Έκτωρ Τσιρονίκος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Έκτορας Τσιρονίκος, Έλληνας εθνικοσοσιαλιστής [1] οικονομολόγος και επιχειρηματίας, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης, που συμμετείχε ως υπουργός στις κατοχικές και στην εξόριστη κυβέρνηση της Αυστρίας και για τη δράση του δικάστηκε και καταδικάστηκε από τα δικαστήρια δοσιλόγων, γεννήθηκε το 1881 ή σύμφωνα με άλλη πηγή το 1882 στην Αράχοβα [2] Αρκαδίας και πέθανε την 1η Μαρτίου 1964 [3] στο Γηροκομείο Αθηνών. Η κηδεία του έγινε στις 2 Μαρτίου από το ναό στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών, όπου και ετάφη.

Έκτωρ Τσιρονίκος

Βιογραφία

Ο Έκτορας έζησε τα παιδικά του χρόνια στη γενέτειρα του όπου παρακολούθησε τα μαθήματα της εγκύκλιας εκπαιδεύσεως. Σπούδασε στην Ανωτάτη Εμπορική Σχολή της Γαλλίας και άρχισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως υπάλληλος στη Γαλλική τράπεζα Κρεντί Λιονέ [Credit Lyonnais]. Το 1903 εγκαταστάθηκε στη Ρωσία και δημιούργησε ιδιόκτητη τράπεζα στο Κίεβο καθώς και διάφορες άλλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα διετέλεσε πρόξενος της Αγγλίας και πρόεδρος της τοπικής ελληνικής κοινότητας. Μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων εγκατέλειψε τη Ρωσία και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ασχολήθηκε με ναυτιλιακές επιχειρήσεις. Το 1928 μετακόμισε στις Βρυξέλλες, όπου ίδρυσε επενδυτική εταιρεία χρηματοδοτήσεως δημοσίων έργων καθώς και κατασκευαστική εταιρία, ενώ από το 1934 ήταν εμπορικός σύμβουλος της εκεί Ελληνικής πρεσβείας. Στις 12 Μαρτίου 1937 ο Τσιρονίκος ονομάσθη από τον Βασιλέα του Βελγίου μέγας αξιωματικός του τάγματος του Λεοπόλδου ΙΙ [4], όμως το 1940 μετά την κατάληψη του Βελγίου από τα Γερμανικά στρατεύματα απελάθηκε στην Ελλάδα.

Κυβερνητικά αξιώματα

Στη διάρκεια της Κατοχής, διατέλεσε

Ο Χρήστος Ζαλοκώστας που τον είχε γνωρίσει στις Βρυξέλλες αναφέρει, «...Ο Λογοθετόπουλος τον εκάλεσε ν’ αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών και ήρθε νύχτα σπίτι μου ο Τσιρονίκος να ζητήσει τη γνώμη μου. Του σύστησα ν’ αρνηθεί το υπουργιλίκι γιατί θα καιγόταν, ενώ με τις ικανότητες που είχε θα ήταν χρήσιμος στη μεταπολεμική ανασυγκρότηση της χώρας. Αυτός επέμενε και φιλονικήσαμε. Ενώ παραδεχόταν πως θα χάσει τον πόλεμο ο Χίτλερ, ήθελε να μπει στην Κυβέρνηση από αντικομμουνισμό. Είχε καταστραφεί από τους Μπολσεβίκους κι ήθελε να τους εκδικηθεί» [6].

  • υπουργός Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, από τις 7 Απριλίου 1943 [7].

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ιωάννη Ράλλη, η προώθηση του Τσιρονίκου, οφείλονταν στις υποδείξεις των οικονομολόγων Δημητρίου Μάξιμου, Αθ. Σμπαρούνη και Δ. Φιλάρετου. Ως υπουργός ακολούθησε την οικονομική πολιτική του Σωτηρίου Γκοτζαμάνη, που ήταν ο προκάτοχος του, όμως η οικονομία βελτιώθηκε επί των ημερών του, γεγονός που εικάζεται ότι συνέβη λόγω της εισροής χρυσών λιρών από τον Χέρμαν Νοϊμπάχερ.

  • υπουργός Επισιτισμού (προσωρινά) από τις 17 Απριλίου 1943,
  • υπουργός Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας (προσωρινά) από τις 7 Απριλίου 1943 έως τις 2 Σεπτεμβρίου 1944,
  • αντιπρόεδρος από την 1η Μαρτίου έως τις 7 Οκτωβρίου 1944, με αναπλήρωση του από την 1η Σεπτεμβρίου 1944,
  • υπουργός Εθνικής Προνοίας, από τις 4 Απριλίου έως τις 7 Οκτωβρίου 1944, με αναπλήρωση του από την 1η Σεπτεμβρίου 1944,
  • υπουργός Γεωργίας, από τις 4 Απριλίου έως τις 7 Οκτωβρίου 1944, με αναπλήρωση του από την 1η Σεπτεμβρίου 1944, στην κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη.

Κατά τον Ιωάννη Ράλλη η επιλογή του Τσιρονίκου οφειλόταν στις υποδείξεις των οικονομολόγων Δημητρίου Μάξιμου, Α. Σμπαρούνη και Δημητρίου Φιλάρετου. Στη διάρκεια της θητείας του ο Τσιρονίκος ακολούθησε την πολιτική του προκατόχου του Σωτήρη Γκοτζαμάνη και κατά τη διάρκεια της θητείας του η οικονομική κατάσταση της Ελλάδος σημείωσε μικρή πρόοδο.

Η αναχώρηση του από την Ελλάδα

Ο Τσιρονίκος θεωρούνταν ο ισχυρός παράγοντας της κυβερνήσεως του Ιωάννη Ράλλη, διατηρούσε τα πέντε από τα δώδεκα χαρτοφυλάκια της και του ανατέθηκε να συναντηθεί στο Βελιγράδι, με τον Χέρμαν Νοϋμπάχερ, Γερμανό πολιτικό διοικητή των Βαλκανίων, με τον οποίο συνδέονταν φιλικά από την προπολεμική περίοδο. Σκοπός του ήταν να προσπαθήσει ν’ αποτρέψει τις πολεμικές αναμετρήσεις μέσα στην πόλη της Αθήνας καθώς και τις ανατινάξεις έργων κοινής ωφελείας, όπως είχαν αποφασίσει οι Γερμανοί ανώτατοι στρατιωτικοί στην Ελλάδα. Την αποστολή αυτή του είχε αναθέσει ο Ιωάννης Ράλλης με επίσημη επιστολή [8] στις 20 Αυγούστου 1944 [9] [10] [11].

Στις 28 Αυγούστου 1944 ο Τσιρονίκος συναντήθηκε με τους Σπύρο Μαρκεζίνη και Χρήστο Ζαλοκώστα, εκπρόσωπο του συνταγματάρχη Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλου, ο οποίος ήταν εντεταλμένος στρατιωτικός διοικητής Αθηνών από την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου και συμφώνησαν να ζητήσει από τη Γερμανική Διοίκηση:

  • Να αφαιρεθεί η δυναμίτης από φράγμα Μαραθώνα,
  • Να μη καταστροφή το λιμάνι του Πειραιά, το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής και το τηλεφωνικό κέντρο,
  • Να μεταβιβαστεί η διοίκηση των Γερμανικών Δυνάμεων Αθηνών από τον υποστράτηγο των S.S. Σιμάνα εις τον υποστράτηγο της Βέρμαχτ Φέλμυ, αν και σύμφωνα με τον Τσιρονίκο του ζητήθηκε να μεταφέρει [12] ότι έπρεπε «…Να ειδοποιηθούν οι Γερμανοί ότι πιθανώς από το Σαββάτο το Ε.Α.Μ. θα αρχίσει προβοκάτσιες κατά των Γερμανών με τμήματα του ντυμένα ως ευζώνους ή χωροφύλακες και τούτο δια να προκαλέσει τον αφοπλισμό των οργάνων της τάξεως…».
  • Να κηρυχθεί η πρωτεύουσα ανοχύρωτος πόλη και να εγκαταλείψουν οι Γερμανοί τα οχυρά του Λυκαβηττού,
  • Να αντικατασταθεί ο Διοικητής Ειδικής Ασφαλείας Λάμπου με του συνταγματάρχη Ραφτοδήμο.

Ταξίδεψε [13] την 1η Σεπτεμβρίου 1944 μαζί με την οικογένεια του και συναντήθηκε στο Βελιγράδι με τον Χέρμαν Νοϋμπάχερ και στη συνέχεια με παράγοντες του Γερμανικού καθεστώτος στο Βερολίνο και πέτυχε ν’ αντικατασταθεί ο στρατηγός Σιμάνα από τον Φέλμυ. Μεταξύ 7ης και 8ης Σεπτεμβρίου δόθηκαν οι απαραίτητες οδηγίες για μη καταστροφή των Αθηνών και εκκένωση της πόλεως δίχως μάχη, ενώ αφαιρέθηκαν 80 τόνοι δυναμίτης από το Φράγμα της λίμνης του Μαραθώνα και αντικαταστάθηκε ο Λάμπου.

Κυβέρνηση της Βιέννης

Εφημερίδα «Εμπρός»

Μετά την ολοκλήρωση της αποστολής του ο Τσιρονίκος δεν επέστρεψε στην Ελλάδα, καθώς διαφαίνονταν η ήττα της Γερμανίας και ο ίδιος είχε φροντίσει να συνοδεύεται από την οικογένεια του. Ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης γράφει: «....Κατά τις τελευταίες ώρες της ισχύος του έκρινε ότι έπρεπε να προσφέρει στην πατρίδα του τις υπηρεσίες που τη συγκεκριμένη στιγμή του εζητήθησαν. Υπήρξε μία πράξη εθνικής εξιλεώσεως ίσως που πρέπει να καταγραφεί χάριν της ιστορίας της περιόδου αυτής και ανεξαρτήτως της αξιόμεμπτης συνεργασίας του με τις κατοχικές κυβερνήσεις...» [14]. Στις 20 Νοεμβρίου του 1944 ο Τσιρονίκος μίλησε από το ραδιοφωνικό σταθμό του Βερολίνου και κατήγγειλε τον βασιλιά Γεώργιο Β' ότι αποχωρώντας από την Ελλάδα μαζί με την Ελληνική κυβέρνηση συναποκόμισε τον Ελληνικό χρυσό και τα χρήματα-προϊόν του εράνου κοινωνικής πρόνοιας.

Πριν την αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα, ο Τσιρονίκος εγκαταστάθηκε στην Αυστρία όπου τον Ιανουάριο του 1945, σχημάτισε την Ελληνική Εθνική Επιτροπή την εξόριστη κυβέρνηση των Ελλήνων εθνικιστών φυγάδων, στο ξενοδοχείο Grand Hotel στην κωμόπολη Κίτσμπυλ. Μαζί του ήταν ακόμη ο Νικόλαος Βλαχογιάννης ως γραμματέας της Επιτροπής, ο Κωνσταντίνος Γούλας των Ε.Ε.Ε. ως Εσωτερικών Υποθέσεων, ο καθηγητής Φλόκας ως Υπουργός Παιδείας, ο Σκανδάλης ως Υπουργός Προπαγάνδας, ο Αριστείδης Ανδρόνικος, ο Ιωάννης Πασσαδάκης, υπουργός-γενικός διοικητής Κρήτης στην τελευταία κατοχική κυβέρνηση, ως υπουργός Προεδρίας, ο Αναστάσιος Ταβουλάρης κατοχικός υπουργός, ο Ξενοφών Γιοσμάς, ο Μ. Παπαστρατηγάκης, δημοσιογράφος της εφημερίδος «Νέα Ευρώπη» στη Θεσσαλονίκη που εργαζόταν στο περιοδικό «Signal», ο Αλέξης Πανταζής και ο Χάρης Λάμπρου της Προπαγκανταφάστελ. Διπλωματικός αντιπρόσωπος της κυβερνήσεως του Ράιχ στην εξόριστη κυβέρνηση ορίστηκε ο διπλωμάτης Κουρτ-Φριτς φον Γκραίβενιτς, ο τελευταίος πολιτικός αξιωματούχος που έφυγε από την Αθήνα τον Οκτώβριο 1944. Κλιμάκιο της Εθνικής Επιτροπής, που το αποτελούσαν οι Αναστάσιος Ταβουλάρης, Βλαχογιάννης, Αριστείδης Ανδρόνικος, Πανταζής και η αδελφή του, ο Χάρης Λάμπρου και άλλοι κατέθεσαν στεφάνι στις 25 Μαρτίου 1945, στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στη Βιέννη.

Δικαστήριο δοσιλόγων

Μετά την Απελευθέρωση της Ελλάδος, με βάση τη Συντακτική Πράξη 1/1944, «Περί επιβολής κυρώσεων κατά των συνεργασθέντων μετά του εχθρού» [15] και την τροπολογία της με τη Συντακτική Πράξη αριθμός 6 της 20ης Ιανουαρίου 1945, ο γνωστός «Νόμος περί δοσιλόγων» [16], που υπογράφηκε από τον Νικόλαο Πλαστήρα και τον υπουργό Δικαιοσύνης Νικόλαο Κολυβά, η οποία αποσκοπούσε στην τιμωρία όσων συνεργάστηκαν με τις αρχές Κατοχής, παραπέμφθηκε να δικαστεί στο Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων. Το δικαστήριο συνεδρίασε από τις 21 Φεβρουαρίου 1945, και εξέδωσε την απόφασή του «..περί επιβολής κυρώσεων κατά των συνεργασθέντων μετά του εχθρού..» με την οποία τον καταδίκασε ερήμην [17].

Με την απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου δοσιλόγων, που ανακοινώθηκε από τον πρόεδρο του Κολέλη στις 10:00 το πρωί της 31ης Μαΐου, κηρύχθηκε ένοχος, διότι όπως αναφέρει το σκεπτικό των δικαστών:

«...ΣΤ. Ὁ Ἕκτωρ Τσιρονίκος  
:ἅ) διά δηλώσεων του δημοσιευθεισῶν εἰς τήν ἐφημερίδα «Γερμανικά Νέα» καί ἀναδημοσιευθεισῶν εἰς τό ἀπό 18/4/44 φύλλον τῆς ἐφημερίδος «Καθημερινή»,  
:β) διά δηλώσεών του πρός ἀντιπρόσωπον τοῦ Γερμανικοῦ Πρακτορείου δημοσιευθεισῶν εἰς τό ἀπό 11/6/44 φύλλον τῆς ἰδίας ἐφημερίδος,  
:γ) δί’ ἀποστολῆς συγχαρητηρίου τηλεγραφήματος κατά τό πρῶτον δεκαήμερον Αὐγούστου 1944 πρός τόν Ἀδόλφον Χίτλερ ἐπί τῆ διασώσει τοῦ ἐκ τῆς κατ' αὐτοῦ ἀπόπειρας καί  
:δ) διά τῆς ὑπογραφῆς του ἀπό 20/5/44 κανονιστικοῦ διατάγματος «περί ἐπισημάνσεως γραμματοσήμων ὑπέρ τῶν βομβοπλήκτων Πειραιῶς», 
«...ἐγένετο συνειδητόν ὄργανον τοῦ ἐχθροῦ πρός διάδοσιν τῆς προπαγάνδας του, ἐξαίρων τό ἔργον τοῦ κατακτητοῦ καί προκαλῶν τήν ἠττοπάθειαν παρά τῷ Ἑλληνικῶ Λαῶ καί τήν περιφρόνησιν τοῦ Ἐθνικοῦ καί συμμαχικοῦ ἀγῶνος..». 

Του επιβλήθηκαν [18] η ποινή του θανάτου, η στέρηση και η δήμευση της περιουσίας του, επιπλέον ισόβια κάθειρξη καθώς και διάφορες άλλες μικρότερες ποινές που συγχωνεύτηκαν με την ποινή του θανάτου.

Η παράδοσή του στην Ελλάδα

Ο Τσιρονίκος συνελήφθη στις 10 Μαΐου 1945 [19] το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου 1945 στην Αυστρία, μαζί με τους Αναστάσιο Ταβουλάρη και Ιωάννη Πασσαδάκη και στις 31 Μαΐου το Ανώτατο Στρατηγείο των Συμμαχικών Δυνάμεων ενημέρωσε τη Βρετανική Πρεσβεία κι εκείνη με τη σειρά της το ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών, ότι είχε συλληφθεί μαζί με το συνταγματάρχη Γεώργιο Πούλο και την οικογένεια του, τον Πασσαδάκη και τον Ταβουλάρη και κρατούνταν από την 7η Αμερικανική Στρατιά, ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα, ενημέρωσε την Ελληνική κυβέρνηση ότι όλοι τους κρατούνταν στο Κίτσμπιχελ, [Kitzbuhel] της Αυστρίας. Στις 26 Αυγούστου 1946 [20] μεταφέρθηκε αεροπορικώς από τη Φρανκφούρτη και μέσω Ρώμης, έφτασε με συνοδεία στο αεροδρόμιο Χασανίου, όπου στις 16:00 το απόγευμα παραδόθηκε στις Ελληνικές αρχές. Την επόμενη ημέρα [21] οδηγήθηκε στον ειδικό ανακριτή δοσιλόγων Φραγκούλη, ενώ την ίδια μέρα ο συνήγορος του δικηγόρος Αθηνών Λαζανάς, υπέβαλλε αίτηση χάριτος. Στις 3 Σεπτεμβρίου μεταφέρθηκε στις φυλακές του κτιρίου Ζελιώτη [22], όπου κρατήθηκε ως το Σάββατο 25 Οκτωβρίου 1947, όταν μεταφέρθηκε στις φυλακές Καλλιθέας και οι εφημερίδες της εποχής έγραψαν ότι η μεταγωγή του έγινε προκειμένου να εκτελεσθεί η θανατική ποινή που του είχε επιβληθεί [23]. Τον Ιούνιο του 1951 υπέβαλε αίτηση για την αποφυλάκιση του [24], η οποία συζητήθηκε [25] στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών την Τετάρτη 4 Ιουλίου του ίδιου έτους, με το δικαστήριο να επιφυλάσσεται για την έκδοση αποφάσεως, πριν υποβληθούν τα υπομνήματα των συνηγόρων του. Παρέμεινε κρατούμενος ως το τέλος Μαρτίου ή αρχές Απριλίου του 1952 [26], οπότε του δόθηκε χάρη και αφέθηκε ελεύθερος. Παρά τις φήμες ότι συμμετείχε σε χρηματιστηριακά παιχνίδια πέθανε πάμπτωχος στο Γηροκομείο Αθηνών, αν και πριν τον πόλεμο διέθετε τεράστια περιουσία. Μετά το θάνατο του οι οικείοι του, εκποίησαν τα προσωπικά αντικείμενα και τα βιβλία του [27], λόγω της οικονομικής αδυναμίας τους.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [«ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ / Μας λένε ότι με τον τρόπο, πού χρησιμοποιούμε και με την μορφή πού έχει ή προπαγάνδα μας δεν θα μπορέσουμε ποτέ να γίνουμε αρεστοί στο λαό, να γίνουμε δηλαδή αρεστοί σε αυτούς που επιβάλλουν την γνώμη τους στον λαό. Εάν όμως συνέβαινε κάτι τέτοιο, εάν δηλαδή ο αγώνας μας ήταν ένα από τα πολλά κομμάτια του συστήματος, που έχει επιβάλλει σήμερα αυτό το σάπιο σύνολο άξιων, τότε ποια θα ήταν ή δική μας αποστολή; Τότε ποια θα ήταν η δική μας Επαναστατική Συνείδηση, μια Συνείδηση αποφασισμένη και ορκισμένη για μια ολοκληρωτική αντιστροφή των άξιων; / Μας λένε ότι με τον τρόπο μας κάνουμε κακό στην Εθνικοσοσιαλιστική υπόθεση και ότι «αυτοί» με τον δικό τους συγκεκαλυμμένο τρόπο προσφέρουν περισσότερα. Τότε γιατί το κράτος πολεμά εμάς και αυτούς τους αγνοεί; Τότε γιατί ή «δημοκρατική πολιτεία» εμάς καταδιώκει και σε αυτούς δίνει μια θέση κάτω άπ’ τον «ήλιο» τής δημοκρατικής νομιμότητας; Γιατί; Γιατί ΕΜΕΙΣ μόνο ΕΜΕΙΣ είμαστε ΕΘΝΙΚΟΚΟΣΙΑΛΙΣΤΕΣ, μελλοντικοί ανατροπείς της διαφθοράς, μελλοντικοί Δημιουργοί τής Πολιτείας του Ήλιου, τής Πολιτείας τού Ελληνικού Μεγαλείου, της ΕΘΝΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ. / ΕΚΤΩΡ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΣ»] Περιοδικό «Χρυσή Αυγή», τεύχος 12ο Δεκέμβριος 1983, σελίδα 2η.]
  2. [Η Αράχοβα του νομού Αρκαδίας είναι μικρό ορεινό χωριό της Γορτυνίας στα όρια του νομού με τον νομό Ηλείας.]
  3. [Απέθανεν ο κατοχικός υπουργός Ε.Τσιρονίκος Εφημερίδα «Μακεδονία», Τρίτη 3 Μαρτίου 1964, αριθμ. φύλλου 17.120, σελίδα 6η.]
  4. [80 χρόνια πριν στην «Κ» 12.ΙΙI.1937 Εφημερίδα «Καθημερινή», 12 Μαρτίου 2017.]
  5. [Κυβέρνησις ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΟΛΑΚΟΓΛΟΥ]
  6. [«Χρονικό της Σκλαβιάς», σελίδα 262η, Χρήστος Ζαλοκώστας.]
  7. [Ντοκουμέντο: αναγνώρισε την ληστεία η κατοχική Γερμανία]
  8. [«ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ / Εν Αθήναις τη 28η Αυγούστου 1944 / Αξιότιμε κύριε Συνάδελφε, / Εν συνεχεία της από 20ής τρέχ. επιστολής μου, δι’ ης επανελάμβανον υμίν την ην και προφορικώς σας είχον εκθέσει γνώμην μου, περί ανάγκης αναχωρήσεως υμών, διά Βελιγράδιον, ίνα αυτόθι συναντηθήτε μετά του Πρεσβευτού κ. Νοϊμπάχερ προς επίλυσιν επειγούσης φύσεως οικονομικών ζητημάτων, εκκρεμούντων επί ζημία του λαού μας, έρχομαι σήμερον διά της παρούσης να επιμείνω όπως αποφασίσητε τάχιστα ν’ αναχωρήσητε. Ων, δυστυχώς, σφόδρα απησχολημένος και μη έχων ουδέ στιγμήν να διαθέσω σήμερον το απόγευμα όπως συναντηθώμεν, αναγκάζομαι να εκθέσω Υμίν εγγράφως τους λόγους οίτινες με ωθούν εις την εμμονήν μου και οίτινες είναι οι κάτωθι: δημιουργηθείσα πολεμική κατάστασις των τελευταίων ημερών νομίζω ότι δεν παρέχει το ενδόσημον να δύναταί τις να πιστεύη ότι οι εν Ελλάδι ευρισκόμενοι γερμανικοί στρατιωτικοί σχηματισμοί θα δυνηθούν ν’ αποσυρθούν εγκαίρως εκ της χώρας μας. Εάν το ενδεχόμενον τούτο ήθελε πραγματοποιηθή, θα ήτο επιβεβλημένον εν τούτοις να μη μεταβληθή η Ελλάς, και μάλιστα η πρωτεύουσα αυτής, εις θέατρον απεγνωσμένων πολεμικών επιχειρήσεων, διότι τοιούτου γεγονότος αι συνέπειαι θα είναι, ως ευκόλως πας τις κατανοεί, τρομακτικαί. / Θα επεθύμουν, λοιπόν, να δυνηθήτε να εκθέσητε ταύτα σθεναρώς εκ μέρους της Κυβερνήσεώς μας εις τον κ. Νοϊμπάχερ, ίνα ούτος πειθόμενος περί του ορθού της γνώμης μας, χρησιμοποιήση όπου δει αμέσως το κύρος του προς αποφυγήν του ολέθρου, ο οποίος θα ηπείλει την Πατρίδα μας την εις τοσαύτας μέχρι τούδε εκτεθείσαν άνευ λόγου καταστροφάς. Επί τη ευκαιρία ταύτη θα δυνηθήτε ωσαύτως να ζητήσητε παρά του κ. Νοϊμπάχερ, ίνα αξιώση να παύση η ενταύθα γερμανική αστυνομία τας αδικαιολογήτους κατά νομιμοφρόνων πολιτών διώξεις, διότι, ως άριστα γνωρίζετε, υμείς όστις πάντοτε προθύμως ενισχύσατε τας σχετικάς διαμαρτυρίας μου, εάν αι δώξεις αύται συνεχισθούν, θα καταστή αδύνατον εις την Κυβέρνησίν μας να παραμείνη εις την αρχήν, διότι θα χάση, δικαίως, παν κύρος. / Δεχθήτε, αξιότιμε συνάδελφε και φίλε, την έκφρασιν της εξαιρέτου υπολήψεως και φιλίας μου.Ι.Δ. ΡΑΛΛΗΣ / Υ.Γ.: Την στιγμήν ακριβώς, καθ’ ην είχον ετοίμην την παρούσαν διά να σας την αποστείλω, μοι ανεκοινώθη παρά του κ. Φον Γκραίβενιτς ότι, κατά περίεργον σύμπτωσιν, ο κ. Νοϊμπάχερ ετηλεφώνησεν εκ Βελιγραδίου, ότι μη δυνάμενος να έλθη ενταύθα, παρακαλεί να σας επιτραπή να μεταβήτε αμέσως αυτόθι, διά να συνεννοηθή μεθ’ υμών επί των εκκρεμούντων ζητημάτων. Ούτω καθίσταται και εκ τούτου του λόγου απαραίτητος η απόφασις της ταχίστης αναχωρήσεώς σας και ελπίζω ότι θα συντελέση η σύμπτωσις αύτη εις το να υπερνικηθή και η τελευταία σας επιφύλαξις. Ι.Δ. ΡΑΛΛΗΣ»] Το κείμενο της επιστολής Ράλλη]
  9. [Εφημερίδα «Τα Νέα», 30 Μαΐου 1955]
  10. [Χρήστος Ζαλοκώστας, «Χρονικό της Σκλαβιάς», σελίδες 254η-255η, και επιστολή του στην εφημερίδα «Τα Νέα», 20 Μαΐου 1955]
  11. [Αγαπητέ μοι κ. Πρόεδρε, / Ταύτην την στιγμήν λαμβάνω την υπό σημερινήν ημερομηνίαν επιστολήν Σας προς το περιεχόμενον της οποίας, όπως είναι φυσικόν είμαι απολύτως σύμφωνος. / Οι ενδοιασμοί, ους διετύπωσα διά την μετάβασίν μου εις Βελιγράδιον, ωφείλοντο εις την σκέψιν μήπως η μετάβασίς μου αύτη ερμηνευθή ως φυγή και η ενδεχομένη τυχόν εκ της καταστάσεως διακοπή συγκοινωνιών, εμποδίζουσά με να επανέλθω, εκληφθή ως φόβος λογοδοσίας διά την υπό της Κυβερνήσεώς μας ασκηθείσαν πολιτικήν. Η ήδη όμως διαμορφωθείσα κατάστασις και οι σοβαρώτατοι κίνδυνοι συμπληρώσεως της καταστροφής της Πατρίδος μας, εξήλειψαν, ως επόμενον, πάντα ενδοιασμόν. / Το προς την Πατρίδα καθήκον παραμερίζει την στιγμήν ταύτην πάσαν άλλην προσωπικήν σκέψιν. Ως εκ τούτου δεν διστάζω να προσφέρω την υστάτην ταύτην υπηρεσίαν. Λυπούμαι διότι θα απουσιάσω από το πλευρόν Σας εις τόσον δυσκόλους ημέρας, είμαι όμως απολύτως πεπεισμένος ότι θα φέρετε εις ευτυχές τέρμα τα δεινά της Πατρίδος μας, δι’ ον σκοπόν θα διαθέσω και εγώ όλας μου τας δυνάμεις διά την επιτυχίαν της αποστολής μου. / Παρήγορος είναι δι’ εμέ η διαβεβαίωσις των Γερμανικών Αρχών, ότι εφ’ όσον δεν προκληθούν δι’ απερισκέπτων πράξεων των ημετέρων, δεν θα προβούν εις αφοπλισμόν των ενόπλων δυνάμεων, ας διαθέτετε διά την τήρησιν της τάξεως.Λόγω των περιστάσεων και δι’ ην περίπτωσιν δεν ηθέλομεν επανιδωθή ταχέως επιθυμώ κ. Πρόεδρε, να Σας διαβεβαιώσω ότι θα παραμείνη αλησμόνητος εις εμέ η στενή και φιλική συνεργασία μας. ως και αι τεράστιαι προσπάθειαι τας οποίας Υμείς κατεβάλατε διά ν’ ανακουφίσητε εκ των παντοίων δυσχερειών τον Ελληνικόν Λαόν κατά το άνευ προηγουμένου τραγικόν χρονικόν διάστημα της υφ’ Υμών διακυβερνήσεως της χώρας. Εάν σήμερον ο λαός δεν δύναται να κρίνη αμερολήπτως το έργον μας, είμαι βέβαιος ότι η Ιστορία θα αναγνωρίση ότι ολίγαι Κυβερνήσεις έπραξαν όσα η ιδική μας, ήτις μετά πλήρους αυταπαρνήσεως ειργάσθη διά την ανακούφισιν της δυστυχίας του λαού. Παρακαλώ, αγαπητέ μου κ. Πρόεδρε, να δεχθήτε την διαβεβαίωσιν της βαθυτάτης προς Υμάς αγάπης, φιλίας και τιμής. / ΕΚΤΩΡ ΤΣΙΡΟΝΙΚΟΣ»] Ολόκληρη η επιστολή Τσιρονίκου
  12. [Εφημερίδα «Τα Νέα», 30 Μαΐου 1955]
  13. Εξακολουθεί η νευρικότης καθ΄όλην την πρωτεύουσα Εφημερίδα «Ελευθερία», Σάββατον 2 Σεπτεμβρίου 1944
  14. [Σπυρίδων Μαρκεζίνης, «Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία της Ελλάδος».]
  15. [Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, Τεύχος 1ον, Αριθμός Φύλλου 12, 6 Νοεμβρίου 1944]
  16. [«...και μόνη… η ανάληψις της Κυβερνήσεως προς διευκόλυνση και υπό τις εντολές των δυνάμεων Κατοχής, αποτελεί τυπικόν αδίκημα χωρίς ουδεμία ν’ απαιτείται απόδειξις δόλου...».]
  17. Η πρωινή συνεδρίαση του Ειδικού δικαστηρίου Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 1945
  18. Η απόφασις του δικαστηρίου δια τους Έλληνας Κουίσλιγκ Εφημερίδα «Ελευθερία», Παρασκευή 1 Ιουνίου 1945
  19. Οι Τσιρονίκος και Ταβουλάρης συνελήφθησαν Εφημερίδα «Ελευθερία», Παρασκευή 11 Μαΐου 1945, σελίδα 2
  20. Ο Τσιρονίκος παρεδόθη χθες εις τας Ελληνικάς Αρχάς Εφημερίδα «Εμπρός», Τρίτη 27 Αυγούστου 1946, σελίδα 5η.]
  21. Ο Ε.Τσιρονίκος υπέβαλε αίτηση χάριτος Εφημερίδα «Εμπρός», Τετάρτη 28 Αυγούστου 1946, σελίδα 4η.]
  22. Ο Τσιρονίκος Εφημερίδα «Εμπρός», Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 1946, σελίδα 4η.]
  23. Επίκειται η θανατική εκτέλεσις του Λάμπου και του Τσιρονίκου; Εφημερίδα «Εμπρός», Κυριακή 26 Οκτωβρίου 1947]
  24. Συνεζητήθη η αίτησις του Τσιρονίκου δια την αποφυλάκισιν του Εφημερίδα «Εμπρός», 5 Ιουλίου 1951]
  25. Ο Τσιρονίκος ισχυρίζεται ότι κι αυτός εξυπηρέτησε την συμμαχικήν υπόθεσιν Εφημερίδα «Ελευθερία», Πέμπτη 5 Ιουλίου 1951]
  26. Τα δύο κόμματα συνεφώνησαν να απολυθούν οι ισοβίται Εφημερίδα «Εμπρός», Σάββατο 5 Απριλίου 1952]
  27. [Έκτωρ Τσιρονίκος Εφημερίδα «Μακεδονία», 4 Ιουνίου 1964, αριθμός φύλλου 17.199, σελίδα 2η.]