Γεώργιος Μπούσιος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Γεώργιος Μπούσιος, Έλληνας μοναρχικός εθνικιστής, έμπορος και επιχειρηματίας, εθνικός αγωνιστής, συνεργάτης του Ίωνα Δραγούμη και από τους πρωτοπόρους του Μακεδονικού Αγώνα στην περιφέρειά του, βουλευτής στο Οθωμανικό κοινοβούλιο το 1908, μέλος της «Οργανώσεως Κωνσταντινουπόλεως» που υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των εθνοτήτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, πολιτικός που εκλέχθηκε βουλευτής στο Ελληνικό κοινοβούλιο και διατέλεσε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση του Τριανταφυλλάκου, γεννήθηκε το 1875 ή σύμφωνα με άλλες πηγές το 1976 στα Γρεβενά και πέθανε [1] στις 23 Μαρτίου του 1929 στην Αθήνα, μετά από εγχείρηση για την αφαίρεση πέτρας στο νεφρό του. Η νεκρώσιμη ακολουθία του Μπούσιο εψάλη στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου Καρύκη το απόγευμα της 24ης Μαρτίου και η κηδεία του τελέστηκε δημοσία δαπάνη ενώ ακολούθησε η ταφή της σορού του στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Μπούσιος ήταν άγαμος και δεν άφησε απογόνους.

Γεώργιος Μπούσιος
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 1875 ή 1876
Τόπος: Γρεβενά
Σύζυγος: Άγαμος
Τέκνα: Άτεκνος
Υπηκοότητα: Τουρκική, Ελληνική
Ασχολία: Επιχειρηματίας, εθνικός αγωνιστής
Θάνατος: 23 Μαρτίου 1928
Τόπος: Αθήνα

Βιογραφία

Η οικογένεια Μπούσιου κατείχε εκτάσεις στην περιοχή των Γρεβενών, όπου καλλιεργούσε καπνά, σιτηρά και οπωροκηπευτικά, όμως ο πατέρας του ήταν και ιδιοκτήτης του ομώνυμου αλευρόμυλου [2]. Πατέρας του Γιώργου ήταν ο Ανδρέας Μπούσιος και αδέλφια του [3] Γεωργίου ήταν ο Δημήτριος, η Χαρίκλεια, η Αγγελική και η Ελισσάβετ. Ο Γεώργιος Μπούσιος παρακολούθησε τα εγκύκλια μαθήματα στην γενέτειρα του και συνέχισε με σπουδές στην Ελληνική Εμπορική Σχολή της Χάλκης από την οποία αποφοίτησε αριστούχος σε ηλικία 15 ετών. Το 1890 επέστρεψε στα Γρεβενά και ανέλαβε την διαχείριση του εμπορικού οίκου της οικογένειας του ενώ ασχολήθηκε και με ζητήματα κληρονομιών των συμπατριωτών του καθώς και Αστικού Δικαίου. Παράλληλα με τις εμπορικές του δραστηριότητες στην περιοχή ασχολήθηκε με την εξάσκηση και περαιτέρω εκμάθηση της Τουρκικής γλώσσας, γνώσεις της οποίας είχε λάβει στη διάρκεια της παραμονής του στη Χάλκη. Σύντομα ο Μπούσιος μπορούσε να μιλά και να γράφει την Τουρκική γλώσσα κατορθώνοντας μ' αυτό τον τρόπο, αρχικά, να επεκτείνει τις εμπορικές του δραστηριότητες.

Εθνική & πολιτική δράση

Ο Μπούσιος, που διατέλεσε εφοροταμίας και δημογέροντας Γρεβενών και βρίσκονταν πάντα στην πρώτη γραμμή διεκδικήσεων των Εθνικών δικαίων, ήρθε συχνά σε αντιπαράθεση με την Τουρκική εξουσία. Στην πόλη συνεργάστηκε με το μητροπολίτη Αγαθάγγελο και τον αρχιερατικό επίτροπο της Μητροπόλεως Αθανάσιο Τσάμη, προκειμένου να παρασχεθεί βοήθεια στα ελληνικά σώματα που διέρχονταν ή δρούσαν στην περιοχή και να καταπολεμηθεί η ρουμανική προπαγάνδα και οι τουρκορουμανικές συμμορίες.

Σύλληψη /Φυλάκιση / Απονομή χάριτος

Για τη δράση του συνελήφθη στις 13 Μαΐου 1906 μαζί με τους πρόκριτους-δικηγόρους, Νικόλαο Κουσίδη και Σπύρο Ευθυμιάδη, ενώ μαζί τους συνελήφθησαν οι Θωμάς Αθ. Ηλίας και Ιωάννης Κιναμιώτης και όλοι τους κλείστηκαν στις φυλακές Μοναστηρίου για 40 ημέρες. Μόλις μαθεύτηκε η σύλληψή τους, οι κάτοικοι διαμαρτυρήθηκαν και οι έμποροι προχώρησαν σε κλείσιμο των καταστημάτων τους από το απόγευμα της ημέρας που συνελήφθησαν μέχρι το μεσημέρι της επομένης. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου 1906 ο Μπούσιος, μαζί του και ο Κουσίδης, συνελήφθη και πάλι και προφυλακίστηκε στο Μοναστήρι. Στη σύλληψη τους προχώρησαν οι Τουρκικές αρχές έπειτα από κατάσχεση κρυπτογραφικών επιστολών, οι οποίες, όπως υποστήριζαν οι Τούρκοι έφεραν την υπογραφή του. Μετά από δίμηνη προφυλάκιση δικάστηκαν στις 17 Φεβρουαρίου 1907 από το Έκτακτο Δικαστήριο Μοναστηρίου, το οποίο τους καταδίκασε σε τριετή φυλάκιση, με ψήφους τρεις υπέρ και δύο κατά. Μετά από 13 μήνες εγκλεισμό στις φυλακές, αποφυλακίστηκαν στις 2 Ιανουαρίου 1908, με ενέργειες του ευρισκομένου κοντά στο Χιλμή Πασά παρέδρου και αντιπροσώπου των Μεγάλων Δυνάμεων Αυστριακού Αλεξάνδρου Οπενχάιμερ και του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ' τους δόθηκε χάρη από τον σουλτάνο.

Βουλευτής στο Τουρκικό κοινοβούλιο

Τον Οκτώβριο του 1908 διεξήχθησαν οι πρώτες οθωμανικές βουλευτικές εκλογές, τις οποίες διενήργησε το Νεοτουρκικό Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος», στις οποίες συμμετείχαν και αντιπρόσωποι όλων των εθνοτήτων που κατοικούσαν στην Αυτοκρατορία. Η επαρχία Σερβίων του Νομού Μοναστηρίου, στο οποίο ανήκαν οι σημερινοί νομοί Κοζάνης και Γρεβενών, καθώς και η επαρχία Ελασσόνας, αποτελούσε εκλογική περιφέρεια, η οποία, με βάση τον πληθυσμό που είχε μπορούσε να εκλέξει δύο βουλευτές οποιασδήποτε εθνικότητας. Δικαίωμα ψήφου είχαν μόνο οι άνδρες ηλικίας 25 ετών και άνω. Η εκλογή βουλευτών γινόταν από τους εκλέκτορες των επαρχιών Ελασσόνας, Σερβίων, Κοζάνης, Γρεβενών, Ανασελίτσας (Βοΐου) και Καϊλαρίων (Πτολεμαΐδας). Οι υποψήφιοι έπρεπε να είναι εγγράμματοι και να είναι ικανοί να αγορεύουν στην Τουρκική γλώσσα. Τα Ελληνικά Προξενεία Μοναστηρίου και Ελασσόνας πρότειναν να είναι υποψήφιος από τα Γρεβενά είτε ο Νικόλαος Κουσίδης είτε ο Γεώργιος Μπούσιος και επικράτησε η υποψηφιότητα του Μπούσιου, που εκπροσωπούσε την Κοινότητα Γρεβενών όμως είχε ικανές συμπάθειες και σε άλλες επαρχίες. Στον Κουσίδη έγινε πρόταση από τον πρόξενο Μοναστηρίου Κ. Δημαρά, ο οποίος μέχρι τότε υποστήριζε φανερά την υποψηφιότητά του, να παραιτηθεί, για να μην επέλθει διάσπαση των ψηφοφόρων και ο Κουσίδης συμμορφώθηκε με την υπόδειξη, λαμβάνοντας συγχαρητήρια από την ελληνική κυβέρνηση. Στις εκλογές οι Έλληνες εξέλεξαν 63 εκλέκτορες και οι Τούρκοι 38. Από τα Γρεβενά οι εκλέκτορες ήταν 21 Έλληνες και 3 Τούρκοι. Έτσι εξελέγησαν δύο Έλληνες βουλευτές στα Σέρβια, ο Γεώργιος Μπούσιος από τα Γρεβενά και ο Κωνσταντίνος Δρίζης από την Κοζάνη, ενώ οι Νεότουρκοι δεν κατόρθωσαν να αναδείξουν δικό τους βουλευτή.

Η δράση του στην Κωνσταντινούπολη

Η πρώτη συνεδρίαση της πολυεθνικής Οθωμανικής Βουλής διεξήχθη στις 4/17 Δεκεμβρίου 1908 με τελετή, στην οποία ήταν παρόντες οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Στο Μπούσιο, οι υπόλοιποι Έλληνες βουλευτές, 23 στον αριθμό, ανέθεσαν την ηγεσία της ελληνικής ομάδος. Ο Μπούσιος, που διηύθυνε την ομάδα με δεξιότητα, πολιτική διορατικότητα, με σθένος και τόλμη, ανέπτυξε τις θέσεις του, αγορεύοντας στο Κοινοβούλιο αλλά και αρθρογραφώντας στον Τύπο της Κωνσταντινουπόλεως υπέρ των εθνικών και θρησκευτικών δικαίων των Ελλήνων. Ο Μπούσιος ασπάζονταν τις ιδέες του Δραγούμη και πίστευε στην ύπαρξη ενός γνήσιου «οθωμανικού πατριωτισμού» ανάμεσα σε Έλληνες ή Ελληνορθόδοξους κατοίκους της αυτοκρατορίας, οι οποίοι έβλεπαν το μέλλον τους ως μέρος της τελευταίας και να προσπαθούσαν να επιβιώσουν στα πλαίσιά της, χωρίς αυτό να σημαίνει απόρριψη του Ελληνικού κράτους κι είχε πει χαρακτηριστικά: «το οθωμανικό κράτος είναι η μητέρα μας, η Ελλάδα είναι η αδελφή μας». Στη διάρκεια της θητείας του ένα από σημαντικά ζητήματα τριβής αναδείχθηκε η υποχρεωτική στρατολόγηση των μη μουσουλμάνων. Το μέτρο εφαρμόστηκε το 1909 και ο Παντελής Κοσμίδης προσπαθούσε με παρεμβάσεις του να μειώσει τις συνέπειες ενός τέτοιου μέτρου. Έτσι εισηγήθηκε να ισχύσει η στρατολόγηση από την επόμενη χρονιά, καθώς ο φόρος απαλλαγής (μπεντέλ-ι ασκερί) είχε ήδη καταβληθεί. Εισηγήθηκε επίσης η υποχρεωτική θητεία στον οθωμανικό στρατό να είναι διετής. Το επιχείρημα που χρησιμοποιούσαν τόσο εκείνος όσο και ο Γεώργιος Μπούσιος, είναι πως η μεγάλη θητεία έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία, καθώς οι παραγωγικές ηλικίες αδρανοποιούνται. Ο Κοσμίδης και ο Μπούσιος ενστερνίζονταν τη στρατολόγηση των χριστιανών, αντίθετα με άλλους βουλευτές, όπως ο Άρτας από τη Θεσσαλονίκη, που την απέρριπταν. Στο Νόμο περί Στρατολογίας (Αχζιασκέρ κανουνού), που ψηφίστηκε το 1909, γίνεται λόγος για την ανάγκη να υπηρετεί όλος ο «οθωμανικός λαός» (εφραντ-ί οσμανιγιέ). Ο Κοσμίδης, όπως και Μπούσιος, θεωρούσε πως σε αυτόν ανήκουν και οι Ελληνορθόδοξοι, άποψη που δε συμμεριζόταν ο Άρτας.

Χειρίζονταν με ευχέρεια το γραπτό λόγο και δημοσίευσε άρθρα σχεδόν σε όλες τις ελληνικές εφημερίδες της Πόλεως, κυρίως όμως στην εφημερίδα «Πολιτική Επιθεώρησις» [4] [5], της οποίας ήταν συνιδρυτής μαζί με τον Ίωνα Δραγούμη και τον Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη. Μέσω της εφημερίδος ασκούσε οξύτατη ενυπόγραφη κριτική στο καθεστώς των Νεοτούρκων, ως βουλευτής Σερβίων. Το τελευταίο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 1909, εξαιτίας ενός άρθρου που έγραψε ο Μπούσιος στην εφημερίδα «Νεολόγος» της Κωνσταντινουπόλεως, με το οποίο προέβαινε σε σχόλια εις βάρος των Τούρκων, το Στρατοδικείο με απόφασή του απαγόρευσε την έκδοση της [6]. Για τη δολοφονία του μητροπολίτη Αιμιλιανού ο Μπούσιος δημοσίευσε άρθρο [7] με το οποίο επιτέθηκε με δριμύτατα στην τουρκική κυβέρνηση για απροθυμία στην αποκάλυψη των δραστών της, τους οποίους και συγκάλυπτε.

Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως

Στην Κωνσταντινούπολη ο Αθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης, σε συνεργασία με τον Ίωνα Δραγούμη, ίδρυσε το 1908 τη μυστική «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως», η οποία είχε ως στόχο την σταδιακή κατάληψη των καίριων θέσεων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας από Έλληνες, στα πλαίσια της ισονομίας και ισοπολιτείας που είχε υποσχεθεί ότι θα παρείχε στους υπηκόους της οθωμανικής αυτοκρατορίας το τουρκικό Σύνταγμα, σύμφωνα με τις υποσχέσεις των Νεοτούρκων. Στην Οργάνωση αυτή είχαν μυηθεί και 16 από τους 24 Έλληνες βουλευτές του Οθωμανικού Κοινοβουλίου. Μεταξύ αυτών ήταν και οι τρεις βουλευτές Σερβίων, Μπούσιος, Κ. Δρίζης και Χαρ. Βαμβακάς. Ο κορυφαίος εκφραστής της γραμμής της οργανώσεως εντός της Οθωμανικής βουλής υπήρξε ο Γεώργιος Μπούσιος, που με την πύρινη αρθρογραφία του υπέρ της μεταμορφώσεως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε Βυζαντινή, κίνησε την προσοχή των Αρχών.

Ο Αθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης, σύστησε τον «Οθωμανικόν Πολιτικόν Σύνδεσμον Κωνσταντινουπόλεως» ο οποίος τον Απρίλιο του 1910 μετονομάστηκε σε «Συνταγματικό Πολιτικό Σύνδεσμο» και την ηγεσία του ανέλαβε ο Μπούσιος επισφραγίζοντας την απροκάλυπτη στάση του σωματείου υπέρ της διεκδικήσεως της εθνικής αυτονομίας. Είναι ενδεικτική ή αποστροφή τού Μπούσιου κατά την λογοδοσία του ενώπιον συνεταίρων: «Αυτά είχον να σάς είπω. Μέ πολιτικόν πρόγραμμα τού έθνους, τό συνοψισθέν εις τό υπόμνημα τών Ελλήνων βουλευτών, μέ πολιτικήν όχι ραγιαδισμού, αναξιοπρεπή καί ανωφελή δι’ ημάς, ύπουλον δέ διά τό Κράτος, άλλα πολιτικήν ειλικρινούς φιλίας προς τάς άλλας έθνότητας καί μετά παρρησίας λέγουσαν εις τούς κρατούντας, ότι ό μόνος τρόπος, ίνα σωθώσι καί αύτοί, είνε να δεχθώσιν ειλικρινώς τήν αυθυπαρξίαν τών εθνοτήτων καί ισοπολιτείαν τινά αύτών, ηύξήσαμεν τό γόητρον τού Ελληνισμού, εκάμαμεν έλευθερωτέρας τάς ψυχάς τών Ελλήνων, ανεκόψαμεν τά σχέδια περί αποσυνθέσεως τών εθνοτήτων, εθέσαμεν τάς βάσεις τής θετικωτέρας αποδοχής τού προγράμματος ημών. Άν τό Κράτος τούτο δέν καταστροφή, είνε άδύνατον να μή έπιτύχη τό πρόγραμμά μας. Άν δέν καταστροφή, ή έθνότης μας ούτω θά περισωθή» [8]

Εκλογική ήττα

Τον Ιανουάριο του 1912 με διάταγμα του Σουλτάνου διαλύθηκε η βουλή και προκηρύχθηκαν εκλογές για τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου, όμως οι Νεότουρκοι τροποποίησαν τον εκλογικό νόμο στην περιοχή των Σερβίων προσπαθώντας να εμποδίσουν την εκλογή του Μπούσιου. Τόσο ο Μπούσιος όσο και άλλοι Έλληνες που αποτελούσαν μέλη του κοινοβουλίου, ακολούθησαν αδιάλλακτη στάση απέναντι στην πολιτική των Νεότουρκων, γεγονός που τους στέρησε την επανεκλογή τους το 1912, κάτι που δεν είναι άσχετο με την οριστική ρήξη στις σχέσεις μεταξύ των οθωμανικών κυβερνήσεων της εποχής και της πολιτικής και θρησκευτικής ηγεσίας των Ελληνορθόδοξων [9]. Οι πέντε Μητροπολίτες της επαρχίας Μοναστηρίου (Πελαγονίας, Σερβίων και Κοζάνης, Γρεβενών, Σισανίου και Σιατίστης και Ελασσόνας), σε τηλεγράφημα που απέστειλαν στην Κωνσταντινούπολη, ανέφεραν:

  • αυθαίρετες και παράνομες εκλογικές διαιρέσεις,
  • διαγραφή ολόκληρων σειρών Ελλήνων εκλογέων,
  • μη διαγραφή από τους εκλογικούς καταλόγους των Τούρκων που είχαν πεθάνει το τελευταίο χρονικό διάστημα, με σκοπό να τους θεωρήσουν ως ψηφοφόρους,
  • αιφνιδιαστική προκήρυξη των εκλογών, χωρίς να γίνει προηγουμένως ανάρτηση καταλόγων,
  • κλειστές κάλπες που εύρισκαν οι χριστιανοί, όταν πήγαιναν να ψηφίσουν,
  • καταστρατήγηση του εκλογικού νόμου,
  • περιοδεία στα χωριά δραπετών των φυλακών και άλλων κακοποιών, που πίεζαν τους κατοίκους, για να ψηφίσουν τους οπαδούς των Νεοτούρκων,
  • απειλή για κεφαλική ποινή στο μητροπολίτη Γρεβενών και τον επίτροπο των Καϊλαρίων και κατέληγαν: «Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση δεν έχουμε πλέον βουλευτικές εκλογές, αλλά Γενιτσαρισμό, χλευασμό Συντάγματος και εκμηδένιση του στοιχειωδέστερου ανθρωπισμού».

Το τηλεγράφημα του Ελληνικού Προξενείου Ελασσόνος στο Υπουργείο των Εξωτερικών, στις 3 Απριλίου 1912, σχετικά με τα εκλογικά αποτελέσματα αναφέρει: «Λαμβάνω την τιμήν να ανακοινώσω ότι βουλευταί Σερβίων εξελέγησαν Οσμάν και Γρηγόριος Αναγνώστου οπαδοί Κομιτάτου, δια ψήφων 71 κατά 39 υπέρ Βαμβακά και Μπουσίου, ενός χριστιανού αρνηθέντος ψήφου». Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους κηρύχθηκε ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος και η Δυτική Μακεδονία απελευθερώθηκε από τον Τουρκικό ζυγό, οπότε έπαψε να υφίσταται οθωμανική επαρχία Σερβίων. Οι Νεότουρκοι κατέλαβαν εκ νέου την εξουσία στις αρχές του 1913 και απέλασαν τον Μπούσιο, που διέμενε τότε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ έκλεισαν και διακόπηκε οριστικά η κυκλοφορία της εφημερίδος «Πολιτική Επιθεώρηση».

Εγκατάσταση στην Αθήνα

Τον Μάρτιο του 1913 ο Μπούσιος απελάθηκε από την Κωνσταντινούπολη από την Κυβέρνηση των Νεοτούρκων του Σαήτ Πασά και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα επισκεπτόμενος κατά περιόδους τα Γρεβενά, όπου κατοικούσε μόνιμα ο αδελφός του Δημήτριος. ένα χρόνο αργότερα, το Μάρτιο του 1914 ανέλαβε τη διεύθυνση του αγώνα στον ανατολικό τομέα της Βορείου Ηπείρου, συγκεκριμένα στην περιοχή της Κορυτσάς, με τον Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφου.

Πολιτική δράση

Στις 31 Μαΐου 1915, μετά την προσάρτηση της Μακεδονίας στον εθνικό κορμό, διεξήχθησαν βουλευτικές εκλογές στις οποίες συμμετείχαν για πρώτη φορά και οι αποκαλούμενες Νέες Χώρες που εκπροσωπήθηκαν από 134 βουλευτές. Στις εκλογές καταρτίστηκε από τον Ίωνα Δραγούμη, στη Δυτική Μακεδονία, ανεξάρτητος συνδυασμός, γνωστός ως «Μακεδονική Ομάδα». Σύμφωνα με τις προγραμματικές της διακηρύξεις η ομάδα θα τηρούσε ανεξάρτητη στάση στη Βουλή, έχουσα ως όργανο την εφημερίδα «Πολιτική Επιθεώρηση». Από τους υποψήφιους της ομάδας πέτυχαν να εκλεγούν οκτώ βουλευτές. Την ηγεσία της ομάδας αυτής είχε ο βουλευτής Φλώρινας Ιωάννης (Ίων) Δραγούμης. Στις εκλογές επικράτησε το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου, με 184 έδρες επί συνόλου 316 και στα Γρεβενά εκλέχθηκε βουλευτής και ο Γεώργιος Μπούσιος. Η διαφωνία του βασιλιά Κωνσταντίνου Α', που επιθυμούσε να παραμείνει ουδέτερη η Ελλάδα στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου που επιθυμούσε η Ελλάδα να πολεμήσει στο πλάι των δυνάμεων της Συνεννοήσεως ή Αντάντ [Entente, δηλαδή Αγγλία, Γαλλία, Ρωσίας], οδήγησε τα πολιτικά πράγματα σε αδιέξοδο. Τον Σεπτέμβριο του 1915 η κυβέρνηση Βενιζέλου υπέβαλε την παραίτηση της στον βασιλιά και προκηρύχτηκαν εκλογές για τις 6 Δεκεμβρίου 1915, στις οποίες το Κόμμα των Φιλελευθέρων δήλωσε αποχή. Στην κυβέρνηση που προέκυψε πρωθυπουργός αναδείχθηκε ο Στέφανος Σκουλούδης. Στο Νομό Κοζάνης ο Γεώργιος Μπούσιος εκλέχθηκε για 2η φορά βουλευτής.

Το κράτος της Θεσσαλονίκης / Γαλλική κατοχή

Ο Γεώργιος Μπούσιος την περίοδο από το 1915 μέχρι το 1920, περίοδο του Εθνικού διχασμού, τάχθηκε στο πλευρό του βασιλιά Κωνσταντίνου Α' στοχοποιήθηκε και διώχθηκε από το καθεστώς Βενιζέλου, ενώ υπέστη σημαντικές και σε κάποιες περιπτώσεις καταστροφικές ζημιές η περιουσία του από τους Γάλλους που κατέλαβαν τα Γρεβενά. Οι Γάλλοι στη διάρκεια της παραμονής τους στα Γρεβενά κατέστρεψαν τον αλευρόμυλο της οικογένειας κι όλα τα σιδερένια εξαρτήματα του χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή πετάλων των ίππων και έκοψαν όλες τις λεύκες και τα δένδρα γύρω από τον αλευρόμυλο, για να εκμεταλλευτούν την ξυλεία τους. Το Νοέμβριο του 1918, ο βενιζελικός γενικός διοικητής Κοζάνης-Φλωρίνης Ιωάννης Ηλιάκης, προχώρησε στην επίταξη της κατοικίας του βουλευτή Μπούσιου, το οποίο αποτελούνταν από τρία διαμερίσματα και σκοπός της επιτάξεως ήταν να χρησιμοποιηθεί ως αποθήκη για τις ανάγκες της Επιτροπής Επισιτισμού Γρεβενών.

Προπηλακισμός του Μπούσιου στη Βουλή

Στα τέλη του Μαΐου 1917, όταν με απαίτηση των ξένων δυνάμεων εκθρονίστηκε ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α', ο Βενιζέλος δεν προκήρυξε εκλογές και απλώς επανέφερε τη Βουλή που είχε προκύψει από τις εκλογές της 31 Μαΐου 1915. Στη συνεδρίαση της Βουλής στις 11 Αυγούστου 1917, στην οποία ήταν παρών και ο Βενιζέλος, ο Μπούσιος ανήλθε στο βήμα και υπερασπίστηκε την πολιτική του εξόριστου βασιλιά επισημαίνοντας πως το κίνημα της Θεσσαλονίκης δεν ήταν καθαρά ελληνικό γιατί από την αρχή μέχρι το τέλος είχε την ξενική προστασία και διότι «ἐτέθη ὑπὸ τὴν προστασίαν ξένων κυβερνήσεων...». επομένως η λέξη «επανάσταση» που χρησιμοποιήθηκε από τον Βενιζέλο δεν ανταποκρίνεται στην έννοια του όρου, γιατί δεν νοείται να αποκαλείται κάποιος επαναστάτης όταν στηρίζει την επιτυχία του στην επέμβαση ξένων στρατευμάτων. Η απομάκρυνση του βασιλιά είναι αποτέλεσμα της επεμβάσεως των δυνάμεων της Αντάντ και όχι επαναστατικό συμβάν, όπως προκύπτει φάνηκε από το τελεσίγραφο και τους όρους που διατύπωσε ο Ζονάρ, ο Ύπατος Αρμοστής της Αντάντ, στο βασιλιά, μεταξύ των οποίων και την αντικατάστασή του από τον δευτερότοκο γιο του Αλέξανδρο. Όταν απομακρύνθηκε από την Ελλάδα ο βασιλιάς Κωνσταντίνος δεν παραιτήθηκε από το Θρόνο, οπότε δεν πρέπει να αναγνωρισθεί ως κανονικό το καθεστώς που δημιουργήθηκε με βασιλιά τον Αλέξανδρο. Η ομιλία και τα επιχειρήματα του Μπούσιου προκάλεσαν διαμαρτυρίες από τα έδρανα των κυβερνητικών βουλευτών και πολλοί απ' αυτούς όρμησαν προς το βήμα και επιτέθηκαν στο ρήτορα. Ο υπολοχαγός και παλιός Μακεδονομάχος Παύλος Γύπαρης, που είχε προσληφθεί στο Φρουραρχείο της Βουλής ως έμπιστος του Βενιζέλου, εισήλθε στην αίθουσα, χειροδίκησε, προπηλάκισε και έσυρε κατεβάζοντας από το βήμα το Μπούσιο. Ο Βενιζέλος, που ήταν παρών σε όλη τη διάρκεια της ομιλίας του Μπούσιου, αντέδρασε καθυστερημένα και αφού σηκώθηκε από τη θέση του και προχωρώντας ανάμεσα από τους βουλευτές της παρατάξεως του φρόντισε να επανέλθει στο βήμα ο Μπούσιος, ενώ απευθύνθηκε και στον Πρόεδρο της Βουλής ζητώντας του να διατάξει το Φρούραρχο να συλλάβει το Γύπαρη.

Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο

Μετά τη δολοφονία του Δραγούμη, ο Μπούσιος αναδείχθηκε ηγέτης των βουλευτών που υποστήριζαν τον Ίωνα. Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 οι Φιλελεύθεροι συνετρίβησαν και ο Βενιζέλος, που δεν εξελέγη ούτε βουλευτής, αναχώρησε για το εξωτερικό και εγκαταστάθηκε ως αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Σχεδόν όλες τις έδρες στο νομό Κοζάνης τις κατέλαβαν οι βουλευτές του Λαϊκού Κόμματος του Δημητρίου Γούναρη, που ήταν ο πραγματικός νικητής των εκλογών, όμως για να μην προκαλέσει την αντίδραση των Συμμάχων λόγω της αυστηρής κριτικής που ασκούσε προεκλογικά στο Βενιζέλο, παραχώρησε τη θέση του Πρωθυπουργού στον Δημήτριο Ράλλη και κράτησε για τον εαυτό του το Υπουργείο των Στρατιωτικών. Στα τέλη Φεβρουαρίου, αρχές Μαρτίου του 1922 ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α' ανέθεσε στο Μπούσιο εντολή σχηματισμού Κυβερνήσεως την οποία ο Μπούσιος κατέθεσε καθώς δεν του παρείχε κοινοβουλευτική στήριξη ο Γούναρης.

Υπουργός

Ο Μπούσιος διατέλεσε

  • υπουργός Εσωτερικών και προσωρινώς Επισιτισμού στην κυβέρνηση του Νικολάου Τριανταφυλλάκου μετά την κατάρρευση του Μετώπου στην Μικρά Ασία, από τις 28 Αυγούστου 1922 [10] μέχρι την παραίτηση της Κυβερνήσεως στις 19 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, όταν εκδηλώθηκε στη Χίο και Μυτιλήνη επαναστατικό κίνημα (στις 11-12 Σεπτεμβρίου 1922), με αρχηγούς τους συνταγματάρχες Στυλιανό Γονατά, Νικόλαο Πλαστήρα και τον αντιπλοίαρχο Δημήτριο Φωκά, το οποίο έφερε την ονομασία «Επανάσταση του Στρατού και του Στόλου».

Στις εκλογές 16ης Δεκεμβρίου 1923 υπήρξε καθολική αποχή της «Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως» [11] και ο Μπούσιος δεν ήταν υποψήφιος. Επανεκλέχθηκε στις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 και απέτυχε στις εκλογές της 19ης Αυγούστου 1928, που ήταν και η τελευταία εκλογική αναμέτρηση στην οποία συμμετείχε. Στις εκλογές αυτές ο Μπούσιος έπεσε θύμα της διαφοροποιήσεως του εκλογικού σώματος των Γρεβενών, λόγω της εγκαταστάσεως στην περιοχή των προσφύγων της Μικράς Ασίας, οι οποίοι ψήφισαν μαζικά το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου.

Συγγραφικό έργο

  • Το Πολιτικόν Πρόγραμμα τον Ελληνισμού έν Τουρκία, [Κωνσταντινούπολη] 1912.

Το τέλος του

Ο Μπούσιος αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας και τον Μάρτιο του 1929 εισήλθε σε κλινική των Αθηνών, για να υποβληθεί σε εγχείρηση νεφρών, η οποία απέτυχε και στις 23 του ίδιου μήνα απεβίωσε. Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη και αναγνωρίστηκε από την Πολιτεία ότι «η εκλιπούσα πολιτική φυσιογνωμία του Γεωργίου Μπούσιου υπήρξε εθνικό κεφάλαιο». Στην επικήδεια ακολουθία παρέστη ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Α' και ο τότε Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Βασίλειος. Παρών ήταν ο Παναγής Τσαλδάρης, επικεφαλής του Λαϊκού Κόμματος, και πολυπληθείς εκπρόσωποι Μακεδονικών οργανώσεων. Παρόντες ήταν επίσης ο υπουργός Συγκοινωνιών και πρόεδρος της Μακεδονικής Εκπαιδευτικής Εταιρείας Αντώνιος Χρηστομάνος, οι πρώην πρωθυπουργοί Αθανάσιος Ευταξίας και Νικόλαος Τριανταφυλλάκος, ο στρατηγός και αρχηγός του Κόμματος των Ελευθεροφρόνων Ιωάννης Μεταξάς, ο στρατηγός Βίκτωρ Δούσμανης, ο Κυριάκος Βενιζέλος, γιος του Ελ. Βενιζέλου, ο οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα Γεώργιος Τσόντος-Βάρδας και πολλοί Μακεδόνες των Αθηνών.

Μνήμη Γεωργίου Μπούσιου

Ο Μπούσιος τιμήθηκε για τη συμμετοχή του στο Μακεδονικό Αγώνα και αναγνωρίστηκε ως «πράκτορας Α΄ τάξεως» [12], διότι διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση του ένοπλου αγώνα στη Μακεδονία και στην ανύψωση του εθνικού φρονήματος των Ελλήνων. Η προσφορά του τιμήθηκε με ανδριάντα στον περίβολο του δικαστικού Μεγάρου Γρεβενών, πολύ κοντά στην πλατεία Αιμιλιανού, το οποίο αναγέρθηκε σε οικόπεδο δωρεά της οικογενείας του. Παράσημο για την δράση του είναι το ποίημα «Πατρίδα» που έγραψε ο θε­ω­ρη­τι­κός της νε­ο­τουρ­κι­κής ι­δε­ο­λο­γί­ας, του λε­γό­με­νου «τουρ­κι­σμού», ο Ζι­γιά Γκιο­κάλ­π, όπου ο­ρα­μα­τί­ζε­ται μια Τουρ­κί­α στην ο­ποί­α: «Στο κά­θε ά­το­μο έ­να θα εί­ναι το ι­δα­νι­κό, η γλώσ­σα, τα έ­θι­μα, η θρη­σκεί­α θα εί­ναι έ­να.../Οι βου­λευ­τές της θα εί­ναι κα­θα­ροί, κι’ οι Μπού­σιοι δεν έ­χουν λό­γο» [13]. Ο Μπούσιος διακρίθηκε για την ευθύτητα του χαρακτήρα του, το θάρρος της γνώμης του, την έντονη εθνική του δράση, τις σταθερές πολιτικές του αρχές, την εντιμότητά του και την ανεξαρτησία σκέψεως και θελήσεως. Ως βουλευτής, εκλέχθηκε τέσσερις φορές, διακρίθηκε και επιβλήθηκε και στο Ελληνικό κοινοβούλιο, καθώς διέθετε ασυνήθιστη γνώση των οικονομικών προβλημάτων και των δημοσιονομικών ζητημάτων του Κράτους. Επιπλέον αναδείχθηκε σε απηνή διώκτη της ιδιοτέλειας, της συμφεροντολογίας και της ρουσφετολογίας.

Μεγάλο τμήμα των κερδών από τις επιχειρήσεις και τις ασχολίες του τα διέθεσε στον αγώνα της ελευθερίας της Ελλάδος. Ο Γεώργιος Μόδης, διοικητικός επίτροπος Γρεβενών το 1915, κάνει αναφορά στις αναμνήσεις του στο πάθος με το οποίο οι Γρεβενιώτες στήριζαν τον Μπούσιο, «τον Γεώργη του Ανδρέα», όπως τον αποκαλούσαν [14]. Ο Μπούσιος φορούσε τουρκικό φέσι όταν πήγαινε σε τουρκικά χωριά, όπου παρορμητικός, μαχητικός και τσαμπουκάς αναδείχτηκε σε κύριο εκπρόσωπο του Βασιλιά και του Εθνικού κόμματος στην περιοχή κι άφησε μαγιά με πλήθος οπαδών και φίλων του Εθνικού κόμματος. Σε κάθε χωριό είχε τον κομματάρχη που διαφέντευε τους ψήφους και ταχτοποιούσε. Ο Μπούσιος ήταν που δημιούργησε υποδομή στη περιοχή και ευρύτερα στη δυτική Μακεδονία να είναι ο λαός με το Βασιλιά. Ιστορικά και μέχρι σήμερα πλην ελάχιστων εξαιρέσεων η δυτική Μακεδονία εκλέγει συντηρητικές δυνάμεις στη πολιτική.

Αρχείο Γεωργίου Μπούσιου

Το αρχείο του Γεωργίου Μπούσιου φυλάσσεται στο Ε.Λ.Ι.Α. [15] Θεσσαλονίκης. Περιλαμβάνει, σε ένα φάκελο, υπομνήματα, αναφορές, σημειώματα και αλληλογραφία που αφορούν την πολιτική δραστηριότητα του Μπούσιου καθώς και την οικογενειακή και προσωπική αλληλογραφία των αδελφών Μπούσιου (Γεωργίου, Δημητρίου, Βασιλείου, Ελισάβετ, Αγγελικής). Επίσης υλικό που αφορά την θητεία του στο οθωμανικό και ελληνικό κοινοβούλιο και τις βουλγαρικές ακρότητες στη Μακεδονία μετά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο και επιστολή του πρίγκιπα Νικολάου, το 1913, προς τον Βούλγαρο στρατηγό Hessaptcief σχετικά με τον εν λόγω θέμα. Επίσης υπομνήματα και επιστολές για την εκπαίδευση των ελληνικών και ξενόφωνων πληθυσμών της Μακεδονίας και την κατάσταση των δασκάλων της περιοχής, την αποκατάσταση ακτημόνων, τη Μικρασιατική Εκστρατεία (κίνημα Εθνικής Αμύνης στη Σμύρνη, απόψεις για την πολιτική κατάσταση και την εξωτερική πολιτική, αποστράτευση Μακεδόνων στρατιωτών κ.ά.). Υπάρχουν ακόμη επιστολές του Γεωργίου με τους αδελφούς του Δημήτριο (σχετικά με την καλλιέργεια των κτημάτων της οικογένειας), Βασίλειο και Αγγελική, προσωπική επιτολή του Μπούσιου με την «Ανώνυμη Οθωμανική Συνεργατική Εταιρία Τυρεμπόρων» στην Κωνσταντινούπολη της οποίας προκύπτει ότι ήταν σημαίνων στέλεχος. Το αρχείο ταξινομήθηκε το 1997 από την Έφη Κάννερ στο πλαίσιο του προγράμματος του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού για την καταγραφή των μικρασιατικών αρχείων του Ε.Λ.Ι.Α.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

Παραπομπές

  1. [Απέθανε ο πολιτευτής Μπούσιος Εφημερίδα «Μακεδονία», 24 Μαρτίου 1929, σελίδα 6η.]
  2. [Μύλος του Μπούσιου (Γρεβενά) roadstoculture.eu]
  3. [Μνημόσυνον Εφημερίδα «Σκριπ», 27 Απριλίου 1929, σελίδα 2η.]
  4. [Το έντυπο «Πολιτική Επιθεώρησις» ήταν τετρασέλιδη εβδομαδιαία πολιτική εφημερίδα. Κυκλοφορούσε κάθε Κυριακή και ο Μπούσιος ήταν ο κύριος αρθρογράφος της. Λόγω της λογοκρισίας και των διώξεων υπό των τουρκικών αρχών η «Πολιτική Επιθεώρησις» άλλαζε συνεχώς τίτλους, όπως: «Δίκαια των Εθνών», «Δράσις», «Ελευθεροτυπία», «Ισοπολιτεία», «Συναδέλφωσις», «Φωνή» και «La Tribune des Nationalites»]
  5. [«Πολιτική Επιθεώρησις» Σειρά τευχών του περιοδικού. anemi.lib.uoc.gr, Ψηφιακή βιβλιοθήκη.]
  6. [Εφημερίδα «Νεολόγος» Κωνσταντινουπόλεως, «Η Ελληνοτουρκική συμμαχία και το Κρητικό ζήτημα».]
  7. [Γεώργιος Μπούσιος, «Κυβερνητική αναλγησία», Εφημερίδα «Ισοπολιτεία» Κωνσταντινουπόλεως & εφημερίδα «Μακεδονία» Θεσσαλονίκης, 2 Νοεμβρίου 1911.]
  8. []
  9. [Αλεξανδρής, A., «Οι Έλληνες στην υπηρεσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας 2o (1980), σελίδες 365η-404η.]
  10. [Κυβέρνησις ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑΚΟΥ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης.]
  11. [Στο συνασπισμό της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως συμμετείχαν το κόμμα των Εθνικοφρόνων, που μετονομάστηκε σε Λαϊκό, το Μεταρρυθμιστικό κόμμα, οι ομάδες Θεοτόκη, Μαυρομιχάλη και Ράλλη, η μακεδονική ομάδα του Μπούσιου, διάφοροι ανεξάρτητοι πολιτευτές και απογοητευμένοι Φιλελεύθεροι.]
  12. [Α. Ανεστόπουλου, «Ο Μακεδονικός Αγών 1903-1908», τόμος Β', Θεσσαλονίκη 1969, σελίδα 115η.]
  13. [Νεοκλής Σαρρής, «Mικρασιατική Καταστροφή: Η καρατόμηση της ελληνικής κοινωνίας από το εθνικό κράτος», Περιοδικό «Άρδην», τεύχος 38ο-39ο.]
  14. [Γεώργιος Μόδης, «Αναμνήσεις», εκδόσεις «Πανεπιστημίου Μακεδονίας», Θεσσαλονίκη 2000, σελίδα 167η.]
  15. [Γεώργιος Μπούσιος Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο.]