Αχιλλέας Παπαπέτρου
Ο Ἀχιλλέας Παπαπέτρου Έλληνας μαρξιστής, μέλος και στέλεχος της συμμορίας του Ε.Α.Μ. Αθήνας και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, από το 1967 Γάλλος υπήκοος, θεωρητικός φυσικός με συνεισφορά στη Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, Πανεπιστημιακός που διατέλεσε καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ένας από τους δύο βασικούς υπεύθυνους, ο άλλος ήταν ο Νικόλαος Κιτσίκης, της απαγωγής tvn εθνικιστών συναδέλφων του καθηγητών του Πολυτεχνείου, Ιωάννη Θεοφανόπουλου, Σπυρίδωνα Κορώνη και Γεωργίου Σαρρόπουλου, το Δεκέμβριο του 1944 στη διάρκεια της κομμουνιστικής ανταρσίας στην Αθήνα, απαγωγή που κατέληξε στην κατακρεούργηση των δύο πρώτων, γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1905 ή σύμφωνα με άλλη πηγή το 1907 στο χωριό Κάτω Τζουμαγιά [1] (σημερινή ονομασία Ηράκλεια [2]) του νομού Σερρών και πέθανε στις 12 Αυγούστου 1997 στο Νεϊγί-συρ-Σεν [γαλλικά: Neuilly-sur-Seine] μια κοινότητα η οποία βρίσκεται στο νομό των Ω-ντε-Σεν στη περιοχή της Ιλ-ντε-Φρανς και συνορεύει με την πόλη του Παρισιού στα βορειοδυτικά, στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα.
| ||
| ||
Γέννηση: 2 Νοεμβρίου 1905 ή 1907 | ||
Τόπος: Κάτω Τζουμαγιά (Ηράκλεια) Σερρών | ||
Σύζυγος: Κούλα Παπαπέτρου | ||
Τέκνο: | ||
Υπηκοότητα: Ελληνική, Γαλλική | ||
Ασχολία: Θεωρητικός Φυσικός, Πανεπιστημιακός | ||
Θάνατος: 12 Αυγούστου 1997 | ||
Τόπος: Νεϊγί-συρ-Σεν [Neuilly-sur-Seine] |
Ήταν παντρεμένος με την Κούλα Παπαπέτρου.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Πατέρας του Αχιλλέα ήταν ο Νικόλαος Π. Παπαπέτρου, ο οποίος σπούδασε στο Διδασκαλείο Σερρών και διορίστηκε δάσκαλος στην Τζουμαγιά από το 1883 μέχρι το 1906 όταν ήρθε σε σύγκρουση με τις τοπικές αρχἐς και απομακρύνθηκε για να επιστρέψει ένα χρόνο μετά ως διευθυντής της Αστικής Σχολής Αρρένων. Αργότερα επέστρεψε ως δάσκαλος στο Σιδηρόκαστρο και πέθανε το 1919. Σύζυγος του, μητέρα του Αχιλλέα, ήταν η Ελισάβετ Κ. Κουρδούπαλου από το Μελένικο. Ο Αχιλλέας γεννήθηκε στην Κάτω Τζουμαγιά όπου εργαζόταν ο πατέρας του ως δάσκαλος. Η οικογένεια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την περιοχή του νομού Σερρών στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου πολέμου, όμως επέστρεψε εκεί μετά το πέρας του πολέμου.
Σπουδές
Ο Αχιλλέας αποφοίτησε από το, σημερινό 1ο, Γυμνάσιο Σερρών το 1925 και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα προκειμένου να σπουδάσει στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, στην ενιαία τότε σχολή Μηχανολόγων – Ηλεκτρολόγων. Το ταλέντο του στη μαθηματική επεξεργασία επισημάνθηκε απ’ τον καθηγητή Μαθηματικών της Σχολής, Νικόλαο Κριτικό. Αποφοίτησε το 1930 και στη συνέχεια διορίσθηκε, το ίδιο έτος, βοηθός στην Έδρα των Μαθηματικών του Πολυτεχνείου ενώ εργάστηκε, για κάποιο χρονικό διάστημα, ως μηχανικός στην Αθήνα. Ως ερευνητής ασχολήθηκε με το αντικείμενο της φυσικής στερεάς καταστάσεως. Το 1934, με την προτροπή και τη διαμεσολάβηση του μαρξιστή καθηγητή Νικόλαου Κριτικού στον δάσκαλό του Κωνσταντίνο Καραθεοδωρή, ο Παπαπέτρου μετέβη στη Στουτγάρδη όπου ενδιαφέρθηκε, ως επιλογή εκτός του μεταπτυχιακού του προγράμματος, για τη Σχετικότητα. Εκεί εργάστηκε στο πλάι του καθηγητή Πωλ Έβαλντ Paul Ewald]. Το ερευνητικό του έργο υπό τον Έβαλντ είχε ως θέμα τη δενδριτική ανάπτυξη των κρυστάλλων, όμως σύντομα έστρεψε το ενδιαφέρον του στο αντικείμενο της Σχετικότητας. Στη Στουτγκάρδη γνώρισε τον Χέλμουτ Χόνλ [Helmut Hönl] με τον οποίο μελέτησαν τις εξισώσεις της κινήσεως και του βαρυτικού πεδίου για φορτισμένα σωματίδια (με εφαρμογή στη δομή του ηλεκτρονίου) καθώς και της βαρυτικής αλληλεπιδράσεως μονοπόλου-διπόλου.
Πανεπιστημιακή σταδιοδρομία
Το 1935 ο Παπαπέτρου απέκτησε το διδακτορικό του με την εργασία «Συνθήκες σχηματισμού κρυστάλλων δενδριτικής μορφής». Το ίδιος έτος επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε επιμελητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πολυτεχνείου. Το 1939, διαρκούντος του Εθνικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά, εκλέχθηκε καθηγητής και τελικά διορίστηκε στη θέση το επόμενο έτος. Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, υπό τον καθηγητή φυσικής Θεόδωρο Κουγιουμτζέλη, συμμετείχε ως μέλος ομάδας ραδιοερασιτεχνών της Κρατικής Ασφάλειας, με στόχο την κατασκευή ενός ραδιοανιχνευτή μυστικών πομπών του Άξονα στην Ελλάδα, κατάσκοποι του οποίου έχουν «σαρώσει» τη χώρα. Εργάζονται νυχθημερόν και μυστικά στο εργαστήριο του Ε.Μ.Π. και παραδίδουν στην κυβέρνηση της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά ένα προηγμένο σύστημα αντικατασκοπείας που συμβάλλει στην εθνική άμυνα. Στη διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στο Ε.Α.Μ., όπως και ο μέντορας του, ο μαρξιστής καθηγητής Νικόλαος Κριτικός.
Αιχμαλωσία & δολοφονία Θεοφανόπουλου
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ναυάρχου Δ. Οικονόμου, όπως την κατέθεσε στις 29 Ιανουαρίου 1945, αλλά και κατά τη μαρτυρία και του αδελφού του Κλεάνθη Θεοφανόπουλου, ο Πρύτανης Ιωάννης Θεοφανόπουλος υποδείχθηκε στις συμμορίες του Ε.Λ.Α.Σ., προκειμένου να συλληφθεί, από τους κομμουνιστές συναδέλφους του, Νικόλαο Κιτσίκη πρώην συνεργάτη του Εθνικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά, και Αχιλλέα Παπαπέτρου. Ο Θεοφανόπουλος συνελήφθη μέσα στο γραφείο του στο Πανεπιστήμιο στα μέσα του Δεκεμβρίου 1944, από ένοπλους των συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [Κ.Κ.Ε.], ειδικότερα από την Πολιτοφυλακή, αλλά και φοιτητές μέλη της κομμουνιστικής Ε.Π.Ο.Ν. Σπουδάζουσας. Μαζί με άλλους 160 πολίτες οδηγήθηκαν στο Περιστέρι όπου τους αφαιρέθηκαν τα χρήματα και τα τιμαλφή τους. Εκεί σχηματίστηκε φάλαγγα και μέσω Ασπροπύργου, απ' όπου αναχώρησαν στις 3 το πρωί της 5ης Ιανουαρίου 1945, οι κομμουνιστικές συμμορίες οδήγησαν, τους συνολικά δέκα χιλιάδες ομήρους, με κατεύθυνση προς τη Μάνδρα. Έφτασαν εκεί τις πρώτες νυχτερινές ώρες και διανυκτέρευσαν στο σχολείο, ενώ στις 10 το πρωί της επομένης αναχώρησαν με προορισμό το Μάζι, όμως στις 10 το βράδυ τους υποχρέωσαν να κατευθυνθούν στο Κριεκούκι. Οι όμηροι διέσχισαν την ίδια νύχτα τη χαράδρα της Κάζας στον Κιθαιρώνα μέσα στα χιόνια και στις 7 Ιανουαρίου 1945, έφτασαν στο Κριεκούκι, όπου κατέλυσαν στην εκκλησία.
Η πορεία θανάτου των ομήρων συνεχίστηκε και στις 5 το απόγευμα έφτασαν στη Θήβα, ενώ στις 8 το βράδυ της ίδιας μέρας αναχώρησαν για το Μούλκι, και εκεί τους οδήγησαν σε μια αποθήκη προϊόντων της Λίμνης Κωπαΐδος. Το πρωί της 8ης Ιανουαρίου η πορεία τους συνεχίστηκε με προορισμό τη Λιβαδειά, όπου έφτασαν στις 7 το απόγευμα της ίδιας μέρας. Στη Λιβαδειά ο Θεοφανόπουλος οδηγήθηκε ενώπιον του αποκαλούμενου Λαϊκού δικαστηρίου του κομμουνιστικού λόχου σπουδαστών «Λόρδος Βύρων» [3], ο οποίος είχε Διοικητή τον Γρηγόρη Φαράκο, μετέπειτα Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ, και μέλη του τον ιατρό Πέτρο Κόκκαλη και τον τότε φοιτητή και μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη, Νίκο Κούνδουρο. Την καταδίκη του Θεοφανόπουλου με την δήθεν απόφαση του κομμουνιστικού δικαστηρίου ακολούθησε νέα πεζοπορία με κατεύθυνση αυτή τη φορά προς την Αράχοβα, όμως πριν την αναχώρηση από την πόλη δολοφονήθηκαν αρκετοί από τους ομήρους [4]. Στην Αράχοβα Βοιωτίας, στις 12 Ιανουαρίου 1945, μετά από παραμονή ημερών, οι κομμουνιστές δολοφόνοι, αφού απογύμνωσαν τον Θεοχαρόπουλο τον εκτέλεσαν δια τυφεκισμού, έξω από το εξωκλήσι του Αγίου Τρύφωνα. Η σορός του, όπως και των υπολοίπων θυμάτων, βρέθηκε θαμμένη σε κοινό τάφο κι όπως διαπιστώθηκε κατά την εκταφή της -η οποία έγινε παρουσία μελών της οικογένειας του Θεοχαρόπουλου, ήταν φρικτά παραμορφωμένη και ακρωτηριασμένη με ιδιαίτερη αγριότητα.
Απόλυση από το Ε.Μ.Π.
Οι απάνθρωπες δολοφονίες των καθηγητών Θεοφανόπουλου και Κορώνη καθώς και ο θάνατος του Σαρρόπουλου, απόρροια της σωματικής και ψυχολογικής κοπώσεως του, προκάλεσαν την αντίδραση των εθνικιστών σπουδαστών του Ε.Μ.Π. οι οποίοι παρεμπόδισαν τη διδασκαλία του Παπαπέτρου, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της Συγκλήτου της 6ης Απριλίου του 1945. Η Σύγκλητος προέτρεψε τον Παπαπέτρου να ζητήσει άδεια κάτι που εκείνος αρνήθηκε. Έτσι η Σύγκλητος αποφάσισε να μη διδαχθεί και εξεταστεί η Φυσική αυτή την Ακαδημαϊκή περίοδο. Λίγο καιρό πριν, συγκεκριμένα στις 3 Μαρτίου του ίδιου έτους ο Υπουργός Παιδείας με διάταγμα του έθεσε σε διαθεσιμότητα τους Νικόλαο Κιτσίκη και Αχιλλέα Παπαπέτρου [5], απόφαση στην την απόφαση ο Νικόλαος Κριτικός, ο οποίος δέχθηκε την επίκριση του Καθηγητή Φυσικοχημείας Προκόπιου Ζαχαρία και την επόμενη χρονιά απολύθηκε και αυτός [6].
Εγκατάσταση στο εξωτερικό
Το 1946, μετά την απομάκρυνση του από το ΕΜΠ και ύστερα από σύσταση του καθηγητή Έβαλντ, ο Παπαπέτρου δέχτηκε πρόσκληση από τον Έρβιν Σρέντινγκερ [Erwin Schrödinger] και έγινε επιστημονικός συνεργάτης [Research Fellow] στο Ινστιτούτο Ανωτέρων Μελετών του Δουβλίνου. Με τον Σρέντιγκερ συνεργάστηκαν σε δημοσιεύσεις πάνω στις Ενοποιημένες Θεωρίες Πεδίου, ενώ παράλληλα συνέχισε την προηγούμενη εργασία του σε προβλήματα της θεωρίας της σχετικότητας. Εκείνη την περίοδο δημοσίευσε και τις λύσεις για το βαρυτικό πεδίο στατικών κατανομών φορτίων (λύσεις Ματζούμπαρ-Παπαπέτρου). Το 1948, αποδέχτηκε πρόσκληση και μετέβη στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ στην Αγγλία ως καθηγητής στο τμήμα φυσικής, όπου παρέμεινε μέχρι το 1952. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου εργάστηκε στις εξισώσεις κίνησης στη γενική σχετικότητα και σε συνεργασία και με τον Ερνέστο Κοριναλντέσι [Ernesto Corinaldesi] παρήγαγε τις γνωστές εξισώσεις κίνησης σωματιδίων με σπιν, τις γνωστές ως εξισώσεις Παπαπέτρου-Ντίξον. Το 1952 ο Παπαπέτρου ως ερευνητής στο Ινστιτούτο Μαθηματικών Ερευνών της Ανατολικογερμανικής Ακαδημίας Επιστημών, στο Ανατολικό Βερολίνο και το 1957 διορίστηκε καθηγητής θεωρητικής φυσικής στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ [Humboldt University] όπου παρέμεινε μέχρι το 1962.
Μαθητές του υπήρξαν ορισμένοι πολύ γνωστοί φυσικού, όπως οι Ντάουτκουρτ (G. Dautcourt) και ο Τρέντερ (H. J. Treder). Ένα από τα πεδία στα οποία εργάστηκε ήταν τα βαρυτικά κρουστικά κύματα (δηλαδή ασυνέχειες του τανυστή του Ρίμαν) ενώ στην ίδια περίοδο ανάγεται η εργασία που τον συνδέει με τις συντεταγμένες των στάσιμων και αξονικά συμμετρικών λύσεων των εξισώσεων πεδίου του Αινστάιν, εργασία που συμπληρώθηκε και ολοκληρώθηκε το 1966 όταν καθιερώθηκαν οι συντεταγμένες Βάιλ-Λιούις-Παπαπέτρου για αυτούς τους χωρόχρονους. Το χρονικό διάστημα μεταξύ 1960-61 ο Παπαπέτρου εργάστηκε στο Παρίσι στο ινστιτούτο Ανρί Πουανκαρέ (Henri Poincare), επιστημονική επιλογή που τον οδήγησε στη μόνιμη μετακίνησή του τελικά το 1962 στο Παρίσι, όπου εργάστηκε ως Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας (CNRS) της Γαλλίας, ως τη συνταξιοδότησή του το 1977. Το 1967 απέκτησε τη Γαλλική υπηκοότητα ενώ το 1975 έγινε διευθυντής του εργαστηρίου θεωρητικής φυσικής (Laboratoire de Physique Theorique) του ινστιτούτου Ανρί Πουανκαρέ. Υπήρξε επισκέπτης καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Πρίνστον (1964-65), το πανεπιστήμιο της Βιέννης (1970-71) και του πανεπιστημίου της Βοστόνης (1972) όπου οι διαλέξεις που παρέδωσε στη γενική σχετικότητα εκδόθηκαν σε βιβλίο το 1974.
Επιστημονικό έργο
Ο Παπαπέτρου, που αναδείχθηκε ως ένας από τους κορυφαίους επιστήμονες οι οποίοι μελέτησαν θεμελιώδη προβλήματα της θεωρίας της σχετικότητας, στο διάστημα της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, εργάστηκε στις πολυπολικές λύσεις των εξισώσεων του Αϊνστάιν αποκομμένος από την υπόλοιπη επιστημονική κοινότητα, δημοσιεύοντας τις εργασίες του στα πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών στη Γαλλική γλώσσα. Έγινε και έμεινε γνωστός στον κόσμο της φυσικής από τις εξισώσεις Παπαπέτρου-Ντίξον (Papapetrou–Dixon equations), τις λύσεις Ματζούμπαρ-Παπαπέτρου (Majumdar-Papapetrou solutions) και τις συντεταγμένες Βάιλ-Λιούις-Παπαπέτρου (Weyl-Lewis-Papapetrou coordinates). Εργάστηκε, ακόμη, στα βαρυτικά κύματα και τους ανιχνευτές τους, στο πρόβλημα της βαρυτικής καταρρεύσεως και τον φορμαλισμό Νιούμαν-Πένρουζ (Newman-Penrose formalism).
Συγγραφικό έργο
Ο Παπαπέτρου δημοσίευσε συνολικά περισσότερες από 100 επιστημονικές εργασίες. Επίσης, έγραψε και δημοσίευσε, μεταξύ άλλων, τα αυτοτελή έργα:
- Μαθήματα Ατομικής και Πυρηνικής Φυσικής, Αθήναι, 1946
Μνήμη Αχιλλέα Παπαπέτρου
Ο Αχιλλέας Παπαπέτρου, τον οποίο ο Δημήτριος Χόνδρος, ο συμπατριώτης του εθνικιστής Πανεπιστημιακός καθηγητής που και εκείνος συνελήφθη αιχμάλωτος από τις κομμουνιστικές συμμορίες, αποκάλεσε Ελληνόφωνο καθηγητή, εγκατέλειψε την Ελλάδα το 1946 και επέστρεψε σχεδόν τέσσερις δεκαετίες αργότερα, το 1988, όταν συμμετείχε σε επιστημονικό συνέδριο. Στις 7 Απριλίου 1945 σε αίθουσα του Ε.Μ.Π. τελέστηκε τελετή στη μνήμη του Ιωάννη Θεοφανόπουλου και εκφωνήθηκε επιμνημόσυνος λόγος [7] από τον καθηγητή Κουτσοκώστα. Ο Παπαπέτρου κατηγορήθηκε ευθέως για τη δολοφονία του καθηγητή Θεοφανόπουλου. Ο ίδιος ο γιος του Θεοφανόπουλου, αλλά και ο Κλεάνθης Θεοφανόπουλος, ο δικηγόρος αδελφός του Πρύτανη, τον κατηγόρησαν με επιστολές τους [8] [9] στα Μ.Μ.Ε. της εποχής - καθώς και τον Νικόλαο Κιτσίκη - και ζήτησαν με επίταση την απομάκρυνσή του από το Πανεπιστήμιο ενώ ο μαρξιστής καθηγητής Νικόλαος Κριτικός και άλλοι ομοϊδεάτες του ανέλαβαν την υπεράσπιση του Παπαπέτρου, την ώρα που ο ίδιος επέλεξε ως προσωπική του στάση τη σιωπή, όμως τα γεγονότα που προηγήθηκαν της ομηρίας και ακολούθησαν τη δολοφονία του Θεοφανόπουλου οδήγησαν στην απομάκρυνση του από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Ο Παπαπέτρου μετά την απομάκρυνση του απ0ό την έδρα του στο Πολυτεχνείο και την αναχώρηση του από την Ελλάδα το 1946, ύστερα από τις ολοκάθαρες και δημόσιες καταγγελίες του γιου του Ιωάννη Θεοφανόπουλου εγκαταστάθηκε και έζησε στο εξωτερικό επί δεκαετίες. Αν και αναδείχθηκε σε εμβληματική μορφή της ελληνικής επιστήμης και υπήρξε, ίσως, ο σημαντικότερος Έλληνας θεωρητικός φυσικός μέχρι το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα στις μέρες μας φαίνεται πως είναι γνωστός μόνο στους ειδικούς που ασχολούνται με τη θεωρία της σχετικότητας, ενώ ακόμα και το σύνολο των φυσικών επιστημόνων στην Ελλάδα γνωρίζει ελάχιστα για τη ζωή και το έργο του. Ο ίδιος επέλεξε να επιστρέψει στην Ελλάδα - μια και μοναδική φορά - μετά την αποκαλούμενη μεταπολίτευση του 1974 και έζησε στο Παρίσι ως το θάνατο του.
Παραπομπές
- ↑ [Η Κάτω Τζουμαγιά αναπτύχθηκε προς το τέλος του 18ου αιώνα. Σύμφωνα με τοπικούς λαογράφους και ιστορικούς υπήρξε, από την ίδρυση της, ένας μικρός οικισμός Τούρκων και πήρε το όνομά της από το γεγονός ότι τις Παρασκευές (Τζουμαά) οργάνωναν στη περιοχή παζάρι με εμπορεύματα. Για να διαχωρίζεται από την Άνω Τζουμαγιά, το σημερινό Μπλαγκόεβραντ που ανήκει στη Βουλγαρία, στο όνομά της προστέθηκε ο προσδιορισμός Μπαϊρακλί που σημαίνει Κάτω.]
- ↑ [Η Κάτω Τζουμαγιά ονομάστηκε Ηράκλεια με το διάταγμα της 9ης Φεβρουαρίου 1926 σε ανάμνηση της αρχαίας ομώνυμης πόλης των Σιντών και με βασικό στόχο το νέο όνομα της πόλης να αποτελέσει σημείο διαγραφής του Οθωμανικού παρελθόντος της.]
- ↑ [Ο σπουδαστικός λόχος του ΕΛΑΣ, «Λόρδος Μπάυρον», είχε καπετάνιο τον τότε σπουδαστή της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανολόγων του ΕΜΠ, Γρηγόρη Φαράκο. Ο λόχος που χρησιμοποιούσε ως ορμητήριο τα κτίρια του Ε.Μ.Π. στην Πατησίων, στις 6 Δεκεμβρίου του 1944 δέχτηκε επίθεση από αγγλικά τεθωρακισμένα και πεζικό. Το κτίριο καταλήφθηκε την ίδια μέρα μετά από μάχη που στοίχισε πολλούς νεκρούς και τραυματίες. (Γρηγόρης Φαράκος, «Μαρτυρίες και Στοχασμοί, 1941-1991. 50 Χρόνια Πολιτικής Δράσης», Αθήνα, εκδόσεις «Προσκήνιο», 1993, σελίδα 57η.)]
- ↑ [Μεταξύ των δολοφονηθέντων πριν την αναχώρηση των εθνικιστών και αντικομμουνιστών ομήρων για την Αράχοβα ήταν οι: Θεόδωρος Παπαευσταθίου, Γενικός διευθυντής φυλακών, Σπυρίδων Τρικούπης πρώην πρόεδρος της Βουλής, Στυλιανός Κορυζής, πολιτικός μηχανικός-αδελφός του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή, Γεώργιος Κερασιώτης, Αρεοπαγίτης, Σπυρίδων Δημουλίτσας, μεταλλειολόγος-μηχανικός της Εταιρείας Λιπασμάτων, Α. Αποστολίδης, Πρόεδρος της κοινότητος Εκάλης, Σ. Σταυρόπουλος, Δικηγόρος, Διευθυντής του Ταμείου Αλληλεγγύης Δικηγόρων, Ιωάννης Ηλιάκης, πρώην Γενικός Διοικητής Μακεδονίας, οι στρατηγοί Κατσιγιαννάκης, Βασίλειος Ανδρούλης και Ρώτας, Δ. Οικονομόπουλος, Δικηγόρος, ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Σπυρίδων Κορώνης της Πολιτικής Οικονομίας -σχεδιαστής της κοινωνικής πολιτικής του Ελευθέριου Βενιζέλου καθώς και οκτώ, σύμφωνα με τον Κλεάνθη Θεοφανόπουλο ή σύμφωνα με άλλες πηγές, δώδεκα φοιτητές του Πολυτεχνείου, ενώ ο καθηγητής Γεώργιος Σαρρόπουλος της σχολής Μηχανολόγων του Ε.Μ.Π., πέθανε λίγο καιρό αργότερα καταβεβλημένος από τις κακουχίες και τους βασανισμούς εκείνης της περιόδου.]
- ↑ [Εις διαθεσιμότητα οι τέσσαρες καθηγηταί Αθηναϊκή εφημερίδα «Εμπρός», Κυριακή 4 Μαρτίου 1945, σελίδα 4η.]
- ↑ [Η εξυγίανσις άρχισε με ομαδικές απολύσεις Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Σάββατο 12 Οκτώβρη 1946, σελίδα 4η.]
- ↑ [Νεκρολογίαι-Ιωάννης Θεοφανόπουλος, Περιοδικό «Τεχνικά Χρονικά», τεύχος 256ο-258ο, σελίδες 108η-109η.]
- ↑ [Επιστολή του δικηγόρου Κλεάνθη Θεοφανόπουλου, αδελφού του δολοφονηθέντος Ιωάννη Θεοφανόπουλου. Αθηναϊκή εφημερίδα «Εμπρός» της 23ης Μαρτίου 1945.]
- ↑ [Επιστολαί προς το Εμπρός. Η σφαγή εις το Πολυτεχνείον. Κλεάνθης Π. Θεοφανόπουλος, Αθηναϊκή εφημερίδα «Εμπρός» της 23ης Μαρτίου 1945, σελίδα 3η.]