Κωνσταντίνος Βολανάκης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Κώστας Βολανάκης ή Βολωνάκης Έλληνας ζωγράφος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα, καραβογράφος και θαλασσογράφος, ο μεγαλύτερος Έλληνας θαλασσογράφος ο οποίος θεωρείται πατέρας της Ελληνικής θαλασσογραφίας, που ασχολήθηκε και με την τοπιογραφία, καθώς και Πανεπιστημιακός καθηγητής, γεννήθηκε στις 17 Μαρτίου 1837 στο Ηράκλειο της Κρήτης και πέθανε στις 29 Ιουνίου 1907 στον Πειραιά, από λευχαιμία. Η κηδεία του έγινε την επομένη ημέρα 1η Ιουλίου, ημέρα των Δημοτικών εκλογών, με την παρουσία ελάχιστων φίλων του.

Το 1874 παντρεύτηκε στην Ελλάδα με τη Φανή Ιωάννου Χρησαΐδου από τη Ζαγορά του Πηλίου, κόρη της αδελφής του Θεόδωρου Αφεντούλη και από το γάμο του έγινε πατέρας επτά παιδιών, της Πολυξένης, του Δημητρίου και του Γεωργίου που γεννήθηκαν στη Γερμανία και του Άγγελου, της Μαίρης, του Σπυρίδωνα και του Μιλτιάδη, που γεννήθηκαν μετά την εγκατάσταση της οικογένειας Βολανάκη στην Ελλάδα.

Κωνσταντίνος Βολανάκης

Βιογραφία

Ο πατέρας του Βολανάκη ήταν έμπορος που κατάγονταν από τη Σύρο. Στην Κρήτη ως τόπος διαμονής της οικογένειας του αναφέρονται τα χωριά Μπολάνι(α) στο νομό Ηρακλείου –εξ ου και το όνομα Βολανάκης-, αλλά και το χωριό Βολάνι στο νομό Ρεθύμνου κι αδέλφια του ήταν ο Αθανάσιος και ο Ιωάννης. Ο Κώστας από πολύ μικρή ηλικία, έδειξε την κλίση του στη ζωγραφική και σχεδίαζε καράβια στους τοίχους του πατρικού του σπιτιού. Τελείωσε το Σχολαρχείο στο Ηράκλειο και στη συνέχεια η οικογένεια μετακόμισε για επαγγελματικούς λόγους στη Σύρο, όπου από το 1851 έως το 1856 ο Κωνσταντίνος φοίτησε στο Γυμνάσιο που είχε ιδρύσει ο Νεόφυτος Βάμβας.

Σύμφωνα με νεώτερες έρευνες, ο Βολανάκης δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις γυμνασιακές του σπουδές. Καθηγητής Ιχνογραφίας την ίδια εποχή στο Ελληνικό Σχολείο όπως και στο Γυμνάσιο της Ερμουπόλεως ήταν ο σημαντικός ζωγράφος Ανδρέας Κριεζής, ο οποίος υπήρξε δάσκαλος του Βολανάκη. Στη συνέχεια η οικογένεια μετακόμισε κι εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, όμως ο Κωνσταντίνος με την παρότρυνση των μεγαλύτερων αδελφών του, πήγε στην Τεργέστη όπου εργάστηκε στο λογιστικό τμήμα της επιχειρήσεως προϊόντων ζαχάρεως του γαμπρού τους Γεώργιου Αφεντούλη [1]. Εκεί ο Κωνσταντίνος παρατηρούσε τα πλοία στο λιμάνι της Τεργέστης και έφτιαχνε σχέδια καραβιών την ώρα που εργάζονταν στα λογιστικά βιβλία [2].

Σπουδές ζωγραφικής

Με έξοδα του Αφεντούλη, ο οποίος αντιλήφθηκε το ταλέντο του, πήγε να σπουδάσει ζωγραφική στο Μόναχο της Γερμανίας. Συμμετείχε στις εισαγωγικές εξετάσεις της Βασιλικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών στις οποίες αρίστευσε και έγινε δεκτός αρχικά στην τάξη του Καρλ Τέοντορ Πιλότι [Karl Theodor von Piloty] το 1860, και συνέχισε δίπλα στον Βίλχελμ φον Κάουλμπαχ, από τον οποίο ειδικεύτηκε στη θαλασσογραφία. Η Ελληνική παρέα της εποχής συμπεριελάμβανε τον Νικηφόρο Λύτρα, τον Νικόλαο Γύζη, τον Πολυχρόνη Λεμπέση και τον Γεώργιο Ιακωβίδη. Ο Βολανάκης μετά το τέλος των σπουδών του στη Γερμανία, ταξίδεψε στη Γαλλία, την Αγγλία και επέστρεψε στην Ιταλία, για να ενημερωθεί για τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής.

Καλλιτεχνική δράση

Το 1867, το έργο του για τη ναυμαχία της Λίσσης, όπως είναι η ιταλική ονομασία του νησιού Βις της Αδριατικής, το οποίο σήμερα ανήκει στην Κροατία, βραβεύτηκε και αγοράστηκε για 1000 φιορίνια από τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ, που το δώρισε στην Πινακοθήκη της Βιέννης, που λειτουργεί σήμερα στα πρώην αυτοκρατορικά ανάκτορα Χόφμπουργκ [Hofburg]. Η συμμετοχή του στο διαγωνισμό που προκήρυξε το 1866 η αυστριακή κυβέρνηση, του χάρισε το πρώτο βραβείο για τα σχέδια, που συνοδευόταν από ένα ταξίδι στην Αδριατική για να γνωρίσει τον τόπο της ναυμαχίας. Το 1868 ξεκίνησε να συμμετέχει στις εκθέσεις της Καλλιτεχνικής Εταιρείας του Μονάχου, στις οποίες συμμετείχε και στα 1869, 1872, 1873, 1877 και 1878. Το 1872, συμμετείχε στην έκθεση Kunstverein του Μονάχου, αργότερα στις εκθέσεις της Βιέννης, του Βερολίνου και το 1880 σ’ αυτή της Βρέμης, ενώ το 1877 εξέθεσε στο Λονδίνο το έργο του «Ναυμαχία του Τραφάλγκαρ», που αγοράστηκε από το Υπουργείο Ναυτικών της Αγγλίας.

Στο Μόναχο, συνδέθηκε φιλικά με τον Νικόλαο Γύζη, ο οποίος έγινε ανάδοχος της Πολυξένης, της κόρης του Βολανάκη. Ο Γύζης τον συμβούλεψε να μην επιστρέψει στην Ελλάδα, όμως ο Βολανάκης δεν τον άκουσε και το 1883, υποκύπτοντας και στην πίεση της συζύγου του «η οποία δεν άντεχε τον κρύο χειμώνα του Μονάχου», εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του, σύζυγο και τρία ως τότε παιδιά, στον Πειραιά, ώστε να έχει θέα στη θάλασσα. Η οικογένεια έμεινε σε σπίτι της οικογένειας Καστριώτη στη συμβολή των οδών Σωτήρος Διός και Δεληγιώργη και αργότερα στην οδό Αθηνάς 16 σε σπίτι της οικογένειας Σκλήρη, όπου ο Βολανάκης έζησε ως το τέλος της ζωής του. Το 1883 διορίστηκε καθηγητής της «Στοιχειώδους Γραφικής» στο Σχολείο των Τεχνών, στη σημερινή Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών [Α.Σ.Κ.Τ.], όμως στη συνέχεια κατέλαβε την έδρα της «Αγαλματογραφίας» ως το 1903, όταν παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Μεταξύ των μαθητών του στο Σχολείο των Τεχνών, υπήρξε και η Σοφία Λασκαρίδου, η πρώτη Ελληνίδα σπουδάστρια ζωγραφικής σε δημόσιο Ελληνικό διδακτήριο.

Το 1883, παρουσίασε στα Ανάκτορα το έργο του «Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας». Το 1888 συμμετείχε στις εκθέσεις της Οικίας Μελά το 1881 και στην έκθεση του Ομίλου «Παρνασσός», στα Ολύμπια του 1888, το 1903 στην Έκθεση της Εταιρείας Φιλοτέχνων και Ενώσεως Καλλιτεχνών και τις Διεθνείς Εκθέσεις Αθηνών το 1903, όπου τιμήθηκε με αργυρό βραβείο και στη Διεθνή Έκθεση του Μπορντώ το 1907, στην οποία επίσης βραβεύτηκε. Το 1895, με πρωτοβουλία διαφόρων καλλιτεχνών ιδρύεται υπό την διεύθυνση του Βολανάκη το «Καλλιτεχνικό Κέντρο» στον Πειραιά όπου φοίτησαν πολλοί μετέπειτα αξιόλογοι ζωγράφοι, μεταξύ τους οι Βασίλειος Χατζής, Μιχάλης Οικονόμου, Γεώργιος Μπουζιάνης, Ιωάννης Κούτσης, Στέλιος Μηλιάδης, Άγγελος Γιαλλινάς και άλλοι, σε χώρους που είχε παραχωρήσει ο Δήμος Πειραιώς.

Διακρίσεις

Το 1889 απενεμήθη στο Βολανάκη ο Αργυρούς Σταυρός του Σωτήρος. Η προτομή του έργο του γλύπτη Νικόλα, είναι τοποθετημένη πάνω από τον όρμο της Φρεαττύδος στην ακτή Θεμιστοκλέους στον Πειραιά. Τα αποκαλυπτήρια της έγιναν το Σάββατο 29 Ιουνίου 1963 στις 20.15' το βράδυ, αρχικά σε θέση μπροστά από το Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιά, με πρωτοβουλία της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς, επί του προέδρου της Γρηγόρη Θεοχάρη και επί της Δημαρχίας του Παύλου Ντεντιδάκη, με χρήματα που διατέθηκαν από τον Ιωάννη Μελετόπουλο, προς τιμή του πατέρα του Αλέξανδρου Μελετόπουλου. Σήμερα η προτομή έχει μεταφερθεί και βρίσκεται περίπου πάνω από το Ναυτικό Μουσείο Ελλάδος και είναι στραμμένη να κοιτά προς το Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιώς, μπροστά από το οποίο βρισκόταν αρχικώς. Η μορφή του Βολανάκη απεικονίστηκε το 1966 σε γραμματόσημο από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία [ΕΛ.ΤΑ.].

Το τέλος του

Ο Βολανάκης έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του φτωχός και παραγκωνισμένος. Προκειμένου να εξασφαλίζει τα απαραίτητα για την οικογένεια του εργάζονταν για λογαριασμό του κορνιζοποιού Γλυτσού, δημιουργώντας ζωγραφικούς πίνακες, με συγκεκριμένες διαστάσεις για κορνίζες που ήταν ήδη έτοιμες, με ημερομίσθιο 100 δραχμές. Όπως γράφει ο γιος του Μιλτιάδης, σε μια σύντομη βιογραφία που έγραψε και κυκλοφόρησε το 1963, «Kατά την τελευταίαν προ του θανάτου του δεκαετίαν οι φιλότεχνοι ήσαν πολύ ολίγοι, γενικώς δε η τέχνη δεν εξετιμάτο επαρκώς. Tούτου ένεκεν ηναγκάζετο να δέχηται πωλήσεις πινάκων του με αμοιβήν όχι την πρέπουσαν και ανάλογον προς την καλλιτεχνικήν αξίαν των συνθετομένων παρ’ αυτού έργων. Eκ του γεγονότος αυτού πλείστοι όσοι επιτήδειοι ωφελήθησαν διότι ηγόραζαν έργα του εις τιμάς πολύ χαμηλάς και μετεπώλουν ταύτα βραδύτερον και ιδίως μετά τον θάνατόν του όταν, ως φυσικόν, η αξία του ανήλθεν τεραστίως» [3].

Δημοσίευμα του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο «Νέον Άστυ» τον Ιούλιο του 1907, αναφέρεται στο ζωγράφο. «Ξέρετε πώς απέκτησαν μερικοί πολυτίμους εικόνας του Bολανάκη; Διά της μεθόδου των ιδιωτικών μαθημάτων. Προσεκάλουν τον καλλιτέχνη να «τελειοποιήσει» την κόρην των, την κάπως προχωρημένη. Ήρχιζαν μαζί τάχα μια θαλασσογραφία την οποία εις πέντε, δέκα μαθήματα προς πέντε δραχμές το ένα, ο ζωγράφος την αποτελείωνε χωρίς να αφήσει ούτε πινελιά της μαθήτριάς του. Kαι ούτω αντί είκοσι πέντε ή πενήντα δραχμών το σπίτι εκείνο εκρεμούσε εις το σαλόνι του μια εικόνα του Bολανάκη».

Ο διάσημος εθνικιστής Ιταλός ζωγράφος Τζόρτζιο ντε Κίρικο -ο οποίος σε ηλικία δώδεκα ετών γνώρισε τον Βολανάκη όταν δίδασκε στο Σχολείο των Τεχνών στην Αθήνα- έγραψε [4] για τους πίνακες του ότι ήταν πολύ εκφραστικοί και γεμάτοι ποίηση, ενώ ο εθνικιστής Πανεπιστημιακός καθηγητής Άγγελος Προκοπίου στην «Νεοελληνική Τέχνη» του, που κυκλοφόρησε στο 1936 στην Αθήνα, τον συμπεριλαμβάνει στην πεντάδα των πατέρων της νεοελληνικής ακαδημίας.

Ο Βολανάκης πέθανε από λευχαιμία στο σπίτι του στον Πειραιά, ενώ τον ταλαιπωρούσε για χρόνια μια κήλη. Στην τελευταία του κατοικία τον συνόδεψαν μόλις πέντε άνθρωποι, όπως έγραφε ο Παύλος Νιρβάνας.

Εργογραφία

Μαζί με τον Θεόδωρο Βρυζάκη, τον Νικηφόρο Λύτρα, τον Νικόλαο Γύζη και τον Γεώργιο Ιακωβίδη, θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού, της «Σχολής του Μονάχου». Τα περισσότερα από τα έργα του υπάρχου σε ιδιωτικές συλλογές, ενώ μια μικρή μερίδα βρίσκεται στην Gallery Stavros Michalarias, στην Εθνική Πινακοθήκη, στο Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου, στο Ίδρυμα Κουτλίδη, στην Πινακοθήκη Κουβουτσάκη, στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος, ενώ αντίγραφα των θαλασσογραφιών του υπάρχουν και στο πρώην Μέγαρο του Η.Σ.Α.Π. [Ηλεκτρικοί Σιδηρόδρομοι Αθηνών Πειραιώς] στον Πειραιά. Πολλά έργα του κοσμούν το Δημαρχείο και τη Δημοτική Πινακοθήκη του Πειραιά.

Ως κατ' εξοχήν ζωγράφος της θάλασσας είναι ο αγαπημένος καλλιτέχνης των εφοπλιστών και σπουδαία έργα του έχουν στην ιδιοκτησία τους οι εφοπλιστές Αντώνης Κομνηνός, Αντρέας Πετράκης, Γιάννης Αγγελάκος, Γιάννης Κούστας, καθώς και οι επιχειρηματίες Πρόδρομος Εμφιετζόγλου, Σπύρος Μεταξάς και Γιώργος Μαυροσκότης. Ο Βολανάκης στα έργα του ενδιαφέρθηκε για τα πλοία και τα εξαρτήματα τους, τα οποία απέδιδε πάντα με μεγάλη ακρίβεια, ενώ φρόντιζε επίσης, την αρμονική παράθεση των χρωμάτων.

Ο εθνικιστής πανεπιστημιακός καθηγητής Άγγελος Προκοπίου τον θεωρεί «πατέρα» του ελληνικού εμπρεσιονισμού, αν και η ζωγραφική του ταυτίζεται περισσότερο με την αγγλική τοπιογραφία των Κόνσταμπλ και Τέρνερ ή τη Σχολή της Μπαρμπιζόν της Γαλλίας των Κορό και Μιλέ. Ο μελετητής του, ο Πειραιώτης ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου και γνωστός τεχνοκριτικός Μανόλης Βλάχος, τον συνδέει με Ολλανδούς ζωγράφους ειδικούς στην απεικόνιση πλοίων, τους Portraitistes des Bateaux [5]. Η απεικόνιση στα λιμάνια που φιλοτέχνησε είναι επηρεασμένη από τον Γάλλο Λορέν και τους Ιταλούς Καναλέτο και Γκουάρντι.

Ζωγραφικά έργα

Γνωστότερα από τα ζωγραφικά του έργα είναι τα

  • «Ψαρόβαρκες στην παραλία της Τεργέστης», το 1866,
  • «Πλοίο της γραμμής "Κάιζερ" στη ναυμαχία της Λίσσης», έργο που παρουσιάστηκε στην «Ετήσια Διεθνή Έκθεση της Καλλιτεχνικής Εταιρείας» στη Βιέννη.
  • «Η Ναυμαχία του Τραφάλγκαρ»,
  • «Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας».

Το έργο κοσμεί το γραφείο του αρχηγού Γ.Ε.Ν. στο Χολαργό. Αρχικά θεωρήθηκε ότι αναπαριστούσε τη Ναυμαχία στο Άκτιο, και για το λόγο αυτό μια φωτογραφία του πίνακα κοσμεί την αίθουσα συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Πρεβέζης. Το 1974, η διδακτορική διατριβή του Μανώλη Βλάχου απέδειξε ότι πρόκειται για τη Ναυμαχία της Σαλαμίνος. Το έργο δημιουργήθηκε μετά από προηγούμενη παραγγελία του Ελληνικού κράτους, και η βασίλισσα που απεικονίζεται στην πλώρη ενός σκάφους δεν είναι η Κλεοπάτρα αλλά η βασίλισσα της Φρυγίας Αρτεμισία η οποία είχε συμμαχήσει με τον Ξέρξη.

  • «Εγκαίνια του Ισθμού της Κορίνθου»,
  • «Η Πυρπόληση Τουρκικής Φρεγάτας», το 1886, έργο που δημιουργήθηκε εις διπλούν, πωλήθηκε στις 12 Μαΐου 2005 αντί 585.162 ευρώ,
  • «Το Λιμάνι του Βόλου τη Νύχτα», πωλήθηκε στις 10 Μαΐου 2007, σε δημοπρασία του οίκου Σόθμπι’ς [Sotheby's] για 951.965 ευρώ,
  • «Η Αποβίβαση του Καραϊσκάκη στο Φάληρο».

Το έργο διαστάσεων 146 Χ 219 απεικονίζει την άφιξη του ελληνικού στόλου και του Γεωργίου Καραϊσκάκη στις ακτές του Φαλήρου κοντά στον Πειραιά για την προετοιμασία της απελευθέρωσης της Αθήνας από την οθωμανική κυριαρχία. Ζωγραφίστηκε μεταξύ των ετών 1885 και 1888 μετά από παραγγελία και από τότε έως το 1970 έμεινε στην κατοχή γνωστής αθηναϊκής οικογένειας και στη συνέχεια βρέθηκε στα χέρια Έλληνα ιδιώτη, μέλους παλιάς αθηναϊκής οικογένειας, ο οποίος αποφάσισε να τον πουλήσει σε δημοπρασία. Ο πίνακας πωλήθηκε την Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008 από τον οίκο Sotheby's, για 1.970.855 ευρώ, τιμή που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ για ελληνικό πίνακα σε δημοπρασία, που διεξήχθη στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία».

  • «Το Τσίρκο στο Μόναχο», το καλύτερο ίσως έργο του,
  • «Η Έξοδος του Άρεως», το 1894,
  • «Σπρώχνοντας προς τη θάλασσα», [στις 10 Μαΐου 2007, €704.854 ευρώ]
  • «Κατά μήκος της ακτής, Βόλος». Το πέμπτο έργο του καλλιτέχνη που πουλήθηκε από τον Sotheby΄s στις 17 Απριλίου 2008 με τιμή 414.450 ευρώ.
  • «Φτάνοντας σε λιμάνι», [στις 14 Νοεμβρίου 2007, 392.355 ευρώ],
  • «Αποθαυμάζοντας τα πλοία», 18 Νοεμβρίου 2003, 378.560
  • «Αποθαυμάζοντας τα πλοία σε ελληνικό λιμάνι», [στις 16 Νοεμβρίου 2004, 311.701 ευρώ]
  • «Μαζεύοντας την ψαριά», [στις 18 Νοεμβρίου 2003, 298.010 ευρώ]
  • «Τραβώντας τα δίχτυα», [στις 16 Νοεμβρίου 2004, 295.716 ευρώ].
  • «Το λιμάνι του Πειραιά από την βασιλική προβλήτα»,
  • «Η αποβίβαση της πριγκίπισσας Σοφίας στο λιμάνι του Πειραιά»,
  • «Στον Κεράτιο κόλπο».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Ο Γεώργιος Αφεντούλης, ήταν σύζυγος της αδελφής του Βολανάκη, Πολυξένης και επιφανές μέλος της ελληνικής κοινότητας της Τεργέστης στην οποία διατηρούσε εμπο­ρικό οίκο ζακχάρεως.]
  2. [Στην Τεργέστη, όπως διέσωσε αργότερα ο υιός του Μιλτιάδης Βολανάκης, «εσχεδίαζε με μολύβι μικρά ιστιοφόρα και άλλας θαλασσίας τοποθεσίας εις το χαρτί τα οποία έκρυπτε μέσα στα λογιστικά βιβλία που ετηρούσε».]
  3. [Μιλτιάδης Βολανάκης, «Ο πατέρας μου», Αθήνα 1963.]
  4. [«Ερχόταν τότε στο Πολυτεχνείο κάθε βδομάδα για να διορθώσει τις τάξεις του σχεδίου ένας πολύ ηλικιωμένος ζωγράφος που λεγόταν Βολανάκης. ...{...}... Ήταν θαλασσογράφος· γύρω στα μισά του περασμένου αιώνα είχε ζωγραφίσει πίνακες που δεν στερούνταν ζωγραφικής αξίας και ήταν μάλιστα πολύ εκφραστικοί και γεμάτοι ποίηση· τα θέματά του παρίσταναν ελληνικές παραλίες κοντά στην Αθήνα και απόψεις του λιμανιού του Πειραιά· στις παραλίες, κυρίες και κύριοι ντυμένοι σύμφωνα με τη μόδα εκείνου του καιρού παριστάνονταν όπως στους πίνακες του Κουρμπέ. Ήταν μια ζωγραφική λεία αλλά όχι γλυμμένη, που σαν ποιότητα θύμιζε λίγο τη ζωγραφική του Ιντούνο...».] «Αναμνήσεις από τη ζωή μου», βιβλίο των αναμνήσεων του Τζόρτζιο ντε Κίρικο, εκδόσεις «Ύψιλον», Αθήνα 1985.
  5. [Εμμανουήλ Βλάχος, «Ο ζωγράφος Κωνσταντίνος Βολανάκης 1837-1907», Αθήνα 1974. Η αρχική έκδοση αποτελεί σπάνιο και δυσεύρετο βιβλίο, όμως επανεκδόθηκε στις 23 Ιουνίου 2006 σε άλλη μορφή, και διανεμήθηκε από την εφημερίδα «Τα Νέα», στους αναγνώστες της, σε συνεργασία με την Εθνική Τράπεζα, στη σειρά με γενικό τίτλο «Οι μεγάλοι Έλληνες ζωγράφοι».]