Δημήτρης Ροντήρης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Δημήτριος Ροντήρης [1] Έλληνας εθνικιστής ηθοποιός, θεατρικός σκηνοθέτης, ένας από τους κορυφαίους του 20ου αιώνα, δάσκαλος του Ελληνικού θεάτρου και της Δραματικής τέχνης, γεννήθηκε στις 7 Ιανουαρίου 1900 στον Πόρο της Τροιζηνίας, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του ως δικαστικός και πέθανε στις 20 Δεκεμβρίου 1981 από πνευμονικό οίδημα, στο σπίτι του στα «Δικηγορικά» της Γλυφάδος, μετά από εγχείρηση για καρκίνο εντέρου.

Το 1929 παντρεύτηκε με τη Βάνα Αριστοτέλη Τσουκαλά, απόφοιτο της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Ωδείου, και από το γάμο τους απέκτησαν μία κόρη, στις 6 Νοεμβρίου 1943, την Κωστούλα Ροντήρη-Μαλάμου, που σπούδασε αρχαιολόγος.

Δημήτρης Ροντήρης

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογένειας του πατέρα του ήταν από το χωριό Πλάτανος Ναυπακτίας στο νομό Αιτωλοακαρνανίας, όπου οι ρίζες της ανάγονται στα προεπαναστατικά χρόνια. Οι πρόγονοι του, που είχαν έλθει στη Ναυπακτία από την Κωνσταντινούπολη στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα, πήραν μέρος στην Ελληνική εθνεγερσία και αρκετοί από αυτούς σταδιοδρόμησαν ως στρατιωτικοί στα χρόνια του ελεύθερου Ελληνικού κράτους.

Οικογενεική κατάσταση

Γενάρχης της οικογένειας ήταν ο Σωτήριος Ροντήρης, ανώτερος υπάλληλος της Υψηλής Πύλης και προπάππος του ο δημογέροντας Νικόλαος Ροντήρης ή Κουτσονίκας, που ήταν οπλαρχηγός του Γεωργίου Καραϊσκάκη, ενώ παππούς του ήταν ο εκατόνταρχος Νικόλαος Ροντήρης. Πατέρας του ήταν ο δικαστικός Αχιλλέας Ροντήρης και η μητέρα του Κωστούλα κατάγονταν από το Γαλαξίδι και ήταν κόρη του πλοιοκτήτη Λεβαντή.

Οι γονείς του Δημήτρη γέννησαν ένδεκα παιδιά, από τα οποία επέζησαν τα πέντε. Αδελφός του ήταν ο Γιάννης Ροντήρης, συνιδιοκτήτης της Ανώνυμης Εταιρείας «Γενική Σιδηροβιομηχανία», γνωστής με την επωνυμία «ΡΟΣΤΡΟ» -αρχικά από τα ονόματα των ιδιοκτητών της «ΡΟντήρης-ΣΤΡΟυμπούλης και Σία»- η οποία λειτουργούσε έως το 1951 στην οδό Αιτωλικού και Μεθώνης στον Πειραιά. Αδελφός του, επίσης, ήταν ο Νικόλαος Ροντήρης δικηγόρος και πρόεδρος από το 1946 έως το 1952, του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, ο οποίος ίδρυσε και το Ταμείο Νομικών. Αδελφές του ήταν ο Μαρούλα Ροντήρη, που σπούδασε μουσικός και η φιλόλογος Φλώρα Ροντήρη, γυναίκα του μαθηματικού Καρόλου Μπερζάν που είχε το Πρότυπο Λύκειο Αθηνών, τις σημερινές Σχολές Μωραΐτη.

Σπουδές

Ο Δημήτρης μεγάλωσε και παρακολούθησε τα μαθήματα της Βασικής και Μέσης εκπαιδεύσεως στον Πειραιά, όπου ο πατέρας του υπηρέτησε ως ειρηνοδίκης και στο Γυμνάσιο ήταν συμμαθητής και φίλος με τον παιδαγωγό Ευάγγελο Παπανούτσο, αλλά και στο 8ο γυμνάσιο Αθηνών [2] στην περιοχή των Πατησίων. Το Φθινόπωρο του 1915, μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο εισήλθε πρώτος στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, στην οποία κατατάχθηκε στα μέσα Μαρτίου του 1916, μετά από επιτυχείς εξετάσεις. Εγκατέλειψε τη Σχολή Ευελπίδων μετά από διετή φοίτηση, προκειμένου να σπουδάσει Νομικά και Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ παράλληλα εργάστηκε ως έκτακτος υπάλληλος στο Ταμείο Συντάξεως Δημοσίων Υπαλλήλων. Το 1917 και πριν ασχοληθεί με το θέατρο συμμετείχε ερασιτεχνικά στη βουβή ταινία «Η προίκα της Αννούλας» του Δήμου Βρατσάνου [3]. Το 1918, κρυφά και δίχως τη συγκατάθεση της οικογενείας του, γράφτηκε στην επαγγελματική σχολή θεάτρου που είχε ιδρύσει τότε η εταιρία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων και παρακολούθησε μαθήματα, με δασκάλους τον Αιμίλιο Βεάκη, τον εθνικιστή Φώτο Πολίτη, το Θωμά Οικονόμου και το Σπύρο Μελά.

Επαγγελματική δραστηριότητα

Το 1919 έγινε δεκτός στην δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, ενώ τον ίδιο χρόνο πήρε μέρος στην ταινία «Η τύχη της Μαρούλας» του Φίλιππο Μαρτέλλι [4] και ξεκίνησε την θεατρική του πορεία ως ηθοποιός στο Θέατρο Ωδείου με σκηνοθέτη το Θωμά Οικονόμου, ερμηνεύοντας το ρόλο Φλοριζέλ στο «Χειμωνιάτικο παραμύθι» του Σαίξπηρ. Τον ίδιο χρόνο προσλήφθηκε ως μόνιμος υπάλληλος με βαθμό ακολούθου στο Υπουργείο Συγκοινωνιών και συνέχισε τη συνεργασία του με διάφορους επαγγελματικούς θιάσους, έως το 1923, όταν συνεργάστηκε με το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Στις 2 Νοεμβρίου 1929 υπέβαλε σχετική αίτηση και το 1930, με υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, που έφερε την υπογραφή του Γενικού Γραμματέα της Κωστή Παλαμά, και συστατική επιστολή του Δημήτρη Μητρόπουλου, ταξίδεψε στη Βιέννη και στο Ινστιτούτο Ιστορίας της Τέχνης, όπου σπούδασε θέατρο, ιστορία τέχνης και αρχαία ελληνική φιλολογία, αλλά και στη σχολή σκηνοθεσίας του Αυστριακού σκηνοθέτη Μαξ Ράινχαρντ [Max Reinhardt], Εβραϊκής καταγωγής που το πραγματικό του όνομα ήταν Μαξ Γκόλντμαν.

Ο Ροντήρης παρακολούθησε τις δοκιμές στο «Μπουργκτεάτερ» και στην Όπερα της Βιέννης και, αργότερα, στο «Ντόυτσες Τεάτερ» του Βερολίνου. Πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση ως σκηνοθέτης στο Θέατρο Ωδείου το 1928, με το μουσικό δράμα «Το δαχτυλίδι της μάνας» του εθνικιστή Μανώλη Καλομοίρη, ενώ στις 10 Ιανουαρίου 1930 σκηνοθέτησε το έργο του ίδιου «Ο πρωτομάστορας». Στην εναρκτήρια περίοδο του Εθνικού Θεάτρου, εργάστηκε αρχικά ως βοηθός σκηνοθέτης κοντά στον Φώτο Πολίτη και στη συνέχεια από το Δεκέμβριο του 1934 έως το 1942, ως πρώτος σκηνοθέτης, με πρώτο έργο του, τους «Φοιτητές» του Γρηγορίου Ξενόπουλου. Το Δεκέμβριο του 1944 διατέλεσε διευθυντής Ραδιοφωνίας και οργάνωσε τις πανηγυρικές γιορτές απελευθερώσεως της Ελλάδος, ενώ από το 1935 έως το 1964 ήταν καθηγητής στο Ωδείο Αθηνών. Τα χρόνια από το 1946 έως το 1950 και από το 1953 έως το 1955, διατέλεσε γενικός διευθυντής και σκηνοθέτης του Εθνικού Θεάτρου. Το 1946 έγινε δεκτός ως μέλος στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» [5], ενώ το 1950 ίδρυσε την «Ελληνική Σκηνή» που λειτούργησε έως το 1952 και έδωσε παραστάσεις στο Θέατρο «Κυβέλη» καθώς και στην αίθουσα του «Πειραϊκού Συνδέσμου». Με Βασιλικό Διάταγμα που εκδόθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1953 διορίστηκε μέλος της Πενταμελούς Διοικητικής Επιτροπής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για μία τριετία [6].

Το 1955, με ειδικό νόμο που έφερε την υπογραφή του τότε υπουργού Παιδείας Αχιλλέα Γεροκωστόπουλου, απολύθηκε [7] από το Εθνικό Θέατρο, η απόλυση του είχε επιπτώσεις στην υγεία του και εγχειρίστηκε με αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς. Ο Σαπουνάκης, τότε Δήμαρχος Πειραιώς, τον παρακάλεσε να αναλάβει το Δημοτικό Θέατρο και από το 1957 έως το 1959, με το «Πειραϊκό Θέατρο» και ως επικεφαλής του, πραγματοποίησε περιοδείες σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες καθώς και σε χώρες της Βόρειας και Νότιας Αμερικής και της Ασίας, παρουσιάζοντας με τεράστια επιτυχία θεατρικές παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, μεταφέροντας το «Ελληνικό Φως». Επιστρέφοντας στην Ελλάδα η νέα Δημοτική Αρχή αρνήθηκε να του ξαναπαραχωρήσει το Δημοτικό Θέατρο. Συνέχισε τις παραστάσεις έργων με το «Πειραϊκό Θέατρο» έως το 1968 και τελευταίο ταξίδι του ήταν τον Οκτώβριο του 1968, στην Ολυμπιάδα του Μεξικού στο πλαίσιο του πολιτιστικού προγράμματος της 19ης Ολυμπιάδας. Δημιούργησε τη Δραματική Σχολή Ροντήρη στην οδό Αναπήρων Πολέμου στο Λυκαβυττό, η οποία λειτούργησε για μικρό χρονικό διάστημα.

Το 1968, το υπουργείο Εμπορίου επιχορηγούσε έναν ελληνικό θίασο που θα εκπροσωπούσε την Ελλάδα με παράσταση αρχαίας τραγωδίας στη Διεθνή Έκθεση της Οσάκα στην Ιαπωνία και ο υπουργός Εμπορίου Θάνος Καψάλης, θαυμαστής του Ροντήρη, τον περιέλαβε στην Επιτροπή η οποία θα εισηγείτο ποιον θίασο θα έστελνε η Ελλάδα στην Ιαπωνία. Οι παράγοντες των εμπορικών επιμελητηρίων ομόφωνα είπαν ότι το «Πειραϊκό Θέατρο» έπρεπε να σταλεί στην Οσάκα. Ο Ροντήρης θεωρούσε ότι δεν ήταν δυνατόν να προτιμηθεί ο θίασος του, όταν ο ίδιος ήταν μέλος της Επιτροπής και αρνήθηκε την επιχορήγηση. Δίδαξε ως καθηγητής Δραματικών Σχολών, όπως του Εθνικού Ωδείου, του Εθνικού Θεάτρου και του Ωδείου Αθηνών, αλλά και ως σκηνοθέτης-δάσκαλος. Την δεκαετία του 1970 εγκατέλειψε την σκηνοθεσία και απομονώθηκε στο σπίτι του.

Μνήμη Ροντήρη

Τιμήθηκε με ελληνικά και ξένα παράσημα, καθώς και με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1961 ήταν καλεσμένος του Τζων Φ. Κέννεντυ, τότε Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και παρακάθησε σε επίσημο γεύμα στο Λευκό Οίκο. Το 1962 τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο Τιμής και Αρετής του Δήμου Αθηναίων. Στη διάρκεια της ζωής του ο Ροντήρης συνέλεξε ογκώδες υλικό σημαντικών εγγράφων, θεατρικές κριτικές, αποκόμματα εφημερίδων και αλληλογραφίες με σπουδαίους ηθοποιούς, σκηνοθέτες, ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων από τη δεκαετία του 1920. Τα «Ελληνικά Ταχυδρομεία» [«ΕΛ.ΤΑ.»] τον τίμησαν στις 2 Δεκεμβρίου 1987, με αναμνηστικό γραμματόσημο των 100 δραχμών.

Ο Ροταριανός Όμιλος Πειραιά χρηματοδότησε την ανέγερση της προτομής του, έργο του Τάκη Παρλαβάνζα, η οποία από το 1995, βρίσκεται παράπλευρα στο αρχαιολογικό πάρκο της Ηρώων Πολυτεχνείου, προς την οδό Σκουζέ, στον Πειραιά. Στο σπίτι του στην περιοχή «Δικηγορικά» της Γλυφάδας, το οποίο αγόρασε το 1957 και το 1986 κηρύχθηκε διατηρητέο, με απόφαση της τότε υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη, ο Ροταριανός Όμιλος Γλυφάδος εντοίχισε την επιγραφή, «ΕΔΩ ΕΖΗΣΕ Ο ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΧ. ΡΟΝΤΗΡΗΣ ΠΟΥ ΞΑΝΑΦΕΡΕ ΣΤΟΝ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΛΟΓΟ ΡΥΘΜΟ ΚΑΙ ΑΡΜΟΝΙΑ ΚΑΙ ΜΕΛΟΣ», ενώ η οδός Μενίππης, φέρει το όνομα του. Στο σπίτι διατηρούνται τα έπιπλα, τα κάδρα, η βιβλιοθήκη, τα μετάλλια, οι έπαινοι, τα διπλώματα και οι φωτογραφίες του Ροντήρη. Το Πειραϊκό Θέατρο φέρει το όνομα του.

Εργογραφία

Ο Ροντήρης έμεινε στην ιστορία ως ο «δάσκαλος» του αρχαίου δράματος. Δεν άφησε παρά ελάχιστα κείμενα θεωρητικά και ακόμη λιγότερες συνεντεύξεις. Ως τα τέλη της δεκαετίας του 1960, παρουσίασε περισσότερα από 150 έργα του κλασικού, νεοκλασικού και νεότερου δραματολογίου, από Σαίξπηρ και Μολιέρο, έως Σίλερ και Όσκαρ Ουάιλντ. Σκηνοθέτησε έργα όπως «Άμλετ», «Ερρίκος Ε», «Δωδέκατη Νύχτα», «Ρωμαίος και Ιουλιέττα», «Πειρασμός», «Ιούδας» και άλλα, ενώ συνεργάστηκε με ηθοποιούς όπως ο Αιμίλιος Βεάκης, η Μαρίκα Κοτοπούλη, ο Γληνός, ο Δημήτρης Μυράτ, ο Αλέξης Μινωτής, η Κατίνα Παξινού, η Ελένη Παπαδάκη, η Μανωλίδου, ο Μάνος Κατράκης, η Μαίρη Αρώνη, ο Δημήτρης Χορν, η Ασπασία Παπαθανασίου και άλλοι. Ιδιαίτερη προτίμηση και εκτίμηση έτρφε στο ποιητικό θέατρο.

Σκηνοθέτησε 11 έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, ενώ η σκηνοθεσία του στην «Ηλέκτρα» και στον «Άμλετ», παραστάσεις που ο θίασος του Εθνικού Βασιλικού Θεάτρου ανέβασε το 1939 στην Αγγλία και την Γερμανία, προκάλεσε τις ενθουσιώδεις κριτικές των ειδικών. Στο Εθνικό θέατρο παρουσίασε περισσότερες από σαράντα παραστάσεις. Σκηνοθέτησε την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή το 1936 στο Ηρώδειο και στις 11 Σεπτεμβρίου του 1938, για πρώτη φορά μετά την αρχαιότητα παρουσίασε αρχαία τραγωδία στην Επίδαυρο, ανεβάζοντας την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, στο θέατρο του Πολυκλείτου. Η παράσταση της τριλογίας του Αισχύλου «Ορέστεια» στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού το 1949, θεωρήθηκε ως καλλιτεχνικό επίτευγμα στην ιστορία του Θεάτρου, ενώ με το έργο «Ιππόλυτος» του Ευριπίδη έγινε το 1954 η ανεπίσημη έναρξη των Επιδαυρίων. Το 1978 πραγματοποιήθηκε η τελευταία σκηνοθεσία του στην Επίδαυρο, με το έργο «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Πηγές

Παραπομπές

  1. [Ροντήρης τα παλιότερα χρόνια ονομάζονταν ο νυχτοφύλακας ή αγροφύλακας που χτυπούσε τη ρόντα, δηλαδή το σιωπητήριο όταν νύχτωνε, για να ειδοποιεί τους περαστικούς ότι έπρεπε να κρατούν δαδί αναμμένο για να αναγνωρίζονται.] Μανώλης Τριανταφυλλίδης, «Τα οικογενειακά μας ονόματα».
  2. 8ο γυμνάσιο Αθηνών: Ένα ιστορικό σχολικό συγκρότημα των Πατησίων
  3. Κατάλογος ελληνικών ταινιών 1906 έως σήμερα
  4. Κατάλογος ελληνικών ταινιών 1906 έως σήμερα
  5. Μέλη του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού
  6. Εθνική Λυρική Σκηνή
  7. [Σύμφωνα με όσα είπε στη Βουλή ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αντιπρόεδρος της τότε Κυβερνήσεως, «...Παρ' όλη την αξία του Ροντήρη η Κυβέρνηση μπορεί να κάνει και καμιά αλλαγή, αν το κρίνει σκόπιμο, για να κριθούν και άλλοι ικανοί του θεάτρου...»'.]