Πτολεμαίος Σαρηγιάννης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Πτολεμαίος Σαρηγιάννης Έλληνας ανώτερος αξιωματικός [Α.Σ.Μ. 5161] του στρατού με το βαθμό του Υποστρατήγου (ΜΧ) (ε.α.), φανατικός Βενιζελικός και υποστηρικτής του κομμουνιστικού κινήματος, γνωστός ως ο «κακός δαίμονας» της Στρατιάς Μικράς Ασίας, κατεξοχήν «λάθρα βιώσας» στρατιωτικός υπεύθυνος της Μικρασιατικής Εκστρατείας, υπαρχηγός του Ελληνικού Επιτελείου μέχρι το 1922, που διατέλεσε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού την περίοδο της δικτατορίας του Θεόδωρου Πάγκαλου, του οποίου ο Σαρήγιαννης υπήρξε προστατευόμενος επί σειρά δεκαετιών, υφυπουργός των Στρατιωτικών, το 1944 λίγο πριν τα Δεκεμβριανά γεγονότα στην Αθήνα, στην κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου στην οποία ορίστηκε από το Ε.Α.Μ., μέλος του Εθνικού Συμβουλίου της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης [Π.Ε.Ε.Α.] Πολιτικός Μηχανικός ο οποίος εργάστηκε ως ελεύθερος επαγγελματίας, γεννήθηκε το 1882 στον Πειραιά και πέθανε το 1958 στην Αθήνα.

Ήταν παντρεμένος και πατέρας μίας κόρης.

Πτολεμαίος Σαρηγιάννης [1]

Βιογραφία

Πατέρας του Πτολεμαίου, που εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1900 και στις 9 Ιουλίου 1903 τοποθετήθηκε ως ανθυπολοχαγός στο 2ο Σώμα Μηχανικού, ήταν ο Ιωάννης Σαρηγιάννης. Ο Πτολεμαίος συμπλήρωσε τις στρατιωτικές του σπουδές στην «École Supérieure de Guerre» τη σχολή Πολέμου της Γαλλίας, και εθεωρείτο άριστος επιτελικός. Συμμετείχε στο Μακεδονικό αγώνα από το 1906 έως το 1908, και υπηρέτησε στο Ελληνικό προξενείο του Μοναστηρίου με το ψευδώνυμο «Καλαμίδης».

Πολεμική δράση

Συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 ως Διοικητής Μηχανικού της 3ης Μεραρχίας Πεζικού καθώς και στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Πτολεμαίος το 1915 ακολούθησε τον Ελευθέριο Βενιζέλο και εντάχθηκε στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, ενώ υπηρέτησε ως επικεφαλής του προσωπικού της Διευθύνσεως Κρήτης στο Μακεδονικό Μέτωπο. Το 1917 προήχθη σε αντισυνταγματάρχη επ' ανδραγαθία, σε αναγνώριση των διακεκριμένων υπηρεσιών τον Μάιο του 1918, στη Μάχη του Σκρα. Πήρε μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία, στην οποία διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο ως επικεφαλής του Ελληνικού στρατού στην περιοχή της Σμύρνης.

Μικρασιατική εκστρατεία

Ήταν υπαρχηγός του Γενικού επιτελείου στην Μικρά Ασία επί Ελευθερίου Βενιζέλου και διατηρούσε στενή σχέση με τον επιτελάρχη Θεόδωρο Πάγκαλο του οποίου υπήρξε προστατευόμενος. Στις 6 Φεβρουαρίου 1921, συμμετείχε στη διάσκεψη του Λονδίνου, στην πρώτη συνδιάσκεψη των Συμμάχων [Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία], ως μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας υπό τον πρωθυπουργό Νικόλαο Καλογερόπουλο, εκπροσωπώντας την Ελληνική στρατιά της Μικράς Ασίας ως ειδικός σύμβουλος σε στρατιωτικά θέματα που αφορούσαν το μέτωπο. Στην Συνδιάσκεψη βεβαίωνε τους Βρετανούς υπεύθυνους ότι ο Ελληνικός στρατός ήταν έτοιμος για προέλαση και παρέσυρε στις απόψεις του το Δημήτριο Γούναρη που είχε φτάσει στο Λονδίνο μετά από πρόσκληση της Συνδιάσκεψης, και θεώρησε ότι η στρατιωτική επιτυχία θα ενδυνάμωνε τη διπλωματική θέση της Ελλάδας. Οι απόψεις του παρέσυραν την Ελληνική Κυβέρνηση και την οδήγησαν στην αποτυχημένη επίθεση του Μαρτίου του 1921, όπου ο Ελληνικός στρατός είχε απώλειες 5.000 νεκρούς αγνοούμενους και τραυματίες. Μετά την αποτυχία η κυβέρνηση δεν τον αποστράτευσε και ο Σαρηγιάννης διαδραμάτισε καταστροφικό ρόλο στην επίθεση προς την Κιουτάχεια και το Εσκή Σεχίρ. Στο πολεμικό συμβούλιο της Κιουτάχειας υποστήριξε με ενθουσιασμό την προέλαση προς την Άγκυρα, υπογραμμίζοντας ότι ο Κεμάλ είχε ήδη συντριβεί και η νίκη ήταν εξασφαλισμένη, και διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην απόφαση για την προέλαση προς την Άγκυρα και την Τουρκική ενδοχώρα.

Ο Σαρηγιάννης αποστρατεύθηκε το Μάιο του 1922, πριν την Μικρασιατική Καταστροφή και ταυτόχρονα με την αποστράτευση του Αντιστρατήγου Αναστάσιου Παπούλα. Ο Κωνσταντίνος Μπαρμπής [2] θεωρεί ότι η επιλογή του Παπούλια ως Αρχιστρατήγου δεν ήταν η περισσότερο ενδεδειγμένη και καταλογίζει στα λάθη του την διατήρηση του Σαρηγιάννη στο στράτευμα. Γράφει:

«....Υστερούσε (σ.σ. ο Παπούλας) σε υψηλού επιπέδου μόρφωση, εκπαίδευση, πολεμική πείρα, πυγμή, σταθερότητα αρχών και αντιλήψεων (στην επαίσχυντη “δίκη” των Έξι κατέθεσε ως μάρτυρας κατηγορίας!), και μοναδικά προσόντα του ήταν η γενναιότητα και η ευφυία (συνδυαζόμενη όμως με πανουργία...) Ήταν φίλος των κολακειών και εγωπαθής και το κορυφαίο, ίσως, των σφαλμάτων του ήταν η πολιτική λήθης: Διατήρησε στις θέσεις τους όλους σχεδόν τους έμπιστους αξιωματικούς του Λ. Παρασκευοπούλου και κυρίως, τον ανενδοίαστο συνταγματάρχη μηχανικού Πτολεμαίο Σαρηγιάννη (θα τον “συναντήσουμε“ αργότερα..)».

Ανακλήθηκε στο στράτευμα στις 24 Αυγούστου 1922, από την κυβέρνηση του Πέτρου Πρωτοπαπαδακη, ενώ δεν αποστρατεύθηκε μετά την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου τον ίδιο μήνα, και την επικράτηση του κινήματος των Θεόδωρου Πάγκαλου και την κυβέρνηση των Νικολάου Πλαστήρα και Στυλιανού Γονατά. Το Σεπτέμβριο του 1922 συμμετείχε [3] στην ελληνική αντιπροσωπεία στη διάσκεψη των Μουδανιών, στις διαπραγματεύσεις που έγιναν για την επίτευξη ανακωχής, υπό την διεύθυνση του υποστρατήγου Αλέξανδρου Μαζαράκη-Αινιάν.

Αντιπρόσωποι στη σύσκεψη ήταν οι αρμοστές-στρατηγοί Harrington από την Αγγλία, Mombelli από την Ιταλία και Charpy από τη Γαλλία, ενώ ο στρατηγός Ισμέτ Ινονού πασάς αντιπροσώπευσε την Τουρκία και ο στρατηγός Αλέξανδρος Μαζαράκης-Αινιάν και ο Πτολεμαίος Σαρηγιάννης την Ελλάδα. Στις συζητήσεις παραβρέθηκε και ο Νικόλαος Πλαστήρας. Η Συμφωνία ή Πρωτόκολλο των Μουδανιών υπογράφηκε στις 28 Σεπτεμβρίου/11 Οκτωβρίου 1922. Αποφασίστηκε η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης, που σήμαινε τη μετακίνηση των 260.000 Θρακών προσφύγων με την οικοσκευή τους και μέρος της σοδειάς τους, όπως και την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, οι οποίοι τον προηγούμενο μήνα, με την κατάρρευση του μετώπου της Μικράς Ασίας, είχαν καταφύγει στη Θράκη.

Ο Σαρηγιάννης παρέμεινε στη θέση του και μετά την πολιτική μεταβολή του Νοεμβρίου του 1922, όμως αποστρατεύτηκε λίγο καιρό αργότερα και τέθηκε σε διαθεσιμότητα. Κατέθεσε με υπόμνημα και όχι με φυσική παρουσία στο δικαστήριο, ως μάρτυρας υπερασπίσεως στη Δίκη των έξι. Το υπόμνημά του αναγνώστηκε στις 5 Νοεμβρίου 1922, την έκτη μέρα της δίκης, εμβόλιμα στην κατάθεση του μάρτυρα υπερασπίσεως αξιωματικού Κωνσταντίνου Πάλλη και στο υπόμνημα του Σαρηγιάννη στηρίχθηκε, κατά κύριο λόγο, το κατηγορητήριο κατά του Γεωργίου Χατζηανέστη.

Αρχηγός ΓΕΣ / Επαγγελματική δραστηριότητα

Ο Σαρηγιάννης ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία και από το 1925, όταν ο στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος ανέλαβε την εξουσία, μέχρι τις 31 Αυγούστου 1926 διατέλεσε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού [Γ.Ε.Σ.] [4], θέση στην οποία αντικατέστησε τον Αλέξανδρο Μαζαράκη-Αινιάν. Είχε το γενικό πρόσταγμα στην επίθεση της Ελλάδος εναντίον της Βουλγαρίας επί Θεόδωρου Παγκάλου, ενώ διεξήγαγε προσωπικά τις διαπραγματεύσεις με την Κοινωνία Των Εθνών [Κ.Τ.Ε.] που κατέληξαν με την καταδίκη της Ελλάδας σε μεγάλο χρηματικό πρόστιμο. Αποστρατεύθηκε μετά την πτώση του Πάγκαλου και αντικαταστάθηκε από τον Αλέξανδρο Μαζαράκη-Αινιάν, την περίοδο της Οικουμενικής κυβερνήσεως υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη. Το 1929 ήταν αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Ε. Οδών και Οδοστρωμάτων και το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου, μαζί με τους Αριστείδη Ανδρόνικο, Αντώνιο Αθηνογένη, Ιωάννη Αραπάκη και τον Αριστείδη Σκυλίτση ίδρυσαν την «Πανελλήνια Ένωση Κοινωνικής Άμυνας», [Π.Ε.Κ.Α.], με στόχο τον αντικομουνιστικό αγώνα και την αφύπνιση της εθνικής συνειδήσεως των Ελλήνων. Μετά την αποστρατεία του εργάστηκε ως Πολιτικός Μηχανικός [5], ελεύθερος επαγγελματίας, εργολήπτης, υλοποιώντας τη μελέτη και την εκτέλεση οικοδομικών έργων, όπως η πολυκατοικία Σαμαρά, το εργοστάσιο «Κρόνος» στην Ελευσίνα, στρατιωτικά κτίρια αεροδρομίου στο Τατόι, υδραυλικών έργων, όπως το δίκτυο υπονόμων του Δήμου Τριπόλεως, οδοποιΐας όπως η χάραξη της εθνικής οδού Σπάρτης-Καλαμάτας και άλλα.

Β' Παγκόσμιος πόλεμος

Έλαβε μέρος στην Αντίσταση κατά των δυνάμεων κατοχής της Ελλάδος στην περίοδο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Τον Αύγουστο του 1943 προσχώρησε στον Ε.Λ.Α.Σ. και με το ψευδώνυμο Αίας μετείχε, ως επιτελάρχης της Κεντρικής Επιτροπής του Ε.Λ.Α.Σ. [6] μέχρι της 10 Μαρτίου 1944 και το σχηματισμό της Κυβερνήσεως των Βουνών, στις εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου της «Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης» [Π.Ε.Ε.Α.] στους Κορυσχάδες της Ευρυτανίας, με απόφαση του οποίου συστάθηκε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο [Ε.Α.Μ.]. Στο τέλος του Νοεμβρίου του 1944, μετά από απαίτηση του Ε.Α.Μ., αντικατέστησε τον τον υφυπουργό Λαμπριανίδη και υπηρέτησε ως

  • Υφυπουργός Στρατιωτικών από τις 24 Νοεμβρίου 1944, στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου [7].

Φαίνεται ν' αποτελεί γεγονός ότι ο Σαρηγιάννης είχε μεταστραφεί κατά του Ε.Α.Μ. ενώ σύμφωνα με τον Κανελλόπουλο, ο Σαρηγιάννης αποφάσισε στις 2 Δεκεμβρίου να αποσυνδεθεί από το κομμουνιστικό στρατόπεδο. Ο Λίπερ αναφέρει σε έκθεσή του προς τον Ίντεν ότι και ο Σαρηγιάννης, «ύστερα από παράκληση του Παπανδρέου», έδωσε στον ίδιο στις 3 Δεκεμβρίου λεπτομέρειες των κομμουνιστικών κινήσεων στην Αθήνα. Παραιτήθηκε ή αντικαταστάθηκε, σε κάθε περίπτωση δεν παραιτήθηκε μαζί με τους ΕΑΜικούς υπουργούς, ούτε μαζί με αυτούς του Κ.Κ.Ε., στις 4 Δεκεμβρίου 1944 [8], αφού δηλαδή είχαν ξεσπάσει τα Δεκεμβριανά, από τον Λεωνίδα Σπαή, με την επίμονη πίεση του Πέτρου Γαρουφαλιά στον Παπανδρέου, ενώ το ίδιο είχε ζητήσει και ο Λεωνίδας Σπαής, καθώς αποκαλύφθηκε ότι ο Σαρηγιάννης διατηρούσε μυστικές επαφές με το ηγετικό στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος [Κ.Κ.Ε.], το Γιώργο Σιάντο, με τον οποίο γνωρίζονταν από τη Μικρά Ασία, όπου ο Σιάντος υπηρετούσε ως λοχίας υπό τις διαταγές του Σαρηγιάννη. Η αντικατάσταση του άλλαξε τη μοίρα της Ελλάδος και διευκόλυνε την καταστολή της κομμουνιστικής ανταρσίας που ακολούθησε.

Παραπομπές

  1. [Φωτογραφία από το «Ελληνικό Λογοτεχνικό Ιστορικό Αρχείο»]
  2. [Κωνσταντίνος Μπαρμπής, «1919-1922. Μικρασιατικός όλεθρος. Αίτια. Ένοχοι. Συνέπειες», Α' τόμος, σελίδα 274η.]
  3. [«.....Έφυγα λοιπόν με εν αντιτορπιλλικόν, ήλθε δε μαζί μου και ο Αρχηγός της Επαναστάσεως Πλαστήρας, και περνώντας από την Ραιδεστόν επήραμε και τον Συνταγματάρχη Σαρηγιάννην. Θα κανω μιαν παρέμβασιν δια τον αξιωματικόν αυτόν, διότι έπαιξεν ουσιαστικόν ρόλον είς την μικρασιατικην έκστρατείαν. Είχαμε μαζί σπουδάσει εις την άνωτέραν πολεμικήν σχολήν τών Παρισίων. Δεν είχε λάβει μέρος είς τήν έθνικην Άμυναν. Είχεν υπηρετήσει έπειτα είς διάφορα επιτελεία και τέλος ως υπαρχηγός του έπιτελείου της στρατιάς Μικράς Ασίας. 'Όταν ήλλαξε τό καθεστώς τόν έκράτησαν είς την ίδίαν θέσιν και έτσι σχεδόν αυτός διηύθυνε, λόγω της προηγουμένης πείρας του τας στρατιωτικάς έπιχειρήσεις τού Ίουλίου 1921 μέχρι και της ήττης του Σαγγαρίου.
    Eίχεv αντίληψιν και έργατικότητα πολλήν. Άλλ' όχι πολύ βάθος, απεριόριστον δε αυτοπεποίθησιν μέχρις εγωισμού. Αποσταλείς ώς στρατιωτικός σύμβουλος τής έλληvικής αντιπροσωπείας τόν Μάρτιον του 1921 είς Λονδινον έπέμεινεν εκεί περί τής δυναμικότητος τoυ ελληνικού στρατού να συντρίψη το κεμαλικόν κίνημα και χάρις είς τας εισηγήσεις του διετάχθη εκείθεν ή εκτέλεσις τών επιχειρήσεων πρός Εσκί Σεχίρ και Αφιόν Καραχισσάρ, αί οποίαι κακώς διευθυνόμεναι στρατηγικώς Απέτυχον και παρέσχον είς τους Τούρκους την εΥκαιρίαν να εορτάσουν την νίκην του Ινεϊνού, ως την ονομάζουν, ή οποία ανύψωσε τό ηθικόν των και υπήρξε, μετά την προηγειθήσαν αποτυχίαν τών επιχειρήσεων προς Εσκί Σεχίρ του Δεκεμβρίου του 1920, ή σοβαρά προειδοποίησις περί τών δυσχερειών και κινδύνων νέων έκ μέρους του ελληνικού στρατού επιθετικών επιχειρήσεων.
    Επίσης δεν ημπορούσα να εννοήσω πώς ό Σαρρηγιάννης είχεν εγκρίνει η εισηγηθή την ακατανόητον εκστρατείαν της Αγκύρας. Όταν τον είδα του εξέφρασα την απορίαν μου, μου απήντησε δε ότι αυτός ήτο εναντίον της Εκστρατείας αυτής. Άλλ' ότι ό Ξενοφών Στρατηγός του είπεν ότι είναι πολιτική ανάγκη και ηναγκάσθη ούτω να υποκύψη και εργασθή δια την επιχείρησιν αυτήν. Τό περίεργον είναι ότι όλοι βγαίνουν ότι ήσαν εναντίον ίδίως οί υπεύθυνοι εκτελεσταί ό αρχιστράτηγος Παπούλας, ό επιτελάρχης Πάλλης, ό υπαρχηγός Σαρηγιάννης, ό διευθυντης του IV γραφείου Σπυρίδωνος και όμως η επιχείρησις έγινε. Φαίνεται ότι κανείς δεv είχε τό σθένος να υποστηρίξη την γνώμην του και έν ανάγκη να παραιτηθεί της θέσεώς του, ιδίως ο αρχιστράτηγος και ό επιτελάρχης, μόνον και μόνον δια να μη γίνουν δυσάρεστοι εις τόν βασιλέα και την κυβέρνησιν....».] «Απομνημονεύματα», Στρατηγού Αλεξάνδρου Μαζαράκη-Αινιάν, εκδόσεις «Ίκαρος», σελίδα 311.
  4. Αξιολόγηση Αρχηγών ΓΕΣ από το 1901 μέχρι το 2011–Δημοσκόπηση
  5. Σαρηγιάννης, Πτολεμαίος Ιωάννης. Μηχανικοί, εκβιομηχάνιση, εκσυγχρονισμός, 1830-1940.
  6. [Η πλήρης σύνθεση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ όπως συνεδρίασε στις αρχές Ιουλίου 1943 ήταν: Πρόεδρος ο Νεόκοσμος Γρηγοριάδης ή Λάμπρος, Γενικός Επιτελάρχης Πτολεμαίος Σαρηγιάννης ή Αίας, Διευθυντής 1ου Γραφείου συνταγματάρχης Νίκος Παπασταματιάδης, Διευθυντή 2ου Γραφείου αντισυνταγματάρχης Στάθης Δεληβοριάς, Διευθυντής 3ου Γραφείου ταγματάρχης Θεόδωρος Μακρίδης ή Έκτορας, Πολιτικός Υπεύθυνος Θανάσης Χατζής ή Αμύντας και Διευθυντής Τεχνικών Υπηρεσιών ο Πολύδωρος Δανιηλίδης ή Θείος.]
  7. Κυβέρνησις ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
  8. [Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στο Ημερολόγιο του στις 9 Δεκεμβρίου 1944, ο Σαρηγιάννης παραιτήθηκε, ακολουθώντας τους άλλους υπουργούς του Ε.Α.Μ., στις 4 Δεκεμβρίου 1944, δύο ημέρες μετά την αποχώρηση των υπολοίπων. Κατά τον Κανελλόπουλο, ο Σαρηγιάννης παραιτήθηκε ύστερα από την απειλή ότι θα σκοτώσουν τη γυναίκα του και το κορίτσι του. Ο αντικαταστάτης του, Λεωνίδας Σπαής, ήταν αυτός που υλοποίησε την εισήγηση των Άγγλων για χρησιμοποίηση των κρατούμενων μελών των Ταγμάτων Ασφαλείας στη μάχη της Αθήνας. Εξόπλισε και χρησιμοποίησε 12.000 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, από τους συνολικά 27.000 άνδρες των Ταγμάτων.]