Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος (ο Καλαφάτης)

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Κυρός Χρυσόστομος [το κοσμικό του όνομα ήταν Χρυσόστομος Καλαφάτης], Έλληνας εθνικιστής, «ο εθνικιστής Χρυσόστομος» όπως τον χαρακτήριζαν οι Ευρωπαίοι, Θεολόγος καθηγητής απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής Χάλκης, εθνικός αγωνιστής, Μητροπολίτης Δράμας-Φιλίππων & Ζιχνών, Μακεδονομάχος με σημαντικό ρόλο στο διάστημα πριν, στη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωση του Μακεδονικού Αγώνα και με σημαντικές δράσεις για τη λειτουργία Ελληνικών εκπαιδευτηρίων στην περιοχή, μετέπειτα Μητροπολίτης Σμύρνης στη Μικρά Ασία με σημαντικό ρόλο στον αγώνα του Ποντιακού Ελληνισμού, Εθνομάρτυρας και Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας που η μνήμη του τιμάται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1867 στα Τρίγλια, άλλοτε Βρύλλιο, μια μικρή παραθαλάσσια κωμόπολη της Βιθυνίας της επαρχίας Προύσης στην περιοχή της Προποντίδος, και μαρτύρησε [1] κατακρεουργημένος από τον Τουρκικό ισλαμικό όχλο την Κυριακή 28 Αυγούστου/10 Σεπτεμβρίου 1922 στη Σμύρνη.

Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος
Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος.jpg
Γέννηση: 8 Ιανουαρίου 1867
Τόπος: Τρίγλια Προύσης, Προποντίδα (Μικρά Ασία)
Υπηκοότητα: Οθωμανική
Ασχολία: Θεολόγος, εθνικός αγωνιστής
Δολοφονία: 28 Αυγούστου 1922
Τόπος: Σμύρνη (Μικρά Ασία)
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος
* Μητροπολίτης Δράμας *
Έναρξη Θητείας : 18 Μαΐου 1902
Λήξη θητείας : 10 Μαρτίου 1910
Προκάτοχος
  • Μητροπολίτης Φιλόθεος
Διάδοχος
  • Μητροπολίτης Αγαθάγγελος Β'
* Μητροπολίτης Σμύρνης (Μικρά Ασία) *
Έναρξη Θητείας : 11 Μαρτίου 1910
Λήξη θητείας : 28 Αυγούστου 1922
Προκάτοχος
  • Μητροπολίτης Βασίλειος
Διάδοχος
  • Μητροπολίτης Βασίλειος (ο Παπαδόπουλος) Μητροπολίτης Φλωρίνης-Ἐορδαίας-Πρεσπῶν (ως τοποτηρητής)
  • Μητροπολίτης Βαρθολομαίος (ο Σαμαράς) (εξελέγη 11/09//2016) [2]

Περιεχόμενα

Βιογραφία

Οικογένεια Καλαφάτη

Πατέρας του Χρυσόστομου ήταν ο νομομαθής Νικόλαος Καλαφάτης ο οποίος, ως απλός διεκπεραιωτής καθώς δεν είχε δίπλωμα δικηγόρου, εκπροσωπούσε συμπολίτες του ενώπιον των Οθωμανικών δικαστηρίων όταν προσέφευγαν σε αυτά για υποθέσεις που αφορούσαν κυρίως παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους από τους Τούρκους τοπικούς άρχοντες, ενώ συμμετείχε στα κοινά και είχε εκλεγεί δημογέροντας και μητέρα του ήταν η Καλλιόπη Λεμωνίδου, πιστή Ορθόδοξη χριστιανή. Όπως αναφέρουν οι βιογράφοι του Χρυσοστόμου ανήμερα των Θεοφανίων του 1868, δύο ημέρες πριν βαπτιστεί, πέρασε από την Τρίγλια ο Μητροπολίτης Προύσης Νικόδημος. Η Καλλιόπη Λεμωνίδου κρατώντας τον μωρό στην αγκαλιά της, τον έφερε στο Μητροπολίτη να τον ευλογήσει και οι παριστάμενοι της ευχήθηκαν να το καμαρώσει σαν το Νικόδημο. Εκείνη συγκινημένη μπήκε στον ναό της Πάντων Βασιλίσσης, απέθεσε το βρέφος μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας και το έταξε στην Εκκλησία.

Ο Χρυσόστομος ήταν το δευτερότοκο τέκνο μιας πολύτεκνης και μέτριας οικονομικής καταστάσεως οικογένειας η οποία είχε, συνολικά, οκτώ τέκνα, τέσσερα αγόρια και ισάριθμα κορίτσια. Αδέλφια του Χρυσόστομου ήταν ο Ευγένιος, μετέπειτα σύζυγος της Σεβαστής Κασφίκη, που γεννήθηκε το 1865 αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή και συμπαραστάθηκε στον δευτερότοκο αδελφό του σε όλη τη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του και τον ακολούθησε έως το μαρτύριο, ο Ξενοφών, η Όλγα μετέπειτα σύζυγο Πολυχρονίδη, η Εριφύλη, μετέπειτα σύζυγος Ηρακλέους Τσίτερ και μητέρα του Μητροπολίτη Αυστρίας Χρυσόστομου, ο Δημήτριος, η Σοφία μετέπειτα σύζυγος του Νικολάου Σοφοκλέους οι οποίοι τον ακολούθησαν στην Μητρόπολη Σμύρνης και έμειναν μαζί του ως την τελευταία στιγμή του βίου του, και η Αικατερίνη μετέπειτα σύζυγο Φιλίππου Καβουνίδου..

Σπουδές

Ο Χρυσόστομος, ιδιαιτέρως ευφυής και φύσει ευγενικός, εκδήλωσε από την παιδική ηλικία του την επιθυμία του να χειροτονηθεί κληρικός και να ενταχθεί στο σώμα της Ορθόδοξης εκκλησίας. Στην Τρίγλια παρακολούθησε μαθήματα στο εκεί επτατάξιο σχολείο, όμως οι γονείς του μερίμνησαν για την επιπρόσθετη μόρφωσή του, επιλέγοντας ως δασκάλους του τον τότε αρχιμανδρίτη -και μετέπειτα Μητροπολίτη- Ιωαννίκιο για τα εκκλησιαστικά, τον Χριστόφορο Μουμουζή για τα Τουρκικά, τον Γαζή για την Ελληνική γλώσσα, τον Νικόλαο Χατζηχρυσάφη για τα Γαλλικά και τον πατέρα Θεοδόση για την βυζαντινή μουσική. Στη συνέχεια οι γονείς του, μετά από προτροπή του Ιωαννίκιου και εκποιώντας μέρος της ακίνητης περιουσίας τους, τον έστειλαν οικότροφο στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Εκεί διακρίθηκε για τις επιδόσεις του και σύντομα τα έξοδα των σπουδών του ανέλαβε ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης και μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε' (ο Βαλιάδης), ο οποίος τον γνώρισε σε μια επίσκεψή του στη Σχολή. Το 1891 ο Χρυσόστομος (Καλαφάτης) υπέβαλε τη εναίσιμο διατριβή του, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης με τίτλο:

  • «Θέσις Θεολογική περί του ότι Μόνη των τριών μεγάλων Εκκλησιών η Ορθόδοξος Ανατολική έστι η αληθής» [3] και αποφοίτησε με βαθμό «άριστα».

Σύμφωνα με όσα αναφέρει στα «Απομνημονεύματα» του ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης με δύο κλητήρες του Πατριαρχείου και με τη σύμπραξη του μετέπειτα Επισκόπου Σμύρνης Χρυσοστόμου: «... έπιασαν τον αποστάτη (σ.σ. αναφέρεται στον Ουνίτη ιερέα Ιλαρίωνα Δόντη, που ιερολογούσε τα μυστήρια όσων κατέφευγαν σε αυτόν επειδή είχαν κάποιο κώλυμα) και τον έσυραν στην αυλή των Πατριαρχείων...» κι ύστερα «...φωνάξαμε κρυφά έναν κουρέα, κι αφού του ξούρισε τη λευκή γενειάδα και τα μαλλιά του, του φορέσαμε ένα φέσι και τον αφήσαμε έπειτα να φύγη ως κύριος Ιλάριος, όμοιος με μπακάλη του Φαναριού, υπό τους γιουχαϊσμούς των χαμινιών..».

Εκκλησιαστική διαδρομή

Αμέσως μετά την αποφοίτησή του από τη Θεολογική σχολή της Χάλκης ο Χρυσόστομος χειροτονήθηκε Διάκονος και υπηρέτησε αρχικά ως Αρχιδιάκονος της Μητροπόλεως Μυτιλήνης και το 1896, μετά τη μετάθεση του τότε Μητροπολίτη Κωνσταντίνου στη Μητρόπολη Εφέσου, ως Αρχιδιάκονος της εκεί Μητροπόλεως. Εκεί ο Χρυσόστομος ασχολήθηκε με το θέμα που προέκυψε όταν καθολικοί μοναχοί της Μονής Λαζαριστών της Σμύρνης θέλοντας να προσηλυτίσουν ορθοδόξους χριστιανούς της Μικράς Ασίας, αγόρασαν μια έκταση, κοντά στην Έφεσο, με το όνομα Καπουλή-Παναγιά και διέδωσαν ότι ανακάλυψαν τον τάφο της Παναγίας. Ο Χρυσόστομος, για να αντιμετωπίσει την πλάνη που δημιουργήθηκε, προχώρησε σε πλήθος δημοσιεύσεων, τεκμηριωμένων επιστημονικά, τα οποία συγκέντρωσε σε βιβλίο, υποχρεώνοντας τους Λαζαριστές να μεταβάλλουν τον ισχυρισμό τους και έκτοτε να υποστηρίζουν ότι δεν πρόκειται για τάφο αλλά για σπίτι της Θεοτόκου. Στις 2 Απριλίου του 1897 ο Μητροπολίτης Κωνσταντίνος εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης, ως Κωνσταντίνος Ε', και ο Χρυσόστομος τον ακολούθησε στην Κωνσταντινούπολη, όπου χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος, στις 18 Μαΐου 1897, από τον Οικουμενικό Πατριάρχη και ακολούθως διορίστηκε Μέγας Πρωτοσύγκελος των Πατριαρχείων.

Ο Χρυσόστομος, με την ιδιότητα του Μέγα Πρωτοσύγκελου, προέδρευσε μικτής επιτροπής Ορθοδόξων και Αγγλικανών Επισκόπων, που συνήλθε τον Ιούλιο του 1897 στο Λάμπεθ, για να εξετάσει το θέμα της ενώσεως των Εκκλησιών. Την ίδια εποχή συνέβαλε στη ματαίωση των σχεδίων της Πανσλαβιστικής Παλαιστίνιας Εταιρείας, που απέβλεπε στην αλλοίωση του Ελληνικού χαρακτήρα του Αγίου Όρους και τον εκσλαβισμό των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Χαρισματικός και εύγλωττος ρήτορας εκφώνησε μνημειώδη επικήδειο του για τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πρώην Κωνσταντινουπόλεως Σωφρόνιο, πνευματικό πατέρα του Κωνσταντίνου Ἐ'. Εξ ίσου μνημειώδης όσο και διδακτικός υπήρξε ο λόγος του ενώπιον του Εσταυρωμένου, την Μεγάλη Παρασκευή του 1901. Την ίδια ημέρα απομακρύνθηκε από τον Οικουμενικό Θρόνο ο Κωνσταντίνος Ε' και στη θέση επανεξελέγη ο δραστήριος Ιωακείμ Γ' ο Μεγαλοπρεπής ο οποίος διατήρησε τον Χρυσόστομο στην θέση του Μέγα Πρωτοσύγκελου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Ιωακείμ Γ' γράφει [4] -από τότε- για τον Χρυσόστομο:

«...ἔχεις πολλά προσόντα, οὐχ ἧττον ἐξακολοὐθει καί ἐν τῷ μέλλοντι προσέχων σεαυτοῦ, διότι ἡμέραν τινά θά καταλάβῃς ἐξέχουσαν θέσιν ἐν τῇ ὑπηρεσίᾳ τῆς Ἐκκλησίας».

Μητροπολίτης Δράμας-Φιλίππων-Ζιχνών & Νευροκοπίου

Εκλογή & Χειροτονία

Στις 18 Μαΐου 1902 ο Χρυσόστομος εξελέγη Μητροπολίτης με 11 ψήφους έχοντας συνυποψηφίους τον Μητροπολίτη πρώην Μελενίκου Κωνσταντίνο (1 ψήφος) και τον Επίσκοπο Παμφίλου Μελισσηνό και στις 23 Μαΐου 1902 χειροτονήθηκε στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι Κωνσταντινουπόλεως. Η χειροτονία του έγινε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ', βοηθούμενο από τους Συνοδικούς Μητροπολίτες Προύσης Ναθαναήλ, Νεοκαισαρείας Αλέξανδρο, Σμύρνης Βασίλειο, Βάρνης Πολύκαρπο, Ηλιουπόλεως Ταράσιο, Καλλιουπόλεως Ιερώνυμο, τον παρεπιδημούντα στην Κωνσταντινούπολη Μητροπολίτη Διδυμοτείχου Φιλάρετο και τον Μητροπολίτη Κορυτσάς Φώτιο.

«.... Εν όλη τή καρδία και εν όλη τη διανοία θα υπηρετήσω την Εκκλησίαν και το Γένος, και η μίτρα, την οποίαν αι άγιαι χείρες σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται να απολέση ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθή εις ακάνθινον στέφανον μάρτυρος ιεράρχου».

Αυτά ήταν μερικά από τα λόγια που είπε την ημέρα εκείνη, απευθυνόμενος στον Πατριάρχη, Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος δείχνοντας να συναισθάνεται το βάρος της ύψιστης Εθνικής αποστολής που έφερε στους ώμους του.

«....Ἡ ἐκλογή τοῦ Χρυσοστόμου στήν ὑψηλή διακονία τοῦ Μητροπολίτου Δράμας κατά τήν κρίσιμη ἐκείνη περίοδο τοῦ Μακεδονικοῦ Ἑλληνισμοῦ ἦταν ἐξαιρετικά ἐπιτυχής, γιατί ἡ Δράμα ὡς κέντρο δράσεως τοῦ Βουλγαρικοῦ κομιτάτου καί ὁ πολυπαθής λαός της, πού εἶχε στῆθος κατάστικτο ἀπό πληγές, χρειάζονταν ἐκκλησιαστικό ἡγέτη ἐμφορούμενο ἀπό ζῶσα πίστη καί πνεῦμα αὐτοθυσίας. Ποιμενάρχη πού θά ὕψωνε τό ἀνάστημά του «τεῖχος ἀπροσμάχητον» στούς ἀδυσώπητους ἐχθρούς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καί φονευτές τῆς ποίμνης του. Καί τέτοιος ἄτρομος καί φλογερός ἡγέτης στίς δύσκολες ἐκεῖνες στιγμές ἦταν ὁ Ἱεράρχης Χρυσόστομος» [5].

Εγκατάσταση & Επισκοπικό έργο

Ο Μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος έφτασε στην πόλη στις 22 Ιουλίου του 1902. Στον ενθρονιστήριο λόγο του υποσχέθηκε:

«Θα ανεγείρω, ούτω μεθ' ημών θημωνίας καρπών, προϊόν της εργασίας και ιδρύματα ευποιίας απαύγασμα της αγάπης του πλησίον, και στερεάς στήλας των ευγενών αισθημάτων και ακατάλυτα τείχη των ιερών εθνικών δικαίων και προνομίων». 

Φρόντισε για την ενίσχυση της Ελληνικής κοινότητος, όμως ιδιαιτέρως για την παιδεία των νέων ιδρύοντας σχολεία και δημιουργώντας σχολικές εγκαταστάσεις τόσο στην Δράμα όσο και στην ύπαιθρο. Οικοδόμησε Ναούς, Μητροπολιτικό Μέγαρο, νοσοκομείο και γυμναστήριο ενώ έφτιαξε και μουσικούς ομίλους, φρόντισε για την οικοδόμηση κατοικιών για τους καπνεργάτες, ίδρυσε φιλανθρωπικά καταστήματα, ορφανοτροφεία, γηροκομεία και άλλα κοινωφελή ιδρύματα. Με πρωτοβουλία του ανεγέρθηκε το καλλιμάρμαρο Γυμνάσιο Αρρένων Δράμας με σχήμα κάτοψης Ε, παραπέμποντας στις λέξεις Ελλάδα και Ελευθερία. Στην Ιερά Μονή Εικοσιφοινίσσης ίδρυσε ειδική πρότυπη Γεωργική Σχολή με γεωπόνο εκπαιδευτή των νέων στην υποδειγματική γεωργική καλλιέργεια. Στην κωμόπολη της Αλιστράτης, το δεύτερο πνευματικό κέντρο της εποχής στην Ανατολική Μακεδονία μετά την πόλη των Σερρών, ίδρυσε το 1904 Οικοτροφείο για τα ορφανά, των οποίων οι γονείς είχαν δολοφονηθεί από το βουλγαρικό κομιτάτο. Το Οικοτροφείο στεγαζόταν σε οίκημα συνεχόμενο με το μητροπολιτικό και τελούσε υπό την προστασία του. Έκτισε Μητροπολιτικό κτίριο, και Ορφανοτροφείο. Ίδρυσε Γυμναστήριο, εφοδιασμένο με όλα τα γυμναστικά όργανα, καθώς και Οδοιπορικό Σύλλογο.

Στις 31 Ιουλίου 1906 ο Χρυσόστομος γράφει για την εκατόμβη των θυμάτων της βουλγαρικής θηριωδίας:

«...συνελέξαμεν την τέφραν και τα τεμάχια των καέντων κοκκάλων εντός σάκκων και τελέσαντες την νενοµισμένην νεκρώσιμον ακολουθίαν τεσσάρων εν ταυτώ νεκρών νεομαρτύρων ορθοδόξων εν μέσω σπαρακτικών λυγμών και ποταμών πικρών δακρύων και λαλήσαντες αυτοίς τα της παραµυθίας και της χριστιανικής ελπίδος και εγκαρτερήσεως ρήματα επανήλθοµεν εις... Δράμαν κλαίοντες ακόμη και οδυρόμενοι διά τα ενσκήψαντα κατά του ευσεβούς ημών Γένους άνευ προηγουμένου δεινά» [6].

Τον Σεπτέμβριο του 1906 όταν πληροφορήθηκε την άγρια δολοφονία του Μητροπολίτη Κορυτσάς Φωτίου έγραψε στον Μεγάλο Χαρτοφύλακα των Πατριαρχείων Μανουήλ Γεδεών:

«...Ἐκλαυσα, έκλαυσα ως παιδίον μικρόν διά τον οικτρόν θάνατον του αδελφού Φωτίου. [...] Τις οίδε και οποίους άλλους αδελφούς και ίσως-ίσως και τον γράφοντα αυτόν- αναμένει η αυτή τύχη!». Για να επανέλθει στις 28 Οκτωβρίου του 1903: «...Θρηνούμεν καθ᾽ εκάστην τα προ των ποδών µας ασπαίροντα θύματα και θάπτωµεν τοὺς κατά πάσαν ώραν δολοφονουµένους και κατακρεουργημένους νεκρούς των προκρίτων του Γένους...». 

Το ίδιο έτος ο Χρυσόστομος ταξίδεψε στα Ιεροσόλυμα και στην επιστροφή του παρέμεινε για λίγες ημέρες στην Αθήνα όπου παρακολούθησε τους αγώνες της Μεσολυμπιάδος. Το 1907, θεμελιώθηκαν τα Εκπαιδευτήρια Δράμας, όμως τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου από λάθος ενός υπαλλήλου της Μητροπόλεως έφτασε στα χέρια των Τούρκων η εμπιστευτική αλληλογραφία του Μητροπολίτη και οι Τουρκικές αρχές άσκησαν πίεσση στο Πατριαρχείο να τον απομακρύνει από τη Δράμα.

Απομάκρυνση από τη Δράμα

Στις 30 Αυγούστου μετά και από την πίεση των Άγγλων παρατηρητών στη Δράμα ο Χρυσόστομος, αφού λειτούργησε και προσευχήθηκε, απομακρύνθηκε από την Μητρόπολη του. Αναφέρεται ότι στην αναχώρηση του τον συνόδευσε έως το σιδηροδρομικό σταθμό σύσσωμος ο Ελληνικός πληθυσμός της περιοχής. Εκεί ο δημογέροντας Νίκας αποτυπώνει σε λίγα λόγια όλο το μεγαλείο της Εθνικής δράσεως του Μητροπολίτη Χρυσόστομου στη Δράμα: «Δέσποτα, μας παρέλαβες λαγούς και μας ἐκανες λιοντάρια. Μένε ἠσυχος. Θα μείνουμε πιστοί. Θα γίνει το θέλημά σου».

Ο Αθηναϊκές εφημερίδες σχολίασαν σε άρθρα τους την απομάκρυνση του από τη Δράμα και στάθηκαν δίπλα του αποκαλώντας «ιστορικό ιεράρχη» ενώ ο Γεώργιος Σουρής [7] έγραψε για τον Μητροπολίτη τους ακόλουθους στίχους:

«Στέφανον και για τον Δράμας, τον παπά τον ηρωά µας.
Ἄφοβος, ανδρειωµένος, για την Πίστη για το Γένος
δείχνει στήθος μαχητού μπρος στις λόγχες του στρατού.
Δεν τον σκιάζει του νιζάµη μήτε λόγχη και μαχαίρα
μήτε δεσποτών φοβέρα.
Φτερουγίζουν στη µορφή του πόθος κι όνειρα μεγάλα
κι αν τον πνίξουν στην κρεµάλα.
Θ' αντηχούν αγγελικά του δεσπότη οι προσευχές
για παλληκαριών ψυχές..».
Εξόριστος στα Τρίγλια

Ο Χρυσόστομος την επόμενη ημέρα, 31η Αυγούστου, έφτασε στη Θεσσαλονίκη όπου έγινε δεκτός με τιμές και συγκινητική λαϊκή υποδοχή, όμως η Υψηλή Πύλη απαίτησε την απομάκρυνση του και το Πατριαρχείο τον διέταξε να μεταβεί στη γενέτειρά του, την Τρίγλια της Βιθυνίας. Στην εξορία του εξακολούθησε την προσπάθεια του για την καλλιέργεια του Ελληνικού ιδεώδους του πνεύματος και συνέχισε με πάθος την προσπάθεια του για ανύψωση των Ελληνικών γραμμάτων καθώς ανήγειρε το τοπικό σχολείο αρρένων και θηλέων, οικοδόμησε Ιερό ναό, δημιούργησε νεκροταφείο και ίδρυσε γυμναστήριο [8]. Ιδιαίτερη φροντίδα επέδειξε και στους μουσουλμάνους συμπολίτες του για τα παιδιά των οποίων λειτούργησε Τουρκικό σχολείο. Στην κοινότητα πρόσφερε σύγχρονο μεταξουργείο, φιλόπτωχο αδελφότητα, και λιμενοβραχίονα 80 μέτρων καθώς η άμμος, σπάνιο υλικό στην Τρίγλια, που απαιτούνταν για τα έργα, αποκαλύφθηκε ξαφνικά, λόγω αμπώτιδος.

Στη διάρκεια μιας εκδρομής που πραγματοποίησε με τις αδελφέ του και τις οικογένειες τους, ο εξαιρετικός χειριστής των όπλων και άριστος σκοπευτής Μητροπολίτης, θέλησε να διδάξει τον γαμβρό του Φίλιππο Καβουνίδη πως να κρατά το περίστροφο αλλά και πως να πυροβολεί. Σημάδεψε τον στόχο του , αρχικά με το δεξί χέρι και στη συνέχεια με το αριστερό και ήταν απόλυτα εύστοχος και τις δύο φορές. Στη συνέχεια εξήγησε στον έκπληκτο κι αποσβολωμένο Καβουνίδη:

«...Η βολή πρέπει να είναι γρήγορη. Σαν αστραπή. Ο Τούρκος δεν θα περιμένει πότε να γεμίσεις και πότε να ρίξεις. Έτσι πρέπει να μάθουν να ρίχνουν με τα όπλα οι ραγιάδες αν θέλουν να αποκτήσουν κάποτε τη λευτεριά τους» [9].

Επιστροφή στη Δράμα

Τον Ιούλιο του 1908 παραχωρήθηκε γενική αμνηστία από τους Οθωμανούς, με αφορμή την ανακήρυξη του Συντάγματος της Αυτοκρατορίας, και έτσι ο Χρυσόστομος αναχώρησε στις 19 Ιουλίου και επέστρεψε, τον Αύγουστο του 1908, στη Δράμα όπου ήταν παρών στην υποδοχή του ο Τούρκος σωματάρχης. Οι εργασίες στα Εκπαιδευτήρια της Ελληνικής Ορθόδοξου Κοινότητος Δράμας [10] [11], σε οικόπεδο που είχε δωρίσει η Μαριγώ Αριτζίδου, ολοκληρώθηκαν το 1909, στη διάρκεια της δεύτερης περιόδου αρχιερατείας του. Μέρος από τη δαπάνη ανεγέρσεως του κτιρίου, μετά από προσωπικές ενέργειες του Μητροπολίτη Δράμας, ανέλαβε η οικογένεια Μελά, προσωπικά η Ναταλία Μελά σύζυγος του Εθνομάρτυρα Παύλου Μελά, ενώ μέρος της στηρίχθηκε σε προαιρετικές εισφορές των κατοίκων της πόλεως καθώς και σε ενοίκια από ακίνητη περιουσία της Μητροπόλεως. Το κτίριο είχε σχήμα Π, αναφορά στις λέξεις Πατρίδα και Παύλος για να τιμηθεί η μνήμη του Εθνομάρτυρα. Τα εγκαίνια του σχολείου, ιστορικό μνημείο για τη Δράμα, έγιναν το 1909 και αποτέλεσε χώρο φιλοξενίας για παρθεναγωγείο και αρρεναγωγείο. Το ίδιο έτος κατασκευάστηκαν τα Εκπαιδευτήρια στην Προσοτσάνη Δράμας, όπου συστεγάστηκαν η Αστική Σχολή Αρρένων και το Παρθεναγωγείο.

Εθνική δράση

Περιοδείες

Στις περιοδείες του ο Χρυσόστομος κυκλοφορούσε έφιππος, οπλισμένος με αραβίδα και ακολουθούμενος από δύο σωματοφύλακες από την Καλλιθέα-Δράμας, τον Προκοπίου και τον Λιάκα, καθώς και τον τότε ιεροδιάκονο Χρυσόστομο Β' (Χατζησταύρου), στενό συνεργάτη του και αργότερα αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Αθηνών και πάσης Ελλάδος, ο οποίος είχε αναλάβει την ορκωμοσία των νέων στελεχών. Πραγματοποίησε εκατοντάδες συσκέψεις με τους προκρίτους και τους δημογέροντες της περιφερείας του, ίδρυσε Κέντρο Άμυνας με πρόεδρο τον ίδιο, στο οποίο μύησε τους διακριμένους για την αυτοθυσία και γενναιότητά τους κατοίκους. Στη συνέχεια, εγκατέστησε Επιτροπές Άμυνας στα χωριά και Κέντρα Άμυνας στις πόλεις της δικαιοδοσίας του, διορίζοντας παράλληλα ιερείς και δασκάλους ως εμψυχωτές-διαφωτιστές

Αρχαιολογικές μελέτες

Στη Δράμα ο συνεργάτης του Μητροπολίτη, ο Χρυσόστομος (ο Χατζησταύρου), Αρχιδιάκονος αρχικά και στη συνέχεια Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β', διεξήγαγε ανασκαφές πίσω από την κόγχη του Ιερού Βήματος του βυζαντινού Ναού Αγίας Σοφίας Δράμας ο οποίος λειτουργούσε τότε ως τζαμί, κατόπιν άδειας που του παραχώρησε ο Τούρκος ιερωμένος. Η ανασκαφή αποκάλυψε δισκοπότηρα, θυμιατά, κανδήλες και άλλα ιερά σκεύη, τα οποία τοποθέτησε ο Χατζησταύρου στην Ιερά Μητρόπολη της Δράμας. Επίσης, εντόπισε στον χώρο της αυλής του ναού μαρμάρινη πλάκα στην οποία υπήρχε η επιγραφή:

«... ΕΝ ΚΟΥΡΟΠΑΛΑΤΟΥ ΑΛΕΞΙΟΥ ΤΕ ΦΗΜΗ ΤΟΥ ΜΑΝΙΑΚΗ. ΦΕΡΕΙ ΚΑΙ ΗΣ ΔΙΑΓΡΑΦΗΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟΝ ΠΑΝΑΓΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΕΙΣ ΣΩΤΗΡΙΑΝ. ΕΝ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΜΑΝΟΥΗΛ ΚΟΜΝΗΝΟΥ». 

Την επιγραφή αυτή, ο Θεμιστοκλής Χατζησταύρου, δημοσιοποίησε στην εφημερίδα «Αλήθεια» της Θεσσαλονίκης. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος μαζί με τον Θεμιστοκλή Χατζησταύρου έδειξαν μέριμνα ώστε να διασώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες αρχαιότητες και επιγραφές από την κλοπή και την καταστροφή προκειμένου να αποτελέσουν τους αψευδείς μάρτυρες της ελληνικότητας της Μακεδονίας.

Μακεδονικός αγώνας

Ο Μητροπολίτης Δράμας συμμετείχε στην οργάνωση και στη διεξαγωγή του Μακεδονικού αγώνα [12] [13] εναντίον του Βουλγαρικού Κομιτάτου και της Εκκλησιαστικής Βουλγαρικής Εξαρχίας. Πραγματοποίησε περιοδείες στις περιοχής που ζούσαν υπό ασφυκτική βουλγαρική πίεση και προπαγάνδα, παντού όπου είχαν εκδηλωθεί διωγμοί των Ελλήνων και Σλαβόφωνων Ορθοδόξων στη Μακεδονία και την ανατολική Ρωμυλία, όπως η Προσοτσάνη και ο Βώλακας, περιοχές στις οποίες οι Βούλγαροι επιχειρούσαν με απειλές, βιαιότητες και δολοφονίες να εξαναγκάσουν τους Έλληνες να προσχωρήσουν στη βουλγαρική Εξαρχία. Ανέπτυξε δυναμική εθνική δράση και ανέλαβε προσωπικά την διεύθυνση του Αγώνα κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Η προσωπική δράση του συνίσταται, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις του για τον Μακεδονικό Αγώνα (1903-1907) προς τον οικουμενικό πατριάρχη Ιωακείμ Γ', εκτός όλων των άλλων, σε συνεχείς περιοδείες για την τόνωση του εθνικού φρονήματος του ποιμνίου του, σε παρηγορία και υλική ανακούφιση των θυμάτων και σε διαμαρτυρίες προς όλες τις κατευθύνσεις. Μεταξύ των συνεργατών του εκείνης της περιόδου ήταν ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σπυρίδων (ο Βλάχος).

Στη Δράμα, ο Χρυσόστομος εργάστηκε με συνέπεια και επιτυχία αν και αβοήθητος από το Εθνικό Κέντρο, ακόμη και από το Οικουμενικό Πατριαρχείο με το οποίο ήταν σε διάσταση λόγω της εξισορροπητικής πολιτικής που κρατούσε το Πατριαρχείο στη Μακεδονία καθ’ ότι ως Οικουμενικό είχε μια άλλη ιδεολογία, μακριά από την εθνική ιδεολογία που εξέφραζε ο Μητροπολίτης, ο οποίος σε συνεργασία με τους Δημογέροντες της περιοχής του συγκρότησε σώματα Μακεδονομάχων, ντόπιων αλλά και προερχόμενων από άλλες περιοχές του Ελληνισμού. Από τις εκθέσεις του για τον Μακεδονικό Αγώνα και από την ιδιωτική αλληλογραφία του, η οποία κατασχέθηκε από τους Τούρκους, και το περιεχόμενο της θεωρήθηκε συνωμοτικό- προκύπτει ότι είχε προβεί σε οργάνωση και ενίσχυση Ελληνικών ανταρτικών σωμάτων για την απόκρουση των επιδρομών των Βουλγάρων «κομιτατζήδων. Συχνά κήρυττε από τον άμβωνα των εκκλησιών την ένοπλη αντίσταση κατά των κομιτατζήδων, των πρακτόρων τους και των εξωμοτών της περιοχής Δράμας.

Ο Χρυσόστομος γνώριζε ότι δεν επαρκούσαν οι προφορικές και οι έγγραφες διαμαρτυρίες του για τις θηριωδίες των Βουλγάρων και επίσης ήταν ενήμερος όλων των κινήσεων και της οργάνωσης των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων, οι οποίες δρούσαν στις περιφέρειες Δράμας και Σερρών. Επιπλέον διατηρούσε τακτική αλληλογραφία με τον Οικουμενικό Πατριάρχη, τους Προξένους άλλων χωρών καθώς και με τις Ελληνικές Αρχές, καθώς με σκοπό αυτό ήθελε να γίνουν γνωστά προκειμένου να δημοσιοποιεί τα μαρτύρια των Ελλήνων της Μακεδονίας, από τους κομιτατζήδες, και να συγκεντρωθεί η αναγκαία βοήθεια. Στον αγώνα αυτόν ο Χρυσόστομος είχε την αμέριστη συμπαράσταση ομοϊδεατών του Μητροπολιτών, όπως ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης στην Καστοριά, ο Μητροπολίτης Θεοδώρητος (ο Βασματζίδης) στο Νευροκόπι ο οποίος ήταν σε αυτή τη δύσκολη εποχή συνεργάτης και συναγωνιστής του μητροπολίτη Χρυσοστόμου, ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Φώτιος καθώς και άλλοι ιεράρχες.

Οριστική απομάκρυνση από τη Μακεδονία

Η συνεπής δράση του Μητροπολίτη για την υπεράσπιση του Ελληνισμού, η αντίθεση του στις βιαιότητες των Βούλγαρων κομιτατζήδων και τις προσπάθειες τους για τον εκβουλγαρισμό της περιοχής, σε συνδυασμό με την πολιτική των Νεότουρκων που δεν άργησαν να δείξουν το σκληρό κι αληθινό τους πρόσωπο με κύριο άξονα των προθέσεων τους τον βίαιο εκτουρκισμό, οδήγησαν στην απόφαση να του απαγορεύσουν τις επισκέψεις στα χωριά της Μητροπόλεως του. Ενώ ο διοικητής Σερρών απαγορεύει στον Χρυσόστομο τις περιοδείες οι Βούλγαροι ιδρύουν σχολείο στη Δράμα αν και δεν υπάρχει βουλγαρικός πληθυσμός στην πόλη. Ο Χρυσόστομος διαμαρτύρεται και οι Τούρκοι τον κατηγορούν ξανά, την ώρα που ο Έλληνας βουλευτής Κοσμίδης διαμαρτύρεται για τις διώξεις του Μητροπολίτη. Από τη μεριά του ο υπουργός Εσωτερικών της Αυτοκρατορίας, ο Χιλμή πασάς ως γενικός επιθεωρητής Μακεδονίας, κατηγορεί τον Χρυσόστομο για υπονομευτική δράση και ο Μητροπολίτης με επιστολή στην Τουρκική βουλή κατηγορεί το Χιλμή για διάδοση ανυπόστατων κατηγοριών εναντίον του.

Όταν ο Βούλγαρος Πανίτσα σκότωσε, στην Ξάνθη, τον Ηλία Χατζηγεώργιεφ, πρόεδρο του βουλγαρικού κομιτάτου Δράμας, οι Βούλγαροι βερχοβιστές επέρριψαν την ευθύνη στους Έλληνες, υποδεικνύοντας ως ηθικό αυτουργό τον Χρυσόστομο. Οι Άγγλοι παρατηρητές στην περιοχή και οι Οθωμανοί δυνάστες αποδίδουν τις ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων στην δράση του Μητροπολίτη και ζητούν, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την απομάκρυνσή του, με το επιχείρημα ότι η παρουσία του διασαλεύει την τάξη, την ευνομία και την ασφάλεια των κατοίκων της περιοχής. Τον Ιούνιο του 1909, για ν’ αποφύγει την επιδείνωση της ατμόσφαιρας ο Χρυσόστομος αποσύρεται δήθεν για λουτροθεραπεία στην Καβάλα, κι από κει παίρνει διαταγή να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη όπου φιλοξενείται στο Πατριαρχείο. Είναι η δεύτερη εξορία για το Χρυσόστομο που διατήρησε, τυπικά, τη θέση του Μητροπολίτη Δράμας-Φιλίππων & Ζιχνών μέχρι το 1910.

Μητροπολίτης Σμύρνης (Μικρά Ασία)

Στις 11 Μαρτίου 1910 ο Χρυσόστομος εξελέγη Μητροπολίτης Σμύρνης, σε πλήρωση της θέσεως που έμεινε κενή μετά την Κοίμηση του Κυρού Μητροπολίτη Βαιλείου, και μετατέθηκε στην πόλη της Μικράς Ασίας. Στο ταξίδι του επιβιβάστηκε στο Γαλλικό ατμόπλοιο «Νίγηρ» το οποίο λόγω συγκρούσεως με Αυστριακό ατμόπλοιο υπέστη ρήγμα έξι μέτρων και οι 319 επιβάτες του αποβιβάστηκαν στην Καλλίπολη. Ύστερα από δύο ημέρες παραμονής το αιγυπτιακό πλοίο «Μίνια» παρέλαβε τον Χρυσόστομο και τον αποβίβασε στη Σμύρνη, στις 10 Μαΐου, όπου του επιφυλάχθηκε ενθουσιώδης υποδοχή, όμως την ίδια ώρα η άφιξη του σχολιάστηκε και με δηκτικά αλλά και υμνητικά δημοσιεύματα στις εφημερίδες:

«Ένας υπερεθνικιστής ονόματι Χρυσόστομος που ήταν Μητροπολίτης Δράμας και είχε αναπτύξει εθνική δράση διορίστηκε Μητροπολίτης Σμύρνης. Έφτασε στις 10 Μαΐου 1910 και έγινε δεκτός µε αψίδες θριάμβου στο “Κορδόνι” από τα πλήθη που τον έραιναν µε λουλούδια..». Παράλληλα άρθρο σε εφημερίδα τον υμνούσε και τον παρομοίαζε με τον πλέον διάσημο χριστιανό της Σμύρνης, τον μάρτυρα Πολύκαρπο: «Ὡσαννά! Ο Πολύκαρπος έρχεται! O νέος µας Παύλος έρχεται. Θα δοξαστεί ξανά ο θρόνος του Πολύκαρπου και θα γίνει για πάντα αθάνατος!». Από την πλευρά της η Τουρκική εφημερίδα Κιοϊλού της Σμύρνης γράφει: «...στο ατμόπλοιο «Νίγηρ» επέβαινε ο Ύψιστος εχθρός µας Χριστός ντομούζ [μτφρ. χοίρος]. Έπαθε κάποιο ατύχημα, αλλά, δυστυχώς δεν βούλιαξε για να πνιγεί κι αυτός μαζί» [14].

Πρώτες δράσεις

Στις 28 Ιουνίου 1910 ο Μητροπολίτης οργάνωσε πάνδημο συλλαλητήριο, στο οποίο μίλησε και ο βουλευτής Παύλος Καρολίδης, και κατάγγειλε τις Βουλγαρικές βιαιότητες εναντίον των Ελλήνων στην Μακεδονία αλλά και την στήριξη των τουρκικών αρχών προς τη βουλγαρική προπαγάνδα. Μετά από πρόσκληση του στη Σμύρνη τον ακολούθησε ο τότε Διάκονος Χρυσόστομος Β' (ο Χατζησταύρου) εγκαταστάθηκε κοντά του στη Μητρόπολη. Εκεί ο διάκονος Χατζησταύρου εκάρη ιερομόναχος και στις 4 Δεκεμβρίου 1910 χειροτονήθηκε βοηθός επίσκοπος του Μητροπολίτη Σμύρνης, ως Τιτουλάριος -δίχως ποίμνιο- της παλαιάς επισκοπής Τράλλεων και ανέπτυξε σημαντική ποιμαντική και φιλανθρωπική δράση.

Ο Μητροπολίτης Σμύρνης εξέδωσε το εθνικοθρησκευτικό εβδομαδιαίο περιοδικό «Ιερός Πολύκαρπος», τιμώντας τη μνήμη του Αγίου μάρτυρος Πολυκάρπου Επισκόπου Σμύρνης (82-168 μ.Χ.), το οποίο αποτέλεσε σημείο αναφοράς στην ιστορία του Εκκλησιαστικού τύπου και εξελίχθηκε σε δημοσιογραφικό όργανο της θρησκευτικής αδελφότητος «Ευσέβεια». Στις 9 Οκτωβρίου του 1911 εκφώνησε εμπνευσμένο επικήδειο λόγο, στον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στα Γρεβενά, στη διάρκεια της νεκρώσιμης ακολουθίας του άγρια δολοφονημένου Μητροπολίτη Αιμιλιανού (Λαζαρίδη), στον οποίο μεταξύ άλλων ανέφερε:

'«...Όταν αρχιερείς καίωσιν εαυτούς ως λαμπάδας ενώπιον του ειδώλου της πατρίδος, ο δε μαρτυρικός θάνατός των γίνεται ζωής και δόξης υπόθεσις και θεμέλιον αγιωτέρου βίου, το μνημόσυνόν των δεν εναρμονίζεται με δάκρυα και θλίψιν, αλλά με υπερηφάνειαν και αγαλλίασιν. Ημίν εξ όλων εχαρίσθη όχι μόνον το εις Χριστόν ορθώς πιστεύειν, αλλά και το υπέρ Αυτού αγογγύστως πάσχειν, γενναίως μαρτυρείν και ενδόξως θνήσκειν». 

Μια σημαντική στιγμή στην πορεία του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου ήταν η υποψηφιότητά του για Οικουμενικός Πατριάρχης, στις 21 Ιανουαρίου του 1913, μια κορυφαία στιγμή στη μέχρι τότε διακονία του καθώς παρά τη σχετική μικρή ηλικία του και τα μόλις έντεκα χρόνια που διακονούσε ως Μητροπολίτης, είχε κατακτήσει την εμπιστοσύνη πολλών ιεραρχών του Φαναρίου οι οποίοι επιθυμούσαν να εκλεγεί Οικουμενικός Πατριάρχης ο Μητροπολίτης Σμύρνης, απόρροια της πολύπλευρης δράσεως του στην Μητρόπολη Δράμας. Στην αποστολή του καταλόγου των υποψηφίων ιεραρχών, η Υψηλή Πύλη διέγραψε το όνομα του Μητροπολίτη Χρυσόστομου, γεγονός που τον απέκλεισε από τη δεύτερη και πιο σημαντική εκλογική συνέλευση για την ανάδειξη του νέου τότε Οικουμενικού Πατριάρχη και ήταν ενδεικτικό των ιδιαίτερα κακών σχέσεων με τους υψηλά ιστάμενους της Αυτοκρατορίας.

Εθνικό έργο

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος αποφάσισε την κατεδάφιση του χαμηλού και σαθρού οικοδομήματος στο οποίο στεγάζονταν τα γραφεία της Μητροπόλεως Σμύρνης και στη θέση του αναγέρθηκε επιβλητικό Μητροπολιτικό Μέγαρο στο οποίο στεγάστηκαν τα γραφεία της Μητροπόλεως που έκτοτε αποτέλεσε την καρδιά του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Εισήγαγε στα κατώτερα σχολεία το Φρεβελιανό σύστημα και έθεσε εκτός κλήρου τα ανάξια στοιχεία. Το έργο του στην πόλη έλαβε πολυεπίπεδη διάσταση και επεκτάθηκε σε όλα τα επίπεδα της κοινοτικής ζωής -ποιμαντικό, εθνικό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό, φιλανθρωπικό. Σχεδίασε και υλοποίησε την ανακαίνιση του Ομηρείου Κεντρικού Παρθεναγωγείου, του Βρεφοκομείου, του Γηροκομείου και του Ταμείου Πτωχών. Δημιούργησε συσσίτια μαθητών, άσυλα αστέγων, ενοριακά συσσίτια πτωχών και πολιτιστικό κέντρο για μορφωτικές εκδηλώσεις. Έκτισε το Μέγαρο της «Αδελφότητος Ευσεβείας» και ανασυγκρότησε την «Ευαγγελική Σχολή» που είχε κτισθεί επί πατριαρχίας Γαβριήλ Γ' (1702-1707). Θεμελίωσε ευαγή ιδρύματα και αθλητικές εγκαταστάσεις, μεταξύ τους το γήπεδο του Πανιωνίου Γυμναστικού Συλλόγου Σμύρνης, για τη δημιουργία του οποίου ο Μητροπολίτης αρνήθηκε προσφορά 100.000 χρυσών λιρών (!) για την αγορά του ίδιου χώρου, το 1911, από την Αγγλική Εταιρεία Σιδηροδρόμων.

Απομάκρυνση από τη Σμύρνη

Σύντομα με τον Μητροπολίτη Σμύρνης εξοργίστηκαν οι τουρκικές αρχές, οργή που υποδαύλιζαν και οι Λαζαριστές μοναχοί οι οποίοι διέδιδαν πληροφορίες ότι, στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου, ο Μητροπολίτης ύψωσε στους ναούς Ελληνικές σημαίες, διόρισε Έλληνες δασκάλους στα σχολεία, απαγόρευσε στους Έλληνες μαθητές να μετάσχουν στη γιορτή αναρρήσεως του σουλτάνου και άλλα. Όμως, την ίδια εποχή, διαμαρτύρεται και το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως διότι ο Χρυσόστομος χρησιμοποιεί στα έγγραφα της Μητροπόλεως Σμύρνης, το Πατριαρχικό έμβλημα του Δικέφαλου Αετού. Η σχέση του με τις Τουρκικές αρχές φτάνει σε οριακό σημείο όταν συμμορίες τσετών, υπό την καθοδήγηση του Διοικητή της Σμύρνης Ραχμή Βέη, καταστρέφουν του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, όπως η Παλαιά Φώκαια, η Πέργαμος, η Κρήνη και η Μαινεμένη. Διαρκούντος του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, ο Χρυσόστομος βοήθησε προσφυγικές οικογένειες ναυλώνοντας πλοία με σκοπό να διεκπεραιωθούν σε ασφαλείς περιοχές διατηρώντας επαφές με Οθωμανούς αξιωματούχους ενώ με συνεχείς συνεντεύξεις και επιστολές δημοσιοποιούσε τον διωγμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού. Η στάση του προκάλεσε τη δυσφορία των Αρχών και ο υπουργός θρησκευμάτων του Σουλτάνου ζήτησε την ανάκληση του από τη Σμύρνη. Στις 20 Αυγούστου 1914 Τούρκοι στρατοχωροφύλακες απομάκρυναν τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο από την Σμύρνη, στην αναχώρηση του παραβρέθηκε και ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β', και τον οδήγησαν στην Κωνσταντινούπολη.

Στην Πόλη ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος επιδόθηκε σε συγγραφικό έργο προσπαθώντας να γνωστοποιήσει στη διεθνή κοινότητα, λόγος για τον οποίο έγραφε στη Γαλλική γλώσσα, τις τουρκικές ωμότητες από τη σύσταση του νεοτουρκικού κομιτάτου έως το 1914. Το επόμενο έτος συνέταξε υπόμνημα προς τον βασιλέα Κωνσταντίνο Α' εξηγώντας τους λόγους που η Ελλάδα έπρεπε να εξέλθει από την ουδετερότητα και να ταχθεί με το μέρος της Αντάντ. Η έκκληση του δεν εισακούστηκε. Το 1916 η Ελλάδα υπό την ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου, μετά την επικράτηση του Κινήματος της Θεσσαλονίκης και με τη δύναμη των Γαλλικών όπλων, τάχθηκε υπέρ των δυνάμεων της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) την ώρα που Τούρκοι και Βούλγαροι βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο Χρυσόστομος και επτά άλλοι συνοδικοί θεώρησαν χαλαρή τη στάση του Πατριάρχη Γερμανού κι όταν εκείνος τους καθαίρεσε τους από συνοδικούς αυτοί αρκέστηκαν σε μια διαμαρτυρία χαμηλών τόνων. Η ήττα των Κεντρικών Αυτοκρατοριών συνοδεύτηκε από την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου. Έλληνας αρμοστής εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και Ελληνικά -μαζί με συμμαχικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στις σημαντικότερες Τουρκικές πόλεις.

Επιστροφή στη Σμύρνη

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη τέσσερα έτη και τέσσερις μήνες. Επέστρεψε στη Σμύρνη τον Οκτώβριο του 1918, μετά την Ανακωχή του Μούδρου. Ο βαλής της Σμύρνης Ραχμή Βέης εκδιώχθηκε καθώς θεωρήθηκε υπεύθυνος για τις σφαγές της Ερυθραίας και στη Σμύρνη φθάνει θριαμβευτής ως νέος βαλής ο Νουρεντίν πασάς που συνεργάζεται με Τουρκικές εθνικιστικές οργανώσεις, στρατολογεί, μοιράζει όπλα και εισπράττει, παράνομα, πολεμικούς φόρους. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος γνωστοποιεί τις παρανομίες του στους αρμοστές των Δυνάμεων Κατοχής και πετυχαίνει την ανάκληση του ενώ, μέσα στην ατμόσφαιρα πανδαισίας που δημιουργείται με την επιστροφή του, σε πανηγυρική δοξολογία στην Αγία Φωτεινή ανακοινώνει την εκστρατεία του για ένωση της Σμύρνης με την μητέρα Ελλάδα.

Ελληνικός στρατός στη Σμύρνη

Την 1η Μαΐου 1919 οι Έλληνες της Σμύρνης πληροφορούνται πως επίκειται η άφιξη Ελληνικού στρατού στην πόλη. Σύμφωνα με τον συγγραφέα Χρήστο Σολομωνίδη, τα Ελληνικά μεταγωγικά που μετέφεραν την Α' Μεραρχία Λαρίσης, η οποία με πρόταση του Αλέξανδρου Οθωναίου προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν αυτή που αποβιβάστηκε στην προκυμαία της Σμύρνης. Τα πλοία που την μετέφεραν, ανάμεσά τους τα: «Πατρίς», «Ατρόμητος», «Αθηνά», «Άργος», «Θεμιστοκλής», «Ουρανία», «Ρέπουλης», «Αδριατικός», «Αντιγόνη», «Ελλήσποντος», έφτασαν τη νύχτα της 30ής Απριλίου στη δυτική άκρη της Λέσβου και το μεσημέρι της επομένης, 1η Μαΐου, «περιέπλεον έξωθεν του στομίου του λιμένος της Γέρας». Στις 16:00 ο Μητροπολίτης κάλεσε δημογέροντες, εφόρους και προκρίτους να τελέσουν πανηγυρικό εσπερινό. Η αποβίβαση του Ελληνικού στρατού έγινε στην αποβάθρα της Πούντας στις 07:00' το πρωί της επόμενης ημέρας, 2 Μαΐου 1919, και ο παρών Μητροπολίτης Χρυσόστομος ευλόγησε τις σημαίες με δάκρυα στα μάτια.

Την ίδια ημέρα ο τότε συνταγματάρχης (ΠΒ) Νικόλαος Ζαφειρίου εξέδωσε ενημερωτική προκήρυξη στην Τουρκική γλώσσα, η οποία τοιχοκολλήθηκε παντού στη Σμύρνη:

«Φέρω εις γνώσιν υμών ότι κατ’ εντολήν της κυβερνήσεώς μου (ενεργούσης εκ συμφώνου μετά των Συμμάχων αυτής) προβαίνω εις στρατιωτικήν κατάληψιν της Σμύρνης και των πέριξ. Η κατοχή αυτή σκοπόν έχει την εξασφάλισιν των πληθυσμών και την προστασίαν εν γένει της εννόμου τάξεως. 
Ουδαμώς σκοπεύει να προκαταλάβη τας αποφάσεις της Συνδιασκέψεως περί της τύχης των εδαφών, μετά των οποίων άλλωστε επί τρισχίλια ήδη έτη τοσούτοι δεσμοί συνδέουσι την Ελλάδα. 
Αι πολιτικαί και θρησκευτικαί Αρχαί, αίτινες θα εξακολουθώσι λειτουργούσαν ως εκ και μέχρι σήμερον, δύνανται να επικαλώνται εις πάσαν στιγμήν την υποστήριξιν του Ελληνικού στρατού, διά την εκτέλεσιν της υπηρεσίας των και διά την εξασφάλισιν της τάξεως. 
Πάντες πρέπει να είναι βέβαιοι, ότι εις πάσαν επαφήν αυτών προς τον στρατόν όλως ιδιάζουσα θέλει επιδειχθή εκ μέρους τούτου ευλάβεια προς τας θρησκευτικός αυτών πεποιθήσεις, τας παραδόσεις, τα ήθη και έθιμα αυτών. 
Η θύρα του Στρατηγείου θα είναι καθ’ εκάστην ανοικτή, όπως ακουσθή μετά συμπάθειας κάθε παράπονον, το οποίον θα είχε τυχόν υποβληθεί. Συνιστώ εις τους κατοίκους, όπως ασχολούμενοι ησύχως εις τα έργα των, ανεξαρτήτως φυλής και θρησκεύματος, αναμένωσι μετ’ εμπιστοσύνης τας αποφάσεις της Συνδιασκέψεως περί της τύχης της ωραίας Πατρίδος των».

Ο εθνικιστής λογοτέχνης Ηλίας Βενέζης αποτυπώνει το πανηγυρικό κλίμα που επικρατούσε:

«....Το πρωί της 2ας Μαΐου 1919 ο Δεσπότης ντυμένος τα χρυσά του άμφια, με χρυσό σταυρό στο χέρι, γύρω του οι ιερείς και ο λαός περίμεναν στην προκυμαία. Ανέμιζαν στο ανοιξιάτικο αγέρι οι ελληνικές σημαίες. Τόσοι αιώνες της ελληνικής Μικρασίας, που περίμεναν, ξυπνούσαν. Τόσοι κατατρεγμοί, τόσα πένθη, τόση ελπίδα, τόση πίστη, τόσα όνειρα, από την πτώση του Βυζαντίου και εδώ, κυρα-Δέσποινες και Μεγαλέξαντροι -όλα γίνονταν παρόν, ευδία ψυχής, φωνή λυτρωτική. Ο Δεσπότης γονάτισε, ευλόγησε τις σημαίες του στρατού που αποβιβαζόταν, έκλαιγε, έκλαιγε ο λαός...» [15].
Ύπατος αρμοστής Στεργιάδης

Ελάχιστες μέρες μετά την απόβαση του Ελληνικού στρατού στη Σμύρνη πολιτικός διοικητής με την ιδιότητα του Ύπατου Αρμοστή ορίστηκε ο Αριστείδης Στεργιάδης, στενός φίλος του Βενιζέλου και άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του. Ο Στεργιάδης έφτασε στη Σμύρνη στις 8 Μαΐου του 1919 και σύντομα οι σχέσεις του με τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο έγιναν πολύ κακές, με αιτία τη συμπεριφορά του Στεργιάδη προς τους Έλληνες της Μικράς Ασίας. Στις 28 Ιουλίου 1920 υπογράφηκε η συνθήκη των Σεβρών με τους όρους της οποίας παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα, η Ανατολική Θράκη, τα Δωδεκάνησα και τα παράλια της Μικράς Ασίας.

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος αποτελούσε, εκείνες τις μέρες, τον εθνάρχη του Μικρασιάτικου Ελληνισμού, εν τοις πράγμασι. Αυτός ήταν ο εμπνευστής της «Μικρασιατικής Άμυνας» [16] [17] για το σχηματισμό αυτόνομου κράτους σε ενδεχόμενο ήττας του Ελληνικού στρατού, σκέψη που συνάντησε τη σφοδρή αντίδραση του Στεργιάδη. Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920 ο Βενιζέλος ηττάται και ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α' επανήλθε στην Ελλάδα.

Ελληνική οπισθοχώρηση

Η νέα Ελληνική κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Ράλλη αν και είχε υποσχεθεί κατάπαυση του πυρός στη Μικρά Ασία, συνέχισε τον πόλεμο στο εσωτερικό της Τουρκίας. Την ίδια ώρα επιβλήθηκαν και αντικαταστάσεις αξιωματικών του στρατού. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ανέλαβε την πρωτοβουλία και κάλεσε τους αξιωματικούς στους οποίους απευθύνθηκε με πνεύμα πατριωτισμού ζητώντας απόλυτη ομοψυχία. Παράλληλα όμως βρίσκεται αντιμέτωπος και με τις αυθαιρεσίες του Στεργιάδη που με τη στάση του δημιουργούσε επιπρόσθετα προβλήματα στους Έλληνες. Εκείνη την εποχή οι μεγάλες Δυνάμεις της εποχής προτείνουν ελληνοτουρκική ανακωχή με βάση την παραχώρηση μέρους της Ανατολικής Θράκης στην Ελλάδα και εκκένωση της Μικράς Ασίας από τους Έλληνες. Την πρόταση ο Χρυσόστομος θα χαρακτηρίσει τερατώδη και δικαίως αφού συναρτάται με την εγκατάλειψη του ελληνισμού της Ιωνίας. Αρνούμενος να αποδεχθεί τέτοια λύση απευθύνει δραματικές εκκλήσεις στους αρχηγούς των συμμάχων ενώ στέλνει προσωπική επιστολή στον Πάπα της Ρώμης Πίο ΙΑ' για συμπαράσταση όμως η έκκληση του δεν βρίσκει απήχηση.

Αδυνατώντας να προτάξει άλλη μορφή άμυνας ιδρύει μαζί με άλλους θαρραλέους κληρικούς και προκρίτους την Μικρασιατική Άμυνα, τον Οκτώβριο του 1921, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποφευχθεί η εκκένωση της Ιωνίας και να διασωθεί ο υπό την Ανατολή Ελληνισμός. Και σε αυτό όμως το εγχείρημα του ο Χρυσόστομος θα βρει αντιμέτωπο τον αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη που κηρύσσει παράνομη την «Μικρασιατική Άμυνα», όμως συνέχισε να εργάζεται με όλες τις δυνάμεις του για την «Μικρασιατική Άμυνα» ενώ ανέλαβε σημαντικές πρωτοβουλίες για την ίδρυση αυτόνομου ιωνικού κράτους, όμως ο Στεργιάδης αντέδρασε με αποτέλεσμα η Σμύρνη και η Μικρά Ασία να στερείται παντελώς σχεδίων αμύνης ή οποιασδήποτε οχυρωματικής οργανώσεως. Στον Εκκλησιαστικό χώρο είχαν ξεσπάσει έντονες διαμάχες σχετικά με το νόμιμο ή μη της εκλογής του νέου Πατριάρχη Μελέτιου Μεταξάκη, έως τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Ο Χρυσόστομος αρνήθηκε την εμπλοκή του, αν και θεωρούσε αντικανονική την εκλογή του Νέου Οικουμενικού Πατριάρχη.

Ο ιστορικός Απόστολος Διαμαντής σημειώνει:

«....Στις 13/26 Αύγούστου 1922 άρχισε η μεγάλη αντεπίθεση του τουρκικού στρατού, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η ολοκληρωτική κατάρρευση του ελληνικού μετώπου στη Μικρά Ασία. Από τις 15 Αυγούστου έγινε φανερή πλέον σε όλους η οριστική ήττα των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων. Την κατάρρευση αυτή ακολούθησε μία μαζική, πανικόβλητη φυγή των αγροτικών ελληνικών πληθυσμών από την ενδοχώρα της Μικράς Ασίας προς το λιμάνι κυρίως της Σμύρνης. Από εκεί οι διωκόμενοι Έλληνες φρόντιζαν να βρίσκουν τον τρόπο διαφυγής προς την Ελλάδα, με κάθε δυνατό μέσον..» [18].

Έσχατες ώρες

Μετά την υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού, ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος συνεργάστηκε με τον τότε Μητροπολίτη Εφέσου Χρυσόστομο Β' σε μια προσπάθεια να ανακουφίσουν τους Έλληνες πρόσφυγες που συνέρρεαν στη Σμύρνη. Στις 23 Αυγούστου ο Μητροπολίτης υποβάλλει στα δύο κοινοτικά Σώματα της Σμύρνης πρόταση για την αποστολή εκπροσώπων στην Κωνσταντινούπολη προκειμένου να ζητήσουν την κάθοδο των εκεί αξιωματικών της Εθνικής Αμύνης με σκοπό την αναχαίτιση του εχθρού. Στις 24 Αυγούστου στο λιμάνι της Σμύρνης καταπλέουν τρία επίτακτα πολεμικά πλοία κατάφορτα από στρατό, όμως οι οπλίτες αρνούνται να αποβιβαστούν. Ο αντιστράτηγος Πολυμενάκος, που είχε διαδεχθεί τον αιχμάλωτο των Τούρκων αρχιστράτηγο Νικόλαο Τρικούπη, μαζί με τον Υποστράτηγο Σκαρλάτο ανεβαίνουν στο πλοίο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος» για να πείσουν πείσουν τούς στρατιώτες αλλά αποδοκιμάζονται με άγριο τρόπο. Ξαφνικά ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ανεβαίνει στο πλοίο «Βασίλισσα Σοφία», σε μια απέλπιδα και δραματική προσπάθεια να εκθέσεις στους πολεμιστές την τραγικότητα που βιώνουν οι κάτοικοι οι οποίοι αναζητούν την σωτηρία της πόλεως από το Στρατό. Προσπαθεί να τους συγκινήσει «ἐν ὀνόματι τοῦ θεοῦ καί τῆς Πατρίδος, τῆς Ἱστορίας καί τοῦ ἀνθρωπισμοῦ», όμως ως απάντηση εισπράττει, αρχικά, την απόλυτη σιωπή και στη συνέχεια την κατηγορηματική άρνηση. Ο Μητροπολίτης αποχωρεί απελπισμένος και τρικλίζοντας από βαθύτατη συγκίνηση και συναίσθηση ευθυνών που δεν του αναλογούν. Σε επιστολή του προς τον μετέπειτα καθηγητή του Πανεπιστημίου Λεωνίδα Φιλιππίδη γράφει:

«....ἐξωρίσθην καί πλειστάκις ὑπέμεινα τά πάνδεινα ὀνειρευόμενος ἑλληνικήν καί ἐλευθέραν τήν δούλην πατρίδα. Ἡ πραγματοποίησις τῶν ὀνείρων μέ εὗρε παρήλικα μέν, οὐχί δέ λευκότριχα. Καί ἰδού, ἐπί τῶν ἡμερῶν ἐμοῦ, τόν καυχώμενον ὅτι ὅπου πατῶ, ἐκεῖθεν ἀπελαύνεται ὁ Τοῦρκος, τό ὄνειρον, τό λαβόν σάρκα καί ὁστά ἐξαφανίζεται, διαλύεται, ἀποσυντίθεται. Καί ἰδού πρό τῶν πυλῶν τῆς Σμύρνης, τῆς ἑλληνικῆς, οἱ σφαγεῖς, Θεέ μου. Οἷον καί θέαμα καί ἄκουσμα. Ἐγώ νά ἐγκαταλείψω τήν Σμύρνην καί Μητρόπολίν μου; Ποτέ. Θά μέ κατεδίωκαν αἱ σκιαί τοῦ ἱεροῦ Πολυκάρπου, ὡς ἄνανδρον καί τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Ε΄ ὡς ἀνάξιον διάδοχόν του. Θνήσκων ἴσως ἐνισχύσω καί ἄλλους ἵνα μένουν πιστοί στό καθῆκον καί ποιμαίνωσι τό ποίμνιον ἐκτελοῦντες ὅσα κηρύττουν. Ἴσως, ἴσως τό αἷμα τό ὁποῖον θά χύσει ὁ σφαγεύς... συγκλονίσει τήν ἀνθρωπίνην συνείδησιν, ἴσως φωτίσει τόν νοῦν καί θερμάνει τήν καρδίαν τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς νά κατανοήσουν ὅτι ὁ συντριβόμενος Ἑλληνισμός εἶναι ἄξιος ζωῆς καί ἐλευθερίας»
Επιστολή σε Βενιζέλο

Στις 25 Αυγούστου 1922 ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος αντιλαμβάνεται ότι οι στρατιώτες του Κεμάλ πλησιάζουν στη Σμύρνη και απευθύνει -τελευταία και μάταιη- έκκληση-έκκληση στον Ελευθέριο Βενιζέλο, που την παραδίδει στον κυβερνήτη του θωρηκτού Λήμνος με την παράκληση να παραδοθεί το ταχύτερο δυνατό στο Παρίσι. Στην επιστολή αναφέρει [19]:

«Εν Σμύρνη
Τη 25 Αυγούστου 1922
Αγαπητέ φίλε και αδελφέ κ. Ελευθέριε Βενιζέλε,
Επέστη η μεγάλη ώρα της μεγάλης εκ μέρους σας χειρονομίας. Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το Ελληνικόν Κράτος αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος καταβαίνει πλέον εις τον Άδην από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και το σώση.
Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής βεβαίως αίτιοι είναι οι πολιτικοί και προσωπικοί σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος δια δύο πράξεις Σας.
Πρώτον διότι αποστείλατε εις Μ. Ασίαν ως Ύπατον Αρμοστήν ένα παράφρονα και εγωιστήν. Και δεύτερον διότι πρωτού αποπερατώσητε το έργον σας και θέσητε την κορωνίδα και το επιστέγασμα επί του ανεγερθέντος αφαντάστως ωραίου και μεγαλοπρεπούς δημιουργήματός Σας, της καταθέσεως των θεμελίων της περικλεεστάτης ποτέ Βυζαντινής μας Αυτοκρατορίας, είχατε την ατυχή και ένοχον έμπνευσιν να διατάξητε εκλογάς κατ’ αυτάς ακριβώς τας παραμονάς της εισόδου Σας εις Κωνσταντινούπολιν και της καταλήψεως αυτής υπό του Ελληνικού Στρατού προς εκτέλεσιν – οίμι –δια παντός καταστραφείσης Συνθήκης των Σεβρών.
Αλλά γέγονεν ο γέγονεν.
Ακόμη όμως υπάρχει καιρός αν όχι να σωθή η Συνθήκη των Σεβρών, αλλά τουλάιστον να μη καταστραφή τελείως το Ελληνικόν Έθνος δια της απωλείας ότι μόνον της Μ. Ασίας αλλά και της Θράκης και αυτής ίσως της Μακεδονίας.
Και επειδή οι καιροί ου μενετοί πλέον, έκρινα καθήκον και εμόν απαραίτητον να κυλίσω τον πίθον μου εν μέσω της γενικής κινήσεως της παγκοίνου εδώ συμφοράς μας και πρώτον μεν έγραψα με ημερομηνίαν 21 Αυγούστου προς τον επί του Ελληνικού θρόνου ευρισκόμενον Κωνσταντίνον να προβή εις τας μεγάλας αποφάσεις, εν αις πρωτίστην θεωρώ την ανάληψιν της πηδαλιουχίας του ελληνικού σκάφους παρά της πάγκοινον την ευρωπαϊκήν υπόληψιν κεκτημένης Σης κορυφής.
Την παράδοσιν της διοικήσεως του στρατού εις τους εκδιωχθέντας αξιωματικούς της Αμύνης, οι οποίοι γνωρίζουν πως ανασυντάσσεται καταστραμμένος στρατός και οδηγείται εις την νίκην και την άμεσον εντεύθεν εκδίωξιν Στεργιάδου και Χατζανέστη και άλλα σχετικά.
Έκρινα δε προ παντός απαραίτητον εκ των φλογών της καταστροφής εν αις οδυνάται ο Μικρασιατικός Ελληνισμός, και ζήτημα είναι εάν όταν το παρόν μου γράμμα αναγιγνώσκεται υπό της Υμετέρας Εξοχότητος, αν ημείς πλέον υπάρχωμεν εν ζωή προοριζόμενοι – τις οίδε- κατ’ ανεξερευνήτους βουλάς της Θείας Προνοίας εις θυσίαν και μαρτύριον, ν’ απευθύνω την υστάτην ταύτην έκκλησιν προς την φιλογενή και μεγάλην ψυχήν Σας και να Σας είπω μόνο δύο λέξεις.
Εάν δια να σώσητε την Ελλάδα εκρίνατε καθήκον σας να προβήτε εις το επαναστατικόν κίνημα της Θεσσαλονίκης, μη διστάσητε τώρα να προβήτε εις εκατόν τοιαύτα κινήματα, ίνα σώσητε τώρα ολόκληρον τον απανταχού και ιδία τον μικρασιατικόν και θρακικόν Ελληνισμόν, ο οποίος τόσην θρησκευτικήν λατρείαν τρέφει προς Υμάς.
Και νυν, φίλτατε αδελφέ, σε μόνον θεωρούμεν τον από μηχανής Θεόν, σε βράχον, σε ελπίδα, σε σωτήρα και σε μεσσίαν μας. Περίζωσε την ρομφαίαν του λόγου σου κατευοδού προς υμάς και κόψον τον άλυτον δια την διπλωματίαν μέχρι σήμερον δεσμόν του Ανατολικού ζητήματος.
Πίπτων επί του τραχήλου υμών, περιλούω υμάς δι’ απείρων φιλημάτων σεβασμού και αγάπης.
† Ο Σμύρνης Χρυσόστομος».
Προτροπή για διαφυγή

Στις 25 Αυγούστου ο Επίσκοπος των Καθολικών της Σμύρνης εξασφαλίζει στον Χρυσόστομο θέση σε ατμόπλοιο που αναχωρεί από το λιμάνι της Σμύρνης και τον παρακαλεί να εγκαταλείψει την πόλη για να γλυτώσει από την οργή των Τούρκων, όμως ο μητροπολίτης απαντά: «Παράδοσις του Έθνους και της Εκκλησίας μας δεν είναι η φυγή εν όψει κινδύνου, αλλ’ ο αγών μέχρις εσχάτων και η θυσία. Εάν μεν ο εχθρός φεισθή του ποιμνίου μου, ποίος θα το περιθάλψη; Εάν δε τούτο σφαγή, πώς ημπορώ εγώ να επιζήσω; Είτε το εν συμβή είτε το άλλο, η θέσις μου είναι εδώ, μαζί με το ποίμνιόν μου». Στις 26 Αυγούστου εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες συγκεντρώνονται στη Σμύρνη προσπαθώντας -σε συνθήκες πανικού- να επιβιβαστούν στα πλοία και να εγκαταλείψουν την πόλη. Το απόβραδο εκείνης της ημέρας διατάσσεται η έπαρση των Ελληνικών πολεμικών πλοίων από τον κόλπο της Σμύρνης. Πρώτο το Λήμνος, ακολουθεί το Έλλη και στη συνέχεια τα αντιτορπιλικά σηματοδοτούν με την αναχώρηση τους την ύστατη στιγμή Ελληνικής παρουσίας στην Μικρά Ασία. Την ίδια ώρα οι ορχήστρες του Ιταλικού θωρηκτού «Ντουίλιο» και των Γαλλικών «Βαλδέκ Ρουσσώ» και «Ερνέστ Ρενάν», παιανίζουν τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο καθώς περνούν τα Ελληνικά πλοία. Οι Ελληνικές αρχές της πόλεως τρέπονται σε φυγή και ο ύπατος αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης, δυνάστης των Ελλήνων της Σμύρνης και του ίδιου του Μητροπολίτη Χρυσόστομου, αναχωρεί κι αυτός.

Ο Μητροπολίτης σπεύδει να συναντήσει τον Αμερικανό Πρόξενο στη Σμύρνη, τον Τζωρτζ Χόρτον και του ζητά βοήθεια για να σώσει τους Ορθόδοξους της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας. Γράφει ο Χόρτον:

«...Ήταν κάτωχρος, η σκιά του εγγίζοντος θανάτου απλωνόταν στο πρόσωπο του Μητροπολίτου και όμως δεν σκεπτόταν παρά το πως θα σώσει το ποίμνιόν του... δεν μου ωμίλησε περί του κινδύνου, τον οποίον ο ίδιος διέτρεχε, αλλά µε παρακάλεσε να πράξω παν το δυνατόν προς σωτηρίαν των κατοίκων της Σμύρνης...».

Οι βάρβαροι στη Σμύρνη

Νωρίς το πρωί του Σαββάτου 27 Αυγούστου ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ολοκληρώνει την τελευταία του λειτουργία και από τον άμβωνα του Ιερού Ναού της Αγίας Φωτεινής απευθύνεται στους πιστούς συμπολίτες του:

«....Η Θεία Πρόνοια δοκιμάζει την πίστιν μας και το θάρρος μας και την υπομονήν μας την ώραν αυτήν. Αλλ’ ο Θεός δεν εγκαταλείπει τους χριστιανούς. Εις τας τρικυμίας αναφαίνεται ο καλός ναυτικός και εις τας δοκιμασίας ο καλός χριστιανός. Προσεύχεσθε και θα παρέλθη το ποτήριον τούτο. Θα ίδωμεν πάλιν καλάς ημέρας και ευλογήσωμεν τον Θεόν. Θαρρείτε ως εμπρέπει εις καλούς χριστιανούς. Αδελφοί μου, η ώρα είναι δεινή, αλλά και ο Θεός είναι μεγάλος. Έχετε πίστιν εις Αυτόν. Δοκιμαζόμεθα, αλλά ας μην ολιγοπιστώμεν...».

Στις 10 το πρωί της ίδιας ημέρας, γίνεται η πρώτη εμφάνιση Τούρκων «τσετών» (=ατάκτων) υπό τον Κιορ (=μονόφθαλμος) Μπεχλιβάν και στη συνέχεια στη Σμύρνη εισβάλουν Τουρκικά στίφη, μία μέρα μετά την εκκένωση της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό και την αποχώρηση των πολιτικών αρχών. Το απόγευμα ακολούθησαν οι τακτικές δυνάμεις του τουρκικού στρατού, με επικεφαλής τον πρώην νομάρχη Σμύρνης, στρατηγό Νουρεντίν πασά. Εκείνες τις στιγμές ο Ιταλός καθολικός ιερέας, ο πατήρ Scaliarino, ενημέρωσε τους Γάλλους σχετικά με τον κίνδυνο για τη ζωή του Μητροπολίτη Χρυσόστομου. Απόσπασμα που το αποτελούσαν 20 ναύτες έφθασε στην Αγία Φωτεινή, το Μητροπολιτικό Ναό της Σμύρνης. Ο επικεφαλής τους ζήτησε από τον Μητροπολίτη να τους ακολουθήσει, είχε προηγηθεί και ανάλογη προσπάθεια από τους Άγγλους, είτε στο Γαλλικό προξενείο κοντά στον Πρόξενο Γκραγιέ, είτε στην καθολική εκκλησία της Sacre Coeur [Καρδιά του Ιησού]. Ο Μητροπολίτης όμως αρνήθηκε καθώς θεώρησε ότι καθήκον του ήταν να παραμείνει κοντά στους πιστούς, «ως καλός ποιμένας».

Όσα συνέβησαν εκείνες τις ώρες περιγράφονται γλαφυρά από ιστορικούς ερευνητές εκείνης της εποχής:

«..Οι Γάλλοι δεϊξαν βρωμερή στάση. Όσοι κατάφερναν να σκαρφαλώσουν στa καράβια τους, τους ρίχναν πίσω στη θάλασσα. Και παλικάρια, πιo πολύ τα παλικάρια ξαναρίχναν στo νερό. Σαν τούς βλέπαν να ζυγώνουν, τους πετούσαν ζεματιστό νερό, για να μην μπορέσουν ν' ανέβουν. Οι Εγγλέζοι κάναν ότι κάναν, μα σα πήγαινε κανείς στα πλοία τους να σωθεί, τον δέχονταν καλά. Δεν τον διώχναν...» [20].

Αρχική προσαγωγή Μητροπολίτη Χρυσοστόμου

Σύμφωνα με όσα γράφει ο ανιψιός του Χρυσοστόμου Σμύρνης, ο μητροπολίτης Αυστρίας Χρυσόστομος (Τσίτερ), ο Βούλτσος ήταν ο ένας από τους τρεις ανθρώπους που ήταν στη Μητρόπολη, πλησίον του Μητροπολίτη Σμύρνης τις ημέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Οι άλλοι δύο ήταν ο Νικόλαος Σοφοκλέους, σύζυγος της αδελφής του Μητροπολίτη, της Σοφίας, και ο αδελφός του Ευγένιος [21]. Στις 19:30' της 27ης Αυγούστου έφθασε στην Αγία Φωτεινή Τούρκος αξιωματικός, τον οποίο συνόδευαν δύο στρατιώτες. Αυτοί μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας, με εντολή του Νουρεντίν πασά, ζήτησαν από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο, παρουσία του Μητροπολίτη Εφέσου Χρυσόστομο Β', να τους ακολουθήσει και τον οδήγησαν στο Φρουραρχείο.

Ο φρούραρχος έδωσε στον Μητροπολίτη έγγραφα την κήρυξη Στρατιωτικού Νόμου και τον διέταξε να την ανακοινώσει στους κατοίκους. Η προκήρυξη επέβαλε την απαγόρευση της κυκλοφορίας, ύστερα από τις εφτά το βράδυ, την παράδοση των όπλων σε 48 ώρες και την εμφάνιση των κρυμμένων Ελλήνων στρατιωτικών καθώς και των εντοπίων στρατευσίμων στο ίδιο χρονικό διάστημα. Όσοι δεν συμμορφώνονταν θα εκτελούνταν. Γράφει ο Θωμάς Βούλτσιος [22], κλητήρας της Μητροπόλεως και πιστός συνεργάτης του μητροπολίτη Σμύρνης από τη θητεία του στη Δράμα:

«.... Ο αστυνόμος ωδήγησε το δεσπότη στον φρούραρχο, ένα μαυρειδερό Αλβανό. Η πόρτα έμεινε μισάνοιχτη και έβλεπα μέσα. Εχαιρετίστηκαν. Ο φρούραρχος παράγγειλε για το δεσπότη βυσσινάδα. Επειτα ο φρούραρχος έλεγε και ο δεσπότης έγραφε. Σε λίγη ώρα ετελείωσαν. Όταν εβγήκαμε έξω με τον αστυνόμο έλειπε το αμάξι μας. Καλή τύχη έφθασαν την ώρα εκείνη δύο Αμερικάνο ιαξιωματικοί και είχαν την καλωσύνη να μας δώσουν το αυτοκίνητό τους να γυρίσωμε. Εφθάσαμε στη μητρόπολι η ώρα πέντε. Χαρά όλων, που μας είδαν. Ο μητροπολίτης έγραψε την προκήρυξι, που μας έδωκεν ο φρούραρχος. Η προκήρυξι έλεγε να μένουν όλοι στα σπίτια τους και να παραδώσουν τα όπλα στην εξουσία....».

Σύλληψη Μητροπολίτη Χρυσόστομου

λίγο μετά την επιστροφή του Χρυσοστόμου στη Μητρόπολη οι ίδιοι αστυνομικοί επανήλθαν και του ζήτησαν να τους ακολουθήσει στο Νομάρχη, όπου τον ακολούθησαν ο Δημογέροντας Γεώργιος Κλημάνογλου και ο νομικός Νικόλαος Τσουρουκτσόγλου, εκδότης της γαλλόφωνης εφημερίδας «La Reforme». Οι τρείς άνδρες οδηγήθηκαν στον Νουρεντίν πασά, αρχιστράτηγο και διοικητή της 1ης στρατιάς, ο οποίος απευθύνθηκε στον Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο λέγοντάς του:

«Εμείς, θα τα βρούμε μαζί» ενώ συνέχισε εξυβρίζοντάς τον Μητροπολίτη χυδαία. Παράλληλα, τον κατηγόρησε για φιλελληνική (!) στάση και ενέργειες εναντίον του Τουρκικού έθνους. Τέλος, του ανακοίνωσε ότι το Επαναστατικό Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας, στην Άγκυρα, είχε αποφασίσει την καταδίκη του σε θάνατο. Ύστερα κατευθύνθηκε προς το μπαλκόνι του κτιρίου, σ' αυτό προς την πλατεία Διοικητηρίου, όπου έχοντας τη θέα του μαινόμενου πλήθους Τούρκων, τους απηύθυνε τα ακόλουθα λόγια: 
«Αν σας έκανε καλό τούτος, να του το ανταποδώσετε, αν σας έκανε κακό, να του κάνετε και σεις κακό! Εγώ σας παραδίδω τον χιρσίζ ντομούζ (κλεφτογούρουνο...».

Γράφει ο Θωμάς Βούλτσιος:

«...Στας οκτώ το βράδυ έρχεται ένα αυτοκίνητο στη μητρόπολι με τον ίδιο αστυνόμο και δύο στρατιώτες ωπλισμένους με λόγχες. Ήλθαν να πάρουν το δεσπότη πως τον ζητά ο νομάρχης, δεν είπαν το όνομα, να πάη στο διοικητήριο με τρεις δημογέροντες. Επήραν τον Τσουρουκτζόγλου και τον Κλημάνογλου και εμπήκαν οι τρεις και οι αστυνομικοί στο αυτοκίνητο, για μένα δεν είχε θέσι και μούπε ο δεσπότης να περιμένω στη Μητρόπολι. Στας δέκα το βράδυ ένας από τους στρατιώτες, που ήλθαν το απόγευμα, έφερε μία κάρτα του δεσπότη για τον αδελφό του Ευγένιο. Του έγραφε: “Αγαπητέ αδελφέ, Μας εκράτησαν απόψε εμέ ως πρόεδρον της Μικρασιατικής Αμύνης, τους άλλους ως μέλη. Μην ανησυχείτε”. Ο Ευγένιος άρχισε να κλαίη. Το άλλο πρωί, Κυριακή, στας 8 με στέλλει να μάθω για το δεσπότη. Ευρήκα τον Ζαδέ της τραπέζης. Πριν μισή ώρα συνάντησε τον υπαστυνόμο, που είχε πάρει το δεσπότη. Αυτός του είπε πως το δεσπότη τον χάλασαν, καθώς και τους δύο δημογέροντες. Έτσι έγιναν. Ως την Τετάρτη, που έφυγα, δεν μπόρεσα να μάθω τίποτε άλλο...».

Πιθανολογείται πως ο Άγιος Χρυσόστομος και οι δύο δημογέροντες δεν εκτελέστηκαν αμέσως αλλά κρατήθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα στις φυλακές, όπως συνάγεται τόσο από την αφήγηση του Θωμά Βούλτσου, όσο και από το ιδιόγραφο σημείωμα του Νικολάου Τσουρουκτσόγλου προς τη σύζυγό του, στο οποίο αναφέρει: «Θα μείνουμε αυτή τη νύκτα εδώ. Μην ανησυχείς. Ευρισκόμεθα μετά του Μητροπολίτου». Με εντολή του Νουρεντίν ο Κλιμάνογλου απαγχονίσθηκε, ενώ τον Τσουρούκτσογλου, αφού τον έδεσαν από τα πόδια σε ένα αυτοκίνητο, τον περιέφεραν στο κέντρο της Σμύρνης και το κεφάλι του συρόταν στα λιθόστρωτα καλντερίμια. Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ο Μητροπολίτης παραδόθηκε από το Νουρεντίν στα χέρια του όχλου για να θανατωθεί χωρίς νόμιμη δίκη. Ο Τούρκος καθηγητής BilgeUmar, σχολιάζοντας την αφήγηση του συμπατριώτη του δημίου Ali Aǧe [23] ο οποίος ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι ο Νουρεντίν πασάς του ανέθεσε την εκτέλεση της θανατικής ποινής του Χρυσοστόμου Σμύρνης, υποστηρίζει ότι ο Νουρεντίν ήθελε να αποφύγει τις χρονοβόρες διαδικασίες μιας δίκης που θα έδινε τα χρονικά περιθώρια στη Βρετανία, στη Γαλλία και στην Ιταλία να επιχειρήσουν την αποτροπή της καταδίκης και της δολοφονίας του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου.

Μαρτύριο Μητροπολίτη Χρυσοστόμου

Οι στρατιώτες του Νουρεντίν πασά άνοιξαν την πόρτα του Διοικητηρίου και παρέδωσαν τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο στον ισλαμικό Τουρκικό όχλο που τον άρπαξε και τον οδήγησε εκεί κοντά, μπροστά στο κομμωτήριο του Ismail, στις παρυφές των ευρωπαϊκών συνοικιών. Εκεί σταμάτησαν και αφού τον έντυσαν με άσπρη μπλούζα, για να διακρίνεται καλύτερα, άρχισαν να τον χτυπούν λυσσασμένα με γροθιές και με ξύλα και να τον φτύνουν στο πρόσωπο. Ύστερα άρχισαν να τον ανασκολοπίζουν -αργά, μεθοδικά, με μανία- του ξερίζωσαν τη γενειάδα, του τρύπησαν με σπαθιά και μαχαίρια το σώμα, του έβγαλαν τα μάτια και τέλος του έκοψαν τη μύτη και τα αυτιά. Ο Μητροπολίτης αιμόφυρτος, σιωπηρός, περήφανος, χωρίς να ικετεύει και να λυγίζει στον εχθρό, σέρνεται από το πλήθος και αφού σε όλη τη διάρκεια των μαρτυρίων του έλεγε: «Κύριε, ελέησόν με», αφήνει την τελευταία του πνοή αναφωνώντας: «Θεέ μου!». Έπειτα τον έσυραν στους μουσουλμανικούς μαχαλάδες, ως τους Ικί-Τσεσμέ, όπου τον διαμέλισαν και τον κατακρεούργησαν ενώ το κεφάλι του Μητροπολίτη καρφώθηκε στην πατερίτσα του από τους αφιονισμένους Τούρκους που δεν σταματούσαν να απολαμβάνουν την ύβρη προς τον νεκρό ήρωα. Ο όχλος κρέμασε ότι απόμεινε από το άψυχο σώμα, ένα κουφάρι κυριολεκτικά από καταξεσκισμένες σάρκες, στην περιοχή του Τρικιλίκ, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό της Σμύρνης.

Όπως αποκαλύπτει ο Τζωρτζ Χόρτον, ο Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη, ο Μητροπολίτης Σμύρνης, που υπήρξε σταθερός υποστηρικτής των αμερικανικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τα οποία επισκέπτονταν πολύ συχνά και επέλυε διάφορα προβλήματά τους, έτυχε να τον επισκεφθεί μαζί με τον Αρμένιο Αρχιεπίσκοπο, λίγες ώρες προτού τον σκοτώσουν. Ο Χόρτον πρότεινε στον Μητροπολίτη Χρυσόστομο να τον φυγαδεύσει για να σωθεί όμως εκείνος αρνήθηκε. Γράφει [24] ο Τζωρτζ Χόρτον:

 «Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ήλθε στο Προξενείο λίγο πριν απ' τον θάνατό του μαζί με τον Αρμένιο Αρχιεπίσκοπο. Ο Χρυσόστομος φορούσε μαύρα ράσα. Το πρόσωπό του ήταν ωχρό. Ήταν η τελευταία φορά που είδα το σεβάσμιο και εύγλωττο αυτόν άνδρα ζωντανό. Ήταν σταθερός φίλος των Αμερικανῶν και των Αμερικανικών Ιδρυμάτων και χρησιμοποιούσε όλη του την επιρροή μαζί με την Κυβέρνηση και τον κλήρο χάρις της ενισχύσεως των σχολείων μας, της Υ.W.C.Α. και της Υ.Μ.C.Α. μας. Αμφιβάλλω αν υπάρχει κανείς απ' τα μέλη των Ιεραποστολών μας που θα αμφισβητούσε αυτή τη βεβαίωσή μου. Επισκεπτόταν όλα αυτά τα ιδρύματα και συχνά μιλούσε στα μέλη τους... Ο Σεβασμιώτατος Χρυσόστομος επιθυμούσε την ένωση των Χριστιανικών Εκκλησιών με κοινές προσπάθειες στο Όνομα του Χριστού και την καλύτερη εκπαίδευση του κλήρου στην Ανατολή... 
....Όπως λέγουν, (ο Νουρεντίν) είχε υιοθετήσει τη μεσαιωνική ιδέα να παραδώση τον Μητροπολίτη στον φανατικό όχλο, για να τον κάνει ό,τι ήθελε. Δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις της ορθότητος αυτής της διαπιστώσεως, είναι όμως βέβαιο, ότι ο Μητροπολίτης θανατώθηκε απ’ τον όχλο. Εβιαιοπράγησαν επάνω του, του ξερρίζωσαντην γενειάδα του, τον εχτύπησαν με ρόπαλα και με μαχαιριές, ωσότου πέθανε, και ύστερα τον έσυραν σβαρνίζοντάς τον επάνω στους δρόμους. Το μοναδικό του φταίξιμο ήταν ότι ήταν ένας Έλλην με μεγάλο πατριωτισμό και ευγλωττία που επιθυμούσε την πρόοδο της φυλής του και εργαζόταν για το σκοπό αυτό. {...} Οι σφαγές του ελληνικού πληθυσμού από τους Τούρκους με έκαναν να λέω ότι ντρέπομαι που ανήκω στην ανθρώπινη φυλή..».

Από τη δική του πλευρά ο Απόστολος Διαμαντής συμπληρώνει, σχετικά με τις λεπτομέρειες της αποφάσεως για τον μαρτυρικό θάνατο του Μητροπολίτη Χρυσόστομου:

«....Ό Χρυσόστομος παραμένει με τη θέλησή του κοντά στο ποίμνιό του που κινδυνεύει με αφανισμό. Δεν αποδέχεται τις προτάσεις των Ευρωπαίων για φυγάδευσή του από τη Σμύρνη. Το βράδυ της 27ης Αυγούστου του 1922, ημέρα κατάληψης τής Σμύρνης από τα στρατεύματα του Κεμάλ, μαζί με τούς Έλληνες της Σμύρνης κλείνεται στην Αγία Φωτεινή. Είναι προφανές πώς ήδη γνωρίζει και το δικό του τέλος. Συλλαμβάνεται και οδηγείται προς το στρατηγό Νουρεντίν μπέη, δηλώνοντας «Βαδίζω προς το μαρτύριο» [...] Μπροστά στο κτίριο του τουρκικού διοικητηρίου έχει συγκεντρωθεί ένα αφηνιασμένο πλήθος το όποιο ζητάει το κεφάλι του Ιεράρχη. Ο Νουρεντίν παρέδωσε τότε στο πλήθος αυτό τον ανυπεράσπιστο Χρυσόστομο. Ο Μητροπολίτης Σμύρνης σύρθηκε στα σοκάκια της πόλης δερόμενος αγρίως και εν τέλει βρήκε τραγικό θάνατο, κατακρεουργημένος από το φανατισμένο τουρκικό πλήθος» [25].
Γραπτές αναφορές παρόντων & ιστορικών

Ο Γάλλος δημοσιογράφος και ιστορικός Rene Ρuaux, απεσταλμένος στη Σμύρνη της εφημερίδας «Le Τemps», επιρρίπτει ευθύνες στην τουρκική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία. Γράφει [26]:

«....Ο στρατηγός Νουρεντίν πασάς, όταν τον έφεραν μπροστά του, τον εξύβρισε με αισχρό τρόπο και τον κατηγόρησε για τη φιλελληνική του στάση και πρόσθεσε ότι η επόμενη ενέργειά του ήταν να τον παραδώσει στη λαϊκή κρίση. Ο Χρυσόστομος, λοιπόν, παραδόθηκε στο μανιασμένο μουσουλμανικό όχλο. Του ξερίζωσαν τη γενειάδα, τον μαχαίρωσαν, διαμέλισαν και έσυραν το σώμα του μέχρι την τουρκική συνοικία, όπου και τον πέταξαν στα σκυλιά...». Ο Ρuaux συμπεραίνει ότι η εκτέλεση του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου ήταν προαποφασισμένη.

Ο Γάλλος ιερωμένος και βουλευτής των Παρισίων αββάς Εδουάρδος Σουλιέ καταθέτει την προσωπική του μαρτυρία:

«... Ο Χρυσόστομος δεν ανήκει στην Εκκλησία της Γαλλίας, αλλά αυτό δεν μ’ εμποδίζει να εκφράσω τον βαθύτατο σεβασμό προς την μνήμην του. Με ωραιότητα ψυχής αρνήθηκε να δεχθεί το προσφερόμενο καταφύγιο, λέγων ότι το καθήκον του είναι να μείνει για να συγκακοπαθήσει με το ποίμνιόν του. {...} Οδήγησαν τότε τον ιεράρχη εις τα άκρα των ευρωπαϊκών συνοικιών εμπρός σ’ ένα κουρείο. {...} τον κτύπησαν με μαχαίρι πισώπλατα και στη συνέχεια λυσσασμένες ανθρώπινες ύαινες του έκοψαν μύτη και αυτιά. Στο πλευρό των ανδρών συναγωνίζονταν μαινόμενες τουρκάλες που ενθάρρυναν με αρές και κατάρες τους λυσσασμένους άνδρες τους. ο επικεφαλής αξιωματικός διέταξε χαμάληδες να σύρουν το πτώμα και αφού το πρόσδεσαν σε μια σακαράκα τό’ βαλαν μπροστά κι άρχισε να τρέχει σβαρνίζοντας το άγιο λείψανο του μάρτυρα ιεράρχη που σήκωσε στους ώμους του τις αμαρτίες του ελληνικού διχασμού και την υπεροψία των λεγόμενων χριστιανικών δυνάμεων που απεδείχθησαν και του Ποντίου Πιλάτου χειρότεροι! Η γαλλική περίπολος παρακολουθούσε τα γεγονότα και οι άνδρες που την αποτελούσαν έτρεμαν από αγανάκτηση και ήθελαν να επέμβουν. Ο επικεφαλής αξιωματικός με το περίστροφο στο χέρι ακολουθούσε τις διαταγές που τους είχαν δοθεί και τους εμπόδισε να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση. Στη συνέχεια, δεν είδαμε πια το μητροπολίτη, που τον αποτελείωσαν σε μικρή απόσταση πιο πέρα» [27].

Σε φυλλάδιο που τύπωσε [28], το 1925 στην Αθήνα, ο πολεμικός ανταποκριτής Κώστας Μισαηλίδης αναφέρεται στις τελευταίες ημέρες της Σμύρνης και τις τελευταίες στιγμές της ζωής του Μητροπολίτη:

«Λίγο πριν το μεσημέρι της Κυριακής, έβγαλαν το Μητροπολίτη από το φρουραρχείο.
-Να οι δικαστές σου και οι τζελάτηδές σου (δήμιοι), του είπεν ο φρούραρχος συνταγματάρχης Σαλήχ Ζακήμ Εφέντης.
Και τον παρέδωσε στον μαινόμενον όχλο που αποβραδύς ξημερώθηκε εκεί -βαλμένος, από τον Νουρεδίν- να τον προσμένη. Κι αρχινά το μαρτύριο.
Ο δρόμος απ' την Πλατεία του Διοικητηρίου ως την πλατεία του Ικί Τσεσμέ -Τούρκικη συνοικία της Σμύρνης- αγρίεψε από το μαρτύριο του καινούργιου αυτού Εθνομάρτυρα.
Του έβγαλαν με ξιφολόγχη τα μάτια, του έκοψαν τ' αυτιά και τη γλώσσα. Τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά. Γύρω απ' το σώμα του έστησεν η απάνθρωπη, η αφάνταστα βάρβαρη τουρκική μανία τον πιο φρικτό χορό. Δεν άφησαν τίποτε το σκληρό και το εξευτελιστικό που να μην το κάμουν στο αφανισμένο και μισοσκοτωμένο κορμί του Χρυσοστόμου.
Κι εσύρθηκεν έτσι, ως τους Ικί-Τσεσμέ, ο γέρων Μητροπολίτης Σμύρνης, κατακομματιασμένος. Από το κορμί του, εκεί, το μεθυσμένο από κτηνωδία πλήθος πήρε ένα κομμάτι της σάρκας του Χρυσοστόμου για φυλακτό ματωμένο. Το κεφάλι του με βγαλμένα τα μάτια, κομμένα τ' αυτιά και τη γλώσσα, με τα γένεια ξερριζωμένα και μαύρο από το ξύλο, αιματοστάλαχτο το έμπηξαν στην πατερίτσα του και η πομπή μαινόμενη από βλαστήμιες και σαρκασμό, το περιέφερε στους Τουρκομαχαλάδες.
Την ίδια ώρα ο Τσουρουκτσόγλου και ο Κλιμάνογλου μαρτυρούσαν, δεμένοι από τα πόδια, πίσω από ένα αυτοκίνητο που ακολουθούσε τον όχλο που τυραννούσε τον Μητροπολίτη».
Όπως λέγουν, (ο Νουρεντίν) είχε υιοθετήσει τη μεσαιωνική ιδέα να παραδώση τον Μητροπολίτη στον φανατικό όχλο, για να τον κάνει ό,τι ήθελε. Δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις της ορθότητος αυτής της διαπιστώσεως, είναι όμως βέβαιο, ότι ο Μητροπολίτης θανατώθηκε απ' τον όχλο. Εβιαιοπράγησαν επάνω του, του ξερρίζωσαντην γενειάδα του, τον εχτύπησαν με ρόπαλα και με μαχαιριές, ωσότου πέθανε, και ύστερα τον έσυραν σβαρνίζοντάς τον επάνω στους δρόμους. Το μοναδικό του φταίξιμο ήταν ότι ήταν ένας Έλλην με μεγάλο πατριωτισμό και ευγλωττία που επιθυμούσε την πρόοδο της φυλής του και εργαζόταν για το σκοπό αυτό...».

Συγκλονιστική είναι και η προσωπική κατάθεση-μαρτυρία του Γεώργιου Μυλωνά, Πανεπιστημιακού καθηγητή, αρχαιολόγου-Ακαδημαϊκού όπως την κατέθεσε σε ομιλία του [29] [30]:

«Κατά τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου 1922 μία ομάδα φοιτητών του International College της Σμύρνης και εγώ, βρεθήκαμε φυλακισμένοι σε απαίσιο υπόγειο, σ’ ένα από τα μπουντρούμια του Διοικητηρίου της Σμύρνης. Σ’ αυτό ήταν ασφυκτικά στρυμωγμένοι Έλληνες Χριστιανοί αιχμάλωτοι, μάλλον άνθρωποι προορισμένοι για θάνατο. Τις βραδινές ώρες, φύλακες μ’ επικεφαλής Τουρκοκρήτα παρελάμβαναν θύματα που ετυφεκίζοντο. 
Στις πέντε το απόγευμα της τελευταίας ημέρας του θλιβερού Σεπτεμβρίου, ο Τουρκοκρής εκείνος με διέταξε να τον ακολουθήσω στην αυλή. «Είσαι δάσκαλος;» με ρωτά. «Αυτή την τιμή είχα», του απαντώ. «Και οι άλλοι που ήσαν μαζί σου είναι φοιτητές;» «Ναι», του λέγω. «Γρήγορα μάζεψέ τους και φέρε τους εδώ». «Ελάτε μαζί μου έξω», λέγω στους συντρόφους μου. «Φαίνεται ότι ήρθε η ώρα μας. Εμπρός με θάρρος». 
Ποια ήταν η έκπληξή μας, όταν ακούσαμε τον Τουρκοκρητικό να λέει: «Δεν θα σας σκοτώσω, θα σας σώσω. Απόψε θα θανατωθούν όλοι όσοι είναι στο μπουντρούμι, γιατί έφεραν και άλλους που δεν έχουμε χώρο να τους στοιβάξουμε. Θα σας σώσω σήμερα, γιατί ελπίζω αυτό να με βοηθήσει να λησμονήσω μία τρομερή σκηνή που αντίκρυσαν τα μάτια μου, σκηνή στην οποία έλαβα μέρος». 
Και συνέχισε: «Παρακολούθησα το χάλασμα του Δεσπότη σας. Ήμουν μ’ εκείνους που τον τύφλωσαν, που του ‘βγαζαν τα μάτια και αιμόφυρτο, τον έσυραν από τα γένια και τα μαλλιά στα σοκάκια του Τουρκομαχαλλά, τον ξυλοκοπούσαν, τον έβριζαν και τον πετσόκοβαν. Βαθιά εντύπωση μου έκανε και αξέχαστος παραμένει η στάση του. Στα μαρτύρια που τον υπέβαλαν δεν απήντα με φωνές, με παρακλήσεις, με κατάρες. Το πρόσωπό του το κατάχλωμο, το σκεπασμένο με αίμα των ματιών του, το πρόσωπό του είχε στραμμένο προς τον ουρανό και διαρκώς κάτι ψιθύριζε, που δεν ηκούετο πέρα από την περιοχή του. Από καιρού σε καιρό, όταν μπορούσε ύψωνε κάπως το δεξί του χέρι και ευλογούσε τους διώκτες του. Κάποιος πατριώτης μου αναγνωρίζει τη χειρονομία της ευλογίας, μανιάζει, μανιάζει και με το τρομερό μαχαίρι του κόβει και τα δύο χέρια του Δεσπότη. Εκείνος σωριάστηκε στη ματωμένη γη με στεναγμό που φαινόταν ότι ήταν μάλλον στεναγμός ανακουφίσεως παρά πόνου. Τόσο τον λυπήθηκα τότε, που με δύο σφαίρες στο κεφάλι τον αποτελείωσα. Αυτή είναι η ιστορία μου. Τώρα που σας την είπα, ελπίζω πως θα ησυχάσω. Γι’ αυτό σας χάρισα τη ζωή». 
«Και πού τον έθαψαν;» ρώτησα με αγωνία. 
«Κανείς δεν ξέρει πού έριξαν το κομματιασμένο του κορμί».

Τα μετά το μαρτύριο του Χρυσοστόμου

Μ' αυτό τον τρόπο ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος ενεγράφη στην χορεία των Εθνομαρτύρων και των Μαρτύρων του Θεού. Κανείς, ποτέ, δεν έμαθε με βεβαιότητα τι απέγιναν τα λείψανα του Εθνομάρτυρα-ιερομάρτυρα, ότι απέμεινε από το κατακρεουργημένο σώμα του. Φημολογείται, ωστόσο ότι ετάφη δίπλα σε ένα ποτάμι ή στο γήπεδο του Απόλλωνα Σμύρνης. Επίσημα, ούτε τάφος, ούτε ψαλμός, ούτε καντήλι για τον κατακρεουργημένο Μητροπολίτη. Ο τότε Μητροπολίτης Εφέσου Χρυσόστομος (ο Χατζησταύρου) μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών γράφει:

«...Εν άλλω σημειώματι αναφέρω δια την καταρτισθείσαν μετά την προσφυγήν μας εις την Ελλάδα επίσημον Επιτροπήν εξακριβώσεως των τουρκικών ωμοτήτων. Ενώπιον της ολομελείας της Επιτροπής ταύτης ενόρκως κατέθεσε, και την ένορκον ταύτην κατάθεσιν δια της απογραφής του εν επισήμω πρακτικώ εβεβαίωσε, στρατιώτης εκ Σμύρνης μετά την καταστροφήν αιχμάλωτος, περιπεσών και δραπετεύσας, ότι αγγαρεία εκτελών μετ’ άλλων αιχμαλώτων στρατιωτών ωδηγήθη εις την προ των στρατώνων του Διοικητηρίου της Σμύρνης παραλίαν και μετέφερε το εκεί ερριμένον άγιον λείψανον του Ιερομάρτυρός μας και έθαψαν αυτό εις το Στάδιον όχι του Πανιωνίου, αλλά του Απόλλωνος.  Ηρώτησα αυτόν δια τα χαρακτηριστικά του προσώπου και εύρον ταύτα σύμφωνα με την πραγματικότητα.  Εζήτησα να μάθω αν έφερε τι διακριτικόν εις το στήθος του και μοι είπεν ότι ένα μικρόν χρυσούν σταυρόν με χρυσήν άλυσιν και ότι επίτηδες αφήκαν τον σταυρόν τούτον, ίνα εν καιρώ αναγνωρισθεί το άγιον λείψανόν του.  Το τελευταίον τεκμήριον έπεισέ με, ότι έτυχε ταφής ο Ιερομάρτυς ημών και το χώμα το αιματόβρεκτον της αγαπητής και περιποθήτου Σμύρνης μας καλύπτει αυτό, αναμένον την ένδοξον εκταφήν διά των χειρών των μελλόντων εκδικητών».

Συγγραφικό έργο

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος υπήρξε αξιόλογος λόγιος ιεράρχης. Συνέγραψε πολλά ελληνοκεντρικά και ελληνοπρεπή έργα εθνικού και θρησκευτικού περιεχομένου με ουσιώδη λόγο. Έγραψε και δημοσίευσε άρθρα τα οποία έχουν αναδημοσιευθεί στα περιοδικά «Εκκλησιαστική Αλήθεια» και «Ιερός Πολύκαρπος». Έγραψε τα βιβλία:

  • «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και η Νέα Τουρκία», στη διάρκεια της πρώτης εξορίας του όπου καταγράφει λεπτομερώς τους διωγμούς των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από τους Νεότουρκους.
  • «Περί Εκκλησίας και Προτεσταντών έλεγχος», δίτομο έργο, σε 1.116 σελίδες,

στο οποίο στηριγμένος στα αγιογραφικά κείμενα, στο κύρος και τις μαρτυρίες των αγίων Πατέρων και στις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, αποδεικνύει και επιβεβαιώνει πως «η αληθής του Χριστού Εκκλησία είναι η Ορθόδοξος». Το έργο διαιρείται σε τέσσερα μέρη. Στο πρώτο αναφέρεται στην Ορθοδοξία, τον Καθολικισμό και τον Προτεσταντισμό, στο δεύτερο αναλύει την ομολογία του Πέτρου του Μογίλα, στο τρίτο ελέγχει τον Προτεσταντισμό και στο τέταρτο τον Καθολικισμό.

  • «Λόγοι ευσέβειας»,
  • «Το αρχείον του εθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου (1902-1910)», [Το αρχείο διασώθηκε από τον Μητροπολίτη Αυστρίας Χρυσόστομο (ο Τσίτερ), ανιψιό του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομου],
  • «Το αρχείον του εθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου 91910-1914)»,
  • «Το αρχείον του εθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου (1918-1922)».

Μνήμη Μητροπολίτη Χρυσόστομου

Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος (ο Καλαφάτης), ο Μεσσίας του Μικρασιατικού Ελληνισμού και νέο-εθνομάρτυρας, σύμβολο θυσίας και θάρρους και εμβληματικός ορθόδοξος κληρικός, ο τελευταίος άγγελος της εν Σμύρνη Εκκλησίας, αυτός που κατέστη πρόσωπο-σύμβολο για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία, εκφραστής των εθνικών πόθων, εμβληματική προσωπικότητα των τραγικών πεπραγμένων του Ελληνικού Έθνους. Υπήρξε μια εξέχουσα και χαρισματική προσωπικότητα των αρχών του 20ου αιώνα. Αν και έζησε όλα τα χρόνια της ζωής του εκτός Ελλάδας, αναδείχθηκε σε μια φλογερή φυσιογνωμία του Ελληνισμού που ζούσε και άκμαζε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Βούλγαροι εξαρχικοί τον αποκαλούσαν «πράκτορα των Αθηνών» και «Έλληνα αντάρτη» ενώ τον θεωρούσαν «σφοδρότατο αντίπαλο και κυριότερο εχθρό της προπαγανδιστικής δραστηριότητας του κομιτάτου τους στη Μητρόπολη Δράμας και Ζιχνών» [31], λόγοι για τους οποίους τον πολέμησαν με λύσσα.

Ο Χρυσόστομος αναδείχθηκε ως ο νέος Πολύκαρπος Σμύρνης, ένας δεύτερος Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' (+1821), που ενώ γνώριζε τον επερχόμενο φρικτό και μαρτυρικό θάνατό του, εντούτοις δε ακολούθησε το δρόμο της φυγής. Ο Χρυσόστομος πρόσφερε τα μέγιστα στην ανάπτυξη κάθε μιας από τις περιοχές στις οποίες αρχιεράτευσε. Διέθετε εμφανή δυναμισμό και ευγλωττία, στοιχεία που τον κατέστησαν ηγέτη των Ελλήνων και των Ορθοδόξων. Η αδιάλειπτη παρουσία του στα εθνικά δρώμενα συνδέει, με τον ίδιο ως πρωταγωνιστή, τον Μακεδονικό Αγώνα και τη Μικρασιατική Εκστρατεία, τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που μεσολάβησαν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον πρώτο ξεριζωμό των Ελλήνων ομογενών στη Μικρά Ασία το 1914, μέχρι τα χρόνια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και τις διώξεις που υπέστη συνολικά το ελληνορθόδοξο στοιχείο στην οθωμανική επικράτεια.

Στη διάρκεια της Ελληνικής Διοικήσεως της Σμύρνης αναδείχθηκε σε εθνάρχη του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, δηλαδή όχι μόνο θρησκευτικός αλλά και εθνικός αρχηγός, υπερασπιζόμενος απόλυτα και με συνέπεια τις εθνικιστικές του αντιλήψεις. Του προσφέρθηκαν ικανές, σε αριθμό, ευκαιρίες να εγκαταλείψει τη Σμύρνη, όμως προτίμησε να μείνει και να συμμεριστεί την τύχη του ποιμνίου του. Ο Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης αποτελεί σύμβολο χρέους προς την πατρίδα και πίστεως προς τον Θεό, φάρος, οδοδείκτης και εθνικός οδηγός. Ο τελευταίος Μητροπολίτης Σμύρνης, της μιας από τις επτά Εκκλησίες της Αποκαλύψεως, υπήρξε μια δραματική μορφή της Μικρασιατικής εκστρατείας και των γεγονότων που την ακολούθησαν. Ο μαρτυρικός θάνατος του, από τον μαινόμενο Τουρκικό ισλαμικό όχλο, σηματοδότησε και οριοθέτησε τόσο τον θάνατο όσο και τις τελευταίες στιγμές της Σμύρνης αλλά και του Μικρασιατικού Ελληνισμού.

Γραπτές τιμητικές αναφορές

Ο τότε Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη Τζωρτζ Χόρτον γράφει [32] για τον Χρυσόστομο:

«Πέθανε σαν μάρτυρας και αξίζει να του απονεμηθούν ύψιστες τιμές από την Ελληνική Εκκλησία και την Ελληνική Κυβέρνηση...». 

Ο Σαράντος Καργάκος γράφει [33]:

«...Ο Χρυσόστομος δίκαια ανήκει στους μεγαλομάρτυρες του έθνους, που κρατούν ψηλά την περηφάνειά του, όταν την τσακίζουν με τη δειλία τους και την αβελτηρία τους οι πολιτικοί μας ηγέτες». 

Στις 4 Σεπτεμβρίου 1922 ο εθνικιστής ποιητής Κωστής Παλαμάς δημοσίευσε ένα κείμενο-ύμνο για τον Εθνομάρτυρα Χρυσόστομο, λίγες μόνο ώρες αφότου κυκλοφόρησε στην Αθήνα η είδηση για το Μαρτύριο του Μητροπολίτη της Σμύρνης. Ο Παλαμάς συγκρατεί την οργή του, φέροντας στην μνήμη του την επίσκεψη του Ιεράρχη στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1919 και θυμάται τον Μητροπολίτη να εισέρχεται στο συμβούλιο της Ακαδημίας Αθηνών, διακόπτοντας την συζήτηση. Στην συνέχεια παρουσιάζει τον Ιεράρχη της Σμύρνης περισσότερο Πατριώτη και λιγότερο Χριστιανό:

«..Το κήρυγμά του ήταν καθαρότατα και χαρακτηριστικότατα πατριωτικόν. Θράκη, Σμύρνη, Αλύτρωτοι Τόποι. Ο Σταυρός και η Κυανόλευκος τον συγκίνησαν, όπως τον οδήγησαν λίγα χρόνια νωρίτερα, κατά τον Μακεδονικό Αγώνα. Ο Τούρκος είναι το «θηρίον της Αποκαλύψεως {...} 
Έχω πάντα εμπρός εις τα μάτια μου την εικόνα του νέου οσιομάρτυρος Μητροπολίτου του Χρυσοστόμου της Σμύρνης. Χειμερινή εσπέρα ήτο, Δεκέμβριος ο μήν, εγγίζουν τρία έτη να συμπληρωθούν. Συνεδριάζομεν οι Σύμβουλοι. Κάποιον ζήτημα οικονομικόν, θετικόν, άχαρι εις τας λεπτομερείας του, συμφεροντολογικόν, δυσεξιχνίαστον, μάς απησχόλει και μάς απερρόφα και μας ανησύχει. Ότε ο κλητήρ ανήγγειλε την επίσκεψιν του Μητροπολίτου Σμύρνης. Εζήτει να του επιτραπή να προσέλθη παρεπιδημών και να χαιρετίση τους σοφούς Συμβούλους. Η συζήτησις έπαυσεν, η συνεδρίασις διεκόπη. Το Συμβούλιον ηγέρθη εις προϋπάντησίν του. Ο σεπτός Ιεράρχης έσφιξε την χείρα ενός εκάστου των μελών. Συμπαθητικός, ταπεινός περισσότερον εις το εξωτερικόν του, επιβαλλόμενος μάλλον δια της πρωτογόνου χριστιανικής γλυκύτητος εις το ήθος του, παρά δι’ επισημότητος ιερατικής, ούτως ειπείν, εις τους τρόπους του. Τω παρεχώρησα την προεδρικήν θέσιν μου. Άμα επ’ εκείνης εγκατασταθείς, έκρινε πρέπον να τιμήση την προσενεχθείσαν οιονεί επίτιμον προεδρείαν, να μη απομείνη αργός. Και ο προεδρικός θώκος μετεβλήθη εις άμβωνα. Αλλ’ ο ιεροκήρυξ δεν είχε τίποτε από την τυπικήν, υπόψυχρον και θεατρικήν, συχνά, επιτήδευσιν των ρητόρων του θείου κηρύγματος. {...} Η ομιλία του δεν ανεφέρετο εις δόγματα, ουδέ ετόνιζεν ωρισμένας αρχάς καθιερωμένας υπό της χριστιανικής ηθικής, εις υπόδειγμα ενάρετου βίου, διά την αιωνίαν ζωήν.
Το κήρυγμά του ήτο καθαρώτατα και χαρακτηριστικώτατα πατριωτικόν. Ενεπνέετο από τους μεγάλους επικούς καιρούς, από την επικαιρότητα των θριαμβευτικών γεγονότων, των οποίων ησθανόμεθα αγαλλόμενοι τον αντίκτυπον. Ήτον ως ιστορική, αφηγηματική, άμα δε μυστηριακή και αποκαλυπτική διάλεξις. Την ενέπνεεν η Θράκη, όπου ο Ελληνικός Στρατός επανίστα τας ευκλεείς παραδόσεις των Βυζαντινών αυτοκρατόρων ανακτητής της Αδριανουπόλεως. Την εγέμιζεν η Σμύρνη, όπου ο Σταυρός της Ορθοδοξίας προέβλεπε συγκάθεδρον αδελφήν του, την κυανόλευκον. Εξήστραπτεν η αγαθή γενειώσα μορφή του θαλερού πρεσβύτου εις την ιδέαν της απολυτρώσεως των Αλυτρώτων, αλλ’ ο τόνος της φωνής του προσελάμβανεν αποχρώσεις καρδιοβόρου οδύνης, ότε αναπαρίστα, εις όλας του τας λεπτομερείας, το καταχθόνιον σχέδιον της εξοντώσεως του Ελληνισμού της Ανατολής. {...} Ο Τούρκος, έλεγεν ο φιλόπατρις ιεράρχης, είναι το θηρίον της Αποκαλύψεως. Αλλά φρικιά ο νούς, οσάκις λογίζεται ότι το θηρίον τούτο ζη ακόμη και αντέχει, και καταλύει και συντρίβει, υπό τα όμματα του εκπολιτισθέντος Ευρωπαίου, με την έμμεσον ανοχήν των ισχυρών της Δύσεως και του Βορρά. {...} Και βυθιζόμενος εντονώτερον από την ρύμην του λόγου του εις το πατριωτικόν όραμα του ο Χρυσόστομος της Σμύρνης και τας χείρας ανατείνων προς τα ύψη και προσβλέπων ως εν εκστάσει τους μετ’ ευλαβείας και κατανύξεως ακροωμένους αυτού, επέρανε την ομιλίαν του δια της ανακρυγής ταύτης· Ας αξιώση ο Ύψιστος σύμπαντα τον Ελληνισμόν κατά το υποφώσκον νέον έτος να ακούση εντός του αγλαού10 ναού της του Θεού Σοφίας αδόμενον το «Χριστός γεννάται» και να χαιρετίση τότε το αναγεννηθέν Ελληνικόν Βυζαντινόν Κράτος, σύμβολον έχον τον Δικέφαλον Αετόν μετά της Κυανολεύκου. Και αποχαιρετίσας τους προσδραμόντας εταίρους του Συμβουλίου και άλλους παρισταμένους εκεί δια να ασπασθώσει την δεξιάν του, ο θεόπνευστος Ιεράρχης, ο καταλιπών μετά την αναχώρησίν του εκείθεν φωταυγή τρισυπόστατον αύλακα μυστηριακόν Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης, επανήλθεν εις την πρωτεύουσάν του, ένθα τον ανέμενε μετά τινά χρόνον, αντί της εκπληρώσεως της ευχής του, ο μαρτυρικός θάνατος» [34] [35].

Την ίδια χρονική περίοδο με την μαρτυρική κι απάνθρωπη δολοφονία του Μητροπολίτη Χρυσόστομο δολοφονήθηκαν από τους Τούρκους άλλοι τριακόσιοι σαράντα εφτά (347) ιερείς της επαρχίας Σμύρνης επί συνόλου 459, όπως ο μητροπολίτης Μοσχονησίων Αμβρόσιος που επεταλώθη, ο Κυδωνιών Γρηγόριος που θάφτηκε ζωντανός και ο Ικονίου Ζήλων που εσφάγη. Από τις 46 Εκκλησίες της Σμύρνης διασώθηκαν μόλις (3) τρεις.

Στη σεπτή μνήμη του Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης αφιέρωσε λίγους στίχους ο Μικρασιάτης ιατρός δερματολόγος-αφροδισιολόγος και ποιητής Νικόλαος Τουτουτζάκης:

«Μάταια η Σμύρνη αναζητά το σκυλεµένο σου κορμί,
Με µοιρολόγια σκάβοντας της Ιωνίας το χώμα.
Ελπιδοφόρος φοίνικας η φλογισμένη σου φυχή
Λυτρωτικά φτερούγισε προς το γαλάζιο δώμα».

Με τη σειρά του ο Κωστής Παλαμάς τον τραγουδά:

«Όπου καρδιά, όπου φρόνημα, το Γένος, η Εκκλησία
Και των Ελλήνων οι χοροί και των πιστών τα πλήθη
σου προσκυνούνε άμωμε την θεία δοκιμασία
και το μεταλαβαίνουμε το αίμα σου που εχύθη».

Προστάτης Άγιος & Τιμές

Ο Άγιος Χρυσόστομος ορίστηκε ως ο προστάτης Άγιος των Μικρασιατών [36] και μαζί με τον Άγιο Νεκτάριο είναι ο προστάτης άγιος του αθλητισμού και της γυμναστικής, καθώς ηγήθηκε στην ανάπτυξη της αθλήσεως αλλά και στη δημιουργία αθλητικών-γυμναστικών εγκαταστάσεων, σχολείων και γηπέδων. Το όνομα του φέρουν οδοί σε πολλές πόλεις της Ελλάδος, ενώ ανδριάντες και προτομές του υπάρχουν στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τη Νέα Σμύρνη, την Πάτρα, τη Νέα Ιωνία Μαγνησίας, τη Γλυφάδα, τον Πειραιά, τη Νίκαια Αττικής, το Περιστέρι Αττικής, τον Υμηττό, τη Δράμα, τις Σέρρες, την Καλαμάτα, τη Μενεμένη Θεσσαλονίκης και την Πτολεμαΐδα. Επίσης Ιεροί Ναοί αφιερωμένοι στη μνήμη του λειτουργούν στη Δράμα, την Πτολεμαΐδα, στη Νέα Ιωνία Μαγνησίας, τη Ζίντα Ηρακλείου Κρήτης, τη Σάμο [37], στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Καμμένων Βούρλων Φθιώτιδος και στην πόλη Μπέργκεν της Νορβηγίας [38]. Παρεκκλήσια υπάρχουν στον Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ιπποδρομίου Θεσσαλονίκης, στον Ιερό Ναό Παναγίας Παντοβασίλισσας Ραφήνας καθώς και στον αύλειο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Αθανασίου Αλιστράτης Σερρών.

Η ιστορική «Ιερά Μητρόπολη Δράμας», τιμώντας τη μνήμη του Αγίου Χρυσοστόμου ανήγειρε ανδριάντα δίπλα στο Επισκοπικό Μέγαρο. Μαρμάρινος ανδριάντας του έργο του γλύπτη Κώστα Δημητριάδη, τοποθετήθηκε το 1935-36 στην πλατεία Μητροπόλεως, πίσω από τον Ιερό Ναό της Γοργοεπήκοου. Ο ανδριάντας αποτελεί τμήμα ευρύτερου μνημείου που αργότερα ονομάστηκε «Μνημείο Θυμάτων Μικρασιατικής Καταστροφής». Το μνημείο αποτελείται από ημικυκλική κόχη από λαξευτούς λίθους μνημειακά σκαλοπάτια κι ένα χαμηλό μαρμάρινο βωμό που προστέθηκε το 1956 και επιγραφές. Δεξιά και αριστερά στον τοίχο είναι γραμμένα τα ονόματα των ιερέων και δημογερόντων που μαρτύρησαν μαζί με τον Χρυσόστομο. Στην πρόσοψη του βωμού είναι γραμμένο: «ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ/ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ/ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ/ ΑΙ ΙΕΡΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙΣ/ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ/ ΠΟΝΤΟΥ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ και στις τρεις πλευρές του τα ονόματα των εκκλησιών της Μικράς Ασίας, της Θράκης και του Πόντου. «Ο ιεράρχης αποδίδεται όρθιος τη στιγμή της υπέρτατης θυσίας. Με τα χέρια ανοικτά σε χειρονομία ικεσίας και το βλέμμα στραμμένο στον ουρανό, δείχνει να έχει αποβάλει κάθε γήινη διάσταση τη στιγμή της παράδοσης στον Δημιουργό. Η εκστατικότητα και η λιτή και συγκρατημένη απόδοση τονίζουν την πνευματικότητα του Αγίου» [39].

Στο Μουσείο της Εστίας Νέας Σμύρνης υπάρχει κέρινο ομοίωμα του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης έργο της γλύπτριας Λουκίας Γεωργαντή. Ορείχαλκος ανδριάντας του, έργο του Μικρασιάτη γλύπτη Θανάση Απάρτη, τοποθετήθηκε στην είσοδό της Νέας Σμύρνης, στη λεγόμενη «Στροφή». Είναι στημένος σε μαρμάρινη τετράπλευρη βάση της οποίας η κάθε πλευρά φέρει ανάγλυφη σκηνή από την Καταστροφή. Φιλοτεχνήθηκε το 1960 και τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 4 Νοεμβρίου 1965. Ο ιεράρχης παρίσταται όρθιος κρατώντας στο ένα χέρι την ποιμαντική ράβδο και το άλλο υψωμένο. Στη βάση του ανδριάντα είναι γραμμένο το επίγραμμα: «ΑΟΠΛΟΣ ΤΗΝ ΤΙΜΗΝ ΤΩΝ ΟΠΛΩΝ ΔΙΕΣΩΣΕΣ/ ΤΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΗΞΙΩΣΕΣ/ ΤΗΝ ΥΠΕΡΟΨΙΑΝ ΤΩΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ ΚΑΤΕΡΑΚΩΣΕΣ /ΤΗΝ ΜΑΝΙΑΝ ΤΩΝ ΔΗΜΙΩΝ ΑΠΤΟΗΤΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕΣ/ΤΗΝ ΥΠΕΡΤΑΤΗΝ ΘΥΣΙΑΝ ΕΙΣ ΤΟ ΕΘΝΟΣ ΑΥΤΟΠΡΟΑΙΡΕΤΩΣ ΠΡΟΣΕΦΕΡΕΣ / ΤΗΝ ΠΟΛΙΝ ΕΣΑΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΔΙΕΤΗΡΗΣΕΣ / ΔΕΣΠΟΤΑ ΣΜΥΡΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΕ ΧΑΙΡΕ».

Κειμήλια [40]Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης

Στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, που στεγάζεται στους χώρους της Παλαιάς Βουλής, εκτίθενται σε προθήκες η αρχιερατική μίτρα και σάκος του Σμύρνης Χρυσοστόμου, ένα εγκόλπιο, ένας Σταυρός ευλογίας, επιγονάτια, επιμάνικα, ζώνες, ωμοφόριον, αρχιερατική ράβδος και άλλα μικροαντικείμενα. Ο ανιψιός του μητροπολίτη, Μητροπολίτης Αυστρίας Χρυσόστομος Τσίτερ, αναφέρει ότι διασώθηκαν από τους Θωμά Βούλτσο και Νικόλαο Σοφοκλέους, οι οποίοι, πριν την είσοδο των στρατευμάτων του Κεμάλ στη Σμύρνη, με οδηγίες του Χρυσόστομου, τα έστειλαν μαζί και με έγγραφα του μητροπολίτη, για φύλαξη στο θωρηκτό του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού «Λήμνος». Τα άμφια δωρήθηκαν στο Μουσείο το 1927 από την οικογένεια του Χρυσόστομου.

Δύο ακόμη αρχιερατικοί σάκοι του Χρυσοστόμου Σμύρνης έχουν δωρηθεί ο ένας στην Ιερά Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους και ο άλλος στο Μουσείο Μπενάκη. Οι δύο αυτοί αρχιερατικοί σάκοι είχαν δοθεί από τον Άγιο Χρυσόστομο στην αδελφή του Εριφύλη Τσίτερ, και από εκείνη εν συνεχεία στον υιό της Χρυσόστομο, τον μετέπειτα μητροπολίτη Αυστρίας. Από τον τελευταίο κληροδοτήθηκαν στον διάδοχό του Μιχαήλ, ο οποίος και πραγματοποίησε τις δωρεές.

Αγιοκατάταξη Μητροπολίτη Χρυσοστόμου [41]

Πρώτος όλων ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος (ο Παρασκευαΐδης) τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος και η τοπική Εκκλησία της Δημητριάδος, ήδη από το 1990, άρχισαν να τιμούν με λατρευτικές, πολιτιστικές και άλλες εκδηλώσεις ιστορικής μνήμης τον Μαρτυρικό Ιεράρχη της Σμύρνης, με επίκεντρο την Ευαγγελίστρια της Νέας Ιωνίας. Το Σεπτέμβριο του 1992 ο τότε Μητροπολίτης Κορίνθου Παντελεήμων υπέβαλλε γραπτό αίτημα προς τη Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος ζητώντας την αγιοκατάταξη των εθνο-ιερομαρτύρων κληρικών του 1922 και εόρτασε τη μνήμη τους στη μητροπολιτική του περιφέρεια, πολύ πριν ληφθεί η απόφαση της Ιεράς Συνόδου. Εκτός του Μητροπολίτη Κορίνθου άλλοι δύο αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος εόρτασαν στην επαρχία τους τη μνήμη του Χρυσοστόμου Σμύρνης ως Αγίου. Ο Μητροπολίτης Σάμου και Ικαρίας Παντελεήμων (ο Μπαρδάκος), στις 30 Αυγούστου 1992, και στις 12 και 13 Σεπτεμβρίου 1992 ο τότε Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού Χριστόδουλος (ο Παρασκευαΐδης), μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος.

Συνεδρίαση Ιεράς Συνόδου

Στην συνεδρία της 8ης Οκτωβρίου 1992, προεδρεύοντος της Συνόδου του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ (ο Τίκας), κύριο θέμα της ημερησίας διατάξεως ήταν το «Περί κατατάξεως εις τους Αγίους της Εκκλησίας ημών του Εθνομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου». Σύμφωνα με τα πρακτικά:

«...ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Χριστόδουλος είπεν [42]: 
Μακαριώτατε, είναι πολύ σοβαρόν το θέμα το οποίον τίθεται εις την Ι.Σ., με ιδικήν Σας πρωτοβουλίαν. Το θέμα της ανακηρύξεως ως Αγίου του Χρυσοστόμου Σμύρνης, του Ιεράρχου, ο οποίος συγκεντρώνει στο πρόσωπόν του τον τίτλο και του Εθνομάρτυρος και του Ιερομάρτυρος. {...} Είμαι κι εγώ εξ αυτών οι οποίοι από καιρού είμεθα προετοιμασμένοι διά την αποδοχήν ως Αγίου του Χρυσοστόμου Σμύρνης. Εξ άλλου, προήλθα και εγώ εις εορτασμόν εις την Ιεράν Μητρόπολίν μου, ως και άλλοι Σεβ. αδελφοί. 
Διά να ανακηρυχθή τις Άγιος εν τη Εκκλησία ημών, χρειάζονται τρία τινά: 
-Πρώτον, αγιότης βίου. 
-Δεύτερον, συνείδησις του Ορθοδόξου πληρώματος περί της αγιότητός του και 
-τρίτον, πάροδος αρκετού χρόνου. 
Οι μελέτες που έχω κάνει εις τον βίον του Χρυσοστόμου Σμύρνης μ’ έχουν πείσει ότι εις το πρόσωπον του Εθνομάρτυρος τούτου, συμπίπτουν τα τρία αυτά στοιχεία. {...}  
 Ο Χριστόδουλος αναφέρθηκε και σε εκείνους που ισχυρίζονταν ότι ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος θυσιάστηκε για την πατρίδα, είναι δηλαδή Εθνομάρτυρας και όχι Ιερομάρτυρας, και είπε: 
«Κανείς δεν το αρνείται. Αλλ’ αν δεν ήτο ο Ηγέτης της Εκκλησίας, ο Ποιμενάρχης, ποίος θα τον έφθανε έως αυτό το μαρτύριο; Απλώς λέγω ότι συνεδύαζε και τα δύο. Εις την συνείδησον του λαού τώρα, είναι γνωστόν ότι 70 έτη ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος Σμύρνης δεν έχει πάψει να τιμάται ως Άγιος και μάλιστα, απ’ αυτόν τον λαό, ο οποίος ξέρει να τιμά τους μεγάλους άνδρας».

Εισηγητική έκθεση

Η Ιερά Σύνοδος ανέθεσε στον Κυρό Μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο (Βαλληνδρά), αντιπρόεδρο της συνοδικής περιόδου 1991-92, να ετοιμάσει εισήγηση περί της αγιοκατατάξεως του Χρυσοστόμου. Η εισήγηση [43] του Μητροπολίτη Πατρών εγκρίθηκε από τη Συνοδική Επιτροπή επί Νομοκανονικών Ζητημάτων και ακολούθησε σχετική απόφαση της Ιεράς Συνόδου, η οποία συνεδρίασε υπό την προεδρία του Κυρού Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σεραφείμ (Τίκα). Σύμφωνα με την εισήγηση:

...η Ιερά Σύνοδος, αξιολογούσα την ανακίνησιν και ένδειξιν συναινέσεως ικανού μέρους του πληρώματος της Εκκλησίας και σταθμίσασα τα πράγματα υπό την προοπτικήν της ανεπιφυλάκτου αποδοχής του αιτήματος εκ μέρους του πιστού λαού, θα ηδύνατο να το περιβάλη διά της εγκρίσεως και ευλογίας αυτής, εκδίδουσα την σχετικήν Πράξιν και απευθύνουσα προς τον λαόν και προς τας λοιπάς ομοδόξους Εκκλησίας συναφή διακήρυξιν. Εν τοιαύτη περιπτώσει, ημερομηνία εορτασμού της μνήμης αυτού ενδείκνυται η 27η Αυγούστου, ημέρα της μαρτυρικής αυτού τελειώσεως».

Τελική απόφαση

Στις 4 Νοεμβρίου του 1992 η Ιερά Σύνοδος της της Εκκλησίας της Ελλάδος ανακήρυξε Άγιο και Εθνομάρτυρα τον Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο. Κατά τα πρακτικά:

«Η Δ.Ι.Σ., {...} ομοφώνως αποφασίζει όπως από του νυν και εις το εξής και εις αιώνα τον άπαντα, ο μαρτυρήσας κατά το έτος 1922, της κατά Σμύρνην Μικράς Ασίας Άγγελος, Χρυσόστομος Καλαφάτης και οι μαρτυρικώ θανάτω τελειωθέντες έτεροι Επίσκοποι Κυδωνιών Γρηγόριος, Ζήλων Ευθύμιος, Μοσχονησίων Αμβρόσιος και Ικονίου Προκόπιος, ως και οι συν αυτοίς αναιρεθέντες και ώσπερ άρνες σφαγιασθέντες Κληρικοί τε και Λαϊκοί, κατά την Μικρασιατικήν καταστροφήν, συναριθμώνται τοις Αγίοις και Μάρτυσι της Εκκλησίας, ιεροτελεστίαις τιμώμενοι και ύμνοις εγκωμίων γεραιρόμενοι, κατ’ έτος, την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού»

Σύμφωνα με την απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος [44], εντέλλονται οι Μητροπολίτες:

«....όπως από τον νυν και εις το εξής και εις τον αιώνα τον άπαντα», ο Χρυσόστομος και οι μετ’ αυτού «μαρτυρήσαντες επίσκοποι Γρηγόριος Κυδωνιών, Αμβρόσιος Μοσχονησίων, Προκόπιος Ικονίου, Ευθύμιος Ζήλων και οι συν αυτοίς κληρικοί τε και λαϊκοί ζήσαντες εις χρόνους δυσχερείς, πιστώς δε και θεαρέστως τον επίγειον διανύσαντες δόλιχον» απολαμβάνουν «την προσήκουσαν τοις αγίοις τιμήν».

Λειτουργικά κείμενα

Το Απολυτίκιο του Αγίου Χρυσοστόμου συνέθεσε ο ιδιαίτερος Γραμματεύς του και μετέπειτα Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Λεωνίδας Φιλιππίδης κατά τον οποίο ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος: «...περιεβλήθη τον φωτοστέφανον του Εθνομάρτυρος και Ιερομάρτυρος, αφού γενναίως αθλήσας υπέμεινε υπέρ Πίστεως και Πατρίδος θάνατον».

Τροπάριο του Σμύρνης Χρυσοστόμου ψάλλεται κάθε Κυριακή στον Ιερό Ναό του Αγίου Αθανασίου Αλιστράτης:

«Των άθλων σου μάρτυρες πιστοί η Τριγλία άγιε η ση γενέτειρα θάλπουσα τα σα οράματα. Αλιστράτη δε σε έγνω Ιεράρχην ένθεον, αγώνων Ιερών προϊστάμενον, Σμύρνη δε ύστερον, υπέδέξατο Χρυσόστομε και εξόδου θύρα σοι εγένετο»
  • Ἀπολυτίκιο (1o)
«Μέγαν μάρτυρα ἡ Ἐκκλησία, μέγαν ἥρωα τὸ ἔθνος σύμπαν, τὸν τῆς Σμύρνης ὑμνοῦμεν Χρυσόστομον. Καὶ γὰρ γενναίως ἀθλήσας ὑπέμεινεν ὑπὲρ πατρίδος καὶ πίστεως θάνατον. Ἱεράρχου τε ὑπόδειγμα ἑαυτὸν ἀνέδειξε, τὸν στέφανον λαβὼν τὸν ἀμαράντινον».
  • Ἀπολυτίκιο (2o)
«Η πενταυγής Αρχιερέων χορεία, τη των αγώνων νοητή δαδουχία, την Μικρασίαν άπασαν αυγάζει νοητώς, ο σοφός Χρυσόστομος, Γρηγορίω τω θείω, Αμβρόσιος, Προκόπιος και Ευθύμιος άμα, ούς ευφημούμεν είπωμεν πιστοί, χαίροις Μαρτύρων, πεντάριθμε σύλλογε».
  • Απολυτίκιο (3ο)
«Ἐκκλησίας τῆς Σμύρνης φωσφόρε Ἄγγελε, Ἱερομάρτυς γενναῖε, ὁ ἐξορίας δεινάς ὑπομείνας καί μαρτύριον κατώδυνον ὑπέρ ποιμνίου σου καλῶς, ἀρχιθύτα Δραμινῶν καί πρόεδρε Ἰωνίας, Χριστόν ἡμῖν ἐκδυσώπει τοῖς εὐφημοῦσί σε, Χρυσόστομε».

Αντιδράσεις κατά της αγιωνυμίας

Κατά της αγιωνυμίας του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου στράφηκαν, μετά την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο ιδρυτής του κινήματος «Χριστιανική Δημοκρατία», συγγραφέας και πρώην βουλευτής Νίκος Ψαρουδάκης [45] ο οποίος στις 20 Σεπτεμβρίου 1992 δημοσίευσε σχετικό άρθρο στην εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος», ο τέως αρχιμανδρίτης Ευστάθιος Τρικαμηνάς [46], τα μέλη της οργανώσεως Ορθόδοξος Χριστιανικός Αγωνιστικός Σύλλογος «Θεόδωρος ο Στουδίτης» στο Βόλο, μερίδα πνευματικών τέκνων του μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγουστίνου (Καντιώτη) [47] και μερίδα μοναχών, ζηλωτών του Παλαιού Ημερολογίου, στο Άγιο Όρος. Το 2003 με υπόμνημα προς την Ιερά Σύνοδο ορισμένοι εξ αυτών επιδίωξαν την ανατροπή της Συνοδικής αποφάσεως του 1992, όμως συνάντησαν την σθεναρή αντίδραση του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου (Παρασκευαϊδη) ο οποίος ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ελλάδος και Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου, εισηγήθηκε σχετικά και στις 2 Απριλίου εκείνου του έτους η Σύνοδος απέρριψε το υπόμνημα που της υποβλήθηκε και επαναβεβαίωσε την αρχική απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος περί της αγιωνυμίας του Χρυσοστόμου Σμύρνης.

Οι Τούρκοι για τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο

Οι Τούρκοι στα ιστορικά τους βιβλία και έργα αλλά και στα δημοσιεύματα στον Τύπο απέφυγαν για σχεδόν πενήντα χρόνια κάθε αναφορά στο τραγικό κι απάνθρωπο τέλος του Μητροπολίτη Χρυσόστομου. Έγραψαν απλά ότι απαγχονίστηκε σε εκτέλεση καταδικαστικής αποφάσεως που είχε εκδώσει σε βάρος του το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας στην Άγκυρα. Το 1970 ημερήσια εφημερίδα [48] της Κωνσταντινουπόλεως ομολογεί ότι ο Μητροπολίτης κατακρεουργήθηκε από τον Τουρκικό Ισλαμικό όχλο, κάτι που επιβεβαίωσε αργότερα και ο έφεδρος Λοχαγός του Τουρκικού στρατού Ρουστέμ Μπέη Βάσιτς. Σ' αυτόν είχε αναθέσει την εκτέλεση ο Νουρεντίν πασάς, ο τότε στρατιωτικός διοικητής της Σμύρνης και ο Βάσιτς παρών στον μαρτυρικό θάνατο του Μητροπολίτη ομολόγησε με σεβασμό: «Ήταν παλικάρι ο παπάς, δεν τον άκουσα να ικετεύει, να παραπονεθεί, ως την τελευταία του στιγμή δεν άκουσα την φωνή του...».

Μητροπολίτης Χρυσόστομος & Τεκτονισμός

Ο Αντώνιος Αθηνογένης, εθνικιστής νομικός -δεύτερος σεβάσμιος της στοάς «Ιωνία», μέλος της διαχειριστικής επιτροπής της θρησκευτικής αδελφότητος «Ευσέβεια» και του θρησκευτικού περιοδικού «Ιερός Πολύκαρπος» της Μητροπόλεως Σμύρνης- σε λόγο που εκφώνησε, στις 10 Απριλίου του 1949, με την ευκαιρία του πανηγυρικού εορτασμού της δεύτερης 15ετίας της Στοάς «Ιωνία» στην Ελλάδα, κατέθεσε την μαρτυρία του ότι τουλάχιστον την τριετία από το 1919 μέχρι το 1922, ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος υπήρξε ενεργό μέλος της Στοάς, δίχως όμως να προβεί σε περισσότερες αποκαλύψεις [49]. Τη μνήμη του τιμούν και οι Έλληνες Τέκτονες οι οποίοι δια του επισήμου οργάνου τους ονόμασαν τον Μητροπολίτη Σμύρνης «Ο Άγιος Τέκτων» [50].

Βιβλιογραφία

  • [«Χρυσόστομος ο Σμύρνης» Κωνσταντίνος Πολίτης]
  • [«Ιερομάρτυρες του Εικοσιδύο, Τέσσαρες επίσκοποι της Μικρασίας», Εκδόσεις «Ζωής», Αθήναι 1963.]
  • [«Σμύρνη 1919-1922: Αριστείδης Στεργιάδης εναντίον Χρυσοστόμου Σμύρνης» [51], Βασίλειος Ι. Τζανακάρης, εκδόσεις «Μεταίχμιο», Αθήνα 2012.]

Εξωτερικές συνδέσεις

Παραπομπές

  1. [Κώστας Μισαηλίδης, «Η Καταστροφὴ καὶ οἱ τελευταῖες μέρες τῆς Σμύρνης», Ἀθήνα 1923, σελίδα 25η. & Σταῦρος Κουκουτσάκης, εφημερίδα «Aκρόπολις», φύλλο 298ο, Κυριακή 24 Νοεμβρίου 1929, σελίδα 1η.]
  2. [Ο Μητροπολίτης Βαρθολομαίος είναι ο πρώτος που εκλέγεται στη θέση αυτή μετα το μαρτύριο του Εθνομάρτυρα Χρυσοστόμου. Την ημέρα της εκλογής του ο Αριστείδης Πανώτης, ο αρχαιότερος εν ζωή των αξιωματούχων του Πατριαρχείου, δώρισε στον Μητροπολίτη Βαρθολομαίο έγγραφο του Ιερομάρτυρα Χρυσοστόμου, με την υπογραφή του. Το έγγραφο κατέληξε στον κ. Πανώτη από τον ιδιαίτερο γραμματέα του Ιερομάρτυρος Σμύρνης, Λεωνίδα Φιλιππίδη.]
  3. [Αντίγραφο της χειρόγραφης εναισίμου διατριβής «Θέσις Θεολογική περί του ότι Μόνη των τριών μεγάλων Εκκλησιών η Ορθόδοξος Ανατολική έστι η αληθής» του Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης κυρού Χρυσοστόμου δωρίθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στον Μητροπολίτη Σμύρνης Βαρθολομαίο, που είναι ο πρώτος Μητροπολίτης μετά το μαρτύριο το 1922 του Αγίου Ιερομάρτυρος, Χρυσοστόμου (Καλαφάτη). Το πρωτότυπο της διατριβής σώζεται στην βιβλιοθήκη της Χάλκης.]
  4. [Περιοδικό «Εκκλησιαστική Αλήθεια», τεύχος 12ης Απριλίου 1902.]
  5. [Κωνσταντίνος Ηλιάδης, Τέως Γυμνασιάρχης, «Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος προπύργιο της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας και ψυχή του Μακεδονικου αγώνος στο Νομό Δράμας».]
  6. [Χρήστος Σωκρ. Σολομωνίδης, «Ο Σμύρνης Χρυσόστομος», εκδότης: «Ειρμός», Αθήνα 1993, σελίδα 33η.]
  7. [Γεώργιος Σουρής, εφημερίδα «Ρωμιός», φύλλο 8ης Σεπτεµβρίου 1907.]
  8. [Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ και η ιδέα για ΝΕΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ στην ΤΡΙΓΛΙΑ που κατέληξε στα ΝΕΑ ΣΧΟΛΕΙΑ.]
  9. [«Σμύρνη 1919-1922: Αριστείδης Στεργιάδης εναντίον Χρυσοστόμου Σμύρνης», Βασίλειος Ι. Τζανακάρης, εκδόσεις «Μεταίχμιο», Αθήνα 2012, σελίδα 234η.]
  10. [Παλαιά Εκπαιδευτήρια Δράμας Υπουργείο Πολιτισμού.]
  11. [12ο Δημ. Σχολείο Δράμας 12dim-dramas.dra.sch.gr (ανακτήθηκε 19 Μαρτίου 2023 (12:57').]
  12. [Ο Μακεδονικός Αγώνας στην περιοχή της Δράμας kepaam.gr, Αθανάσιος Καραθανάσης, Καθηγητής Α.Π.Θ.]
  13. [Η προσφορά του αγίου Μητροπολίτου Χρυσοστόμου στον Μακεδονικό αγώνα pemptousia.gr, Κωνσταντίνος Χολέβας, Πολιτικός Επιστήμων, 28 Ιανουαρίου 2018.]
  14. [Χρήστος Σ. Σολομωνίδης, «Ο Σμύρνης Χρυσόστομος», εκδόσεις «Ειρμός», Αθήνα 1993, σελίδα 60η.]
  15. [Ηλίας Βενέζης, «Μικρασία Χαίρε», έκδοση: «Βιβλιοπωλείο της Εστίας», Αθήνα, 1995, σελίδα 26η.]
  16. [Η «Μικρασιατική Άμυνα» ήταν οργάνωση που είχε ιδρυθεί με σκοπό την αυτοπροστασία του Ελληνικού πληθυσμού της Ιωνίας. Επιτροπή της οργανώσεως, την οποία αποτελούσαν οι Αποστόλης Ψαλτώφ, διαπρεπής χειρουργός που είχε καταταγεί ως εθελοντής στον Ελληνικό στρατό στους Ελληνοτουρκικούς πολέμους του 1912-13, Μιχαήλ Αργυρόπουλος και Κωνσταντίνος Χατζηαποστόλου, επισκέφθηκε την Ελλάδα τον Απρίλιο του 1922 και ζήτησαν από την Ελληνική κυβέρνηση στήριξη καθώς και εγγυήσεις για τη ζωή και τις περιουσίες των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Παράλληλα, ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος συναντήθηκε την ίδια εποχή με εκπροσώπους ξένων πρεσβειών, πιέζοντας προς την ίδια κατεύθυνση.]
  17. [Ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος και το κίνημα της Μικρασιατικής Άμυνας Αντώνης Κλάψης]
  18. [Απόστολος Διαμαντής, Η Καταστροφή της Σμύρνης, στο συλλογικό «Σμύρνη, Μικρασία», εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», ένθετο «Ιστορικά», Αθήνα 2006, σελίδα 107η.]
  19. [Χρήστος Σ. Σολομωνίδης, «Ο Σμύρνης Χρυσόστομος», εκδόσεις «Ειρμός», Αθήνα 1993, σελίδα 254η.]
  20. [Γεώργιος Γιαννακόπουλος, «Aπό τoν θρίαμβο στην τραγωδία (1919-1922)», στo συλλογικό «Σμύρνη, η Μητρόπολη του Μικρασιατικού Ελληνισμού», Έφεσος, Αθήνα 2002, σελίδα 249η.]
  21. [Ο Ευγένιος Καλαφάτης, ο πρωτότκος αδελφός του Μητροπολίτη Σμύρνης παρέμεινε στην επισκοπική κατοικία και μετά την απάνθρωπη δολοφονία του αδελφού του. Συνελήφθη και φυλακίστηκε επί έξι μήνες και στη συνέχεια δολοφονήθηκε με μαρτυρικό θάνατο, τον έριξαν σε λάκκο και τον έθαψαν ζωντανό, από τους Τούρκους στο Νύμφαιο, όπου είχε διατελέσει διοικητής στην περίοδο της ελληνικής διοικήσεως. (βλέπε Χρήστος Σ. Σολομωνίδης, «Ο Σμύρνης Χρυσόστομος», εκδόσεις «Ειρμός», Αθήνα 1993, σελίδες 19η-20η.)]
  22. [Ο Θωμάς Βούλτσος γεννήθηκε το 1877 στο χωριό Καλή Βρύση (τότε Γκόρνιτζα ή Γόρνιτζα) Δράμας. Το 1906 προσελήφθη στην υπηρεσία του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου. Τον αποχωρίστηκε για μια διετία από το 1914, όταν αρχικά φυλακίστηκε και στη συνεχεία εξορίσθηκε, διότι συνελήφθη να μεταφέρει επιστολές του Χρυσοστόμου που απευθύνονταν προς Ελληνικές εφημερίδες. Τον ακολούθησε στην εξορία του στην Κωνσταντινούπολη και επέστρεψε μαζί του στη Σμύρνη μετά απελευθέρωση της από τον Ελληνικό στρατό. Έκτοτε παρέμεινε στην υπηρεσία του Μητροπολίτη μέχρι τη σύλληψη του. Λίγες μέρες μετά τον φρικτό θάνατο του Χρυσόστομου κατέφυγε ως πρόσφυγας στην Ελλάδα και απεβίωσε το 1970 στην Αθήνα.]
  23. [Συνέντευξη του δημίου Ali Aǧe στον δημοσιογράφο Şemsi Katiltan, εφημερίδα «Yeni Asir» Σμύρνης, Ιούλιος-Αύγουστος 1973.]
  24. [Τζωρτζ Χόρτον, «Η Μάστιγα της Ασίας», σελίδες 93η-94.]
  25. [Απόστολος Διαμαντής, «Ή Καταστροφή τής Σμύρνης», σελίδα 114η.]
  26. [Rene Ρuaux, «Ο θάνατος της Σμύρνης», Αθήνα 1992.]
  27. [Rene Puaux, «Ο θάνατος της Σμύρνης», Αθήνα 1992, σελίδες 57η-58η.]
  28. [Κώστας Μισαηλίδης, «Η καταστροφή και οι τελευταίες ημέρες της Σμύρνης», Β' έκδοση, σελίδες 25η & 26η.]
  29. [«Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Μητροπολίτης Σμύρνης», Γεώργιος Μυλωνάς, ομιλία σε έκτακτη συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών, με την ευκαιρία συμπληρώσεως 60 ετών από την Μικρασιατική Καταστροφή, Αθήνα 14 Δεκεμβρίου 1982.]
  30. [«Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Μητροπολίτης Σμύρνης»]
  31. [Γεώργιος Τουσίμης. «Αναφορές και προσωπικότητα τoυ Μητροπολίτου Δράμας Χρυσοστόμου εις τα αρχεία της Εξαρχίας», H Δράμα και η περιοχή της, Πρακτικά Γ' Επιστημονικής Συνάντησης, Δήμος Δράμας 2002, σελίδα 547η.]
  32. [Τζωρτζ Χόρτον, «Η κατάρα της Ασίας».]
  33. [Σαράντος Ι. Καργάκος, «Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος»]
  34. Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος: «Ο Τούρκος είναι το θηρίον της Αποκαλύψεως» Θεόδωρος χατζηγώγος, εφημερίδα «Στόχος», φύλλο 980ο, 3 Σεπτεμβρίου 2020, σελίδα 5η.]
  35. [Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος: «Ο Τούρκος είναι το Θηρίον της Αποκαλύψεως»!.. panusis.blogspot.com, 7 Μαΐου 2021.]
  36. [Ναοί του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης και των Μικρασιατών Μαρτύρων mikrasiatwn.wordpress.com, 22 Αυγούστου, 2012.]
  37. [Εγκαίνια Ιερού Ναού Αγίου Εθνομάρτυρος Χρυσοστόμου Σμύρνης στη Σάμο imsamou.gr]
  38. [Ίδρυση ενορίας Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης στο Μπέργκεν Νορβηγίας mikrasiatwn.wordpress.com, 3 Νοεμβρίου, 2017.]
  39. [Ζέτα Αντωνοπούλου, Τα γλυπτά της Αθήνας. Υπαίθρια γλυπτική 1834-2004, Αθήνα, Ποταμός, 2003, σελίδα 77η.]
  40. [Πως διεσώθησαν τα άμφια του εθνομάρτυρος Αγ. Χρυσοστόμου Σμύρνης]
  41. [Το 1993 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με την υπ’ αριθμ 2556/ 5ης Ιουλίου 1993 εγκύκλιό της αποφάσισε να τιμώνται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, κατ’ έτος, οι κάτωθι εθνοϊερομάρτυρες: 1) Ο Μητροπολίτης Σμύρνης, Άγιος Χρυσόστομος, 2) Ο Μητροπολίτης Ικονίου, Άγιος Προκόπιος, 3) Ο Μητροπολίτης Κυδωνίων, Άγιος Γρηγόριος, 4) Ο Μητροπολίτης Μοσχονησίων, Άγιος Αμβρόσιος, 5) Ο Επίσκοπος Ζήλων, Άγιος Ευθύμιος.]
  42. [Σμύρνης Χρυσόστομος-Αθηνών Χριστόδουλος Ομιλία Αρχιμανδρίτη Επιφανίου Οικονόμου, Ιεροκήρυκος.]
  43. [Μέγαν μάρτυρα η Εκκλησία Ολόκληρη η εισήγηση στη Δ.Ι.Σ., Μακαριστού Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου Βαλινδρά.]
  44. [Αριθμός εγκυκλίου 2556 της 5ης Ιουλίου 1993.]
  45. [Ψαρουδάκης Νικόλαος: Ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Εθνομάρτυς, ναί, Άγιος, ΟΧΙ!]
  46. [Ο Χρυσόστομος Καλαφάτης και η Μασωνία Αρχιμανδρίτης Ευστάθιος Τρικαμηνάς.]
  47. [Ο Χρυσόστομος Σμύρνης. Εθνομάρτυς, ναί, Άγιος, ΟΧΙ!]
  48. [Εφημερίδα «Μιλγιέτ» Κωνσταντινουπόλεως, 6 Σεπτεμβρίου 1970.]
  49. [Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος: 102 έτη από τον μαρτυρικό θάνατο ενός υποδείγματος Mητροπολίτη, Έλληνα, ανθρώπου και τέκτονα Τέκτονες Αγρινίου, 29 Αυγούστου 2014.]
  50. [Τεκτονικό περιοδικό «Πυθαγόρας», τεύχος 46ο/1994, σελίδα 30η.]
  51. [«Σμύρνη 1919-1922: Αριστείδης Στεργιάδης εναντίον Χρυσοστόμου Σμύρνης»]