Νικόλαος Στεφ. Δραγούμης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Νικόλαος Δραγούμης Έλληνας νομικός και σημαντικός ζωγράφος, τον οποίο ο Δημήτρης Πικιώνης χαρακτήρισε «Βαν Γκογκ της Ελλάδος», γεννήθηκε το 1874 στην Αθήνα και πέθανε στις 6 Ιανουαρίου 1933, στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο, όπου νοσηλεύονταν καθώς έπασχε από παρανοϊκή ψύχωση.

Βιογραφία

Η οικογένεια του κατάγονταν από το χωριό Βογατσικό της Δυτικής Μακεδονίας [1]. Ήταν ο πρωτότοκος από τα έντεκα παιδιά του Στέφανου Νικολάου Δραγούμη, που διατέλεσε μεταβατικός πρωθυπουργός της Ελλάδος και ένας εκ των οργανωτών του Μακεδονικού Αγώνα και της Ελισάβετ, κόρης του τραπεζίτη Ιωάννη Κοντογιαννάκη. Αδέλφια του Νικολάου ήταν η Ναταλία Δραγούμη, σύζυγος Παύλου Μελά, η Μαρίκα, σύζυγος Ιωάννη Καζούλη, η Έφη, σύζυγος Ιωάννη Καλλέργη, η Χαρίκλεια, σύζυγος Ιωάννη Κοκκώνη, η Ζωή, σύζυγος Jolio Palencia, η Αλεξάνδρα, σύζυγος σε πρώτο γάμο του Γεωργίου Ξύδη με τον οποίο απέκτησαν τέσσερα παιδιά, και σε δεύτερο του ναυάρχου Αντώνη Κριεζή [2] [3], ο Αλέξανδρος, αρχιτέκτονας, σύζυγος Σόνιας Δουλγκέρωφ, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, την Λίζα το 1916, την Ελένη το 1917, τον Στέφανο 1918 και τον Ίωνα το 1919, ο Φίλιππος Δραγούμης και ο Ίωνας Δραγούμης, φιλόσοφος, συγγραφέας και πολιτικός, ο θεμελιωτής της ιδέας του Ελληνικού εθνικισμού.

Σπουδές / Εγκατάσταση στη Γαλλία

Παρακολούθησε τις εγκύκλιες σπουδές καθώς και μαθήματα ζωγραφικής, ενώ είχε αναπτύξει αγάπη προς τη φύση και τη θάλασσα. Η πρώτη του επιθυμία ήταν να καταταγεί στο Πολεμικό Ναυτικό και το 1891, πήγε στο Παρίσι για να προγυμναστεί και να δώσει εξετάσεις στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, όμως απέτυχε, αλλά η επίσκεψη του στάθηκε αφορμή για να παραμείνει στη Γαλλία -με μικρότερα ή μεγαλύτερα διαλείμματα- για τα επόμενα είκοσι χρόνια. Αντιστάθηκε με σθένος στην επιμονή του πατέρα του να ακολουθήσει καριέρα διπλωμάτη, αν και στα τέλη του 1897, αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννη, όμως ήταν τύπος μποέμ, ανατρεπτικός και ασυμβίβαστος. Λάτρευε τη θάλασσα και προσπάθησε να γίνει ναυτικός, όμως δεν το κατόρθωσε κι αποφάσισε να παραμείνει μόνιμα στη Γαλλία. Σπούδασε ζωγραφική για δύο χρόνια από το 1900 έως το 1902, στην ιδιωτική Ακαδημία Ζιλιέν [Académie Julian] με δάσκαλο τον Bougereau και ανταπεξέρχονταν οικονομικά χάρη στη βοήθεια μιας Ρωσίδας θείας του, καθώς η μητέρα του ήταν κατά το ήμισυ Ρωσίδα. Είχε πάθος με τη ζωγραφική κι αρνήθηκε τα οικογενειακά πλούτη και την εγγυημένη καριέρα και προτίμησε να ζήσει στο Παρίσι, επίκεντρο τότε της αβάν γκαρντ, όπου επιδόθηκε στη ζωγραφική.

Για να ενισχύει το εισόδημά του εργάζονταν στα χωράφια και σταδιακά η υγεία του άρχισε να κλονίζεται. Το 1897 επέστρεψε στην Ελλάδα και συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο εκείνης της χρονιάς στον Βόλο, όπου πήγε για να βοηθήσει εθελοντικά στο έργο της αποκαταστάσεως των επαναπατριζόμενων. Μετά την άτυχη έκβαση του πολέμου επέστρεψε στη Γαλλία, δίχως να συναντήσει τους γονείς του. Μετά τη γνωριμία του με τους ζωγράφους Ογκίστ Σαμπό και Ζαν Μπαλτίς που κατάγονταν από την Προβηγκία, εγκαταστάθηκε στην πόλη Γκραβεζόν, όπου συνίδρυσαν εργαστήριο ζωγραφικής. Ταξίδεψε όλο σχεδόν το Μεσογειακό νότο, από τα τα Πυρηναία μέχρι τη Βαρκελώνη. Η ένταση στις σχέσεις με την οικογένεια του και η ήδη ταραγμένη ψυχική του κατάσταση του, σε συνδυασμό με μια ηλίαση που υπέστη περπατώντας από το Γκραβεζόν στο Παρίσι, του προκάλεσαν τον Οκτώβριο του 1911, μια πρώτη νευρική κρίση, και ο δήμαρχος ενημέρωσε την οικογένεια του με τηλεγράφημα. Ο αδελφός του Ίων Δραγούμης ταξίδεψε στη Γαλλία και στη συνέχεια τον συνόδευσε σε κλινική της Νεάπολης στην Ιταλία, όπου νοσηλεύτηκε, καθώς σε κρίσεις της νόσου περιφέρονταν ολόγυμνος και έβγαζε άναρθρες κραυγές, ενώ ακολούθως τον έφερε στην Ελλάδα και κατέληξε στο Δρομοκαΐτειο, όπου πέθανε άσημος και εγκαταλειμμένος, δύο χρόνια αργότερα.

Διατηρούσε ερωτική σχέση -για πολλά χρόνια- με τη Ρωσίδα ζωγράφο Λυδία Μπόρτζεκ [Lydia Borgek], η οποία τον ακολούθησε στην εγκατάσταση του στην Ελλάδα με σκοπό να παντρευτούν. Ο Νικόλαος ζήτησε από τον πατέρα του να τους παραχωρήσει ένα μικρό αγρόκτημα της οικογένειας στην Ελευσίνα ώστε να ζήσουν μαζί, όμως εκείνος αρνήθηκε, γεγονός που επιβάρυνε την κατάστασή του. Η οικογένεια Δραγούμη τον έκλεισε σε ένα σπίτι που νοίκιασαν στα κτήματα του Εμμανουήλ Μπενάκη στην Κηφισιά, ενώ το 1913 του επέτρεψαν να πάει στην Άνδρο μαζί την Λυδία Μπόρτζεκ, όπου ζωγράφισε κάποια από τα ωραιότερα έργα του. Παράλληλα προχωρούσε και το θέμα του γάμου του, καθώς μετά τις αρχικές έντονες αντιδράσεις των πρώτων χρόνων, είχαν εξασφαλίσει την έγκριση των γονέων του, όμως σταδιακά η κατάστασή της υγείας του χειροτέρεψε και αναγκάστηκαν να τον πάνε στην Ελβετία. Περιπλανήθηκε για πολλά χρόνια σε διάφορα ευρωπαϊκά θεραπευτήρια και το 1929, μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσεως τον έφεραν, από τη Γενεύη, για νοσηλεία στο «Δρομοκαΐτειο».

Εργογραφία

Η ζωή του έγινε θεατρικό έργο με τίτλο με το έργο «Η σκιά του ειδώλου» του συγγραφέα Γρηγόρη Χαλιακόπουλου, ενώ το έργο του παρουσιάστηκε από τις 7 Μαΐου 2015 έως τις 18 Ιουλίου 2015, από το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας [Μ.Ι.Ε.Τ.] [4] στην έκθεση με τίτλο «Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος. 1874-1933».

Τον Φεβρουάριο του 1941, ο Ζαν Μπαλτύς έγραψε, «Ο Νίκος Δραγούμης, με τον οποίο είχα την τύχη να συγκατοικήσουμε στο Γκραβεζόν, ήταν ένας από εκείνους τους γνήσιους καλλιτέχνες, τόσο αυθεντικός όσο ο Βαν Γκογκ και ο Γκωγκέν». Ο εθνικιστής αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης το 1963, τον χαρακτήρισε «Έλληνα Βαν Γκογκ». Ο Δραγούμης ζωγράφιζε τοπία, πορτρέτα, γυμνές γυναίκες, αγρότες, χωρικούς, ερεθίσματα από τη γαλλική ύπαιθρο, ενώ τα έργα του, στηριγμένα στην ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία, αποτύπωναν την αντίθεσή του με το μεγαλοαστικό περιβάλλον της καταγωγής του. Υπήρξε εκπρόσωπος στην Ελλάδα της τεχνοτροπίας των «κηλιδιστών» [πουαντιγισμός]. Τα ιμπρεσιονιστικά του έργα βρίσκονται διάσπαρτα σε ιδιωτικές συλλογές, κυρίως στη Νότια Γαλλία. Σύμφωνα με τον αδελφό του Φίλιππο Δραγούμη, ««Ο Νίκος, άκακος, ευγενικός κι αξιαγάπητος άνθρωπος, αν κι επαναστατικής ιδιοσυγκρασίας – και κάποτε θυμώδης – είναι πιθανόν ο πρώτος που έφερε στην Ελλάδα την ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία και το χωρίς βαθμιαία φωτοσκίαση σχεδόν διακοσμητικό σχεδίασμα με νερόχρωμα και gouache (πηχτό, συνήθως άσπρο, χρώμα) πάνω σε σκοτεινό αδρό χαρτί (στρατσόχαρτο). ...{...}... δεν θέλησε να πουλήσει κανένα του πίνακα, γιατί πίστευε πως η αληθινή τέχνη είναι ιερή και μη εμπορεύσιμη. Επίσης πως δεν είναι σωστό με την τέχνη να επιδιώκεται η απόδειξη καμιάς ιδέας η θεωρίας μη αυστηρά καλλιτεχνικής. Ήταν οπαδός της αρχής του ”L’art pour l’art”, του ότι δηλαδή η τέχνη αποτελεί απλή έκφραση του ψυχικού αισθητικού κόσμου του καλλιτέχνη και τίποτε περισσότερο..».

Ο Νίκος Δραγούμης δεν τηρούσε λεπτομερές αρχείο, ενώ έκαψε μεγάλο μέρος των έργων του όταν του πρωτοεκδηλώθηκε η ψυχική νόσος. Σημαντικό μέρος του έργου του που βρισκόταν στην κατοχή του φίλου του ζωγράφου Ζαν Μπαλτίς χάθηκε στην εκκένωση του Παρισιού μετά τη Γερμανική εισβολή στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο αδελφός του Φίλιππος Δραγούμης και ο μουσικολόγος ανιψιός του Μάρκος διέσωσαν όσα έργα μπόρεσαν, με αποτέλεσμα μόνο περί τα 200 έργα του να έχουν διασωθεί. Το όνομα του έχει περιπέσει σε αφάνεια και γίνεται ελάχιστη μνεία του σε καταλόγους τέχνης, λεξικά και σε σχετικές με τη ζωγραφική αναφορές και εργασίες, ενώ τα έργα του είναι εξαιρετικά σπάνια και ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές Ευρωπαίων, κυρίως Γάλλων.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

Παραπομπές

  1. Φίλιππος Δραγούμης, αδελφός του Νικόλαου Δραγούμη, σε επιστολή του προς την εφημερίδα «Μακεδονία-Θράκη» το 1960, έγραψε σχετικά με την προέλευση του ονόματος της οικογένειας του, όπου καταρρίπτει κάθε ισχυρισμό για την τουρκική προέλευση του ονόματος της οικογένειας Δραγούμη:«...Επειδή εξακολουθούσαν οι επιδρομές εξισλαμισμένων Αλβανών ή Τουρκαλβανών και ο συστηματικός εξισλαμισμός των κατοίκων της Ηπείρου, όσοι δεν δέχονταν ν' αλλαξοπιστήσουν και δεν εύρισκαν πια καταφύγια στα ορεινά μέρη της Ηπείρου, κατέφευγαν άλλοι στα Επτάνησα, άλλοι στη Βενετία η στην Νότιαν Ιταλίαν και Σικελία, άλλοι στην Κρήτη και στα νησιά του Αιγαίου και άλλοι στη Μακεδονία κλπ. Έτσι και η οικογένειά μου κατά τον 16ο η 17ο αιώνα κατέφυγε μόνη η μ' άλλους συμπατριώτες της στη δυτική Μακεδονία, στο Βογατσικό της Καστοριάς, για να μην τουρκέψη. Εκεί ξέρουμε θετικά πως εγεννήθη ο προπάππος μου Μάρκος Αθανασίου Δραγούμης στα 1770, που πέθανε στην Αθήνα στα 1854. Τ' όνομά μας λοιπόν προέρχεται από την Ήπειρο και την Αλβανία και δεν έχει καθόλου τουρκικήν προέλευση».]
  2. [O ναύαρχος Αντώνιος Επαμ. Κριεζής, εγγονός του Υδραίου αγωνιστή και πρωθυπουργού της Ελλάδος, εκτελέστηκε από μέλη των ενόπλων συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, στις 22 Δεκεμβρίου 1944, στα Κιούρκα Αττικής. Μαζί του εκτελέστηκε και η Φαίνη Ξύδη, κόρη της Αλεξάνδρας Δραγούμη και ανιψιά του Ίωνα. Τα πτώματα τους βρέθηκαν μετά από δυόμιση μήνες στα Κιούρκα. Η Αλεξάνδρα και μία κόρη της, η Ρωξάνη Ξύδη, διέφυγαν το θάνατο, μετά από 25 μερόνυχτα ομηρίας. Το ημερολόγιο της Αλεξάνδρας Δραγούμη-Ξύδη-Κριεζή, εμπιστεύτηκε στο Σπύρο Μαρκεζίνη η κόρη της Ρωξάνη.]
  3. [«Μια μαρτυρία από τον Εμφύλιο», Αλεξάνδρα Κριεζή, εκδόσεις «Εστίας»]
  4. Νίκος Δραγούμης. Ο ζωγράφος, 1874-1933 Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας