Μητροπολίτης Μελενίκου Ειρηναίος (ο Παντολέοντος)

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Κυρός Ειρηναίος, [το κοσμικό του όνομα ήταν Εμμανουήλ Παντολέοντος], Έλληνας εθνικιστής και εθνικός αγωνιστής, καθηγητής Θεολόγος, απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής Χάλκης και διδάκτορας της Θεολογίας, που διατέλεσε Μητροπολίτης Μελενίκου [1] [2], μετέπειτα διευθυντής της Θεολογικής Σχολής Χάλκης και στη συνέχεια Μητροπολίτης Κασσανδρείας Χαλκιδικής, Μακεδονομάχος με σημαντικό ρόλο στο διάστημα πριν καθώς και στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα αλλά και με συνολικά σημαντική εθνική δράση, διακεκριμένη πολιτική, πνευματική και θρησκευτική προσωπικότητα, μια από τις κορυφαίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας στις αρχές του 20ου αιώνα, γεννήθηκε στη Χάλκη των Πριγκηποννήσων στις 25 Νοεμβρίου του 1863 ή του 1864 και εκοιμήθη από εγκεφαλική συμφόρηση στις 16 Αυγούστου 1945 στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής. Η νεκρώσιμη ακολουθία του έγινε στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου Πολυγύρου και ενταφιάστηκε στον περίβολο του Ιερού Ναού.

Μητροπολίτης Μελενίκου Ειρηναίος
Μητροπολίτης Ειρηναίος1.jpeg
Γέννηση: 25 Νοεμβρίου 1863 ή 1864
Τόπος: Χάλκη Πριγκηποννήσων (Κωνσταντινούπολη)
Υπηκοότητα: Οθωμανική, Ελληνική
Ασχολία: Θεολόγος, Μητροπολίτης
εθνικός αγωνιστής, Μακεδονομάχος
Θάνατος: 16 Αυγούστου 1945
Τόπος: Πολύγυρος, Χαλκιδική (Ελλάδα)
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος
* Μητροπολίτης Μελενίκου *
Έναρξη Θητείας : 23 Οκτωβρίου 1903
Λήξη θητείας : 11 Αυγούστου 1906
Προκάτοχος
Διάδοχος
  • Μητροπολίτης Μελενίκου Αιμιλιανός Β' (ο Δάγκουλας)
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος
* Μητροπολίτης Κασσανδρείας *
Έναρξη Θητείας : 27 Ιουλίου 1907
Λήξη θητείας : 16 Αυγούστου 1945
Προκάτοχος
  • Μητροπολίτης Ιωάννης (ο Χατζηαποστόλου)
Διάδοχος
  • Μητροπολίτης Καλλίνικος (ο Χαραλαμπάκης)

Περιεχόμενα

Βιογραφία

Ο Εμμμανουήλ ήταν μέλος σχετικά εύπορης οικογένειας με νησιώτικη καταγωγή. Πάππος του Εμμανουήλ από την πλευρά του πατέρα του ήταν ο Παναγιώτης Χατζάς που καταγόταν από τη Σαντορίνη ή Θήρα. Πατέρας του ήταν ο Παντελεήμων Παντολέοντος και μητέρα του η Φλώρα, με καταγωγή από το νησί της Νάξου, ενώ είχε τρία αδέλφια, έναν αδελφό και δύο αδελφές, την Άννα και την Ελένη, μετέπειτα σύζυγο του πατρός Βασιλείου, εφημερίου της Χάλκης.

Σπουδές

Ο Εμμανουήλ, σε ηλικία εννέα ετών, μετέβη στη σκήτη του Αγίου Σπυρίδωνος όπου φοίτησε υπό την επιμέλεια του πατρός Αρσενίου, εκπληρώνοντας με τον τρόπο αυτό την υπόσχεση της ευσεβούς μητέρας του. Η σκήτη αποτελούσε ένα είδος εκκλησιαστικού φυτωρίου και προπαιδευτήριο για την Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Αν και μικρός σε ηλικία έστω και αν είχε ανατραφεί με ανέσεις σημαντικές για τα χρόνια εκείνα, συμμορφώθηκε με ευκολία στο αυστηρό ασκητικό τυπικό, το οποίο επέβαλε εξαντλητικές νηστείες, κατανάλωση ελαίου μόνο δύο φορές την εβδομάδα, κάποιες φορές αποχή ακόμη και από το νερό, μακρές προσευχές και συχνά ολονύκτιες αγρυπνίες. Αρχικά φοίτησε στην Αστική Σχολή Χάλκης, υπό την επίβλεψη και την καθοδήγηση του Αρσενίου.

Θεολογική Σχολή Χάλκης

Με την αποφοίτηση του από την Αστική Σχολή της Χάλκης, το 1886 προάχθηκε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, πάντα με την εγγύηση και τις συστάσεις του πατρός Αρσενίου. Φοίτησε και τον Ιούνιο του 1890 αποφοίτησε από τη Θεολογική σχολή της Χάλκης αφού υπέβαλε διατριβή με τίτλο: «Η προσκύνησις τῶν ἱερῶν εἰκόνων εἶναι σύμφωνος με τό πνεῦμα τῆς Αγίας Γραφῆς, συνίσταται δέ καί ὑπό τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως» και το ρητό «αἱ δέ εἰκόνες, ὥσπερ καί τά ἀρχέτυπα δεῖ γάρ οὕτως καί οὐχ ἕτερος ἔχειν». Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Μητροπολίτη Δέρκων Καλλίνικο και στη συνέχεια διατέλεσε επί πολύ λίγο χρόνο ιεροκήρυκας στην Εμπορική Σχολή της Χάλκης. Λίγο διάστημα αργότερα εστάλη στην Μητρόπολη Ξάνθης ως Ιεροκήρυκας και βοηθός του μητροπολίτη Διονυσίου, ο οποίος βρισκόταν σε μεγάλη ηλικία. Στην Ξάνθη ανέλαβε καθήκοντα καθηγητή των Θρησκευτικών και Ελληνικών στο Γυμνάσιο και παρέμεινε για ένα χρόνο ασκώντας χρέη καθηγητή.

Θεολογική Ακαδημία Κιέβου

Τον Αύγουστο του 1891 με σύσταση και υπό την προστασία του πρώην Ιεροσολύμων Πατριάρχη Νικοδήμου, με ομόφωνη απόφαση του Συλλόγου των Καθηγητών της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και με την έγκριση του διευθυντή της σχολής αρχιμανδρίτη Γερμανού Γρηγορά, αποφασίστηκε να σταλεί ο Εμμανουήλ στο Κίεβο της Ρωσίας για περαιτέρω σπουδές, ως υπότροφος της Ρωσικής κυβερνήσεως. Εκεί πραγματοποίησε ανώτερες εκκλησιαστικές σπουδές, από το 1891, στη Θεολογική Ακαδημία η οποία διακρινόταν για την αυστηρότητά της και είχε ως διευθυντή τον αρχιμανδρίτη Σίλβεστρο, επιφανή καθηγητή της Δογματικής. Λέγεται ότι μεταξύ των συμμαθητών του στη Σχολή ήταν και ο μετέπειτα κομμουνιστής δικτάτορας Ιωσήφ Στάλιν. Τον Ιούνιο του 1895 αποφοίτησε με άριστα από την Θεολογική Ακαδημία Κιέβου.

Καθηγητική σταδιοδρομία

Μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη, στα τέλη Ιουνίου του 1895, ο Ειρηναίος διορίστηκε Καθηγητής στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Τον Δεκέμβριο του 1897, επί πατριαρχίας του Κωνσταντίνου Ε', προκλήθηκε αναταραχή στη Θεολογική Σχολή, καθώς ορισμένοι καθηγητές στράφηκαν εναντίον του ασθενούς αρχιμανδρίτη Γερμανού Γρηγορά, ο οποίος εκτελούσε χρέη διευθυντή. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και της σχετικής διαμάχης -η οποία είχε έντονα χαρακτηριστικά και ο Ειρηναίος, που το 1896 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Άνθιμο τον Ζ', φέρεται ότι διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, ίσως έναν από τους κεντρικούς, καθώς του ανατέθηκε η διεύθυνση της Σχολής, μέχρι ότου επέλθει η ομαλότητα και αναλάβει καθήκοντα ο ασθενής διευθυντής. Η παραμονή του Ειρηναίου στη Σχολή της Χάλκης και η συναφής δραστηριότητα του διακόπηκε όταν αρχικά υπέβαλε την παραίτηση του από τη θέση του Διευθυντή και στη συνέχεια αποχώρησε οριστικά, το Νοέμβριο του 1903, λόγω της εκλογής του σε Μητροπολίτη.

Επισκοπική δράση

Στις 23 Οκτωβρίου 1903 ο Ειρηναίος εξελέγη, από την Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Μητροπολίτης Μελενίκου & Δεμίρ-Ισσάρ [3], 30η στην ιεραρχία του Πατριαρχείου όμως στη καρδία των σχισματικών Βουλγάρων και των κομιτατζήδων, με 7 ψήφους, επί 11 ψηφισάντων, έχοντας συνυποψηφίους τον Αρχιμανδρίτη Θεοδώρητο Βασματζίδη, ο οποίος έλαβε τρεις ψήφους και τον Επίσκοπο Μυρέων Στέφανο, που έλαβε μόλις μία ψήφο. Η πόλη Μελένικο αριθμούσε, το 1903,οκτακόσιες δέκα έξι ελληνικές οικογένειες, εβδομήντα δύο εκκλησίες και τέσσερα σχολεία. Το ελληνικό στοιχείο ήταν κυρίαρχο σ' αυτό το «...ερημικό μαργαριτάρι, μαύρο βυζαντινό, βυζαντινούς, με βυζαντινούς ανθρώπους, απογόνους των εξορίστων πριγκίπων», όπως το χαρακτηρίζει [4] ο Ίωνας Δραγούμης.

Μητροπολίτης Μελενίκου & Δεμίρ-Ισσάρ

Μετά τα μέσα του 19ου αιώνα εμφανίσθηκε στην Μακεδονία και την Θράκη απειλητικό το κίνημα του Πανσλαβισμού. Παρά τις προσπάθειές του ο Ειρηναίος δεν κατάφερε να μεταπείσει τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ', ο οποίος παρέμεινε αμετακίνητος στην αρχική του απόφαση. Μέσα σε αυτό το κλίμα, στις 2 Νοεμβρίου 1903, ο Ειρηναίος χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Μελενίκου στο Ναΐδριο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Εφέσου Ιωακείμ, συμπαραστατούμενος από τους Μητροπολίτες Βοδενών Νικόδημο και Καλλιουπόλεως Ιερώνυμο. Ως μητροπολίτης, έφτασε στο Δεμίρ Ισσάρ, τη χειμερινή έδρα της Μητροπόλεως του, την Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου του 1903, ακολούθησε διαφορετική εθνική πολιτική απ' εκείνη του Μητροπολίτη Καστοριάς, του Γερμανού Καραβαγγέλη καθώς φρόντιζε και αντιμετώπιζε τα προβλήματα του ελληνικού στοιχείου, ώστε να υπάρχει η μικρότερη δυνατή φθορά εν αναμονή των εξελίξεων.

Σχετικά με την κατάσταση που αντιμετώπισε στο Μελένικο άκρως διαφωτιστικά είναι όσα γράφει τον Ιούλιο του 1904:

«...ή έν ή έτάχθημεν Μητρόπολις διό τής εύμενείας τής Α. Α. Μεγαλειότητος καί διά τής επινεύσεως καί ψήφου του τε Οικουμενικού Πατριαρχείου καί τής άγιας καί Ιεράς Συνόδου προ τής εμφανίσεως τού επαράτου σχίσματος, μάλλον δ' είπεΐν προ τής ενσκήψεως τής, καταστροφάς καί ερημώσεις επιφερούσης Θυέλλης τής ανταρσίας εθεωρεϊτο ώς μία τών πολυανθρωποτέρων καί πλουσιωτέρων επαρχιών, σήμερον δε έν τοιαύτη λυπηρά καί αξιοθρηνήτω καταστάσει διατελεί, ώστε δύναται νά χρησιμεύση, είπερ τις καί άλλη, ώς κάτοπτρον, έν ώ ζωηρότατα έξεικονίζονται αί αποτρόπαιοι συνέπειαι τών φόνων, πιέσεων, καταστροφών εκκλησιών καί Σχολών τής βουλγαρικής ανταρσίας..» [5]. 

Η πολιτική του Πατριαρχείου

Ενδεικτική των απόψεων του Ειρηναίου, που ήταν και η επίσημη άποψη του Πατριαρχείου, είναι η τοποθέτηση του στην επίσκεψη που δέχθηκε από εκπρόσωπο του Μακεδονικού Κομιτάτου, ο οποίος αργότερα διετέλεσε και υπουργός εξωτερικών της Ελλάδος. Ο εκπρόσωπος φαίνεται να παρότρυνε τον Ειρηναίο να σχηματίσει ανταρτικές Ελληνικές ομάδες και αυτός του απάντησε:

«...Δεν εργαζόμεθα δυστυχώς συστηματικά. Επιβάλλεται συνετά και σιγά-σιγά να τοποθετήσωμεν μίαν οργάνωσιν. Το Βασίλειον πρέπει να καταλάβη ότι υπάρχει δεύτερον Ελληνικόν Κράτος, το Πατριαρχείο, απέναντι του οποίου πρέπει να τηρή πολιτικήν κατανοήσεως, που να βασίζεται ιδίως επί των αγνώστων διά πολλούς δυνάμεων του Ελληνισμού ανά την Οθωμανικήν αυτοκρατορίαν...»

Ήταν η εποχή που η περιοχή της Σιντικής υπέφερε τα πάνδεινα από τους Βουλγάρους κομιτατζήδες, που ήδη από τις αρχές του 1900 εισέβαλλαν στο Μελένικο, στο Νευροκόπι, στο Ραζλόγ, στο Πετρίτσι, στο Σιδηρόκαστρο, προβαίνοντας σε λεηλασίες, βιασμούς, εμπρησμούς που περιγράφονται στις εκθέσεις του Μητροπολίτου Μελενίκου Ειρηναίου και των κατά καιρούς μητροπολιτών Νευροκοπίου. Η πολιτική του Οικουμενικού Πατριαρχείου που πρότασσε την διακριτικότητα από μέρους των ιεραρχών με σκοπό τη διατήρηση των ισορροπιών με τους Τούρκους, πολιτική η οποία τηρήθηκε απαρέγκλιτα τουλάχιστον έως και το 1904, μεταβλήθηκε όταν η κατάσταση κλιμακώθηκε και εντάθηκε. Τότε πολλοί ιεράρχες στάθηκαν ολοφάνερα πλέον στο πλάι του ελληνισμού, διεκδικώντας την αμεροληψία των τουρκικών αρχών. Παράλληλα, στα τέλη του 1903 και στις αρχές του 1904, έγινε η πρώτη συστηματική προσπάθεια συσπειρώσεως και οργανώσεως των κατοίκων από τον Ίωνα Δραγούμη. Η προσπάθεια του Δραγούμη στόχευε στην άμυνα των Ελληνικών κοινοτήτων, την περιφρούρηση του Ελληνισμού στην περιοχή και στον εξοπλισμό των Ελλήνων. Την προσπάθεια του Ίωνα συνέχισαν το 1906 ο πρόξενος Αντώνιος Σακτούρης και στρατιωτικός ακόλουθος Δημοσθένης Φλωριάς, από το προξενείο Σερρών.

Διάσταση με το Ελληνικό ΥΠ.ΕΞ.

Τον Ιούλιο του 1904, ο Ειρηναίος βλέποντας την κατάσταση να έχει ξεφύγει, όπως επιδίωκαν οι βουλγαρικές συμμορίες, αλλά και την απάθεια των τουρκικών αρχών, απέστειλε στον Γενικό Διοικητή Θεσσαλονίκης κατάλογο με τα διαπραχθέντα εγκλήματα των βουλγαρικών συμμοριών στην επαρχία του, μεταξύ των οποίων ξυλοδαρμοί, ληστείες και απόπειρες δολοφονίας, επιχειρώντας να θέσει τις αρχές προ των ευθυνών τους. Ο Ειρηναίος, γνωρίζοντας άριστα τη σλαβονική γλώσσα, δεν δίσταζε να την χρησιμοποιεί αρκετά προκειμένου να επικοινωνεί καλύτερα με το σλαβόφωνο ποίμνιό του, αλλά και να χτίσει μια στενότερη σχέση εμπιστοσύνης. Παράλληλα η γενικότερη προσπάθεια του ήταν να προστατεύσει με κάθε τρόπο ακόμη και το σλαβόφωνο ποίμνιο από τη βουλγαρική και τη ρουμανική προπαγάνδα, στρατηγική επιλογή που πίστευε ότι εξυπηρετούσε έμμεσα και μακροπρόθεσμα το εθνικό συμφέρον, προκάλεσε την αντίδραση του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, από το οποίο επιχειρήθηκε τον Οκτώβριο του 1904 η απομάκρυνση του Ειρηναίου από την επαρχία Μελενίκου, με επιστολή προς τοΝ Οικουμενικό Πατριάρχη, καθώς αποτελούσε, όπως χαρακτηρίστηκε στην επιστολή, άνθρωπο επικίνδυνο για τα ελληνικά συμφέροντα [6]. Η πρακτική που εφάρμοσε ο Ειρηναίος αποδείχθηκε απολύτως αποτελεσματική καθώς κατάφερε να επαναφέρει αρκετά σχισματικά χωριά στη μητρόπολή του κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του.

Οι Εξαρχικοί / Κατάληψη του Στάρτσοβου

Σύμφωνα με μαρτυρίες [7] ανθρώπων της εποχής:

«...Εάν οι κομιτατζήδες δεν μπορούσαν να υπάγωσι εις μίαν επαρχίαν, έστελλον τους βουλγαροπαπάδες, τους πράκτοράς των και ανήγγειλον τα θελήματά των. {...} Το έτος 1904, οπότε μητροπολίτης Μελενίκου ήτο ο Ειρηναίος, μπήκε με την συμμορίαν μαζί και ο σχισματικός μητροπολίτης Νευροκοπίου, εις (Άνω) Τζουμαγιάν, τάχα να μοιράση εις τους πτωχούς χρήματα. Εμπήκε δια να συλλέξη χρήματα. Επιπροσθέτως, προέβαινε εις ιεροτελεστίας. Μόλις επληροφορήθη ταύτα ο Ειρηναίος, πήγε εις τον Διοικητήν Σερρών, απέσπασε "Μπουγιουρουλντί", τρέχει εις Τζουμαγιάν και με το χαρτί στα χέρια κατηυθύνθη εις την αστυνομίαν, το έδωσε και συγχρόνως διεμαρτυρήθη δια τας πράξεις του μητροπολίτου, Η Αστυνομία φυσικά τον εκάλεσε και διέταξε να φύγη....».

Λίγους μήνες αργότερα, στις αρχές Δεκεμβρίου του 1904, Βούλγαροι κομιτατζήδες κατέλαβαν στο χωριό Στάρτσοβο και εξανάγκασαν τον Πρόεδρο της Κοινότητας να συγκαλέσει τους προύχοντες του χωριού από τους οποίους ζήτησαν να τους παραδώσουν το διδακτικό προσωπικό του εκεί Ελληνικού σχολείου, τον δάσκαλο Αντώνιο Πλουμή και την 20χρονη δασκάλα Φωτεινή Αλατά [8], μετέπειτα σύζυγο του Αθανασίου Παπαδημητρίου και μητέρα έξι παιδιών. Οι προύχοντες αντέταξαν το επιχείρημα ότι παράδοση και η τυχόν εξόντωση των δασκάλων θα τους εξέθετε στις Οθωμανικές αρχές, όμως υποσχέθηκαν να αποπέμψουν τους δύο δασκάλους και να προσχωρήσουν στο σχίσμα δεχόμενοι Βουλγάρους δασκάλους και ιερείς. Μετά την αποχώρηση των Βούλγαρων οι κάτοικοι έστειλαν μακροσκελές υπόμνημα στον Μητροπολίτη Ειρηναίο, που ζήτησε και το αίτημα του έγινε δεκτό και την μόνιμη εγκατάσταση στο χωριό στρατιωτικού αποσπάσματος. Τα Χριστούγεννα εκείνου του έτους ο δημοδιδάσκαλος και η δημοδιδασκάλισσα επανήλθαν στο Στάρτσοβο μαζί με τον Μητροπολίτη Ειρηναίο, ο οποίος τέλεσε λειτουργία στον Ιερό ναό του Αγίου Μηνά.

Παράλληλα στο χωριό οργανώθηκε ανταρτικό σώμα που φρόντιζε για την άμυνα των κατοίκων στις υπαίθριες γεωργικές εργασίες από τις επιθέσεις των κομιτατζήδων. Με εισήγηση στους αρμοδίους του Ελληνικού Προξενείου Σερρών, ανατέθηκε στον καπετάν Τότσιο Σταρτσοβινόν (Θεοδόσιο Γιάντσιο) η οργάνωση του και η επάνδρωση του από Σταρτσοβινούς, ενώ ο οπλισμός των ανδρών του, 10 πολεμικά όπλα και 10 περίστροφα γκρα με ανάλογη ποσότητα φυσιγγίων, μεταφέρθηκε από τις Σέρρες στο χωριό από τον δάσκαλο Αντώνιο Πλουμή. Το Στάρτσοβο παρέμεινε πιστό στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και μετά την παραχώρηση της περιοχής Πετρίτσας στη Βουλγαρία με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου της 28ης Ιουλίου 1913, οι Ελληνικές οικογένειες του χωριού, που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων του, κατέφυγαν σε Ελληνικό έδαφος και εγκαταστάθηκαν στη Βέτρινα, στο σημερινό Νέο Πετρίτσι Σιντικής Σερρών είτε στο Σιδηρόκαστρο..

Σχολικό κτίριο Μελενίκου

Ανήμερα της εορτής των Τριών Ιεραρχών του 1905, ο Ειρηναίος ανέλυσε στους Μελενικίους πόσο επιτακτική ανάγκη ήταν να ανεγείρουν κτίριο που να στεγάζει την αστική σχολή και το ημιγυμνάσιο που τότε λειτουργούσαν σε ακατάλληλα και μακρινά μεταξύ τους κτίρια. Ο μητροπολίτης για την οικοδόμηση του νέου σχολικού κτιρίου προσέφερε είκοσι λίρες, ενώ στον έρανο που ακολούθησε συγκεντρώθηκε το ποσό των 175 λιρών. Το Φεβρουάριο του 1905 έγινε, για τον ίδιο σκοπό, δωρεά από το Μελενίκιο Γεώργιο Βάντση, ο οποίος με τη διαθήκη του προσέφερε, για τη στέγαση του κοινοτικού αρρεναγωγείου, κατοικία που διέθετε στο Μελένικο.

Συνάντηση με Γιάνε Σαντάνσκι

Το ίδιο έτος, ο Γιάννε Σαντάσκι [9] αρχηγός των Βουλγαρικών συμμοριών που επιδίωκαν την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία, κάλεσε τον Μητροπολίτη Ειρηναίο, άριστο γνώστη της ρωσικής και της βουλγαρικής γλώσσας, για συνομιλίες στη Μονή Ροζινού. Εκεί ο Σαντάσκι προσπάθησε να εκφοβίσει και ταυτόχρονα να δελεάσει με απατηλές υποσχέσεις τον Μητροπολίτη, στον οποίο είπε:

«....Εδώ που βρισκόμαστε Δεσπότη μου είμαστε τόσο κοντά στη Βουλγαρία, ώστε, αν φωνάξω, η φωνή μου θα ακουσθεί στα βουλγαρικά φυλάκια των τουρκοβουλγαρικών συνόρων. Παρά ταύτα εγώ, αντίθετα προς την Ανωτάτη Μακεδοδονοθρακική Οργάνωση, δεν επιδιώκω την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία αλλά αυτονομία που να εξασφαλίζει ισότητα δικαιωμάτων Ελλήνων, Βουλγάρων και Τούρκων. Γνωρίζεις βέβαια πόσο απέχουν από εδώ τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Φώναξε όσο θες, δεν θα σε ακούσει κανείς. Υπάρχει έστω και η ελάχιστη πιθανότητα να ενσωματωθεί η περιφέρεια Μελενίκου στην Ελλάδα; Σε καλώ λοιπόν να συνεργασθείς μαζί μου για να αποτινάξουμε τον τούρκικο ζυγό και να πετύχουμε από κοινού την αυτονομία της Μακεδονίας».

Στη συνάντηση ο Ειρηναίος επιφυλάχθηκε να απαντήσει ισχυριζόμενος ότι για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα έπρεπε να συνεννοηθεί με τους δημογέροντες της ελληνικής κοινότητας όμως η συνομιλία τους δεν είχε συνέχεια.

Απολογισμός έργου στο Μελένικο [10]

Το 1906, ο Ειρηναίος πρωταγωνίστησε και ιδρύθηκε ο «Σύνδεσμος Ευέλπιδων Μελενίκου», σε συνεργασία με τον Έλληνα πρόξενο στις Σέρρες. Ο επίσημος σκοπός του Συνδέσμου ήταν φιλανθρωπικός και πολιτιστικός, καθώς ανέπτυξε και έντονη κοινωνική δράση, δίνοντας θεατρικές παραστάσεις ιστορικού περιεχομένου, με σκοπό να ενισχύσουν οικονομικά άπορα παιδιά. Κυρίως όμως ήταν Εθνικός καθώς φρόντιζε για την ασφάλεια των κατοίκων της κωμοπόλεως από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες. Το ίδιο έτος ο Ειρηναίος απέσπασε γραπτή συγκατάθεση, από την οθωμανική κυβέρνηση, για την ανέγερση της νέας Σχολής Μελενίκου στο οικόπεδο της οικίας του Βάντση. Ίδρυσε τον «Σύλλογο Ευελπίδων» την Φιλόπτωχο Αδελφότητα Κυριών «Πέτρου & Παύλου» καθώς και τον Σύλλογο «Αρμονία» [11], που με το πρόσχημα τής φιλανθρωπίας, προσέφεραν ύψιστες εθνικές υπηρεσίες, μια εκ των όποιων υπήρξε η υπό της Αρμονίας ματαίωση της ιδρύσεως και λειτουργίας βουλγαρικού σχολείου στο Μελένικο.

Την περίοδο της αρχιερατείας του Ειρηναίου το ποίμνιο της μητροπόλεως Μελενίκου είχε περιοριστεί εξαιτίας του βουλγαρικού σχίσματος, κυρίως στις περιοχές Άνω Τζουμαγιάς, Μελενίκου και Πετριτσίου. Αντίθετα, στην περιφέρεια του Δεμίρ Ισάρ και της Κάτω Τζουμαγιάς, υπήρχε ενεργό ποίμνιο σε περισσότερα από είκοσι χωριά, γεγονός που προκαλούσε την ολοένα και αυξανόμενη παραμονή του μητροπολίτη στο Δεμίρ Ισάρ, το οποίο σταδιακά εξελίχτηκε σε ουσιαστική έδρα του. Ενδιαφέρθηκε για την διασφάλιση και την ανάπτυξη της παιδείας των Ελληνοπαίδων με την ίδρυση νέων εκπαιδευτηρίων αλλά και για την ομαλή λειτουργία τους, προσφέροντας ο χρηματικά ποσά εξ ιδίων. Με ενέργειες του αναγέρθηκαν κωδωνοστάσια στο Μελένικο και το Δεμίρ Ισάρ, ανοικοδομήθηκε και καλοπίστηκε το επισκοπείο, το οποίον είχε αποτεφρωθεί το 1895, και αναγέρθηκε δεύτερος ναός στο Δεμίρ Ισάρ, αυτός του Ευαγγελισμού, τον οποίο αποπεράτωσε και εγκαινίασε, το Μάρτιο του 1907, ο Μητροπολίτης Μελενίκου Αιμιλιανός Β' (ο Δάγκουλας).

Παραίτηση από Μητρόπολη Μελενίκου

Στις 10 Αυγούστου του 1906 ο Ειρηναίος αναχώρησε από την έδρα της Μητροπόλεως του και στις 11 Αυγούστου, με υπόδειξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, παραιτήθηκε από τη θέση του Μητροπολίτη, μετά από την κατηγορία ότι εκβουλγαρίζει [12] την Μητρόπολη Μελενίκου καθώς έδειχνε συμπάθεια στους μη Ελληνόφωνους, και του ανατέθηκε η Διεύθυνση της Θεολογικής Σχολής Χάλκης. Ω διάδοχος του στην Μητρόπολη υποδείχθηκε ο Μητροπολίτης Νευροκοπίου Θεοδώρητος (ο Βασματζής) ο οποίος δεν αποδέχθηκε και στη συνέχεια εκλέχθηκε ως διάδοχος του ο Μητροπολίτης Αιμιλιανός Β' (ο Δάγκουλας).

Διευθυντής στη Χάλκη

Ο Ειρηναίος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου ανέλαβε τη Διεύθυνση της Σχολής. Ως διευθυντής προέβη στην ανασύσταση της Α' τάξεως, η οποία είχε καταργηθεί το 1905, ασχολήθηκε με το διαιτολόγιο των σπουδαστών, μειώνοντας την ποσότητα του φαγητού και αυξάνοντας την ποιότητα, όμως παρέμεινε μόλις ένα διδακτικό έτος καθώς αντιδρούσαν, στην παρουσία του, οι καθηγητές της Σχολής από τη στιγμή που επανέφερε το αρχαιοπρεπές μοναστηριακό καθεστώς. Μαθητές του στη διάρκεια αυτού του έτους υπήρξαν επιφανείς προσωπικότητες, όπως ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, οι αρχιεπίσκοποι Αθηνών Χρύσανθος, Σπυρίδων και Χρυσόστομος ο Β', ο Θυατείρων Γερμανός, ο Μυτιλήνης Ιάκωβος, ο Σάμου Ειρηναίος, ο Μηθύμνης Διονύσιος, ο Φθιώτιδος Αμβρόσιος, ο Σιδηροκάστρου Βασίλειος, ο Ξάνθης Ιωακείμ, ο Κίτρους Κωνσταντίνος, ο Πέτρας Διονύσιος, ο Ηλιουπόλεως Γεννάδιος, ο Ακαρνανίας Κωνσταντίνος, ο Σερρών Κωνσταντίνος, ο Αίνου Ιωακείμ, οι Δράμας Βασίλειος και Γεώργιος, ο Καστορίας Ιωακείμ, ο Ιωαννίνων Δημήτριος και πολλοί άλλοι. Στη λήξη του διδακτικού έτους παρακάλεσε τον Οικουμενικό Πατριάρχη να τον τοποθετήσει σε κάποια επαρχία της Μακεδονίας, γιατί όπως έλεγε, δεν του επέτρεπε η συνείδηση του να ασχολείται με την διδασκαλία, ενώ η Μακεδονία αγωνιζόταν ενάντια στις βουλγαρικές ορδές.

Μητροπολίτης Κασσανδρείας Χαλκιδικής

Στις 27 Ιουλίου 1907, ο Ειρηναίος εξελέγη Μητροπολίτης στη χηρεύουσα τότε Μητρόπολη Κασσανδρείας και Πολυγύρου, 67η στην ιεραρχία του Πατριαρχείου και πολύ κατώτερη εκείνης της Μητρόπολης Μελενίκου. Στον Πολύγυρο, στην έδρα της Μητροπόλεως, ήταν μια εποχή μεγάλης τοπικής εντάσεως, η οποία εξανάγκασε τον τότε Μητροπολίτη Ιωάννη να παραιτηθεί και να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος. Ο Ειρηναίος αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη με ατμόπλοιο και τη Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου του 1907 έφτασε στη Θεσσαλονίκη. Επισκέφθηκε το μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Αλέξανδρο, τον Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας Λάμπρο Κορομηλά και τις τουρκικές αρχές. Την Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό τον Πολύγυρο, πάνω σε ένα άσπρο άλογο. Το απόγευμα της Παρασκευής 7 Σεπτεμβρίου 1907 ο Ειρηναίος κατέφθασε έφιππος στην τοποθεσία Λειβάδι κοντά στον Πολύγυρο.

Το έργο του Ειρηναίου

Μία από τις πρώτες ενέργειές του, ήταν να ζητήσει από τους κατοίκους να παραχωρήσουν στην Μητρόπολη τη διαχείριση των κισλάδων, δηλαδή τα μισθώματα των χειμερινών βοσκοτόπων του Πολυγύρου και των γύρω χωριών προκειμένου αυτά να χρησιμοποιηθούν για την ανέγερση σχολείων που να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες της περιοχής. Το αίτημα του συνάντησε την ομόφωνη συγκατάθεση των κατοίκων της περιοχής και εξασφάλισε στη Μητρόπολη ένα σοβαρό ετήσιο εισόδημα. Ο Ειρηναίος σε επιστολή του προς το Πατριαρχείο ανέφερε ότι προσδοκούσε να εισπράξει, τον πρώτο χρόνο, 250-280 λίρες, όταν το κόστος ανεγέρσεως του κτιρίου του Δημοτικού Σχολείου Πολυγύρου, όπου σήμερα στεγάζεται το Δημαρχείο, προϋπολογίζονταν σε 400 λίρες περίπου.

Παράλληλα επιδόθηκε με ζήλο στην δημιουργία και την ανασυγκρότηση αμυντικών σωμάτων και τα κατάφερε τόσο καλά, που φαινόταν όχι απλά ως δημιουργός και υποστηρικτής τους, αλλά ως αρχηγός τους. Συνεργάστηκε με τους Αρ. Κώη, Β. Παπακώστα και Γ. Γαλανόπουλο, οι οποίοι ήταν αρχηγοί Σωμάτων που δρούσαν στη Χαλκιδική. Σε κάθε χωριό συγκροτούσε μια επιτροπή Μακεδονικού αγώνος, που την αποτελούσαν πρόσωπα, τα οποία ορκίζονταν για την εχεμύθειά τους, ήταν γνωστά μόνο στους στρατιωτικούς αρχηγούς και φρόντιζαν για την περίθαλψη και την τροφοδοσία των Σωμάτων αυτών.

Νεότουρκοι & εκλογές

Τον Ιούνιο του 1908 ξέσπασε η Επανάσταση των Νεοτούρκων, γεγονός που γιορτάστηκε στο Πολύγυρο όπου Έλληνες και τούρκοι κάτοικοι συγκεντρώθηκαν στο εξωκλήσι της Παναγίας για να γιορτάσουν και φωτογραφήθηκαν παρόντος του Μητροπολίτη Ειρηναίου. Σύντομα η στάση του Ειρηναίου άλλαξε και το Πάσχα του 1909 εξαπέλυσε δριμύτατη επίθεση κατά του Κομιτάτου των Νεοτούρκων και των τοπικών τουρκικών αρχών στη διάρκεια του κηρύγματος που έκανε στην ακολουθία της Αγάπης το μεσημέρι της Αναστάσεως, στις 29 Μαρτίου 1909 στον Μητροπολιτικό Ναό του Πολυγύρου, όπου αναφέρθηκε στα απατηλά συνθήματα αλλά και στα κρυφά σχέδια του Κομιτάτου των Νεοτούρκων την ώρα που πολλοί κάτοικοι κατέφυγαν αντάρτες στα βουνά προκειμένου να αποφύγουν την υποχρεωτική στράτευση στην οποία αποφάσισαν να επιβάλλουν οι Τούρκοι. Ο Τούρκος καϊμακάμης του Πολύγυρου κάλεσε τον Ειρηναίο για εξηγήσεις, όμως εκείνος όχι μόνο δεν απολογήθηκε, αλλά υποστήριξε το δίκαιο όσων είπε και ανέλαβε την ευθύνη, προτρέποντας τον καϊμακάμη να τον παραπέμψει σε δίκη στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, καθώς ο ίδιος δεν είχε τη δικαιοδοσία να τον δικάσει.

Στις εκλογές που προκηρύχθηκαν ο Μητροπολίτης Ειρηναίος επέλεξε ως υποψηφίους, τον Αθανάσιο Σαμαρά -διακεκριμένο πολυγυρινό, μεγάλο επιχειρηματία, με τουρκική μόρφωση και απόφοιτο του τουρκικού Γυμνασίου Ιδαδιέ, άνθρωπο χαμηλών τόνων- και τον πολιτικό σύμβουλό του τον Ιωάννη Τραγανό -φιλόλογο του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπότροφο του ιδρύματος Φραντσή με πολλές ικανότητες στα πολιτικά. Οι επιλογές του Μητροπολίτη βρήκαν αντίθετο τον τότε Δήμαρχο Πολυγύρου, τον Αθανάσιο Γιαννάκη Κότσιανο και τους νεότουρκους της Χαλκιδικής, λόγω της πολεμικής τακτικής του Ειρηναίου εναντίον τους. Την ίδια περίοδο, συγκεκριμένα στις 8 Μαΐου του 1909 κατά τη διάρκεια περιοδείας του στην Πορταριά, έγινε και μία αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Μητροπολίτη από συνοδό χωροφύλακα, ο οποίος άνοιξε πυρ προς το μητροπολίτη που στεκόταν στο παράθυρο του Μετοχίου της Ιεράς Μονής Εσφιγμένου ενώ στη συνεχεία, έγινε αποτυχημένη προσπάθεια παραβιάσεως των χώρων του Μετοχίου. Ο Μητροπολίτης με τη συνοδεία οπλισμένων χωρικών επέστρεψε στην έδρα της Μητροπόλεως στον Πολύγυρο. Σχεδιασμένη απόπειρα δολοφονίας του Μητροπολίτη επιχειρήθηκε μία ακόμη φορά σε ενέδρα που του είχαν στήσει στην τοποθεσία Μαργιανά όμως τα σχέδιά των δολοφόνων ματαιώθηκαν, καθώς ο μητροπολίτης άλλαξε διαδρομή.

Στις εκλογές που ακολούθησαν, τον Απρίλιο του 1912, ηττήθηκε ο Αθανάσιος Σαμαράς ο υποψήφιος που υπέδειξε ο Μητροπολίτης και εκλέχθηκε ο Κηρύκος Γιαννάκη Κότσιανος, γιατρός της Θεσσαλονίκης με καταγωγή από τον Πολύγυρο, αδελφός του τότε Δημάρχου Πολυγύρου και σύζυγος της Μαργιόγκας, της ανεψιάς του άλλοτε Μητροπολίτη Πολυγύρου Προκοπίου. Μετά την πολιτική του ήττα ο Ειρηναίος συντάχθηκε με τις δυνάμεις που στήριζαν τον Ελευθέριο βενιζέλο στην περιοχή.

Απελευθέρωση της Χαλκιδικής

Στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού πολέμου ο Μητροπολίτης βελτίωσε τις σχέσεις του με τη τουρκική διοίκηση. Το πρωί της 22ας Οκτωβρίου 1912, μετά την κατάρρευση της παρουσίας του Τουρκικού κράτους στην περιοχή, με εντολή του μητροπολίτη κατέφτασαν από τα γύρω χωριά και κυρίως από τα Βραστά, περισσότερα από διακόσια υποζύγια. Σ' αυτά επιβιβάσθηκαν τα γυναικόπαιδα οι αποσκευές και οι εγκλωβισμένοι τούρκοι -στρατιωτικοί και πολιτικοί υπάλληλοι. Οι Τούρκοι αναχώρησαν από τον Πολύγυρο, προπορευόμενου του μητροπολίτη, με την συνοδεία και του προκρίτου Αθανασίου Σαμαρά που συνόδευσαν τους Τούρκους που αποχωρούσαν ως την τοποθεσία Καστρί, σε απόσταση μιάμισης ώρας νότια από τον Πολύγυρο. Μ' αυτό τον τρόπο η διοίκηση πέρασε σε Ελληνικά χέρια και ο Μητροπολίτης συγκρότησε τριμελή επιτροπή, αποτελούμενη από τους προκρίτους Πέτρο Ματσιώρη, Ιωάννη Τραγανό και Αθανάσιο Σαμαρά, με πρόεδρο τον Ειρηναίο η οποία ανέλαβε την ευθύνη για την ασφάλεια των πολιτών.

Ελεύθερο Ελληνικό κράτος

Ο Ειρηναίος, από τους πλέον μορφωμένους Ιεράρχες της εποχής του, υπήρξε ο πρώτος εντός του Ελληνικού κράτους που αντέδρασε κατά της καινοτομίας του νέου ημερολογίου και της αποδοχής του από την Εκκλησία της Ελλάδος. Το 1929 συνέταξε βαρυσήμαντο «Υπόμνημα εις την Ιερὰν Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος», το οποίο προκάλεσε τεράστια εντύπωση και μεταξύ των άλλων αναφέρει:

«..Η Ανατολικὴ Ορθόδοξος Εκκλησία διὰ τῆς τελευταίας αὐτῆς πρὸς τὸν Αγγλικανισμὸν ροπῆς», «διὰ τῆς καταπροδώσεως τοῦ ενδόξου, περικαλλεστάτου καὶ σεβαστοῦ αὐτῆς παρελθόντος καὶ τῶν προτεσταντισμοῦ οζουσῶν καὶ ακράτητον πρὸς τὰ σαρκικὰ ροπὴν προδιδουσῶν προσφάτων καινοτομιῶν αὐτῆς κινδυνεύει νὰ αποκηρυχθῇ ὡς σχισματικὴ ὑπὸ τῶν Σλαυϊκῶν ἰδίᾳ Ορθοδόξων Εκκλησιῶν» [13]. 

Επίσης υπήρξε αντίθετος με την εκλογή του Μελέτιου Μεταξάκη τον οποίο κατήγγειλε ότι :

«...ὤφειλε τὴν διαδοχικὴν εἰς τὰ ὕπατα τῶν ἐπὶ μέρους Ορθοδόξων Εκκλησιῶν ἀξιώματα ἄνοδον αὐτοῦ», «φιλοδοξίᾳ τυφλούμενος καὶ εἰς τὴν διαφήμισιν τοῦ ἐγώ του θυσιάζων τὰ πάντα», στις «ἁμαρτωλὰς θελήσεις καὶ ἰδιοτελεῖς ἐπιθυμίας ἀλλοδόξων Εκκλησιῶν καὶ μυστικῶν ἑταιριῶν» [14].

Ο μητροπολίτης Ειρηναίος, ο οποίος το 1930 χοροστάτησε στην τελετή των εγκαινίων της ποδοσφαιρικής ομάδος Αθλητική Ένωσις ΚωνσταντινοΥπόλεως (Α.Ε.Κ.), εκτιμούσε ιδιαίτερα την δασκάλα Φωτεινή Αλατά-Παπαδημητρίου την οποία αποκαλούσε ηρωίδα, ενώ το 1938, απέστειλε έκθεση [15] στον τότε πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, στην οποία αναφερόταν στην εθνική δράση των διδασκάλων κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, αλλά και στο πρόσωπο και το έργο της Φωτεινής Παπαδημητρίου. Κατέστη ο μακροβιότερος μητροπολίτης στη μητρόπολη Κασσανδρείας Χαλκιδικής, την οποία ποίμανε επί τριάντα οκτώ έτη, από το Οκτώβριο του 1907 με την άφιξή του στον Πολύγυρο έως τις 16 Αυγούστου του 1945 όταν εκοιμήθη.

Εθνική δράση

Μακεδονικό

Στο Μελένικο ο Ειρηναίος ανέπτυξε μεγάλη εθνική δράση και αναπτέρωσε το φρόνημα των κατοίκων αν και έθεσε συχνά τη ζωή του σε κίνδυνο. Στη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα πρωτοστάτησε σε κάθε εθνική ενέργεια με σκοπό την αναχαίτιση των Βούλγαρων κομιτατζήδων. το πολυσχιδές έργο του κάλυψε κάθε τομέα καθώς πέραν της εθνικής, επέδειξε μεγάλη εκκλησιαστική, εκπαιδευτική, κοινωνική και συγγραφική δράση καθώς έλαβε μέριμνα για την ανέγερση νέων εκκλησιών και σχολείων αλλά και την επάνδρωσή τους με το αναγκαίο και ικανό ανθρώπινο δυναμικό. Όταν εγκαταστάθηκε στον Πολύγυρο, ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν στην κορύφωσή του. Τότε, ο δυναμικός ιεράρχης, ανέλαβε δράση και κατέστη ο ηγέτης και του εθνικού αυτού αγώνα. Συγκροτώντας Επιτροπές Αγώνα σε κάθε χωριό και βοηθώντας με κάθε τρόπο τα ένοπλα Ελληνικά σώματα που κατέφθαναν από την ελεύθερη Ελλάδα, συνέβαλε ώστε η Χαλκιδική να μην απειληθεί ουσιαστικά από την προσπάθεια των Βουλγάρων να διεισδύσουν στην περιοχή.

Επίστρατοι / Κίνημα Εθνικής Άμυνας

Την 1η του Νοεμβρίου 1912 ο Ειρηναίος συναντήθηκε στη Θεσσαλονίκη με τον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο Α' τον οποίο ενημέρωσε για την απελευθέρωση της Χαλκιδικής κυρίως όμως ότι Βουλγαρικά στρατεύματα κατευθύνονταν στο Άγιο όρος με σκοπό την κατάληψη της Αθωνικής πολιτείας. Με εντολή του διαδόχου, στις 2 Νοεμβρίου Παρασκευή, το θωρηκτό Αβέρωφ, συνοδευόμενο από τα πολεμικά Θύελλα, Πάνθηρ και Ιέραξ αποβίβασε στρατιωτικά αγήματα και κατέλαβε το Άγιο Όρος. Την ίδια ημέρα ο ταγματάρχης Γεώργιος Κολοκοτρώνης κατέφτασε με ένα τάγμα στον Πολύγυρο καταλαμβάνοντας την πόλη και αποσοβώντας κάθε βουλγαρικό κίνδυνο. Το 1916 στη Χαλκιδική προκλήθηκε κίνημα στρεφόμενο κατά της Εθνικής Άμυνας και της κυβερνήσεως του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη. Τα δημόσια κτίρια του Πολύγυρου κατελήφθησαν από επίστρατους και στον Πολύγυρο έφτασε ο τότε λοχαγός Γεώργιος Κονδύλης επικεφαλής δυνάμεων οι οποίες προέβησαν στην κακοποίηση οικογενειών επίστρατων, πυρπολήσεις των σπιτιών τους, τη σύσταση Στρατοδικείου και τον απαγχονισμό στη κεντρική πλατεία του Πολυγύρου ενός επιστράτου. Οι επίστρατοι αποφάσισαν, για αντίποινα, να επιτεθούν στον Πολύγυρο. Η κατάσταση εξομαλύνθηκε όταν παρενέβη ο Ειρηναίος που ζήτησε από τους επίστρατους να μην επιτεθούν ενώ ζήτησε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο να ανακαλέσει στη Θεσσαλονίκη τον Κονδύλη και μετά την Μικρασιατική καταστροφή βοήθησε στην αποκατάσταση χιλιάδων προσφύγων στη Χαλκιδική, όπου έχτισε σχολεία και εκκλησίες.

Κατοχή / Συμμοριοπόλεμος

Την περίοδο της τριπλής κατοχής της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα, Βούλγαροι, Ῑταλοί & Γερμανοί- ο Ειρηναίος απέτρεψε αιματοχυσίες, διακινδυνεύοντας την ζωή του, προς όφελος των κατοίκων της Χαλκιδικής. Ο Μητροπολίτης μυήθηκε και ήταν μέλος της Υ.Β.Ε. / Π.Α.Ο., της εθνικιστικής αντιστασιακής οργανώσεως που διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην διάσωση της Μακεδονίας από τις αρπακτικές διαθέσεις των Βορείων γειτόνων της Ελλάδος αλλά και των ντόπιων συνεργατών τους. Σύμφωνα με δημοσίευμα εφημερίδος [16] της εποχής ο Μητροπολίτης συμμετείχε και μίλησε στην έκθεση που διοργανώθηκε το 1943 με τίτλο «Ο Σοβιετικός Παράδεισος» .

Με το προσωπικό του κύρος μεσολάβησε και απέτρεψε τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας στην Χαλκιδική εγγυώμενος, ο ίδιος προσωπικά, την ανυπαρξία κομμουνιστικής δράσεως στην περιοχή, ματαίωσε την εκτέλεση περισσότερων από τριακόσιους κατοίκους, όπως και την πυρπόληση του Πολυγύρου από τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους τους οποίους εμπόδισε να πυρπολήσουν την κωμόπολη καθυστερώντας τους με τις ενέργειές του. Παράλληλα, ίδρυσε στον Πολύγυρο ιατρείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού για τους απόρους κατοίκους και για να τους βοηθήσει περισσότερο, μείωσε με εντολή του τη δική του μερίδα άρτου, αλλά και όσων σιτίζονταν στη Μητρόπολη Κασσανδρείας, προς ανακούφιση περισσότερων ανθρώπων. Πρόσφερε άσυλο στην Μητρόπολη του σε ασυρματιστές της Μέσης Ανατολής, συνεισέφερε στο κρύψιμο των ασυρμάτων τους και βοήθησε στη φυγάδευση προς την Αίγυπτο Ελλήνων αξιωματικών και οπλιτών αλλά και Άγγλων αιχμαλώτων ενώ κατέβαλε προσπάθεια συμφιλιώσεως της Υ.Β.Ε. / Π.Α.Ο. και των συμμοριτών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος.

Ο Ειρηναίος, σφοδρός πολέμιος του κομμουνισμού, άσκησε τεκμηριωμένη κριτική στη δράση των κομμουνιστικών οργανώσεων δήθεν Εθνικής αντιστάσεως ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αλλά και γενικότερα στην κομμουνιστική ιδεολογία και στον πανσλαβισμό ακόμη και από τα κηρύγματα του στον άμβωνα. Ξεσκέπασε το κομμουνιστικό προσωπείο και κατήγγειλε την προσπάθεια τους να πείσουν ότι ήταν εθνικές απελευθερωτικές οργανώσεις, όπως υποστήριζαν. Στις εναντίον του συκοφαντικές επιθέσεις, με ύβρεις και κατηγορίες σε σχετικά έντυπα που κυκλοφορούσαν, απαντούσε με ειλικρίνεια ότι ως ποιμένας της Εκκλησίας και ως αγωνιστής για την απελευθέρωση του έθνους, δεν θα μπορούσε να ανεχθεί στην υποδούλωση του Ελληνικού Έθνους από τους Βούλγαρους, και τους Σλάβους γενικότερα, με τους οποίους συνεργάζονταν οι κομμουνιστικές συμμορίες. Αυτή την περίοδο η ζωή του Ειρηναίου, συχνά, εκτέθηκε σε κίνδυνο καθώς έγινε αποδέκτης απειλητικών επιστολών και οργανώθηκαν σχέδια απαγωγής και δολοφονίας του.

Τιμητικές διακρίσεις

Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος, για το σημαντικό εθνικό και θρησκευτικό του έργο, τιμήθηκε με:

  • αναμνηστικό μετάλλιο το 1914,
  • Χρυσό σταυρό από τον βασιλιά Αλέξανδρο Α᾿.

Ύστερες ώρες

Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος υπήρξε διαχρονικός οπαδός της αυστηρής νηστείας και αποχής καθώς έζησε από μικρό παιδί ως μοναχός. Η απόλυτα τυπική τήρηση από μέρους τους των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας του επέβαλε την επί ώρες ορθοστασία στη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, που σε κάποιες ημέρες άγγιζε και τις δώδεκα συνεχείς ώρες. Ως συνέπεια του τρόπου της ζωής του προκλήθηκαν ρευματισμοί και φλεβίτιδες, ασθένειες που αντιμετώπιζε με αμμόλουτρα, στην Νέα Σκιώνη, στο μετόχι της Αγίας Αναστασίας, στα οποία κατέφευγε για να βρίσκει ανακούφιση. Αυτή την πρακτική ακολούθησε και το καλοκαίρι του 1945 και επέστρεψε στον Πολύγυρο στις 7 Αυγούστου του 1945, αφού είχε ολοκληρώσει, παράλληλα, και την περιοδεία του στα χωριά που ήταν κοντινά με τον τόπο διακοπών του. Στις 15 Αυγούστου ανήμερα της Παναγίας, λειτούργησε στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου στον Πολύγυρο, ε μια ιδιαίτερα μακροσκελή λειτουργία, καθώς χειροτόνησε σε διάκονο το δάσκαλο του Παλιουρίου, Αστέριο Παπανικολάου. Μετά την Λειτουργία δεν διένειμε το αντίδωρο ο ίδιος στους πιστούς, αλλά, αφού εκδύθηκε τα αρχιερατικά του άμφια είπε στο εκκλησίασμα:

«Δόξα σοί κύριέ μου. Νόμισα, ὅτι δέν θά βγάλω τήν λειτουργία σήμερα, ἀλλά ἡ επιβολή τοῦ πνεύματος ὑπερίσχυσε τῆς ἀσθένειας τῆς σαρκός. Ἄς ἔχει δόξαν ὁ Ἅγιος Θεός». 

Ο Μητροπολίτης αποχώρησε εμφανώς εξαντλημένος με προορισμό την Ιερά Μητρόπολη. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας δεν παραβρέθηκε γιορτή των παιδιών της κατασκηνώσεως του Πατριωτικού Ιδρύματος, όπως ήταν προγραμματισμένο λόγω αδιαθεσίας. Στις οκτώ το πρωί της Πέμπτης 16 Αυγούστου συνεργάστηκε με τον πρόκριτο του Πολυγύρου και εξ απορρήτων σύμβουλο του, Σαμαρά, ο οποίος αποχώρησε περί τις δέκα η ώρα. Λίγο μετά ενημερώθηκε για την ματαίωση μιας συναντήσεως του με τον Νομάρχη Χαλκιδικής λόγω απουσίας του Νομάρχη. Ακολούθως δέχτηκε επίσκεψη από τον γενικό διευθυντή της U.N.R.R.A. (United Nations Relief and Rehabilitation Administration, Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως των Ηνωμένων Εθνών), ο οποίος τον επισκέφθηκε μαζί με τη συνοδεία του και ακολούθησε παράθεση γεύματος το οποίο ολοκληρώθηκε λίγο πριν τις τέσσερις το μεσημέρι.

Κοίμηση & Εξόδιος ακολουθία

Μετά το γεύμα ο Ειρηναίος αποσύρθηκε στο δωμάτιό του να ξεκουραστεί, όμως σχεδόν αμέσως ακούστηκε ένας ισχυρός γδούπος από το δωμάτιο. Οι υπάλληλοι της μητροπόλεως που έσπευσαν αντίκρισαν τον Ειρηναίο πεσμένο στο δάπεδο και κάλεσαν γιατρό ο οποίος αποφάνθηκε ότι ο Μητροπολίτης υπέστη εγκεφαλική συμφόρηση. Δεκαπέντε λεπτά αργότερα ο Ειρηναίος άφησε την τελευταία του πνοή. Στην νεκρώσιμο ακολουθία του προέστησαν οι Μητροπολίτες, Θεσσαλονίκης Γεννάδιος, Διδυμοτείχου Ιωακείμ και Ιερισσού Διονύσιος, ενώ τους πλαισίωναν τριάντα δύο ιερείς και τέσσερεις διάκονοι. Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης μίλησε και αναφέρθηκε διεξοδικά στις αρετές και την εθνική δράση του Ειρηναίου, αλλά και για το ηθικότατο της συνειδήσεώς του και το αδιάβλητο του χαρακτήρα του.

Στη διαθήκη του την οποία συνέταξε ιδιοχείρως στις 16 Αυγούστου του 1939 όριζε τα σχετικά με την ελάχιστη περιουσία που διέθετε και καθόριζε την επιθυμία του σχετικά με τον τόπο της ταφής του. Σύμφωνα με όσα ανέφερε επιθυμούσε η σορός του να τοποθετηθεί σε φέρετρο, όπως όλοι οι ορθόδοξοι, και όχι σε θρόνο ενώ είχε πιελέξει ως σημείο του ενταφιασμού του τη σκιά μιας βελανιδιάς που βρισκόταν στο αριστερό τμήμα του νεκροταφείου του Πολυγύρου. Η επιθυμία του δεν υλοποιήθηκε καθώς η διαθήκη του ανοίχτηκε περί τα τέλη Σεπτεμβρίου, ένα μήνα περίπου μετά τον θάνατο και την ταφή του.

Μνήμη Μητροπολίτη Ειρηναίου

Ο Μητροπολίτης Ειρηναίος εθνικός άνδρας μεγάλης αρετής και ήθους, ο οποίος περιέργως δεν άφησε εκκλησιαστικά ή άλλα κείμενα παρά την ευρύτατη και επιμελημένη μόρφωσή του, διάθετε εξαιρετικώς σπάνια προσόντα και ικανότητες. Υπήρξε άνθρωπος ευφυής, πείσμων, φιλόδοξος, γλωσσομαθής και άριστος γνώστης των σλαβικών γλωσσών, ενώ τον διέκρινε πνευματική και διπλωματική ευστροφία, οξυδέρκεια, ευφυΐα, απαράμιλλο θάρρος και αποφασιστικότητα. Σταθερά αρνητική, όχι σπάνια στα όρια της ύβρεως, για τον Ειρηναίο υπήρξε η άποψη του Μητροπολίτη Σμύρνης Χυσόστομου η οποία οφείλονταν στη σταθερή στάση του Μητροπολίτη Ειρηναίου υπέρ του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωακείμ Γ'.

Ενδεικτική αυτής της στάσεως του Μητροπολίτη Σμύρνης είναι μια επιστολή που απέστειλε στον Ίωνα Δραγούμη [17] στην οποία αναφέρει τα εξής, αντί υστερογράφου:

«...Εσωκλείω εν τηλεγράφημα εξ εφημερίδος του «Φάρου της Θεσσαλονίκης» εν ω λέγονται παράδοξά τινα περί Κύπρου δι’ εμέ· -όπως και το ζήτημα αυτό κατήντησεν εν Φαναρίω, εντρέπεται κανείς και να τεθή  υποψήφιος. Εις εμέ απέβλεπον οι σωφρονέστεροι και εκ των δύο μερίδων και ο Μακαριώτατος Αλεξανδρείας εδήλωσε συγκατάθεσιν εν τω εμώ προσώπω, αλλ’ ο Ιωακείμ έχει προτείνει τον μέγαν φωστήρα της Κασσανδρείας Ειρηναίον! {...} Ενώπιον τοιούτου φωστήρος ευνόητον ήτο όλοι ν’ αποχωρήσωσι! {...} Και ν’ αφήσωσιν ελεύθερον στάδιον εις τον ελεφαντόδερμον αυτόν χαχόλον!.... Έτσι τώρα διευθύνονται και διευθετούνται τα μεγάλα των Εκκλησιών ζητήματα, και έπειτα απορούμεν διατί πανταχού να έχωμεν ναυάγια και καταστροφάς!!...».

Τα χρόνια από το 1912 μέχρι το 1930 ο Ειρηναίος αναφέρονταν ως ο επικρατέστερος υποψήφιος για τον Πατριαρχικό θρόνο της Βασιλεύουσας, καθώς έχει καταγραφεί ότι ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ' «είχεν υποδείξει τον Άγιον Κασσανδρείας ως μόνον άξιον διάδοχόν του» [18]. Η υποψηφιότητά του προκάλεσε την αντίδραση των τουρκικών αρχών οι οποίες διέγραψαν από τον κατάλογο υποψηφίων Πατριαρχών 7 Μητροπολίτες μεταξύ των οποίων και τον Ειρηναίο. Υπήρξε Επίσκοπος και άνθρωπος με μεγάλη πίστη στο Θεό, αφιλοχρήματος και ανεξίκακος. Επαινούσε την Εκκλησία των Καθολικών για την πειθαρχία της και το ενιαίο του διοικητικού της οργανισμού καθώς και για τα πολυπληθή μοναχικά της τάγματα με την πλούσια δράση τους. Εξέφραζε τον θαυμασμό του για την εκκλησία των Προτεσταντών και συγκεκριμένα για την επίδοση της στο κήρυγμα και την καλλιέργεια των θεολογικών γραμμάτων, και επαινούσε την Αγγλικανική εκκλησία για την κοινωνική και τη φιλανθρωπική της δράση.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 κατήγγειλε τις εβραϊκές επιδιώξεις όπως αυτές διατυπώνονται στα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών», εκθειάζοντας τον Αριστείδη Ανδρόνικο για την έκδοση τους και υποστήριξε:

«...Ευνόητος η χαρά και η ανακούφισις ην ησθάνθην ότε ο Μέγας Φύρερ του Γερμανικού Ράιχ, εκήρυξε τον κατά των Μπολσεβίκων πόλεμον, προς απαλλαγήν της Αγίας Ορθοδόξου Ρωσσίας, από των σκληρών και αφορήτων αυτής τυράννων και βασανιστών. Μπολσεβικισμός και Μασωνισμός ή κεφαλαιοκρατία, είναι δύο δυσώδεις πηγαί αι οποίαι εκβράζουσιν όλας τας δολοπλοκίας, ψεύδη, δυστυχήματα, συμπλοκάς, αιματοχυσίας, καταστροφάς, και δεινοπαθήματα υπό των οποίων πάσχει η σύγχρονος ανθρωπότης. Ο κατ’ αυτών πόλεμος, είνε φιλάνθρωπος, ευγενής και σωτήριος. Ας ευχηθώμεν εις τα γερμανικά όπλα επιτυχίαν, καίτοι αναλογιζόμενοι το μέγεθος του αναληφθέντος αγώνος ιλιγγιώμεν και σταματώμεν, διότι αναντιρρήτως, το ήμισυ του επί της επιφανείας της γης υπάρχοντος παντοδυνάμου χρυσού, ευρίσκεται εν τοις χερσί των Εβραίων, ο δε χρυσός είνε το ισχυρότερον των εν τω κόσμω τούτον υλικών όπλων».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Μελένικο-Εισαγωγή meleniko.gr]
  2. [Το Μελένικο, το σημερινό Μελνίκ της νοτίου Βουλγαρίας είναι χωριό που βρίσκεται σαράντα χιλιόμετρα βόρεια από το Σιδηρόκαστρο. Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 405 μέτρων μέσα σε μια εσοχή της δυτικής πλευράς του Ορβήλου όρους. Στις μέρες μας αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο.]
  3. [Η μητρόπολη Μελενίκου απαρτιζόταν από τις τέσσερις, από τις συνολικά οκτώ, υποδιοικήσεις του Σαντζακίου Σερρών, δηλαδή από τις περιφέρειες Μελενίκου, Πετρίτσης, Δεμίρ Ισάρ, Άνω Τζουμαγιάς και ένα τμήμα της Κάτω Τζουμαγιάς.]
  4. [Παναγιώτης Στάμος, «Ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Ειρηναίος», εκδότης «Πουρνάρας», Αθήνα 1992, σελίδα 25η.]
  5. [Μελενίκου Ειρηναίος προς Γενική διοίκηση Θεσσαλονίκης, Μελένικο 27 Ιουλίου 1904, ΑΜΘ, φάκελος 20/4/2947.]
  6. [Αγαθάγγελος Κωνσταντινίδης, «Ο Ειρηναίος Παντολέοντος», σελίδες 434η-437η.]
  7. [Γκισδαβίδης Αποστόλος, «Σελίδες του Μακεδονικού ελληνισμού. Το Μελένικον ως φωτοδότρα πηγή πολιτισμού», Μελέτη λαογραφική και ιστορική, Τόμοι Β' & Γ', Θεσσαλονίκη, 1959, σελίδα 44η.]
  8. [Οι μαθητές γνωρίζουν το ηρωικό Στάρτσοβο issuu.com]
  9. [Ο Γιάννε Σαντάνσκι, (βουλγαρικά: Яне Сандански, σλαβομακεδονικά: Јане Сандански‎) υπήρξε ένας από τους ηγέτες της Εσωτερικής Μακεδονο-Αδριανουπολίτικης Επαναστατικής Οργανώσεως στην περιοχή των Σερρών και αρχηγός της ακροαριστερής πτέρυγας της οργανώσεως. Αν και ο ίδιος έλεγε πως ήταν εθνικά Βούλγαρος, θεωρείται ως εθνικά Σλαβομακεδόνας από το κράτος των Σκοπίων.]
  10. [Ο Ελληνισμός και η Μητροπολιτική περιφέρεια Μελενοίκου meleniko.gr]
  11. [Ίδρυση συλλόγου ‘ΑΡΜΟΝΙΑ’ από τις κυρίες του Μελένικου greekmilitaryvoice.wordpress.com]
  12. [O Θρακικός Αγώνας 1904-1908 sitalkisking.blogspot.com (ανακτήθηκε 02 Απριλίου 2023, 14:24').]
  13. [Μητροπολίτου Κασσανδρείας Ειρηναίου, Υπόμνημα εις την Iερὰν Σύνοδον της Ιεραρχίας της Ελλάδος, 14 Ιουνίου 1929, σελίδα 28η, Αθήναι 1929.]
  14. [Μητροπολίτου Κασσανδρείας Ειρηναίου, Υπόμνημα εις την Iερὰν Σύνοδον της Ιεραρχίας της Ελλάδος, 14 Ιουνίου 1929, σελίδα 19η, Αθήναι 1929.]
  15. [Παναγιώτης Στάμος, «Ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Ειρηναίος», εκδότης «Πουρνάρας», Αθήνα 1992, σελίδες 36η-40η.]
  16. [Εφημερίδα «Νέα Ευρώπη», ειδική έκδοση «Ο Αγών της Ελλάδος εναντίον του Μπολσεβικισμού», Θεσσαλονίκη, 1943.]
  17. [«Γεννάδειος» Βιβλιοθήκη, «Αρχείο Ίωνος Δραγούμη, Αλληλογραφία», Φάκελος 3ος, υποφάκελος 3ος, «Ο Δράμας Χρυσόστομος προς τον Ίωνα Δραγούμη», [Τρίγλια] 19 Φεβρουαρίου 1908.]
  18. [Εφημερίδα «Νέα Αλήθεια», φύλλο 27ης Δεκεμβρίου 1912.]