Εμμανουήλ Ρακτιβάν

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Εμμανουήλ Ρακτιβάν, Έλληνας εθνικιστής, ανώτατος αξιωματικός του Πυροβολικού στον Ελληνικό στρατό με το βαθμό του Συνταγματάρχου ε.α., καθώς και διπλωμάτης, γεννήθηκε το 1870 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε το 1931 στο Παρίσι.

Ήταν άγαμος και δεν άφησε απογόνους.

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο έμπορος υφασμάτων Δημήτριος Ρακτιβάν, ο οποίος κατάγονταν από τη Βέροια, ζούσε στην Κωνσταντινούπολη και διατηρούσε εμπορικές επιχειρήσεις στην Αγγλία, όπου υπέγραφε ως Ρακτιβάντ [Ractivand] και μητέρα του ήταν η Μαρία Ισμηρίδου. Μεγαλύτερος αδερφός του Εμμανουήλ ήταν ο Κωνσταντίνος Ρακτιβάν, νομικός και πολιτικός και αδελφή του η Σμαράγδα Ρακτιβάν, σύζυγος Θησέα Δημαρά και μητέρα του Κωνσταντίνου Δημαρά. Ο Εμμανουήλ έζησε για ένα διάστημα στην Κωνσταντινούπολη όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένεια του και το 1877, μετακόμισε στην Αθήνα.

Στρατιωτική σταδιοδρομία

Ο Εμμανουήλ Ρακτιβάν φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, στην οποία ήταν συμφοιτητής κι έγιναν στενοί φίλοι με τον Παύλο Μελά, από την οποία αποφοίτησε το 1891 με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού του Πυροβολικού. Δύο χρόνια αργότερα πήγε στο Παρίσι για μεταπτυχιακές σπουδές και αποφοίτησε με το δίπλωμα της «École des Ρons et Chaussées», ενώ το 1897 συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο στο μέτωπο της Ηπείρου. Στις 17 Ιουλίου του 1904 ο Παύλος Μελάς με επιστολή του [1] από τη Λάρισα στον επιστήθιο φίλο του, τότε λοχαγό Αλέξανδρο Κοντούλη, ζήτησε να φροντίζει τα παιδιά του, παράκληση που είχε απευθύνει και στον Εμμανουήλ Ρακτιβάν. Το 1906, o Ρακτιβάν ταξίδεψε και πάλι στη Γαλλία, όπου φοίτησε επί τρία χρόνια στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου.

Το 1910 η Τουρκία αναγνώρισε στους Ρουμανίζοντες υπηκόους της το δικαίωμα να ιδρύσουν δικές τους κοινότητες και να λειτουργήσουν σχολεία, γεγονός που προκάλεσε ένταση στις σχέσεις τις κεντρικής τουρκικής διοικήσεως με το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και στη συνέχεια διακοπή των επαφών μεταξύ των δύο πλευρών. Τότε το Πατριαρχείο αποφάσισε τη σύγκληση εκτάκτου εθνικής συνελεύσεως των Ορθόδοξων Πατριαρχείων, η οποία έγινε στην Κωνσταντινούπολη, με την συμμετοχή όλων των επαρχιών-περιοχών όπου κατοικούσαν υπόδουλοι Έλληνες και ο Εμμανουήλ Ρακτιβάν ορίστηκε αντιπρόσωπος της επαρχίας Βέροιας-Νάουσας [2].

Στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων της περιόδου 1912-13 με το βαθμό του Λοχαγού, υπηρέτησε αρχικά στο μέτωπο της Ηπείρου και συμμετείχε στην πολιορκία στο Μπιζάνι και στην κατάληψη των Ιωαννίνων. Στη διάρκεια της πολιορκίας υποδέχθηκε τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο τον οποίο ενημέρωσε, παρουσία και του Αρχιστρατήγου Βασιλιά Κωνσταντίνου Α', για τις εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο. Στη συνέχεια προήχθη σε Ταγματάρχη και διατέλεσε διοικητής των Ελληνικών δυνάμεων στα Γιαννιτσά, ενώ μετά τη λήξη των Βαλκανικών πολέμων ορίστηκε υπασπιστής του τότε Υπουργού Στρατιωτικών.

Το 1918, με το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη, ανέλαβε επιτελάρχης της ΧΙ Μεραρχίας του Ελληνικού στρατού που είχε έδρα την Κοζάνη, με διοικητή τον Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους διορίστηκε τεχνικός σύμβουλος της Ελληνικής αποστολής για τις συνθήκες ειρήνης. Το 1919, συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις και πέτυχε σημαντικές συνοριακές παραχωρήσεις υπέρ της Ελλάδος στην υπογραφή της συνθήκης του Νεϊγί. Μετά το πέρας των διαπραγματεύσεων διορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος της Ελλάδας στο Παρίσι, θέση στην οποία παρέμεινε έως το 1920, οπότε και παραιτήθηκε από το στράτευμα. Με τη διαθήκη του κληροδότησε την περιουσία του στο ελληνικό κράτος με σκοπό να μετεκπαιδεύονται στο εξωτερικό οι καλύτεροι απόφοιτοι της Σχολής Ευελπίδων.

Στο αρχείο του Ίωνα Δραγούμη που φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του «The American School of Classical Studies of Athens» [3], σώζονται επιστολές της οικογένειας Δραγούμη, τις οποίες ο Εμμανουήλ Ρακτιβάν συνυπογράφει μαζί με τον Παύλο Μελά, τη Ναταλία Μελά και τη Χαρίκλεια Δραγούμη-Κοκκώνη. Ο Ρακτιβάν δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη ασημένια σφραγίδα με λαβή από κυανή πέτρα, που βρίσκονταν στην κατοχή του, η οποία ανήκε στον Παύλο Μελά και φέρει το μονόγραμμα του Μελά στη λατινική αλφάβητο [4].

Συγγραφικό έργο

Έγραψε και δημοσίευσε ορισμένες ειδικές εργασίες, σχετικές με τη στρατιωτική προπαίδευση, ενώ δημοσίευσε σε αυτοτελείς τόμους τις μελέτες

  • «Στρατός», το 1909,
  • «Εθνικό πιστεύω».

Διαβάστε τα λήμματα

Παραπομπές

  1. «Λάρισσα 17 Ιουλίου 1904. Σάββατον.
    Αγαπητέ μου Αλέκο.
    Ευγνωμονώ δι’ όσα έκαμες, με όλους τους μπελάδες όπου έχεις. Το ποσόν με υπεραρκεί. Διά να μη το εξοδεύσω, έκαμνα ταμίαν τον φίλτατον Λάκκην (σ.σ. Νικόλαος Πίρζας, Μακεδονομάχος από τη Φλώρινα, ακόλουθος του Παύλου Μελά και στις τρεις περιοδείες στη Μακεδονία, δίπλα του και τις τελευταίες στιγμές λίγο πριν ξεψυχήσει παραδίνοντάς του, το τουφέκι του για τον γιο του Μίκη –Μιχαήλ Μελά– και το σταυρό του για τη σύζυγό του Ναταλία Δραγούμη-Μελά). Αυτός θα φροντίζη δι’ όλα. ...{...}... Τα επίλοιπα χρήματα να τα κρατήσητε σεις διά τα έξοδα αποστολής των ανδρών, εν ή περιπτώσει χρειασθώσιν ούτοι, εκτός 100 δραχμών τις οποίες θα χρειασθή ο Σάπκας (σ.σ. Μιχαήλ Σάπκας, γιατρός στη Λάρισα κι αργότερα δήμαρχος της πόλεως, με την επίδειξη σπουδαίας δραστηριότητας κι ειδικά πολυποίκιλη προσφορά στον Μακεδονικό Αγώνα). Ταύτα στέλλεται. Εις την Νίτσαν (πρόκειται για την Ναταλία Δραγούμη-Μελά για την οποία αναφέρθηκε και παραπάνω) είπα να του τας στείλη και τας εκατόν, αλλά καλύτερον να του στείλετε μόνον τα μισά διά τηλεγραφήματα, γράμματα, αγώγια κτλ κτλ. Όταν θα χρειάζομαι χρήματα, θα ειδοποιώ τον Σάπκαν, ο οποίος θα ειδοποιή σας. Εάν το τηλεγράφημά μου περί των 1.000 κυβερνητικών δρχ. ήτο ακατανόητον, σεις πταίτε διότι ενώ όλαι αι εφημερίδες αναγράφωσιν την είδησιν συναντήσεως Θεοτόκη-Δραγούμη, δεν μου γράφει ή τηλεγραφεί κανείς τίποτε και με αφήνετε εν τη πλάνη ταύτη να χαίρω και να ενθουσιώ....{...}... Εάν χρειασθή να έλθουν οι άλλοι άνδρες και ο Κατεχάκης (σ.σ. Γεώργιος Κατεχάκης, Κρητικός Μακεδονομάχος, Ανθυπολοχαγός πεζικού. Στο Μακεδονικό Αγώνα ήταν αρχηγός αντάρτικου σώματος με το ψευδώνυμο Καπετάν Ρουβάς), εις τον τελευταίον τούτον να τηλεγραφήσεις και θα έλθη. Όταν έλθη δε εις την Λάρισσαν δώσε τότε 300 φυσίκια maysser. Πρέπει αφεύκτως να έλθη μεταμφιεσμένος, αφού προηγουμένως συνεννοηθήτε με τον Σάπκαν. Θεωρώ καλόν διά να είμαι συνεπής προς τον Κατεχάκη να του γράψης εις Ηράκλειον τα καθέκαστα, χωρίς να του λέγεις να έλθη ακόμη. Εάν αυτός επιμείνη να έλθη δεν τον εμποδίζω, αλλά θεωρώ ότι τούτο δεν είναι σωστόν, πριν αποφασισθεί τι ωρισμένον. ...{...}... Μετά 2 ώρας φεύγω μαζί με τον Πύρζαν. Δεν φαντάζεσαι την χαράν μου και την πεποίθησιν ήν έχω ότι θα μας βοηθήσει και ημάς επιτέλους ο Θεός. (Βλέπουμε εδώ τη θεοσέβειά του). Αλλά δεν φαντάζεσαι και την κατάστασιν της καρδιάς μου, όταν συλλογίζομαι ότι αυτήν την στιγμήν που σου γράφω τα παιδάκια μου λέγουν την προσευχή των διά να πλαγιάσουν, και δεν είμαι πλησίον των διά να τα σφίγξω εις την αγκαλιάν μου. (Προκύπτει πως είναι και συνετός οικογενειάρχης και θεοφοβούμενος και στοργικός πατέρας και πιστός στις Ελληνοχριστιανικές παραδόσεις). Τα αφήνω τα καϋμένα κατεστραμμένα μαζί με την καλήν μου Ναταλίαν και ο Θεός ηξεύρει τι θα γίνουν. Εάν Αλέκο μου τα φέρει ο διάβολος και λείψω, έχε τον νου σου εις τον Μίκην μου, βλέπε τον συχνά και συμβούλευέ τον. Το αυτό παρεκάλεσα και τον Μανώλην (σ.σ. Εμμανουήλ Ρακτιβάν, προσωπικός φίλος του Παύλου Μελά και συμμαθητής του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.) Έχε γεια Αλέκο μου, χαιρέτα μου τον Γιάννη Γκιώνη και όλους τους ιδικούς σου. Την εσώκλειστην σημείωσιν του Πύρζα έχε τα μάτια σου να βρεις εις το γράμμα προς την Νάταν. Την δίδεις του πενθερού μου. Να μου γράψης τα κατά σε διευθύνων την επιστολήν εις εις τον Σάπκαν. Εις αυτόν αφήκα το κρυπτογραφικόν λεξικόν, ώστε προς αυτόν να γράφητε και τηλεγραφήτε».]
  2. Ο Μακεδονικός αγώνας στην περιοχή της Βέροιας. Γιώργος Χ. Χιονίδης, Θεσσαλονίκη 1987, σελίδα 430.
  3. Αρχείο Ίωνος Δραγούμη The American School of Classical Studies of Athens
  4. Συλλογές και Αρχεία Μουσείο Μπενάκη.