Γεώργιος Κολοκοτρώνης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

O Γεώργιος Κολοκοτρώνης Έλληνας εθνικιστής, ανώτερος αξιωματικός του Ελληνικού στρατού με το βαθμό του Ταγματάρχη ε.ε., γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1866 [1] και σκοτώθηκε στις 12 Ιουλίου 1913, στη διάρκεια του Β' Βαλκανικού πολέμου, στη μάχη στα στενά της Κρέσνας. Τάφηκε στον τόπο που βρήκε ηρωικό θάνατο, και το σημείο της ταφής του παρέμεινε υπό βουλγαρική κατοχή, μετά τη λήξη του πολέμου.

Ήταν παντρεμένος και από το γάμο του απέκτησε έναν γιο, τον υποστράτηγο Πάνο Κολοκοτρώνη.

Γεώργιος Κολοκοτρώνης

Βιογραφία

Ήταν απόγονος της ιστορικής οικογένειας Κολοκοτρώνη. Παππούς του ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, αγωνιστής της Ελληνικής εθνεγερσίας του 1821, και γιαγιά του η πρώην μοναχή Μαργαρίτα κόρη του Αγγελή Βελισσάρη. Πατέρας του ήταν ο Πάνος ή Παναγιωτάκης Κολοκοτρώνης [2], εξώγαμος γιος του Θεοδώρου που τον απέκτησε το 1836 σε ηλικία 66 ετών όταν ήταν εξόριστος στην Ύδρα. Ο Πάνος Κολοκοτρώνης με το βαθμό του συνταγματάρχη διατέλεσε Διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και αστυνομικός διευθυντής Αθηνών, ενώ μητέρα του ήταν η Μαρία Γεωργαντά, των οποίων ο Γεώργιος ήταν το πρωτότοκο παιδί τους. Ο Γεώργιος είχε δύο αδέλφια, τον Κωνσταντίνο Κολοκοτρώνη και την Καλλιόπη Κολοκοτρώνη, σύζυγο Ζαγοραίου σε πρώτο γάμο και Εμμανουήλ σε δεύτερο γάμο.

Στρατιωτική σταδιοδρομία

Ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης φοίτησε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και μετά την αποφοίτηση του στις 11 Αυγούστου του 1888 [3], κατατάχθηκε στο Πεζικό με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, ενώ τον ίδιο χρόνο πήρε μέρος ως εθελοντής στην Κρητική επανάσταση [4]. Το 1898 προήχθη στο βαθμό του Υπολοχαγού.

Μακεδονικός αγώνας

Στις αρχές του 1904, ο Κολοκοτρώνης ήταν ένας από τους αξιωματικούς, μαζί του οι Παύλος Μελάς, Αλέξανδρος Κοντούλης και Αναστάσιος Παπούλας, που το Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου εξήλθαν στη Δυτική Μακεδονία για επιτόπια εκτίμηση της καταστάσεως. Μεταξύ του Παύλου Μελά και του Γεώργιου Κολοκοτρώνη προέκυψε διαφωνία σχετικά με τις προοπτικές του Μακεδονικού Αγώνα και ο Μελάς κάλεσε τον Κολοκοτρώνη σε μονομαχία –με πιστόλι– η οποία έληξε με ελαφρύ τραυματισμό του Κολοκοτρώνη. Ο Κολοκοτρώνης όπως και Αναστάσιος Παπούλας υποστήριζαν την ιδέα της αναθέσεως του Μακεδονικού αγώνα σε ντόπιους μαχητές σε αντίθεση με τους Αλέξανδρο Κοντούλη και Μελά που υποστήριζαν την αποστολή αναταρτών από την ελεύθερη Ελλάδα. Ο Γεώργιος Μόδης το 1966, στον τόμο του έργου του «O μισότρελλος κουρελής», στο διήγημα «Mια ανεξάρτητη και δραματική διαφωνία», αναφέρεται [5] στην πρώτη αποστολή στη Mακεδονία, τον Mάρτιο του 1904, ώστε να διερευνήσουν πόσο ευνοϊκό ήταν το κλίμα για τη δημιουργία αντάρτικων σωμάτων. Κατά το συγγραφέα, οι Αναστάσιος Παπούλας και Γεώργιος Kολοκοτρώνης ήταν αρνητικοί [6], σε αντίθεση με τους Αλέξανδρο Kοντούλη και Παύλο Mελά, οι οποίοι ήταν θετικοί και ένθερμοι υποστηρικτές του ενδεχόμενου, όμως το 1970 στον τόμο «Kρυψάνες» και στο διήγημα «Εικόνες από την περιοδεία Παύλου Mελά», παρουσιάζει διαφορετική εκδοχή για τα ίδια συμβάντα. Στη διάρκεια του 1904 ο Κολοκοτρώνης προήχθη στο βαθμό του Λοχαγού και συμμετείχε στον Μακεδονικό Αγώνα [7], όπου και παρέμεινε έως το 1908. Το 1910 προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχη και διατέλεσε στρατιωτικός ακόλουθος στην Ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο, απ' όπου ανακλήθηκε, με την επιστράτευση που κηρύχθηκε εν όψει της ενάρξεως των Βαλκανικών πολέμων.

Βαλκανικοί πόλεμοι

Στις 5 Οκτωβρίου 1912 η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας, με βασιλιά τον Γεώργιο Α΄ και πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Την ίδια μέρα ο Ελληνικός στόλος απέπλευσε από το Φάληρο και στις 6 Οκτωβρίου ο Ελληνικός Στρατός της Θεσσαλίας εξόρμησε με στόχο την κατάληψη της Μακεδονίας. Στις 5 Οκτωβρίου ήρθαν από την Κρήτη στον Πειραιά, 2.529 άνδρες, από τους οποίους συγκροτήθηκε το «1ο Σύνταγμα Κρητών». Στις 7 Οκτωβρίου ένα τμήμα αυτής της δυνάμεως πήγε στη Λάρισα όπου στις 11 του ίδιου μήνα συγκροτήθηκε το «1ο Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών» [8], στο οποίο διοικητής ορίστηκε ο Ταγματάρχης Γεώργιος Κολοκοτρώνης, μετά από δικό του αίτημα. Η μονάδα ως εφεδρική είχε ελάχιστη συμμετοχή στον Α' Βαλκανικό πόλεμο, ωστόσο ήταν ήταν η πρώτη που εισήλθε, στις 26 Οκτωβρίου 1912, στη Θεσσαλονίκη.

Προσάρτηση Χαλκιδικής/Αγίου Όρους

Την 30η Οκτωβρίου και έως τις αρχές Νοεμβρίου του 1912 [9] ο Κολοκοτρώνης ως διοικητής του τάγματος κατέλαβε τη Χαλκιδική και το Άγιον Όρος, περιοχές που οι Τούρκοι είχαν παραδώσει δίχως μάχη. Ο Διοικητής 7ης Μεραρχίας Σωτίλης, εκτελώντας διαταγή του Αρχιστρατήγου βασιλιά Κωνσταντίνου, έδωσε εντολή στον Γεώργιο Κολοκοτρώνη, να σπεύσει προς τη Χαλκιδική, να την καταλάβει καθώς και το Άγιον Όρος, το οποίο εποφθαλμιούσαν οι Βούλγαροι. Το Τάγμα του Κολοκοτρώνη, έφτασε και διανυκτέρευσε στις 31 Οκτωβρίου στα Βασιλικά και την 1η Νοεμβρίου στη Γαλάτιστα. Στις 2 Νοεμβρίου έφτασε στην πρωτεύουσα της Χαλκιδικής, τον Πολύγυρο, όπου εξέδωσε την ακόλουθη προκήρυξη:
«Προς άπαντας τους κατοίκους των χωρίων και κωμοπόλεων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους.
Εν ονόματι του Βασιλέως Γεωργίου του Α', καθιστώ υμίν γνωστόν ότι άπαντα τα καταληφθέντα μέρη υπό του Ελληνικού Στρατού, αδιακρίτως εθνότητος και θρησκεύματος, υπάγονται εφεξής υπό τους Ελληνικούς Νόμους, κατά τους οποίους θέλουσιν απολαμβάνει ισονομίας και προστασίας τιμής, ζωής και περιουσίας. Οι Μουχτάρηδες θέλουσιν εκτελεί τα καθήκοντα των Δημάρχων μέχρι ενεργείας εκλογών, αφού προηγουμένως ομόσωσι τον νενομισμένον όρκον εις τον Συνταγματικόν Βασιλέα των Ελλήνων.
Εν Πολυγύρω τη 2α Νοεμβρίου 1912
'Ο Στρατιωτικός Διοικητής Χαλκιδικής
Γεώργιος Κολοκοτρώνης, Ταγματάρχης».
Η πράξη αυτή ήταν η επίσημη διακήρυξη της προσαρτήσεως της Χαλκδικής στο Ελληνικό κράτος μετά από σχεδόν πεντακόσια χρόνια Τουρκικής κατοχής και την ίδια ημέρα υψώθηκε για πρώτη φορά η Ελληνική σημαία στο Άγιον Όρος. Το Τάγμα παρέμεινε στη Χαλκιδική έως 28 Μαρτίου 1913, ενώ η συνθήκη του Βουκουρεστίου, που υπογράφηκε στις 28 Ιουλίου 1913, οριστικοποίησε τα σύνορα στα Βαλκάνια και την απελευθέρωση της Χαλκιδικής.

Ο αρχιστράτηγος βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέφερε στον μητροπολίτη Ειρηναίο: «... εις τους πολέμους τούτους η Μακεδονία έδωκεν εις το έθνος μας τον καλύτερον στρατόν, η δε Χαλκιδική τον άριστον.». Συνοπτικά, ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης και το «1ο Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών», το οποίο εντάχθηκε στην VII Μεραρχία μέχρι 21 Μαρτίου 1913 οπότε εντάχθηκε στην VI Μεραρχία του τακτικού στρατού, συμμετείχαν στις μάχες, της Κατερίνης, στις 15 Οκτωβρίου 1912, των Γιαννιτσών, στις 19,20 Οκτωβρίου 1912 και της Θεσσαλονίκης, στις 26 Οκτωβρίου 1912 στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού πολέμου.

Ο θάνατος του

Tο Τάγμα του Κολοκοτρώνη βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του ελληνοβουλγαρικού πολέμου το 1913, στη διάρκεια του Β' Βαλκανικού πολέμου. Στο ύψωμα 1378, στη μάχη στα στενά της Κρέσνας ανατολικά του όρους Όρβηλος στην περιοχή της Άνω Τζουμαγιάς, δόθηκε η πιο σκληρή και τελευταία μάχη του ελληνοβουλγαρικού πολέμου. Τη μια καταλάμβαναν το ύψωμα οι Έλληνες, την άλλη οι Βούλγαροι και το «1ο Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών» μπήκε στη μάχη με δύναμη 1.000 άνδρες και κατέληξε με 50 επιζώντες. Ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης βρήκε ηρωικό θάνατο, «κατάστικτος από τα θραύσματα», την ώρα που κατεύθυνε την επίθεση των ανδρών του, όταν μια βουλγαρική οβίδα έσκασε δίπλα του τινάσσοντας τον στον αέρα.

Σύμφωνα με όσα γράφει ο τότε Ανθυπολοχαγός και μετέπειτα Αντιστράτηγος Ιωάννης Αλεξάκης: «... Τον ταγματάρχην μου Κολοκοτρώνην Γ. είδον τελευταίαν φοράν κατά την συνάντησιν των, αντισυνταγματάρχου Παπαδόπουλου, ταγματάρχου Βελισσαρίου Ι. και ταγματάρχου Κολοκοτρώνη Γ.. ...{...}... Επακολούθησεν δεινός αγών του Λόχου μου ...{...}... Ο Ταγματάρχης τότε, παραλαβών την καταφθάνουσαν ετέραν 2αν Διλοχίαν έσπευσεν εις ενίσχυσίν μου. ...{...}... Αλλ’ ατυχώς, όταν έφθασεν επί της νοτιωτέρας και χαμηλοτέρας κορυφής, και ανατολικώτερον αυτής, εδέχθη το πλήγμα εχθρικής οβίδας και ή έπεσεν άπνους ή διακομιζόμενος προς τον Σταθμόν Επιδέσεως, του Ονιάρ Μαχαλά, εξέπνευσεν καθ’ οδόν όπου και ετάφη...».

Στη διάρκεια του Β' Βαλκανικού πολέμου, εναντίον των Βουλγάρων, ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης και το «1ο Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών» συμμετείχαν στις μάχες, του Λαχανά, στις 19,20,21 Ιουνίου 1913, των στενών του Σιδηροκάστρου, στις 26,27 Ιουνίου 1913, του Μελενίκου, στις 2 Ιουλίου 1913, του Πιλάφ Τεπέ, στις 6 Ιουλίου 1913 και της Άνω Τζουμαγιάς, στις 12,13,14 Ιουλίου 1913, μάχη που ήταν η τελευταία αυτού του πολέμου, πριν τη σύναψη ανακωχής.

Ο Κολοκοτρώνης τάφηκε στο Βορειοδυτικό άκρο του Βορειοδυτικού συνοικισμού του Ονιάρ Μαχαλά, το πρωί της 13ης Ιουλίου 1913, σε έδαφος που μετά το τέλος του πολέμου παρέμεινε υπό βουλγαρική κατοχή, ενώ ούτε τα οστά του δεν μεταφέρθηκαν από την Τζουμαγιά προς την Ελλάδα. Το σημείο της ταφής του υπάρχει σε σκαρίφημα που σχεδίασε ένας αξιωματικός και το παρέδωσε στον Βλαδίμηρο Κολοκοτρώνη. Προτομή του στήθηκε στο χώρο του μνημείου της μάχης Λαχανά [10], μαζί με προτομές άλλων πεσόντων αξιωματικών του Τάγματος Κρητών. Το σπαθί-οικογενειακό κειμήλιο που είχε στην κατοχή του και ανήκε στον παππού του, το Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, έπειτα από επιθυμία που είχε εκφράσει ο ίδιος πριν αναχωρήσει για το μέτωπο, δωρήθηκε μετά το θάνατό του στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Ελλάδας.

Μνήμη Γεωργίου Κολοκοτρώνη

Ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης ήταν μετρίου αναστήματος, με παράστημα όχι ευσταλές, σπάνια στέκονταν ευθυτενής, αλλά με λυγισμένο το ένα γόνατο, μελαχρινός με ρυτίδες στο πρόσωπο, μουστάκι ατημέλητο, αδρά χαρακτηριστικά και γενικότερα συμπαθής φυσιογνωμία. Υπήρξε ενθουσιώδης πατριώτης, φιλότιμος και γενναίος, με καλή θεωρητική στρατιωτική μόρφωση. Γνώριζε τους κανονισμούς, αγαπούσε την Κρήτη και αυτοαποκαλούνταν «Κρητικός». Ήταν άριστος ιππέας, όμως δεν άφηνε το άλογό του -τη φοράδα «Μαρίκα»- να τρέξει. Η προτομή του Κολοκοτρώνη τοποθετήθηκε από την Χ Μεραρχία Πεζικού στο προαύλιο του στρατοπέδου στο οποίο ήσαν οι εγκαταστάσεις της στην πόλη των Σερρών. Σήμερα στο στρατόπεδο αυτό εδρεύει η Χ Ταξιαρχία κατόπιν διαλύσεως της Χ Μεραρχίας.

Στην τάξη αποφοίτων του 2006 της Σχολής Μονίμων Υπαξιωματικών [Σ.Μ.Υ.] δόθηκε το όνομα «Ταγματάρχης Γεώργιος Κολοκοτρώνης». Το Δεκέμβριο του 2014, το δημοτικό Συμβούλιο Πολυγύρου, αποφάσισε να μετονομάσει δύο δρόμους της πόλεως, έναν στο όνομα «οδός Γεωργίου Κολοκοτρώνη, Ταγματάρχου» [11] και έναν στο όνομα «οδός 2ας Νοεμβρίου 1912». Η ονοματοδοσία τελέστηκε στις 12 Ιουλίου 2015, ημερομηνία θανάτου του Γεωργίου Κολοκοτρώνη.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. Ήρωες σχολών, σελίδα 7.
  2. [O Πάνος ή Παναγιωτάκης Κολοκοτρώνης ήταν ο υστερότοκος γιος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, που είχε γεννηθεί στο Ναύπλιο το 1836, και πήρε το όνομα του πρωτότοκου γιου του Κολοκοτρώνη Πάνου, που είχε δολοφονηθεί το 1824 από κυβερνητικούς, στην περίοδο του δεύτερου εμφυλίου πολέμου. Μητέρα του ήταν η πρώην μοναχή Μαργαρίτα, κόρη του Αγγελή Βελισσάρη, που φρόντιζε τον Κολοκοτρώνη, την εποχή που ήταν εξόριστος στην Ύδρα.]
  3. Ήρωες σχολών, σελίδα 7.
  4. [Ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης θεωρούσε τον εαυτό του και αυτοαποκαλούνταν «Κρητικός». Είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό που συνέβη το πρωί της 26ης Οκτωβρίου του 1912 στην είσοδο των Ελληνικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, όταν ο Κολοκοτρώνης φώναξε στον Ανθυπολοχαγό Γιάννη Αλεξάκη: «Δεν στο ’λεγα μωρέ Γιάννη ότι εμείς οι Κρητικοί θα μπούμε πρώτοι στη Θεσσαλονίκη;»]
  5. H απήχηση του θανάτου του Παύλου Mελά στην ελληνική λογοτεχνία Εφημερίδα «Η Καθημερινή»
  6. [«Ο Μακεδονικός Αγών–Αναμνήσεις», Κ. I.Μαζαράκης-Αινιάν, σελίδες 179-180, «…Αλλ’ ενώ από κοινού υπέβαλον έκθεσιν περί του δυνατού της οργανώσεως αμύνης εν Μακεδονία, οι Παπούλας και Κολοκοτρώνης υπέβαλον εμπιστευτικώς και ετέραν, δι’ ης απαισιοδόξως εκφράζοντο….»]
  7. Αγωνισθέντες κατά τον Μακεδονικό Αγώνα 1903—1909, Ένοπλος Αγών.
  8. [Στο 1ο Σύνταγμα καθώς και στο 1ο Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών δόθηκε ο χαρακτηρισμός «1ο Ανεξάρτητο Τάγμα Κρητών», γιατί η Κρήτη τυπικά και μόνο, ως το καλοκαίρι του 1913 δεν είχε ενωθεί επίσημα με την Ελλάδα.]
  9. [Την 17η Οκτωβρίου 1912 ο Τούρκος τοποτηρητής [καϊμακάμης] της Χαλκιδικής δέχτηκε την πρόταση του μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίου να αποχωρήσουν οι στρατιώτες του από τον Πολύγυρο και να καταφύγουν στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο Μητροπολίτης με κήρυκα ζήτησε από τους κατοίκους να βοηθήσουν με τα ζώα τους τη μεταφορά των γυναικοπαίδων και των αποσκευών των Τούρκων στη Θεσσαλονίκη. Το πρωί της 18ης Οκτωβρίου οι περίπου 2.000 Τούρκοι στρατιώτες αποχώρησαν με τη συνοδεία του Μητροπολίτη Ειρηναίου και του προκρίτου Αθανάσιου Σαμαρά. Στις 19 Οκτωβρίου μπήκαν στον πολύγυρο περίπου 70 μακεδονομάχοι υπό τον Βασίλειο Παπακώστα. Οι Μητροπολίτες Κασσανδρείας Ειρηναίος και ο Ιερισσού Σωκράτης πήγαν στη Θεσσαλονίκη και ζήτησαν να σταλεί στη Χαλκιδική τμήμα ελληνικού στρατού για την τήρηση της τάξεως και την επισημοποίηση της ελληνικής εξουσίας, όμως ο Ειρηναίος, καθ' οδόν προς Θεσσαλονίκη κοντά στα Βασιλικά συνάντησε τμήμα βουλγαρικού στρατού το οποίο πήγαινε να καταλάβει το Άγιον Όρος και ανέφερε το γεγονός στον Διάδοχο Κωνσταντίνο. Την επομένη, 2 Νοεμβρίου, το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» με το Αντιτορπιλικό «Θύελλα» καθώς και τα ανιχνευτικά «Ιέραξ» και «Πάνθηρ» κατέφτασαν στο Άγιο Όρος. Οι μοναχοί χτυπούσαν τα σήμαντρα και τις καμπάνες χαρμόσυνα και το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» απάντησε με 21 χαιρετιστήριες βολές. Το Αντιτορπιλικό «Θύελλα» έδεσε στο λιμανάκι της Δάφνης όπου αποβιβάστηκε άγημα 40 ανδρών, ενώ ο ο εκπρόσωπος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που έδρευε στον Πύργο του Πρωτάτου παρέδωσε το Άγιον Όρος στις Ελληνικές Δυνάμεις και ταυτόχρονα στη Δάφνη και στις Καρυές υψώθηκε η Ελληνική Σημαία. Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» με τα ανιχνευτικά «Ιέραξ» και «Πάνθηρ» κατευθύνθηκαν προς τον όρμο του Πρόβλακα, κοντά στα Νέα Ρόδα, όπου αποβίβασαν 200 άνδρες, οι οποίοι κατέλαβαν την διώρυγα του Ξέρξη.]
  10. [Στο χώρο του μνημείου της μάχης του Λαχανά στήθηκαν επίσης προτομές των φονευθέντων αξιωματικών του Τάγματος Κρητών, Λυμπέρη Καλοπόθου, σκοτώθηκε στον Λαχανά, στις 21 Ιουνίου 1913, Ιωάννου Ζητουνιάτη, σκοτώθηκε στον Λαχανά, την ίδια μέρα και του Γεωργίου Παπαδόπουλου, που σκοτώθηκε στη μάχη του Σιδηροκάστρου, στις 27 Ιουνίου 1913.]
  11. Πρακτικό της 24/2014 συνεδριάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου Πολυγύρου, 22 Δεκεμβρίου 2014, ημέρα Δευτέρα.