Μητροπολίτης Πελαγωνείας Ιωακείμ (ο Φορόπουλος)

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης κυρός Ιωακεμίμ [το κοσμικό του όνομα ήταν Αλκιβιάδης Φορόπουλος], Έλληνας εθνικιστής, καθηγητής Θεολόγος-απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, Μητροπολίτης Μελενίκου & Σιδηροκάστρου και στη συνέχεια Μητροπολίτης Πελαγονείας (άλλη γραφή: Πελαγωνίας ή Πελαγονίας), Μακεδονομάχος με σημαντικό ρόλο στο διάστημα πριν αλλά και στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα αλλά και με συνολικά σημαντική εθνική δράση, διακεκριμένη πολιτική, πνευματική και θρησκευτική προσωπικότητα, γεννήθηκε στις 3 Απριλίου 1859 στη Χίο [1] ή σύμφωνα με άλλη πηγή στη Μάκρη [2] Λεβισίου της Μικράς Ασίας και εκοιμήθη στις 31 Ιανουαρίου 1909, κατόπιν συντόμου ασθενείας, στην Κωνσταντινούπολη.

Μητροπολίτης Πελαγονείας Ιωακείμ (Φορόπουλος)
Μητροπολίτης Ιωακείμ (Φορόπουλος).jpeg
Γέννηση: 3 Απριλίου 1859
Τόπος: Χίος ή Μάκρη Λεβισίου (Μικρά Ασία)
Υπηκοότητα: Οθωμανική
Ασχολία: Θεολόγος, εθνικός αγωνιστής
Θάνατος: 31 Ιανουαρίου 1909
Τόπος: Κωνσταντινούπολη
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος
* Μητροπολίτης Μελενίκου & Σιδηροκάστρου *
Έναρξη Θητείας : 27 Φεβρουαρίου 1901
Λήξη θητείας : 17 Οκτωβρίου 1903
Προκάτοχος
  • Μητροπολίτης Λεόντιος (ο Ελευθεριάδης)
Διάδοχος
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος
* Μητροπολίτης Πελαγωνίας *
Έναρξη Θητείας : 18 Οκτωβρίου 1903
Λήξη θητείας : 31 Ιανουαρίου 1909
Προκάτοχος
  • Μητροπολίτης Αμβρόσιος (ο Σταυριανός)
Διάδοχος
  • Μητροπολίτης Βασίλειος ( Γεωργιάδης)

Βιογραφία

Πατέρας του Αλκιβιάδη ήταν ο έμπορος Δημήτριος Φορόπουλος, που κατάγονταν από το νησί της Χίου ενώ μητέρα του ήταν η Πηνελόπη Αναστασοπούλου, που κατάγονταν από τη Μάκρη της Μικράς Ασίας.

Σπουδές

Ο Αλκιβιάδης παρακολούθησε τα μαθήματα της δημοτικής, από το Σεπτέμβριο του 1865, και του Γυμνασίου στη Χίο από το οποίο αποφοίτησε τον Σεπτέμβριο του 1875 επί Γυμνασιάρχου Γεωργίου του Σουρία. Λέγεται ότι αμέσως μετά την αποφοίτηση του επιβιβάστηκε κρυφά σε πλοίο με προορισμό το Άγιο Όρος όπου εκάρη μοναχός, καθώς είχε αποφασίσει να μονάσει στη Μονή Ιβήρων, όμως ενδύθηκε μοναχός και επέστρεψε στη γενέτειρα του υπακούοντας στην επιθυμία του πατέρα του ο οποίος φρόντισε να τον στείλει για εκκλησιαστικές σπουδές στην Κωνσταντινουπόλεως όπου σπούδασε στη Θεολογική σχολή της Χάλκης, από τον Σεπτέμβριο του 1876, και το 1880 αποφοίτησε υποβάλλοντας διατριβή με τίτλο «Η Εικονομαχία μέχρι της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου».

Εκκλησιαστική διαδρομή

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1880 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ' και έλαβε το εκκλησιαστικό όνομα Ιωακείμ. Μετά τη χειροτονία του εστάλη να παρακολουθήσει μαθήματα στην Οξφόρδη της Αγγλίας, όπου παρέμεινε το διάστημα από τον Ιούλιο του 1881 έως το 1884 και στη συνέχεια ως το 1887 στο Μόναχο, στην Ιέννα και στην Λειψία της Γερμανίας, όπου ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Φιλοσοφίας και της Θεολογίας. Το ότι ο Φορόπουλος πήγε στην Οξφόρδη ήταν ασυνήθιστο για την εποχή του άλλωστε οι περισσότεροι κληρικοί του Οικουμενικού Πατριαρχείου πραγματοποιούσαν ανώτερες σπουδές είτε σε Ρωσικές Θεολογικές Ακαδημίες είτε σε Γερμανικά Πανεπιστήμια και υπήρξε από τα ελάχιστα μέλη της Ορθόδοξης ιεραρχίας της εποχής που γνώριζαν και μιλούσαν Αγγλικά.

Μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη ο Ιωακείμ χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και το Ακαδημαϊκό έτος 1888-89 του ανατέθηκε η Διεύθυνση της Ροδοκανακείου Ιερατικής Σχολής Καισαρείας [3] [4]. Τα επόμενα δύο έτη, μέχρι το 1891, ιδιώτευε στην Κωνσταντινούπολη ενώ από το 1892 μέχρι το 1894 υπηρέτησε στη Διοίκηση του Γραικικού Νοσοκομείου Σμύρνης «Άγιος Χαράλαμπος» [5] στην Μικρά Ασία και στη συνέχεια επέστρεψε στην Χίο. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του ο Ιωακείμ παρέμεινε ένα έτος, σχεδόν, και το 1895 μετά την ανάδειξη στον Οικουμενικό Θρόνο του Πατριάρχη Ανθίμου Ζ' προσκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και του ανατέθηκε η θέση του Αρχειοφύλακα των Πατριαρχείων.

Επισκοπικό αξίωμα

Μητροπολίτης Μελενίκου

Ο Ιωακείμ εξελέγη Μητροπολίτης Μελενίκου στις 27 Φεβρουαρίου 1901 με 7 ψήφους έχοντας συνυποψηφίους τον Επίσκοπο Παμφίλου Μελισσηνό, που έλαβε 5 ψήφους, και τον Ιερατικώς προϊστάμενο Τζιβαλίου Αρχιμανδρίτη Αγαθάγγελο Παπαναστασιάδη. Χειροτονήθηκε Μητροπολίτης, στις 11 Μαρτίου του ίδιου έτους, στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Προύσης Ναθαναήλ, βοηθούμενος από τους Μητροπολίτες Μηθύμνης Στέφανο, Βάρνης Πολύκαρπο, Χίου Κωνσταντίνο, Κορυτσάς Γερβάσιο, Γρεβενών Δωρόθεο και Λέρου Ιωάννη. Διαδέχθηκε στον Επισκοπικό θρόνο τον από Σκοπίων Αμβρόσιο (Σταυρινό).

Το δεύτερο σε σπουδαιότητα μοναστήρι της περιοχής του Μελενίκου ήταν η μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου του Σπηλαίου (Σπηλαιώτισσα) [6], μετόχι της μονής Βατοπαιδίου του Αγίου Όρους. Τον Ιούνιο του 1902, ο μητροπολίτης Ιωακείμ Φορόπουλος ζήτησε από τη μονή Βατοπαιδίου να παραχωρήσει την κυριότητα του Σπηλαίου στην κοινότητα Μελενίκου και να καταστεί έτσι το Βατοπαίδι ευεργέτης των εκπαιδευτηρίων της πόλεως, όπως και έγινε με χρονικές παραχωρήσεις. Ο ναός του Αγίου Νικολάου, ο μητροπολιτικός ναός της Μελένικου, που καταστράφηκε ολοσχερώς το 1895 από την πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει στην παράπλευρη μητροπολιτική κατοικία, ανοικοδομήθηκε το 1901 με πρωτοβουλία και δαπάνες του Μητροπολίτη Ιωακείμ και είναι μεταξύ των πέντε ναών που διασώθηκαν από τις καταστροφές που προκάλεσαν στο Μελένικο οι Βούλγαροι κατά το 1913, μαζί με τους ναούς του Αγίου Αντωνίου, του Προδρόμου, των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και της Αγίας Βαρβάρας. Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ παρέμεινε στη θέση του Επισκόπου Μελενίκου μέχρι τον Οκτώβριο του 1903.

Μητροπολίτης Πελαγωνίας

Στις 18 Οκτωβρίου 1903 ο Ιωακείμ εξελέγη Μητροπολίτης Πελαγωνείας με 10 ψήφους, επί 11 ψηφισάντων, με συνυποψηφίους τους Μητροπολίτες Καστορίας Γερμανό και Μογλενών Ιωαννίκιο. Ο Πελαγωνείας Ιωακείμ ήταν αυτός που πρώτος διέκρινε το υψηλό εθνικό φρόνημα του μετέπειτα εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού Λαζαρίδη και τον προσκάλεσε να υπηρετήσει κοντά του ως καθηγητής των Θρησκευτικών τού Ελληνικού Γυμνασίου στο Μοναστήρι, στην έπαλξη του Ελληνικού Μακεδονικού βορρά, όπου ήταν η έδρα της Μητροπόλεως του. Στη συνέχεια ο Αιμιλιανός προεχειρίσθη στο βαθμό του βοηθού επισκόπου Πελαγωνείας υπό τον τίτλο Πέτρας. Στις 29 Οκτωβρίου 1903, ο Βούλγαρος Nahum Petrov, εκτελεστής του Βουλγαρικού Κομιτάτου, επιχείρησε ανεπιτυχώς να δολοφονήσει τον Επίσκοπο Ιωακείμ ο οποίος το 1904 με επιστολή του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη, πρότεινε να αποσπαστούν τα Μογλενά (Αλμωπία) από τη Μητρόπολη του και να δημιουργηθεί μία νέα Μητρόπολη Πρεσπών και Φλωρίνης, ώστε να υπάρξει αποτελεσματικότερη διοικητική οργάνωση, ανταποκρινόμενη στην ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο.

Μακεδονικός Αγώνας

Στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα οι απόπειρες δολοφονιών, οι τραυματισμοί και οι άγριες ομαδικές και μεμονωμένες βιαιοπραγίες κατά των Ελλήνων, τόσο από του Τούρκους του Κομιτάτου [7] όσο και από τους Εξαρχικούς κομιτατζήδες, έλαβαν ευρείες διαστάσεις στην περιοχή της Μακεδονίας. Η έκρυθμη κατάσταση που δημιουργήθηκε αντιμετωπίστηκε χάρις στην εμπνευσμένη ηγεσία και την καθημερινή μαχητική και πρωτοπόρου παρουσία του ηρωικού Μητροπολίτη Ιωακείμ, που αναδείχθηκε σ' έναν από τους πρωτεργάτες του Μακεδονικού Αγώνα, ο οποίος πρωτοστάτησε σε όλα τα εθνικά ζητήματα κατά την περίοδο της οξύτητας του Μακεδονικού Αγώνα έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση και την ολόπλευρη στήριξη του τότε Μητροπολίτη Δράμας και μετέπειτα εθνομάρτυρα Χρυσοστόμου. Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ, ανάπτυξε έντονη εθνική δράση, εμψυχώνοντας το ποίμνιό του με λόγια και έργα, αν και έθετε σε καθημερινό κίνδυνο την ζωή του με επακόλουθο σωρεία δολοφονικών επιθέσεων από τούς Βουλγάρους κομιτατζήδες.

Παράλληλα, στον πλάι του Ιωακείμ, συμμετείχαν στον Μακεδονικό αγώνα και άλλοι κορυφαίοι ιεράρχες όπως Μητροπολίτης Γρεβενών Αγαθάγγελος που εγκαταστάθηκε στα Γρεβενά το 1901, ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης που εγκαταστάθηκε στην Καστοριά το 1900, ο Γρηγόριος Ωρολογάς το 1902 στη Στρώμνιτσα, ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Φώτιος που εγκαταστάθηκε το 1902 στην Κορυτσά, ο Μητροπολίτης Θεοδώρητος (ο Βασματζίδης) ο οποίος το 1903 εγκαταστάθηκε στο Νευροκόπι, ο Μητροπολίτης Αλέξανδρος στη Θεσσαλονίκη, ενώ στον αγώνα συμμετέχει και ο Γρηγόριος Ωρολογάς που εγκαταστάθηκε το 1892 στις Σέρρες και μετέπειτα, ως Κυδωνιών, μαρτύρησε στην Μικρασιατική τραγωδία. Οι παραπάνω ιεράρχες ξεκίνησαν τον Μακεδονικό αγώνα στο διάστημα 1900-1902 ενώ ο Παύλος Μελάς έφτασε στη Μακεδονία το 1904. Τον Σεπτέμβριο του 1906, με αφορμή τη δολοφονία του Μητροπολίτη Κορυτσάς Φώτιου, ο Μητροπολίτης Θεοδώρητος τέλεσε αρχιερατικό μνημόσυνο, την Κυριακή 8 Οκτωβρίου 1906, για τις ψυχές των πεσόντων Μακεδονομάχων.

Συγγραφικό / Μεταφραστικό έργο

Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ μετέφρασε στα Ελληνικά, από τα Αγγλικά και τα Γερμανικά, έγραψε μελέτες επί θεολογικών ζητημάτων πολλές από τις οποίες δημοσίευσε στο περιοδικό «Εκκλησιαστική Αλήθεια», ενώ και δημοσίευσε, αυτοτελώς, μεταξύ άλλων τα έργα:

  • «Ειρήνη η Αθηναία» [8], εναίσιμος διατριβή στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ιένης, Λειψία, 1887,
  • «Οι Αρειανοί της Δ' Εκατονταετηρίδος-Ιστορία των Αιρέσεων», Newman John Henry, μετάφραση το 1890, εκδότης: Τυπογραφείον Φιλιππίδου Βλασίου (εν Κωνσταντινουπόλει),

Στα έγγραφα του ο Φορόπουλος αναφέρεται στην Μητρόπολη της ιδιαίτερης πατρίδος του της Χίου και εξηγεί ότι το 1566, όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν τή Χίο, την πνευματική επιστασία του χριστιανικού πληθυσμού ανέλαβε το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το 1571 ιδρύθηκε η μητρόπολη Χίου όμως Οικουμενικός Πατριάρχης διατήρησε στην άμεση δικαιοδοσία του τα χωριά Βολισσο και Πυργί, που αποτέλεσαν τον βασικό πυρήνα μιας πατριαρχικής εξαρχίας της οποίας τα όρια αυξομειώνονταν ...«αναλόγως της των εξάρχων ορέξεως και της των μητροπολιτών αδυναμίας» [9]

Απομάκρυνση από το Μοναστήρι

Το 1906 ο Ιωακείμ ανακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ύστερα από έντονες πιέσεις που άσκησε η Υψηλή Πύλη και οι Οθωμανικές αρχές, εξαιτίας κατηγοριών ρουμανιζόντων για συνεργασία με ελληνικά ανταρτικά σώματα. Στις 15 Ιουνίου εκείνου του έτους η Γερμανική Αυτοκρατορική Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη αναφέρει:

«.....Χθες ο Μεγάλος Βεζίρης ξέσπασε απέναντί μου σε νέα παράπονα για τις ατελείωτες δυσκολίες που συναντά από τις ενέργειές του κατά του προπαγανδιστή κληρικού στο Μοναστήρι, του εκεί Μητροπολίτη, και από την πλευρά του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αφότου, για πολλοστή φορά η αξίωση που απηύθηνε στον Πατριάρχη ν’ ανακαλέσει τον Μητροπολίτη δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, ζήτησε τελικά από τα Ανάκτορα την καθαίρεσή του. Ο Πατριάρχης τότε επεδίωξε να κινήσει τις υποψίες του Σουλτάνου κατά του ίδιου του Μεγάλου Βεζίρη για βουλγαρο–και ρουμανοφιλία. Τελικά τα Ανάκτορα απαίτησαν από τον Ιωακείμ Γ´ να μεταθέσει εδώ τον Μητροπολίτη, τουλάχιστον προσωρινά αλλά ο εδώ Έλληνας πρέσβυς επενέβη στον Πατριάρχη. Χθες μπόρεσε τελικά ο βαλής του Μοναστηρίου ν’ αναφέρει ότι ο Μητροπολίτης αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη».

Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ μετέβη, το καλοκαίρι του 1906, στην έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κατά τη διάρκεια της απομακρύνσεως του από την έδρα του τοποθετήθηκε στη θέση του ως αρχιερατικός επίτροπος ο τότε επίσκοπος Πέτρας Αιμιλιανός μετέπειτα μητροπολίτης Γρεβενών. Το 1907 όταν ο Μητροπολίτης Ιωακείμ δημοσιοποίησε τις άθλιες συνθήκες υπό τις οποίες διαβιούσαν οι Έλληνες στο χωριό Μαρίχοβο έγινε στόχος δύο αποτυχημένων δολοφονικών επιθέσεως από Βούλγαρους κομιτατζήδες και εξαρχικούς.

Ραφαέλ Μόργκαν (Βάπτιση & Χειροτονία)

Το 1907 ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ' παρέπεμψε το θέμα της Βάπτισης και Χειροτονίας σε Πρεσβύτερο του Ρόμπερτ Τζόσιας Μόργκαν (Robert Josias Morgan), μετέπειτα πατρός Ραφαήλ Μόργκαν, στον Μητροπολίτη Ιωακείμ προκειμένου αυτός να εισηγηθεί σχετικά. Ο Μόργκαν ταξίδεψε από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως έχοντας μαζί του δύο συστατικές επιστολές. Η πρώτη ήταν του πατρός Δημητρίου Πετρίδη, του Έλληνα ιερέα που υπηρετούσε τότε την Ορθόδοξη κοινότητα της Φιλαδέλφειας, με ημερομηνία 18 Ιουνίου 1907. Ο πατήρ Δημήτριος Πετρίδης αναφέρονταν στον Μόργκαν ως έναν άνθρωπο που εισήλθε ειλικρινά στην Ορθοδοξία μετά από μακρά και επιμελή μελέτη και συνιστούσε το βάπτισμά του καθώς και τη χειροτονία του στην ιεροσύνη. Η δεύτερη επιστολή προερχόταν από την «Εκκλησιαστική Επιτροπή» της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Φιλαδέλφειας, η οποία Επιτροπή θεωρούσε ότι θα μπορούσε να υπηρετήσει ως βοηθός ιερέας εάν αποτύγχανε να σχηματίσει μια ξεχωριστή Ορθόδοξη ενορία μεταξύ των συμπολιτών του Μαύρων Αμερικανών. Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ εξέτασε τον Ρόμπερτ επισημαίνοντας ότι διέθετε «....βαθιά γνώση των διδασκαλιών της Ορθόδοξης Εκκλησίας» και επίσης σημείωσε ότι ο υποψήφιος Ορθόδοξος είχε στη διάθεση του επίσημο πιστοποιητικό από τον επικεφαλή της Μεθοδιστικής Κοινότητας, όπου αυτός ανέφερε ότι ήταν άνδρας «υψηλών αξιών και αμέμπτου θρησκευτικής ζωής». Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ συνέστησε, σύμφωνα με τη Βιβλική προτροπή: «....καὶ τὸν ἐρχόμενον πρὸς ἐμὲ οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω» (μετάφραση: «...αυτόν που έρχεται σε μένα, ασφαλώς δεν θα τον διώξω») [10], να γίνει δεκτός ο Ρόμπερτ στην Ελληνορθόδοξη Εκκλησία.

Την Παρασκευή 2 Αυγούστου 1907 η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου ενέκρινε να γίνει η Βάπτιση του Ρόμπερτ την Κυριακή 4 Αυγούστου στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής στην Πατριαρχική Μονή Βαλουκλίου Κωνσταντινουπόλεως. Το μυστήριο τέλεσε ο Μητροπολίτης Ιωακείμ και ανάδοχος του νεοφώτιστου ήταν ο Επίσκοπος Θεοδωρουπόλεως Λεόντιος (ο Λιβέριος), τότε ηγούμενος της Μονής Βαλουκλίου. Ο Ρόμπερτ βαφτίστηκε και πήρε το όνομα «Ραφαήλ» ενώπιον πλήθους 3.000 πιστών. Στη συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος στις 12 Αυγούστου 1907 από τον Μητροπολίτη Ιωακείμ ο οποίος τον χειροτόνησε ιερέα ανήμερα της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου εκείνου του έτους. Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ διεξήγαγε τα μυστήρια Βαπτίσματος και Χειροτονίας στην Αγγλική γλώσσα, μετά τα οποία ο πατἠρ Ραφαήλ έψαλλε τη Θεία Λειτουργία στα αγγλικά. Η μεταστροφή του πατρός Ραφαήλ στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία τον κατέστησε πρώτο Αφροαμερικανό και γενικότερα μαύρο ιερωμένο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Σύμφωνα με τα πρακτικά της Ιεράς Συνόδου, της 2ας Οκτωβρίου 1907, ο πατέρας Ραφαήλ υπήχθη στη δικαιοδοσία του Αιδεσιμότατου Δημητρίου Πετρίδη στη Φιλαδέλφεια, έως ότου εντρυφήσει στην Ορθόδοξη λειτουργική και μπόρεσε να ιδρύσει χωριστή Ορθόδοξη ενορία. Τα αρχεία του Ellis Island δείχνουν την άφιξη στη Νέα Υόρκη, προερχόμενου από τη Νάπολη της Ιταλίας, του ιερέα Raffaele Morgan, τον Δεκέμβριο του 1907. Με την επιστροφή του ο Ραφαήλ βάπτισε τη σύζυγο και τα τέκνα του στην Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της Ιεράς Συνόδου της 9ης Φεβρουαρίου 1908, όπου βεβαιώνεται η λήψη σχετικής ανακοινώσεως από τον πατέρα Ραφαήλ.

Το τέλος του

Ο Ιωακείμ δεν επέστρεψε ποτέ στο Μοναστήρι, την έδρα της Μητροπόλεως του, καθώς ασθένησε και απεβίωσε στην Πόλη. Με κληροδότημα το οποίο κατέλειπε διέθεσε 3.274 γρόσια στο νοσοκομείο της Χίου.

Μνήμη Μητροπολίτου Ιωακείμ

Ο Ιωακείμ, ένας από τους πλέον καταρτισμένους ιεράρχες της εποχής του και μέλος της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως, από την εγκατάσταση του ως Μητροπολίτου, περιόδευε και ενθάρρυνε στους τρομοκρατημένους Έλληνες της περιοχής του, συνέτασσε και απέστειλε επιστολές, ενημερωτικές και διαμαρτυρίας, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Παρά τις άοκνες προσπάθειες του κι επειδή οι δολοφονίες Ελλήνων αυξάνονταν καθημερινά -μάλιστα κάποιες αυτές γίνονταν μέσα στο Μοναστήρι όπως αυτή του Θεόδωρου Μόδη θείου του Γεωργίου Μόδη που δολοφονήθηκε από Βουλγάρους κομιτατζήδες μέσα στο κατάστημά του μέρα μεσημέρι, ο Μητροπολίτης σε σύσκεψη με όλους τους παράγοντες του Ελληνισμού της πόλεως αποφάσισαν να εφαρμόσουν και να κλιμακώσουν αντίποινα. Έτσι για κάθε έναν Έλληνα που δολοφονούσαν οι Βούλγαροι, δύο Βούλγαρους σκότωναν οι Έλληνες, δύο οι Βούλγαροι, τέσσερις οι Έλληνες. Η εφαρμογή αυτής της αποφάσεως δημιουργήθηκε τεράστια αναταραχή και διέσπειρε τόσο πανικό που οι Βούλγαροι ζήτησαν ανακωχή κάτι που αποδέχθηκαν οι Έλληνες με τη συμβουλή του Μητροπολίτη [11].

Το περίγραμμα της δράσεως και του εθνικού έργου του ηρωικού Ιεράρχη εθνικού αγωνιστή Μητροπολίτη Ιωακείμ Φορόπουλου σκιαγραφεί [12] σε ομιλία του ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος (ο Παρασκευαΐδης):

«...Οι Ιεράρχες αυτοί φαίνεται να υπέταξαν στη στρατιωτική τους ιδιότητα εκείνη του ειρηνόφιλου Κληρικού. Χάριν της πατρίδος έζησαν, δίδαξαν και έπραξαν αναμφίβολα με πιστότητα προς την ελληνορθόδοξη παράδοσή μας. Είχε δίκιο ο Ιω. Συκουτρής, που υποστήριζε ότι "Η Εκκλησία πολλάκις τον καθαρώς δευτερογενή γι’ αυτήν εθνικόν σκοπόν έθεσεν υπεράνω των καθαρώς θρησκευτικών και ιδίου της, ως οργανισμού, συμφέροντος". Αλλά τούτο ήταν επιταγή των καιρών. Όταν π.χ. ο Μητροπολίτης Ιωακείμ Φορόπουλος μιλώντας στους Έλληνες από της Ωραίας Πύλης του Ιερού Ναού του χωριού Μοριχόβου έλεγε "Δεν σας συμβουλεύω οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος, αλλά σας συμβουλεύω οφθαλμούς αντί οφθαλμού και οδόντας αντί οδόντος" [13], δυνατόν να παρέβαινε εντολή του Χριστού αλλ’ οι περιστάσεις επέβαλλαν την υπέρβαση της εντολής για τη σωτηρία της πατρίδας».

Το 1905, σχεδόν ένα έτος πριν την απομάκρυνση του ο Μητροπολίτης Ιωακείμ ήλθε σε αντιπαράθεση με τον Αλέξανδρο Ζουμετίκο, τον Μοναστηριώτη εθνικό αγωνιστή και Γυμνασιάρχη του τοπικού Γυμνασίου, ο οποίος κατέληξε στην απόφαση να αποχωρήσει από τη γενέτειρα του καθώς φοβήθηκε μήπως η διαμάχη τους λάβει επικίνδυνες διαστάσεις και εκτεθεί ο μητροπολίτης, λόγος για τον οποίο ο Ζουμετίκος αρνήθηκε τις προτάσεις κάποιων από τους Έλληνες εφόρους του Μοναστηριού που προθυμοποιήθηκαν να ενεργήσουν για την απομάκρυνση του Ιωακείμ Φορόπουλου.

Πηγές

  • «Ιωακείμ Φορόπουλος Μητροπολίτης Πελαγονίας (1903-1909)», Αθανάσιος Γερομίχαλος, Θεσσαλονίκη, 1965, σελίδες 51,
  • «Η εθνική δράσις του Μητροπολίτου Πελαγονίας Ιωακείμ Φοροπούλου και αι εκθέσεις αυτού», Αθανάσιος Γερομίχαλος, «Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών», Θεσσαλονίκη, 1968, σελίδες 140.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Ειρήνη η Αθηναία : αυτοκράτειρα Ρωμαίων 769-802 Μέρος Α' Βίος, σελίδα 59η. (pdf format).]
  2. [Ἀρχαία και Σύγχρονος Λυκία Σάββας Πασχαλίδης, Εταιρεία Ιστορικών Ερευνών «ΛΥΚΙΑ»]
  3. [Ροδοκανάκειος Ιερατική σχολή Καισαρείας Λογοδοσία Διευθυντού Ιωακείμ Φορόπουλου]
  4. [Η Ιερατική Σχολή Καισαρείας λειτούργησε στη Μονή Προδρόμου στο Ζιντζίντερε της Καισάρειας από το 1882 έως το 1917, όταν την έκλεισαν οι οθωμανικές αρχές.]
  5. [Το Γραικικόν Νοσοκομείον Σμύρνης «Άγιος Χαράλαμπος» ιδρύθηκε το 1723 από προσφορές ατόμων και συντεχνιών.]
  6. [Η μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου του Σπηλαίου (Σπηλαιώτισσας) ιδρύθηκε κατά το 1209-1211 από το Δεσπότη (ηγεμόνα) της περιοχής Αλέξιο Σλάβο. Το μοναστήρι βρισκόταν στην ανατολική άκρη του οροπεδίου του Αγίου Νικολάου στα νότια του Μελένικου. Η μονή καταστράφηκε το 1913 και σώζονται μόνο ερείπιά της. Μοναδικό κειμήλιο, που διασώθηκε στο Σιδηρόκαστρο είναι η εφέστια και θαυματουργή εικόνα της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου, την οποία οι Μελενίκιοι πρόσφυγες μετέφεραν μαζί τους, τον Αύγουστο του 1913.]
  7. [Η τακτική διώξεων εκ μέρους των Νεοτούρκων ονομάστηκε Κομιτατισμός, από την ονομασία της νεοτουρκικής οργανώσεως Κομιτάτο «Ένωσις και Πρόοδος». Με τον όρο αυτό περιγράφεται η πολιτική των συστηματικών διώξεων που εφάρμοσαν οι νεοτουρκικές κυβερνήσεις.]
  8. [Ειρήνη η Αθηναία : αυτοκράτειρα Ρωμαίων 769-802 Μέρος Α' Ολόκληρο το έργο (pdf format)]
  9. [Ο θεσμός της πατριαρχικής εξαρχίας: 14ος-19ος αιώνας Μάχη-Παΐζη-Αποστολοπούλου, σελίδα 146η.]
  10. [Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο Κεφάλαιο 6ο, στίχος 37ος.]
  11. [Ομιλία Σόνιας Ευθυμιάδου στο Μουσείο Μακ. Αγώνα Καστοριάς goumenissa.eu, 10 Φεβρουαρίου 2014.]
  12. [Άνθιμος Θεσσαλονίκης vs Στέφανος Οχρίδος roides.wordpress.com, 28 Μαΐου 2008.]
  13. [Δημήτριος Κ. Χατζής, «Ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα», Αθήνα 1971, σελίδα 19η.]