Ιωάννης Μήλιος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Γιάννης Μήλιος ή Μηλιός Έλληνας εθνικιστής αγωνιστής, δημοσιογράφος που κατέλαβε πολιτικές θέσεις και διατέλεσε Νομάρχης σε διάφορους νομούς της Ελληνικής επικράτειας, γεννήθηκε το 1903 [1] και πέθανε στις 17 Μαρτίου 1990 στην Αθήνα. Η κηδεία του έγινε στις 19 Μαρτίου στον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου στη Γλυφάδα.

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Μήλιος. Ο Γιάννης Μήλιος που φέρεται να είχε τοποθετηθεί Δήμαρχος [2], άγνωστο σε ποια πόλη, από τον Ιωάννη Μεταξά και το Εθνικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου, διορίστηκε Νομάρχης Βοιωτίας [3] στο τέλος Μαρτίου του 1954 όπου υπηρέτησε ως το 1957 [4], ενώ στη συνέχεια μετατέθηκε στην Κέρκυρα [5] ως το 1960 που ανέλαβε Νομάρχης Εύβοιας [6]. Από το 1962 [7] ως το Δεκέμβριο του 1963 [8] διατέλεσε Νομάρχης Αιτωλοακαρνανίας και από τις 23 Δεκεμβρίου 1963 [9] ως τις 31 Δεκεμβρίου 1963 [10], ορίστηκε Νομάρχης Πρέβεζας. Συνταξιοδοτήθηκε στο τέλος του 1963, όταν αποχώρησε από τη Νομαρχία Πρεβέζης, λόγω συμπληρώσεως του ηλικιακού ορίου.

«Ελληνικόν Αίμα»

Στις αρχές Μαΐου του 1941 ίδρυσε, μαζί με τους εθνικιστές ομοϊδεάτες του, τον Λάζαρο Πηνιάτογλου και τον Κωνσταντίνο Βοβολίνη, την αντιστασιακή οργάνωση «Ελληνικὸν Αίμα» [11]. Ως σκοπός της οργανώσεως ετάχθη «....η διά της εντύπου προπαγάνδας αφ' ενός μεν τόνωσις του φρονήματος των προσκαίρως υποδουλωθέντων Ελλήνων, αφ' ετέρου δε η καταπολέμησις των τριών εισβολέων: Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων. Προς τούτο και μέχρι της εκδόσεως του «Ελληνικού Αίματος», ως εντύπου εφημερίδος εξετυπώθησαν εις πολυγράφους και γραφομηχανάς διάφοροι προκηρύξεις εθνικού και πατριωτικού περιεχομένου αίτινες εκυκλοφόρησαν κατά εκατοντάδας εις καταλλήλους περιστάσεις και ιδιαιτέρως κατά την 28 Οκτωβρίου 1941 και κατά την 25 Μαρτίου 1942....».

Σύμφωνα με τον ιστορικό Δημήτριο Γατόπουλο [12], ο οποίος δημοσίευσε την αφήγηση του Κωνσταντίνου Βοβολίνη προς τον ίδιο, «...Μέσα Μαΐου 1942. Σούρουπο μ' ανοιξιάτικη επίμονη ψιλή βροχούλα, ο ένας ύστερα απ' τον άλλο, οι τρεις μας, ο Λάζαρος Πηνιάτογλου, ο Γιάννης Μήλιος και εγώ, μπήκαμε στο ερημητήριο ενός ανθρώπου που τόσο Έλληνας στάθηκε: Στο σπιτάκι του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσάνθου (Σουρμελή 3), κοντά στο τέρμα της Κυψέλης. Σε λίγες ημέρες η εφημερίδα μας θα κυκλοφορούσε, το «Ελληνικό Αίμα», και θέλαμε να βγούμε με τις ευλογίες της Εκκλησίας. Του είπαμε τις σκέψεις μας και τις αποφάσεις μας. Του δια­βάσαμε το πρώτο άρθρο μας, γραμμένο από τον Πηνιάτογλου, «Οι πελιδνοί». Έλεγε δια τους Γερμανούς, «που τσακισμένοι πια ετοιμάζοντο να φύγουν» - ένα άρθρο που αργότερα, δύο φορές μετεδόθη απ' το Ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου. Κι όμως οι Γερμανοί τότε ευρίσκοντο στην αποθέωσί τους. Για όλον τον κόσμο, εκτός από τους Έλληνες... Ενθουσιάστηκε ο βιβλικός ιεράρχης. Τα μάτια του δάκρυσαν: «Δεσπότη μας θέλουμε την ευχή σας». Απάντησε: «Να 'χετε την ευχή μου, παιδιά μου, μέσ' απ' το βάθος της ψυχής μου. Να 'ναι πάντα ο Θεός και η Παναγία μαζί σας...» Μας έδωσε τρεις μικρές εικόνες της Μεγαλόχαρης με την υπογραφή του. Και η ευχή του εισηκούσθη...»

Την 1η Ιουνίου του 1942, η οργάνωση κυκλοφόρησε την ομώνυμη παράνομη εφημερίδα, καθώς και τις περιοδικές «Εκδόσεις Ελληνικού Αίματος». Η εφημερίδα αποτέλεσε αρχικά μια παράνομη κατοχική εφημερίδα -η δημοσιογραφικά αρτιότερη μυστική εφημερίδα, που την περίοδο της αυτή κυκλοφορούσε δύο τετρασέλιδα φύλλα ανά μήνα. Η εφημερίδα διακρινόταν για την εθνικιστική αρθρογραφία της και διεξήγαγε συστηματικό αγώνα κατά των κομμουνιστών και της αριστεράς γενικότερα. Προσφερόταν δωρεάν με την παραίνεση στους αναγνώστες της για μη φύλαξη της εφημερίδας αλλά για προώθησή της σε άλλους αναγνώστες. Την ίδια περίοδο, στην προμετωπίδα της, εκτός από τον τίτλο, έφερε διαφορετικά κάθε φορά δίστιχα ή αποσπάσματα από ποιητές, λογοτέχνες, πολιτικούς, κάτω από τον τίτλο της, ημερομηνία και ημέρες του Ελληνικού πολέμου και μήνες της σκλαβιάς -αριστερά- και ποικίλα συνθήματα ή σημαντικές ειδήσεις –δεξιά- ενώ από τον Οκτώβριο του 1944 υιοθέτησε τον υπότιτλο «Η αρχαιοτέρα του Μετώπου της Εθνικής Αντιστάσεως». Στο 4ο φύλλο της 20ης Ιουλίου 1942 υπό τον τίτλο: «Ενωμένοι προς την νίκην» γράφει: «Το Ελληνικόν Αίμα» δεν αντιπροσωπεύει κανένα κόμμα, καμιά παράταξη, καμιά ειδικώτερη πολιτική. Βγήκε από τούς πόθους φανερούς ή κρυφούς, ολοκλήρου του σκλαβωμένου Ελληνισμού. Με κανένα δεν συνδέεται και κανένα δεν απορρίπτει -πλην των προδοτών. Πιστεύει ότι, εφ' όσον διαρκεί ο πόλεμος αυτός, κάθε άλλη σκέψις μελλοντική παρέλκει. Πιστεύει ότι εφ' όσον κι ένας μόνον βάρβαρος πατεί τα Ιερά μας χώματα, ο νους και ο λογισμός μας πρέπει να είναι μόνο στο πως θα τον διώξουμε. Όλα τα άλλα είναι ασήμαντες λεπτομέρειες που με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να αποσπάσουν την προσοχή μας από τον ένα και μοναδικό σκοπό μας: τη Νίκη.....». Στις 5 Μαρτίου 1943, συγκροτήθηκε μεγάλη διαδήλωση κατά της πολιτικής επιστρατεύσεως με επικοινωνιακό πρωταγωνιστή το «Ελληνικόν Αίμα». Ως το 1944 κυκλοφόρησαν 67 παράνομα φύλλα καθώς και μικρά βιβλιαράκια που κυκλοφόρησαν παράνομα και στα οποία δεν αναγράφονταν οι συγγραφείς.

Η εφημερίδα συνέχισε να εκδίδεται και το διάστημα από τις 15 Οκτωβρίου 1944, δηλαδή μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος και την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής, όταν συνέχισε αρχικά με πρωινά ημερήσια δισέλιδα και στη συνέχεια με τετρασέλιδα. Τον Μάρτιο του 1945 σε φύλλο της εφημερίδος δημοσιεύθηκε αντίγραφο της επιστολής του Νικολάου Πλαστήρα, που ήταν τότε πρωθυπουργός, με την οποία επιζητούσε τη σύμπραξη της Γερμανίας προκειμένου να σταματήσει ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος το 1940-1941, που είχε ως συνέπεια ο τότε Αντιβασιλέας Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός να ζητήσει την άμεση παραίτηση του πρωθυπουργού που κρινόταν πλέον ως δοσίλογος και στις 8 Απριλίου του 1945 ο Νικόλαος Πλαστήρας παραιτήθηκε από πρωθυπουργός. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου ο εθνικιστής διανοούμενος Κώστας Μπαστιάς συμφώνησε με τους εκδότες της εφημερίδος «Ελληνικόν Αίμα» και ανέλαβε ανταποκριτής της στη Μέση Ανατολή. Λίγους μήνες μετά, τον ίδιο χρόνο, υπό το φόβο της αποκαλύψεως κάποιων επιστολών του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού προς τις γερμανικές και ιταλικές αρχές κατοχής που είχε υποβάλει επί κυβερνήσεως του Γεωργίου Τσολάκογλου, άρχισε η παρακολούθηση της εφημερίδος, όταν ο Πηνιάτογλου δημοσίευσε σ' αυτήν ανοικτή επιστολή με τίτλο «Εάν ήμουν Αρχιεπίσκοπος» με σαφείς και ξεκάθαρες αιχμές για τον Δαμασκηνό. Μεταξύ των συνεργατών της υπήρξαν ορισμένα από τα πλέον γνωστά ονόματα δημοσιογράφων της εποχής τους, αλλά και ονόματα δημοσιογράφων που πρωταγωνίστησαν τις επόμενες δεκαετίες, όπως ο Σάββας Κωνσταντόπουλος.

Η εφημερίδα μηνύθηκε για συκοφαντική δυσφήμηση και οδηγήθηκε σε δίκη ενώπιον του Α' Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών στις 23 Οκτωβρίου 1945, στην οποία μηνυτής ήταν ο Νίκος Ζαχαριάδης για την υπόθεση του Συμφώνου του Πετριτσίου και η απόφαση δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης» στις 26 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου. Ο Πηνιάτογλου πέθανε αιφνιδίως, μετά από σύντομη ασθένεια, στα τέλη του 1945, σε ηλικία 36 ετών. Οι εκλογές του 1946, για το «Ελληνικόν Αίμα» αποτελούσαν το πρώτο βήμα για την επικράτηση του Λαϊκού Κόμματος του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη έναντι του κομμουνισμού και των συνοδοιπόρων του, αλλά και για την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β’ στην Ελλάδα. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου η εφημερίδα συνεκδόθηκε με άλλες αθηναϊκές εφημερίδες υπό την επωνυμία «Ηνωμένος Τύπος». Την περίοδο από τις 4 Οκτωβρίου 1947 ως τις 24 Μαρτίου 1948, υπήρξε διακοπή της εφημερίδας για «ριζικήν αναδιοργάνωσιν». Στις 27 Αυγούστου 1946, οι Ιωάννης Μήλιος και Κώστας Βοβολίνης καταδικάστηκαν [13] σε φυλάκιση επτά μηνών και σε πρόστιμο 200.000 δραχμών για εξύβριση του Ιωσήφ Στάλιν, μετά από αυτεπάγγελτη δίωξη την οποία προκάλεσε έγγραφη παρέμβαση του Ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών. Στις 4 Οκτωβρίου 1947 διατάχθηκε η διακοπή της εκδόσεως της εφημερίδος, η οποία επανεκδόθηκε μετά από τρεις μήνες. Από τον Μάρτιο του 1948 ως τον Ιούνιο του ίδιου έτους και το κλείσιμο της, στη διεύθυνση βρισκόταν ο Σπύρος Βοβολίνης μαζί με τον Γιάννη Μήλιο. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα κυκλοφόρησαν και ορισμένες έκτακτες εκδόσεις, όπως για την απελευθέρωση και για την προεκλογική εκστρατεία του «Νέου Κόμματος» του Σπύρου Μαρκεζίνη. Το αρχείο της εφημερίδος, στην οποία διατέλεσε διευθυντής και ο Αντώνιος Σβώκος, βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη.

Παραπομπές

  1. [Στήλη «Κοινωνικά», Εφημερίδα «Τα Νέα», φύλλο 17ης Μαρτίου 1990, σελίδα 46η.]
  2. Δήμαρχοι Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 9 Νοεμβρίου 1944, σελίδα 1η.
  3. Δευτέρα 29 Μαρτίου 1954-Διορίζονται Νομάρχαι Εφημερίδα «Εμπρός», 3 Απριλίου 1954, σελίδα 5η.
  4. Απενεμήθησαν βραβεία, δώρα δια την δενδροφύτευσιν οδού Εφημερίδα «Εμπρός», 2 Μαρτίου 1957, σελίδα 16η.
  5. Κινηματογραφικά Εφημερίδα «Εμπρός», 25 Ιουλίου 1959, σελίδα 2η.
  6. Αθηναϊκή Χρονογραφία-Οι Χριστιανοί Εφημερίδα «Ταχυδρόμος» Αλεξάνδρειας, 14 Δεκεμβρίου 1961, σελίδα 1η.
  7. Στοιχειώδη μέσα ζωής στερούνται οι αγρόται Αιτωλοακαρνανίας. Εφημερίδα «Μακεδονία», 1η Δεκεμβρίου 1962, σελίδα 1η.
  8. Η ανεύρεσις ανυδρίτου εις Κλεισούραν Εφημερίδα «Ταχυδρόμος» Αλεξάνδρειας, 8 Μαρτίου 1963, σελίδα 2η.
  9. [Φ.Ε.Κ., τεύχος Γ', Αριθμός 359 της 23ης Δεκεμβρίου 1963.]
  10. [Φ.Ε.Κ., τεύχος Γ', Αριθμός 24 του 1964.]
  11. Έκθεση Δράσης Οργάνωσης ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΑΙΜΑ, 16 Φεβρουαρίου 1949.
  12. [ Δημήτριος Γατόπουλος, «Ιστορία της Κατοχής», έκδοση Β', εκδόσεις «Μέλισσα», σελίδες 306η-7η.]
  13. Επί εξυβρίσει του στρατάρχου Στάλιν Εφημερίδα «Εμπρός», Τετάρτη 28 Αυγούστου 1946, σελίδα 4.