Νικόλαος Καλύβας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Νικόλαος Καλύβας, Έλληνας εθνικιστής και μαχητικός αντικομμουνιστής, εθνικός αγωνιστής, ξενοδοχοϋπάλληλος και συνδικαλιστής που διατέλεσε Πρόεδρος του Ε.Κ.Α. [Εργατικό Κέντρο Αθηνών], Γενικός Γραμματέας [1] της Ε.Σ.Ε.Ε. [«Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος»] από τις 22 Μαρτίου 1943 και τυπικά έως τις 2 Μαρτίου 1944, καθώς είχε προηγηθεί η δολοφονία του τις τελευταίες ημέρες του Ιανουαρίου εκείνου του έτους, υφυπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη, γεννήθηκε το 1900 στο ορεινό χωριό Σχωριάδες Πωγωνίου στην περιοχή του Αργυροκάστρου στη Βόρειο Ήπειρο και δολοφονήθηκε το πρωί της 27ης Ιανουαρίου 1944, την ώρα που εξήλθε από το σπίτι όπου φιλοξενούνταν, στην οδό Πλουτάρχου & Πατριάρχου Ιωακείμ στο Κολωνάκι, προκειμένου να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητό του. Η δολοφονία του Καλύβα ήταν έργο της κομμουνιστικής συμμορίας δολοφόνων Ο.Π.Λ.Α., [«Οργάνωση Περιφρούρησης Λαϊκού Αγώνα»]. Η κηδεία του Νικολάου Καλύβα τελέστηκε στις 10:00 το πρωί της Παρασκευής 28 Ιανουαρίου από τον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών δημοσία δαπάνη και στο νεκρό αποδόθηκαν τιμές υπουργού εν ενεργεία [2]. Στη νεκρώσιμη ακολουθία του Καλύβα ήταν παρόντες ο πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης καθώς και όλο το υπουργικό συμβούλιο. Χοροστάτησε ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Αργυροκάστρου, προσωπικός φίλος του νεκρού, και τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Υπουργός Αναστάσιος Ταβουλάρης. Η σορός του μεταφέρθηκε και, στις 12:30' το μεσημέρι, ενταφιάστηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Καλύβας ήταν παντρεμένος και από το γάμο του έγινε πατέρας δύο κοριτσιών, ένα από τα οποία πέθανε από φυματίωση, λόγω ανέχειας, σε νεαρή ηλικία ενώ η άλλη του κόρη ήταν ηλικίας 19 ετών και αρραβωνιασμένη την εποχή της δολοφονίας του πατέρα της.

Νικόλαος Καλύβας
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 1900
Τόπος: Σχωριάδες Πωγωνίου, Αργυρόκαστρο
(Βόρειος Ήπειρος)
Σύζυγος: Έγγαμος
Τέκνα: Δύο κόρες
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Υπουργός, Πρόεδρος Ε.Κ.Α
Γενικός Γραμματέας E.Σ.Ε.Ε.
Δολοφονία: 27 Ιανουαρίου 1944
Τόπος: Κολωνάκι, Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογένειας του Καλύβα ήταν από το χωριό Σχωριάδες Πωγωνίου στην περιοχή του Αργυροκάστρου στην Βόρειο Ήπειρο όπου γεννήθηκε και ο ίδιος. Πατέρας του Νικολάου, ο οποίος είχε έναν αδελφό και ήταν απόφοιτος του Γαλλικού Λυκείου Κωνσταντινουπόλεως [3]. ήταν ο Κίτσο (Χρήστος) Καλύβας.

Συνδικαλιστική δράση

Ο Καλύβας ήρθε κυνηγημένος στην Ελλάδα, σε νεαρή ηλικία, έχοντας σε βάρος του μια καταδίκη σε θάνατο από το Αλβανικό κράτος για την δράση του υπέρ της ανεξαρτησίας της ιδιαίτερης πατρίδος του, της Βορείου Ηπείρου. Στην Ελλάδα εργάστηκε ως βοηθός σε φούρνους, στην Αθήνα και στον Πειραιά, ενώ στη συνέχεια εργάστηκε ως βοηθός υπάλληλος, καμαριέρης και μαιτρ σε ξενοδοχεία ύπνου. Ήδη από το 1926 δραστηριοποιήθηκε με το ΣΕΚΕ-ΚΚΕ, όπου συνυπήρξε για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα με τον Αριστείδη Δημητράτο, τον Καβαλλιεράτο και τον Ευαγγέλου, όλοι τους μετέπειτα στελέχη της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά. Ο Καλύβας σύντομα αναδείχθηκε σε κορυφαίο συνδικαλιστικό στέλεχος και εξελέγη Πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου της Πανελλαδικής Συνομοσπονδίας Εργασίας [4]. Το 1934 βοήθησε στην ανασύσταση της Αδελφότητος Σχωριαδιτών στην Αθήνα. Μετά την επιβολή του Εθνικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου υπό τον Ιωάννη Μεταξά στον Καλύβα ανατέθηκαν καθήκοντα Υφυπουργού Εργασίας όμως σύντομα παύθηκε από τα καθήκοντα του. Τον Αύγουστο του 1941 διορίστηκε, από τον Α. Λιβιεράτο τον υπουργό Εργασίας της κυβερνήσεως του εθνικιστή στρατηγού Γεωργίου Τσολάκογλου, Γενικός Γραμματέας της Ε.Σ.Ε.Ε. [«Εθνική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος»], θέση στην οποία αντικατέστησε τον Γιάννη Καλομοίρη, που διαμαρτυρήθηκε για την παύση του στον ίδιο τον Μπενίτο Μουσολίνι.

Υφυπουργός Εργασίας [5]

Στις 2 Δεκεμβρίου του 1942 ο Καλύβας ανέλαβε καθήκοντα Υφυπουργού Εργασίας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Λογοθετόπουλου [6]. Στη διάρκεια της θητείας του ο Καλύβας και η ομάδα των συνδικαλιστών που τον υποστήριξαν δημιούργησαν εθνικιστικά σωματεία εργαζομένων και διοργάνωσαν εθνικά συνέδρια της Γ.Σ.Ε.Ε. (τότε Ε.Σ.Ε.Ε.) και των Εργατικών Κέντρων, στα οποία συγκέντρωναν την πλειοψηφία απομονώνοντας τις αντίστοιχες δυνάμεις του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Καλύβας υπέγραψε και δημοσίευσε στο φύλλο της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, το διάταγμα με τίτλο «Περί υποχρεωτικής εργασίας του αστικού πληθυσμού της Ελλάδος». Στις 7 Απριλίου 1943 αντικαταστάθηκε όμως. την 1η Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, μετά από παράκληση του πρωθυπουργού Ιωάννη Ράλλη ανέλαβε εκ νέου την θέση του Υφυπουργού Εργασίας [7], στην οποία παρέμεινε ως την ημέρα της άγριας δολοφονίας του.

Ως υφυπουργός προχώρησε στη θέσπιση νόμου που καταργούσε τη νομοθετική απαγόρευση απολύσεων εργαζομένων, που είχε θεσπίσει η κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου. Συγκεκριμένα, με τον νόμο 424 της 28ης Αυγούστου 1941 επιτρεπόταν η απόλυση εργαζομένου μόνο εφόσον ο εργοδότης αντικειμενικώς δεν ήταν σε θέση να συνεχίσει τις εργασίες του και υπό την προϋπόθεση ότι θα χορηγούταν άδεια για την απόλυση από τον καθ' ύλην αρμόδιο Υπουργό Εργασίας. Με τον νόμο 1038 της 20ης Δεκεμβρίου 1943 καταργήθηκαν οι περιορισμοί στις απολύσεις εργαζομένων και τέθηκαν ως προϋποθέσεις, για να δικαιούνται οι απολυθέντες τη λήψη ενός επιδόματος, αφενός η εγγραφή τους στο αρμόδιο Γραφείο Εργασίας και αφετέρου το να αποδεχθούν οποιαδήποτε εργασία τους προσφερόταν [8]. Ο Καλύβας αρνούνταν σταθερά τα μέτρα ασφαλείας που του πρότειναν οι υπεύθυνοι της Ειδικής Ασφάλειας και απέρριπτε κάθε πρόταση που του είχε γίνει για αστυνομική συνοδεία. Το μόνο μέτρο που είχε αποδεχθεί ήταν να εγκαταλείψει την ιδιόκτητη κατοικία του στη Νέα Σμύρνη και μαζί με την οικογένεια του να φιλοξενηθεί σε φιλικό του σπίτι στο Κολωνάκι.

Η δολοφονία του [9]

Στις 07:15΄το πρωί της 27ης Ιανουαρίου 1943, την ώρα που βγήκε από το σπίτι του και αφού είχε επιβιβαστεί στο αυτοκίνητό του, ο Καλύβας δέχτηκε μια σφαίρα στην πλάτη. Τραυματισμένος ελαφρά προσπάθησε να βγει από την άλλη πόρτα για να αποφύγει την επίθεση, όμως εκεί τον περίμεναν δύο άτομα, ένας από τους οποίους τον πυροβόλησε και η σφαίρα που εισήλθε από την πίσω πλευρά του κρανίου εξήλθε από την σιαγώνα του. Εναντίον του Καλύβα ρίχτηκαν 10 σφαίρες, έξι από τις οποίες κατέληξαν στη λαμαρίνα του αυτοκινήτου και τέσσερις στο σώμα του, μία από τις οποίες ήταν αυτή που προκάλεσε το θάνατο του. Αν και η δολοφονία πραγματοποιήθηκε σε ένα από τα κεντρικότερα σημεία της Αθήνας, την πλατεία Κολωνακίου, οι δράστες διέφυγαν ανενόχλητοι χρησιμοποιώντας αυτοκίνητο συνεργού τους που τους περίμενε και βρίσκονταν σταθμευμένο σε κοντινή απόσταση [10].

Μόνος αυτόπτης μάρτυρας της επιθέσεως που κατέληξε στη δολοφονία του Καλύβα υπήρξε ο οδηγός του υπηρεσιακού αυτοκινήτου Αθανάσιος Σπηλιωτόπουλος. Ο Καλύβας με το αυτοκίνητο του υπουργείου μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» όπου έφτασε ζων όμως εξέπνευσε λίγη ώρα αργότερα, στις 08:20' δίχως να αρθρώσει λέξη καθώς τα ζωτικά του όργανα είχαν νεκρώσει και μόνη η καρδιά του τον κρατούσε στη ζωή.

Ανακριτικό έργο

Την ανάκριση για τη διαλεύκανση και την εξακρίβωση των συνθηκών υπό τις οποίες δολοφονήθηκε ο Καλύβας ανέλαβε ο Υποστράτηγος Αλέξανδρος Λάμπρου της Ειδικής Ασφάλειας και ο εθνικιστής Αστυνόμος Νικόλαος Μπουραντάς. Τη νεκροψία διενήργησε ο ιατροδικαστής Γεωργιάδης, αρμόδιος για τις έρευνες ανέλαβε ο εισαγγελέας Μικρουλέας, τακτικός ανακριτής ο δικαστικός Μαχαίρας, ο οποίος λίγες ημέρες αργότερα παρέδωσε τον φάκελο της δολοφονίας του Καλύβα στη στρατιωτική δικαιοσύνη καθώς πρόσφατος νόμος της κυβερνήσεως του Ιωάννη Ράλλη όριζε ως αρμόδια τα έκτακτα στρατοδικεία ασφαλείας στις περιπτώσεις απόπειρας εναντίον μελών της κυβερνήσεως [11]. Για τον φόνο του Καλύβα αρχικά συνελήφθη και κατηγορήθηκε το μέλος των συμμοριών του κομμουνιστικού Ε.Α.Μ. Σταμάτης Μαστρογιαννάκος, ο οποίος στις 25 Ιανουαρίου είχε επισκεφθεί τον Καλύβα στο γραφείο του στο Υπουργείο και τον απείλησε πως αν θεσπισθεί νόμος για την κατάργηση των απολύσεων εργαζομένων, τότε ο ίδιος και τα παιδιά του θα μπουν στο στόχαστρο της ΟΠΛΑ. Η κατηγορία εναντίον του Μαστρογιαννάκου βασίσθηκε σε μαρτυρία στενού συνεργάτη του Καλύβα που όμως ανακάλεσε την κατάθεση του, όταν απειλήθηκε από τον κομμουνιστή Μαστρογιαννάκο μέσω του μετέπειτα καραμανλικού δικηγόρου και υπουργού Φώτη Μακρή τότε μέλους των συμμοριών του κομμουνιστικού Ε.Α.Μ., ότι τόσο αυτός όσο και τα παιδιά του θα μπουν στη «μαύρη λίστα» της ΟΠΛΑ. Ο βασικός μάρτυρας αμέσως ανακάλεσε τα πάντα και ο Μαστρογιαννάκος ελλείψει αποδείξεων αφέθηκε ελεύθερος.

Μνήμη Νικολάου Καλύβα

Η εκτέλεση του Καλύβα χαιρετίστηκε από την Αγγλική κυβέρνηση ενώ και οι αγγλοαμερικανικές εφημερίδες πανηγύριζαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Αμερικανική εφημερίδα «New York Times» που το 1943 θριαμβολογούν για την εκτέλεση του υφυπουργού Εργασίας, από τρεις νέους ...πατριώτες, όπως αποκαλούσε τους κομμουνιστές δολοφόνους. Ο σάλος που δημιουργήθηκε από τη δολοφονία του Καλύβα ήταν πρωτοφανής αφού για πρώτη φορά οι «ξενόδουλες σφαίρες της Μόσχας» στόχευαν και δολοφόνησαν ανώτατο κρατικό λειτουργό. Ως αντίποινα «για την άνανδρη αυτή δολοφονία [που] απεσκόπει να θίξει την ολότητα του ελληνικού λαού, δεικνύει δε εκ νέου τι αναµένει την Ελλάδα υπό την κοµµουνιστικήν κυριαρχίαν» ο Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος των Δυνάμεων Κατοχής διέταξε την εκτέλεση 50 κομμουνιστών κρατουμένων οι οποίοι εκτελέστηκαν το πρωί της 29ης Ιανουαρίου [12] [13]. ΄

Η επιλογή του Καλύβα ως στόχου ήταν κάτι παραπάνω από αναμενόμενη αφού οι εργατικοί νόμοι για τους οποίους θεωρούνταν υπεύθυνος αλλά περισσότερο το παρελθόν του ως γραμματέας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών επί Μεταξά τον καθιστούσαν αυτόματα «προδότη της εργατικής τάξης» [14].

Το όνομα του Νικολάου Καλύβα περιλαμβάνονταν μεταξύ όσων ασκήθηκε εναντίον τους δίωξη με την κατηγορία της συνεργασίας με τον εχθρό. Στις 21 Φεβρουαρίου 1945 άρχισαν οι δίκες των δοσιλόγων στην αίθουσα του Εφετείου Αθηνών όπου παραπέμφθηκαν είκοσι εννέα κορυφαίες πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες του 1941-1944 για παράβαση της 6ης Συντακτικής Πράξεως του 1945 και των άρθρων 109, 123, 125 του Ποινικού Νόμου. Τρεις από τους παραπεμπόμενους ήταν ήδη νεκροί: ο Νίκος Καλύβας και οι Γεώργιος Μπάκος στρατηγός ε.α και Αστυνόμος Γεώργιος Πειρουνάκης που απήχθησαν από τις φυλακές Αβέρωφ από τις κομμουνιστικές συμμορίες στα Δεκεμβριανά και εκτελέστηκαν από αντάρτες του ΕΛΑΣ τον Ιανουάριο του 1945. Εκείνη την ημέρα του Φεβρουαρίου του 1945 ο Πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου Δοσιλόγων εκφώνησε το όνομα του Νικολάου Καλύβα στην έναρξη της δίκης, όμως η δίωξη εναντίον του έπαυσε καθώς είχε ήδη δολοφονηθεί [15].

Διαβάστε τα λήμματα

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Γ.Σ.Ε.Ε. / ΙΣΤΟΡΙΑ / ΓΣΕΕ – ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ]
  2. [«Η χθεσινή επιβλητική κηδεία του αγρίως δολοφονηθέντος υπουργού Ν. Καλύβα»], Εφημερίδα «Ακρόπολις», Σάββατο 29 Ιανουαρίου 1944 σελίδα 1η.]
  3. [Δημοσθένης Κούκουνας, «Οι Έλληνες πολιτικοί 1926-1949», εκδόσεις «Μέτρον» 1999, σελίδα 83η.]
  4. Ο Καλύβας κατά του κοινού γιορτασμού της Πρωτομαγιάς. Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 27 Απριλίου 1936, σελίδα 1η.]
  5. [Κατοχικές Κυβερνήσεις 1941-1944 thehistoryofgreece.blogspot.com (ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2022, 19:56')]
  6. [ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΛΟΓΟΘΕΤΟΠΟΥΛΟΥ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης.]
  7. [ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΙΩΑΝΝΟΥ Δ. ΡΑΛΛΗ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης.]
  8. [Άγγελος Αυγουστίδης, «Το Ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα κατά τη δεκαετία του ’40 και τα περιθώρια της πολιτικής», 1999, σελίδα 144η.]
  9. [«Στέμμα και σβάστικα», εκδόσεις «Παπαζήση», τόμος Α', σελίδα 363η.]
  10. [« Υπό ποίας συνθήκας εξετελέσθη χθες το πρωί η στυγερά δολοφονία του υπουργού της Εργασίας Ν. Καλύβα», Εφημερίδα «Ακρόπολις», 28 Ιανουαρίου 1944, σελίδες 1η & 2η.]
  11. [Εφημερίδα «Αθηναϊκά Νέα», 1η Φεβρουαρίου 1944, σελίδα 1η.]
  12. [«Οι δολοφόνοι του Καλύβα», Εφημερίδα «Ακρόπολις», Κυριακή 30 Ιανουαρίου 1944 σελίδες 1η & 2η.]
  13. [«Ανακοίνωση Σ.∆. Ελλάδος», Εφημερίδα «Η Καθηµερινή» 30.1.1944.]
  14. [Νικόλαος Καλύβας, Κουκουλές Φ. Γιώργος, «Η συνέχεια στην ιστορία ως τραγική επανάληψη-Η περίπτωση του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήµατος 1936-1948». Χάγκεν Φλάισερ (επιµ.), «Η Ελλάδα ’36-’49. Τοµές και Συνέχειες» Καστανιώτης, Αθήνα 2003, σελίδες 235η-290η. Εκείνες τις ημέρες είχε εκτελεστεί από την ΟΠΛΑ ένας ακόμα συνδικαλιστής, ο Αντώνης Φάρδης, στενός συνεργάτης του Καλύβα και γενικός γραμματέας της Ενώσεως Εργατών Φορτοεκφορτωτών Λιμένος και Προλιμένος Πειραιώς (Κουκουλές, σελίδα 281η, υποσημείωση 128η.]
  15. [Οι δοσίλογοι ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου Εφημερίδα «Εμπρός», Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 1945, σελίδα 3η.]