Λουκής Ακρίτας

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Λουκής Ακρίτας, Έλληνας Κυπριακής καταγωγής, αντικομμουνιστής, δημοσιογράφος, λογοτέχνης και πολιτικός που διατέλεσε βουλευτής και υπουργός, ο πρώτος Ελληνοκύπριος σε Κυβέρνηση στην Ελλάδα, γεννήθηκε στις 8 Αυγούστου 1908 στη Μόρφου της Κύπρου και πέθανε στις 6 Φεβρουαρίου 1965 σε κλινική του Λονδίνου, έπειτα από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο.

Το 1954 παντρεύτηκε τη Σύλβα Ακρίτα-Γιαβάσογλου, κόρη του Κωνσταντίνου Γιαβάσογλου, Υπουργού Πρόνοιας και Γερουσιαστή με το κόμμα του Ελευθέριου Βενιζέλου, και από το γάμο του έγινε πατέρας μιας κόρης, της δημοσιογράφου, συγγραφέα και μετέπειτα πολιτικού, Έλενας Ακρίτα.

Λουκής Ακρίτας

Βιογραφία

Ο Λουκής ήταν το τέταρτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας του Γιαννακού Χατζηλουκά και της Ελένης Καττιρτζήγιαννη.

Σπουδές

Ο Ακρίτας διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στη γενέτειρά του φοιτώντας για οκτώ χρόνια στο δημοτικό σχολείο και στην Ελληνική Σχολή της Μόρφου και το 1925 αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο, όπου φοίτησε για μία τετραετία. Στη συνέχεια φοίτησε για ένα χρόνο στο Παγκύπριο Γυμνάσιο και από το 1926 δίδαξε σε σχολεία της γενέτειράς του αλλά και στην (κατεχόμενη πλέον) κοινότητα της Σύγκρασης της Επαρχίας Αμμοχώστου, καθώς και στο ημιορεινό χωριό Κελλάκι, βορειοανατολικά της Λεμεσού, ενώ παράλληλα δημοσίευσε κείμενα στην εφημερίδα «Χρόνος» στη Λεμεσό.

Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Το 1930 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε Αγγλική φιλολογία και από τον ίδιο χρόνο εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις αθηναϊκές εφημερίδες «Πρωία» και «Εστία», ως συντάκτης στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» των εκδόσεων «Πυρσός», και ως ανταποκριτής στην εφημερίδα «Πρωινή» της Λευκωσίας και στα περιοδικά «Πάφος» και «Κυπριακά Γράμματα».

Β' Παγκόσμιος πόλεμος

Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου ο Λουκής στρατεύτηκε ως εθελοντής ενώ, παράλληλα, εργαζόταν ως πολεμικός ανταποκριτής στην εφημερίδα «Εστία». Υπήρξε ο μοναδικός πολεμικός ανταποκριτής που τόλμησε να αψηφήσει και να δημοσιεύσει δυο χρονογραφήματα για τον πόλεμο, τον Μάιο του 1941, ένα μήνα ύστερα από τη γερμανική εισβολή και την κατάληψη της Ελλάδος, αφιερωμένα στους νεκρούς συμπολεμιστές του, «σ’ αυτά τα εκλεκτά παιδιά, που δεν θα γυρίσουν πίσω».

Στην Κατοχή ανέπτυξε αντιστασιακή δράση ως επικεφαλής ομάδας δημοσιογράφων και διανοουμένων και εξέδιδε μαζί με τον αδερφό του Ευριπίδη Ακρίτα, την παράνομη αντιστασιακή εφημερίδα «Καθημερινά Νέα», που κυκλοφόρησε από την άνοιξη ως τον Οκτώβριο του 1944 και σε αραιά χρονικά διαστήματα από το 1945 ως το 1946. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος, μαζί με τους Μιλτιάδη Πορφυρογέννη και το στρατηγό Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο, της αντιστασιακής οργανώσεως «Τριμελής Επιτροπή Αγώνος», μετέπειτα γνωστή ως «Ανώτατη Επιτροπή Απελευθερώσεως», η οποία με τη συμμετοχή και του Φίλιππου Μανουηλίδη, διαπραγματεύθηκε με τους Γερμανούς και στις 12 Οκτωβρίου 1944, παρέλαβε την Αθήνα ελεύθερη.

Παράδοση των Αθηνών

Γράφει και διηγήθηκε [1], σχετικά, ο Λουκής Ακρίτας [2]:

«....Στα τέλη του Σεπτέμβρη μας ήρθε το μήνυμα πως ο στρατηγός Φέλμυ ήθελε να διαβιβάσει προτάσεις για την παράδοση της περιοχής των Αθηνών. Το Στρατηγείο της Μέσης Ανατολής μας δίνει την άδεια ν’ ακούσουμε και να διαβιβάσουμε τις προτάσεις. Η συνάντηση ορίστηκε στις 4 το απόγευμα στο σπίτι του Χρήστου Ζαλοκώστα, στην οδόν Αμερικής. Ο Χρήστος Ζαλοκώστας, σύνδεσμος της Επιτροπής Απελευθερώσεως, ήξερε καλά τα γερμανικά. Αλλά ο όρος της επαφής με τον εχθρό ήταν αρκετά περίεργος. Μας ειδοποίησαν πως αν τυχόν γνωσθεί η συνάντηση, τότε θα είχαμε εκτελεσθεί κι οι δυο από τους Γερμανούς. Έπρεπε, οπωσδήποτε να κρατηθεί μυστική η επικοινωνία μας, αλλιώς την ίδια μέρα θα μας είχαν στήσει μπρος στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ο μακαρίτης στρατηγός Σπηλιωτόπουλος και ο Φίλιππος Μανουηλίδης επέμειναν ν’ αρνηθώ τη συνάντηση.
...Το σπίτι του Ζαλοκώστα, στην οδόν Αμερικής, ήταν ένα από τα τηλεφωνικά κέντρα του γερμανικού στρατού. Έτσι, όταν μπήκα στην είσοδο της πολυκατοικίας απάντησα πολλούς Γερμανούς που με κοιτούσανε επίμονα. {....} Ανέβηκα και καθίσαμε στο σαλόνι, περιμένοντας τον Γερμανό. Έφθασε με καθυστέρηση δυο-τριών λεπτών. Ήταν ψηλός, γεροδεμένος, με κόκκινο πληθωρικό πρόσωπο. Ένας αυθεντικός Πρώσος. Τα ελληνικά του ήτανε θαυμάσια. Αργότερα έμαθα πως πριν απ’ τον πόλεμο, ζούσε στην Ελλάδα, δούλευε στη Γερμανική Αρχαιολογική Σχολή και ακόμη πως ήτανε παντρεμένος με Ελληνίδα, μ’ ένα από τα πιο γνωστά ονόματα της πατρίδας μας. Τον Ζαλοκώστα φαινόταν να τον γνωρίζει από πριν. Εμένα μ’ εκοίταξε παραξενεμένος.
....Ζήτησε αρχικά να πληροφορηθεί αν είχα εξουσιοδότηση από το Στρατηγείο να συναντηθώ μαζί του και να καταστρώσουμε τη συμφωνία. Του αποκρίθηκα πως ήρθα μοναχά ν’ ακούσω προτάσεις και να τις διαβιβάσω.
– Εγώ, μου είπε, είμαι εξουσιοδοτημένος να διαπραγματευθώ.
Τότε, του αποκρίθηκα, η συζήτησή μας τελείωσε. Εγώ έχω εξουσιοδοτηθεί να διαβιβάσω απλώς τις προτάσεις της συνθηκολόγησής σας.
....Ξανακάθισε, {....} συλλογισμένος δυο-τρία λεπτά. Άρχισε να μας διατυπώνει τις προτάσεις του. Ο στρατηγός Φέλμυ θέλει να φύγει, χωρίς να βλάψει την Αθήνα και τον Πειραιά. Ζητεί όμως αντάλλαγμα την υπόσχεση του Στρατηγείου να διατάξει το Ε.Λ.Α.Σ. και τις εθνικιστικές οργανώσεις ν’ αναστείλουν τις επιθέσεις στην περιοχή Αττικής. Στην περίπτωση αυτή, το συγκρότημα των Αθηνών θα παρέμενε με την ύπαιθρό του ανέπαφο.
....Ερώτησε με κάποια ειρωνεία αν ήμουνα σίγουρος πως μετά την αποχώρησή τους δεν θα διαιρεθεί ο λαός μας και δεν θα ξεσπάσει ανάμεσά μας ο εμφύλιος σπαραγμός.
– Ή θα πειθαρχήσετε τους αντάρτες σας ή θα κάψουμε την Αθήνα, μας είπε.
....Σηκώθηκα όρθιος και του είπα σε τόνο επίσημο με φωνή που έμοιαζε ακονισμένη από την οργή.
– Σε προειδοποιώ εκ μέρους της Κυβερνήσεως της Ελλάδος και του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής πως θα εκμηδενισθείτε, αν τυχόν επιχειρήσετε ν’ ανατινάξετε το φράγμα του Μαραθώνα, το εργοστάσιο Αγίου Γεωργίου στο Κερατσίνι και το λιμάνι του Πειραιά.
Η συζήτησή μας πήρε τέλος. Έφυγε με το τεράστιο κορμί του κουλουριασμένο, φέροντας μαζί του την καταισχύνη και την ήττα. {....} Ο πανικός της φυγής άρχισε από το ίδιο βράδι, όπως μας ειδοποίησαν τα 350 πόστα, που είχαμε οργανώσει στην Αθήνα και το λεκανοπέδιο της Αττικής. {....}.»

«Εθνική Εταιρεία Λογοτεχνών»

Στις 24 Απριλίου 1948, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος προσκάλεσε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στην οδό Πατησίων 47, λογοτέχνες της εποχής, με σκοπό να ιδρύσουν μία λογοτεχνική Εταιρία. Εκεί ο Λίνος Καρζής και μαζί του οι Αλκιβιάδης Γιαννόπουλος, Νίκος Προεστόπουλος, Γεώργιος Ι. Φουσάρας και Γιάννης Χατζίνης, ανέλαβαν να φροντίσουν για τη σύνταξη και την έγκριση από το Πρωτοδικείο Αθηνών του Καταστατικού του σωματείου που αρχικά έφερε τον τίτλο «Ελληνική Εταιρία Λογοτεχνών», το οποίο αργότερα μετονομάσθηκε σε «Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών».

Ο Τσάτσος περιλαμβάνεται [3] μεταξύ των λογοτεχνών που στις αρχές Ιουνίου 1948 αφού αρχικά παραιτήθηκαν ο ίδιος καθώς και οι Κώστας Ουράνης, Ιωάννης Μ. Παναγιωτόπουλος και Πέτρος Χάρης, αποχώρησαν από την «Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών» και δημιούργησαν στις 20 Ιουνίου 1948 την «Εθνική Εταιρεία Λογοτεχνών». Οι λογοτέχνες αυτοί εξέδωσαν ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε την 1η Ιουλίου 1948 στο περιοδικό «Νέα Εστία», με την οποία καταδίκαζαν την κομμουνιστική ένοπλη εξέγερση στην Ελλάδα αναφέροντας:

«...[...] Οι υπογραφόμενοι λογοτέχνες διακηρύσσουν πως η ανταρσία, που σήμερα αιματοκυλίζει τον τόπο, είναι ένας αντεθνικός αγώνας που υποδαυλίζεται από ξένους και από τους ίδιους ξένους συντηρείται. Κάθε αληθινός Έλληνας (sic) έχει χρέος να πάρει απέναντί της αυτή τη σαφή στάση. Πράξεις σαν το παιδομάζωμα, την αρπαγή γυναικών και το σταύρωμα των ιερωμένων, βρίσκεται σε βαθιάν αντίθεση με τις ευγενικές παραδόσεις της φυλής μας . [...]...».

Συνυπέγραψαν μεταξύ άλλων και οι Τάσος Αθανασιάδης, Λουκής Ακρίτας, Άρης Δικταίος, Άγγελος Δόξας, Χρήστος Ζαλοκώστας, Γεώργιος Θεοτοκάς, Άλκης Θρύλος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Μίτια Καραγάτσης, Ανδρέας Καραντώνης, Λίνος Καρζής, Στράτης Μυριβήλης, Κούλης Αλέπης, Μιχάλης Περάνθης, Μιχάλης Δ. Στασινόπουλος και Γιάννης Χατζίνης.

Πολιτική δράση

Το 1950 ανέλαβε Γενικός Γραμματέας της ΕΠΕΚ, κόμμα που είχε ιδρύσει ο Νικόλαος Πλαστήρας και το 1951 επισκέφτηκε την Κύπρο και πρόβαλε τον κυπριακό αγώνα για την ανεξαρτησία μέσω της συμμετοχής του στην Γ' Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών και την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων το 1952, αλλά και το 1954 μέσω των επαφών του στη διάρκεια του ταξιδιού του στις Η.Π.Α., ως μέλος της Διακομματικής Επιτροπής Διαφωτίσεως για το ζήτημα της Κύπρου. Το 1959 συμμετείχε στη Σύσκεψη της Ρόδου και ήταν ο ιδρυτής του κόμματος «Προοδευτική Ένωση» που αργότερα συγχωνεύθηκε με τη «Φιλελεύθερη Δημοκρατική Ένωση» του Σοφοκλή Βενιζέλου. Εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του, τα πολιτικού προβληματισμού περιοδικά «Ελληνικά Χρονικά», «Κόσμος», «Επιστήμη και Ζωή». Το 1964 όταν εκδηλώθηκαν οι διακοινοτικές ταραχές επέστρεψε στην Κύπρο, προκειμένου να συμπαρασταθεί στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, όμως διαφώνησε ανοικτά για τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου, και προειδοποίησε ότι με το συμβιβασμό που επιτεύχθηκε, η Τουρκία, «...θα αποκτούσε το δικαίωμα αρνησικυρίας, που θα σκίαζε, στο διηνεκές, την κυπριακή σκηνή».

Στις 26 Απριλίου 1964, εκπροσωπώντας την ελληνική κυβέρνηση στους εορτασμούς για την επέτειο της Εξόδου του Μεσολογγίου, εκφώνησε λόγο ελευθερίας και αγωνιστικότητας για την Κύπρο, στον οποίο περιλαμβάνονταν και η ιστορική φράση «..Κάθε ελεύθερος άνθρωπος είναι δημότης Μεσολογγίου!». Το όνομά του έχει δοθεί σε κεντρική πλατεία του Μεσολογγίου, όπου ανεγέρθηκε μαρμάρινη προτομή του [4], με χρήματα του υπουργείου Πολιτισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας και της οικογένειας του.

Πολιτικά αξιώματα

Ο Ακρίτας διατέλεσε Υφυπουργός Τύπου και Πληροφοριών στην Κυβέρνηση Απελευθερώσεως του Γεωργίου Παπανδρέου το 1944, όμως το 1950 αποσύρθηκε μετά την ιδεολογική ρήξη τους. Το 1951 εκλέχθηκε πρώτος βουλευτής Αθηνών στην Ελληνική Βουλή και διατύπωσε το αίτημα για την αυτοδιάθεση της Κύπρου. Το 1963 εκλέχτηκε βουλευτής της Ενώσεως Κέντρου και το Φεβρουάριο του 1964 ορκίστηκε Υφυπουργός στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με υπουργό το Γεώργιο Παπανδρέου. Εργάστηκε για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση μαζί με τον Ευάγγελο Παπανούτσο και ήταν μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στην ΣΤ' σύνοδο της γενικής συνελεύσεως του Ο.Η.Ε. στο Παρίσι.

Συγγραφικό έργο

Ο Ακρίτας πρωτοεμφανίστηκε στη λογοτεχνία το 1931 από τις στήλες του περιοδικού «Πρωτοπόροι» με το διήγημα

  • «Κάθε κορμί πενήντα λίρες».

Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του βρίσκεται διάσπαρτο, δημοσιευμένο στα περιοδικά με τα οποία συνεργάστηκε κατά καιρούς. Έγραψε τα βιβλία

  • «Νέος με καλάς συστάσεις», το 1935,
  • «Ο κάμπος», το 1936, μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από τη ζωή των Κυπρίων αγροτών του μεσαρίτικου κάμπου, που έγινε και στην Κύπρο τηλεοπτική σειρά, με πολύ μεγάλη επιτυχία.
  • «Αρματωμένοι», χρονικό από την εποποιία του πολέμου 1940-41, στο οποίο αποτύπωσε τις πολεμικές του εμπειρίες. Το έργο θεωρείται ένα από τα καλύτερα λογοτεχνικά της σύγχρονης νεοελληνικής πεζογραφίας.
  • «Όπου αγαπά παιδεύει»,
  • «Όμηροι», [θεατρικό], κ.ά.

Παραπομπές

  1. [Η διήγηση του Λουκή Ακρίτα ακούστηκε αρχικά σε ραδιοφωνική εκπομπή του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας της Ελλάδας (Ε.Ι.Ρ.), με την ευκαιρία της εορτής της Ημέρας της Απελευθέρωσης των Αθηνών (12 Οκτωβρίου 1944) και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ραδιοπρόγραμμα (τεύχος 97ο, 25-31 Οκτωβρίου 1964).]
  2. [Ο Λουκής Ακρίτας υπήρξε μέλος της τριμελούς επιτροπής η οποία, εκπροσωπώντας την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που βρισκόταν στο Κάιρο, έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς για την παράδοση της Αθήνας τον Σεπτέμβριο του 1944.]
  3. Ιδρυτικά μέλη, «Εθνική Εταιρεία Λογοτεχνών» Ιστότοπος της «Εθνικής Εταιρείας Λογοτεχνών».
  4. Αποκαλυπτήρια της προτομής του Λουκή Ακρίτα