Μάρκος Ρενιέρης
Ο Μάρκος Ρενιέρης, Έλληνας εθνικιστής οπαδός της Μεγάλης Ιδέας του Έθνους, νομικός και ιστοριογράφος του 19ου αιώνα, Δικαστικός, Πανεπιστημιακός καθηγητής, διπλωμάτης που διατέλεσε πρέσβης της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη, υποδιοικητής και διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, πρώτος πρόεδρος του Ε.Ε.Σ. [Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός], γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1815 στην Τεργέστη και πέθανε στις 8 Απριλίου 1897 στην Αθήνα.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Η οικογένεια Ρενιέρη κατάγεται από ευγενείς Ενετούς αποίκους που παρέμειναν στην Κίσσαμο Χανίων το 1669, μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους. Σταδιακά ελληνοποιήθηκαν και μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους ταυτίστηκαν πλήρως με τους Έλληνες. Ήταν πλούσιοι, μορφωμένοι και διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στον αγώνα της απελευθερώσεως ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας. Στα Παλαιά Ρούματα Κισσάμου στο νομό Χανίων βρίσκεται το Ενετικό αρχοντικό «Villa Renier» με το οικόσημο της οικογένειας Ρενιέρ.
Πατέρας του Μάρκου ήταν ο Ιωάννης Ρενιέρης, έμπορος στη Βενετία που διετέλεσε πρόξενος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην έδρα της Ιόνιας Πολιτείας στην Κέρκυρα, ενώ μητέρα του ήταν η Ιταλικής καταγωγής Τερέζα Σακομάνο, [Teresa Saccomano], από τη Γένοβα. Ο Ιωάννης Ρενιέρης μετά την κήρυξη της Επαναστάσεως του 1821 παραιτήθηκε από τη θέση του και μαζί με την οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Ανκόνα της Ιταλίας και το 1828 μετακόμισαν στη Βενετία.
Σπουδές/Επαγγελματική δράση
Ο Μάρκος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Βενετία και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα, όπου αναγορεύθηκε διδάκτορας. Το 1835 ήλθε στην Ελλάδα, κοντά στον αδελφό του πατέρα του [1], το θείο του γιατρό Ιωάννη Ρενιέρη και για μικρό χρονικό διάστημα άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα στην Αθήνα, όμως το 1837 εισήλθε στο Δικαστικό σώμα. Απολύθηκε από το Δικαστικό σώμα με το «Ψήφισμα περί των ετεροχθόνων», το οποίο ψηφίστηκε από την Εθνοσυνέλευση μετά τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1944 και την απομάκρυνση του βασιλιά Όθωνα, με το βαθμό του Αρεοπαγίτη, και επέστρεψε στην άσκηση της δικηγορίας. Το 1855 διορίστηκε τακτικός καθηγητής του Αστικού Δικαίου και της Συγκριτικής νομοθεσίας στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην οποία παρέμεινε έως το 1864. Διατέλεσε νομικός σύμβουλος από το 1850 και από το 1861 ανέλαβε τη θέση του υποδιοικητή στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Οι τεράστιες γνώσεις του Ρενιέρη σε θέματα ιδεολογίας και στρατηγικής οδήγησαν το βασιλιά Όθωνα να τον διορίσει από το 1862 έως το 1864, πρέσβη της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη.
Στις 7 Ιουλίου 1869 εκλέχθηκε [2] παμψηφεί και ανέλαβε τη θέση του διοικητή της Εθνικής Τράπεζας. Τον Ιανουάριο του 1878, όταν στην Ελλάδα δημιουργήθηκε πανικός, καθώς μεταδόθηκε λανθασμένα ότι ο Τουρκικός Στόλος θα βομβάρδιζε και θα καταλάμβανε τα ελληνικά λιμάνια, ο Ρενιέρης, έστειλε τηλεγράφημα στους αδελφούς Rothschild στο Παρίσι, από τους οποίους ζήτησε να μεσολαβήσουν να αποστείλει η Γαλλική κυβέρνηση ένα άγημα Γάλλων πεζοναυτών, για την φρούρηση της Εθνικής Τράπεζας από τους Τούρκους [3]. Παρέμεινε στη θέση του διοικητή της τράπεζας εως τις 2 Ιουλίου 1890 [4], όταν τον διαδέχθηκε ο Παύλος Καλλιγάς. Ο Ρενιέρης αρνήθηκε με επιμονή την επανεκλογή του και η Γενική συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας τον εξέλεξε τιμής και ευγνωμοσύνης ένεκεν ισόβιο επίτιμο διοικητή. Το 1877, ο Ρενιέρης ήταν ιδρυτικό μέλος και έκτοτε μέχρι το θάνατο του διετέλεσε πρώτος Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
Κοινωνικό έργο
Μαζί με τους Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, Πέτρο Παπαρρηγόπουλο, Αλέξανδρο Ρίζο-Ραγκαβή, Νικόλαο Δραγούμη και Γεώργιο Α. Βασιλείου προχώρησε το 1853 στην έκδοση του Γαλλόγλωσσου περιοδικού «Le spectateur de l'Orient», [«Ο Θεατής της Ανατολής»] [5], το οποίο εξελίχθηκε σε ημιεπίσημο φορέα των ελληνικών πολιτικών θέσεων στα θέματα που αφορούσαν το Ανατολικό Ζήτημα και έτυχε διεθνούς αναγνωρίσεως. Άφησε μεγάλο επιστημονικό και φιλανθρωπικό έργο. Σε όλη του τη ζωή στάθηκε στο πλάι των Κρητών στον αγώνα τους για ελευθερία και την ένωση με την Ελλάδα, ενώ κατά την Κρητική επανάσταση της περιόδου 1866-69 οργάνωσε αποστολές εθελοντών και εφοδίων στην Κρήτη. Ήταν πρόεδρος της «Κεντρικής υπέρ των Κρητών Επιτροπής» των Αθηνών, που διενεργούσε οικονομικούς εράνους συγκεντρώνοντας σημαντική βοήθεια για τις Κρητικές επαναστάσεις και ανέλαβε τον εφοδιασμό της Κρήτης με πολεμοφόδια, τρόφιμα και φάρμακα. Ο Ρενιέρης υπήρξε συνήγορος υπερασπίσεως του Θεόφιλου Καΐρη, διαφωτιστή και συνεργάτη του Αδαμάντιου Κοραή και ως συνήγορος του εξέδωσε την απόφαση του Αρείου Πάγου, που δικαίωσε τον Καΐρη, μετά το θάνατο του. Μετά την έκδοση της αθωωτικής αποφάσεως ο Ρενιέρης δήλωσε ότι «Ο χριστιανισμός δεν φοβείται τον Καΐρην».
Τους τελευταίους μήνες του 1870, ο Ρενιέρης συμμετείχε στην ίδρυση της εταιρείας «Σύναξη των Πρεσβυτέρων», που είχε ως σκοπό την κατήχηση της νεολαίας και την πνευματική καλλιέργεια του λαού. Η «Σύναξη των Πρεσβυτέρων» ήταν κίνηση λαϊκών αλλά και εγγάμων ιερέων, οι οποίοι τον Οκτώβριο του 1870 οργανώθηκαν σε Εταιρεία με στόχους τη βελτίωση της οικονομικής και της κοινωνικής θέσεως των κληρικών, τη θρησκευτική διαπαιδαγώγηση των παιδιών στο πρότυπο των προτεσταντικών Σχολείων με την ίδρυση Κυριακών Σχολείων, δηλαδή Κατηχητικών, τη γενίκευση του εκκλησιαστικού Κηρύγματος με σκοπό «... μετὰ τῆς Ἐκκλησίας μεγαλυνθῇ καὶ πάλιν ἡ πατρὶς ἡμῶν καὶ δοξασθῇ», καθώς και τη βελτίωση της μουσικής [6]. Η Εταιρεία είχε αστικό προσανατολισμό και εξέφραζε τις θρησκευτικές ιδέες, με τις οποίες εμφορούνταν η ανώτερη κοινωνία των Αθηνών. Οι προτάσεις της Εταιρείας έγιναν αποδεκτές από τον τότε Μητροπολίτη Αθηνών και Αρχιεπίσκοπο Πάση Ελλάδος Θεόφιλο, όμως τους πρώτους μήνες του 1871, μετά από πιέσεις διαφόρων κύκλων, μεταξύ των οποίων οι άγαμοι ιερείς, που αποκλείονταν από την Εταιρεία, ο Θεόφιλος ζήτησε επιτακτικά τη διάλυσή της, καθώς η προσπάθεια η οποία θεωρήθηκε επικίνδυνη και ότι εξέφραζε ευσεβιστικές και προτεσταντικές ιδέες.
Το περιεχόμενο της βιβλιοθήκης του Ρενιέρη δωρήθηκε, μετά το θάνατο του, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος και η προτομή του βρίσκεται έξω από το νέο κτίριο της βιβλιοθήκης.
Εθνικές απόψεις
Ο Ρενιέρης πρωταγωνίστησε στη συγκρότηση της Ελληνικής εθνικής κοινότητας και την αποσαφήνιση της εθνικής πολιτικής κατά τη διαδρομή ολόκληρου του 19ου αιώνα. Εμπνευσμένος από τη Φιλοσοφία της Ιστορίας του ιταλικού ρομαντισμού, τονίζει την ανάγκη της υπερβάσεως του ατομικισμού και την επίτευξη της οργανικής ενότητας στη συλλογική ζωή. Αποδείχθηκε άριστος γνώστης του Ανατολικού ζητήματος και υπήρξε ο πνευματικός καθοδηγητής του μεγαλοϊδεατισμού και επιθυμούσε τη γεωστρατηγική ενοποίηση των δύο πλευρών του Αιγαίου πελάγους. Την περίοδο που ήταν υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας βρίσκονταν σε διαπραγματεύσεις με τον Γαριβάλδη και τους Ιταλούς εθνικιστές του Πεδεμοντίου για να υλοποιηθεί ένα ταυτόχρονο κτύπημα της Οθωμανικής και της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.
Ο βασιλιάς Όθωνας στήριξε την προσπάθεια ενώ το σχέδιο που υποστήριζε και ο αυτοκράτορας της Γαλλίας Ναπολέων Γ’, κατέληξε στην υπογραφή στις 21 Ιουλίου 1862 μιας ελληνο-ιταλικής συμβάσεως που αποτελούνταν από 17 άρθρα και στη διακήρυξη της οποίας αναφερόταν ότι «....το ιταλικό ζήτημα ήταν αξεχώριστο από το Ανατολικό και ότι η απελευθέρωση της Ανατολής θα ολοκλήρωνε τα ιταλικά πεπρωμένα». Ο Ρενιέρης ζήτησε την τροποποίηση πολλών άρθρων της συμβάσεως προκειμένου να γίνει απολύτως συμφέρουσα για την Ελλάδα, όμως αντέδρασε η Αγγλία, που στο μεταξύ είχε πληροφορηθεί τις διαπραγματεύσεις, γεγονός το οποίο λειτούργησε ανασταλτικά στην υλοποίηση του σχεδίου. Η προσπάθεια του σε συνδυασμό με την παραχώρηση των Επτανήσων στην Ελλάδα είχε ως συνέπεια την ενδυνάμωση του μεγαλοϊδεατικού κινήματος στα Ιόνια νησιά. Στις 2 Νοεμβρίου 1886 ο Ρενιέρης στο «Ξενοδοχείο της Αγγλίας» στην Αθήνα, παρουσία του Ελευθερίου Βενιζέλου, συναντήθηκε με τον Ιωσήφ Τσάμπερλαιν, [J. Chamberlain], μετέπειτα Υπουργό Αποικιών της Αγγλίας, στον οποίο απηύθυνε έκκληση για αγγλική βοήθεια στο Κρητικό ζήτημα. Ο Άγγλος πολιτικός αναφέρθηκε έμμεσα στους νεαρούς φοιτητές που τον είχαν επισκεφθεί ως εκπρόσωποι των Κρητών της Αθήνας και είπε: «....Με άνδρες σαν αυτούς οι οποίοι με επισκέφτηκαν χτες, δεν θα πρέπει να φοβάστε ότι η Κρήτη δεν θα ελευθερωθεί από τους Τούρκους».
Ο Ρενιέρης θεωρούσε ότι «.....η ελληνική φυλή είναι η κοιτίδα του μέλλοντος της Ανατολής όπως ήταν η μητέρα του δυτικού και του σλαβικού κόσμου....». Επικρίνει τους επισκέπτες της Κωνσταντινουπόλεως οι οποίοι «.....περνούν 10 μέρες κοιτάζοντας εκστατικά τα υπέροχα μνημεία της, φεύγοντας παίρνουν μαζί τους τις πιο γλυκές αναμνήσεις και όταν επιστρέψουν στην Ευρώπη γράφουν άρθρα για αυτό τον επίπλαστο πολιτισμό αποσιωπώντας την καταπίεση των χριστιανικών πληθυσμών και τη βαρβαρότητα των Τούρκων....». Στο άρθρο «Ελληνικός δυισμός» γράφει: «.....Το Ανατολικό ζήτημα στην παρούσα φάση του μπορεί να συνοψιστεί στην εξής ερώτηση: Μετά την παρακμή και τη αναμενόμενη διάλυση της Τουρκίας, οι χώρες οι οποίες θα ξεφύγουν από την Αυτοκρατορία του Κορανίου προορίζονται να δεχθούν τον λατινο-γερμανικό πολιτισμό ή τον σλαβικό πολιτισμό; …{…}… Για να γίνει αυτό πρέπει οι χώρες αυτές να μην έχουν δικό τους πολιτισμό και να είναι tabula rasa πάνω στην οποία θα μπορεί να γράψει ο καθένας ό,τι θέλει. …{…}… Πιστεύουμε ότι η ελληνική λύση στο μεγάλο ζήτημα των ημερών µας είναι η μόνη που θα έχει διάρκεια και η ισορροπία του κόσμου δεν θα διαταραχθεί….».
Σε άλλο άρθρο με τίτλο «Η αμηχανία της Δύσης» ή «Ο μπελάς της Δύσης» υποστηρίζει ότι είναι αναγκαίο η Δύση να μην επιτρέψει η Οθωμανική Αυτοκρατορία να γίνει βορά στις ορέξεις της Ρωσίας. Αλλά και η Γαλλία και η Αγγλία θα έπρεπε να μην εμμένουν στη διατήρηση ενός κράτους βαρβάρων για να ικανοποιήσουν τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα. Ο Μάρκος Ρενιέρης υποστηρίζει ότι «…..το μεγάλο συµφέρον της Ευρώπης είναι να γίνει η Κωνσταντινούπολη η πρωτεύουσα μιας ισχυρής και πολιτισμένης αυτοκρατορίας. Και µόνο οι Έλληνες μπορούν να ιδρύσουν αυτή την Αυτοκρατορία». Αποσαφηνίζει το όραμα του για «.....µία βυζαντινή αυτοκρατορία η οποία θα έχει ήδη μια ιστορία και παραδόσεις, αυτές του Βυζαντίου που διακόπηκαν από τον Οθωμανό κατακτητή. Οι πληθυσμοί θα υπακούν µε ενθουσιασμό ένα χριστιανό βασιλιά διάδοχο των Κομνηνών και των Παλαιολόγων. Η αυτοκρατορία αυτή θα συνδυάζει το ελληνικό και τη σλαβικό δαιμόνιο, την ενότητα και τη διαφορετικότητα.....» [7].
Παράλληλα αποδοκιμάζει όσους φοβούνται την πολιτισμική επίδραση της Δύσεως στην Ελλάδα και τους προτρέπει, «...Αν θέλετε, ω μικρόνοοες, να αντισταθείτε εις το μέγα της Δύσεως κύμα πρέπει να ανεγείρετε περί την Ελλάδα, της Κίνας το περιτείχισμα: πρέπει ...{...}... εις τα σχολεία να αντικαταστήσετε τον Πλάτωνα και τον Δημοσθένη δια της Βυζαντίδος, πρέπει έως και αυτόν της Δύσεως τον ιματισμόν να απεκδυθείτε, καθ' ότι εις τας πτυχάς αυτού κρύπτονται της Δύσεως αι ιδέαι και αι αναμνήσεις...» [8].
Συγγραφικό έργο
Ο Ρενιέρης ασχολήθηκε με ιστορικές μελέτες και μετέφρασε στα ελληνικά νομικά, φιλοσοφικά και λογοτεχνικά έργα και συνεργάστηκε σε ιστορικές και φιλολογικές μελέτες για τα περιοδικά «Ερανιστής» και «Spectateur d’Orient». Έγραψε νομικά και φιλολογικά έργα. Μεταξύ τους περιλαμβάνονται τα:
- «Φιλοσοφία της Ιστορίας», Δοκίμιο το 1841.
Το έργο εκδόθηκε αρχικά στην Ιταλική γλώσσα με τίτλο «Armonie della Storia dell' Umanità», [εισαγωγή-έκδοση του χειρογράφου-σχόλια-ευρετήρια Ρωξάνη Δ. Αργυροπούλου, «Κέντρο Μελέτης της Ελληνικής Φιλοσοφίας» στην Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2014],
- «Τι είναι η Ελλάς;» το 1842,
- «Κύριλλος Λούκαρις, ο Οικουμενικός Πατριάρχης» το 1859,
- «Ομήρου τύχαι» το 1871,
- «Έρευναι και εικασίαι περί Βλοσσίου και Διοφάνους» το 1879,
- «Ιστορικαί Μελέται. Ο Έλλην πάπας Αλέξανδρος ο Ε΄ και η εν Βασιλεία Σύνοδος» το 1881,
- «Μητροφάνης Κριτόπουλος» το 1893.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Παραπομπές
- ↑ [Άλλος αδελφός του Ιωάννη ήταν ο γιατρός Νικόλαος Ρενιέρης, που σπούδασε στα πανεπιστήμια Μομπελιέ και Πίζας, ο οποίος διατηρούσε φαρμακείο στην πόλη των Χανίων. Μόλις ξέσπασε η επανάσταση του 1821, ο Νικόλαος που ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας, έφυγε από τα Χανιά, για τα Κύθηρα. Στην Γ' Εθνική Συνέλευση ήταν πληρεξούσιος της Κρήτης. Εξελέγη πρόεδρος στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνος το 1827-28 και με πρόταση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη εκλέχθηκε πρόεδρος της νεοσύστατης Βουλής, ιδιότητα με την οποία υποδέχθηκε τον Ιωάννη Καποδίστρια και διατέλεσε μέλος του Πανελληνίου συμβουλευτικού οργάνου του κυβερνήτη. Ο Νικόλαος Ρενιέρης συμμετείχε στις επαναστατικές κινήσεις της Κρήτης ως αντιπρόσωπος του Καποδίστρια, δηλαδή ως αρμοστής της ελληνικής πολιτείας το 1829, και το 1834 διορίστηκε σύμβουλος Επικρατείας, ενώ το 1844 διετέλεσε γερουσιαστής.]
- ↑ Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, «Ιστορικό Χρονολόγιο», σελίδα 35.
- ↑ [«Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», εκδοτική «Εκδοτική Αθηνών», Τόμος ΙΓ', σελίδα 332.]
- ↑ Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, «Ιστορικό Χρονολόγιο», σελίδα 54.
- ↑ [Το περιοδικό «Ο Θεατής της Ανατολής», «Le Spectateur de l’Orient», ιδρύθηκε το 1853 από τους Κωνσταντίνο και Πέτρο Παπαρρηγόπουλο, Νικόλαο Δραγούµη, Ιωάννη Σούτσο, Αλέξανδρο Ραγκαβή, Γεώργιο Βασιλείου και Μάρκο Ρενιέρη, ενώ μαζί τους συνεργάστηκε και ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος. Το πρώτο φύλλο του κυκλοφόρησε στις 26 Αυγούστου / 7 Σεπτεμβρίου 1853. Ως λόγοι εκδόσεως και στόχος του αναφέρονται από τους εκδότες του: «.....Πιστεύουμε ότι είναι χρήσιμο τώρα περισσότερο από ποτέ να σπεύσουμε µε τα λίγα μέσα που διαθέτουμε να δώσουµε στην Ευρώπη πληροφορίες όσο γίνεται πιο ειλικρινείς και πιο ακριβείς σχετικά µε τις ιδέες, τα συναισθήματα, τα συµφέροντα, τις δυνάμεις και τις σχέσεις των πληθυσμών της Ανατολής.» Τα άρθρα του ήταν γραμμένα στα γαλλικά και όχι «στη γλώσσα που μιλούσαν άλλοτε οι θεοί» διότι οι συγγραφείς διαπίστωσαν ότι «....η Ευρώπη προτίθεται να αγνοήσει την πραγματική αξία μιας φυλής της οποίας το μέλλον είναι άρρητα δεμένο µε αυτό της Ανατολής (...) Ψάξαμε μια φωνή που θα είναι κατανοητή από τους ισχυρούς της γης, για να αναφωνήσουμε: Απαλλάξτε την πατρίδα µας.». Το περιοδικό κυκλοφόρησε για περίπου τρία χρόνια και στις γραμμές του γίνεται φανερός ο ιδεολογικός αναβρασμός που συντάραξε την Ελλάδα στα μέσα του 19ου αιώνα.] Άλκηστη Σοφού, Ο Θεατής της Ανατολής (Le Spectateur de l’Orient) διαλέγεται µε την Ευρώπη. Οι διακυμάνσεις μιας «εθνικής αφήγησης».
- ↑ [Στα μέλη της Εταιρείας «Σύναξη των Πρεσβυτέρων» περιλαμβάνονταν, επίσης, ο Παύλος Καλλιγάς καθηγητής της Νομικής Σχολής, τέως Υπουργός Εκκλησιαστικών και Παιδείας που διατέλεσε Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας, ο ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο Α. Οικονόμου ανώτερος δικαστικός, καθώς και σαράντα τέσσερις έγγαμοι κληρικοί της Μητροπόλεως Αθηνών. Βασικός υποστηρικτής θεωρήθηκε ο θεολόγος Κυριακός.]
- ↑ [Άλκηστη Σοφού, Ο Θεατής της Ανατολής (Le Spectateur de l’Orient) διαλέγεται µε την Ευρώπη. Οι διακυμάνσεις μιας «εθνικής αφήγησης».]
- ↑ [ Κ.Θ. Δημαράς, «Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός», εκδόσεις «Ερμής».]