ελλάδα,
- ένα σχέδιο για τη διανομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που εκπόνησε ο πρωθυπουργός της Ισπανίας καρδινάλιος Ιούλιος Αλβερόνη (Alberoni) το 1730,
- μία έμμετρη βιογραφία του Αλή Πασά των Ιωαννίνων (έως την καταστροφή του Γαρδικίου το 1812) στα ελληνικά από τον τυφλό Αλβανό ποιητή Χατζή Σεχρέτη, που γεννήθηκε στο Δέλβινο, από χειρόγραφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. Το Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη του Ιεροσολυμίτου, που είχε εκδιωχθεί από τη Ρόδο το 1522 και τη Μάλτα το 1798, υπέγραψε στις 10 Ιουλίου 1823 στο Παρίσι, όπου είχε μεταφερθεί η έδρα του, συνθήκη με την Ελληνική κυβέρνηση, με την οποία αναγνώριζε την ανεξαρτησία του Ελληνικού έθνους και θα χρηματοδοτούσε την Επανάσταση του 1821 με τέσσερα εκατομμύρια φράγκα, και εις αντάλλαγμα παραχωρούνταν στο Τάγμα από την Ελληνική κυβέρνηση τα νησιά Οινούσες και η Σύρος «εις τελείαν ιδιοκτησίαν και κυριαρχίαν» για την προσωρινή παραμονή του μέχρι να απελευθερωθεί η Ρόδος, η Κάρπαθος και η Αστυπάλαια, όπου επρόκειτο να εγκαθιδρυθεί οριστικά. Ωστόσο το δάνειο δεν υλοποιήθηκε και η συμμαχία έμεινε στα χαρτιά. Αξίζει να σημειωθεί πως τα πρώτα νομίσματα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, οι αργυροί φοίνικες του Ιωάννη Καποδίστρια, κόπηκαν στο νομισματοκοπείο του εκδιωχθέντος Τάγματος του Αγίου Ιωάννη, το οποίο αγοράστηκε στη Μάλτα αντί του ποσού των εκατό αγγλικών λιρών και το 1828 μεταφέρθηκε στην Αίγινα, πρώτη πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους.
  • «Δοκίμιον περί του πατριάρχου Ιερεμίου Β' 1572-1594» το 1870,
  • «Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη» [15] 7τομο έργο, (1872-1894).

Στο έργο αυτό ο Σάθας στηριγμένος κυρίως σε ιταλικές πηγές, καταγγέλλει ως ψευδείς κι ανυπόστατους τους ισχυρισμούς του Σπυρίδωνος Ζαμπέλιου και του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου πως υπάρχει «ελληνοχριστιανικός» πολιτισμός και πως η συνέχεια του Ελληνισμού εξασφαλίζεται μέσα από την ταύτιση του Ελληνισμού με την πολυεθνοτική Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ή Βυζάντιο, Στον 1ο τόμο του βιβλίου μαρτυρείται η προδοσία της Θεσσαλονίκης από τους μοναχούς της Μονής Βλατέων ή Βλατάδων, που, με αντίτιμο πρόσθετα προνόμια τους, καθοδήγησαν τον σουλτάνο να κόψει στους πολιορκούμενους την τροφοδοσία νερού.

Επίσης, στο έργο περιλαμβάνονται σημαντικά στοιχεία για την ιστορία της Κύπρου. Ο Σάθας ανακάλυψε και επεξεργάστηκε την πρώτη έκδοση των δυο μεγάλων μνημείων λόγου της Κύπρου της περιόδου του Μεσαίωνος, δηλαδή των δυο Χρονικών του Λεοντίου Μαχαιρά και του Γεωργίου Βουστρωνίου. Τα κείμενα περιέλαβε στον δεύτερο τόμο του έργου του που εκδόθηκε το 1873 στη Βενετία. Στον ίδιο τόμο περιέλαβε επίσης κι άλλα κυπριακά κείμενα όπως το Περί των κατά την χώραν Κύπρον σκαιῶν του αγίου Νεοφύτου, διάφορες επιστολές, το Μαρτύριον Κυπρίων, δηλαδή τη διήγηση για το μαρτύριο των 13 μοναχών της Καντάρας, καθώς και μια επίσης σημαντική μελέτη του Παναγιώτη Λάμπρου με τίτλο Ανέκδοτα νομίσματα του Μεσαιωνικού βασιλείου της Κύπρου, ενώ αξιόλογη πραγματεία για την ιστορία της μεσαιωνικής Κύπρου αποτελεί κι ο μακροσκελής πρόλογος του στον ίδιο τόμο. Τέλος στον έκτο τόμο ο Σάθας δημοσιεύει τα κείμενα των Ασσιζών, δηλαδή της νομοθεσίας που ίσχυε στην Κύπρο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Ο τόμος αυτός εξεδόθη στο Παρίσι το 1877 και ο εκτενής πρόλογος του Σάθα αποτελεί αξιόλογη μελέτη.

  • «Ειδήσεις τίνες περί εμπορίου και φορολογίας εν Ελλάδι επί Τουρκοκρατίας», την περίοδο 1878-79
  • «Ιστορικόν Δοκίμιον περί του Θεάτρου και της μουσικής των Βυζαντινών, ήτοι εισαγωγή εις το Κρητικόν Θέατρον» το 1878,
  • «Κρητικόν Θέατρον, ή συλλογή ανεκδότων και αγνώστων δραμάτων» το 1879, το οποίο περιελάμβανε έκδοση των θεατρικών έργων
- «Ζήνων»
- «Στάθης»
- «Ερωφίλη» και
- «Γύπαρις».
  • «Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας», 9 τόμοι, 1880-1888
  • «Λεοντίου Μαχαιρά, το Χρονικόν τής Κύπρου» (επιμέλεια) το 1882.

Σε αντίθεση με τους ιστορικούς που μιλούν για «ελληνοχριστιανικό» πολιτισμό και την προσπάθειά τους να «εκρωμαΐσουν» τους Έλληνες, μετατρέποντας τους σε «Ρωμιούς», ο Σάθας στο έργο του

  • «Έλληνες στρατιώται εν τη Δύσει και Αναγέννησις της Ελληνικής τακτικής» [16] το 1887,

αρνήθηκε την «ελληνικότητα» των Βυζαντινών, φανέρωσε ότι ο εκχριστιανισμός των Ελλήνων έγινε βιαίως, καθώς και ότι σε αρκετές περιοχές ένας επιφανειακός εκχριστιανισμός επετεύχθη μόλις κατά τον 15ο αιώνα, ενώ σε αρκετά μέρη της Πελοποννήσου πολύ αργότερα. Το έργο αποκαλύπτει σημαντικά στοιχεία για τους Έλληνες Αρβανίτες πολεμιστές, οι οποίοι μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως κατέφυγαν στη Βενετία όπου στρατολογήθηκαν ως μισθοφόροι και ο Σάθας καταγράφει τον θαυμασμό των Βενετών για τη γενναιότητα των Ελλήνων. Επίσης περιλαμβάνει και παραθέτει μαρτυρίες για την Ελληνική συνείδηση και την χριστιανική πίστη των Αρβανιτοφώνων, οι οποίοι παρουσιάσθηκαν στη Γερουσία της Βενετίας, δήλωσαν Έλληνες και ορθόδοξοι και ζήτησαν να έχουν δικό τους ναό και δικό τους κοιμητήριο, δημιουργώντας την Ελληνική κοινότητα της Βενετίας.

Αρχείο Κωνσταντίνου Σάθα

Μέρος από το αρχείο του Σάθα βρίσκεται στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης (ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ) [17]. Αποτελείται από από πέντε υποφακέλους με τετράδια που περιλαμβάνουν αντιγραφές αρχαίων χειρογράφων, κείμενα ή σχόλια που αφορούν τον Πλάτωνα, τον Πλούταρχο, τον Ωριγένη, τον Λιβάνιο κ.ά., αποσπάσματα αντιγραμμένα από λατινικά χειρόγραφα, κείμενα και μεταφράσεις στα λατινικά, κείμενα θεολογικά, αποκρυφιστικά, αστρολογικά, για τα αιγυπτιακά μυστήρια και τις ανατολικές θρησκείες, κείμενα των νεοτέρων χρόνων, κυρίως του 17ου αιώνα, μεταγραμμένα εκκλησιαστικά έγγραφα, σύντομα «χρονικά» και βιογραφίες εκκλησιαστικών προσώπων, κυρίως των νεοτέρων χρόνων της Δύσεως και της Ανατολής. Επίσης περιλαμβάνει ποιήματα νεοελληνικά, γαλλικά, λατινικά και ιταλικά και παλαιά μυθιστορήματα, κυρίως γαλλικά, υστεροβυζαντινά κείμενα, τετράδια ή μεμονωμένα κείμενα που αφορούν σε τόπους, όπως η Κρήτη και η Κύπρος. Τα περισσότερα κείμενα συνοδεύονται από σχόλια ή σημειώσεις στο περιθώριο ή στο τέλος τους. Το σύνολο της αλληλογραφίας του Σάθα βρίσκεται και φυλάσσεται στη Βιβλιοθήκη της Άμφισσας. Το πρωτότυπο χειρόγραφο του έργου «Χρονικόν Ανέκδοτον Γαλαξειδίου» βρισκόταν στα χέρια των ανιψιών του Σάθα, Αικατερίνης & Ευθυμίας Βλασσοπούλου ως το 1967, ώσπου να καταλήξει το 1980 στην πατρίδα του, όπου φυλάσσεται σε ειδική προθήκη στο Ναυτικό Μουσείο και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα μεταβυζαντινά χειρόγραφα που αφηγείται την ιστορία του τόπου.

Μνήμη Κωνσταντίνου Σάθα

Το έργο του Σάθα, που καλύπτει ποικιλία θεμάτων, επαναστάσεις, γεωγραφία του Ελλαδικού χώρου, εμπόριο, οικονομία, ναυτιλία, τυπογραφία, εφημερίδες, δημώδη λογοτεχνία και γλώσσα, συλλογές κειμένων και εγγράφων, βιογραφίες, και διακρίνεται από συνέπεια στους στόχους και τις αναζητήσεις, τερματίστηκε το 1895 για λόγους ανωτέρας βίας σε συνδυασμό με λόγους υγείας, καθώς λόγω της απόψεως του περί της δήθεν «ελληνικότητας» του Βυζαντίου συνάντησε απροθυμία στην εξασφάλιση οικονομικών πόρων, ενώ ταυτόχρονα αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας με σταδιακή απώλεια της οράσεως του. Το 1900 αναζήτησε θεραπεία του προβλήματος του στο Παρίσι, όπου πέθανε 14 χρόνια αργότερα σε ηλικία 72 ετών, τυφλός, απολύτως φτωχός και πικραμένος καθώς το έργο του δεν βοήθησε τους Νεοέλληνες να ανακαλύψουν την εθνική ταυτότητα τους, η οποία κακώς, κατά την άποψη του, ταυτίστηκε με την «ορθόδοξη πίστη». Ο Σάθας απέρριψε την άποψη της υποτιθέμενης καθόδου σλαβικών φύλων στην Πελοπόννησο την οποία χρησιμοποίησε ο Φαλμεράϋερ, και απέδειξε ότι οι «θρυλλούμενοι Σλαύοι» δεν ήσαν παρά Ιλλυριοί, τους οποίους οι Βυζαντινοί εξέλαβαν και κατέγραψαν ως σλαβικά φύλα.

Ο Σάθας υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς του νέου ελληνισμού. Με τις έρευνες του έφερε στο φως αφανείς και αποκλίνουσες -σε εισαγωγικά ή και χωρίς- όψεις της ελληνικής ιστορίας, όπως την ύπαρξη μιας αδελφότητας μυημένων «εθνικών» στον Μυστρά του 15ου αιώνα, καθοδηγούμενη από τον φιλόσοφο Γεώργιο Πλήθωνα-Γεμιστό, τον ρόλο που διαδραμάτισαν λόγιοι αρχαιολάτρες stratioti (ή Στρατιώτες) στη Δύση στα χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, καθώς επίσης και τη δράση μιας μυστηριώδους «Εταιρείας», που έως και τις παραμονές της Ελληνικής εθνεγερσίας διατηρούσε άσβεστη τη φλόγα των αρχαίων μυστηρίων και του Ελληνισμού [18]. Τα κείμενα του Καισαρίου Δαπόντε καταγράφουν την Ελληνική συνείδηση των βλαχοφώνων της Μοσχοπόλεως στη Βόρειο Ήπειρο. Ήδη από το 1875 ο Σάθας, που τον συνέδεε στενή φιλική σχέση με τον ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, ήρθε σε αντιπαράθεση με την απόψεις του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, ο οποίος το 1879 του επιτέθηκε από τις στήλες της εφημερίδος «Ώρα», για τις απόψεις που διατύπωσε στο έργο του

  • «Περί της λεγομένης εκσλαβίσεως της Ελλάδος».

Ο Παπαρρηγόπουλος υποστηρίζει πως η θεωρία του Σάθα ήταν «βλαβερέστερη» και παρότρυνε οικονομικούς παράγοντες να άρουν την υποστήριξη τους στον Σάθα, όταν εκείνος δημοσίευσε τον πρόλογο του στον 7ο τόμο της «Μεσαιωνικής Βιβλιοθήκης», όπου υποστηρίζει ότι, παρά τους διωγμούς από τους Βυζαντινούς, η Ελληνική Εθνική Θρησκεία στον Ελλαδικό χώρο, ιδίως στην Πελοπόννησο, δεν εξαφανίστηκε ποτέ. Το έργο του Σάθα που υπερβαίνει τις 15.000 σελίδες παραγκωνίστηκε συστηματικά και υποτιμήθηκε η εγκυρότητα του. Ο Σάθας υποστήριζε πως «η (πραγματική) Ιστορία του ελληνικού έθνους ούτε εις τα ανύπαρκτα των ελληνικών μονών αρχεία, ούτε εις τα γελοία έγγραφα της τουρκικής διοικήσεως πρέπει να αναζητηθή», δίνοντας επιχειρήματα στους αντιπάλους του, καθώς δεν ανέφερε τις πηγές του για κάθε φράση που έγραφε. Ο Κωνσταντίνος Σάθας απέδειξε ότι στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας δεν έγιναν μόνον δυο τρεις εξεγέρσεις των Ελλήνων, όπως γράφουν τα σύγχρονα Ελληνόγλωσσα σχολικά βιβλία. Το αδούλωτο Εθνικό φρόνημα των Ελλήνων οδήγησε σε τουλάχιστον 80 επαναστάσεις, με τοπικό κυρίως χαρακτήρα. Από τη Χειμάρα της Βορείου Ηπείρου έως την Κρήτη και από τη Ρούμελη έως την Κύπρο, ο Ελληνισμός, βρισκόταν σε συνεχή επανάσταση, γεγονός που καταγράφεται στο ογκώδες έργο του Σάθα «Τουρκοκρατουμένη Ελλάς», όπου καταγράφει μαρτυρίες για γνωστές και άγνωστες εξεγέρσεις. Στο Γαλαξίδι διασώζεται το σπίτι που κατοικούσε η οικογένεια Σάθα, κοντά στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, και η προτομή του Κωνσταντίνου κοσμεί μία από τις πλατείες της κωμοπόλεως. Το 1980, επί προεδρίας Κωνσταντίνου Τσάτσου, έγινε μετακομιδή των οστών του Κωνσταντίνου Σάθα από το Παρίσι στο Γαλαξίδι, όπου ενταφιάστηκαν στο Δημοτικό κοιμητήριο.

Ο Γεώργιος Σαββίδης γράφει για τον Σάθα: «...Σε τούτον τον αυτοδίδακτον αρχειοδίφη και στα 50 χρόνια του ακούραστου μόχθου του, χρωστάμε τα θεμέλια της Νεοελληνικής Φιλολογίας και Ιστορίας» και ο Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς συμπληρώνει: «..Μπορούμε σήμερα ακόμη να λέμε ότι η νεοελληνική γραμματεία τρέφεται από ύλη την οποία της έχει προσφέρει ο Γαλαξειδιώτης ιστοριοδίφης», ενώ κατά τον Γεώργιο Παπακώστα ο Σάθας είναι ένας «..από εκείνους χάρη στους οποίους τέθηκαν οι βάσεις των νεοελληνικών σπουδών για τα νεώτερα φιλολογικά πράγματα στη χώρα μας». Ο Λίνος Πολίτης συγκαταλέγει το Σάθα στους 5-6 κορυφαίους εκπροσώπους της πνευματικής-επιστημονικής ανανεωτικής κινήσεως του 1880, δηλαδή ανάμεσα στους Κωστή Παλαμά, Γιάννη Ψυχάρη, Γεώργιο Ν. Χατζιδάκι και Νικόλαο Γ. Πολίτη. Στην πρώτη ημερήσια αθηναϊκή «Εφημερίδα», ο Δημήτριος Κορομηλάς γράφει [19] για το Σάθα: «Δια των μελετών αυτού επί του μεσαιωνικού ελληνισμού και δια των προσφορών του τούτων απέκτησε δικαιώματα αναντίρρητα εις την αγάπην και την προστασίαν του έθνους».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Τάκης Φ. Χριστόπουλος, «Τα πρώτα βιβλία τον Κωνσταντίνου Σάθα και το αρχικό του επώνυμο (Κ. Ν. Σαθόπουλος = Κ. Ν. Σάθας)», Περιοδικό «Στερεοελλαδική Εστία», έτος Γ' 1962, τεύχος 17/18, σελίδες 185η-190η.]
  2. [«...Πριν γεννηθώ, η Θεία Χαρή, έτσι τη λέγαμε, παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Σάθα κατά κόσμον γιατρό αλλά πρωτοπόρο μεσαιωνοδίφη, τότε που η έρευνα για το Βυζάντιο ήτανε βυθισμένη σε σκοτάδι. Χωρίς ειδική μόρφωση ιστορικού, επιδόθηκε στην παρουσίαση των σημαντικοτέρων βυζαντινών κειμένων που ήταν ακόμη ανέκδοτα και κοιμόντανε στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη και στη Εθνική των Παρισίων. Όλη του τη ζωή την πέρασε σε αυτές τις δύο πόλεις και στο Παρίσι δημοσίευσε τα περισσότερα έργα του. Τα 10.000 ναπολεόνια που είχε προίκα η θεία Χαρή, τα ξόδεψε για να εκδώσει όλο του το έργο, αποκλειστικά αφοσιωμένος σε αυτό.»] Κωνσταντίνος Τσάτσος, «Λογοδοσία μιας ζωής», κεφάλαιο «Γαλαξείδι ή Κωνσταντίνος Σάθας», Τόμος Β', σελίδες 477η-478η.
  3. [Η μητέρα του Κωνσταντίνου Τσάτσου, η Θεοδώρα Ευστρατιάδου, είχε γεννηθεί και ανατραφεί στην Τεργέστη. Η γιαγιά του ήταν αδελφή της συζύγου του Κωνσταντίνου Σάθα, δηλαδή της Χαρίκλειας Μάγγου, από την Τεργέστη, απ’ την οποία είχε φθάσει στα χέρια των αδελφών Τσάτσου «μέγα κιβώτιον περιέχον άπαντα τα εις την κατοχήν μας χειρόγραφα του Σάθα, μεταξύ των οποίων είναι αρκετά ανέκδοτα»]
  4. [Δεκαπενθήμερη εφημερίδα «Πρωινός Κήρυξ», αριθμός φύλλου 467ο, 12 Νοεμβρίου I860.]
  5. [Δεκαπενθήμερη εφημερίδα «Πρωινός Κήρυξ», αριθμός φύλλου 477ο, 11 Φεβρουαρίου I861.]
  6. [Περιοδικό «Κόσμος», αριθμός φύλλου IB', 15 Ιουλίου 1861.]
  7. Η χθεσινή Βουλή, Δηλώσεις του Πρωθυπουργού δια την απεργίαν των Τυπογράφων Εφημερίδα «Σκριπ», 04 Μαρτίου 1914, σελίδα 4η, στήλη 2η (ερωτήσεις βουλευτών).
  8. Ο Σάθας και το έργον του. Εφημερίδα «Εμπρός», 14 Μαΐου 1914, σελίδα 3η.
  9. [Εφημερίδα «Εσπέρα», αριθμός φύλλου 32ο.]
  10. [Προσωπογραφία του Κωνσταντίνου Σάθα, έργο της ζωγράφου Όλγας Προσαλέντη-Παπαδημάκη.]
  11. «Χρονικό του Γαλαξειδιού», Ολόκληρο το βιβλίο.
  12. «Ελληνικά ανέκδοτα περισυνταχθέντα και εκδιδόμενα κατ' έγκρισιν της Bουλής εθνική δαπάνη» Ολόκληρο (δύο τόμοι) το έργο, anemi.lib.uoc.gr
  13. «Νεοελληνική Φιλολογία: Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας 1453-1821».
  14. «Τουρκοκρατούμενη Ελλάς: Ιστορικόν δοκίμιον περί των προς αποτίναξιν του Οθωμανικού ζυγού επαναστάσεων του Ελληνικού Έθνους 1453 – 1821» Ολόκληρο το έργο, anemi.lib.uoc.gr
  15. «Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη» Όλοι (επτά) οι τόμοι, anemi.lib.uoc.gr
  16. «Έλληνες στρατιώται εν τη Δύσει και Αναγέννησις της Ελληνικής τακτικής» Ολόκληρο το βιβλίο (pdf format), anemi.lib.uoc.gr
  17. Αρχείο A.E. 343 - Σάθας, Κωνσταντίνος.
  18. Η Αττική Εταιρεία – Οι μυστικές διαδρομές του ελληνισμού, από τον Πλήθωνα Γεμιστό έως την Επανάσταση.
  19. [Αθηναϊκή ημερήσια «Εφημερίδα», φύλλο 5ης/17ης Νοεμβρίου 1877.]