Πέτρος Κόκκαλης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Πέτρος Κόκκαλης, Έλληνας, αρχικά φιλοβασιλικός και συντηρητικός και στη συνέχεια μαρξιστής, γιατρός, από τους κύριους υπεύθυνους του αφελληνισμού μέρους της Ελληνικής νεολαίας μέσω της τακτικής του παιδομαζώματος στον συμμοριτοπόλεμο, που διακρίθηκε στον τομέα της έρευνας στη χειρουργική, στους επιμέρους τομείς της νευροχειρουργικής, της καρδιοχειρουργικής και της χειρουργικής θώρακος, γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1896 στη Λιβαδειά και πέθανε στις 15 Ιανουαρίου 1962, στο Ανατολικό κομμουνιστικό τμήμα του τότε διαιρεμένου Βερολίνου, από έμφραγμα του μυοκαρδίου. Μετά την τελετή που έγινε στις 20 Ιανουαρίου στο κρεματόριο Baumschulenweg του Ανατολικού Βερολίνου, με την παρουσία πολλών κρατικών επιστημονικών προσωπικοτήτων και πλήθους κόσμου. Ύστερα από αίτημα της οικογενείας του η σορός του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και την Κυριακή 28 Ιανουαρίου 1962 ενταφιάστηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Πέτρος Κόκκαλης
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 18 Σεπτεμβρίου 1896
Τόπος: Λιβαδειά, Βοιωτία (Ελλάδα)
Σύζυγος: Νίκη Κουλέτση
Τέκνα: Σωκράτης, Αυγή-Πολυξένη
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Ιατρός-Χειρουργός, Πανεπιστημιακός,
Συγγραφέας
Θάνατος: 15 Ιανουαρίου 1962
Τόπος: Βερολίνο (Ανατολική Γερμανία)

Στις 23 Νοεμβρίου 1938 παντρεύτηκε με την Νίκη Κουλέτση [1] [2] [3], που ήταν μέλος του ΚΚΕ [4], μετέπειτα δασκάλα στη σχολή Χιλλ και στη σχολή Καλογραιών και εργάστηκε αρχικά ως γραμματέας του στην επιμέλεια των βιβλίων του, κόρη του εκπαιδευτικού Ευσταθίου Κουλέτση και της Μαριγώς Αναγνωστοπούλου από τη Μεσσήνη. Από το γάμο τους απέκτησαν το 1939, τον Σωκράτη και το 1944, την Αυγή-Πολυξένη.

Βιογραφία

Η οικογένεια Κόκκαλη ήταν διαχρονικά συντηρητική και φιλομοναρχική. Προπάππος του πατέρα του Πέτρου Κόκκαλη ήταν ο Λουκάς Αλεξ. Κόκκαλης, ο οποίος, στις 8 Μαΐου 1821, συμπολέμησε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στη μάχη στο Χάνι της Γραβιάς και ήταν ένας από τους πληρεξούσιους της Γ' Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας το 1827, τα μέλη της οποίας κάλεσαν τον Καποδίστρια να κυβερνήσει την Ελλάδα. Ο Δημοσθένης (Δήμος) Αναγν. Κόκκαλης, ο παππούς του Πέτρου, ήταν δημοδιδάσκαλος.

Οικογένεια Κόκκαλη

Ο Πέτρος ήταν το δεύτερο παιδί του φιλολόγου καθηγητή Σωκράτη [5] Δημητρίου Κόκκαλη με καταγωγή από την Αράχοβα Βοιωτίας, γυμνασιάρχη του μοναδικού τότε Γυμνασίου της Λιβαδειάς, ο οποίος πέθανε το καλοκαίρι του 1944 στην Αθήνα και ενταφιάστηκε στο Α' Κοιμητήριο της πόλεως. Μητέρα του Πέτρου ήταν η Πολυξένη [6] το γένος Νάκου από την πλευρά του πατέρα της και Μπουφίδη από την πλευρά της μητέρας της, από τη Λιβαδειά, η οποία πέθανε το 1937 και ενταφιάστηκε στο Α' Κοιμητήριο της Αθήνας. Ένας θείος της Πολυξένης, ο Λουκάς Νάκος, έγινε υπουργός Δικαιοσύνης σε κυβερνήσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου.

Σπουδές

Ο Πέτρος παρακολούθησε τα μαθήματα Βασικής και Μέσης εκπαιδεύσεως στην Αθήνα, όπου ήταν καθηγητής ο πατέρας του, και στις 3 Ιουλίου 1911 τις ολοκλήρωσε με άριστα στο Ναύπλιο, όπου υπηρετούσε ως Γυμνασιάρχης ο πατέρας του. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1911 γράφηκε και φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία αποφοίτησε ως αριστούχος ενώ μετά τις 16 Οκτωβρίου 1913 συνέχισε τις σπουδές του στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βερολίνου [7]. Εκεί λόγω των συστάσεων που τον συνόδευαν βρέθηκε στον στενό κύκλο του νοµπελίστα φυσικού Μαξ Πλανκ, στον οποίο συμμετείχε και ο Άλμπερτ Αϊνστάιν. Τον Ιούλιο του 1914 και λίγο πριν την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, αφού ολοκλήρωσε με επιτυχία τις εξετάσεις του προδιπλώματος των σπουδών του (Physikum), υπέβαλε αίτηση να καταταγεί στο γερμανικό στρατό, η οποία απορρίφθηκε με το αιτιολογικό ότι ήταν αλλοδαπός.

Στις 15 Απριλίου 1915 μετακινήθηκε µε τον Πλανκ στην Ελβετία και συνέχισε τις σπουδές του στην Ιατρική σχολή της Ζυρίχης. Στην ελβετική πόλη γνώρισε και τον Βλαδίμηρο Λένιν, με την διαμεσολάβηση του Αβροτέλη Ελευθερόπουλου, τότε καθηγητή της Κοινωνιολογίας στο εκεί Πανεπιστήμιο ο οποίος είχε μαθητές τον Λένιν, τον Έλληνα έκπτωτο βασιλιά Κωνσταντίνο Α' και τον τότε διάδοχο του Ελληνικού θρόνου Γεώργιο Β'. Στις 8 Μαΐου 1916 ο Κόκκαλης συνέχισε τις σπουδές του στη Βέρνη, κοντά στον Καθηγητή της Χειρουργικής και νομπελίστα, το 1909, Theodor Kocher. Στις 19 Δεκεμβρίου 1917 συμμετείχε στις κρατικές εξετάσεις (Staatsexamen) και έλαβε το πτυχίο του Ιατρού ενώ στις 22 Ιανουαρίου 1919 ολοκλήρωσε τις σπουδές του, αποκτώντας τον τίτλο του διδάκτορα της Ιατρικής. Στην Ελβετία γνώρισε και έγινε στενός φίλος με τον Νικόλαο Λούρο, μετέπειτα καθηγητή της Μαιευτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στη συνέχεια εργάστηκε την περίοδο 1918-1919 στη χειρουργική κλινική του Πανεπιστημίου της Βέρνης, ως βοηθός του Καθηγητή Fritz de Quervain, και από τον Οκτώβριο του 1919 έως τον Μάρτιο του 1928 ως Αναπληρωτής Διευθυντής του Χειρουργικού Ακτινολογικού Τμήματος του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Ζόλινγκεν Βησθεδά στο Μόναχο, όπου εργάστηκε ως βοηθός του διάσημου καθηγητή Φερδινάνδου Σάουμπερμπουχ, [Ernest Ferdinand Sauerbruch], ολοκληρώνοντας την ειδίκευσή του στη Χειρουργική.

Ακαδημαϊκή καριέρα

Στα μέσα του 1928, επέστρεψε στην Ελλάδα, και το Φεβρουάριο του 1929 προσλήφθηκε ως διευθυντής στο Χειρουργικό Τμήμα του Δημοτικού Νοσοκομείου «Ελπίς». Τον ίδιο χρόνο ο Κόκκαλης υπέβαλε υποψηφιότητα επί υφηγεσία. Επί της υποψηφιότητας στη Συνεδρία της Ιατρικής Σχολής έγινε συζήτηση τον Φεβρουάριο του 1929, με εισηγητή τον καθηγητή Κωνσταντίνο Ν. Μέρμηγκα, διορισμένο Δήμαρχο Αθηναίων τους πρώτους μήνες της Κατοχής της Ελλάδος. Το θέμα της διατριβής του Κόκκαλη αναφερόταν στον «....τρόπο που προκαλούνται ύστερα από τη μηχανική διέγερση των πνευμονογαστρικών νεύρων, οι διαταραχές των ηλεκτρολυτών του αίματος και η ρύθμιση της σπειραματικής διηθήσεως του νεφρού από το νευρικό σύστημα». Στην εισήγησή του ο Μέρμηγκας τάχθηκε κατά της εγκρίσεως και υπέρ της αναστολής της δοκιμασίας του Κόκκαλη υποστηρίζοντας:

  • ότι οι υποβληθείσες εργασίες του ανάγονταν κυρίως στη βιολογική χημεία και την παθολογική φυσιολογία και ήταν άσχετες προς τη χειρουργική, και
  • ότι δεν τους ήταν ακόμη γνωστός ως χειρουργός.

Την πρόταση του αντέκρουσαν οι υπόλοιποι παρόντες καθηγητές που διατύπωσαν ενδιαφέρουσες θέσεις για την εξελισσόμενη αντίληψη περί χειρουργικής, από την οποίαν διακατεχόταν ο υποψήφιος καθηγητής Κόκκαλης. Οι υπόλοιποι καθηγητές ανέφεραν στις ομιλίες τους ότι ο Κόκκαλης απέκτησε ικανή πείρα χειρουργώντας κι έγινε επιδέξιος εγχειριστής. Το θέμα τέθηκε σε ψηφοφορία και μειοψηφούντος του καθηγητή Μέρμηγκα ο υποψήφιος θεωρήθηκε ικανός για περαιτέρω δοκιμασία και έγινε δεκτός. Στην επόμενη συνεδρία, τον Απρίλιο του 1929, ο Κόκκαλης κλήθηκε σε δοκιμασία και ανέπτυξε δημοσίως ένα από τα θέματα που του έθεσε η Σχολή, το «Περί έλκους του στομάχου» και «Μηδενός αντιλέγοντος έγινε δεκτός ως υφηγητής» [8]. Στην Ελλάδα ο Κόκκαλης επιλέχθηκε σύντομα ως γιατρός δύο από τις Ελληνίδες πριγκίπισσες και στη συνέχεια έγινε προσωπικός γιατρός της Ελληνικής Βασιλικής δυναστείας αλλά και του Παναγή Τσαλδάρη καθώς και άλλων επιφανών της εποχής.

Στις 19 Απριλίου 1929 ο Κόκκαλης ανακηρύχθηκε Υφηγητής της Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στις 17 Οκτωβρίου 1930 ανέλαβε και το Τμήμα της Χειρουργικής στην «Αστυκλινική», μετέπειτα «Πολυκλινική» στην οδό Πειραιώς. Στις 10 Απριλίου 1935 μαζί με τον Νικόλαο Λούρο και τον Κωνσταντίνο Χωρέμη διορίσθηκαν τακτικοί Καθηγητές στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ως αποτέλεσμα των πολιτικών ζυμώσεων, που επακολούθησαν ύστερα από το αποτυχημένο κίνημα βενιζελικής εμπνεύσεως της 1ης Μαρτίου εκείνου του έτους. Συγκεκριμένα ο Κόκκαλης κατέλαβε την έδρα της «Εγχειρητικής και Τοπογραφικής Ανατομικής», ως αντικαταστάτης του Μέρμηγκα καθώς και τη διεύθυνση της Γ' Πανεπιστημιακής Χειρουργικής Κλινικής του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός». Οι διορισμοί αυτοί έγιναν με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Κυβερνήσεως του Παναγή Τσαλδάρη κατά παραβίαση του πανεπιστημιακού κανονισμού, που όριζε ότι πρέπει να αποφανθούν προηγουμένως οι Σχολές του Πανεπιστημίου λόγος για τον οποίο τον Οκτώβριο του ίδιου έτους με την ανάληψη της εξουσίας από τον Γεώργιο Κονδύλη, οι απολυθέντες επανήλθαν στις θέσεις τους. Έτσι ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος επανήλθε στη θέση του και ο Κόκκαλης περιορίστηκε στη θέση του Διευθυντή στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός». Τελικά στις 5 Ιουλίου 1939 ο Κόκκαλης εκλέχθηκε Τακτικός καθηγητής στη Β' Έδρα της Χειρουργικής Κλινικής και ταυτόχρονα ανέλαβε και τη διεύθυνση της Β' Πανεπιστημιακής Χειρουργικής Κλινικής στο «Αρεταίειο» Νοσοκομείο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αθηνών.

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος

Στις 4 Δεκεμβρίου του 1940 η Διεύθυνση Υγειονομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Στρατιωτικών με διαταγή του καθόρισε σε ποια νοσοκομεία των Αθηνών θα κατευθύνονται τα διάφορα περιστατικά και παθήσεις και με δεύτερη διαταγή του τοποθετεί εννέα πανεπιστημιακούς καθηγητές της Ιατρικής σε οκτώ νοσοκομεία των Αθηνών, με την ιδιότητα των Επιστημονικών Ιατρικών Συμβούλων. Ο Κόκκαλης τοποθετήθηκε στο 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο μαζί με τον καθηγητή Γεώργιο Καραγιαννόπουλο και στο 9ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο με τον Νικόλαο Λούρο. Υπό την ιδιότητα του προέδρου της ΕΧΕ κάλεσε έκτακτη συγκέντρωση στο αμφιθέατρο του Αρεταίειου, στην οποία συνέρρευσε ο επιστημονικός κόσμος με θέμα την αντιμετώπιση των επιθέσεων με χημικές ουσίες. Σύντομα εκδηλώνει την πρόθεση του να υπηρετήσει εθελοντικά στη γραμμή των πρόσω, και προκειμένου να ξεπεράσει τις δυσκολίες των διατυπώσεων, ζητά τη μεσολάβηση του του φίλου του Γεωργίου Α. Βλάχου, διευθυντή και εκδότη της Αθηναϊκής ημερήσιας εφημερίδος «Καθημερινή». Ο Κόκκαλης με το βαθμό του Εφέδρου Αρχιάτρου έφυγε από την Αθήνα με επιβατικό αυτοκίνητο που του διάθεσε το Γενικό Στρατηγείο. Αρχικά επισκέφθηκε τα νοσοκομεία ( στρατιωτικά και μη) Λαρίσης, Βόλου, Κοζάνης, Τρικάλων, Φλωρίνης και Βέροιας. Στις 15 Ιανουαρίου 1941 υποβάλλει προς την Β' Ανώτερη Στρατιωτική Διοίκηση τις διαπιστώσεις του: «..εις ουδέν Νοσοκομείον εύρον συγχρονισμένα μέσα δια την απαιτούμενην θεραπείαν ( παντελής έλλειψις ειδικών ναρθήκων, ακτινολογικού μηχανήματος) ένθα νοσηλεύεται ικανός αριθμός επιπλεγμένων πυορροούντων καταγμάτων κατά τον πλέον αρχέγονον τρόπον..».

Στις 10 Φεβρουαρίου παρουσιάστηκε στην Υγειονομική Υπηρεσία Βάσεως Ηπείρου στα Ιωάννινα, όπου ήταν Αρχίατρος ο Επαμεινώνδας Γκινάκας, ο οποίος την επομένη τον τοποθετεί Τεχνικό Σύμβουλό του «...με δικαιώματα κατευθύνσεως και παρακολουθήσεως της όλης λειτουργίας των χειρουργικών τμημάτων των Νοσοκομείων Φρουράς Ιωαννίνων και δικαιώματα χειρουργικών επεμβάσεων..». Για την αντιμετώπιση των κρυοπαγημάτων το Υπουργείο Στρατιωτικών και το Υπουργείο Πρόνοιας εξέδωσαν την διαταγή υπ' αριθμόν 214624 της 19ης Δεκεμβρίου 1940 για τη σύγκληση του Ανώτατου Στρατιωτικού Υγειονομικού Συμβουλίου, το οποίο αποφάσισε λήψη άμεσων μέτρων, όπως ο εμποτισμός του συμπαθητικού κοντά στην οσφυϊκή μοίρα με διάλυμα νοβοκαΐνης, σε συνδυασμό με εντομές στη ραχιαία επιφάνεια κατά το αρχικό στάδιο του οιδήματος, ενέργεια που μπορούσε να γίνει μόνο σε χειρουργείο και από έμπειρο χειρουργό. Ο Κόκκαλης εφάρμοσε τον εμποτισμό, όντας ο πλέον έμπειρος και ικανός χειρουργός, γι' αυτό και το όνομά του στο Νοσοκομείο των Ιωαννίνων συνδέθηκε με τη χρήση της νοβοκαΐνης στη θεραπεία των κρυοπαγημάτων. Στις 20 Απριλίου 1941 το βράδυ βομβαρδίστηκε το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, το κεντρικό οίκημα του οποίου αποτελούσε χειρουργικό κέντρο. Οι απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό ανήλθαν στους 50. Μεταξύ των νεκρών, ο διευθυντής του Νοσοκομείου, Γενικός Αρχίατρος Γεώργιος Μαρκάκης και ο καθηγητής της χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ξενοφών Κοντιάδης.

Συνθηκολόγηση / Κατοχή

Μετά την οπισθοχώρηση και την κατάρρευση του μετώπου στον Κόκκαλη ανατέθηκε η χηρεύουσα έδρα του Κοντιάδη, όμως αρνήθηκε να δώσει όρκο στο όνομα του βασιλιά της Ιταλίας, και δεν αποδέχθηκε την ανακήρυξη διορισμένων από τις Γερμανικές αρχές, καθηγητών και τάχθηκε στο πλευρό του Ιωάννη Κακριδή στη «Δίκη των τόνων». Εξ αιτίας της στάσης του απομακρύνθηκε, τον Φεβρουάριο του 1942, από διευθυντής της χειρουργικής στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και τον Οκτώβριο του 1942 από τη θέση του καθηγητή στο Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Νικόλαος Λούρος τον συνέτρεξε στις διώξεις που υπέστη και φρόντισε για την οικογένειά του. Όταν τον απομάκρυναν [9] από τις θέσεις του στα νοσοκομεία «Ευαγγελισμός» και «Αρεταίειο», όπου ήταν Διευθυντής της Β' Χειρουργικής, και του απαγόρευσαν να χειρουργεί αλλά και να διδάσκει, με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, κατέφυγε με σύσταση του Λούρου στην ιδιωτική κλινική «Άγιοι Ανάργυροι» του γιατρού Προύντζου. Εκεί τον ακολούθησαν οι συνεργάτες του Υφαντής, Λαζαρίδης, Σκαρτσώνης, Ξενάκης και ο μόνιμος υποβοηθός του Σταμάτης Κρητικάς. Στην κλινική η κουζίνα του 2ου ορόφου μετατράπηκε σε χειρουργείο και οι ασθενείς του νοσηλεύονταν σε θαλάμους με έξι κρεβάτια.

Στις 9 Ιανουαρίου του 1943 ο καθηγητής Κωνσταντίνος Μουτούσης ως τότε πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών καταψηφίστηκε στις εκλογές και στη θέση του εκλέχτηκε ο Πέτρος Κόκκαλης ο οποίος αρνήθηκε να υπογράψει πρωτόκολλο συνεργασίας των πανεπιστημιακών με τις ιταλικές αρχές, αρνήθηκε τη δημιουργία γερμανοελληνικού νευροχειρουργικού κέντρου, συγκρούστηκε με τους γερμανόφιλους πανεπιστημιακούς για το θέμα της ιδρύσεως ιατρικής σχολής στη Θεσσαλονίκη. Στη πρώτη συνεδρίαση μετά τις εκλογές απευθύνθηκε στα μέλη της εταιρείας: «...Θα μου επιτρέψετε {...} να εκφράσω τις ευχαριστίες μας για την τιμητική σας εντολή. Είναι πολύ μεγάλη η ικανοποίηση για την εκδήλωση αυτή εκ μέρους των πολλών συναδέλφων, που χωρίς να παραγνωρίζουν τον αποκλειστικό σκοπό της επιστημονικής μας εταιρείας, θελήσανε να διαδηλώσουν συγχρόνως και την επιδοκιμασία τους για κάθε σαφή τοποθέτηση μέσα στο χάος και στους κινδύνους των σημερινών περιστάσεων {...} Οι περισσότερες κλινικές και εργαστήρια ή δεν λειτουργούν ή λειτουργούν υποτυπωδώς. Επομένως λείπουν όλες οι προϋποθέσεις για επιστημονική εργασία. Αλλά, άσχετα με την πλήρη σχεδόν έλλειψη των μέσων, πιστεύουμε όλοι ότι οι επιστήμονες δεν είναι προνομιούχος τάξη, που αδιάφορη για ό,τι συμβαίνει γύρω της να μπορεί να προχωρεί αμέριμνη στο έργο της....».

Κυβέρνηση Π.Ε.Ε.Α.

Στα μέσα του 1943 ο Κωνσταντίνος Τσάτσος ενέταξε τον Κόκκαλη στη «Σοσιαλιστική Ένωση» -έναν πυρήνα λογίων και προσωπικοτήτων- στην οποία ήταν ήδη μέλη ο Αλέξανδρος Σβώλος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Άγγελος Αγγελόπουλος, ο Ξενοφών Ζολώτας, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς, ο Γεώργιος Οικονομόπουλος και άλλοι μετέπειτα επιφανείς. Στην «Σοσιαλιστική Ένωση», που οι συναντήσεις των μελών της γίνονταν στο γραφείο του Κόκκαλη στην οδό Ζαλοκώστα 7, ήλθε σε στενότερη επαφή με τους κύκλους του κομμουνιστικού ΕΑΜ. Κάποια από τα μέλη της οργανώσεως, μεταξύ τους και ο Κόκκαλης, ετοιμάζονται να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή, όμως κάποιος τους προδίδει. Ο Κόκκαλης διαφεύγει αλλά επικηρύσσεται. Αμέσως μετά τον εορτασμό της εθνικής επετείου στις 25 Μαρτίου 1944 προσπαθεί να διαφύγει, με τη βοήθεια της αγγλόφιλης μυστικής οργάνωσης «Κόδρος» του απόστρατου Πλωτάρχη Παναγιώτη Λυκουρέζου. Στις 25 Μαρτίου, ο Σταύρος Κανελλόπουλος, μέλος της Κ.Ε. του ΕΑΜ, ανέβηκε στη Βίνιανη για να συζητήσει με την ΠΕΕΑ και το Π.Γ. του ΚΚΕ «ορισμένες απόψεις» της «ομάδας Σβώλου», δηλαδή των Άγγελου Αγγελόπουλου, Νίκου Ασκούτση, Σταμάτη Χατζήμπεη και Πέτρου Κόκκαλη) για τη συμμετοχή τους στην ΠΕΕΑ. Συζήτηση έγινε στη συνεδρίαση της ΠΕΕΑ στις 30 Μαρτίου 1944. Υπήρξε συμφωνία που οδήγησε στη διεύρυνση της ΠΕΕΑ με τη συμμετοχή τους και την ανάληψη της προεδρίας από τον Σβώλο στις 18 Απριλίου. Έτσι ο Κόκκαλης, αλλά και λόγω των δυσκολιών που αντιμετώπισε, αν και ξεκίνησε από το σπίτι του για να πάει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, βρέθηκε στις 2 Απριλίου 1944 στη Βίνιανη Ευρυτανίας, υποστηρικτής και συνεργάτης των συμμοριών του κομμουνιστικού ΕΛΑΣ.

Τον Απρίλιο εκείνου τους έτους όταν Κόκκαλης έγινε μέλος της Π.Ε.Ε.Α., η οικογένεια του κατοικούσε στην Αθήνα στην οδό Υψηλάντου 27 στο Κολονάκι, όπου οι Γερμανοί συνέλαβαν τον υπέργηρο πατέρα του, ο οποίος αφού ανακρίθηκε και κρατήθηκε επί σχεδόν τρεις μήνες στα κρατητήρια της οδού Μέρλιν κι ύστερα μεταφέρθηκε στο «Αρεταίειο» όπου εξέπνευσε από αυξημένα ποσοστά ουρίας στο αίμα του. Στις 19 Απριλίου 1944 ο Κόκκαλης αναλάμβανε τη θέση του Γραμματέα Κοινωνικής Πρόνοιας και προσωρινά και της Παιδείας. Ο Κόκκαλης «εκλέχτηκε» Εθνοσύμβουλος των Αθηνών στις εκλογές για την ανάδειξη Εθνικού Συμβουλίου και μίλησε στην Α' Σύνοδο του Εθνικού Συμβουλίου στις Κορυσχάδες στις 14 Μαΐου 1944 με την διπλή ιδιότητα του Γραμματέα ΚοινωνικήςΠρόνοιας και της Παιδείας και Θρησκευμάτων. Σχεδόν την ίδια εποχή η σύζυγος του, έγκυος στην κόρη τους Αυγή-Πολυξένη, με φροντίδα [10] του Νίκου Λούρου, γέννησε στην Κλινική «Άγιοι Ανάργυροι» με το ψευδώνυμο «κυρία Παύλου».

Γραμματέας Υγείας & Παιδείας

Από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο του 1944 ο Κόκκαλης διατέλεσε γραμματέας, [υπουργός], Υγείας [11] [12] και Παιδείας, στην «Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης», [Π.Ε.Ε.Α.], την «κυβέρνηση του βουνού». Με την ιδιότητα του κάλεσε τους Κώστα Σωτηρίου, Μιχάλη Παπαμαύρου και Ρόζα Ιμβριώτη μαζί με 56 δασκάλους και κήρυξε τη Μάχη των Σχολείων. Εισηγήθηκε την έγκριση ιδρύσεως δύο Φροντιστηρίων Εκπαιδεύσεως νέων δασκάλων, ένα στο Καρπενήσι και ένα στην Τύρνα της Θεσσαλίας ενώ τακτοποίησε το θέμα της τροφοδοσίας των Φροντιστηρίων και του εκπαιδευτικού προσωπικού. Στις 20 Ιουλίου συγκάλεσε «Παιδαγωγικό Συνέδριο» στο χωριό Λάσπη Ευρυτανίας, στο οποίο συμμετείχαν 100 αντιπρόσωποι οι οποίοι συζήτησαν την άμεση λύση των εκπαιδευτικών προβλημάτων. Για τους λόγους αυτούς εκδόθηκαν δύο αναγνωστικά, το ένα για την Γ' και Δ' τάξεις του Δημοτικού από το Φροντιστήριο της Τύρνας και το άλλο για την Ε' και ΣΤ' τάξεις από το Φροντιστήριο Καρπενησίου. Τον Αύγουστο του 1944, μετά από συνεννόηση του Κόκκαλη με τον Σιάντο, η Νίκη Κόκκαλη και τα παιδιά τους μεταφέρθηκαν, με τη βοήθεια του συμμορίτη Δημητρίου Λαζαρίδη μετέπειτα καθηγητή της Χειρουργικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ο οποίος ήταν άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του Κόκκαλη, ως τη Θήβα με αυτοκίνητο κι από εκεί με μουλάρια στη Βίνιανη Ευρυτανίας όπου, όπως είπε σε συνέντευξη του ο Δημήτρης Λαζαρίδης συνάντησε για τελευταία φορά τον Κόκκαλη. Ήδη από τον Σεπτέμβριο του 1944, το Πολιτικό Γραφείο του Κ.Κ.Ε. με πρόταση του Γιάννη Ιωαννίδη και του Πέτρου Ρούσσου τον αναγνώρισε «αριστίνδην» μέλος του χωρίς να το ανακοινώσει δημόσια. Η οικογένεια Κόκκαλη επέστρεψε στην Αθήνα, μετά την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής.

Δεκεμβριανά & Συμμοριτοπόλεμος

Τη Δευτέρα, 16 Οκτωβρίου το πρωί, έφτασαν στην Αθήνα . Στις 14 Οκτωβρίου του 1944, με συνοδεία 30 ανδρών του ΕΛΑΣ, τα μέλη της ΠΕΕΑ που βρίσκονταν ακόμη στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, ο Πέτρος Κόκκαλης, ο στρατηγός Μάντακας, ο Γεώργιος Σιάντος, ο Κώστας Γαβριηλίδης καθώς και ο αντιπρόεδρος της ΕΛΔ Στέλιος Δημόπουλος, μπήκαν σε ένα καΐκι στο Γαλαξίδι και μετά από 24 ώρες έφτασαν στο Γερμενό Αττικής και στις 21:00 είχαν φτάσει στην Ελευσίνα. Ο Κόκκαλης επέστρεψε με αυτοκίνητο στην απελευθερωμένη Αθήνα στις 16 Οκτωβρίου 1944 και στις 27 Νοεμβρίου ανέλαβε τις θέσεις που κατείχε στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και στο Πανεπιστήμιο, όμως αντιμετώπιζε προβλήματα λόγω της πολιτικής του δραστηριότητας και κατηγορήθηκε ως συμμετέχων και υποκινητής των «Δεκεμβριανών», με αποτέλεσμα να απομακρυνθεί από την έδρα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Δολοφονία Πρύτανη Ιωάννη Θεοφανόπουλου

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ναυάρχου Δ. Οικονόμου, όπως την κατέθεσε στις 29 Ιανουαρίου 1945, αλλά και κατά την μαρτυρία και του αδελφού του Κλεάνθη Θεοφανόπουλου, ο Πρύτανης του Ε.Μ.Π. Ιωάννης Θεοφανόπουλος υποδείχθηκε για σύλληψη στις συμμορίες του ΕΛΑΣ από τους κομμουνιστές συναδέλφους του, Νικόλαο Κιτσίκη πρώην συνεργάτη του Εθνικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά, και Αχιλλέα Παπαπέτρου. Ο Θεοφανόπουλος συνελήφθη στο γραφείο του στο Πανεπιστήμιο στα μέσα του Δεκεμβρίου 1944, από ένοπλους των συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [Κ.Κ.Ε.], ειδικότερα από την Πολιτοφυλακή, αλλά και φοιτητές μέλη της κομμουνιστικής Ε.Π.Ο.Ν. Σπουδάζουσας. Μαζί με άλλους 160 πολίτες οδηγήθηκαν στο Περιστέρι όπου τους αφαιρέθηκαν τα χρήματα και τα τιμαλφή τους. Την ίδια περίοδο ο Κόκκαλης πήρε την οικογένειά του και πήγε στη Βοιωτία όπου έμεινε ένα μήνα.

Οι όμηροι σχημάτισαν φάλαγγα και μέσω Ασπροπύργου, απ' όπου αναχώρησαν στις 3 το πρωί της 5ης Ιανουαρίου 1945, οι κομμουνιστικές συμμορίες οδήγησαν, τους συνολικά δέκα χιλιάδες ομήρους, με κατεύθυνση προς τη Μάνδρα. Έφτασαν εκεί τις πρώτες νυχτερινές ώρες και διανυκτέρευσαν στο σχολείο, ενώ στις 10 το πρωί της επομένης αναχώρησαν με προορισμό το Μάζι, όμως στις 10 το βράδυ τους υποχρέωσαν να κατευθυνθούν στο Κριεκούκι. Οι όμηροι διέσχισαν την ίδια νύχτα την χαράδρα της Κάζας στον Κιθαιρώνα μέσα στα χιόνια και στις 7 Ιανουαρίου 1945, έφτασαν στο Κριεκούκι, όπου κατέλυσαν στην εκκλησία. Η πορεία θανάτου των ομήρων συνεχίστηκε και στις 5 το απόγευμα έφτασαν στη Θήβα, ενώ στις 8 το βράδυ της ίδιας μέρας αναχώρησαν για το Μούλκι, κι εκεί τους οδήγησαν σε μια αποθήκη προϊόντων της Λίμνης Κωπαΐδος. Το πρωί της 8ης Ιανουαρίου η πορεία τους συνεχίστηκε με προορισμό τη Λιβαδειά, όπου έφτασαν στις 7 το απόγευμα της ίδιας μέρας.

Στη Λιβαδειά ο Θεοφανόπουλος οδηγήθηκε ενώπιον του αποκαλούμενου Λαϊκού δικαστηρίου του κομμουνιστικού λόχου σπουδαστών «Λόρδος Βύρων» [13], ο οποίος είχε Διοικητή τον Γρηγόρη Φαράκο, μετέπειτα Γενικό Γραμματέα του ΚΚΕ, και μέλη του τον ιατρό Κόκκαλη και τον τότε φοιτητή και μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη, Νίκο Κούνδουρο. Την καταδίκη του Θεοφανόπουλου με την δήθεν απόφαση του κομμουνιστικού δικαστηρίου ακολούθησε διαταγή για νέα πεζοπορία με κατεύθυνση αυτή τη φορά προς την Αράχοβα, όμως πριν την αναχώρηση από την πόλη δολοφονήθηκαν αρκετοί από τους ομήρους [14]. Στην Αράχοβα Βοιωτίας, στις 12 Ιανουαρίου 1945, μετά από παραμονή ημερών, οι κομμουνιστές δολοφόνοι, αφού απογύμνωσαν τον Θεοχαρόπουλο τον εκτέλεσαν δια τυφεκισμού, έξω από το εξωκλήσι του Αγίου Τρύφωνα. Η σορός του, όπως και των υπολοίπων θυμάτων, βρέθηκε θαμμένη σε κοινό τάφο κι όπως διαπιστώθηκε κατά την εκταφή της -η οποία έγινε παρουσία μελών της οικογένειας του Θεοχαρόπουλου, ήταν φρικτά παραμορφωμένη και ακρωτηριασμένη με ιδιαίτερη αγριότητα.

Δολοφονία καθηγητή Κορὠνη

Με την ίδια δήθεν απόφαση του λαϊκού δικαστηρίου του κομμουνιστικού λόχου σπουδαστών «Λόρδος Βύρων» ο Κορώνης καταδικάστηκε εις θάνατο από τους συμμορίτες του κομμουνιστικού Ε.Α.Μ.. Την καταδίκη του ακολούθησε διαταγή για νέα πεζοπορία με κατεύθυνση αυτή τη φορά προς την Αράχοβα, όμως πριν την αναχώρηση από την πόλη δολοφονήθηκαν αρκετοί από τους ομήρους [15] μεταξύ τους και ο Κορώνης [16]. Στην 78η Γενική Συνέλευση του Συλλόγου των καθηγητών του Πολυτεχνείου, στις 18 Ιανουαρίου 1945, αναφέρονται οι τρεις όμηροι των κομμουνιστοσυμμοριτών καθηγητές του, οι Θεοφανόπουλος, Σαρρόπουλος και Κορώνης. Η συνέλευση με μεγάλη πλειοψηφία «εκφράζουσι την βαθείαν αυτών αγανάκτησιν και τον αποτροπιασμόν δια την υπό της μειονότητος των εχθρών της πατρίδος υποκίνησιν εις εμφύλιον πόλεμον εκθέσαντες εις κίνδυνον την ημετέραν Πατρίδα και τα Εθνικά συμφέροντα». Το Πολυτεχνείο δεν τιμά, δεν μνημονεύει κι ούτε έχει αναρτήσει στις αίθουσες του φωτογραφίες των δολοφονημένων, από κομμουνιστές συμμορίτες καθηγητές του Σπυρίδωνα Κορώνη και Ιωάννη Θεοφανόπουλο, καθώς και τον κοσμήτορα της σχολής Μηχανολόγων, Γεώργιο Σαρρόπουλο, ο οποίος απεβίωσε λίγο καιρό αργότερα καταπονημένος από τις κακουχίες και τους βασανισμούς που υπέστη στη διάρκεια της αιχμαλωσίας του.

Μετά το 1946

Μετά τη λήξη της ομηρίας των επιφανών εθνικιστών και των δολοφονιών που διαπράχθηκαν με αποφάσεις δήθεν δικαστηρίων, ο Κόκκαλης επέστρεψε στην Αθήνα, όπου το σπίτι του και το ιατρείο του είχαν λεηλατηθεί. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1945, έφυγε με την οικογένεια του και εγκαταστάθηκε στο χωριό Περτούλι Τρικάλων, όπου έμεινε στο Αρχηγείο του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού, [Ε.Λ.Α.Σ.], ως τον Φεβρουάριο του 1945, που υπογράφηκε η Συμφωνία της Βάρκιζας, με την οποία συμφώνησε... διαφωνώντας και στην τοποθέτησή του ανέφερε: «..Πρόκειται να κάνουμε ένωση με ανθρώπους που κύριο σκοπό έχουν την εξόντωσή μας. Οι άνθρωποι που πάμε να συνεργασθούμε μαζί τους είναι αυτοί που δημιούργησαν τα Τάγματα Ασφαλείας και τις άλλες προδοτικές οργανώσεις. Είναι ηθικοί αυτουργοί για όλα τα εγκλήματα που γίνονται. Πραγματική ενότητα μ' αυτούς δεν είναι δυνατή. Η στιγμή όμως επιβάλλει αυτόν τον πολιτικό χειρισμό. Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος και στον ορίζοντα διαβλέπω κακές ενδείξεις. Ωστόσο συμφωνώ....». Ο αντίλογος του Σιάντου στην τοποθέτηση του ήταν ότι το ΚΚΕ ήταν αποφασισμένο «να εξασφαλίσει τη δημοκρατική λύση των εσωτερικών προβλημάτων, για να αποκρούσει τις δυναμικές λύσεις».

Η Γενική Συνέλευση των καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, αρχικά στις 13 Ιανουαρίου 1945, καθώς και η 19η Συνεδρία της Συγκλήτου, στις 6 Μαρτίου 1945, εξέφρασαν την έκπληξή τους και την αποδοκιμασία τους για τη συμμετοχή του Κόκκαλη και άλλων τριών καθηγητών «..στο εθνοκτόνον κίνημα γενόμενοι αποστάτες της εθνικής ιδέας». Το Υπουργείο Παιδείας τον θέτει σε διαθεσιμότητα όμως η Σύγκλητος απαιτεί την απόλυσή του με ειδική διαμαρτυρία, επειδή εξακολουθούσε να χειρουργεί, αν και σε διαθεσιμότητα, και ο Υπουργός έκανε δεκτό το αίτημά να σταματήσει να χειρουργεί. Τον Μάιο του 1945 κυκλοφόρησε το περιοδικό «Ανταίος» εκδοτικό εγχείρημα κύκλου επιστημόνων που ανήκαν στο κομμουνιστικό Ε.Α.Μ., μεταξύ τους ο Δημήτριος Μπάτσης που είχε την διεύθυνση και την αρχισυνταξία. Στις 3 Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους ιδρύθηκε η Επιστημονική Εταιρεία για την Μελέτη των Νεοελληνικών Προβλημάτων: «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση», σε σύσκεψη που διοργανώθηκε με πρωτοβουλία επιστημόνων στην οποία συμμετείχε και ο Κόκκαλης.

Το 1946 ο Κόκκαλης τοποθετήθηκε μέλος της Επιτροπής Πόλεως Αθήνας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Τον Αύγουστο του 1946 και έως την διεξαγωγή του δημοψηφίσματος σχετικά με την μορφή του πολιτεύματος, την 1η Σεπτεμβρίου εκείνου του έτους και την επάνοδο του βασιλιά Γεωργίου Β' στην Ελλάδα, με άρθρα και συνεντεύξεις του τάχθηκε εναντίον της επανόδου στη Βασιλεία ενώ στις 13 Σεπτεμβρίου, κατερχόμενος από το τραμ, σωριάστηκε στο δρόμο μπροστά στην κλινική «Άγιοι Ανάργυροι» έχοντας υποστεί το πρώτο του καρδιακό έμφραγμα. Με το Βασιλικό Διάταγμα «Περί εξυγιάνσεως των δημοσίων υπηρεσιών», στις 11 Οκτωβρίου 1946, απολύθηκαν 17 καθηγητές από τα Πανεπιστήμια Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Ανάμεσα τους και ο Κόκκαλης. Το Δεκέμβριο του 1946 υπέβαλε αίτηση για άδεια εξόδου προκειμένου να αντιμετωπίσει τα σοβαρά προβλήματα της υγείας του η οποία του χορηγήθηκε όπως και σε όλη την οικογένεια του, πεντέμισι μήνες αργότερα, λόγω του ότι ήταν επί πολλά χρόνια γιατρός των Ανακτόρων και της οικογένειας Τσαλδάρη αλλά και μετά από ισχυρές πιέσεις στην τότε Ελληνική κυβέρνηση στις οποίες πρωταγωνίστησε ο Γεώργιος Βλάχος εκδότης της εφημερίδας «Καθημερινή», του οποίου ήταν επίσης οικογενειακός γιατρός.

Ο Κόκκαλης καταγράφει στο προσωπικό του ημερολόγιο πως ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης ενημέρωσε τον Μιχάλη Κύρκο ότι το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να του δώσει άδεια να ταξιδέψει στο εξωτερικό για λόγους υγείας. Η οικογένεια Κόκκαλη αναχώρησε, με διαβατήρια που τους χορήγησε ο Άγγελος Έβερτ, στις 24 Μαΐου 1947 με το πλοίο «Κορινθία» από τον Πειραιά αρχικά για τη Μασσαλία και στην συνέχεια για το Παρίσι με τελικό προορισμό την Ελβετία, όπου τον Αύγουστο συνάντησε τον Μιλτιάδη Πορφυρογένη, μέλος του Π.Γ. του ΚΚΕ και τον Σεπτέμβριο έφυγαν όλοι, μέσω Πράγας, για την Γιουγκοσλαβία και εγκαταστάθηκαν στο Βελιγράδι, αν και είχε ανοικτή πρόσκληση από παλιό συμφοιτητή και συνάδελφο του -που είχε φροντίσει για την έκδοση βίζας και εισιτηρίων- να εγκατασταθεί οικογενειακώς στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Επέστρεψε στην Ελλάδα, στην περιοχή των Πρεσπών, στο τέλος του Δεκεμβρίου 1947 όταν δημιουργήθηκε ο αποκαλούμενος «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας», [Δ.Σ.Ε.]. Στις 23 Δεκεμβρίου 1947 ο ραδιοφωνικός σταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» [17] ανήγγειλε το σχηματισμό της αυτοαποκαλούμενης «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης» στην οποία διορίστηκε ξανά Υπουργός Υγιεινής, Πρόνοιας και Παιδείας.

Παιδομάζωμα

Ο Κόκκαλη ορίστηκε και ήταν ο κυρίως υπεύθυνος του παιδομαζώματος, του κομμουνιστικού προγράμματος βίαιης αποστολής παιδιών στις Λαϊκές Δημοκρατίες από το αυτοαποκαλούμενο Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδος, [Δ.Σ.Ε.]. Το παιδομάζωμα ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1948, 316 χρόνια μετά την ανάλογη πρακτική των Τούρκων κατακτητών και λίγο πριν το τέλος και τη συντριβή της ένοπλης ανταρσίας των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [Κ.Κ.Ε.], μετά από απόφαση της ηγεσίας του και προσωπικά του Νίκου Ζαχαριάδη, αρπάχτηκαν παιδιά και των δύο φύλων, από ένοπλους αντάρτες με βάση οργανωμένο σχέδιο, αποχωρίστηκαν με τη βία τις οικογένειες τους και μετακινήθηκαν στις αποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες», που βρίσκονταν υπό την επιρροή της Σοβιετικής Ενώσεως. Στις 30 Απριλίου 1948 ιδρύθηκε η Επιτροπή «Βοήθεια στο Παιδί» (ΕΒΟΠ) [18]. Τον Μάιο του 1948 ο Κόκκαλης ανέλαβε πρόεδρος και του ανατέθηκε το έργο της συγκεντρώσεως παιδιών (παιδομάζωμα), της οργανώσεως χώρων διαμονής τους, εξασφαλίσεως σχολείων και φροντίδος για την ιατρική μέριμνα περίπου 25.000 παιδιών που μεταφέρονταν, η συντριπτική τους πλειοψηφία με βίαιη αρπαγή, στις Ανατολικές χώρες με το αντάρτικο «παιδομάζωμα». Ένα μέλος της επιτροπής θυμάται: «...ήταν η ψυχή της όλης προσπάθειας. Μου έχει μείνει πολύ ζωντανά στη μνήμη μου η αυστηρότητα του Πέτρου Κόκκαλη στην εκτέλεση της δουλειάς....». Στην Ε.ΒΟ.Π. συμμετείχαν ακόμη η Έλλη Αλεξίου, ως υπεύθυνη για τη συγγραφή μαθητικών περιοδικών, ο Γιώργος Αθανασιάδης για τη συγγραφή σχολικών βιβλίων και άλλοι συμμορίτες εκπαιδευτικοί της εποχής.

Προετοιμασία

Το παιδομάζωμα χωρίζεται σε δυο φάσεις. Αυτό που έγινε συντεταγμένα σχεδόν όλο το 1948 και αυτό που πήρε τη μορφή της αρπαγής μετά την κατάληψη της Καρδίτσας, της Νάουσας, του Καρπενησίου και άλλων μικρότερων επαρχιακών πόλεων. Η μετακίνηση παιδιών προς τις κομμουνιστικές χώρες είχε αρχίσει καιρό πριν υπάρξει η καταγγελία της Ελληνικής κυβερνήσεως, χωρίς όμως να αναφέρεται οτιδήποτε. Έτσι, η ακριβής χρονική στιγμή έναρξης της πρακτικής από τους κομμουνιστές παραμένει απροσδιόριστη, όμως τα μέσα ενημερώσεως των ανταρτών επιβεβαίωσαν το γεγονός όταν οι καταγγελίες τα εξανάγκασαν να το πράξουν. Στις αρχές Μαρτίου 1948 η αποκαλούμενη «Προσωρινή κυβέρνηση» των κομμουνιστών ανακοίνωσε πως έγινε δεκτό το αίτημά της στο Βαλκανικό συνέδριο νεολαίας, όλες οι «δημοκρατικές» χώρες να παράσχουν βοήθεια και να περιθάλψουν 12.000 ανήλικα παιδιά προερχόμενα από την Ελλάδα.

Έναρξη του παιδομαζώματος

Στις 4 Μαρτίου εκείνου του χρόνου, από τον ραδιοσταθμό «Ελεύθερη Ελλάδα» των συμμοριών του ΚΚΕ μεταδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση της αποκαλούμενης Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβερνήσεως: «Στο τελευταίο βαλκανικό συνέδριο των Νέων, το οποίο πραγματοποιήθηκε στο Βελιγράδι στις 3 Μαρτίου 1948, μετά από πρόταση του Έλληνα αντιπροσώπου, αποφασίσθηκε ομόφωνα από όλους τους αντιπροσώπους των δημοκρατικών χωρών να ενδιαφερθούν και να δώσουν βοήθεια σε 12.000 παιδιά από την Ελλάδα. Τα παιδιά αυτά είναι ηλικίας 3-15 ετών. Αυτά θα μεταφερθούν στις γειτονικές δημοκρατικές χώρες, όπου θα τους παρασχεθεί βοήθεια και εκπαίδευση. Για κάθε 25 παιδιά θα υπάρχει μια δασκάλα η οποία θα τα φροντίζει». Αμέσως άρχισε η έξοδος των παιδιών, καθώς οι προσυγκεντρώσεις είχαν ήδη ξεκινήσει από τα τέλη Φεβρουάριου 1948. Η διαταγή της αποκαλούμενης Προσωρινής Κυβερνήσεως του ΚΚΕ ήταν η όλη επιχείρηση να ολοκληρωθεί μέσα σε 15 ημέρες.

Η επιχείρηση μεταγωγής Ελληνοπαίδων προς την αλβανική μεθόριο, άρχισε υπό την εποπτεία των δήθεν αξιωματικών του αυτοαποκαλούμενου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, του Υπολοχαγού του Μήτσου Γκουμπίδη, του Λοχαγού Θωμά Λευτέρη, του Βασίλη Σακελλαρίδη και του Σταύρου Κωτσόπουλου, καθώς και στελεχών της πολιτοφυλακής, ενώ την ευθύνη του συντονισμού είχε ο καθηγητής Κόκκαλης. Σε αυτήν τη φάση τα παιδιά, που όλα ήταν κάτω των 15 ετών, στην πλειονότητά τους παραδόθηκαν από τους γονείς τους οικειοθελώς. Το 50% της δυνάμεως των κομμουνιστοσυμμοριτών αποτελούσαν οι «Σλαβομακεδόνες», 12.000 περίπου, που κατοικούσαν στη Βορειοδυτική Ελλάδα. Επιπλέον οι περιοχές όπου διεξάγονταν οι μάχες κατοικούνταν από σημαντικό αριθμό «Σλαβομακεδόνων». Παράλληλα στον αποκαλούμενο Δ.Σ.Ε. σε σταθερή βάση πολεμούσαν γυναίκες σε ποσοστό που προσεγγίζει το 25%. Με βάση τα ανωτέρω δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα πόσα από τα παιδιά που απήχθησαν ή «μεταφέρθηκαν» στα κομμουνιστικά κράτη του παραπετάσματος ήταν παιδιά «Σλαβομακεδόνων» που οι γονείς τους τα παρέδωσαν για μεταφορά. Πολλοί «Σλαβομακεδόνες» γονείς, ο ένας ή και οι δύο, είχαν περάσει τα σύνορα και περίμεναν να έρθουν και τα παιδιά τους. Αρκετές από τις γυναίκες-μέλη των κομμουνιστικών συμμοριών είχαν αφήσει τα παιδιά τους σε συγγενείς και στη συνέχεια ανέλαβε να τα προωθήσει η κομμουνιστική οργάνωση στις χώρες του ανατολικού μπλοκ.

Η Ελληνική αντίδραση

Η ελληνική κυβέρνηση, στις 27 Φεβρουαρίου 1948, υπέβαλε αγωγή στην Ειδική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Βαλκάνια [UNSCOB], με την οποία κατήγγελλε «ότι Ελληνόπουλα μετακινούνται διά της βίας από τους αντάρτες πέρα από τα σύνορα, την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία, καθώς και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και κρατούνται στις χώρες αυτές. [....] Πράκτορες του "Στρατηγού" Μάρκου έχουν αρχίσει απογραφή παιδιών, ηλικίας 3 έως 14 ετών, στη Βόρεια Ελλάδα» με σκοπό να τα εκπαιδεύσει και να τα εντάξει στα μάχιμα τμήματά του. Στο τέλος της αγωγής, η ελληνική Κυβέρνηση, επισήμανε πως το σχέδιο και η εκτέλεσή του συνιστούσαν το έγκλημα της γενοκτονίας. Στις 29 Φεβρουαρίου, που εορτάζονταν η Διεθνής μέρα υπέρ του παιδιού, Αθηναϊκή εφημερίδα [19] δημοσίευσε ότι οι συμμορίτες απάγουν τα παιδιά ηλικίας 3-14 ετών στην περιφέρεια Καστοριάς, με σκοπό να τα οδηγήσουν στη Ρωσία για να καταστούν καλοί κομμουνιστές.

Τον Ιούνιο του 1949, ο Κόκκαλης συνόδευσε στο όρος Γράμμος, που ελέγχονταν τότε από τον Δ.Σ.Ε., τον Γάλλο ποιητή Paul Éluard και τη γαλλική αντιπροσωπεία. Τον Μάιο του 1949, εμπαθής και τυφλωμένος από τις κομμουνιστικές ιδεοληψίες ο Κόκκαλης ευχαριστούσε τις κυβερνήσεις των Ανατολικών Χωρών για την φιλοξενία των Ελληνόπουλων. Στην αλβανική κυβέρνηση, έγραφε: «Θα ήθελα να διαβεβαιώσω την Εξοχότητά σας, ότι οι απευθυνόμενες από την κυβέρνηση μας ευχαριστίες, εκφράζουν τα συναισθήματα τόσο των γονέων, που μας εμπιστεύτηκαν τα παιδιά τους, τα οποία απειλούντο από τον μοναρχοφασιστικό κίνδυνο και τους εναέριους βομβαρδισμούς, όσο κι εκ μέρους όλου του ελληνικού λαού, στρατευμένου σε έναν αγώνα αποφασιστικής σημασίας για την εξασφάλιση της εθνικής ανεξαρτησίας, τη δημοκρατία και την ειρήνη» [20]. Ο Κόκκαλης, ιθύνων νους του παιδομαζώματος σε τετρασέλιδη ανακοίνωσή του, διατύπωνε την άποψη πως «...τα παιδιά μας ζουν ευτυχισμένα στις Λαϊκές Δημοκρατίες» [21].

Εκτιμήσεις - Συμπεράσματα

Ο Γεώργιος Μανούκας αφηγείται: «...Ημέρα με την ημέρα περίμενα αεροπλάνα να μου φέρουν «φορτίο». Με είχαν διορίσει εκφορτωτή. Ξεφόρτωνα παιδάκια που είχαν αρπάξει «λάφυρα» απ' τη Ρούμελη και Θεσσαλία, απ' την Καρδίτσα και το Καρπενήσι Μόλις άνοιγε η πόρτα του αεροπλάνου ξεμυτούσε από ένα-ένα «καβουράκι». Έτσι είχαν καταντήσει απ' τις ταλαιπωρίες του δρόμου, κι απ' την «ειδική» περιποίηση που έτυχαν στην Αλβανία, ώστε δεν μπορούσε κανένα να κατέβη χωρίς βοήθεια τη σκαλίτσα του αεροπλάνου. Είχα βοηθό στο ξεφόρτωμα ένα Ρώσο ταγματάρχη. Αυτός συνόδευε την αποστολή. Σε ένα φορτίο ανακάλυψα και μια μικρή πατριώτισσά μου. Ήταν απ' το Καρπενήσι. Τη λέγανε Κυρίτση. Την είχαν αρπάξει στη μάχη του Καρπενησίου και την κουβάλησαν ως την Αλβανία....».

Η εφημερίδα «Η Φωνή του Αιγαίου», συνέκρινε την πολιτική του Κ.Κ.Ε. μ' εκείνη των Οθωμανών, γράφοντας ότι μόνο οι σουλτάνοι χώριζαν τα παιδιά απ’ τους γονείς τους και κατηγορούσε ως κύριο υπεύθυνο της τραγωδίας ονομαστικά τον Νίκο Ζαχαριάδη τις απόψεις του οποίου χαρακτήριζε υποκριτικές. Σύμφωνα με όσα έγραψαν οι Αθηναϊκές εφημερίδες: «Πολλά παιδιά τα οποία απήχθησαν προ τριετίας από τους κομμουνιστοσυμμορίτες, βρίσκονται τώρα στη Λ.Δ. της Γερμανίας και εκπαιδεύονται για μελλοντική ανταρτική δράση κατά της Ελλάδας... Στη Βουδαπέστη υπάρχει κεντρικό γραφείο υπό την αιγίδα του πρώην καθηγητή Κόκκαλη, το οποίο συντονίζει όλα τα στρατόπεδα των Ελληνοπαίδων» [22]. Στα αρχεία του αποκαλούμενου Δ.Σ.Ε. στον Γράμμο που εγκαταλείφθηκαν μετά την επικράτηση του Ελληνικού Στρατού, βρέθηκε επιστολή κομμουνιστού ανώτατου εκπαιδευτικού στελέχους προς συναγωνιστή του. Οι εφημερίδες που δημοσίευσαν τότε την επιστολή τόνιζαν πως από μόνη της καταρρίπτει την προπαγανδιστική επιχειρηματολογία του ΚΚΕ, ότι η απαγωγή γινόταν για την προστασία των παιδιών από τους βομβαρδισμούς της αεροπορίας και του στρατού. Η επιστολή αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Μας λέγουν εδώ διάφοροι σύντροφοι ότι δεν κατορθώσατε να ξεπεράσετε τις δυσκολίες που δημιούργησαν στον αγώνα μας οι παράγοντες των ξένων ιμπεριαλιστών. Βλέπουν το κίνημα να είναι πολύ καθυστερημένο. Περίμεναν μεγαλύτερη δράση και ανάπτυξη. Κι εγώ συμφωνώ με αυτές τις απόψεις, γιατί τις βρίσκω πολύ λογικές. Θα έπρεπε να είχε σταλεί στις γειτονικές λαϊκές χώρες τριπλάσιος τουλάχιστον αριθμός παιδιών αντιδραστικών γιατί έτσι θα μπορούσαμε να ενισχύσουμε την προσπάθεια που γίνεται για την οργάνωση και ανάπτυξη του παγκόσμιου προλεταριακού στρατού. Καταλαβαίνετε σ. Τίγρη (σημ. πρόκειται για ψευδώνυμο) πόσο ακατάβλητος θα είναι ο στρατός αυτός όταν σε λίγα χρόνια θα πάρει τη θέση του μέσα στη δράση του Παγκόσμιου Προλεταριακού Κινήματος ενάντια στις καπιταλιστικές χώρες και ειδικά της μοναρχοφασιστικής Ελλάδας...» [23].

Ακόμη και προβεβλημένα στελέχη των κομμουνιστών της Ελλάδος καταδίκασαν και κατήγγειλαν την απάνθρωπη τακτική του παιδομαζώματος. Γράφει σε επιστολή του ο κομμουνιστής Μιχάλης Παρτσαλίδης:

«...Η προώθηση των ανήλικων παιδιών (3-14 χρονών) στις χώρες Ανατολικής Ευρώπης που αποκλήθηκε παιδομάζωμα από τη δεξιά προπαγάνδα δεν έγινε για να σπουδάσουν αυτά τα παιδιά όπως λέγεται και γράφεται. Σκοπός του παιδομαζώματος ήταν να δημιουργήσουν ένα φυτώριο έμψυχου υλικού για το αντάρτικο. Διαφωνώ με τα λόγια κάποιου συνομιλητή της έρευνας που λέει: Δε φέραμε συνάλλαγμα αλλά φέραμε πτυχία. Τα πιστοποιητικά αγνοουμένων και σκοτωμένων παιδιών ηλικίας 15-20 χρονών είναι πολύ περισσότερα από τα πτυχία. Εμπρός στους τόσους νεκρούς Έλληνεςκαι από τις δύο πλευρές τα πτυχία που φέραμε ήταν σταγόνα στον ωκεανό. ...{...}... Πότε πια παιδομάζωμα. Όλα πρέπει να ξεχαστούν εκτός από το παιδομάζωμα για να μην επαναληφθεί...» [24]. 

Το παιδομάζωμα αποτέλεσε την πλέον ειδεχθή πτυχή του συμμοριτοπολέμου. Πολλά απ' αυτά τα παιδιά, έχασαν τη ζωή τους, μεταφερόμενα στις Ανατολικές χώρες, από κακουχίες και βομβαρδισμούς, ενώ άλλα βιάστηκαν, σύμφωνα με μαρτυρίες του Τύπου της εποχής. Κάποια επέστρεψαν στην Ελλάδα, πολέμησαν και σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Στα αρχεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, υπάρχουν αναφορές για ανήλικους έγκλειστους σε στρατόπεδα και φυλακές. Εν κατακλείδι το γενικό σύνολο των απαχθέντων παιδιών στη διάρκεια του κομμουνιστικού παιδομαζώματος έφτασε στις 32.416 παιδιά, ενώ επιπλέον 6.500 παιδιά πέθαναν ή σκοτώθηκαν ανεβάζοντας τον αριθμό τους κοντά στις 40.000. Η 29η Δεκεμβρίου ορίστηκε ως ημέρα Εθνικού πένθους για τα παιδιά-θύματα του παιδομαζώματος της Αριστεράς και την παράνομη κράτηση τους στις κομμουνιστικές χώρες. Σύμφωνα με το πρώτο πρόγραμμα εκδηλώσεων από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων σε όλη την Ελλάδα, στόχος ήταν να συγκεντρωθούν χρήματα που θα δίνονταν στα ίδια τα παιδιά με την επιστροφή τους. Πραγματοποιήθηκαν ομιλίες από συλλόγους και σωματεία και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας [25].

Επίσκεψη στο Βερολίνο

Τον Ιανουάριο του 1948 με έγγραφο της η υπηρεσία Πληροφοριών της Υποδιευθύνσεως της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών ζήτησε από το 11ο γραφείο της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών την αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας του Κόκκαλη, σύμφωνα με τις διατάξεις του Λ.Ζ./1947 Ψηφίσματος της Δ' Αναθεωρητικής Βουλής «περί αποστερήσεως της Ελληνικής Ιθαγένειας προσώπων αντεθνικώς δρώντων....», του αφαιρέθηκε η άδεια ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος και αποστερήθηκε την όποια περιουσία του.

Ο Κόκκαλης με την ιδιότητα του Γραμματέα Παιδείας και χάρις στη Γερμανομάθεια του ορίστηκε, τον Ιανουάριο του 1949, επικεφαλής μιας κομμουνιστικής αντιπροσωπείας που επισκέφθηκε, την ακόμη ενιαία γερμανική πρωτεύουσα, κι έγινε δεκτή με τιμές από την γερμανική ηγεσία της τότε Σοβιετικής Ζώνης Κατοχής [26] Στην επιτροπή συμμετείχαν οι δήθεν στρατηγοί Σαράντης Πρωτόπαπας (Κικίτσας) και Νίκος Κανακαρίδης (Λάμπρος), το μέλος του κεντρικού συμβουλίου του NOF (Narodni Osvobotien Front: Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, η σλαβομακεδονική οργάνωση) δάσκαλος Αντώνης Σικαβίτσας, ο γιατρός Δημήτρης Φωτόπουλος και άλλοι. Η επιτροπή επιδίωκε να ενημερώσει (!) την κοινή γνώμη και να την κινητοποιήσει υπέρ του αγώνα του «ελληνικού λαού» στην ουσία να επιτύχει την περαιτέρω υλική ενίσχυση των συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Διερμηνέας της επιτροπής ορίστηκε ο δημοσιογράφος Θανάσης Γεωργίου, ανταποκριτής της κομμουνιστικής εφημερίδος «Ριζοσπάστης» στην Ανατολική Ευρώπη, γνωστός στους αναγνώστες της εφημερίδος ως «Θανάσης Βόρειος».

Η αντιπροσωπεία κατέλυσε στο πολυτελές ξενοδοχείο Johannishof, κοντά στο σταθμό Friedrichstraße και άρχισε τις εργασίες της στις 26 Ιανουαρίου. Έγινε επίσημα δεκτή από διάφορες πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις, από την Επιτροπή Οικονομικών της χώρας (προπομπό του μετέπειτα Υπουργείου Οικονομικών) καθώς και από το Δημοτικό Συμβούλιο. Στις 30 Ιανουαρίου διοργανώθηκε εκδήλωση στην τότε Κρατική Όπερα του Βερολίνου, η οποία το διάστημα εκείνο, λόγω επισκευών του κτιρίου, στεγαζόταν στο Admiralspalast), όπου μίλησε ο Κόκκαλης, που είχε την ευκαιρία να συναντηθεί και με τον Υπουργό Παιδείας, Paul Wandel, γνωριμία που θα αποδειχθεί καθοριστική για την εγκατάσταση του στο Ανατολικό Βερολίνο αλλά και για την επιστημονική του σταδιοδρομία ενώ συζητήθηκε η πιθανότητα να φιλοξενηθούν παιδιά του παιδομαζώματος στο τμήμα της υπό Σοβιετική κατοχή Γερμανικής πρωτεύουσας.

Ο τότε επικεφαλής της Ελληνικής Στρατιωτικής Αποστολής στο ελεύθερο Βερολίνο αξιωματικός Διαμαντόπουλος από την αποδελτίωση του ανατολικού Τύπου και από πληροφορίες των πρακτόρων του σημειώνει πως με την έλευση και δραστηριοποίηση της «αντιπροσωπείας συμμοριτών», ακολούθησαν εκδηλώσεις συμπαραστάσεως που συνοδεύτηκαν από την συγκέντρωση χρημάτων και ιατροφαρμακευτικού υλικού, την αγορά 20 φορητών ασυρμάτων και 5 μαγνητοφώνων, δίχως να είναι σαφές αν υπήρξε και αγορά όπλων. Ο Κόκκαλης, ως πρόεδρος της Επιτροπής «Βοήθεια στο Παιδί» (Ε.Β.Ο.Π.), θα επισκεφθεί ξανά το ανατολικό Βερολίνο μετά από λίγους μήνες, και θα συναντηθεί, για μια ακόμη φορά, με τον υπουργό Παιδείας Paul Wandel, με σκοπό να τακτοποιηθούν ζητήματα σχετικά με την εκπαίδευση των ανήλικων παιδιών, θυμάτων του παιδομαζώματος.

Αυτοεξόριστος

Στο τέλος του Αυγούστου του 1949 όταν ο Ελληνικός στρατός κατέλαβε το βουνό, o Κόκκαλης μαζί με την οικογένεια του βρέθηκε αρχικά στο Βελιγράδι, στη συνέχεια στην Ουγγαρία και το 1950 εγκαταστάθηκαν στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας. Ο Πέτρος δύσκολα έβρισκε εκεί τις ιδανικές συνθήκες για να ασκήσει το επάγγελμά του ή να εξελίξει την επιστήμη του, κι ήταν απαραίτητο να εξευρεθεί μια διέξοδος όμως η Νίκη Κόκκαλη αρνείτο πεισματικά τη μετακόμιση, τουλάχιστον έως ότου ολοκληρώσει ο Σωκράτης το γυμνάσιο. Στις 31 Μαΐου του 1950 ο Πέτρος διατύπωσε, απευθυνόμενος στην Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος, την επιθυμία του να επανέλθει στην άσκηση των ιατρικών του καθηκόντων. Το ίδιο αίτημα επανέλαβε και στον Νίκο Ζαχαριάδη, ο οποίος επισκέφθηκε τον Κόκκαλη στο σπίτι που διέμενε στο Βουκουρέστι, ζητώντας επιπροσθέτως στην ίδια συνάντηση τη βοήθεια του κομμουνιστή ηγέτη προκειμένου να σπουδάσει Πυρηνική Φυσική στο Πανεπιστήμιο Λομονόσοφ στη Μόσχα, ο γιος του Σωκράτης.

Στη Ρουμανία, το 1951, συμμετείχε στην υποχρεωτική διαδικασία ανακαταγραφής των μελών του Κ.Κ.Ε. που είχε διατάξει ο Νίκος Ζαχαριάδης κι αφορούσε όλους τους συμμορίτες που βρίσκοντας στην Ανατολή Ευρώπη. Η ανακαταγραφή των μελών του Κόμματος ήταν μια τελετουργία κομματικής «Ιεράς Εξετάσεως» όπου τα μέλη έπρεπε να αποδείξουν με κάθε τρόπο την πίστη τους στην ηγεσία. Ενδεικτική της διαδικασίας είναι το τέλος του Κώστα Καραγιώργη που αφού αρχικά φυλακίστηκε σε ένα ανήλιο υπόγειο της φυλακής Μαρτζινένι στο Πιτέστι της Ρουμανίας καταδικασμένος από τους ίδιους τους συντρόφους του, στη συνέχεια πέθανε ή δολοφονήθηκε και το σώμα του δεν βρέθηκε ποτέ [27]. Στη συνέλευση όπου κλήθηκε να συμμετάσχει ο Κόκκαλης, προκειμένου να διατηρήσει το κομματικό του βιβλιάριο και στην ουσία να διασώσει τη ζωή του κι αυτή των μελών της οικογενείας του, συμμετείχαν 21 κομμουνιστές ενώ απουσίαζαν μεταξύ άλλων τόσο ο Γρηγόρης Φαράκος, όσο και ο Κώστας Θέος. Στο σώμα συμμετείχαν ο Κώστας Λουλές και ο Απόστολος Γκρόζος, ο επονομαζόμενος και Παππούς [28]. Οι δύο τους, προσωπικοί φίλοι του Ζαχαριάδη, έκαναν ερωτήσεις στον γιατρό Κόκκαλη -επίσης προσωπικό φίλο του Νίκου Ζαχαριάδη, κι είχαν πάρει γραμμή να μην τον ταλαιπωρήσουν.

Επικεφαλής της ανακριτικής διαδικασίας ήταν η γνωστή Έλλη Αλεξίου η οποία φρόντισε να νουθετήσει τον Κόκκαλη για τα απομεινάρια της αστικής του ευγένειας. Η Αλεξίου τον αποκαλεί «φίρμα» και τον εξισώνει με τον Γάλλο κομμουνιστή και μέλος του Κ.Κ.Γ. Ζουλιό Κιουρί αλλά και με τον ρώσο λογοτέχνη Ίλια Έρενμπουργκ. Είπε η Αλεξίου: «Εμείς τιμητική φίρμα έχουμε τον σ. Κόκκαλη. Στη δουλειά είναι σαν ένα απλό μέλος που έχει δώσει όλο το είναι του στο Κόμμα. Ό,τι του ανατεθεί γίνεται σαν μια στενά ατομική με πάθος υπόθεση και δεν ησυχάζει αν δεν την φέρει σε πέρας. Αυτή η ζέση συχνά τον φέρνει σ’ άλλο άκρο: να κάνει ζημιά στην υγεία του. Για μένα αυτή είναι η αδυναμία του. (...) Θα πρέπει η ΚΟΒΑ μας να του εκφράσει το καθήκον να φυλάγει την υγεία του. Για την ευθιξία του είναι εύθιχτος. Αλλά με ένα σπάνιο τρόπο πολιτισμένο. Δεν θίγει, δεν προσβάλλει, αλλά μεταβάλλεται σε μια ατομική του κατάθλιψη και εσωτερική του στεναχώρια» επισείοντας πάνω από το κεφάλι του τον κίνδυνο να πάψει αυτό να είναι στη θέση του. Η συνέλευση των κομματικών μελών αποφάσισε ομόφωνα να διατηρήσει ο Κόκκαλης το κομματικό βιβλιάριο και την ιδιότητα του μέλους του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Στις απομαγνητοφωνήσεις του τμήματος λήψεων του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας, που αφορούν το Δελτίον λήψεων Ραδιοσταθμού Συμμοριτών της 2ας Μαρτίου 1952 δηλαδή μια ημέρα μετά την ανακοίνωση της καταδίκης σε θάνατο του Νίκου Μπελογιάννη, γίνεται αναφορά στην έκκληση του Κόκκαλη εκ μέρους της επιτροπής Πολιτικών Προσφύγων από την Ελλάδα προς τον πρόεδρο της Γενικής Συνέλευσης του Ο.Η.Ε., τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης, τις κυβερνήσεις όλων των χωρών και τη Διεθνή Ένωση Δημοκρατικών Νομικών, με την οποία ζητά την παρέμβασή τους για να αποτραπεί η εκτέλεση των Μπελογιάννη, Ιωαννίδου, Λαζαρίδη, Καλούμενου και των άλλων 4 καταδικασμένων.

Το 1954 ο Κόκκαλης ταξίδεψε στο υπό Σοβιετική κατοχή Βερολίνο για να συμμετάσχει στην Έκτακτη Συνδιάσκεψη του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης, από τις 23 έως τις 28 Μαΐου. Στη συνδιάσκεψη συμμετείχαν ως εκπρόσωποι, ο Λέων Μανωλίδης και ο Μιχάλης Στριγγάρης, από την Κύπρο ο Βάσος Λυσαρίδης και ο Ανδρέας Πουγιούρος. Την αποκαλούμενη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας εκπροσωπούσαν ο Bertolt Brecht, η σύζυγός του Helene Weigel, η Anna Seghers και ο Arnold Zweig, ενώ ένας από τους εκπροσώπους της Τουρκίας ήταν ο ποιητής Nazim Hikmet. Στην τοποθέτηση του στη Συνδιάσκεψη ο Κόκκαλης αναφέρθηκε στα ζητήματα ειρήνης που αφορούσαν την Ελλάδα, δηλαδή στην εγκατάσταση αμερικανικών βάσεων και την αποθήκευση πυρηνικών όπλων, στις υπέρογκες δαπάνες της χώρας για εξοπλισμούς, καθώς και στις σχέσεις της με τις γειτονικές σοσιαλιστικές χώρες. τελευταία φορά, πριν την μόνιμη εγκατάσταση του εκεί, ο Κόκκαλης ταξίδεψε στο Ανατολικό Βερολίνο με αφορμή την Πρώτη Ετήσια Συνεδρίαση της Ανατολικό-Γερμανικής Ακαδημίας Επιστημών, στο διάστημα 28 Μαρτίου έως 2 Απριλίου 1955 κι είχε τη δυνατότητα να τακτοποιήσει τις τελευταίες εκκρεμότητες πριν ξεκινήσει, λίγες μέρες αργότερα, η επίσημη τυπική διαδικασία της οικογενειακής μετεγκαταστάσεως του στη χώρα. Την ίδια εποχή παύει η ενασχόληση του με τα θέματα της Ε.ΒΟ.Π., της οποία ήταν υπεύθυνος ως τότε.

Κομμουνιστικό Συμβούλιο Ειρήνης

Ο Κόκκαλης συμμετείχε:

  • στις 6 Αυγούστου του 1948, στο πρώτο παγκόσμιο συνέδριο των διανοουμένων για την ειρήνη, στην Πολωνία.
  • το 1950 στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης, στη Βαρσοβία, και αναδείχτηκε μέλος του, μαζί με τον Ισπανό ζωγράφο Πάμπλο Πικάσο, [Pablo Picasso], τον ποιητή Λουί Αραγκόν, [Louis Aragon], τους φυσικούς Ζολιό Κιουρί, [Frédéric Joliot-Curieυ] και Τζον Μπερνάλ Ντέσμοντ, [John Desmond Bernal] και τον ηθοποιό Υβ Μοντάν, [Yves Montand],
  • στις 16 έως τις 19 Δεκεμβρίου 1961 στη συνεδρίαση του συμβουλίου Ειρήνης στη Στοκχόλμη, μαζί με τον γιατρό Βασίλη Δημησιάνο.

Από το 1957 ως το 1962 και τον θάνατο του διετέλεσε πρόεδρος της Κ.Ε.Π.Π.Ε. [Κεντρική Επιτροπή Πολιτικών Προσφύγων Ελλάδος. Ως πρόεδρος της Επιτροπής συμμετείχε, μαζί με τη Ρούλα Κουκούλου-Ζαχαριάδη και τον Μιλτιάδη Πορφυρογένη, στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης.

Εγκατάσταση στην Ανατολική Γερμανία

Ο Κόκκαλης χρησιμοποίησε τις προσωπικές του σχέσεις με τον Paul Wandel, τότε Υπουργό Παιδείας και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Ανατολικογερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος, προκειμένου να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ανατολική Γερμανία και να ασχοληθεί με την επιστημονική έρευνα. Στις 8 Ιουλίου 1954, το Υπουργικό Συμβούλιο της Λ.Δ. της Γερμανίας αποφάσισε την δημιουργία ενός νέου ινστιτούτου ερευνών της καρδιάς και του κυκλοφορικού συστήματος και η Ακαδημία Επιστημών δημιούργησε το σχήμα δυο συνεργαζόμενων ινστιτούτων έρευνας.

Η αίτηση για μετεγκατάσταση του Κόκκαλη, προς την Κ.Ε. του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος και μέσω αυτής προς το Κομμουνιστικό Κόμμα Ανατολικής Γερμανίας, ευνοήθηκε από το γεγονός ότι 7.500 περίπου γιατροί, περισσότεροι από το μισό του ιατρικού προσωπικού της, είχαν διαφύγει ή εγκαταλείψει την Ανατολική Γερμανία. Έτσι, με την άδεια του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, το Τμήμα Προπαγάνδας και Επιστήμης της Κεντρικής Επιτροπής του αντίστοιχου Ανατολικογερμανικού συμφώνησε, στις 13 Απριλίου 1955, στην εγκατάσταση του Κόκκαλη, καθώς όπως έγραφε η εισήγηση «Ο σύντροφος καθηγητής Κόκκαλης είναι γνωστός του συντρόφου Wandel, ως ένας αγωνιστής με πολύ καθαρούς πολιτικούς στόχους». Πριν εγκαταλείψει το Βουκουρέστι συναντήθηκε με τον Νίκο Ζαχαριάδη από τον οποίο ζήτησε να φροντίζει το γιό του Σωκράτη και να επιμεληθεί ώστε να σπουδάσει πυρηνική Φυσική σε Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Με τη σύζυγο και την κόρη τους Αυγή-Πολυξένη, χωρίς όμως το γιο τους Σωκράτη, εγκατέλειψαν τη Ρουμανία και εγκαταστάθηκαν σε άνετη μονοκατοικία στη Waldstr. 36, στην περιοχή Berlin-Johannisthal.

Στις 7 Ιουνίου 1955 ο Κόκκαλης διορίστηκε Διευθυντής του Ινστιτούτου πειραματικής χειρουργικής του κυκλοφορικού, [Arbeitsstelle für experimentelle Kreislaufchirurgie], (το 1960 μετονομάστηκε σε Ινστιτούτο πειραματικής καρδιοαγγειοχειρουργικής, [Arbeitsstelle für experimentelle Herz- und Gefäßchirurgie]). Την 1η Ιουλίου 1955 υπογράφτηκε το συμβόλαιο εργασίας με την Ακαδημία Επιστημών. Μ' αυτό ο Κόκκαλης υποχρεώνονταν σε εχεμύθεια ως προς το αντικείμενο της εργασίας και τα υπηρεσιακά θέματα της Ακαδημίας, ακόμα και μετά τη λήξη του συμβολαίου. Οι δημοσιεύσεις των ερευνών του, δηλώσεις πατεντών ή ενδεχόμενες επαγγελματικές συναλλαγές του με άλλους φορείς, επιτρέπονταν μόνο με τη συγκατάθεση της Ακαδημίας η οποία υποχρεώνονταν να του εξασφαλίζει επαρκή επιστημονική βιβλιογραφία από το εξωτερικό, να υποστηρίζει οικονομικά τα υπηρεσιακά και επιστημονικά ταξίδια του εκτός χώρας και να παρέχει κάθε υποστήριξη, προκειμένου τα παιδιά του να λάβουν την εκπαίδευση της επιθυμίας του, μέσα στην χώρα. Ο μηνιαίος μισθός που συμφωνήθηκε ήταν πολλαπλάσιος του μισθού διευθυντή ινστιτούτου κατά το μισθολόγιο της Ακαδημίας, ενώ είχε ρυθμιστεί παράλληλα και η δυνατότητα καταβολής διαφόρων πριμ.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν επικράτησε στις εκλογές το 1956 και ανακηρύχθηκε πρωθυπουργός ενημέρωσε μέσω τρίτου τον Κόκκαλη ότι ήταν ευπρόσδεκτος να επιστρέψει στην Ελλάδα πιστεύοντας ότι θέλει χωρίς να κάνει δημόσιες τοποθετήσεις. Τον Οκτώβριο του 1959 και τον Δεκέμβριο του επόμενου έτους, του καταβλήθηκε ένα χρηματικό πριμ, μισού μισθού επιπλέον κάθε φορά, ενώ από την 1η Ιανουαρίου 1961 ο μηνιαίος μισθός του αυξήθηκε σε ποσοστό 12,5%.

Επιστημονικό έργο

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1945 ο Κόκκαλης ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Επιστημονικής Εταιρείας Μελέτης Νεοελληνικών Προβλημάτων «Επιστήμη-Ανοικοδόμηση», [ΕΠ-ΑΝ], και υπήρξε ο πρώτος εισηγητής, στην ιδρυτική διάσκεψη της [29]. Η επιστημονική και επαγγελματική δραστηριότητα του στην Ανατολική Γερμανία, αναπτύχθηκε στα πλαίσια της Ακαδημίας Επιστημών, [Deutsche Akademie derWissenschaften zu Berlin], στο Βερολίνο, της οποίας δεν είναι απόλυτα σαφές αν υπήρξε [30] [31] μέλος, ενώ επίσης δεν ανέλαβε ποτέ προσωπικός γιατρός του ανατολικογερμανού ηγέτη Walter Ulbricht.

Το ινστιτούτο στο οποίο εργάστηκε ο Κόκκαλης στεγάστηκε τον Νοέμβριο 1955, στο Δημοτικό Νοσοκομείο, [Städtisches Krankenhaus], του Friedrichshain, για την πραγματοποίηση των εγχειρητικών πειραμάτων διατέθηκε ένα καταφύγιο, [Bunker], ενώ για τα πειραματόζωα υπήρχαν χώροι στάβλων στην ίδια έκταση. Αποδέχτηκε την παραχώρηση τον Απρίλιο του 1956 όμως κατόρθωσε να ξεκινήσει τα πρώτα του πειράματα με σκύλους τον Οκτώβριο του 1956, ενώ προσέλαβε και το γιατρό Νίκο Μαγκάκη, για τον τομέα ιστολογίας. Αντικείμενο των πειραμάτων του σε σκύλους ήταν οι παθήσεις της καρδιάς και οι δυνατότητες επεμβάσεων, κυρίως μετά από εμφράγματα, αρρυθμίες ή ανακοπή. Στις 3 Μαΐου 1957 και όταν έγινε ξεκάθαρο ότι «η ανακήρυξη του Δρ Πέτρου Κόκκαλη σε Καθηγητή με ανάθεση διδασκαλίας αποτελεί επιθυμία της Κεντρικής Επιτροπής», η Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Humboldt αποφάσισε ότι θα δίδασκε Χειρουργική έως δυο ώρες την εβδομάδα, στο νοσοκομείο του Friedrichshain, εισπράττοντας ωρομίσθια αμοιβή. Η απόφαση εγκρίθηκε από τον Υφυπουργό Παιδείας Dr. Wilhelm Girnus, στις 10 Σεπτεμβρίου 1957, ως ακολούθως «Προσδοκώ ότι θα χρησιμοποιήσετε τις γνώσεις και τις ικανότητές σας στη Λαϊκή Δημοκρατία Γερμανίας για την επιστήμη στην υπηρεσία της ειρήνης και ότι θα δικαιώσετε την εμπιστοσύνη, που σας αποδεικνύει με αυτόν εδώ τον τρόπο η ΛΔ Γερμανίας», ενώ από τον ίδιο μήνα είχε στη διάθεση του υπηρεσιακό αυτοκίνητο με οδηγό.

Συνεργάστηκε με τον Wladimir Petrowitsch Demichow, Σοβιετικό χειρουργό και ειδικό στον τομέα των μεταμοσχεύσεων οργάνων, τον οποίο επισκέφτηκε από το Νοέμβριο του 1957 έως τον Ιανουάριο του 1958 στη Μόσχα και το Λένινγκραντ. Τον Δεκέμβριο του 1958 συμμετείχαν, στην Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστήμιου «Karl Marx» της Λειψίας και στο νοσοκομείο του Friedrichshain στο Βερολίνο, σε μια σειρά από μεταμοσχεύσεις καρδιάς και πνεύμονα, επεμβάσεις αγγειοπλαστικής, μεταμοσχεύσεις μεγαλύτερων συμπλεγμάτων οργάνων και μεταμοσχεύσεις κεφαλής σε σκύλους, που προβλήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1959, στην τηλεόραση της Ανατολικής Γερμανίας. Ο Κόκκαλη συμμετείχε, το Σεπτέμβριο του 1958, στο 3ο Παγκόσμιο Συνέδριο Καρδιολογίας στις Βρυξέλλες, το καλοκαίρι του 1959 επισκέφτηκε το Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, για μια σειρά ομιλιών, το Μάιο του 1960 επισκέφτηκε την Πανεπιστημιακή Κλινική της Βασιλείας στην Ελβετία, ενώ τον Ιούνιο περιόδευσε και πάλι στη Σουηδία, στις πόλεις Στοκχόλμη, Ουψάλα και Μάλμε.

Συγγραφικό έργο

Ο Πέτρος Κόκκαλης συνδημιούργησε το έργο:

  • «Χειρουργική», [το 1934 σε δύο τόμους, με την επιμέλεια των Κόκκαλη-Καΐρη],

ενώ τα επόμενα χρόνια δημοσίευσε πολυάριθμες επιστημονικές εργασίες του σε αναγνωρισμένα γερμανικά και διεθνή ιατρικά περιοδικά.

«Διακρίσεις»

Στον Κόκκαλη απονεμήθηκαν:

  • το Μετάλλιο της Ειρήνης, στις 18 Σεπτεμβρίου 1961, από το Ανατολικό-Γερμανικό Συμβούλιο Ειρήνης,
  • το παράσημο Λάβαρο της Εργασίας, το Δεκέμβριο του 1961, από τον Walter Ulbricht «προς τιμήν των εξαιρετικών επιδόσεών του».

Το τέλος του

Το απόγευμα της Δευτέρας 15 Ιανουαρίου 1962 ο Πέτρος Κόκκαλης είχε συμφωνήσει να συνοδέψει το Σωκράτη και την Αυγή-Πολυξένη σε παράσταση στο Κρατικό Θέατρο του Ανατολικού Βερολίνου, όμως δεν εμφανίστηκε στις 19:00 όπως είχαν συμφωνήσει και μάταια τον περίμεναν τα παιδιά του, έτσι ο Σωκράτης τηλεφώνησε στο σπίτι τους όπου έμαθε το δυσάρεστο νέο από την μητέρα τους.

Ο θάνατος του Κόκκαλη προήλθε από καρδιακό επεισόδιο, τις ύστερες απογευματινές ώρες της Δευτέρας 15 Ιανουαρίου του 1962, στο γραφείο του μέσα στη Γερμανική Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου (Deutsche Akademie der Wissenschaften zum Berlin), όπου τον αντίκρυσε άπνου η Νίκη Κουλέτση-Κόκκαλη. Από τους πρώτους που συνέδραμαν την οικογένεια στο πένθος της ήταν ο κομμουνιστής δημοσιογράφος Θανάσης Γεωργίου, που κατοικούσε σε γειτονικό σπίτι με το δικό τους. Η είδηση ανακοινώθηκε την Τρίτη 16 Ιανουαρίου από το ραδιοφωνικό σταθμό «Φωνή της Αλήθειας», στη Ρουμανία, όπου έφτασε από τηλεγράφημα του Γεωργίου. Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ στην ανακοίνωση θανάτου του Κόκκαλη ανέφερε:

«Η Κ. Ε. του Κ.Κ.Ε. αναγγέλλει με βαθύτατη θλίψη το θάνατο του εξέχοντα επιστήμονα και αγωνιστή της ειρήνης και της δημοκρατίας καθηγητή σ. Πέτρου Κόκκαλη. Ο καθηγητής Πέτρος Κόκκαλης πέθανε από καρδιακή προσβολή στη διάρκεια της εργασίας του στο Ινστιτούτο Πειραματικής Χειρουργικής της Καρδιάς και των Αιμοφόρων Αγγείων, της Γερμανικής Ακαδημίας Επιστημών, που διηύθυνε. Πέθανε πάνω στο καθήκον. Ο θάνατος του καθηγητή συντρόφου Πέτρου Κόκκαλη είναι μεγάλη απώλεια για το προοδευτικό κίνημα της Ελλάδας και την Επιστήμη.».  

Το συλλυπητήριο τηλεγράφημα του Ulbricht στη Νίκη Κόκκαλη, έγραφε: «στο πρόσωπο του συζύγου σας χάνουμε ένα σύντροφο, ο οποίος πρωτίστως ως άνθρωπος και ως ερευνητής κατέκτησε έξω από τα σύνορα της πατρίδας του και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας το σεβασμό, την αναγνώριση και το διεθνές κύρος» ενώ ο ραδιοσταθμός της Μόσχας χαρακτήρισε το θάνατο του Κόκκαλη «απώλεια για το φιλελεύθερο ελληνικό λαό και το παγκόσμιο κίνημα ειρήνης». Στις 17 Ιανουαρίου η εφημερίδα «Αυγή» των Αθηνών έγραφε: «Τη νύκτα της Δευτέρας πέθανε αιφνιδίως στο Βερολίνο ο καθηγητής Κόκκαλης». Στο σύντομο ρεπορτάζ αναφερόταν:

«Τηλεγράφημα από το Ανατολικό Βερολίνο προς την εφημερίδα μας ανήγγειλε χθες το θάνατο του διαπρεπούς Έλληνος επιστήμονος Πέτρου Κόκκαλη. Το τηλεγράφημα έχει ως εξής: Ο καθηγητής δρ. Πέτρος Κόκκαλης απεβίωσε αιφνιδίως τη νύκτα της Δευτέρας προς την Τρίτη. Η κηδεία του Κόκκαλη, ο οποίος ήταν συνεργάτης στα ζητήματα κυκλοφορίας του αίματος της Γερμανικής Ακαδημίας του Βερολίνου, θα γίνει το πρωί της προσεχούς Κυριακής στο κρεματόριο του Ανατ. Βερολίνου».

Τη επομένη, 16 Ιανουαρίου, η κομμουνιστική εφημερίδα «Neues Deutschland» δημοσίευσε το τελευταίο άρθρο που έγραψε ο Κόκκαλης με τίτλο «Εκλογική απάτη και πολιτική πυρηνικών εξοπλισμών στην Αθήνα». Στο άρθρο ο Κόκκαλης επιτίθονταν στην κυβέρνηση Καραμανλή και απέδιδε την εκλογή του στο κλίμα βίας και νοθείας που είχε επιβάλει στο εκλογικό σώμα, αλλά και για την οικονομική της πολιτική, τις διώξεις των χιλιάδων αριστερών στη χώρα καθώς και για τα προγράμματα στρατιωτικών εξοπλισμών και τις υπηρεσίες της στο ΝΑΤΟ, ενώ ταυτόχρονα τόνιζε την ανάγκη συνεργασίας των πατριωτικών, προοδευτικών δυνάμεων στην Ελλάδα, τουλάχιστον σε ένα μίνιμουμ κοινού προγράμματος.

Μεταφορά της σορού στην Ελλάδα

Η οικογένεια Κόκκαλη με τηλεγράφημά της, το οποίο εστάλη προς την Ελληνική Κυβέρνηση και προσωπικά στον τότε Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή που διαβίβασε το ανατολικογερμανικό υπουργείο Εξωτερικών, ζήτησε να ταφεί η σορός του στην Ελλάδα. Το τηλεγράφημα που υπέγραφε η σύζυγός του Νίκη Κόκκαλη, ανέφερε: «Παρακαλώ, όπως μου επιτρέψετε να μεταφέρω και ενταφιάσω στας Αθήνας τη σορό του καθηγητού Πέτρου Κόκκαλη. Μετά ολιγοήμερη παραμονή μου στας Αθήνας θα επιστρέψω στο Βερολίνο». Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, έδωσε την έγκριση, επηρεασμένος και από την προπολεμική προσωπική τους γνωριμία, αλλά και από το γεγονός ότι η πεθερά του, μητέρα της τότε συζύγου του Αμαλίας Κανελλοπούλου, είχε χειρουργηθεί από τον Πέτρο Κόκκαλη, υπό τους όρους:

  • να έχουν ενημερώσει για την ημέρα και ώρα αφίξεως της σορού στο αεροδρόμιο,
  • να μεταφερθεί αμέσως στο νεκροταφείο και
  • η χήρα με τα παιδιά τους να μείνει μόνο για 5 ημέρες στην Ελλάδα.

Ο Σωκράτης Κόκκαλης σε συνέντευξή του διηγήθηκε πως η σορός του πατέρα του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα, με ενδιάμεσο σταθμό την Βουδαπέστη, με αεροπλάνο τύπου Dacotta της Τσεχοσλοβακικής Πολιτικής Αεροπορίας στο οποίο επέβαιναν ο ίδιος, η μητέρα και η αδελφή του. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού στις 17:05'το απόγευμα του Σαββάτου 28 Ιανουαρίου 1962. Στο υπόμνημα του αστυνομικού διευθυντή Κωνσταντίνου Τασιγιώργου αναφέρεται ότι: «...Εις το αεροδρόμιον παρευρέθησαν βουλευταί της ΕΔΑ, τέως βουλευταί, στελέχη ταύτης, ο βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου Παπασπύρου Δημήτριος, ο ποιητής Ρίτσος Ιωάννης, οι ηθοποιοί Αλεξανδράκης Αλέξανδρος και Γεωργούλη Αλέκα, ο μουσικός Θεοδωράκης Μίκης και διάφοροι άλλοι κομμουνισταί ουχί πέραν των 80 έως 100 ατόμων». Η σορός τοποθετήθηκε σε νεκροφόρο αυτοκίνητο καλύφθηκε με την Ελληνική σημαία και μεταφέρθηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών όπου τοποθετήθηκε σε νεκρικό θάλαμο. Στο Κοιμητήριο είχαν συγκεντρωθεί 1.500-2.000 άτομα, σύμφωνα με την εκτίμηση της Αστυνομίας, τα οποία εκδήλωσαν τα πολιτικά τους φρονήματα και την συμπάθεια τους προς τον νεκρό.

Ταφή του Πέτρου Κόκκαλη

Στις 10:00 το πρωί της Κυριακής, 29 Ιανουαρίου 1962, ο Πέτρος Κόκκαλης κηδεύτηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Επικήδειους λόγους εκφώνησαν, ο Γεώργιος Κριμπάς, τότε Πρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, ο Ηλίας Ηλιού, ο Δημήτρης Παπασπύρου (μετέπειτα πρόεδρος της Βουλής εκλεγμένος από το κόμμα Νέα Δημοκρατία), ο Γεώργιος Σπηλιόπουλος, ο ανεξάρτητος βουλευτής Γρηγόρης Λαμπράκης, συνεργαζόμενος με την Ε.Δ.Α., αναφέροντας μεταξύ άλλων πως «ο επιστημονικός κόσμος και ιδιαιτέρως οι ιατροί που εγνώρισαν ή συνεργάστηκαν μαζί σου, καθώς κι εμείς οι μαθητές σου, δεν θα λησμονήσουμε ποτέ τον σοφό δάσκαλο και τον γίγαντα χειρουργό», ο Ζαχαρίας Ζαχαρόπουλος, ανάδοχος του Κόκκαλη, ενώ ποίημα του απήγγειλε ο Γιάννης Ρίτσος. Λίγο πριν η σορός του Πέτρου Κόκκαλη εναποτεθεί στο μνήμα μίλησε για λίγο και ο Κοσμάς Πολίτης, τότε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Μετά την κηδεία του Κόκκαλη στο Α' Νεκροταφείο, διαβιβάστηκε στην Υπηρεσία Πληροφοριών της Κρατικής Ασφάλειας, στις 31 Ιανουαρίου 1962, λίστα με 75 «δεδηλωμένους κομμουνιστές».

Μεταθανάτιες «διακρίσεις»

Στις 15 Ιανουαρίου 1962 το περιοδικό των πολιτικών προσφύγων «Πυρσός», που τυπωνόταν στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, έγραψε για τον Κόκκαλη: «Κλίνε για λίγο Ελλάδα το γόνυ και γύρε τις σημαίες σου μεσίστιες. Ένα μεγάλο παιδί Σου έπαψε να ζει. Και σεις που δουλεύετε στις φάμπρικες ή στον κάμπο. Και σεις που σκυμμένοι πάνω στα βιβλία προσπαθείτε να γνωρίσετε τα μυστικά της ζωής, σταματήστε μια στιγμή. Σήμερα πέθανε ένας μεγάλος ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Έπαψε να χτυπά η καρδιά που έκλεισε μέσα της, Εσένα Πατρίδα, όλους τους καημούς και τους πόθους του βασανισμένου σου λαού. Πέθανε ο Πέτρος Κόκκαλης. Ο επιστήμονας, που και μακριά από τα χώματά Σου Σε δόξαζε και Σε τιμούσε. Ο αγωνιστής, που μέχρι την τελευταία του πνοή πάλευε για τη Ζωή και την Ευτυχία. Ενός λεπτού σιγή για τον Πέτρο Κόκκαλη πού πέθανε».

Πριν το 1995 η οδός Λάχητος, στο τμήμα της μεταξύ του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και του κτιρίου της Αμερικανικής Πρεσβείας, μετονομάστηκε σε οδό Πέτρου Κόκκαλη με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων. Στις 5 Οκτωβρίου 2008, παρουσία του εγγονού του Πέτρου Σωκράτη Κόκκαλη, στήθηκε η προτομή του στο ύψωμα Βέρτενικ του Γράμμου στο χωριό Βροντερό της Πρέσπας, απέναντι από το Λιανοτόπι όπου βρισκόταν και λειτουργούσε ένα από τα νοσοκομεία του αποκαλούμενου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, των κομμουνιστικών συμμοριών. Στην βάση της προτομής που τοποθέτησε η Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. αναφέρεται πως ο Πέτρος Κόκκαλης «..μπήκε βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή, πιο βαθιά στη γνώση του κόσμου, Στρατεύτηκε για τη δημιουργία του «μελλούμενου πολιτισμού» (!).

Μνήμη Πέτρου Κόκκαλη

Ο συγγραφέας Θανάσης Χρήστου σε συνέντευξη που παραχώρησε για το βιβλίο του με θέμα τη ζωή του καθηγητή Πέτρο Κόκκαλη και την προσωπικότητα του αναφέρεται σ' αυτόν και τον χαρακτηρίζει ως «άνθρωπο των υπερβάσεων» κάτι που δεν προκύπτει από την αντικειμενική στάθμιση της ζωής και του έργου του, παρά μόνο αν προσεγγίσεις την προσωπικότητα του Κόκκαλη υπό τη συγκεκριμένη ιδεολογική θεώρηση του για την κοινωνία, αυτής του συνεπούς μέλους και πιστού υπηρέτη των συμφερόντων του κομμουνιστικού κινήματος. Αν και για τον Πέτρο Κόκκαλη έχει γραφεί πως «...υπήρξε άνθρωπος που μοναδικό μέτρο στη ζωή του ήταν η ανθρώπινη ζωή» εντούτοις ο βίος και η πολιτεία του, από τη στιγμή της εμπλοκής του στην πολιτική και της επιλογής του να στηρίξει «το κόμμα της προδοσίας και του εγκλήματος», σύμφωνα με τη γνωστή ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου, απέδειξε ακριβώς το αντίθετο.

Είναι αλήθεια ότι υπήρξε κορυφαίος επιστήμονας και εξαιρετικός ιατρός χειρουργός κι, ίσως, όχι μόνο. Στις κομματικές αφίσες της εποχής ο Κόκκαλης φωτογραφίζεται ως να υπερασπίζεται μια Ελεύθερη, Ανεξάρτητη και Δημοκρατική Ελλάδα ενώ οι καθοδηγούμενες διηγήσεις μελών του κόμματος τον εμφανίζουν ως «..Κορυφαία μορφή και εμβληματική προσωπικότητα» υπήρξε μόνο για τους συνοδοιπόρους του στον αγώνα για τον ακρωτηριασμό της Ελλάδος, την παράδοση της στα χέρια των Σλάβων και την μετατροπή της σε μια εξαθλιωμένη και υπανάπτυκτη χώρα που για δεκαετίες θα ζούσε κρυμμένη πίσω από το «Σιδηρούν Παραπέτασμα», υπόδουλη στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και παραδομένη στις κομμουνιστικές δοξασίες και ιδεοληψίες. Ο Κόκκαλης διέθετε αναμφισβήτητη επιστημονική αξία, όμως τη συνδύασε με φανατική πίστη σε λανθασμένες θεωρίες και βλαπτικές για πλειάδα συνανθρώπων του τους οποίους, άλλους έβλαψε με τρόπο ανεπανόρθωτο και από άλλους στέρησε την ίδια τους τη ζωή, δίχως να εκφράσει την παραμικρή μεταμέλεια ως το τέλος του βίου του.

Μετά την οριστική ήττα των συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, την περιπλάνηση του στις χώρες που βρίσκονταν υπό κομμουνιστική κατοχή, την εγκατάσταση του στο Βουκουρέστι και πριν την μετακόμιση και εγκατάσταση της οικογένειας στο Ανατολικό Βερολίνο ο Κόκκαλης ούτε που διανοήθηκε να συγκρουστεί για οποιοδήποτε λόγο με την κομματική νομενκλατούρα και αποδείχθηκε ένας πειθήνιος κομμουνιστής, ένα τυφλά πιστό όργανο, που ακολουθούσε τις εντολές της εκάστοτε ηγεσίας του κόμματος της οποίας άλλωστε, διαχρονικά, υπήρξε τμήμα ή παρακοιμώμενος. Σύμφωνα με τις διηγήσεις συντρόφων του υπήρξε «...μοναδικός άνθρωπος, ευφυέστατος, οξυδερκής και πολυσχιδής», αρετές που δεν επέδειξε σε καμία στιγμή του δημόσιου βίου του πλην εκείνων που λειτούργησε ως απολύτως αφοσιωμένο έως υποταγμένο όργανο της κομματικής ιεραρχίας και μόνο για λογαριασμό της. Οι ίδιοι σύντροφοί του τον χαρακτήρισαν «μεγάλη ψυχή {...} ριζοσπάστη οραματιστή» αν και η ζωή του από την ώρα της εμπλοκής του με την αριστερά και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα καταδεικνύουν πως επρόκειτο για έναν κοινό-καθημερινό άνθρωπο της διπλανής πόρτας, δίχως την παραμικρή μεγαλοσύνη ψυχής, έχει άμεση εμπλοκή στις δολοφονίες συναδέλφων του Πανεπιστημιακών καθηγητών όπως των Ιωάννη Θεοφανόπουλου και Σπύρου Κορώνη, με ικανότητα σχεδιασμού μεν αλλά με αδυναμία υλοποιήσεως δε και φορέα κανενός είδους οραματισμού.

Η εμπλοκή του -είτε πρόκειται για δική του πρωτοβουλία είτε του επιβλήθηκε- στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση της ψευδώνυμης Ε.ΒΟ.Π. [Επιτροπή Βοήθειας Παιδιού], η οποία επέβαλε και στη συνέχεια επέβλεψε το πιο φρικτό παιδομάζωμα του 20ου αιώνα στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, καταδίκασε στη συνείδηση του Ελληνικού Έθνους και των συλλογικών φορέων της Εθνικής μνήμης τον καθηγητή Πέτρο Κόκκαλη. Στην Ελλάδα, το 1948 και 316 ολόκληρα χρόνια μετά την ανάλογη πρακτική των Τούρκων κατακτητών, μετά από απόφαση της ηγεσίας του ΚΚΕ και προσωπικά του Νίκου Ζαχαριάδη την υλοποίηση της οποίας ανέλαβε ο Κόκκαλης, αρπάχτηκαν παιδιά και των δύο φύλων, από ένοπλες κομμουνιστικές συμμορίες με βάση οργανωμένο σχέδιο, αποχωρίστηκαν με τη βία τις οικογένειες τους και μετακινήθηκαν στις αποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες», που βρίσκονταν υπό την επιρροή της Σοβιετικής Ενώσεως. Την ίδια ώρα που χιλιάδες Ελληνικές οικογένειες θρηνούσαν την δια βίου απώλεια των τέκνων τους, ο Κόκκαλης σε πλήρη συνεννόηση με την κομματική ηγεσία και τον Ζαχαριάδη φρόντιζε για την καλλίτερη διαβίωση των παιδιών του εξ αίματος, του Σωκράτη και της Αυγής-Πολυξένης, αλλά και την εξασφάλιση άριστου επιπέδου σπουδών γι' αυτά, έχοντας την διαβεβαίωση, την δέσμευση αλλά και αμέριστη συμπαράσταση του Ζαχαριάδη.

Κρίνοντας τον επιστήμονα Κόκκαλη, ο καθηγητής Hermann Klare, προεδρεύων των ινστιτούτων φυσικομαθηματικών, τεχνικών και ιατρικών επιστημών, εκθείασε την συμβολή του, στην εξύψωση του κύρους της Ανατολικής Γερμανίας και τον εγκωμίασε με τα λόγια, «...Αν αναλογιστεί κανείς, ότι αναλάβατε εκ νέου την επιστημονική σας δραστηριότητα στη χώρα μας, σε ηλικία σχεδόν 60 χρόνων, μετά από μια δεκαετή διακοπή εξ αιτίας της φυγής για πολιτικούς λόγους από την πατρίδα σας...[...]...σας αξίζουν ιδιαίτερες ευχαριστίες και αναγνώριση για τις επιδόσεις σας και την ακαταπόνητη ενέργεια και πρωτοβουλία σας.». Ο Ανατολικογερμανός ηγέτης Βάλτερ Ούλμπριχ, [Walter Ulbricht], με αφορμή το θάνατό του, έγραψε στη Νίκη Κόκκαλη, «...Στο πρόσωπο του συζύγου σας χάνουμε ένα σύντροφο, που ως άνθρωπος και ως ερευνητής κατέκτησε έξω από τα σύνορα της πατρίδας του και της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας το σεβασμό, την αναγνώριση και το διεθνές κύρος.».

Το κορυφαίο γεγονός στην επιστημονική του δράση ήταν τα πειράματα με τις μεταμοσχεύσεις ζωτικών οργάνων, «όπως καρδιάς, πνευμόνων, καρδιάς και πνευμόνων, καθώς και κεφαλών σε σκύλους–πειραματόζωα». Σε συνεργασία με Σοβιετικούς επιστήμονες ο Κόκκαλης άνοιξε τον δρόμο της μεταμοσχεύσεως καρδιάς σε άνθρωπο, που έγινε πραγματικότητα λίγο αργότερα στη Νότια Αφρική χάρη στον καρδιοχειρουργό Christian Barnard.

Ίδρυμα Κόκκαλη

Το ίδρυμα Κόκκαλη ιδρύθηκε το 1998 από τον Σωκράτη Π. Κόκκαλη που είναι και ο πρώτος του πρόεδρος, στη μνήμη του πατέρα του, και είναι μη κερδοσκοπικός οργανισμός με έδρα την Αθήνα. Στόχοι του είναι η προώθηση ειρηνικής, δημοκρατικής και ευημερούσας Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μέσω της Ανάπτυξης της δημόσιας, πολιτιστικής και επιστημονικής ζωής της περιοχής και η χορηγική στήριξη πρωτοπόρων πρωτοβουλιών σε μεγάλα νοσοκομεία και ερευνητικά κέντρα της Ελλάδος. Χρηματοδοτεί πολυάριθμες εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες στην περιοχή, σε στρατηγική συνεργασία με τα Πανεπιστήμια Harvard University, Yale University και Duke University των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

  • Καλύπτει 13 χώρες, μια περιοχή με πάνω από 147 εκατομμύρια ανθρώπους,
  • Έχει υποστηρίξει εκατοντάδες αποφοίτους στα προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης στελεχών του Πανεπιστημίου Harvard,
  • Έχει ήδη εκατοντάδες απόφοιτους από τα εκπαιδευτικά προγράμματά του στην Ελλάδα,
  • Υποστηρίζει ερευνητικές εκδόσεις πάνω σε θέματα δημόσιας πολιτικής σχετικά με την περιοχή
  • Διοργανώνει συνέδρια και ημερίδες με διακεκριμένους ομιλητές για θέματα περιφερειακής πολιτικής, όπως οι Joseph Nye, Morton Abramowitz, Samuel Huntington, Gregory Nagy, Yves Meny, Mark Mazower, Boris Tadic και Fareed Zakaria,
  • Συμβάλλει στην αύξηση του συνολικού αριθμού των εγγεγραμμένων φοιτητών από την περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης στη Σχολής Kennedy του Πανεπιστημίου Harvard.

Ο Σωκράτης Κόκκαλης αναφέρει για την σημασία της δημιουργίας Ιδρύματος που τιμά την μνήμη του πατέρα του: «..Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που έτρεφε βαθιά εκτίμηση για την ακαδημαϊκή κοινότητα και έδινε μεγάλη αξία στο έργο της. Ο πατέρας μου, καθηγητής Πέτρος Κόκκαλης, μου δίδαξε σημαντικές αρχές, σύμφωνα με τις οποίες, η επιστήμη δεν συνδέεται μόνο με την τεχνολογική πρόοδο, αλλά και με την ολόπλευρη ανάπτυξη και χειραφέτηση του ανθρώπου, καθώς και με την προσφορά ίσων ευκαιριών σε όλους. Στη μνήμη του πατέρα μου, που αφιέρωσε όλη του τη ζωή για την προάσπιση αυτών των αρχών, δημιούργησα το Ίδρυμα Κόκκαλη ως ελάχιστη αναγνώριση των ιδανικών του και ως ένα αποτελεσματικό όχημα υλοποίησης του οράματός του.».

Εξωτερικές συνδέσεις

Βιβλιογραφία

Η συγγραφέας, σύμφωνα με την μαρτυρία της, γνώρισε τον Πέτρο Κόκκαλη και τη γυναίκα του Νίκη ως μέλος των συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος στο βουνό και εργάστηκε πλάι του ως νοσοκόμα στα χειρουργεία.

Ο συγγραφέας, αναπληρωτής καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, είπε σε συνέντευξη του σχετικά με την συγγραφή του βιβλίου:

«... Το 2003 βρήκα την Αθηνά Μαντά-Αγγελίδη (γεννημένη το 1912), εγγονή της αδερφής του φιλόλογου γυμνασιάρχη Σωκράτη ∆ήµ. Κόκκαλη, πατέρα του Πέτρου, η οποία µου αφηγήθηκε όλα όσα είχε ακούσει από τον προπάππου της Δήμο Αναγν. Κόκκαλη τα πρώτα 12 χρόνια της ζωής της αλλά και από τον παραλίγο νονό της, τον ίδιο τον Πέτρο. Την άκουγα ανελλιπώς από τον Οκτώβριο του 2003 έως τις 23 Απριλίου του 2010. Γνώριζε τον Πέτρο προσωπικά. Μου έκανε εντύπωση πόσο παθιασμένη ήταν και πόσο ισχυρή μνήµη είχε. Μου περιέγραψε καταπληκτικές λεπτομέρειες -κάποια στιγμή μάλιστα θεώρησα ότι ήταν παρατραβηγμένες, αλλά όλα ήταν ακριβέστατα. Γνώριζε τον φιλόλογο Σωκράτη, ενώ το 1924 πέθανε στο χέρια της ο παππούς του Πέτρου Κόκκαλη, ο περίφημος Δήμος, γεννημένος το 1829. {...} Την ώρα σχεδόν του επιθανάτιου ρόγχου μού είπε όσα µου είχε αφηγηθεί από το 2003 έως το 2010. Οκτώ ώρες διήρκεσε η διήγησή της και στη συνέχεια ξεψύχησε στα χέρια µου.» [32]

Παραπομπές

  1. [Ο Πέτρος Κόκκαλης γνώρισε το 1932 τυχαία τη Νίκη Κουλέτση (1η Απριλίου 1913-12 Μαρτίου 1997), όταν αναζητούσε γραμματέα για τη διεκπεραίωση του έργου «Χειρουργική». Εκείνος ήταν τότε 36 και εκείνη 19 ετών. Ο Κόκκαλης διέμενε στην οδό Φερρών 15 και εκείνη στην οδό Αλίτσης 11, πολύ κοντά στο Πεδίον του Άρεως στο κέντρο της Αθήνας. Πατέρας της Νίκης ήταν ο δημοδιδάσκαλος ο Ευστάθιος Νικ. Κουλέτσης. Ενδιάμεση στη γνωριμία τους υπήρξε η Ελένη Κουλέτση, μεγαλύτερη αδελφή της Νίκης, που εργαζόταν τότε στο Ακτινολογικό Τμήμα του Δημοτικού Νοσοκομείου «Ελπίς».]
  2. [Έφυγε στις 12 Μαρτίου 1997 η Νίκη Κόκκαλη]
  3. [Ο Π. Κόκκαλης για τη γιαγιά του, Νίκη Κουλέτση left.gr]
  4. [ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΟΚΚΑΛΗΣ: Οι σκοτεινές διαδρομές και η ζωή μπροστά από τους προβολείς Κώστας Βαξεβάνης, περιοδικό «Επίκαιρα».]
  5. [Ο Σωκράτης Δημητρίου Κόκκαλης ήταν ικανότατος συγγραφέας και εξαιρετικός φιλόλογος. Είχε συμμετάσχει µε τον Αχιλλέα Τζάρτζανο -µε κριτή από τη μεριά του υπουργείου Παιδείας τον Γεώργιο Δροσίνη- στο διαγωνισμό για τη συγγραφή σχολικών βιβλίων στον οποίο επιλέχθηκε πρώτα το βιβλίο του Τζάρτζανου και στη συνέχεια του Κόκκαλη.]
  6. [Οι Αραχωβίτικες ρίζες της οικογένειας Κόκκαλη]
  7. [Ο Σωκράτης Δημοσθένη Κόκκαλης συνδέονταν φιλικά µε τον Λουκά Παπαϊωάννου, καθηγητή της Ανατομίας, και με μακρινή συγγένεια με τον Γεώργιο Σκλαβούνο, καθηγητή στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έτσι, το 1914, ο Πέτρος συστημένος από τον Σκλαβούνο πηγαίνει για ιατρικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.]
  8. [Πρακτικά Συνεδρίας Ιατρικής Σχολής Αθηνών, 1η Φεβρουαρίου 1929.
  9. [H Kατίνα Tέντα-Λατίφη για τον Πέτρο Σ. Κόκκαλη]
  10. [«Στο αριστερό κίνημα με ώθησαν τα βιώματά μου»]
  11. [Η Ίδρυση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης]
  12. [Ο Σωκράτης Κόκκαλης στις Κορυσχάδες]
  13. [Ο σπουδαστικός λόχος του ΕΛΑΣ, «Λόρδος Μπάυρον», είχε καπετάνιο τον τότε σπουδαστή της Σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανολόγων του Ε.Μ.Π., Γρηγόρη Φαράκο. Ο λόχος που χρησιμοποιούσε ως ορμητήριο τα κτίρια του Ε.Μ.Π. στην Πατησίων, στις 6 Δεκεμβρίου του 1944 δέχτηκε επίθεση από αγγλικά τεθωρακισμένα και πεζικό. Το κτίριο καταλήφθηκε την ίδια μέρα μετά από μάχη που στοίχισε πολλούς νεκρούς και τραυματίες. (Γρηγόρης Φαράκος, «Μαρτυρίες και Στοχασμοί, 1941-1991. 50 Χρόνια Πολιτικής Δράσης», Αθήνα, εκδόσεις «Προσκήνιο», 1993, σελίδα 57η.)]
  14. [Μεταξύ των δολοφονηθέντων πριν την αναχώρηση των εθνικιστών και αντικομμουνιστών ομήρων για την Αράχοβα ήταν οι: Θεόδωρος Παπαευσταθίου, Γενικός διευθυντής φυλακών, Σπυρίδων Τρικούπης πρώην πρόεδρος της Βουλής, Στυλιανός Κορυζής, πολιτικός μηχανικός-αδελφός του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή, Γεώργιος Κερασιώτης, Αρεοπαγίτης, Σπυρίδων Δημουλίτσας, μεταλλειολόγος-μηχανικός της Εταιρείας Λιπασμάτων, Α. Αποστολίδης, Πρόεδρος της κοινότητος Εκάλης, Σ. Σταυρόπουλος, Δικηγόρος, Διευθυντής του Ταμείου Αλληλεγγύης Δικηγόρων, Ιωάννης Ηλιάκης, πρώην Γενικός Διοικητής Μακεδονίας, οι στρατηγοί Κατσιγιαννάκης, Βασίλειος Ανδρούλης και Ρώτας, Δ. Οικονομόπουλος, Δικηγόρος, ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Σπυρίδων Κορώνης της Πολιτικής Οικονομίας -σχεδιαστής της κοινωνικής πολιτικής του Ελευθέριου Βενιζέλου καθώς και οκτώ, σύμφωνα με τον Κλεάνθη Θεοφανόπουλο ή σύμφωνα με άλλες πηγές, δώδεκα φοιτητές του Πολυτεχνείου, ενώ ο καθηγητής Γεώργιος Σαρρόπουλος της σχολής Μηχανολόγων του Ε.Μ.Π., πέθανε λίγο καιρό αργότερα καταβεβλημένος από τις κακουχίες και τους βασανισμούς εκείνης της περιόδου.]
  15. [Ως παραπομπή αριθμός 11 στο λήμμα.]
  16. [Το άλλο Πολυτεχνείο «Εφημερίδα των Συντακτών», Τάσος Κωστόπουλος, 3 Δεκεμβρίου 2017.]
  17. [Ο ραδιοφωνικός σταθμός «Ελεύθερη Ελλάδα» άρχισε τις μεταδόσεις του τον Ιούλιο 1947 ως σταθμός του αποκαλούμενου Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στην αρχή από το Βελιγράδι και μετά τον Μάρτιο του 1948, από το Βουκουρέστι. Διέκοψε τη λειτουργία του μετά την 6η Ολομέλεια του ΚΚΕ, το 1956, για να ξαναρχίσει, πάλι από το Βουκουρέστι, την 1η Μαρτίου 1958, με την ονομασία «Φωνή της Αλήθειας». Από μία ημίωρη εκπομπή την ημέρα, το 1948, έφτασε στις πέντε καθημερινές, το 1962. Μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ και την προσωρινή διακοπή της λειτουργίας του (1968), ο σταθμός μεταφέρθηκε στην Ανατολική Γερμανία απ’ όπου εξακολούθησε να εκπέμπει μέχρι το 1974.]
  18. [Η «Επιτροπή Βοήθεια στο Παιδί» (ΕΒΟΠ) ιδρύθηκε την Άνοιξη του 1948 από το Κ.Κ.Ε. με σκοπό να αναλάβει την ευθύνη για την εκπαίδευση των παιδιών που είχε μεταφέρει ο αποκαλούμενος Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) στις κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Πρόεδρος της ήταν ο γιατρός και πανεπιστημιακός Πέτρος Κόκκαλης. Η ΕΒΟΠ διαλύθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950, όταν τα περισσότερα παιδιά, θύματα του παιδομαζώματος, είχαν πλέον ενηλικιωθεί.]
  19. [Εφημερίδα «Η Καθημερινή», φύλλο 29ης Φεβρουαρίου 1948.]
  20. [AQSH, P.490, (Υπουργικό Συμβούλιο), v.1949, D.678, Επιστολή Πέτρου Κόκκαλη προς των πρωθυπουργό της Αλβανίας, 25 Ιουλίου 1949.]
  21. [A.Π. 1/4/56/511/217 φάκελος του Υπουργείου Εξωτερικών]
  22. [Αθηναϊκή εφημερίδα «Εμπρός», φύλλο της 18ης Σεπτεμβρίου 1952.]
  23. [Ημερήσια Αθηναϊκή εφημερίδα «Βήμα», φύλλο 23ης Αυγούστου 1949.]
  24. [Μιχάλης Παρτσαλίδης, επιστολή στην ημερήσια Αθηναϊκή εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», φύλλο της 13 Δεκεμβρίου 1985.]
  25. [Γενικά Αρχεία του Κράτους, Βασίλειο της Ελλάδος, Αρχιεπισκοπή Αθηνών προς Γενικούς Διοικητές, Νομάρχες και Επάρχους, Αριθμός 3184, Αθήνα, 22 Δεκεμβρίου 1949, Tο πρόγραμμα των εκδηλώσεων «Η Ελλάς πενθεί για τις χιλιάδες τα παιδιά του Παιδομαζώματος».]
  26. [Η μετέπειτα γνωστή ως Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (DDR) ιδρύθηκε μερικούς μήνες αργότερα από την επίσκεψη της κομμουνιστικής αντιπροσωπείας, στις 7 Οκτωβρίου 1949.]
  27. [Οι περιπέτειες του Κώστα Καραγιώργη (Γυφτοδήμου) στη Μεταπολίτευση greekcivilwar.wordpress.com]
  28. [Ο Απόστολος Γκρόζος διατήρησε την ιδιότητα του επίτιμου προέδρου του Κ.Κ.Ε. μέχρι τον θάνατό του, το 1981, σε ηλικία 89 ετών στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας.]
  29. [Περιοδικό «ΑΝΤΑΙΟΣ» Χρόνος Α', τεύχος 8/20-9-1945, σελίδα 182]
  30. [Ίδρυμα Κόκκαλη Πέτρος Κόκκαλης]
  31. [Ο Πέτρος Κόκκαλης δεν υπήρξε μέλος της Γερμανικής Ακαδημίας Περιοδικό «Εξάντας» του Βερολίνου.]
  32. [Θανάσης Χρήστου: «Ο Πέτρος Κόκκαλης υπήρξε άνθρωπος των υπερβάσεων» documentonews.gr]