Φίλιππος Μανουηλίδης
Ο Φίλιππος Μανουηλίδης Έλληνας νομικός και επιχειρηματίας, πολέμιος του κομμουνισμού, πολιτικός που υπήρξε από τους επιφανέστερους πολιτικούς της γενέτειρας του, εκλεγμένος Βουλευτής και Γερουσιαστής, που διατέλεσε κατ’ επανάληψη Υπουργός σε καίρια Υπουργεία, πρόμαχος του αγώνα για την αποκατάσταση και την ανακούφιση των προσφύγων των χαμένων πατρίδων του Ελληνισμού, ιδρυτής του Πολιτιστικού συλλόγου «Θρακικό Κέντρο», γεννήθηκε το 1881 στη Ραιδεστό [1] της, υπό Τουρκική κατοχή, Ανατολικής Θράκης και πέθανε στις 27 Οκτωβρίου 1968 στην Αθήνα. Κηδεύτηκε την επόμενη ημέρα, 28 Οκτωβρίου, από τον ιερό ναό του Α' Νεκροταφείου Αθηνών.
| ||
| ||
Γέννηση: 1881 | ||
Τόπος: Ραιδεστός, Αντολική Θράκη | ||
Σύζυγος: Ιάνθη Αθηνοδώρου | ||
Τέκνα: Αθανάσιος Μανουηλίδης | ||
Υπηκοότητα: Οθωμανική, Ελληνική | ||
Ασχολία: Νομικός, επιχειρηματίας, πολιτικός | ||
Θάνατος: 27 Οκτωβρίου 1968 | ||
Τόπος: Αθήνα (Ελλάδα) |
Το 1913 παντρεύτηκε με την Ιάνθη Αθηνοδώρου, κόρη επιφανούς τοπικού παράγοντα και γαιοκτήμονα της Θράκης, και από το γάμο του απέκτησε έναν γιο, τον Αθανάσιο, έφεδρο Ανθυπολοχαγό που σκοτώθηκε στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, και μία κόρη, τη Φούλα, μετέπειτα σύζυγο του ιατρού Ιωάννη Πούμπουρα.
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Η οικογένεια Μανουηλίδη ήταν σημαντική και εύπορη αστική οικογένεια της Ραιδεστού. Πατέρας του Φίλιππου ήταν ο γηγενής Θρακιώτης έμπορος Αθανάσιος Μανουηλίδης ενώ η μητέρα του Φωτίκα [2] ήταν το γένος Φωτιάδη με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Ο Φίλιππος είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό ο οποίος ήταν έμπορος, εγκαταστημένος στην Οδησσό στην περιοχή της σημερινής Ουκρανίας καθώς και μια αδελφή, σύζυγο του εμπόρου Μανίδη, που κατοικούσε στην Αθήνα.
Σπουδές
Ο Μανουηλίδης εκπαιδεύτηκε στα Ελληνικά Εκπαιδευτήρια της Ραιδεστού όπου είχε καθηγητή τον Γερμανό, τότε Μητροπολίτη Θυατείρων και διδάχθηκε μεταξύ άλλων και τη Γαλλική γλώσσα, την οποία μιλούσε άπταιστα. Το 1914 ο Φίλιππος εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ασχολήθηκε με το εμπόριο σε συνεργασία με τον αδελφό του. Κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο παρέμεινε στην πόλη και ανέπτυξε τακτική αρθρογραφία στον «Νεολόγον», του οποίου ο Διευθυντής Σταύρος Βουτυράς ήταν θείος του αλλά και σε Ελληνικές εφημερίδες της Τεργέστης ενώ ίδρυσε «Θρακικήν Ένωσιν», της οποίας ανακηρύχθηκε Πρόεδρος. Μετά τη λήξη του πολέμου πρόσφερε πολλές και σημαντικές υπηρεσίες στην Ανατολική Θράκη, καθώς υπήρξε μέλος της Μεγάλης Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων από την Ανατολική Θράκη.
Πολιτική δράση / Αξιώματα [3]
Ο Φίλιππος Μανουηλίδης εισήλθε στην πολιτική νεαρός και διατέλεσε βουλευτής στην Οθωμανική Εθνοσυνέλευση. Μετά την απελευθέρωση της Θράκης εκλέχθηκε πληρεξούσιος Ραιδεστού στη Γ' Εθνοσυνέλευση το 1920, όταν εντάχθηκε στο Κόμμα των Φιλελευθέρων και εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα. Από εκείνη την εποχή χρονολογείται η γνωριμία και η στενή του φιλιά με τον Χαράλαμπο Βοζίκη που είχε διοριστεί Γενικός διοικητής Θράκης.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή πολιτεύθηκε στον νομό Έβρου και επανεκλέχθηκε στη Δ' Εθνοσυνέλευση, το Δεκέμβριο του 1923 της οποίας υπήρξε Αντιπρόεδρος, ξανά με το κόμμα των Φιλελευθέρων ενώ τον Ιανουάριο του 1924 εξελέγη Αντιπρόσωπος της Εθνοσυνελεύσεως. Στην κυβέρνηση που σχηματίστηκε του ανατέθηκε το χαρτοφυλάκιο Υγιεινής, Προνοίας και Δημοσίας Αντιλήψεως, από τις 4 Ιουλίου 1925 έως και τις 17 Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Όταν η Γ' Εθνοσυνέλευση, με σκοπό την επίλυση του πολιτικού αδιεξόδου, ανάθεσε στον Θεόδωρο Πάγκαλο τον σχηματισμό κυβερνήσεως, ο Φίλιππος διατήρησε τη θέση του στην κυβέρνηση του Θεόδωρου Πάγκαλου ακόμη και μετά τη διάλυση της Εθνοσυνελεύσεως, στις 29 Σεπτεμβρίου, και την επιβολή δικτατορίας. Ως υπουργός διακρίθηκε για τη δράση του στο ζήτημα των Ελλήνων προσφύγων της Μικράς Ασίας και αναδείχθηκε σε αρχηγό 20μελούς κοινοβουλευτικής ομάδος, ισότιμης με τα αναγνωρισμένα κοινοβουλευτικά πολιτικά κόμματα. Ήταν εκείνη η περίοδος που με σειρά άρθρων του στις εφημερίδες «Ελεύθερος Τύπος», «Ελεύθερος Λόγος», «Βήμα» και «Πατρίς» ανέπτυξε, με απόλυτη και σε βάθος γνώση, τα ζητήματα των προσφύγων.
Ο Φίλιππος δεν πολιτεύθηκε στις εκλογές του 1926 και το επόμενο έτος ίδρυσε το «Θρακικόν Κέντρον». Εκλέχθηκε εκ νέου βουλευτής στη Β' περίοδο της Βουλής το 1928, με το Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Το ίδιο έτος μετείχε ως αρχηγός της Ελληνικής αντιπροσωπείας στο εμπορικό συνέδριο του Πόσναν, όπου τιμήθηκε με τον Πολωνικό Πολεμικό Μεγαλόσταυρο και το 1930 στο διακοινοβουλευτικό Συνέδριο του Λονδίνου, ως μέλος της Ελληνικής αντιπροσωπείας. Το 1932, ως αρχηγός της Ελληνικής αντιπροσωπείας δια τα καπνικά ζητήματα μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και εκλέχθηκε Πρόεδρος της τριμελούς επιτροπής των Κυβερνήσεων Ελλάδας, Τουρκίας, Βουλγαρίας. Το 1932 πολιτεύθηκε ως μεμονωμένος υποψήφιος χωρίς να εκλεγεί και το ίδιο έτος κατηγορήθηκε για κατάχρηση τριάντα εκατομμυρίων δραχμών, χρημάτων του Ελληνικού Δημοσίου [4]. Στη συνέχεια, εξελέγη γερουσιαστής κατά την Α' ανανέωση της Γερουσίας, στις εκλογές του 1932, με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Το επόμενο έτος διορίστηκε διευθύνων σύμβουλος της Ενώσεως Βιομηχανιών Ηλεκτρισμού και το 1934, ως επικεφαλής της Ελληνικής Αντιπροσωπείας μετέβη στην Παλαιστίνη όπου εκπροσώπησε την Ελλάδα στις γιορτές της Αναστάσεως.
Τον Μάρτιο του 1935, μετά την αποτυχία του βενιζελικού στρατιωτικού κινήματος και τη διάλυση της Γερουσίας αποχώρησε από το Κόμμα των Φιλελευθέρων και εντάχθηκε στον αρχικό πυρήνα στελεχών που συγκρότησαν το Δημοκρατικό Κόμμα με τον Γεώργιο Παπανδρέου, με το οποίο πολιτεύθηκε στις εκλογές του 1936 συμμετέχοντας στον Δημοκρατικό Συνασπισμό χωρίς να εκλεγεί. Μετά την απελευθέρωση εκλέχθηκε και πάλι Βουλευτής Έβρου με την Εθνική Πολιτική Ένωση, τον συνασπισμό κομμάτων του Σοφοκλή Βενιζέλου και του Γεωργίου Παπανδρέου στις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946, και στις εκλογές της 3ης Μαΐου 1950, με το κόμμα του Γεωργίου Παπανδρέου. Διετέλεσε Υπουργός Εσωτερικών στις Κυβερνήσεις του Θεμιστοκλή Σοφούλη.
Β' Παγκόσμιος πόλεμος / Κατοχή
Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 φονεύθηκε ο γιος του Αθανάσιος, δικηγόρος και δημοσιογράφος, που υπηρετούσε στο Αλβανικό μέτωπο ως έφεδρος Ανθυπολοχαγός ο οποίος τιμήθηκε μετά θάνατον με το Χρυσό Μετάλλιο Ανδρείας. Ο Φίλιππος Μανουηλίδης, ο οποίος στη διάρκεια της Κατοχής παρέμεινε στην Αθήνα, ορίστηκε αντιπρόσωπος της εξόριστης Ελληνικής κυβερνήσεως του Καΐρου. Παράλληλα, ενεργοποιήθηκε στη συλλογή και διανομή τροφίμων στους Εβρίτες πρόσφυγες των Αθηνών. Στον Έβρο οι κάτοικοι της τότε λεγομένης «Ελεύθερης Ζώνης», του Έβρου, συγκεντρώνουν και στέλνουν στην Αθήνα δωρεά φορτία τροφίμων (καλαμπόκι, σιτάρι, όσπρια κ.α.) για να τους σώσουν από την πείνα. Τα τρόφιμα αυτά διανέμονται από κατάστημα της οδού Μητροπόλεως και τη διαχείριση-διανομή διενεργεί Επιτροπή στην οποία συμμετέχει και ο Μανουηλίδης με Πρόεδρο τον τότε Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Ιωακείμ Καβύρη.
Τον Αύγουστο του 1944 ορίστηκε πολιτικός εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, μαζί με τον Λουκή Ακρίτα [5] που γράφει και διηγήθηκε [6]:
«...Στα τέλη του Σεπτέμβρη μας ήρθε το μήνυμα πως ο στρατηγός Φέλμυ ήθελε να διαβιβάσει προτάσεις για την παράδοση της περιοχής των Αθηνών. Το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής μας δίνει την άδεια ν’ ακούσουμε και να διαβιβάσουμε τις προτάσεις. Η συνάντηση ορίστηκε στις 4 το απόγευμα στο σπίτι του Χρήστου Ζαλοκώστα, στην οδόν Αμερικής. Ο Χρήστος Ζαλοκώστας, σύνδεσμος της Επιτροπής Απελευθερώσεως, ήξερε καλά τα γερμανικά. Αλλά ο όρος της επαφής με τον εχθρό ήταν αρκετά περίεργος. Μας ειδοποίησαν πως αν τυχόν γνωσθεί η συνάντηση, τότε θα είχαμε εκτελεσθεί κι οι δυο από τους Γερμανούς. Έπρεπε, οπωσδήποτε να κρατηθεί μυστική η επικοινωνία μας, αλλιώς την ίδια μέρα θα μας είχαν στήσει μπρος στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ο μακαρίτης στρατηγός Σπηλιωτόπουλος και ο Φίλιππος Μανουηλίδης επέμειναν ν’ αρνηθώ τη συνάντηση...».
Ο Μαζνουηλίδης ορίστηκε ως μέλος της τριμελούς επιτροπής αποτελούμενη από τον ίδιο και τους Ιωάννη Ζεύγο και Θεμιστοκλή Τσάτσο, η οποία ανέλαβε να προετοιμάσει το έδαφος για την ασφαλή άφιξη της σχηματισθείσης στο εξωτερικό Ελληνικής κυβερνήσεως και την τήρηση της τάξεως. Τα χαράματα της 12ης Οκτωβρίου οι τρεις εγκαταστάθηκαν στα παλαιά ανάκτορα - σήμερα Βουλή των Ελλήνων - και συντόνιζαν τις εξελίξεις σε συνεργασία με τον αντιστράτηγο Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο, ο οποίος ανέλαβε στρατιωτικός διοικητής Αθηνών, τον συνταγματάρχη Παυσανία Κατσώτα και τον αστυνομικό διευθυντή Άγγελο Έβερτ.
«Ο βραχνάς της σκλαβιάς ετελείωσε στην Αθήνα. Ο Λαός, ο ηρωικός Λαός των Αθηνών, γιορτάζει αδελφωμένος τη λευτεριά του» γράφει ο Μανουηλίδης, ως εκπρόσωπος της Τριμελούς Επιτροπής, στο πρώτο τηλεγράφημά του προς την κυβέρνηση.
Μεταπολεμικά
Ο Μανουηλίδης διετέλεσε, από τις 23 Οκτωβρίου 1944 έως τις 3 Ιανουαρίου του 1945, υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, με το Εθνικό Κόμμα του οποίου εξελέγη Βουλευτής Έβρου στις εκλογές της της 31ης Μαρτίου 1946, την ημέρα που ξεκίνησε, και επίσημα, η κομμουνιστική ανταρσία.
Στη συνεδρίαση Λ' της Βουλής των Ελλήνων, στις 26 Ιουνίου 1946, στη συζήτηση που διεξαγόταν σχετικά με τη δράση του Αντωνίου Φωστερίδη, γνωστού ως Τσαούς Αντών, ο ποντιακής καταγωγής Βουλευτής Θεσσαλονίκης Λεωνίδας Ιασωνίδης του Κόμματος των Φιλελευθέρων εξήρε των αγώνα των εθνικιστών προσφύγων, υπό την ηγεσία του Τσαούς Αντών, εναντίον των «Εαμοσλάβων» στη Θράκη και αναφέρει ότι ήταν ένας αγώνας, που αποτελεί συνέχεια των αγώνων των Ποντίων, και ότι οι Πόντιοι είναι ευγνώμονες, διότι ολόκληρη η Βουλή έχει αναγνωρίσει τις θυσίες, τον πατριωτισμό και το υπέροχο ήθος, το οποίο η ιδιαίτερη γεωγραφική ποντιακή προέλευση επέδειξε στην Πίνδο και στα οχυρά της Μακεδονίας. Ανάλογη ήταν η τοποθέτηση του Φίλιππου Μανουηλίδη ο οποίος είπε ότι η Εθνική Αντιπροσωπία αποφάσισε ομόθυμα να τιμήσει τους ηρωικούς Ακρίτες Ποντίους, οι οποίοι, μένοντας πιστοί στις παλιές τους παραδόσεις, στάθηκαν ακοίμητοι φρουροί της Βορείου Ελλάδας.
Ο Μανουηλίδης ορκίστηκε Υπουργός Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών στις 27 Ιανουαρίου 1947 μέχρι 17 Φεβρουαρίου 1947 στην επταμελή Κυβέρνηση με Πρωθυπουργό τον Δημήτριο Μάξιμο. Ο Μανουηλίδης επανεξελέγη βουλευτής με το Κόμμα Γεωργίου Παπανδρέου, όπως είχε μετονομαστεί το Δημοκρατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, στις 5 Μαρτίου του 1950, και ανέλαβε υπουργός Εθνικής Αμύνης από τις 15 Απριλίου 1950 έως τις 21 Αυγούστου 1950 στην κυβέρνηση του Νικόλαου Πλαστήρα.
Πολιτεύθηκε και επανεκλέχθηκε στις εκλογές της 9ης Σεπτεμβρίου 1951 όμως, εν όψει των εκλογών του 1952, διαφώνησε με τη συνεργασία του Παπανδρέου με τον Ελληνικό Συναγερμό του Αλέξανδρου Παπάγου και αποχώρησε από το κόμμα. Στις εκλογές της 16ης Νοεμβρίου 1952, αν και πρώτος με τον συνδυασμό των Φιλελευθέρων-ΕΠΕΚ με 12.306 σταυρούς, δεν επανεκλέχθηκε βουλευτής, αφού λόγω του εκλογικού πλειοψηφικού συστήματος, όλες τις έδρες στον νομό Έβρο πήρε ο συνδυασμός του Ελληνικού Συναγερμού του Στρατηγού Παπάγου. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που συμμετείχε στα κοινά ως υποψήφιος κόμματος καθώς έκτοτε ασχολήθηκε με τις ηλεκτρικές επιχειρήσεις του και με τα ζητήματα του «Θρακικού Κέντρου», σχεδόν μέχρι την ημέρα του θανάτου του. Εις ένδειξη τιμής και ευγνωμοσύνης για το μεγάλο έργο και την εν γένει προσφορά του στη Θράκη ανακηρύχθηκε ισόβιος επίτιμος Πρόεδρος και Μέγας Ευεργέτης του Κέντρου.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- [Περιοδική έκδοση Θρακικά, Τόμος 43ος, Αθήνα, 1969.]
- [Μανουηλίδης Φίλιππος Βιογραφικό Λεξικό Ελλήνων Βουλευτών]
- [Φίλιππος Μανουηλίδης: Ο Θρακιώτης επιφανής πολιτικός που ξεχάστηκε]
Παραπομπές
- ↑ [Ιστορία της Ραιδεστού]
- ↑ [Φωτίκα Μανουηλίδου]
- ↑ [Μανουηλίδης Φίλιππος Βιογραφικό Λεξικό Ελλήνων Βουλευτών]
- ↑ [Κατάχρηση χρήματος του Δημοσίου από τον Βουλευτή Έβρου Φ. Μανουηλίδη Εφημερίδα «Φωνή της Θράκης», Τετάρτη 20 Ιουλίου 1932, σελίδα 1η.]
- ↑ [Ο Λουκής Ακρίτας υπήρξε μέλος της τριμελούς επιτροπής η οποία, εκπροσωπώντας την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που βρισκόταν στο Κάιρο, έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς για την παράδοση της Αθήνας τον Σεπτέμβριο του 1944.]
- ↑ [Η διήγηση του Λουκή Ακρίτα ακούστηκε αρχικά σε ραδιοφωνική εκπομπή του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας της Ελλάδας (Ε.Ι.Ρ.), με την ευκαιρία της εορτής της Ημέρας της Απελευθέρωσης των Αθηνών (12 Οκτωβρίου 1944) και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ραδιοπρόγραμμα (τεύχος 97ο, 25-31 Οκτωβρίου 1964).]