Μητροπολίτης Διονύσιος (ο Χαραλάμπους)

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Κυρός Διονύσιος, [κατά κόσμον Κωνσταντίνος Γιαβαστσάς–Χαραλάμπους], Έλληνας εθνικιστής, Θεολόγος, που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στα Εκκλησιαστικά δρώμενα και δικαίως αναγνωρίζεται ως ένας από τους σπουδαιότερους Ιεράρχες που ανέδειξε η Ελλαδική Εκκλησία, πρότυπο Επισκόπου και πρωτοπόρος της μοναχικής αναγεννήσεως στα τέλη του 20ού αιώνος, ο οποίος εκλέχθηκε και διατέλεσε Μητροπολίτης Λήμνου & Αγίου Ευστρατίου και στη συνέχεια Μητροπολίτης Τρίκκης & Σταγών, γεννήθηκε το 1905, ή σύμφωνα με άλλες πηγές το 1907, στο Αβτζιλάρ, [Κυνηγοί] Αδραμυττίου στη Μικρά Ασία και πέθανε [1] στις 02:10 μετά τα μεσάνυχτα της Κυριακής 4 Ιανουαρίου 1970 στην Αθήνα, από καρκίνο του ήπατος.

Η εξόδιος ακολουθία του τελέστηκε στις 10:30 το πρωί της Πέμπτης 8 Ιανουαρίου 1970 στο Μητροπολιτικό Ναό της πόλεως των Τρικάλων και του αποδόθηκαν τιμές Μητροπολίτη εν ενεργεία. Στη νεκρώσιμη ακολουθία του χοροστάτησε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος Α' Κοτσώνης, ενώ η σορός του Μακαριστού Διονυσίου μεταφέρθηκε και τάφηκε, ως απλού μοναχού, στην Γυναικεία Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου «Βυτουμά» Καλαμπάκας.

Μητροπολίτης Διονύσιος (o Χαραλάμπους)

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο έμπορος ελαιολάδου Χαράλαμπος Γιαβαστσάς και μητέρα του η Κλεοπάτρα Γιαβατσά, οι οποίοι από το γάμο τους είχαν αποκτήσει επτά παιδιά, τον Ευστράτιο, τη Χρυσάνθη, την Αικατερίνη, τη Μαριάνθη, την Αριάδνη, τον Κωνσταντίνο και την Ανδρονίκη. Μετά το Μάιο του 1914 όταν οι διωγμοί, που αρχικά υπέστησαν οι Έλληνες κάτοικοι της Ανατολικής Θράκης, επεκτάθηκαν και στους Έλληνες της δυτικής Μικράς Ασίας η οικογένεια Γιαβαστσά μετακόμισε και εγκαταστάθηκε στο χωριό Στύψη α της Λέσβου, απ' όπου ήταν η καταγωγή τους. Εκεί ο Κωνσταντίνος παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού σχολείου κι έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Το 1919, μετά την κατάληψη της Σμύρνης από τα Ελληνικά στρατεύματα η οικογένεια Γιαβαστσά ή τουλάχιστον ένα τμήμα της επέστρεψε στη Μικρά Ασία, καθώς οι γονείς του Κωνσταντίνου και δύο από τις αδελφές του κατακρεουργήθηκαν από τους Τούρκους ατάκτους. Βέβαιο είναι ότι μετά τα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής διασώθηκαν μόνο τρία από τα αδέλφια της οικογένειας Γιαβαστσά, η Μαριάνθη, η Αριάδνη, και ο Κωνσταντίνος.

Σπουδές / Μοναχικός βίος

Το 1924, ο Κωνσταντίνος μετέβη στην ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας στο Άγιο Όρος, όπου εκάρη μοναχός στις 10 Αυγούστου 1925 και παρέμεινε συνολικά δέκα χρόνια, με το όνομα Αγάπιος υπό τον Γέροντα Ζωσιμά. Όπως γράφει ο ίδιος «...Η πατρική του Κυρίου χειρ έφερε το χειμαζόμενον πλοιάριόν μου εις εύδιον λιμένα. Γηραιός, πεπειραμένος και διά πολλών αρετών κεκοσμημένος άγιος Γέρων, χειραγωγήσας με, μοί ήνοιξε την «Πύλην του Ουρανού».

Γράφει περί του Γέροντος του: «....Και δεν επέμενεν ο εν μακαρία τη λήξει σεβάσμιος Γέρων Ζωσιμάς μόνον εις το να με συνδέση αρρήκτως με το βιβλίον, αλλά και εις την αυτο­συγκέντρωσιν και περισυλλογήν με ήσκει. Εκ πείρας γνωρίζων, ότι διά της περισυλλογής συντελείται εις την ψυχήν σπουδαιοτάτη μόρφωσις, συνίστα αυτήν και εις εμέ. “Ο μεταξοσκώληξ”, έλεγε συχνά, “αν δεν παραμείνη μέσα εις το κουκούλι του, πεταλούδα δεν γίνεται”». Στο Άγιο Όρος παρακολούθησε τα μαθήματα της της Αθωνιάδος Σχολής από την οποία αποφοίτησε και στη συνέχεια από το 1933, παρακολούθησε μαθήματα στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, της οποίας επίσης υπήρξε απόφοιτος και υπέβαλε την πτυχιακή διατριβή «Η Ιερωσύνη κατά τον ιερόν Χρυσόστομον». Τον Αύγουστο του 1934 χειροτονήθηκε διάκονος και του δόθηκε το Εκκλησιαστικό όνομα Διονύσιος, ενώ στις 18 Ιουνίου του 1935 πήρε απολυτήριο από την Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας.

Εκκλησιαστική δράση

Στις 21 Ιουλίου του 1935 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον τότε σχολάρχη του, τον Επίσκοπο Μιλήτου και αργότερα Μητροπολίτη Φιλαδέλφειας Αιμιλιανό Παπαδημητρίου, ενώ το 1940 αποφοίτησε από τη Θεολογική σχολή της Χάλκης και έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Από τις 10 Σεπτεμβρίου του 1941 και για τους επόμενους έντεκα μήνες υπηρέτησε ως Ιεροκήρυκας στη Μητρόπολη Μηθύμνης και ανέλαβε αρχιερατικός επίτροπος και ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Ταξιάρχου Μιχαήλ Λειμώνος [2] στη Λήμνο, ενώ ήταν υπεύθυνος για την πνευματική και υλική φροντίδα της Γυναικείας Ιεράς Μονής της Παναγίας Μυρσινιώτισσας.

Κρατούμενος των Γερμανών

Ο Διονύσιος μετά από παράκληση φίλου του δέχθηκε να φιλοξενήσει στην Μονή Λειμώνος και να περιθάλψει έναν Άγγλο στρατιώτη, όμως η πράξη του έγινε αντιληπτή από τους Γερμανούς κατακτητές, οι οποίοι στις 23 Αυγούστου συνέλαβαν και βασάνισαν τον Διονύσιο επειδή αρνήθηκε να αποκαλύψει τους συνεργάτες του. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1942 το Στρατοδικείο τον καταδίκασε σε δεκαετή ποινή φυλακίσεως και κρατήθηκε στις Ποινικές φυλακές Μυτιλήνης. Στο τέλος του Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου μεταφέρθηκε στις φυλακές του στρατοπέδου «Παύλος Μελάς» της Θεσσαλονίκης, όπου τελούσε τη Θεία Λειτουργία, κήρυττε, εξομολογούσε και ενίσχυε τους κρατουμένους, ενώ κινητοποιώντας όλη την φιλάνθρωπη Θεσσαλονίκη, έσωσε από τον εξ ασιτίας θάνατο πολλούς κρατουμένους. Με την παρέμβαση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γεννάδιου Αλεξιάδη στο Γερμανό διοικητή, ο Διονύσιος έλαβε χάρη την οποία δεν αποδέχθηκε προτιμώντας να ακολουθήσει την μοίρα των εκατοντάδων καταδικασμένων Ελλήνων. Την Άνοιξη του 1944, μετά από κράτηση δεκαοκτώ μηνών στη Θεσσαλονίκη, μεταφέρθηκε μέσω Αυστρίας στη Γερμανία, όπου παρέμεινε κρατούμενος στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως Στόουν και Μπερνάου, ενώ όπως γράφει ο ίδιος έφθασε «...πλειστάκις παραπλησίον του θανάτου». Συνολικά παρέμεινε κρατούμενος επί τρία χρόνια και τέσσερις μήνες πριν απελευθερωθεί, στις 4 Μαΐου του 1945, από τα Αμερικανικά στρατεύματα κατοχής της Γερμανίας.

Επιστροφή στην Ελλάδα

Μετά την απελευθέρωση του και με εντολή του του Έλληνα εκπροσώπου στη Γερμανία τέθηκε επικεφαλής όλων των Ελληνικής καταγωγής πρώην κρατουμένων, για τους οποίους φρόντισε να συγκεντρωθούν στο Μόναχο και στη συνέχεια να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Διονύσιος φιλοξενήθηκε από την αδελφότητα θεολόγων «Η Ζωή», μέλη της οποίας είχε γνωρίσει στο στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» στη Θεσσαλονίκη, ενώ υποβλήθηκε σε σοβαρή χειρουργική επέμβαση, καθώς έπασχε από κίρρωση του ήπατος. Στο περιοδικό της αδελφότητος δημοσίευσε σε συνέχειες το 1946 το αφήγημα του «Κληρικός στα Γερμανικά στρατόπεδα» χάρη στο οποίο έγινε γνωστός στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών & Πάσης Ελλάδος Σπυρίδωνα Βλάχο. Επέστρεψε στα καθήκοντα του στη Μητρόπολη Μυθύμνης, όμως στις 15 Σεπτεμβρίου 1948 μετατέθηκε στη Μητρόπολη Ναυπακτίας & Ευρυτανίας ως ιεροκήρυκας και εργάστηκε ως καθηγητής Γυμνασίου στη Ναύπακτο.

Στην Εκκλησία της Κύπρου

Το Νοέμβριο του 1949 αποσπάστηκε για δύο χρόνια ως Ιεροκήρυκας στην Εκκλησία της Κύπρου και παράλληλα ανέλαβε πρώτος σχολάρχης στη διεύθυνση της νεοϊδρυθείσης Ιερατικής Σχολής «Απόστολος Βαρνάβας» στη Λευκωσία. Στις 13 Ιουνίου 1951 ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ' απέστειλε επιστολή στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος με την παράκληση να παραταθεί η απόσπαση του Διονυσίου και στις 10 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου έλαβε θετική απάντηση. Στις 25 Σεπτεμβρίου ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος με τηλεγράφημα του ενημέρωσε τον Αρχιμανδρίτη Διονύσιο ότι εκλέχθηκε Μητροπολίτης Λήμνου και του ζήτησε να επιστρέψει επειγόντως στην Αθήνα. Ο Διονύσιος αποδέχθηκε την εκλογή του και στις 28 του ίδιου μήνα υπέβαλλε την παραίτηση του στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Κύπρου, η οποία έγινε δεκτή την ίδια ημέρα και στις 3 Οκτωβρίου 1951 διοργανώθηκε αποχαιρετιστήρια δεξίωση προς τιμήν του στους χώρους της Σχολής.

Μητροπολίτης

Λήμνου & Αγίου Ευστρατίου

Τον Οκτώβριο του 1951, επί Αρχιεπισκόπου Αθηνών & Πάσης Ελλάδος Σπυρίδωνος (Βλάχου), η Εκκλησία της Ελλάδος εξέλεξε με παμψηφεί, επί συνόλου δώδεκα Ιεραρχών, ως διάδοχο του παραιτηθέντος Μητροπολίτου Βασιλείου Β’ (Ατέση) νέο Μητροπολίτη Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου τον Αρχιμανδρίτη Διονύσιο Χαραλάμπους, ο οποίος ενημερώθηκε για την εκλογή του στην Λευκωσία όπου ασκούσε καθήκοντα Διευθυντού της Ιερατικής Σχολής «Απόστολος Βαρνάβας». Ο Διονύσιος ενθρονίστηκε την 21η Νοεμβρίου του 1951, όταν οι κάτοικοι της Λήμνου τον υποδέχθηκαν στο λιμάνι της Μύρινας και εν πομπή τον συνόδευσαν στον Καθεδρικό Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος.

Ως Μητροπολίτης προσπάθησε να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της φτώχειας στο νησί. Ο ίδιος ή οι δύο βοηθοί του οι πατέρες Θεολόγος Πασχαλίδης, μετέπειτα Μητροπολίτης Λαρίσης και Πολύκαρπος Βαγενάς, μετέπειτα Μητροπολίτης Κερκύρας, επισκέπτονταν τα σπίτια των χριστιανών κατοίκων του νησιού, και χωρίς να γίνουν αντιληπτοί, άφηναν τρόφιμα, φάρμακα ή κάρβουνα προκειμένου να αντιμετωπιστεί η βαρυχειμωνιά. Ίδρυσε κατηχητικά σχολεία και κύκλους μελέτης της Αγίας Γραφής στους μεγαλύτερους οικισμούς του νησιού. Το 1955 ως αντιπρόεδρος της «Πανελληνίου Επιτροπής Αυτοδιαθέσεως Κύπρου», [«Π.Ε.Α.Κ.»], επέστρεψε στην Αγγλική κυβέρνηση το τιμητικό δίπλωμα για τη δράση του στη απόκρυψη και τη φυγάδευση Άγγλων στρατιωτών στην περίοδο της Κατοχής της Ελλάδος, λόγω της στάσεως της Αγγλίας απέναντι στον αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. και των Κυπρίων αγωνιστών.

Μετά την εκλογή του στη Μητρόπολη Τρίκκης & Σταγών, απευθύνθηκε στους πιστούς της Λήμνου, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «.....Ἀπό τους ἰδιαζόντως ἀγαπητούς μου Λημνίους, τούς ὁποίους, ἐνῷ ἀληθῶς ἠγάπων καί ἤθελον ἐφ’ ὅρου ζωῆς να μένω ποιμενάρχης καί στοργικός των πατήρ, παρασυρθείς δυστυχῶς, ἀπό τό ρεῦμα τοῦ ἰσχύοντος μεταθετοῦ, χωρίς οὐδένα σοβαρόν λόγον, ἐγκατέλειψα καί ἐγενόμην οὕτω πρόξενος λύπης εἰς αὐτούς καί πικρίας, ἴσως δέ καί σκανδαλισμοῦ, ζητῶ συγνώμην.˝Ἡ ἀμαρτία μου ἐνώπίον μου ἐστί διά παντός”...»

Τρίκκης & Σταγών

Στις 3 Φεβρουαρίου του 1959 ο από Λήμνου Διονύσιος εξελέγη [3] Μητροπολίτης Τρίκκης & Σταγών, στην οποία διαδέχθηκε τον αποθανόντα Μητροπολίτη Δωρόθεο Β'. Αν και ο Διονύσιος θεωρούσε απαράδεκτο το καθεστώς του μεταθετού των Μητροπολιτών «....ὅταν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τοῦ ἐδήλωσε κατηγορηματικά, ὅτι αὐτή εἶναι ἡ ἐντολή τῆς Ἐκκλησίας καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἠναγκάσθη ἄκων νά ἐνδώσῃ».

Στη Μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, στα όρια της Μητροπόλεως του Διονυσίου, εγκαταβίωσε από το 1961 και ο τότε Αρχιμανδρίτης και μετέπειτα Μητροπολίτης Πειραιώς Καλλίνικος Καρούσος, ο οποίος ανέλαβε Ηγούμενος της Ιερά Μονής και έφερε μαζί του μέλη της Μοναστικής Αδελφότητος «Παναγία Η Χρυσοπηγή», όπως ο μετέπειτα Μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιος Λενής, ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης καθώς και ο Γέρων Χαρίτων Σαρρής, τον οποίο ο Καλλίνικος γνώρισε στη Μονή Άνω Δίβρης Ηλείας, όπου πήγαινε τα καλοκαίρια και έμενε για κάποιο διάστημα. Στη Μονή Βαρλαάμ ο Χρήστος Παρασκευαΐδης εκάρη μοναχός στις 16 Μαΐου 1961 από τον Επίσκοπο Τρίκκης Διονύσιο και του δόθηκε το εκκλησιαστικό όνομα Χριστόδουλος, όπως επέλεξε ο πνευματικός του πατέρας τότε Αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Καρούσος, τιμώντας τη μνήμη του ιεροκήρυκα που είχε γνωρίσει στο κατηχητικό σχολείο Πατρών. Ο Καλλίνικος εργάστηκε ως Ιεροκήρυκας στην πόλη των Τρικάλων στη Θεσσαλία. Δύο χρόνια αργότερα αναχώρησε από τη Μονή Βαρλαάμ λόγω των διαφωνιών του με τον Μητροπολίτη Διονύσιο, ο οποίος προέρχονταν από την Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή».

Ο Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος, κατηγόρησε την Αδελφότητα ότι διασπάθισε «...πάσας τας οικονομίας της Μονής ανερχομένας εις έν περίπου εκατομμύριον δραχμών». Ειδικά για τον Χριστόδουλο, ο Μητροπολίτης παραπονιόταν ότι η συμπεριφορά του υπήρξε ΄΄«αχαρακτήριστος προς Επίσκοπον κείραντα αυτόν μοναχόν και χειροτονήσαντα διάκονον»΄΄ και αυτό «συνετέλεσεν εις την αυστηρόν από μέρους μου παρατήρησιν υμών». Στην επιστολή αποπομπής ο Διονύσιος κατέληγε: «Εχετε, παιδιά μου, πέσει θύματα του πονηρού. Ηδικήσατε την Μονήν και τον εαυτόν σας μεγάλως. Θα έπρεπε να φανώ εναντίον σας αυστηρός. Ομως αποδίδων πάντα τα ανωτέρω εις απειρίαν, επιπολαιότητα και ενεργείας του Πονηρού, αφήνω εις τον Θεόν την υπόθεσιν». Σύμφωνα με τον Μητροπολίτη Πειραιώς στη Μονή Βαρλαάμ «....Προσπαθήσαμε να νοικοκυρέψουμε την περιουσία της Ιεράς Μονής. Κάναμε αναθεώρηση όλων των συμβάσεων με την πληθώρα των κτηνοτροφών, οι οποίοι ενέμοντο τις χορτολιβαδικές εκτάσεις της Μονής, και υπερδιπλασιάσαμε τα έσοδά της». Μετά την αναχώρηση της Μοναστικής Αδελφότητος «Παναγία Η Χρυσοπηγή», δηλαδή όταν ο Καλλίνικος αναχώρησε από τα Μετέωρα, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Βαρλαάμ ανέλαβε ο πατέρας Χαρίτων.

To 1962 o Διονύσιος απέστειλε τηλεγράφημα στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιάκωβο Βαβανάτσο παρακαλώντας τον να παραιτηθεί β. Μετά την επιβολή του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, Μητροπολίτης Διονύσιος υπήρξε ένας από τους οκτώ Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος που δέχθηκαν να συμμετάσχουν στην Αριστίνδην Σύνοδο, η οποία την ίδια χρονιά εξέλεξε ως Αρχιεπίσκοπο τον Ιερώνυμο Κοτσώνη.

Το τέλος του

Ο Μητροπολίτης Διονύσιος πριν ασθενήσει επισκέφθηκε το στρατόπεδο του Νταχάου στη Γερμανία και τέλεσε την πρώτη Ορθόδοξη Λειτουργία στο χώρο σε περίοδο ειρήνης. Το 1961 νόσησε από την παλαιά του ασθένεια και νοσηλεύθηκε για δύο μήνες στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, ενώ στο τέλος του 1967 τα συμπτώματα της σοβαρής ασθένειας του εκδηλώθηκαν εκ νέου. Τον Σεπτέμβριο του 1968, έφυγε ουσιαστικά από τα Τρίκαλα βαριά άρρωστος με καρκίνο του ήπατος και το 1969 υποβλήθηκε σε οδυνηρή χειρουργική επέμβαση στο Λονδίνο. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα διέμενε μόνιμα στην Αθήνα προκειμένου να τον παρακολουθούν οι θεράποντες γιατροί. Στις 7 το απόγευμα του Σαββάτου 3 Ιανουαρίου 1970 ο μητροπολίτης Διονύσιος επικοινώνησε για τελευταία φορά με τους γύρω του από τους οποίους ζήτησε να του ψάλλουν.

Η σορός του εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και στην Τρίτη 6 Ιανουαρίου μεταφέρθηκε στα Τρίκαλα, όπου εκτέθηκε σε τριήμερο λαϊκό προσκύνημα στο Μητροπολιτικό Ναό της πόλεως. Ο μαρμάρινος τάφος του Κυρού Διονυσίου βρίσκεται πίσω από το Ιερό Βήμα, στο μέρος της Προσκομιδής της Γυναικείας Ιεράς Μονής «Βυτουμά» Καλαμπάκας, γυναικεία και εκ νέου κατοικήσιμη από το 1952, χάρη στην προσπάθεια του Μητροπολίτη Διονυσίου. Ακριβώς απέναντι και πίσω από το Διακονικό είναι ο τάφος της μοναχής Ευφημίας, της πρώτης Γερόντισσας της Μονής. Τοποτηρητής της Μητροπόλεως Τρίκκης και Σταγών ορίστηκε ο όμορος Μητροπολίτης Λαρίσης Θεολόγος, ενώ στη θέση του Μητροπολίτη τον διαδέχθηκε ο Μητροπολίτης Σεραφείμ ο οποίος απώλεσε το Επισκοπικό του θρόνο το 1974 και επανήλθε το 1990 μετά την δικαίωση του από το Συμβούλιο της Επικρατείας στη νεοσύστατη Μητρόπολη Σταγών & Μετεώρων.

Ο Διονύσιος εμπιστεύθηκε το ημερολόγιο του στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α' Κοτσώνη, όμως εκείνος το παρέδωσε στον τότε Μητροπολίτη Αττικής και Μεγαρίδος Νικόδημο Γκατζιρούλη, μετά το θάνατο του οποίου η τύχη του ημερολογίου είναι άγνωστη. Το προσωπικό αρχείο του Διονυσίου βρίσκεται στην «Εταιρεία των Φίλων του Λαού».

Υστεροφημία

Σύμφωνα με όσα γράφει ο καθηγητής Αγιολογίας Σωτήριος Μπαλατσούκας στην εισαγωγή ενός βιβλίου του [4], «.....Ὁ ἀοίδιμος Μητροπολίτης Τρίκκης καί Σταγῶν Διονύσιος, πανθομολογουμένως, ὑπῆρξε μία σημαντική φωτεινή φυσιογνωμία τῆς νεότερης ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος». Κατά τον πατέρα Ηλία Μαστρογιαννόπουλο, ο Διονύσιος «...κυριαρχούσε με την απλότητα και φυσικότητά του, με την ακούραστη και ανυπόκριτη αγάπη του, με την ακοίμητη δραστηριότητά του. Αυτά ήταν τα τρία μεγάλα στολίδια του». Επίσης εύστοχα σημειώνει πως είχε μόνιμα ένα τετραπλό πόνο: «...Τον ξεριζωμό από τη Μικρά Ασία, την άσκησι απ’ το Αγιον Όρος, τα μαρτύρια από τα στρατόπεδα της Γερμανίας και την αγωνία της Κύπρου..».

Στα χρόνια της αρχιερατείας του η Μητρόπολη Τρίκκης & Σταγών γνώρισε μεγάλη ακμή. Ο Επίσκοπος Διονύσιος φρόντισε για τη στήριξη των ασθενέστερων, με τη λειτουργία οικοτροφείων για τις άπορες οικογένειες, ανεγέρσεις Ναών αλλά και του Επισκοπείου επί της οδού Απόλλωνος στα Τρίκαλα. Κοντά του υπηρέτησαν και αναδείχθηκαν μορφές της Ορθοδοξίας, όπως οι μετέπειτα Μητροπολίτες Λαρίσης Θεολόγος, Κερκύρας Πολύκαρπος και πολλοί άλλοι πνευματικοί πατέρες. Οι μονές των Μετεώρων αναγεννήθηκαν και επανδρώθηκαν από ισχυρές αδελφότητες και κάποιες απ' αυτές που έφυγαν στα μετέπειτα χρόνια, όπως του γέροντος Αιμιλιανού του Σιμωνοπετρίτη και του Αλεξίου του Ξενοφωντινού, αναγέννησαν και το Άγιον Όρος. Το 1965 τάχθηκε δημόσια εναντίον του μεταθετού των Μητροπολιτών προκαλώντας πολλές αντιδράσεις εναντίον του, ενώ πολλές ήταν οι επικρίσεις που δέχθηκε διότι υπήρξε μέλος της «Αριστίνδην Συνόδου» του 1967, η οποία εξέλεξε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο Β'.

Ο Μητροπολίτης Διονύσιος υπήρξε η ψυχή της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος το 1967, αυτής που εξέλεξε τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α' Κοτσώνη. Τότε η «αριστίνδην Σύνοδος», σε εφαρμογή των διατάξεων του Αναγκαστικού Νόμου με αριθμό 3/1967, κατάρτισε, σε ειδική συνεδρία στις 13 Μαΐου 1967, το «τριπρόσωπο δελτίο» για την πλήρωση του αρχιεπισκοπικού θρόνου. Το τριπρόσωπο αποτελούσαν κατά σειρά ο Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Κοτσώνης, πρωθιερέας των Ανακτόρων-καθηγητής του Κανονικού Δικαίου στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο Μητροπολίτης Πατρών Κωνσταντίνος Πλατής και ο Τρίκκης και Σταγών Διονύσιος Χαραλάμπους. Ο Διονύσιος ήταν ακραιφνής πολέμιος του Οικουμενισμού και αυτός που το Μάρτιο του 1967 δε δίστασε να δηλώσει ότι «Ο πατριάρχης Αθηναγόρας καταστρατηγεί τους ιερούς κανόνας και σκανδαλίζει τον ελληνικόν λαόν. Ο Πατριάρχης δι' ων λέγει και πράττει επιδιώκει την υποδούλωσιν της Ορθοδοξίας εις τον παπισμόν..». Ως το τέλος της ζωής του δήλωνε υπερήφανος ότι αυτός ήταν ο πρώτος Ιεράρχης που απέστειλε το πρώτο συγχαρητήριο τηλεγράφημα στον Γεώργιο Παπαδόπουλο «…επί τη επικρατήσει της Επαναστάσεως».

Συγγραφικό έργο

Έγραψε και δημοσίευσε περισσότερα από 37 βιβλία με θέματα μοναχισμού και εκκλησιαστικής λογοτεχνίας. Μεταξύ τους περιλαμβάνονται:

  • «Συμπληρωματικὸς κατάλογος τῶν χειρογράφων τῆς Bιβλιοθήκης τῆς Ἱερᾶς Mονῆς Λειμῶνος ἐν Λέσβῳ», το 1947,
  • «Λεύκωμα Λήμνου», το 1954,
  • «Κοντά στο αγροτόπαιδο», το 1956,
  • «Η ιερωσύνη κατά τον ιερόν Χρυσόστομον», το 1957,
  • «Πατρικαί νουθεσίαι», τετράτομο έργο που εκδόθηκε την περίοδο μεταξύ των ετών 1958 έως και 1968,
  • «Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός», τρίτομο έργο,
  • «Πιστοί άχρι θανάτου», το 1959, [τιμήθηκε με το Χρυσό μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών].

Πρόκειται για μαρτυρολόγιο των ιερέων που δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα και τον συμμοριτοπόλεμο που ακολούθησε την αποχώρηση τους από τους ένοπλους αντάρτες οπαδούς του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος.

  • «Ο πιστός στον πόνο και στο θάνατο», το 1960,
  • «Μάρτυρες-Διωγμοί 1942-1945.» [5], το 1960 και επανέκδοση το 1978 από τις εκδόσεις «Δαμασκός». Το βιβλίο συγκροτήθηκε από το ημερολόγιο που τηρούσε σε μικρά φύλλα χαρτιού στη διάρκεια της αιχμαλωσίας του από τους Γερμανούς.
  • «Ο πιστός οικονόμος», το 1961,
  • «Ιεροί ψαλμοί», το 1962,
  • «Μοναστήρι Σταγιάδων», το 1962,
  • «Μοναστήρι Βυτουμά», το 1962,
  • «Ιεροί Παλμοί», το 1962,
  • «Άγιος Στέφανος-Μετέωρα», το 1962,
  • «Κύπρος-Άγιοι Τόποι», το 1962,
  • «Μοναχισμός και Σύγχρονος κόσμος», το 1963,
  • «Ο ιερομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός», το 1966,
  • «Ο Άγιος Βησσαρίων», το 1966,
  • «Διονύσιος ο Σκυλόσοφος», το 1967,
  • «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον», δίτομο έργο, το 1968 ο πρώτος και το 1969 ο δεύτερος τόμος,
  • «Ανατολικός Ορθόδοξος Μοναχισμός κατά τα Πατερικά κείμενα», το 1969.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Σημειώσεις

Η Στύψη είναι ημιορεινό χωριό του Δήμου Πέτρας στο νομό Λέσβου. Βρίσκεται σε υψόμετρο 400 μέτρων και απέχει δέκα περίπου χιλιόμετρα από την Πέτρα. Το χωριό οφείλει το όνομα του στην «στυπτηρία», το διπλό θειϊκό άλας αργιλίου και καλίου που αφθονεί στο υπέδαφος του και χρησιμεύει στην επεξεργασία δερμάτων και στις βαφές. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κτηνοτροφία, την καλλιέργεια ελιάς και την παραγωγή ελαιολάδου. Η Στύψη είναι η ιδιαίτερη πατρίδα του Μακεδονομάχου ήρωα Μητροπολίτη Γερμανού Καραβαγγέλη, ο οποίος γεννήθηκε το 1866, καθώς και του Βενιαμίν Ψωμά ή Κυριακού, Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τα έτη 1936 έως 1946, ο οποίος γεννήθηκε το το 1871.
Το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος όπως δημοσιεύθηκε είναι το ακόλουθο: «Ἐκλογή ὑμῶν ὡς Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος προεκάλεσε τρομερόν σάλον καί ἔρριψεν ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν ἡμῶν εἰς μίαν ἄνευ προηγουμένου περιπέτειαν. Θέατρον κατέστημεν καί ἀνθρώποις καί ἀγγέλοις. Καταχλευαζόμεθα, προπηλακιζόμεθα, περιφρονούμεθα. Εὐσεβής Ἑλληνικός κλῆρος καί Λαός θρηνεῖ καί ὀδυνᾶται. Ἐχθροί μόνον Πατρίδος καί Ἐκκλησίας χαίρουν καί πανηγυρίζουν. Ἱκετεύομεν καί παρακαλοῦμεν ὑμᾶς, ὅπως βοηθήσητε, διά τῆς παραιτήσεως ὑμῶν, Ἐκκλησίαν ἐξέλθῃ πρωτοφανοῦς κρίσεως. Παραίτησις ὑμῶν, χάριν εἰρηνεύσεως Ἐκκλησίας συγκινήσῃ κλῆρον καί λαόν καί περισώσῃ κῦρος ὑμῶν. Ὁ Τρίκκης καί Σταγῶν Διονύσιος»] Εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας», 17 Ιανουαρίου 1962.

Παραπομπές

  1. Απεβίωσε μετά πολύμηνον ασθένειαν ο Μητροπολίτης Τρίκκης Διονύσιος. Εφημερίδα «Μακεδονία», Τρίτη 6 Ιανουαρίου 1970, σελίδα 9.
  2. Μονή Λειμώνος
  3. Ο Μητροπολίτης Λήμνου τοποθετείται Μητροπολίτης Τρίκκης Εφημερίδα «Μακεδονία», Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 1959, σελίδα 3.
  4. [«Διονύσιος Μητροπολίτης Τρίκκης καί Σταγῶν (1907-1970), Βίος καί πνευματικές παρακαταθήκες», σελίδα 19.]
  5. «Μάρτυρες» Ολόκληρο το βιβλίο.