Σοφοκλής Δούσμανης
Ο Σοφοκλής Δούσμανης, Έλληνας παραδοσιοκράτης και μοναρχικός, ανώτατος αξιωματικός του Πολεμικού ναυτικού, που ως ναύαρχος διατέλεσε αρχηγός του Ελληνικού πολεμικού στόλου και πολιτικός που διατέλεσε υπουργός Ναυτικών, γεννήθηκε το 1868 στην Κέρκυρα και πέθανε [1] στις 6 Ιανουαρίου 1952 στην Αθήνα. Η κηδεία του έγινε στις 8 Ιανουαρίου με δημόσια δαπάνη από το Μητροπολιτικό ναό [2] και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.
Ήταν παντρεμένος από το 1915 με τη Μαρία Δούσμανη, κόρη του Κωνσταντίνου Βούρου, και από το γάμο τους δεν είχαν αποκτήσει παιδιά.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Ο Σοφοκλής Δούσμανης κατάγονταν από αριστοκρατική οικογένεια της Κέρκυρας, η οποία συγγένευε με βασιλικούς και πριγκιπικούς οίκους και είχε καταγωγή από την Ήπειρο. Η οικογένεια αναφέρεται ήδη από τον 15ο αιώνα και κλάδοι της υπάρχουν στην Αθήνα, την Κέρκυρα αλλά και την Πελοπόννησο. Ο γενάρχης της οικογένειας, αναφέρεται ότι, άκμασε κατά τον 15ο αιώνα και όριζε την περιοχή όπου αργότερα χτίστηκε το Σούλι. Για τις συχνές του επιδρομές εναντίον των Τούρκων ονομάστηκε «Ντουσμάν», [τουρκική λέξη «dusman»], δηλαδή εχθρός και με την ονομασία αυτή που σταδιακά εξελληνίστηκε, έγινε γνωστή ολόκληρη η οικογένεια [3]. Παππούς του ήταν ο Αντώνιος Λευκόχειλος-Δούσμανης, διαπρεπής πολιτικός, πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Δούσμανης, ενώ μεγαλύτερος αδερφός του ήταν ο Βίκτωρας Δούσμανης, στρατηγός κι αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού και είχε μια αδελφή, την Ελίζα.
Με τη σύζυγο του έζησαν στην οικία της οικογένειας Βούρου στην οδό Ιωάννου Παπαρρηγοπούλου 5, όπου σήμερα στεγάζεται το «Μουσείον της Πόλεως των Αθηνών» και φυλάσσονται τμήμα της οικοσκευής του και των προσωπικών του αντικειμένων. Στη συλλογή της Βουλής των Ελλήνων υπάρχει προσωπογραφία του Σοφοκλή Δούσμανη, σχέδιο με κάρβουνο έργο του ζωγράφου Θωμά Θωμόπουλου [4].
Στρατιωτική δράση
Αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1888 με τον βαθμό του σημαιοφόρου και πήρε μέρος στον άτυχο πόλεμο του 1897. Ως αντιπλοίαρχος το 1910 διετέλεσε αρχιεπιστολέας της Μοίρας Γυμνασίων και το 1912 διευθυντής της Διοικητικής Υπηρεσίας του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Γ.Ε.Ν.), ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους ήταν κυβερνήτης του θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ» και αρχιεπιστολέας του Στόλου του Αιγαίου πελάγους. Ως κυβερνήτης του θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ», ξεκίνησε στις 5 Νοεμβρίου 1912 από τη Λήμνο και στις 8 Νοεμβρίου του 1912, ημέρα της εορτής των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και του πολιούχου της Λέσβου Αρχαγγέλου Μιχαήλ, υπό την αρχηγία του Παύλου Κουντουριώτη, απελευθέρωσε την Μυτιλήνη και στην συνέχεια ολόκληρη την Λέσβο, από την μακρόχρονη τουρκική κατοχή
Το 1914 σε αναγνώριση των υπηρεσιών του, προήχθη σε υποναύαρχο και τοποθετήθηκε διοικητής της Μοίρας Θωρηκτών. Τον Ιούνιο του 1915 ανέλαβε την αρχηγία του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, [Γ.Ε.Ν.], στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1917 και την επικράτηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, οπότε αποστρατεύθηκε, κι εξορίστηκε ως φιλοβασιλικός στη Σαντορίνη. Επανήλθε στην ενεργό δράση μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 και την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου στα τέλη του ίδιου χρόνου. Έγινε αρχηγός του Στόλου του Αιγαίου, από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο του 1921, ενώ από το Νοέμβριο του 1921 έως τον Οκτώβριο του 1922 τοποθετήθηκε για δεύτερη φορά στην αρχηγία του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, [Γ.Ε.Ν.] στην οποία τον διαδέχθηκε ο Αγησίλαος Γέροντας. Τέλος τον Ιανουάριο του 1923 προήχθη σε αντιναύαρχο και αποστρατεύθηκε οριστικά. Είχε τιμηθεί με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος και πολλά άλλα Ελληνικά και ξένα μετάλλια και παράσημα.
Πολιτική δράση
Την 1η Μαρτίου 1935, όταν ξέσπασε το κίνημα του Νικολάου Πλαστήρα, διορίστηκε υπουργός Ναυτικών έως τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, στην κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη και προήχθη σε ναύαρχο. Αντικατέστησε τον Αλέξανδρο Χατζηκυριάκο, έως τότε υπουργό Ναυτικών, ο οποίος παραιτήθηκε κι ιδιώτευσε, ενώ διόρισε επικεφαλής του στόλου τον ναύαρχο Αλέξανδρο Σακελλαρίου. Μετά την καταστολή του κινήματος των Βενιζελικών αξιωματικών ορίστηκε πρόεδρος, από το Μάρτιο του 1935 έως τον Ιανουάριο του 1936, της «Επιτροπής Εράνου υπέρ του Εθνικού Στόλου», που είχε σκοπό τη συλλογή χρημάτων για την αγορά ενός μεγάλου πλοίου και την αποκατάσταση των ζημιών των πλοίων του στόλου που προκλήθηκαν κατά την καταστολή του κινήματος Πλαστήρα.
Αρχείο Δούσμανη
Το αρχείο του, μαζί με το αρχείο της οικογένειας Ευταξία, δωρήθηκε στο Ε.Λ.Ι.Α. [5] από τον Λάμπρο Ευταξία, πολιτικό που διατέλεσε υπουργός, ο οποίος ήταν ανιψιός του από την πλευρά της συζύγου του, η οποία ήταν αδελφή της μητέρας του Ευταξία. Το υλικό του αρχείου, ταξινομήθηκε και καταγράφηκε σε 17 φακέλους και περιλαμβάνει υπηρεσιακά και ιστορικής φύσεως έγγραφα, φωτογραφίες, υπηρεσιακή αλληλογραφία, υπομνήματα, εκθέσεις, αναφορές, τηλεγραφήματα, συμβόλαια, σχεδιαγράμματα, ημερολογιακές σημειώσεις, φύλλα και αποκόμματα εφημερίδων που αφορούν τη ζωή και τη δράση του.
Συγγραφικό έργο
Έγραψε το βιβλίο:
- «Ημερολόγιον του κυβερνήτου του «Γεωργίου Αβέρωφ» κατά τους πολέμους 1912-1913» το 1939, εκδόσεις «Πυρσός», στο οποίο τονίζει το ρόλο του θωρηκτού στις ναυμαχίες της Έλλης, της 3ης Δεκεμβρίου 1912 και της Λήμνου, της 3ης Ιανουαρίου 1913.
Εσωτερική αρθρογραφία
Παραπομπές
- ↑ Κοινωνικά-Κηδεία Εφημερίδα «Εμπρός», Τρίτη 8 Ιανουαρίου 1952, σελίδα 2
- ↑ Απεβίωσεν ο Σοφ. Δούσμανης Εφημερίδα «Εμπρός», Τρίτη 8 Ιανουαρίου 1952, σελίδα 4
- ↑ [Εγκυκλοπαίδεια «Δομή»]
- ↑ [«Έργα Τέχνης της Βουλής των Ελλήνων», σελίδα 31]
- ↑ ΔΟΥΣΜΑΝΗΣ ΣΟΦΟΚΛΗΣ.rtf elia.org.gr