Φιλίππο Τομάζο Μαρινέττι

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Φιλίππο Τομάζο Αιμίλιο Μαρινέτι [Ιταλικά: Filippo Tommaso Emilio Marinetti], Ιταλός εθνικιστής ακαδημαϊκός, διάσημος ποιητής, μυθιστοριογράφος, δραματουργός και εκδότης, που θεωρείται ο πατέρας του κινήματος του φουτουρισμού [1] καθώς αποτέλεσε έναν από τους κύριους ιδρυτές του στις αρχές του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1876 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 2 Δεκεμβρίου 1944, στο Μπελάτζιο στην Ιταλία.

Το 1923 παντρεύτηκε με τη Μπενεντέτα Κάπα, ζωγράφο και συγγραφέα, με την οποία γνωρίστηκαν το 1918 και από το γάμο τους γεννήθηκαν τρία κορίτσια, η Βιτόρια, η Άλα και η Λούτσε.

Φιλίππο Μαρινέτι

Βιογραφία

Ήταν γιος του Ιταλού δικηγόρου Ενρίκο Μαρινέτι και της Αμάλια Γκρόλι. Από μικρός ενδιαφέρθηκε για τη λογοτεχνία και ως μαθητής του γαλλικού κολεγίου Saint-Francois Xavier, που το διηύθυναν Ιησουίτες καλόγεροι και στο οποίο φοιτούσαν γόνοι πλούσιων οικογενειών της Αλεξάνδρειας, εξέδωσε, το 1892, το λογοτεχνικό περιοδικό Le Papyrus. Το 1893 αποβλήθηκε από το κολέγιο, επειδή κυκλοφόρησε ορισμένα από τα σκανδαλιστικά μυθιστορήματα του Εμίλ Ζολά και συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι. Το 1895 αποφοίτησε και στη συνέχεια εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Παβίας, όπου παρακολούθησε μαθήματα στη Νομική της σχολή, την οποία ολοκλήρωσε το 1899 στη Γένοβα. Το 1900, έχοντας βραβευθεί σ' ένα διαγωνισμό ποιήσεως στο Παρίσι, αποφάσισε να αφιερωθεί στη λογοτεχνία και άρχισε να δημοσιεύει έργα του, στην Ιταλική αλλά και στη Γαλλική γλώσσα.

Το 1905 ίδρυσε το Ιταλογαλλικό λογοτεχνικό περιοδικό «Poesia» [«Ποίηση»], το οποίο εκδόθηκε για τέσσερα χρόνια στο Μιλάνο. Ο Μαρινέτι έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Γαλλία, όμως επισκεπτόταν συχνά την Ιταλία και έγραφε και στις δύο γλώσσες.Ο θάνατος του πατέρα του το 1907, του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει την οικογενειακή του περιουσία, να ταξιδέψει ευρέως και να αποκτήσει άποψη για τον πολιτισμό σε ολόκληρη την Ευρώπη. Σύντομα ο Μαρινέτι ανακοίνωσε ότι σκόπευε να κάνει πολιτική εκστρατεία και να δράσει τόσο ως συνδικαλιστής και ως και ως εθνικιστής πολιτικός, και από το 1910, σφυρηλάτησε δεσμούς με την Ιταλική Εθνικιστική Ένωση, η οποία από την ίδρυση της είχε φιλοεργατική συνδικαλιστική θέση.

Το 1911 ως απεσταλμένος γαλλικής εφημερίδας κάλυψε τον Ιταλοτουρκικό πόλεμο στη Λιβύη και το 1913 ταξίδεψε στη Σόφια για να καλύψει τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο. Στις 11 Μαΐου 1912 δημοσίευσε στο Μιλάνο το «Τεχνικό Μανιφέστο της Φουτουριστικής Λογοτεχνίας», με το οποίο επιχείρησε ένα πέρασμα από τον «ελεύθερο στίχο» στις «ελεύθερες λέξεις», μέσα από την κατάργηση της σύνταξης, του επιθέτου και της στίξης. «Στο αεροπλάνο, καθισμένος στον κύλινδρο της βενζίνης, ζεσταίνοντας την κοιλιά, από τη θέση του αεροπόρου, αισθανόμουν τη γελοία ματαιότητα της αρχαίας σύνταξης, κληροδοτημένη από τον Όμηρο. Ένοιωσα μανιώδη την ανάγκη ν’ απελευθερώσω τις λέξεις, σέρνοντάς τες έξω από τη φυλακή της λατινικής περιόδου», αναφέρει στην αρχή του μανιφέστου του.

Στις 26 Ιανουαρίου 1914 ταξίδεψε στη Μόσχα, όπου έδωσε διαλέξεις για τον φουτουρισμό, που είχε ριζώσει στη Ρωσία, με εκπροσώπους ποιητές, όπως ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, όμως επέστρεψε απογοητευμένος στην Ιταλία και τους χαρακτήρισε «ψευδοφουτουριστές». Ο Μπενίτο Μουσολίνι και ο Μαρινέτι συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο Μιλάνο στις 31 Μαρτίου 1915 και τον Απρίλιο, συνελήφθησαν στη Ρώμη στη διάρκεια μιας διαδηλώσεως. Το 1925, ο Μαρινέτι μετακόμισε στη Ρώμη και το 1926 επισκέφθηκε την Αργεντινή και τη Βραζιλία προκειμένου να διαδώσει τις ιδέες του. Το 1929 εκλέχθηκε μέλος της Ιταλικής Ακαδημίας και έγινε γενικός γραμματέας της «Εθνικής Ενώσεως Συγγραφέων» της Ιταλίας. Τον Φεβρουάριο του 1933 επισκέφθηκε την Αθήνα, για διαλέξεις, και ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, κριτικός λογοτεχνίας και δημοσιογράφος δημοσίευσε, με το ψευδώνυμο Αντρέας Ζεβγάς, ένα φυλλάδιο με τίτλο «Ο Φουτουρισμός στο φως του Μαρξισμού», στο οποίο κατήγγειλε τη συνεργασία του Μαρινέτι με τον Μουσολίνι. Συμμετείχε ενεργά στον Ιταλο-Αιθιοπικό Πόλεμο του 1935, όπως και στην Εθνικοσοσιαλιστική εκστρατεία κατά της Ρωσίας το 1942, ως μέλος των Ιταλικών στρατιωτικών δυνάμεων. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943, επέστρεψε εξαντλημένος από το ρωσικό μέτωπο και ακολούθησε τον Μπενίτο Μουσολίνι στη δημιουργία της Δημοκρατίας του Σαλό. Τιμήθηκε από την Ιταλική Κοινωνική Δημοκρατία και μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στη Βενετία.

«Φουτουριστικό Πολιτικό Κόμμα»

Υπήρξε ο ιδεολογικός θεμελιωτής του φουτουρισμού, ενός καλλιτεχνικού κινήματος που ανήγαγε σε φετίχ το μέλλον και ύμνησε την τεχνολογική εξέλιξη, αποτελώντας το προανάκρουσμα για τις κατοπινές μορφές της πρωτοπορίας, όπως ο ντανταϊσμός και ο σουρεαλισμός. Στις 20 Φεβρουαρίου του 1909, δημοσίευσε στην πρώτη σελίδα της γαλλικής εφημερίδας «Le Figaro» το

  • «Μανιφέστο του Φουτουρισμού», που συνέγραψε με τους Ουμπέρτο Μοτσιόνι, Κάρλο Κάρα, Λουίτζι Ρουσόλο και Τζίνο Σεβερλίνι

το οποίο θεωρείται το σημαντικότερο έργο του, φανερά επηρεασμένο από τον «Υπεράνθρωπο» του Φρειδερίκου Νίτσε και αποτέλεσε σημαντική πηγή εμπνεύσεως και για άλλους Ιταλούς καλλιτέχνες της εποχής του, όπως ο Τζιάκομο Μπάλα. Από το 1909 ως το 1924 τα μανιφέστα του μόνο στη Γαλλία πέτυχαν 28 εκδόσεις. Το Μανιφέστο ήταν ο πρόδρομος του επαναστατικού εθνικισμού του Μεσοπολέμου.

Το 1918 ίδρυσε το «Φουτουριστικό Πολιτικό Κόμμα» [«Partito Politica Futurista»]. Υπήρξε ένας από τους πρώτους και ένθερμους υποστηρικτές του Φασιστικού Ιταλικού κόμματος, το οποίο ο Μαρινέτι θεωρούσε ως μία φυσική συνέχεια του φουτουρισμού και ορισμένες τάσεις εθνικιστικού χαρακτήρα και εκθειασμού της βίας έφεραν τον φουτουρισμό και τον Μαρινέτι σε στενή επαφή με τον Φασισμό και τον Μπενίτο Μουσολίνι.

Στο «Πρώτο Πολιτικό Μανιφέστο» δηλώνει ότι «...το μόνο πολιτικό μανιφέστο του φουτουρισμού είναι η εθνική περηφάνια» και ζητάει το τέλος του πασιφισμού και της παλιάς τάξης πραγμάτων. Ζητούσε να μεγαλώσει ο στρατός, να υπάρξει επιθετική εξωτερική πολιτική, αποικιακός επεκτατισμός, Παν-Ιταλισμός, μια λατρεία της προόδου, της ταχύτητας και του ηρωισμού. Υπήρχε επίσης μια αντίθεση στην νοσταλγία προς τα μνημεία, τα ερείπια και τα μουσεία, ενώ πίστευε στον οικονομικό προστατευτισμό και ήταν απόλυτα αντίθετος με το σοσιαλισμό και τον κληρικαλισμό. Στο μανιφέστο του ζητούσε «επαναστατικό εθνικισμό» για την Αυτοκρατορία και την κοινωνική επανάσταση, οκτάωρη εργασία, ίσους μισθούς ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, εθνικοποίηση και αναδιανομή της γης στους βετεράνους, βαριά φορολογία και βαθμιαία κατάργηση του γάμου με εύκολη έκδοση διαζυγίου. Ζητούσε μια δυνατή Ιταλία ελεύθερη από νοσταλγία, τουρίστες και παπάδες ενώ, ως οπαδός του συντεχνιακού κράτους, ζητούσε την κατάργηση του κοινοβουλίου και τη αντικατάσταση του από 30 ή 40 διευθυντές επαγγελματικών ενώσεων.

Θεωρείται ένας από τους συγγραφείς του «Φασιστικού Μανιφέστου», που δημοσιεύτηκε στις 6 Ιουνίου 1919 στην εφημερίδα του «Il Popolo d'Italia», την εποχή που Ιταλοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες υποστήριζαν ή προσχωρούσαν στον Φασισμό, πιστεύοντας ότι μέσα από το δυναμισμό του καθεστώτος αυτού θα έσπαζαν την πνευματική και καλλιτεχνική απομόνωση της Ιταλίας και θα προωθούσαν καινούργια καλλιτεχνικά ρεύματα κι είναι γεγονός ότι οι θέσεις του βοήθησαν στην έξαρση του Ιταλικού πατριωτισμού. Το 1920 το Φασιστικό Συμβούλιο αρνήθηκε να υποστηρίξει τους φουτουριστές στην εξορία του Βασιλιά και του Πάπα, έτσι ο Μαρινέτι αποχώρησε από το Φασιστικό Κόμμα, κριτικάροντας τον περιορισμό της φασιστικής ρητορείας στον αντικομουνισμό και την διάλυση των απεργιών.

Επέστρεψε το 1923 και έγραψε, «..Προφήτες και πρόδρομοι της μεγάλης Ιταλίας του σήμερα, εμείς οι φουτουριστές είμαστε χαρούμενοι να χαιρετήσουμε τον πρωθυπουργό μας, που δεν είναι καν 40 χρονών, με το μεγαλειώδες φουτουριστικό ταμπεραμέντο». Το 1925, μαζί με τον Τζιοβάνι Τζεντίλε, διαπρεπές στέλεχος του Ιταλικού Φασιστικού κόμματος και σημαντικό διανοούμενο, μέντορας του οποίου υπήρξε ο Μπενεντέτο Κρότσε, ο Μαρινέτι συνέγραψε το «Μανιφέστο των Φασιστών διανοουμένων», που υπέγραψαν κάποιοι από τους σημαντικότερους συγγραφείς της Ιταλίας, μεταξύ τους οι Κούρτσιο Μαλαπάρτε, Σαλβατόρε ντι Τζάκομο, Τζουζέπε Ουνγκαρέτι, ο θεατρικός συγγραφέας Λουίτζι Πιραντέλλο και ο ιστορικός Ιωακείμ Βόλπε. Προσπάθησε να επιβάλει τον φουτουρισμό ως επίσημο καλλιτεχνικό δόγμα του φασισμού, όμως δεν τα κατάφερε και εξ αιτίας των ριζοσπαστικών του ιδεών ήρθε σε ρήξη με τον Μουσολίνι. Σταδιακά έχασε τους περισσότερους υποστηρικτές του τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα, καθώς θεωρήθηκε ως εκπρόσωπος του κατεστημένου, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθεί από τους περισσότερους οπαδούς του, ενώ ο φουτουρισμός έπαψε να υφίσταται ως οργανωμένο κίνημα τη δεκαετία του 1920, εξαιτίας του χαμού πολλών εκφραστών του στη διάρκεια των πολέμων, με τον Μαρινέτι να έχει απομείνει ο μοναδικός υποστηρικτής του κινήματος.

Εργογραφία

Έκανε την εμφάνιση του το 1904, εμπνευσμένος από την νιτσεϊκή ανατροπή των παλιών αξιών και κυριαρχία του Υπεράνθρωπου και τις απόψεις του αναρχικό συνδικαλιστή Ζωρζ Σορέλ για ένα επαναστατικό προλεταριάτο με ηρωικούς ηγέτες. Συνεργάστηκε με Ιταλικά και Γαλλικά λογοτεχνικά περιοδικά και διέδωσε τη γαλλική ρομαντική και συμβολιστική ποίηση στην Ιταλία, απαγγέλοντας σε θέατρα στίχους των Μποντλέρ, Μαλαρμέ, Ρεμπό και Βερλέν. Είναι ο αντιπροσωπευτικότερος αναρχικός του Εθνικισμού, που ήρθε σε επαφή με τις ιδέες των αναρχικών της Μονμάρτρης στο Παρίσι μέσω του Αλφρέντ Ζαρί και από τα αναρχικά δόγματα κατέληξε στη δοξολόγηση και στη λατρεία του πολέμου. Χαρακτήρισε φουτουριστικά τα ποιήματα του Κωνσταντίνου Καβάφη, τον οποίο προσπάθησε να εντάξει στο κίνημα. Αντίθετα με τον Ιούλιο Έβολα και τον Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς που λάτρευαν τον Μεσαίωνα και τους Κνουτ Χάμσουν και Χένρυ Γουίλλιαμς που απεχθανόταν την τεχνολογία προς χάριν μιας αγροτικής ζωής, ο Μαρινέτι λάτρεψε και ασπάσθηκε την τεχνολογία.

Μερικά από τα πρώτα έργα του, είναι τα

  • «Η κατάχτηση των αστεριών», το 1902,
  • «Ο κρυφός Γκαμπριέλε Ντ’ Αννούντσιο», το 1903-1905,
  • «Destruction» [«Καταστροφή»], το 1904, που χαρακτηρίζεται «ένα αναρχικό ποίημα, ένα ερωτικό ποίημα», δείγμα του ρωμαλέου αναρχίζοντος πειραματισμού του σε φόρμες που θα χαρακτήριζαν τη μεταγενέστερη δημιουργία του.

Το 1910 δημοσίευσε ένα χαοτικό μυθιστόρημα, με τον τίτλο

  • «Mafarka il futurista» [«Mafarka le Futuriste»], όπου αντικατοπτρίζεται και αναπτύσσεται διεξοδικώς η θεωρία του.

Στο έργο, που προκάλεσε σκάνδαλο και ο συγγραφέας του σύρθηκε στα δικαστήρια όπου αθωώθηκε, σκιαγραφείται μέσα σε μια αλληγορική μυθολογική ατμόσφαιρα η γέννηση του φουτουρισμού.

  • «Ο βασιλιάς ευωχείται» [«Le Roi Bombance»], το 1909, θεατρικό έργο,
  • «Αντι-ουδετερότητα» [«Anti-neutralita»], το 1912, θεατρικό έργο.

Στην συλλογή ποιημάτων

  • «Guerra sola igiene del mundo», [«Πόλεμος η μόνη υγιεινή του κόσμου»], το 1915, με την οποία χαιρέτησε το ξέσπασμα του Α' παγκοσμίου πολέμου και ενθάρρυνε την συμμετοχή της Ιταλίας.
  • «Συνθετικό Φουτουριστικό Θέατρο», το 1916, δοκίμιο στο οποίο εκθέτει τις απόψεις του και αναλύει τη θεωρία του για τον φουτουρισμό στο θέατρο.
  • «Το πύρινο ταμπούρλο», το 1922, θεατρικό έργο,
  • «Φυλακισμένοι», το 1927, θεατρικό έργο.

Στα τελευταία έργα του επαναλαμβάνονται τα θέματα που εισήγαγε το 1909 με το μανιφέστο του. Στο σύνολο του έργου περιλαμβάνονται τα

  • «Η ματωμένη μούμια»,
  • «Η σαρκώδης πόλη»
  • «Οι θεοί σε θέλουν, ντ’ Αννούντσιο μείνε»
  • «Να δολοφονήσουμε το σεληνόφως»
  • «Ηλεκτρικές κούκλες»
  • «Δοκίμιο πάνω στην ομορφιά και την αναγκαιότητα της βίας»
  • «Το μονοπλάνο του Πάπα», το 1912
  • «Η μάχη της Τρίπολης»
  • «Καταστροφή του συντακτικού. Φαντασία δίχως χαλινούς. Ελεύθερες λέξεις», το 1913,
  • «Το Βαριετέ»
  • «Τζανγκ Τουμπ Τούμπ»
  • «Το αεροπλάνο του Πάπα»
  • «Η γεωμετρική και μηχανική μεγαλοπρέπεια και η αριθμιτική ευαισθησία»
  • «Επιλεγμένα ποιήματα», το 1916,
  • «Ο φουτουριστικός κινηματογράφος»
  • «Στίχοι και πεζά του Στέφανου Μαλλαρμέ»,
  • «Μανιφέστο του φουτουριστικού χορού», το 1917,
  • «Πώς κατακτώνται οι γυναίκες»
  • «Εμείς οι φουτουριστές»
  • «Το νησί των φιλιών», το 1918,
  • «Φουτουριστική δημοκρατία», το 1919,
  • «8 ψυχές μέσα σε μια βόμβα»
  • «Μια γυναικεία κοιλιά»
  • «Σεξουαλικός ηλεκτρισμός»
  • «Πέρα από τον κομμουνισμό», το 1920,
  • «Ο ατσαλένιος πολτός», το 1921-1924,
  • «Ο ψηλαφιτισμός»
  • «Οι ακαταμάχητοι»
  • «Οι φουτουριστικοί έρωτες»
  • «Ενρίκο Καβίλια»
  • «Το ταμπούρλο της φωτιάς»
  • «Φουτουρισμός και Φασισμός»
  • «Κονσερβαρισμένοι έρωτες», το 1927–1928,
  • «Φυλακισμένοι»
  • «Ηφαίστειο»
  • «Ο ωκεανός της καρδιάς»
  • «Ο Μαρινέττι κι ο Φουτουρισμός», το 1929,
  • «Γρήγορα φώτα»
  • «Ο γυμνός υποβολέας»
  • «Πρώτο αερολεξικό»
  • «Μανιφέστο της Αεροζωγραφικής»
  • «Νουβέλες με σφιχτά τα χείλη», το 1930–1933,
  • «Το τοπίο και η φουτουριστική αισθητική της μηχανής»
  • «Γρήγορη Ισπανία και ταύρος φουτουριστικός»
  • «Φουτουρισμός και εικοστός αιώνας»
  • «Μανιφέστο της ιερής φουτουριστικής τέχνης»
  • «Μανιφέστο της αεροποίησης»
  • «Η φουτουριστική μαγειρική»
  • «Η γοητεία της Αιγύπτου»
  • «Το αεροποίημα του κόλπου της Σπέτσιαμ», το 1935,
  • «Το αφρικάνικο ποίημα», το 1937,
  • «Άσηπτος πατριωτισμός», το 1939-1940
  • «Ποίημα μη ανθρώπινο των τεχνικισμών»
  • «Τραγουδώ ήρωες και μηχανές του μουσσολινικού πολέμου», το 1942.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Βασική αρχή του Φουτουριστικού κινήματος είναι η άποψη ότι πρέπει να αφήσουμε το ρομαντισμό, τις παλιές μορφές και σχήματα, την παράδοση, την ηθική και την αρχαιολογία, τα μουσεία κλπ., και να υμνήσουμε τη δύναμη, την ταχύτητα, τον πόλεμο –που θεωρείται υγεία του κόσμου-, την πολυτέλεια, τις μηχανές.]