Ιωάννης Βαρβάκης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Ιωάννης (του) Λεοντή ή Λεοντίδη ο οποίος έγινε γνωστός και πέρασε στην ιστορία με το επώνυμο Βαρβάκης [1] , Έλληνας ναυτικός, μετέπειτα αεικίνητος κουρσάρος, πλοιοκτήτης και πλοίαρχος, που συντάχθηκε με τα στρατεύματα της Αικατερίνης Β' της Ρωσίας και ως κυβερνήτης πυρπολικού πολέμησε εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιχειρηματίας και μέγας εθνικός ευεργέτης, που το επώνυμο του έγινε τίτλος ευγένειας στην τσαρική Ρωσία, ο από το 1789 Ρὠσος πολίτης Ιβάν Αντρέγεβιτς Βαρβάτσι, [Ivan Іоанніс Варвакіс Варваци Іван Андрійович], αρχηγός των ευγενών του Άστραχαν με σημαντικά μεγάλη επιρροή στους κύκλους των Ρώσων ευγενών, ο επιχειρηματίας που σύστησε στον κόσμο το χαβιάρι, γεννήθηκε στις 24 Ιουνίου του 1745, ανήμερα της εορτής του Γενεθλίου του Τιμίου Προδρόμου, στα τουρκοκρατούμενα Ψαρά του Αιγαίου Πελάγους και πέθανε, πιθανόν από χολέρα, το ξημέρωμα της Δευτέρας 12 Ιανουαρίου 1825 στο λοιμοκαθαρτήριο στο νησί της Ζακύνθου στο Ιόνιο Πέλαγος. Η τελετή της νεκρώσιμης ακολουθίας του έγινε στον Ιερό Ναό του αγρίου Νικολάου στο Λοιμοκαθαρτήριο της Ζακύνθου.

Ιωάννης Ανδρ. Βαρβάκης
Γέννηση: 24 Ιουνίου 1745
Τόπος: Ψαρά (Αιγαίο πέλαγος)
Σύζυγος: Μαρία, (α' γάμος)
Εκατερίνα Ιβάνοβνα (β' γάμος)
Τέκνα: Μαρία, άγνωστο τέκνο (α' γάμος)
Στεπάν, Άννα, Αλεξάνδρα (β' γάμος)
Υπηκοότητα: Ελληνική, Ρωσική
Ασχολία: Πλοιοκτήτης, εθνικός αγωνιστής
επιχειρηματίας, εθνικός ευεργέτης
Θάνατος: 12 Ιανουαρίου 1825
Τόπος: Λοιμοκαθαρτήριο, Ζάκυνθος (Ιόνιο Πέλαγος)

Παντρεύτηκε τρεις φορές και από τον πρώτο του γάμο, το καλοκαίρι του 1768, με την Μαρία αγνώστου επωνύμου, απέκτησε δύο παιδιά, την πρωτότοκη Μαρία [2] το 1770, μετέπειτα σύζυγο του Νικόλαου Κομνηνού, που γεννήθηκαν στα Ψαρά, τρία παιδιά τον Στεπάν, και δύο κόρες, την Άννα και την Αλεξάνδρα [3]απέκτησε από τον δεύτερο του γάμο με την Εκατερίνα Ιβάνοβνα που έγινε στις 27 Οκτωβρίου 1788, τα οποία γεννήθηκαν στο Άστραχαν όπου κατοικούσε τότε, ενώ από τον τρίτο γάμο του δεν απέκτησε κληρονόμους.

Βιογραφία

Πάππος του Ιωάννη ήταν ο Λεοντής αγνώστου επιθέτου. Ο Ιωάννης (Βαρβάκης) ήταν ο πρωτότοκος γιος του ναυτικού και πλοιοκτήτη καπετάν Ανδρέα του Λεοντή ἠ Λεοντίδη, ενός καραβοκύρη με δικάταρτο ιστιοφόρο που πραγματοποιούσε μεταφορές στα νησιά του Αιγαίου, και της Μαρίας (Μαρώς) το γένος Μόρου [4]. Είχε έναν αδελφό τον Γεώργιο ο οποίος, όπως εικάζεται σχεδόν με βεβαιότητα, ήταν μικρότερος του καθώς την εποχή που ο Ιωάννης ήταν καπετάνιος, στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου, είχε τον Γεώργιο ως βοηθό.

Σπουδές / Πρώτα χρόνια

Ο Ιωάννης έμαθε ελάχιστα γράμματα και δεν είναι γνωστό αν και από ποιον τα διδάχτηκε, πιθανότατα από κάποιον ιερέα κατά τα ειωθότα της εποχής. Έλαβε στοιχειώδη μόρφωση κυρίως λόγω της ελλείψεως χρημάτων για τη συντήρηση σχολείου στη γενέτειρα του αλλά και της καταπιέσεως των οθωμανικών αρχών. Ασχολήθηκε από νεαρή ηλικία με την θάλασσα και την ναυτιλία ενώ την όποια παιδεία απέκτησε την έλαβε ως ναυτικός στο πλοίο του πατέρα του.

Ναυτική πολεμική δράση

Στα δέκα του χρόνια έμαθε να πυροβολεί και να χρησιμοποιεί κανόνι. Σπούδασε την ναυτική τέχνη στο πλοίο του πατέρα του κι ύστερα ως συνοδός σε κάποιο ψαριανό πλοίο. Στην ηλικία των δεκαπέντε χρόνων έγινε ναύτης-παρτσινέβελος, δηλαδή μεριδούχος-συνέταιρος στο πλοίο και απέκτησε μερίδιο στα κέρδη του, ενώ στα δεκαεπτά του λάμβανε σε επιδρομές εναντίον τουρκικών εμπορικών καραβιών κι ένα χρόνο αργότερα ναυπήγησε την πρώτη του γαλιότα [5] στην οποία έδωσε το όνομα «Άγιος Ανδρέας». Στο τέλος Νοεμβρίου του 1769 επέστρεψε, κρυφά, στα Ψαρά όταν πληροφορήθηκε πως ήταν ετοιμοθάνατος ο πατέρας του, μετά τον θάνατο του οποίου κληρονόμησε ένα πλοίο και μια μικρή περιουσία. Από το 1765 έως το 1770 ασχολήθηκε με το εμπόριο και την ναυτιλία.

Σύντομα ο Βαρβάκης έγινε κουρσάρος όπως, σχεδόν, το σύνολο των Ψαριανών, λόγω των γενικότερων συνθηκών της εποχής καθώς τα πλοία δέχονταν επιθέσεις από πειρατές που αιχμαλώτιζαν το πλήρωμα και τα λεηλατούσαν εμπορεύματα. Παράλληλα, πολλοί Έλληνες νησιώτες επιστρατεύτηκαν από τους Άγγλους και τους Ολλανδούς ώστε να αναχαιτίσουν τους Γάλλους που προσπαθούσαν να αυξήσουν τη ναυτική παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα ρωσικά αρχεία χαρακτηρίζουν από την δράση του εκείνης της περιόδου τον Βαρβάκη «αεικίνητο κουρσάρο». Οι Τούρκοι τον θεωρούσαν ως τον πιο τρομερό πειρατή στο Αιγαίο και ο σουλτάνος επικήρυξε το κεφάλι του με χίλια πιάστρα, κοινό νόμισμα της Αιγύπτου και της Τουρκίας. Τμήμα του Οθωμανικού στόλου έφθασε στα Ψαρά και ο καπουδάν πασάς, ο ναύαρχος δηλαδή, απαίτησε να παραδώσουν τον Βαρβάκη, υπό την απειλή πως θα κάψει το νησί. Λίγα χρόνια μετά ο Βαρβάκης πούλησε τη γαλιότα του προκειμένου να αποκτήσει ένα καινούριο πλοίο, το οποίο εξόπλισε και μετέτρεψε σε πολεμικό καράβι με είκοσι κανόνια και το επάνδρωσε με εθελοντές.

Ρωσο-τουρκικός πόλεμος

Στη διάρκεια του Ρωσο-τουρκικού πολέμου, τα έτη από το 1768 έως το 1774, ο Βαρβάκης συμμετείχε σε θαλάσσιες επιχειρήσεις και ναυτικές συγκρούσεις ως κυβερνήτης πυρπολικού διαθέτοντας όλη του την περιουσία προκειμένου να εξοπλίσει το πλοίο του. Έπλευσε στο Αιγαίο και συνάντησε στην Πελοπόννησο τον Αλέξιο Ορλώφ, αντιναύαρχο του Ρωσικού στόλου στο Αιγαίο, στον οποίο δήλωσε ότι επιθυμεί να συμμετάσχει στην εξέγερση που υποκινούσε, εξέγερση που έμεινε γνωστή στην ιστορία ως τα «Ορλωφικά» και υπό τις διαταγές του συντάχθηκε με τα στρατεύματα της Αικατερίνης Β' της Ρωσίας εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αρχικά διακρίθηκε ως καταδρομέας στα παράλια της Θράκης, της Μακεδονίας και της Μικράς Ασίας.

Ο ρωσικός στόλος τις 4 Απριλίου του 1770 άρχισε να πολιορκεί το Ναυαρίνο. Σύμφωνα με τα έγγραφα του Ορλώφ και του Σπυριντώφ ο Βαρβάκης βρέθηκε εκεί και παρουσιάστηκε στο ναύαρχο Σπυριντώφ ο οποίος δέχτηκε τον Ψαριανό καπετάνιο να ενταχθεί μαζί με το εικοσακάνονο καράβι του (σεμπέκιον) και το πλήρωμά του στις ρωσικές δυνάμεις. Έτσι ο Βαρβάκης συμμετείχε στην πολιορκία του κάστρου του Ναβαρίνου, που έπεσε στις 10 Απριλίου 1770. Στις 24 Ιουνίου του ίδιου έτους ο ρωσικός στόλος συνάντησε τον τουρκικό στο κόλπο του Τσεσμέ (Κρήνη). Στις 26 Ιουνίου ο Βαρβάκης διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη νικηφόρα ναυμαχία του Τσεσμέ και αναδείχθηκε ο ήρωας της όταν επικεφαλής πέντε ψαριανών πυρπολικών έκαψε τον στόλο του Καπουδάν Πασά μέσα στο λιμάνι ενώ δεν δίστασε να κάψει και το δικό του πλοίο προκειμένου να επιτύχει την καταστροφή της τουρκικής αρμάδας. «Τις φλόγες των οθωμανικών πλοίων που καίγονταν, οι Ψαρριανοί τις έβλεπαν πάνω από τα βουνά της Χίου» [6]. Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Κούμα:

«...Όλα τα Τουρκικά καράβια (στο Τσεσμέ) άρπαξαν φωτιά, η οποία μαινόταν από τις 1 μετά τα μεσάνυχτα μέχρι τις 6 το πρωί. Το θέαμα ήταν φοβερό, ο κρότος ακούστηκε μέχρι την Αθήνα, στην Σμύρνη εσείετο η γη και τα ρωσικά καράβια που ήσαν λίγο μακρύτερα χοροπηδούσαν πάνω στα κύματα. Οι Τούρκοι που ήσαν στα καράβια σώθηκαν κολυμπώντας στη στεριά κι εκεί έσφαξαν όσους βρήκαν Έλληνες και πυρπόλησαν πόλεις και χωριά» [7].

Ο απολογισμός της καταστροφής σε καράβια ήταν: «..Πυρπολήθηκαν 15 μεγάλα καράβια των 70 μέχρι 100 κανονιών, 9 των 15 μέχρι 30 κανονιών, και πολλές γαλέρες. Μόνο 1 καράβι 60 κανονιών και 5 γαλέρες ξέφυγαν τις φλόγες και κυριεύτηκαν από τους Ρώσους» [8] ενώ η περιγραφή του Γκρεγκ που σώζεται στο Ίδρυμα Κομνηνού-Βαρβάκη συμπληρώνει: «..Ένα μεγάλο πλοίο με την ονομασία "Ρόδος" με 66 κανόνια και 5 γαλέρες αιχμαλωτίστηκαν. Από την πλευρά των Ρώσων σκοτώθηκαν 10 άνθρωποι και από τους Τούρκους 10.000» [9] Για τον ηρωισμό που επέδειξε τιμήθηκε με το βαθμό του υπολοχαγού, στις 21 Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Έδρασε στην πολιορκία της Βηρυτού, στην πολιορκία της Πάτρας, στον κόλπο της Ναυπάκτου και στην από θαλάσσης έφοδο των φρουρίων Στάνκο και Μποντρούμ (Αλικαρνασσού), ενταγμένος στη δύναμη της μοίρας του Βοϊνόβιτς. Κατά το τέλος του πολέμου ναυπήγησε μία φριγαδέλα, ένα τρικάταρτο μεγάλο πλοίο, εξοπλισμένη με 26 κανόνια, την οποία δεν πρόλαβε να χρησιμοποιήσει.

Φυλάκιση / Διαφυγή

Στις 21 Ιουλίου του 1774, όταν υπογράφηκε η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, με την οποία έληξε ο πόλεμος, ο Βαρβάκης επέστρεψε στα Ψαρά όπου συνέχισε την εμπορική και πειρατική του δραστηριότητα. Με τη συνθήκη η Τουρκία δεσμεύτηκε να χορηγήσει αμνηστία στους κατοίκους του Αιγαίου για τη συμμετοχή τους στα Ορλωφικά και να τους απαλλάξει για δύο χρόνια από οποιαδήποτε φορολογία. Οι Έλληνες είχαν δικαίωμα να υψώνουν στα πλοία τους τη ρωσική σημαία και να περνούν ελεύθερα τα Στενά. Η Ρωσία αναγνωριζόταν ως προστάτιδα όλων των χριστιανών υπηκόων της Υψηλής Πύλης. Ο Βαρβάκης φόρτωσε σιτάρι από τη Θεσσαλία και πήγε στο Λιβόρνο. Εκεί, οι Έλληνες του Λιβόρνο τον συμβούλευσαν να πάει σε λιμάνια του βόρειου Εύξεινου Πόντου και να εγκατασταθεί εκεί. Oι Οθωμανοί της Χίου ζήτησαν με έντονο τρόπο από το διβάνι να επικηρυχθεί ο Βαρβάκης και οι Τουρκικές αρχές διέταξαν τη σύλληψή του. Ο Βαρβάκης μην έχοντας άλλη επιλογή αποφάσισε να εγκαταλείψει τα Ψαρά και να εγκατασταθεί σε κάποιο παρευξείνιο λιμάνι της Νότιας Ρωσίας.

Πριν εγκαταλείψει τα Ψαρά και το Αιγαίο ο Βαρβάκης πήγε στη Μύκονο και δανείστηκε 600 πιάστρα. Στα Κρατικά Αρχεία της περιοχής Άστραχαν σώζεται η εξής απόδειξη, που συντάχθηκε στις 25 Ιουλίου 1775, στα ρωσικά:

«Ο υπογεγραμμένος καπετάνιος Ιωάννης Ανδρέου Βαρβάκης δηλώνω ότι έλαβα δανεικά από τον Στέφανο Λαυρεντίου Σκοπελίτη, πιάστρα τουρκικά εξακόσια (600) και υπόσχομαι να του τα επιστρέψω με ευχαριστίες στην Κωνσταντινούπολη, με προθεσμία είκοσι ημερών, με τόκο πέντε πιάστρα για κάθε εκατοντάδα (5%). Χωρίς καμία αντίρρηση και επιφύλαξη, κάτι για το οποίο ιδιοχείρως και με την παρουσία αξιοπίστων μαρτύρων υπογράφω, πως έλαβα τα χρήματα.
Ιωάννης Βαρβάκης, υπογράφω πως έλαβα τα χρήματα
Νικόλαος Ντάσντης, υπογράφοντας επιβεβαιώνω
Δημήτρης Μακαρίου, υπογράφοντας επιβεβαιώνω
Γρηγόριος Αρτακηνός, καντσιλιέρης (συμβολαιογράφος) επιβεβαιώνω».

Ο Βαρβάκης όταν πήρε τα χρήματα, γύρισε στα Ψαρά, πλήρωσε στους ναύτες του, άφησε τα υπόλοιπα στην οικογένεια του και έφυγε. Πήγε με το καράβι του στην Κωνσταντινούπολη και μαζί με τον δανειστή του, τον Σκοπελίτη πήγαν στην Ρωσική πρεσβεία. Εκεί συνάντησε Ρώσους αξιωματικούς που τον γνώριζαν από τα Ορλωφικά και τον προέτρεψαν να πάει στην Αγία Πετρούπολη [10].

Οι τελωνειακοί τον εντόπισαν μόλις πέρασε τον Ελλήσποντο. Το πλοίο του δημεύθηκε και φυλάκισαν τον ίδιο στο Γεντί Κουλέ, στο Επταπύργιο στην Κωνσταντινούπολη. Ως επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού ήταν το κομμένο δεξί αυτί του, σημάδι ότι πέρασε από τη φυλακή αυτή. Εκείνη την εποχή πρεσβευτής της Ρωσίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ο πρίγκιπας Νικολάι Βασίλεβιτς Ρέπνιν, αυτός υπόγραψε τις συνθήκες του Κιουτσούκ Καϊναρτζή και το 1791 του Ιασίου. Ο Ρέπνιν τον συμπεριέλαβε στο διακηρυγμένο από τις ρωσικές αρχές καθεστώς των προστατευομένων μέσω του οποίου του παρείχε προστασία και τη θερμή προσωπική υποστήριξή του. Προς το σκοπό αυτό φρόντισε να δωροδοκήσει προκειμένου να επιτύχει την απελευθέρωση του Βαρβάκη ενώ παράλληλα ανέλαβε να τακτοποιήσει τα χρέη του δανείου που είχε λάβει προτού αναχωρήσει από τα Ψαρά. Στη συνέχεια τον εφοδίασε με τα απαραίτητα έγγραφα για να μην θεωρηθεί κατάσκοπος και τον φυγάδευσε σε ρωσικό εμπορικό πλοίο με προορισμό τη Ρωσία.

Μετάβαση στη Ρωσία

Το καλοκαίρι του 1775 ο Ρώσος πλοίαρχος τον αποβίβασε στο Χατζήμπεη (μετέπειτα Οδησσός [11]), ένα μικρό τουρκικό παραθαλάσσιο οχυρό το οποίο εκείνη την εποχή είχε περάσει στα χέρια των Ρώσων. Εκεί ο Βαρβάκης, βρήκε μερικούς Έλληνες και φιλοξενήθηκε στο καφενείο του Σίμου Ασπορίδη. Τελικά τον Σεπτέμβριο του 1775 ξεκίνησε με εμπορικό ποταμόπλοιο (μαούνα) ανέβηκε τον Δνείπερο ποταμό και έφτασε στο Κίεβο. Ύστερα άρχισε το ένα πολύμηνο ταξίδι 1.300 χιλιομέτρων με τελικό του προορισμό, την Αγία Πετρούπολη όπου έφτασε τον Ιανουάριο του 1776, έχοντας μαζί του μια ιδιόχειρη συστατική επιστολή του Ρέπνιν με αποδέκτη τον διπλωμάτη Νικήτα Ιβάνοβιτς Πάνιν, τον φερόμενο ως αρχιτέκτονα της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, ο οποίος ταυτόχρονα ήταν και ο παιδαγωγός του Παύλου, γιου της Αικατερίνης Β'. Στον Πάνιν επέδωσε τη συστατική επιστολή που αποδείκνυε την διακεκριμένη δράση και μαχητικότητα του στις θαλάσσιες αναμετρήσεις στο Αιγαίο και του εξέφρασε την ισχυρή βούλησή του να συνεχίσει υπηρετώντας ως στρατιώτης στη Ρωσία.

Συνάντηση με την Αικατερίνη Β'

Διηγείται ο ίδιος ο Βαρβάκης για τις συνθήκες υπό τις οποίες κατάφερε να συναντήσει την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας:

«...Όταν έφτασα στην Πρωτεύουσα, η πρώτη μου φροντίδα ήταν να δανειστώ ρούχα και παπούτσια, για να μη με περάσουν για ζητιάνο. Δυστυχώς η Αυλή κατοικούσε τότε στο Τσάρσκοϊ Σέλο [Τσαρικό Χωριό-40 χιλιόμετρα μακριά από την Πετρούπολη], αναγκάστηκα λοιπόν να πάω πεζός και επειδή τα παπούτσια ήταν δανεικά, συχνά περπατούσα ξυπόλυτος για να μη τα φθείρω και αναγκαστώ να τα πληρώσω. Τρεις φορές έκανα αυτή τη διαδρομή, τρεις φορές έκανα αναφορά, αλλά δεν πήρα καμιά απάντηση.
Κάποια μέρα, από την αγανάκτηση μου, μιλούσε σε ένα καφενείο με πίκρα, αναθεματίζοντας τα πάντα και την ώρα που γεννήθηκα. Από αυτούς που βρίσκονταν στο καφενείο κάποιος ήξερε ελληνικά και με πλησίασε, κάθονταν δύο μαζί και ο άλλος τον πρόσταξε να με πλησιάσει, και με παρακίνησε να διηγηθώ την ιστορία μου. Μετά που τα διηγήθηκα όλα με λεπτομέρειες με παρηγόρησε και με προέτρεψε να παρουσιαστώ και αύριο στην Αυλή διαβεβαιώνοντας με ότι δεν θα με διώξουν. Και πράγματι, την άλλη μέρα, μόλις ανέφερα το όνομα μου, ο υπασπιστής με έβαλε μέσα. Σε λίγο με διέταξαν να παρουσιαστώ στην Αυτοκράτειρα. Μπαίνω και βλέπω το άνθρωπο προς τον οποίο μιλούσα στο καφενείο, με λαμπρή στολή γεμάτη παράσημα, να συνοδεύει την Αυτοκράτειρα. 
Δείλιασα, αλλά, με διέταξε να μιλήσω ελεύθερα. Τα διηγήθηκα όλα χωρίς να κρύψω και την έκρηξη μου στο καφενείο. Με παρηγόρησαν και με ξεπροβόδησαν με υποσχέσεις. Την άλλη μέρα έλαβε 1.000 ρωσικά φλουριά [10.000 ρούβλια] και ένα έγγραφο με το οποίο μου επέτρεπαν να ψαρεύω στην Κασπία χωρίς να χρειάζεται να πληρώνω φόρο. Έμαθα ότι ο άνθρωπος που συνάντησα ήταν ο πανίσχυρος Ποτέμκιν. Επέστρεψα τα δανεικά ρούχα και παπούτσια, αγόρασα άλλα και έφυγα για το Άστραχαν» [12]

Επιχειρηματική δράση

Οικόσημο Βαρβάκη

Με απόφαση της Αυτοκρἀτειρας Αικατερίνης Β' χορηγήθηκε στον Βαρβάκη δικαίωμα για δεκαετή αφορολόγητη αλιεία και εμπορία ψαριών στην Κασπία ενώ ο Γρηγόρι Αλεξάνδροβιτς Ποτέμκιν -εραστής και ευνοούμενος της Αυτοκράτειρας, στρατάρχης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, σύμβουλος και λίγο αργότερα γενικός Διοικητής της Νότιας (Νέας) Ρωσίας- του πρότεινε να μεταβεί στο Άστραχαν, μια πόλη που προορίζονταν να αναδειχθεί σε κόμβο του κεντροασιατικού εμπορίου και ορμητήριο των ρωσικών εξορμήσεων στα περσικά εδάφη. Ο ίδιος ο Βαρβάκης είχε ακούσει για το Άστραχαν από τον ναύαρχο Σπυριντώφ που είχε αρχίσει την σταδιοδρομία του στην Κασπία Θάλασσα. Στην πόλη αυτή ο Βαρβάκης αρχικά ασχολήθηκε με την παρασκευή και εμπορία ρακιού. Το σπίτι και τα κτήματα που αγόρασε είχαν αμπελώνες και τους αξιοποίησε. Σύντομα όμως στράφηκε στην αλιεία. Αγόρασε ψαρότοπους κοντά στις εκβολές του Βόλγα στην Κασπία [13] και βελτίωσε τον τρόπο ψαρέματος. Μέχρι τότε σε εκείνα τα μέρη ψάρευαν με καλάθια που ήταν σκληρά και τραυμάτιζαν τα ψάρια. Εισήγαγε τα δίχτυα, την τράτα, το παραγάδι και αντί για τα καλάθια χρησιμοποίησε απόχες με γερά κορδόνια.

Τον χειμώνα του 1776 ο Βαρβάκης εγκαταστάθηκε στο Κερτς στην Κριμαία, όπου κατέπλευσε το καράβι του «Άγιος Νικόλαος», το οποίο εξαγοράστηκε από το Ρωσικό κράτος έναντι ποσού 5.000 ρουβλιών. Εν συνεχεία έλαβε το εξοπλισμένο με δύο κανόνια πλοίο «Αετός» με πολεμοφόδια, έναν κανονιέρη και ένα ναύτη και αναχώρησε για το Άστραχαν. Αργότερα παρέλαβε και το πολεμικό του δίπλωμα, υπογεγραμμένο από την Τσαρίνα Αικατερίνη Β', με ημερομηνία 23 Δεκεμβρίου 1776. Οι κάτοικοι στο Άστραχαν τον ενημέρωσαν ότι εκεί οι εργάτες ήταν δουλοπάροικοι, δίχως αμοιβή παρά μόνο τροφή, στέγη και ρουχισμό, όμως ο Βαρβάκης αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ελεύθερους μισθωτούς εργάτες. Τον Νοέμβριο του 1778 με μια ανακοίνωση ζητούσε 100 μισθωτούς εργάτες με ελεύθερη συμφωνία, ανάλογα με την ειδική εργασία που θα προσέφερε ο καθένας. Σύντομα οι μισθωτοί του έφτασαν τις 3.000, οι περισσότεροι Τάταροι μουσουλμάνοι. Σύντομα, ο Βαρβάκης, πλούτισε τόσο που αγόρασε τρία νησιά στην Κασπία.

Τον Μάιο του 1779 ναυπηγήθηκε για το Βαρβάκη πολεμικό πλοίο, πιστό αντίγραφο του πλοίου «Άγιος Νικόλαος», το οποίο κόστισε στο Ρωσικό δημόσιο 5.920 ρούβλια. Τότε ο Βαρβάκης παρέδωσε το πλοίο «Αετός» στο ναυαρχείο του Κερτς και επέστρεψε στο Άστραχαν. Καθώς η Ρωσία επιδίωκε να στρέψει το εμπόριο των Ανατολικών Ινδιών μέσω Κασπίας στο Βόλγα και εν συνεχεία στην Πετρούπολη, υπήρχε ανάγκη για έμπειρα πολεμικά και εμποροναυτικά στελέχη. Για το ρόλο αυτό επιλέχθηκε ο Α.Β. Σουβόροφ, ο οποίος επιφορτίστηκε να χαρτογραφήσει τις χερσαίες παράκτιες οδούς και να αναδιοργανώσει τον πολεμικό στολίσκο της Κασπίας ενώ ως καταλληλότερος συνεργάτης του ορίστηκε ο Βαρβάκης. Το 1806 εκδηλώθηκε επιδημία χολέρας στην ευρύτερη περιφέρεια της νότιας Ρωσίας και ασθενείς καταφθάνουν για βοήθεια στο Άστραχαν. Ο Βαρβάκης, που κατοικεί σε ένα ξύλινο οίκημα μέσα σε καλλιέργειες στον λόφο Παρμπουτζόφ, μετατρέπει το σπίτι του σε νοσοκομείο, παρέχοντας στους γιατρούς ότι υλικό χρειάζονται για την περίθαλψη των ασθενών τους. Όταν η χολέρα υποχώρησε έκαψε το οίκημα και στη θέση του έκτισε νοσοκομείο 50 κλινών, για τραυματίες πολέμου. Παράλληλα κατέθεσε υψηλό χρηματικό ποσό στο Ορφανοτροφείο της Μόσχας με καταπίστευμα μηνιαίας επισιτιστικής τροφοδοσίας του και νοσοκομειακής φροντίδας.

Εκείνη την εποχή η ελονοσία ήταν ο κύριος εχθρός της υγείας των κατοίκων του Άστραχαν καθώς τα έλη που περιβάλουν την πόλη υγραίνουν τον αέρα και τον μολύνουν. Η προσπάθειες τριών τσάρων, αρχικά του Πέτρου Α', της Αικατερίνης Β' και του Αλέξανδρο Α' για την αποξήρανσή τους παρέμενε όνειρο ελλείψει χρημάτων. Ο Βαρβάκης με δικά του σχέδια και έξοδα, άνοιξε διώρυγα που αποστράγγισε τα έλη και ένωσε τις δύο όχθες με έξι όμορφες γέφυρες αναγκάζοντας τους κατοίκους να πουν πως «ότι δεν κατάφεραν τρεις τσάροι, κατάφερε ένας άνθρωπος κι αυτός όχι Ρώσος».

Εμπόριο χαβιαριού

Ο Βαρβάκης ασχολήθηκε με την παρασκευή διαφόρων ταριχευτών ειδών, κυρίως καπνιστών και παστών, τα οποία ήταν δυνατόν να μεταφερθούν σε ολόκληρη τη χώρα και το εξωτερικό όμως η επιχειρηματική απογείωση του αποδείχθηκε η ανακάλυψη τρόπου μακρόχρονης διατηρήσεως του χαβιαριού. Ο Βαρβάκης δοκίμασε τυχαία ένα τοπικό προϊόν το «Ίκρα» (αυγά ψαριού) το οποίο βρήκε νοστιμότατο ως έδεσμα. Παράλληλα έμαθε ότι ο Βόλγας και οι παραπόταμοι του, καθώς και οι γύρω λίμνες, έβριθαν από διάφορα είδη Μπελούγκα, που οι ωοθήκες τους ήταν γεμάτες με αυτή την εξαίρετη θρεπτική τροφή. Το προϊόν παρασκευαζόταν σε πολύ μικρές ποσότητες καθώς ήταν αδύνατο να συντηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνεπώς έπρεπε να καταναλωθεί σύντομα, κάτι που απέτρεπε την εμπορική του εκμετάλλευση.

Αναζήτησε ειδικούς από τους οποίους πληροφορήθηκε ότι στην Περσία για να το διατηρούν το καλοκαίρι έσκαβαν βαθιές μικρές σπηλιές στα βουνά καθώς η κατάλληλη θερμοκρασία για να διατηρηθεί είναι 0 με 7 βαθμούς Κελσίου. Έμαθε επίσης ότι για τη συντήρηση του χρησιμοποιούσαν, εκτός από θαλασσινό αλάτι και λευκό κρυσταλλικό άλας βορίου. Επίσης, αποφάσισε ότι το άκουσμα «ίκρα» δεν είναι ελκυστικό για εμπόριο κι επιπλέον το γενικό «αβγά ψαριού» δεν δίνει το στίγμα της ιδιαιτερότητας της νοστιμιάς κι επινόησε τη λέξη «χαβιάρι» από το λατινογενές «caverna» (σπηλιά). Ο Βαρβάκης για τη συσκευασία του χαβιαριού χρησιμοποίησε μικρά βαρέλια από ξύλο φλαμουριάς, που είναι λεπτό κι ελαφρύ και σε υπερεπάρκεια στα ρωσικά εδάφη. Όταν πλέον μπορούσε να εμπορευτεί το χαβιάρι έστειλε αίτηση άδειας εκμεταλλεύσεως του χαβιαριού της Κασπίας στην αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β' επισημαίνοντας ότι θα προμήθευε ισόβια το παλάτι και την Αυλή της ενώ το δέκατο των κερδών από το εμπόριο του θα αποδίδονταν ως φόρος στις Οικονομικές Υπηρεσίες του Αστραχάν.

Σύντομα ο Βαρβάκης κατέστη ο πιο πλούσιος άνθρωπος στην περιοχή του Άστραχαν. Διηύθυνε επιχειρήσεις όπως ενοικίαση αμπελώνων, εμπορία κρασιού και απόσταξη οινοπνευματωδών, κεραμοποιίας, εκμεταλλεύσεως αλυκών και εμπόριο αλατιού, πλοιοκτησία και θαλάσσιες-ποτάμιες μεταφορές ως πλοιοκτήτης 10 μεταφορικών πλοίων, αλιευτικές επιχειρήσεις σε ιδιόκτητους ή παραχωρημένους ή μισθωμένους ψαρότοπους, παραγωγή, συντήρηση, τυποποίηση, εμπορία του χαβιαριού και ταριχευτών ειδών. Παράλληλα, η επιτυχημένη οργάνωση δικτύων εσωτερικού και εξωτερικού εμπορίου στην Ρωσία, Τουρκία, Περσία και τα παράλια της Μεσογείου του απέφερε τεράστια κέρδη. Στην πόλη Άστραχαν κατασκεύασε τα Βαρβάκεια Λουτρά και το 1809 την περιώνυμη Βαρβάκειο Διώρυγα του Αστραχάν, που ο Βαρβάκης ονόμασε «Κανάλι του Αστραχάν», όμως ο λαός απαίτησε να ονομάζεται «Κανάλι του Βαρβάκη».

Εγκατάσταση στο Ταγκανρόγκ

Στις αρχές της δεκαετίας του 1820 ο 65χρονος Βαρβάκης, με καταπονημένο οργανισμό από τα πνευμονικά νοσήματα, έχει ανάγκη από καθαρή ατμόσφαιρα. Επίμονος βήχας του ταράζει τον ύπνο και με την υπόδειξη των γιατρών του επισκέφθηκε τις ιαματικές πηγές του Καυκάσου και επίσης το Ταγκανρόγκ (Ταϊγάνιο) [14] με το θαυμάσιο κλίμα του στην Αζοφική Θάλασσα. Η πόλη κατοικείται ήδη και υπάρχουν εκεί και Έλληνες στρατιωτικοί. Το 1813, ο Βαρβάκης μετακόμισε και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ταγκανρόγκ [15]. Ταυτόχρονα με την εγκατάσταση του, μια και δεν υπήρχε Ελληνική εκκλησία, αποφάσισε να πάρει άδεια από την τοπική ιεραρχία και να χτίσει, Το Μετόχι του Παναγίου Τάφου, μια μεγαλοπρεπή πέτρινη εκκλησία για τους Έλληνες ενώ για να μην δημιουργηθούν προστριβές μεταξύ Ελλήνων και Ρώσων αποφάσισε να αφιερωθεί ο ναός στην αδελφότητα του «Παναγίου Τάφου» των Ιεροσολύμων και με ενέργειες του η Σύνοδος του Πατριαρχείου της Ρωσίας παραχώρησε, στις 27 Αυγούστου του 1814, το ναό στον «Πανάγιο Τάφο». Για το ναό, το πέτρινο κτίριο της μονής, τον εσωτερικό διάκοσμο, τις εικόνες και τις τοιχογραφίες, ο Βαρβάκης ξόδεψε περισσότερα από 600.000 ρούβλια.

Πέρα από τον ναό, ο Βαρβάκης δώρισε στην πόλη νοσοκομείο και κατασκεύασε με δικά του έξοδα ένα Ελληνικό σχολείο, το οποίο συντηρούσε, για Έλληνες και Ρώσους μαθητές, όπου φοίτησαν οι αδελφοί Αλέξανδρος και Άντον Τσέχωφ, ο μετέπειτα διάσημος Ρώσος συγγραφέας. Σύμφωνα με όσα έχουν γραφεί [16], ο πατέρας Τσέχωφ, που ήταν φτωχός, αποφάσισε πως οι γιοι του έπρεπε να φοιτήσουν εκεί που φοιτούσαν οι Έλληνες. Ο πατέρας των αδελφών Τσέχωφ θεωρούσε ότι αφού οι πλούσιοι Έλληνες έμποροι κυριαρχούσαν στο Ταγκανρόγκ, αντί να βάλει τα παιδιά του σε ένα ρωσικό σχολείο, όπως έλεγε η γυναίκα του, προτίμησε με έναν υπολογισμό να τους στείλει σε ελληνικό, όπου θα μάθαιναν τη γλώσσα των επιχειρήσεων και αργότερα, θα έβρισκαν εύκολα δουλειά κοντά στους Έλληνες.

Εθνική δράση & συνεισφορά

Ο Ιωάννης Βαρβάκης είχε αναπτύξει στενή φιλική σχέση με τον Νικηφόρο Θεοτόκη, Ορθόδοξο αρχιεπίσκοπο στο Άστραχαν [17], οπαδό των ιδεών του Διαφωτισμού. Πιθανόν μέσω του Θεοτόκη υπήρξε αρωγός στην προσπάθεια του Αδαμάντιου Κοραή να επιβάλει την τακτική κυκλοφορία του 15πενθήμερου φιλολογικού περιοδικού «Ερμής ο Λόγιος», προσπάθεια που άρχισε το 1811 στη Βιέννη. Στις σελίδες του περιοδικού αναφέρεται σημαντική οικονομική ενίσχυση από «χίλια φλωρία Ολλανδικά» ή 8.500 ρωσικά ρούβλια για να διατεθούν από τους πτωχούς σπουδαίους μελετούν να εκδώσωσι βιβλία χρήσιμα εις το γένος «εις βοήθειαν των όσοι από τους πτωχούς σπουδαίους μελετούν να εκδώσωσι βιβλία χρήσιμα εις το γένος». Ο «γενναίος [...] ανήρ και άξιος υιός της Ελλάδος» στον οποίο αναφέρεται το περιοδικό είναι ο Βαρβάκης, ο οποίος εκείνον τον καιρό ζούσε και δραστηριοποιείτο επαγγελματικά στο «Ταϊγανρόκον» (Ταγκανρόγκ) της Ρωσίας. Οι εκδότες του περιοδικού «Ερμής ο Λόγιος» επισημαίνουν, ότι πολύ συχνά ο Βαρβάκης διαθέτει χρήματα για κοινωφελείς σκοπούς, δεδομένου ότι:

«...όλη η επαρχία του Ταϊγανρόκου και πολύ μέρος της ευρυχώρου επικρατείας του Ρωσσικού κράτους επαινεί τας ελεημοσύνας του, την εκ βάθρων ανέγερσιν ιερών ναών, την επισκευήν δημοσίων κτιρίων, και άλλα πάμπολα καλά, τα οποία γνωρίζουσιν ακριβώς οι εκείσε, και κηρύττουσι με στεντώρειον σάλπιγγα» [18].

Αυτή την εποχή γνωρίστηκε με τον διπλωμάτη και κατοπινό υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Ιωάννη Καποδίστρια, που γνωρίζει για την σπουδαία δράση του Βαρβάκη από τις δημοσιεύσεις του περιοδικού «Λόγιος Ερμής» στον οποίο έστειλε μία ευχαριστήρια επιστολή για τη συνολική προσφορά του. Ο Βαρβάκης, για πρώτη φορά, αποφασίζει να απαντήσει γράφοντας ο ίδιος. Το ανορθόγραφο κείμενο, στο οποίο υπογράφει ως «Της υσείς Εκλαμπρώτιτος Ταπινός και υπόχρεος Δούλος ηωανις βαρβακις», δίνει στον Καποδίστρια το ερέθισμα να ζητήσει οικονομική βοήθεια για την ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, που θα ενισχύσουν την παιδεία και θα ανυψώσουν την εθνική συνείδηση των υπόδουλων Ελλήνων, όπως η Ανώτερη Ελληνική Σχολή της Οδησσού. Ο Βαρβάκης παραχωρεί με ιδιαίτερη γενναιοδωρία ότι ζητά ο Καποδίστριας και επιπλέον του γράφει πως για κείνον κάθε αίτημα βοήθειας προς την πατρίδα είναι «προσταγή» και συμπληρώνει: «Δια να μην ακολουθή δε άργητα εις τας προσταγάς, κατέβαλα 150 χιλιάδας ρουβλίων, τα οποία είναι έτοιμα, δια να δίδωνται όπου διορίσει...». Καταλήγει, δε, πως την επιθυμία του να είναι ο ίδιος «ο εν λευκώ τροφοδότης αυτού του ταμείου», την έχει καταχωρήσει και στη διαθήκη του, ώστε ουδείς να μπορεί να την ανατρέψει.

Το 1817 υποστήριξε οικονομικά την δημιουργία Ελληνικών σχολείων στην Μαριούπολη της Ουκρανίας, το 1818 επιχορήγησε με χιλιάδες γρόσια το Γυμνάσιο της Χίου προκαλώντας τον ενθουσιασμό του Αδαμάντιου Κοραή, ενώ σε συνεννόηση με τον Ιωάννη Καποδίστρια απέστειλε 150.000 ρούβλια για την ανέγερση Ανώτερης Ελληνικής Σχολής στην Οδησσό και συνέδραμε οικονομικά την Φιλόμουσο Εταιρεία, την πρόδρομο της Φιλικής Εταιρείας. Στην πόλη Ταγκανρόγκ, όπου έζησε και δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά, χρηματοδότησε την ανέγερση Ελληνικής Ορθόδοξης μονής, δημιούργησε πτωχοκομείο καθώς και το πρώτο νοσοκομείο της πόλεως ενώ χρηματοδότησε την ανέγερση διδακτηρίου στη Σινασό Καππαδοκίας, την παλιά Ναζιανζό, πατρίδα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Ο Βαρβάκης ορκισμένος στη Φιλική Εταιρεία της οποίας υπήρξε ηγετικό μέλος και χρηματοδότης [19] και «...είναι ο μόνος μέσα στη Φιλική Εταιρεία, αλλά και σε όλες τις εκφάνσεις του Αγώνα, που αναφέρεται πάντα ως “άρχοντας Ιωάννης Βαρβάκης”» [20] εξόπλισε με δικά του έξοδα τους ομογενείς που πολεμούσαν με τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη στην Ελληνική Επανάσταση.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε', τρεις μήνες πριν την μαρτυρική δολοφονία του, έστειλε τον Ιανουάριο του 1821 το υπογραφέν υπ' αuτού και της Συνόδου σιγίλλιον για να τιμήσει τους Σινασιώτες και τον Βαρβάκη, οι οποίοι ίδρυσαν Αρρεναγωγείον στον Πόντο. Ο Βαρβάκης ήταν παρών στην κηδεία του Οικουμενικού Πατριάρχη Γρηγορίου Ε' που έγινε στην Οδησσό, στις 17 Ιουνίου του 1821, και αμέσως έστειλε στο Πατριαρχείο οικονομική ενίσχυση 100.000 ρούβλια [21].

Ο Βαρβάκης συνέδραμε οικονομικά τη δημιουργία στόλου των επαναστατημένων Ελλήνων, απέστελλε μεγάλες ποσότητες με πυρίτιδα και σιτάρι για τις πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων και διέθεσε τεράστια, για την εποχή, ποσά για την εξαγορά Ελλήνων αιχμαλώτων, μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου, από τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Με την διαθήκη του άφησε 1.500.000 ρούβλια και το μεγαλύτερο τμήμα της τότε περιουσίας του στο Ελληνικό Δημόσιο προκειμένου να διατεθεί σε κοινωφελείς σκοπούς και συνέβαλε αποτελεσματικά στην ενίσχυση των κοινωνικών, εκπαιδευτικών και θρησκευτικών αναγκών του νεοσύστατου κράτους. Σύμφωνα με όσα αναφέρει η βιβλιογραφία προκύπτει ότι ο Βαρβάκης πρόσφερε σε Έλληνες 4.257.900 ρούβλια. Το 1843 η Βουλή των Ελλήνων αποφάσισε την δημιουργία εκπαιδευτηρίου, το οποίο αποπερατώθηκε το 1859, στην οδό Αθηνάς, εκεί που σήμερα υπάρχει η γνωστή ως «Βαρβάκειος αγορά», η κλειστή αγορά της Αθήνας, η γνωστή Βαρβάκειος Αγορά.

Διακρίσεις

Ο Βαρβάκης τιμήθηκε από τρείς Ρώσους αυτοκράτορες, την Αικατερίνη Β', τον Παύλο Α', και τον Αλέξανδρο Α':

  • τον τίτλο του αυλικού συμβούλου, το 1810,
  • ανακηρύχθηκε ιππότης του παρασήμου της Αγίας Άννης Β' τάξεως, το 1810, με κληρονομικό τίτλο ευγενείας και οικόσημο.

Το 1812, όταν ο Μέγας Ναπολέων εισέβαλε στη Ρωσία κι έφτασε προ των πυλών της Μόσχας, ο Αλέξανδρος Α' έστειλε προκήρυξη προς το ρωσικό έθνος, στις 6 Ιουλίου 1812, και το καλούσε σε αγώνα εναντίον του εχθρού. Από την Οδησσό, οι πλούσιοι Έλληνες πρόσφεραν 100.000 ρούβλια, οι πλούσιοι Ρώσοι πρόσφεραν 94.000 ρούβλια και ο Βαρβάκης πρόσφερε 1.500.000 ρούβλια.

  • το παράσημο του Ισαποστόλου Βλαδίμηρου, εκχριστιανιστή των Ρώσων, ως τίτλος ευγενείας 4ου βαθμού, με αιτιολογικό την οργάνωση του «Ιδρύματος Φροντίδας των Πτωχών και Αναξιοπαθούντων Ανθρώπων», που ίδρυσε στο Άστραχαν, το 1813.

Επίσης, εκλέχθηκε επίτιμος Δημότης και αρχηγός των Ευπατριδών του Άστραχαν. Στους απογόνους από την κόρη του παραχωρήθηκε τίτλος ευγενείας με την προσεπωνυμία Κομνηνός Βαρβάκης. Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Βαρβάκης χρηματοδότησε την κατασκευή καναλιού και 4 γεφυρών στην πόλη Άστραχαν στον ποταμό Βόλγα. Το κανάλι έφερε το όνομά του μέχρι το 1920 όταν μετονομάστηκε από την κυβέρνηση των μπολσεβίκων του Λένιν. Μετά το 2017 μετονομάστηκε σε κανάλι Ιωάννη Βαρβάκη. Άγαλμα του Ιωάννη Βαρβάκη υπάρχει στην πόλη του Ταγκανρόγκ, όπου έζησε επί πολλά χρόνια.

Το 1824, στο Ναύπλιο, η Βουλή τον ανακήρυξε παμψηφεί

  • «Μέγαν Ευεργέτην του Έθνους ... εν μέσω επευφημιών και χειροκροτημάτων», για τις προσφορές του προς το «δυστυχές ρωμαϊκό γένος».

Επιστροφή στην Ελλάδα

Στα τέλη του Απριλίου 1824, με άμαξα και με τη συνοδεία έφιππης ένοπλης φρουράς ο Βαρβάκης αναχώρησε από το Ταγκανρόγκ με προορισμό -μέσω Βιέννης, Γενεύης, Τεργέστης, απόσταση 1.800 χιλιομέτρων- την Ελλάδα. Φτάνοντας στην Οδησσό, στις συζητήσεις του με τους εκεί ομογενείς, σκέφθηκαν να κληθεί στην Ελλάδα ο Ιωάννης Καποδίστριας. Τέλη Ιουνίου του 1824, ενώ βρισκόταν ακόμη στη Βιέννη καθ' οδόν για την Ελλάδα, ο Βαρβάκης έμαθε ότι τα Ψαρά καταστράφηκαν κι αποφάσισε να επισπεύσει την επιστροφή του φιλοδοξώντας να βοηθήσει τους συμπατριώτες του πρόσφυγες αλλά κυρίως να συμβάλει στη διευθέτηση της διαμάχης που οδηγούσε τους Έλληνες στα πρόθυρα εμφύλιου πολέμου. Έτσι ο Βαρβάκης πήγε πρώτα στη Γενεύη, προσθέτοντας 1.000 χιλιόμετρα στη διαδρομή του προκειμένου να συναντήσει τον Καποδίστρια. Φτάνοντας στην Τεργέστη ναύλωσε τέσσερα καράβια, άλλες πηγές αναφέρουν έξι, και τα φόρτωσε με ρουχισμό, αναγκαία σκεύη και πολλά τρόφιμα.

Στη Ζάκυνθο

Στα μέσα Αυγούστου του 1824, ο Βαρβάκης έφτασε στη Ζάκυνθο, όπου τον υποδέχθηκαν ο Κωνσταντίνος Δραγώνας, που μαζί με τον Διονύσιο Ρώμα και τον Μ. Στεφάνου, οι οποίοι είχαν ιδρύσει επιτροπή με σκοπό τον ανεφοδιασμό των αγωνιστών. Εκεί παρέμεινε δύο μήνες και τον φιλοξένησε ο φίλος του Κωνσταντής Δραγώνας, ο οποίος διεύθυνε το Λοιμοκαθαρτήριο. Ο Δραγώνας τον έφερε σε επαφή με τον πατέρα Άνθιμο Αργυρόπουλο, που είχε ορκίσει τους Φιλικούς στην εκκλησούλα του Άη Γιώργη των Λατίνων. Μέσα από τις πρώτες ελληνικές εφημερίδες (Ελληνικά Χρονικά- Μεσολλόγι, πρώτο φύλλο Ιανουάριος 1824, Ο φίλος του νόμου- Ύδρα, πρώτο φύλλο Μάρτιος 1824, Εφημερίς των Αθηνών- Αθήνα, πρώτο φύλλο Αύγουστος 1824) ο Βαρβάκης ενημερώνεται για τα δεινά των Ψαρών. Οι φίλοι του Βαρβάκη, τον έφεραν σε επαφή με τον νεαρό και ταλαντούχο ποιητή Διονύσιο Σολωμό τον οποίο γνώριζε από το ποίημα «Ύμνος στην Ελευθερία» και ο ποιητής γνώριζε για τον Βαρβάκη από τον Λόγιο Ερμή. Ο Βαρβάκης θλιμμένος για την καταστροφή του νησιού του, μιλάει για τα Ψαρά, για την περιοχή Μαύρη Ράχη, για τον άνυδρο και άγονο τόπο του και τα βάσανα και τις συμφορές των συμπατριωτών του. Ο Σολωμός συγκινείται από την λύπη του ηλικιωμένου άντρα , συγκλονίζεται από τις κτηνωδίες των Οθωμανών, καταφέρνει να δει εικόνες μέσα από τα λεγόμενα του Βαρβάκη και γράφει το ποίημα:

«Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη, 
περπατώντας η δόξα μονάχη, 
μελετά τα λαμπρά παλληκάρια 
και εις την κόμην στεφάνι φορεί, 
γινωμένο από λίγα χορτάρια, 
που 'χαν μείνει στην έρημη γη». 

Μονεμβασιά & Ναύπλιο

Στο νησί του Ιονίου ο Βαρβάκης πληροφορήθηκε ότι ικανός αριθμός Ψαριανών προσφύγων βρίσκεται στη Μονεμβασιά και με το καράβι του φίλου του Ψαριανού Κωνσταντή Τσακάλη αναχώρησε να τους επισκεφθεί. Οι ψαριανοί θα αντικρίσουν το συντοπίτη τους να μοιράζει ο ίδιος ρούχα, φαγητά και χρήματα για να εξαγοράσουν από τους Τούρκους τις ζωές φυλακισμένων ανθρώπων τους και σε αναγνώριση της δράσεως του συντάσσουν ένα ψήφισμα, με το οποίο τον ανακηρύσσουν «πατέρα των Ψαρών». Ενώ βρισκόταν στη Μονεμβασιά έλαβε πρόσκληση από την προσωρινή Κυβέρνηση που έδρευε στο Ναύπλιο:

«....Η πατρίδα στον ιερό αγώνα στον οποίο βρίσκεται έχει μέγιστη ανάγκη την παρουσία σας. Αυτή είναι η ευχή του έθνους, αυτή είναι η επιθυμία της πατρίδας, ζητεί την παρουσία σας και θέλει να σας έχει στους κόλπους της, δι’ εμψύχωσιν και άλλων πολλών, για να προσφέρεται τις οδηγίες και τις συμβουλές σας. Η Διοίκηση σας προσκαλεί όπως είναι χρέος της και σας προτρέπει να υπακούσετε πρόθυμα και να επιταχύνετε την άφιξη σας εδώ»

Στην άφιξη του στο Ναύπλιο, τον Οκτώβριο του 1824, η Κυβέρνηση τον δέχτηκε με τιμές και στις 20 Νοεμβρίου στη συνεδρίαση της ολομέλειας του Βουλευτικού, «εν μέσω επευφημιών και χειροκροτημάτων» παρουσιάστηκε ο Βαρβάκης και αναγνώστηκε το παρακάτω έγγραφό του [22] :

«Προς το Σεβαστό Βουλευτικό Σώμα!
»Επειδή για να καλλιεργηθούν οι τέχνες και οι επιστήμες στην Ελλάδα, είναι απόλυτη ανάγκη να βρεθούν μόνιμα έσοδα για μισθούς και διατροφή των αναγκαίων δασκάλων για ένα κεντρικό εθνικό σχολείο, γι’ αυτό, θέλοντας να ωφελήσω το έθνος μου προσφέρω 300.000 ρούβλια, τα οποία θα καταθέσω ‘αιωνίως’ στη Βασιλική Τράπεζα της Μόσχας. Ο τόκος τους 5%, 15.000 ρούβλια τα οποία προς το παρόν αντιστοιχούν σε 30.000 γρόσια, να δίδεται κάθε χρόνο μέσω τιμίων επιτρόπων, δύο που θα διορισθούν από εμένα, όσο ζω, στην Ελλάδα ή στην Ζάκυνθο, και άλλων δύο που θα διορισθούν από το Βουλευτικό Σώμα, μόνο για μισθούς και διατροφή των δασκάλων.
»Αυτό το αφιέρωμα, που θα παραμείνει αναπόσπαστο από οποιονδήποτε "εις αιώνα τον άπαντα", θα δίδεται (θα αρχίσει να δίδεται από την στιγμή που θα ολοκληρωθεί η κατασκευή του σχολείου, το οποίο θα ορίσει η Σεβαστή Διοίκηση προς το παρόν στο Άργος) κάθε χρόνο, όσο θα ζω εγώ, και όσο θα υπάρχει αυτή μου η κατάθεση στη Τράπεζα. Μετά τον θάνατο μου η Σεβαστή Διοίκηση θα διορίζει επιτρόπους ώστε να φροντίζει μόνο αυτή χωρίς να εμπλέκεται κανένας από τους κληρονόμους μου στις εκλογές των επιτρόπων.
»Παρέδωσα αυτό το έγγραφο, για να καταγραφεί στα πρακτικά της Σεβαστής Διοίκησης και να καταχωρηθεί στα Αρχεία του Ελληνικού Έθνους.
»Με όλον το σέβας
»ο πρόθυμος πατριώτης
»Ιωάννης Βαρβάκης.
»Εν Ναυπλίω, τη 8 Νοεμβρίου 1824»

Ο Βαρβάκης συμβούλευσε τους προεστούς να καταλαγιάσουν τα πάθη τους και σε κοινή συνεδρίαση του Βουλευτικού πρότεινε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως Εθνάρχη, ως κυβερνήτη της Ελλάδας με κοινή συναίνεση. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος που προσδοκούσε τα χρήματα των αγγλικών δανείων του απάντησε: «Ώστε ήρθες με τα ρούβλια σου να μας πείσεις να δεχθούμε τον Ρώσο υπουργό για κυβερνήτη;» και την ίδια ώρα του ανακοίνωσε ότι η παραμονή του στο Ναύπλιο δεν ήταν επιθυμητή, αν και η Βουλή είχε ανακηρύξει τον Βαρβάκη, παμψηφεί, «Μέγαν Ευεργέτην του Έθνους» ενώ οι κάτοικοι των Σπετσών τον κάλεσαν να επισκεφτεί τον τόπο τους και να τον τιμήσουν. Ο Βαρβάκης, που δεν κατάφερε να επιστρέψει ποτέ στα Ψαρά, βλέποντας την κατάσταση, αποφάσισε την επιστροφή του στη Ρωσία όμως ήδη είχε αρρωστήσει.

Το τέλος του

Απογοητευμένος από τις εξελίξεις και τις εμφύλιες διαμάχες στην επαναστατημένη Ελλάδα ο Βαρβάκης αποφάσισε να επιστρέψει στην Ρωσία και αναχώρησε από το Ναύπλιο. Στις 21 Δεκεμβρίου του 1824 έφτασε στη Ζάκυνθο, με σκοπό να παραμείνει για κάποιο χρονικό διάστημα προκειμένου να βελτιώσει την υγεία του, με την φροντίδα και την επίβλεψη του φίλου του Κωνσταντίνου Δραγώνα, τότε διευθυντή του Λοιμοκαθαρτηρίου. Οι Αγγλικές αρχές του νησιού δεν επέτρεψαν στον Βαρβάκη να βγει στην πόλη, είτε διότι τον έθεσαν -στην ουσία- υπό περιορισμό καθώς τον αντιμετώπισαν ως πράκτορα των Ρώσων, είτε λόγω της λοιμώδους νόσου από την οποία έπασχε και για προληπτικούς λόγους αλλά και για νοσηλεία εισήχθη στο Λοιμοκαθαρτήριο του νησιού. Στις 31 Δεκεμβρίου στην τελευταία επιστολή που έστειλε στον φίλο του Εμμανουήλ Ξένο ο Βαρβάκης του ανακοίνωσε την πρόθεση του να επιστρέψει μέσω Βιέννης στο Τανγαρόγκ ενώ του εξέφρασε τις ευχαριστίες του για τα χρήματα που έστειλε στους Ψαριανούς πρόσφυγες.

Τα μεσάνυχτα της 8ης Ιανουαρίου του 1825 η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε, αισθάνθηκε λιποθυμία, τάση προς έμετο και κολικούς πόνους. Τον επισκέφθηκε ο γιατρός του Παναγιώτης Στεφάνου και ο Βαρβάκης αφού συνήλθε, ζήτησε να εξομολογηθεί και να συντάξει συμπληρωματική διαθήκη. Το Σάββατο βράδυ στις 10 Ιανουαρίου 1825 υπαγόρευσε την τελευταία του επιθυμία με την οποία παράγγειλε στον φίλο του και εκτελεστή της διαθήκης του, καπετάνιο Ιωάννη Παντελεήμονα Μπόζο, να καταθέσει στη Βασιλική Τράπεζα της Μόσχας, τα 300.000 ρούβλια που εγγράφως είχε υποσχεθεί από τον Νοέμβριο του 1824 στο Βουλευτικό, στο Ναύπλιο. Την Κυριακή 11 Ιανουαρίου ζήτησε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Τον κοινώνησε ο ιερέας Νικόλαος Κατραμής. Τα ξημερώματα της Δευτέρας 12ης Ιανουαρίου του 1825, ο Βαρβάκης απεβίωσε. Η σορός του τοποθετήθηκε στον ναό του Αγίου Νικολάου στο Λοιμοκαθαρτήριο της Ζακύνθου, όπου έφτασε και ο Διονύσιος Σολωμός, ενώ η κηδεία του έγινε την επόμενη ημέρα στον ίδιο ναό όπου και ενταφιάστηκε. Το Εκτελεστικό και το Βουλευτικό στη συνεδρίαση της 26ης Φεβρουαρίου 1825 εξέδωσαν ψηφίσματα και διαταγές για την τέλεσε επιμνημόσυνων δεήσεων και την τήρηση πανελλήνιου πένθους [23].

Βαρβάκειο Λύκειο [24] [25]

Ο Βαρβάκης με την διαθήκη του άφησε 700.000 ρούβλια για την ίδρυση σχολείου εκ των οποίων όριζε 100.000 να χρησιμοποιηθούν για την ανέγερση του κτιρίου, 40.000 για την αγορά βιβλίων και οργάνων αναγκαίων για την εκπαίδευση, 10.000 για την προμήθεια επίπλων και τα υπόλοιπα 550.000 ρούβλια να κατατεθούν σε «Βασιλικό Μπάνκο» και από τους τόκους τους να μισθοδοτούνται οι διδάσκαλοι και να πληρώνεται κάθε άλλη ανάγκη του σχολείου ενώ τυχόν πλεόνασμα να χρησιμοποιηθεί για την ίδρυση βιβλιοθήκης μέσα στο σχολείο. Στις 26 Φεβρουαρίου/10 Μαρτίου 1843 υπογράφηκε από τον βασιλιά ΌΘωνα Διάταγμα το «Περί Οικοδομής Γυμνασίου (Λυκείου) του Ιωάννη Βαρβάκη» [26].

Ανέγερση & λειτουργία

Η επιτροπή που ορίστηκε για την αναζήτηση σχετικού χώρου αποφάσισε ότι πλέον ενδεδειγμένος χώρος ήταν το τετράγωνο ανατολικά του Πανεπιστημίου, εκεί που αργότερα κτίσθηκε το Δημοτικό Νοσοκομείο «Η Ελπίς» όπου σήμερα στεγάζεται το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων και για το λόγο αυτό υπογράφηκε και εκδόθηκε το 2832 Βασιλικό Διάταγμα της 12 lουνίου 1844. Ακολούθησε πλήρης απραξία δώδεκα ετών και με το Βασιλικό διάταγμα της 9 Ιουνίου 1856, υπογεγραμμένο από την Βασίλισσα Αμαλία, ανακλήθηκε το προηγούμενο «κατόπιν γνωματεύσεως της Επιτροπείας» και επιλέχθηκε το τετράγωνο μεσημβρινά της Εμπορικής Αγοράς, το οποίο ανήκε κατά το πλείστο στο Δημόσιο ενώ μικρά τμήματα που ανήκαν σε ιδιώτες αγοράστηκαν με χρήματα από το κεφάλαιο του Βαρβάκη στην Εθνική Τράπεζα. Έτσι ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο που περικλείονταν από τις οδούς Αθηνάς-Αρμοδίου-Σωκράτους και Αριστογείτονος περιήλθε στο Κληροδότημα Βαρβάκη. Το σχέδιο του Σχολείου, έργο του μηχανικού Παναγιώτη Κάλκου, ενέκρινε η η Βασίλισσα Αμαλία στις 30 Οκτωβρίου 1856 και τον Απρίλιο του 1857 άρχισε η ανέγερση του κτιρίου το οποίο αποπερατώθηκε τον Οκτώβριο του 1859, χρόνος εξαιρετικά σύντομος για την εποχή. Η δαπάνη της ανεγέρσεως έφθασε τις 440.500 δραχμές κι εκεί εγκαταστάθηκε το Πρακτικό Λύκειο, μοναδικό τότε του είδους του στην Ελλάδα.

Εμπρησμός & καταστροφἠ

Με την έναρξη της γενικής απεργίας το Δεκέμβριο του 1944, τις ημέρες που προηγήθηκαν της κομμουνιστικής ένοπλης ανταρσίας, το κτίριο έμεινε κλειστό. Λίγες μέρες αργότερα κατελήφθη βιαίως από ενόπλους κομμουνιστές Ελασίτες και χρησιμοποιήθηκε ως το 8ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο των συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος. Την 12η Δεκεμβρίου περίπολος του 5ου Τάγματος της Ταξιαρχίας Αλεξιπτωτιστών κατέλαβε το κτίριο και το παράδωσε σε δύναμη της Ελληνικής Βασιλικής Χωροφυλακής που την αποτελούσαν 6 αξιωματικοί και 100 οπλίτες. Την 17 Δεκεμβρίου μετά από μάχη, με τις κομμουνιστικές συμμορίες, η φρουρά υποχώρησε και το κτίριο, όπως και το Δημαρχείο των Αθηνών, καταλήφθηκε από τις κομμουνιστικές συμμορίες. Στις 27 Δεκεμβρίου άρχισε, από τις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις και την 4η Βρεταννική Μεραρχία Πεζικού, η εκκαθάριση της συνοικίας του Ψυρρή και η απελευθέρωση της περιοχής που περικλείεται από τις οδούς Πειραιώς, Ερμού και Αθηνάς. Στις 28 Δεκεμβρίου υποχωρώντας στην ασφυκτική πίεση του Ελληνικού στρατού οι συμμορίες του ΕΛΑΣ υποχώρησαν όμως πυρπόλησαν το κτίριο. Η πυρκαγιά κατέστρεψε την μεγάλη βιβλιοθήκη του Διδασκαλείου, τις μαθητικές βιβλιοθήκες στις τάξεις, όλα τα όργανα Φυσικής, Χημείας, και Βιολογίας μεταξύ των οποίων και 16 μικροσκόπια Τσαϊς, το πιάνο και τα μουσικά όργανα, την πλουσιότερη Βοτανολογική Συλλογή στην Ελλάδα και όλες τις συλλογές χαρτών, προσωπογραφιών και ιστορικών πινάκων. Στις φλόγες χάθηκαν οριστικά τα αρχεία του Βαρβακείου Λυκείου, του Διδασκαλείου Μέσης Εκπαιδεύσεως και των Προτύπων Κλασσικού Γυμνασίου και Ελληνικού Σχολείου. Η εκκαθαριστική επιχείρηση ολοκληρώθηκε στις 29 Δεκεμβρίου. Το κτίριο κατεδαφίστηκε το 1955, παρά τις αντίθετες απόψεις γενικής ειδικών ότι έπρεπε να επισκευασθεί διότι είχαν καεί μόνον η οροφή τα δάπεδα και τα κουφώματα.

Νέες κτιριακές εγκαταστάσεις [27]

Το 1953 επί Κυβερνήσεως Αλέξανδρου Παπάγου, με το Νομοθετικό διάταγμα 2562, δημιουργήθηκε το Βαρβάκειο Ίδρυμα στο οποίο περιήλθε όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία του Κληροδοτήματος Βαρβάκη, τα εισοδήματά της καθώς και όλες οι κληρονομίες, κληροδοσίες, δωρεές και ανέλαβε να αξιοποιήσει την περιουσία. Στις 17 lουλίου 1957 με την 1368 απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου το Δημόσιο παρεχώρησε οικόπεδο επιφανείας 5.676 τετραγωνικών μέτρων στο τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Χλόης-Ιλισού-Παπαδιαμάντη και Μουσών στα όρια των Δήμων Αθηναίων και Παλαιού Ψυχικού, όπου ανηγέρθη το Νέο Βαρβάκειο σε ιδιόκτητο κτίριο. Απόφοιτοι [28] της Βαρβακείου Σχολής είναι μεγάλα ονόματα της Ελληνικής λογοτεχνίας, όπως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο Γεώργιος Δροσίνης και ο μετέπειτα Ακαδημαϊκός και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος αλλά και οι στρατηγοί Αλέξανδρος Παπάγος και Στυλιανός Κιτριλάκης. Το 1981 η Κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου, θεωρώντας το Βαρβάκειο «ελιτίστικο» σχολείο, κατάργησε τις εισαγωγικές εξετάσεις και καθιέρωσε την εισαγωγή των μαθητών κατόπιν κληρώσεως.

Μνήμη Ιωάννη Βαρβάκη

Γραμματόσημο (1973)

Το επώνυμο Λεοντής ή Λεοντίδης δεν είναι καταγεγραμμένο σε κανένα επίσημο έγγραφο για τον Βαρβάκη, ούτε στο «Υπόμνημα της Νήσου Ψαρών» τoυ Κωνσταντίνου Νικοδήμου, ούτε στο «Αρχείον των Ψαρών», που εκδόθηκε από τον Βασίλη Σφυρόερα στη σειρά «Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας» της Ακαδημίας Αθηνών. Η κοινωνική δραστηριότητα του Βαρβάκη, η προσφορά του στην Παιδεία του Ελληνικού Έθνους και η συμμετοχή του στην Ελληνική εθνεγερσία του 1821, ως φιλικός ή μη, καθώς από κάποιες πηγές θεωρείται ότι δεν εντάχθηκε ποτέ ως μέλος της, αγνοούνται ακόμη σε πολύ μεγάλο βαθμό.

Ο Βαρβάκης, μια μεγάλη τραγική μορφή, δεν υπήρξε ευτυχής στην προσωπική του ζωή. Δύο από τις τρεις συζύγους του πέθαναν από ελονοσία ενώ και η σχέση του με τα παιδιά του δεν ήταν ιδιαίτερα καλή. Αν και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου γνώριζε και μιλούσε άριστα τέσσερις τουλάχιστον γλώσσες -Ελληνικά, Τουρκικά, Ρωσικά και Περσικά. Υπήρξε μαικήνας της Ρωσίας, όμως αναδείχθηκε σε φλογερό Έλληνα πατριώτη κι έναν από τους πλέον σημαντικούς εθνικούς ευεργέτες της Ελλάδος. Έζησε περιπετειώδη βίο με σημαντική δράση κατά τη διάρκεια των Ορλωφικών και πολυποίκιλη συνεισφορά στη διάρκεια της Ελληνικής Εθνεγερσίας ενώ αναδείχθηκε σε έναν από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες της εποχής του σε ολόκληρη την Ευρώπη. Κατά τις περιγραφές των συγχρόνων του είχε μεγάλα μάτια του και ορμητικό χαρακτήρα, επιβλητική κοψιά, αλλά κυρίως ώριμη σκέψη και κοφτερό μυαλό. Σύμφωνα με όσα γράφει ο εθνικιστής ιστορικός Μανουήλ Γεδεών:

«...Ο κοινωφελής αυτός ανήρ ήτο τελείως αγράμματος, ως δεικνύουσιν οι δύο υπογραφαί αυτού· η πρώτη καθ' ον χρόνον μόλις εδιδάχθη το αλφάβητον, η δευτέρα ότε έμαθεν ολίγον ν΄ αναγιγνώσκη και να γράφη» [29].

Το 1818 η εφημερίδα «Γκαζέτα» της Αγίας Πετρούπολης γράφει:

«...Ο εξαίσιος αυτός ανήρ, δια της εμφύτου μεγάλης ευτολμίας του, την οποίαν απέδειξεν και εις το στάδιον του πολέμου και εις την οδόν της ειρηνικής ζωής, δια της αλιείας εις την Κασπίαν Θάλασσαν και εις αυτήν την Περσίαν, έτι δε και εις τα παρ' αυτού ηγορασμένα ύδατα με μισθωτούς περίπου τρεις χιλιάδας ελευθεροσυμφωνητούς ανθρώπους, απέκτησεν μεγαλωτάτην περιουσίαν».

Πολλά χρόνια μετά το θάνατο του Βαρβάκη ο ιστορικός Δημήτριος Καμπούρογλου γράφει [30] για το χαβιάρι:

«...Η υπόθεσις είναι καθαρώς ελληνική εφεύρεσις. Το χαβιάρι είναι προϊόν της ελληνικής ευφυίας και ανεκαλύφθη υπό του αειμνήστου Ιωάννου Βαρβάκη» 

Σύμφωνα με το σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή:

«Ο Βαρβάκης είναι ένας τυπικός Έλληνας Οδυσσέας που στη μεγάλη του διαδρομή πέρασε από την ιδιοτέλεια στη δοτικότητα. Αποτελεί μία παγκόσμια προσωπικότητα και έγινε ένας πυλώνας του ελληνισμού. Ξεκίνησε ως πειρατής, στη συνέχεια βρέθηκε προστατευόμενος της Αικατερίνης της Μεγάλης στη Ρωσία και πολύ γρήγορα έγινε ζάπλουτος στην Κασπία θάλασσα. Είναι ο άνθρωπος που έκανε μόδα το χαβιάρι. Ο Βαρβάκης είναι ένα ξεχωριστό άτομο γιατί κατανόησε τον λόγο για τον οποίο του δόθηκε αυτό το μεγάλο “δώρο”, τα πάρα πολλά χρήματα. Συνειδητοποίησε ότι τα δώρα και κυρίως τα δώρα του Θεού πολλαπλασιάζονται όταν τα χρησιμοποιήσεις για τους άλλους και όχι για τον εαυτό σου. Η στροφή του αυτή τον καθιστά μία πολύ ξεχωριστή προσωπικότητα. Βοήθησαν να γίνει η επανάσταση του 1821 και μετά πούλησε όλη του την περιουσία και ήλθε εδώ για να μορφώσει τους Έλληνες».

Ήταν οξύτατης νοημοσύνης και άνθρωπος ακάματης δραστηριότητος, αυστηρός, ρωμαλέος κι ορμητικός, γενναιόψυχος στους κινδύνους, ανθεκτικός στις στερήσεις και τις κακουχίες και προικισμένος με επιχειρηματικό πνεύμα σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικό του ήταν η τιμιότητα στις συναλλαγές του και η διοικητική του αυθεντία αρχικά στη διοίκηση του πληρώματος του πλοίου του και αργότερα στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. Ο Βαρβάκης ξεκινώντας επικηρυγμένος και απένταρος δημιούργησε μια τεράστια οικονομική αυτοκρατορία στηριγμένος στην ευστροφία, τη θέληση και κυρίως στην ανακάλυψη του, το χαβιάρι.

Προσφορά στη Ρωσία

Οι ευεργεσίες του Βαρβάκη στη Ρωσική Αυτοκρατορία, υπολογίζονται με βάση τη βιβλιογραφία σε 2.744.700 ρούβλια, διασώθηκαν από τον Νικολάϊ Πογκόντιν, γνωστό δημοσιολόγο στη Ρωσία της εποχής ο οποίος κατέγραψε «...τις καλές πράξεις αυτού του αξιοθαύμαστου ανθρώπου..». Το 1818 δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα της Αγίας Πετρούπολης εκτενές άρθρο με τίτλο: «Περί Χρονολογίας της Αρετής» όπου γίνεται λεπτομερής περιγραφή των «...θεάρεστων και κοινωφελών πράξεων του εναρετώτατου ανδρός, Κυρίου ΙΩΑΝΝΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΒΑΡΒΑΚΗ, τον Αυλικού Συμβούλου και Ιππέως (ιππότου), όστις δικαίως ημπορεί να γένει εις τους χρόνους μας παράδειγμα και υπογραμμός όλων εκείνων, όσοι ευρίσκουσι την αληθή δόξαν και ευτυχίαν των εις το να ευεργετώσι τους πλησίον των, και εις το να συστοίνωσι κοινωφελή καταστήμcτα». Το κείμενο αναδημοσιεύθηκε την 1η Αυγούστου 1819 στο περιοδικό «Λόγιος Ερμής» σε μετάφραση ενός ομογενούς με τα στοιχεία «Ιω. Μ...φα, εκ της Ηπείρου, επιτρόπου της εν Νίζνη της μικράς Ρωσίας-Αλεξανδρινής Γραικικής Σχολής». Εκεί, λοιπόν, αναφέρονται χρονολογικά όλες οι αγαθοεργίες, τις οποίες έκανε ο Βαρβάκης από το 1788 έως το 1818 τόσο στο Αστραχάν, όσο και στο Ταγκανρόγκ. Οι δραστηριότητές του, σύμφωνα με το αναφερόμενο χρονολόγιο, αρχίζουν δέκα έως δώδεκα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στο Άστραχαν, χτίζοντας, εκκλησίες και κωδωνοστάσια -όπως στον καθεδρικό ναό του Ουσπένσκυ όνομα με το οποίο είναι σήμερα γνωστός που βρίσκεται στο Κρεμλίνο, στο Κάστρο, του Αστραχάν- νοσοκομεία, σχολεία, φτιάχνοντας διώρυγες, κανάλια και γεφύρια, κατασκευάζοντας κατοικίες για τους φτωχούς και ενισχύοντας οικονομικά ακόμη το Ρωσικό στρατό, που πολεμάει εκεί με τους Μουσουλμάνους, Τατάρους και Τούρκους.

Κινηματογραφική ταινία

Η ζωή και το έργο του Βαρβάκη αποτέλεσαν σενάριο της κινηματογραφικής ταινίας, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Σμαραγδή το 2012, με τίτλο «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι», με πρωταγωνιστές τον Γερμανό Σεμπάστιαν Κοχ και την Κατρίν Ντενέβ.

Ανδριάντας Βαρβάκη

Ο ανδριάντας [31] του Βαρβάκη, έργο του καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και γλύπτη, Λεωνίδα Δρόση βρίσκεται στο κήπο του Ζαππείου. Βρίσκεται στη δυτική πλευρά της παρόδου, που οδηγεί από τη λεωφόρο Αμαλίας στο χώρο του Ζαππείου. Φιλοτεχνήθηκε μετά από διαγωνισμό που προκήρυξε το 1870 η Ελληνική κυβέρνηση, αντί του ποσού των 85.000 δραχμών και ολοκληρώθηκε το 1886 λόγω φόρτου εργασιών του Δρόση. Στη θέση όπου βρίσκεται σήμερα μεταφέρθηκε το 1889,αλλά τα επίσημα αποκαλυπτήρια πραγματοποιήθηκαν με την ευκαιρία της μετακομιδής των οστών του Βαρβάκη από τη Ζάκυνθο το 1890. Ο ανδριάντας απεικονίζει τον Βαρβάκη να κρατά στο δεξιό χέρι τη διαθήκη του, όρθιο πάνω σε υψηλό βάθρο. Στη βάση του υπάρχουν οι μορφές: της Ιστορίας, της Ελεύθερης Ελλάδος, της Σκέψεως και της Ναυτιλίας που αναφέρονται στην συνισταμένη της προσφορά του Βαρβάκη στον Αγώνα του 1821 και στη δράση του ως εθνικού ευεργέτη. Με δωρεά μελών του Συλλόγου Αποφούτων του Βαρβακείου στήθηκε στην προβλήτα των Ψαρών ο ανδριάντας του Βαρβάκη και τα αποκαλυπτήρια έγιναν από τους Υπουργούς απόφοιτους του σχολείου Μιχαήλ Σταθόπουλο και Θεόδωρο Πάγκαλο [32], ενώ δρόμοι σε πολλές πόλεις της Ελλάδος φέρουν το όνομά του. Το 1973 αποτυπώθηκε η μορφή του σε γραμματόσημο που εξέδωσαν τα Ελληνικά Ταχυδρομεία.

Διακομιδή των οστών του

Η σορός του Βαρβάκη τάφηκε σε σημείο απομακρυσμένο από τον οικισμό της Ζακύνθου, καθώς καταγράφηκε ως θάνατος από μολυσματική ασθένεια. Όταν ο τόπος της ταφής απαλλοτριώθηκε για ανέγερση κτίσματος, τα οστά συλλέχθηκαν και αφού, με την φροντίδα των Αγγλικών αρχών κατοχής, τοποθετήθηκαν σε λάρνακα από χυτοσίδηρο τάφηκαν σε διαφορετικό σημείο. Αργότερα έγινε εκ νέου εκταφή τους καθώς το σημείο επιλέχθηκε για την ανέγερση ιερού ναού. Το 1902 τα οστά του παραδόθηκαν σε απόγονο του Βαρβάκη, εκ της οικογένειας των απογόνων του Γεωργίου Καραϊσκάκη μέλος της οποίας, ο Σπυρίδων Καραϊσκάκης, ο γιος του αγωνιστή της Εθνεγερσίας, παντρεύτηκε τη Μαρία Βαρβάκη, μια από τις εγγονές του εθνικού ευεργέτη [33]. Ο Καραϊσκάκης με τη σειρά του παρέδωσε τα οστά στην επιτροπή ανεγέρσεως του ανδριάντα του πάππου του, προκειμένου να ταφούν κάτω από τον ανδριάντα του στο κήπο του Ζάππειου Μεγάρου. Το 1928, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, δισεγγονός των οικογενειών Καραϊσκάκη-Βαρβάκη πήρε τη λάρνακα με τα οστά από το υπόγειο του Ζάππειου και την παρέδωσε στην Ακαδημία Αθηνών, στα υπόγεια του κτιρίου της οποίας λειτουργούσε το Αρχείο του Κράτους. Τελικά, ο 1933 με την μεσολάβηση του δήμου Αθηναίων και την παραχώρηση τάφου στην κεντρική πλατεία του Α' Νεκροταφείου μεταφέρθηκαν εκεί και ενταφιάστηκαν οριστικά.

Βιβλιογραφία

  • «Επισκόπηση του Ελληνισμού κατά περιοχές: Ψαρά», Βασίλειος Σφυρόερας, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», «Εκδοτική» Αθηνών, τόμος ΙΑ', 1975, σελίδες 221η-222η,
  • «Βαρβάκης Ιωάννης», Αλίκη Σολωμού, «Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια», «Εκδοτική» Αθηνών, τόμος 2ος, 1984,σελίδες 180η-181η,
  • «Βαρβάκης Ιωάννης», «Λεξικό της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821», Χρήστος Στασινόπουλος, τόμος Α', εκδότης «Δεδεμάδης», Αθήνα, σελίδες 217η-218η,
  • «Ευεργέτες δύο πατρίδων. Ιωάννης Βαρβάκης (1750-1824), Δημήτριος Μπερναρδάκης (1799-1870), Γρηγόριος Μαρασλής (1831-1907)», Κωνσταντίνος Παπουλίδης, εκδότης «Κυριακίδης», 2015,
  • «Ιωάννης Βαρβάκης. Ο Πατριώτης», Βασίλης Ασημομύτης, εκδότης «Κάκτος», Αθήνα, 2001 (πιθανόν το καλλίτερο έργο που έχει γραφεί για τη ζωή του μεγάλου πολεμιστή και εθνικού ευεργέτη.)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. [Το επίθετο Βαρβάκης εικάζεται ότι προέρχεται από το πουλί Βάρβακας, (ιέραξ ο οξύπτερος-falco oxypterus), ένα είδος σπάνιου αρπακτικού, ανάμεσα σε γεράκι και κουκουβάγια, που ζει στα Ψαρά και στην γειτονική νήσο Χίο. Εικάζεται ότι του αποδόθηκε ή ο ίδιος επέλεξε το επίθετο του καθώς εξελίχθηκε ως πλοιοκτήτης σε... αρπακτικό και δρούσε ως κουρσάρος στο τουρκοκρατούµενο Αιγαίο πΈΛΑΓΟς]
  2. [Η Μαρία Βαρβάκη, σύζυγος Νικολάου Κομνηνού, από το γάμο της απέκτησε οκτώ παιδιά, τρία κορίτσια, και πέντε αγόρια, την Μαρία (Μαρού), τον Γιάννη, τον Γεώργιο, τον Ανδρέα και τον Μάρκο, τον Κοσμά, την Δεσποινού και την Αγγελική.]
  3. [Βασίλης Ασημομύτης, «Ιωάννης Βαρβάκης. Ο Πατριώτης», εκδότης «Κάκτος», Αθήνα, 2001, σελίδα 146η.]
  4. [Περί το 1815 όταν ο Βαρβάκης ζούσε στο Ταγκανρόγκ, έφερε στη Ρωσία και τη μητέρα του, που ήταν ήδη 85 ετών. Μετά μερικά χρόνια η Μαρώ έλαβε το μοναχικό σχήμα, πήγε για προσκύνημα δύο φορές στη Κωνσταντινούπολη όμως επέλεξε να μονάσει στο μοναστήρι της Παναγίας της Πλακιδιώτισσας στην Καλημασιά της Χίου. Πέθανε το 1822, 93 χρονών, αφού προηγουμένως Ψαριανοί συνεργάτες του γιου της την είχαν μεταφέρει στο νησί της (Αναστασίου Γούδα, «Βίοι Παράλληλοι», Εν Αθήναις 1870, τόμος 3ος, σελίδα 167η.]
  5. [Η γαλιότα είναι γρήγορο, ελαφρύ και ευέλικτο καράβι, εξέλιξη της γαλέρας. Είχε 42 μέτρα μήκος, 4,5 πλάτος και εκτόπισμα 75 με 100 τόνους, χαμηλά έξαλα, χαμηλή πλώρη και υψωμένη πρύμνη. Είχε δύο ή τρία ιστία, όπου σήκωναν τριγωνικό πανί. Στην κάθε πλευρά είχε 16 με 20 κουπιά. Για οπλισμό έφερε δύο κανόνια στην πλώρη. Διέθετε πλήρωμα 70 με 100 ανδρών.]
  6. [Κωνσταντίνος Νικόδημος, «Υπόμνημα της Νήσου Ψαρών», τόμος 1ος, Αθήνησι 1862, σελίδα 20η.]
  7. [Κωνσταντίνος Κούμας, «Ιστορίαι των Ανθρωπίνων Πράξεων από των αρχαιοτάτων χρόνων έως των ημερών μας», εν Βιέννη 1831, τόμος 10ος, σελίδα 246η.]
  8. [Μελιρρύτου Κυριάκου, «Χρονολογία ιστορική φιλοπονηθείσα», εν Οδησσώ 1836, σελίδα 116η.]
  9. [Ιδιωτική συλλογή Βλαδίμηρου Κομνηνού-Βαρβάκη στο Ίδρυμα Κομνηνός-Βαρβάκης Rostov-na-Donu, Ροστώβ, Ρωσία.]
  10. [Αναστάσιος Γούδας, «Βίοι Παράλληλοι», Εν Αθήναις 1870, τόμος 3ος, σελίδα 165η.]
  11. [Στις 27 Μαΐου 1794 η Αικατερίνη Β’ υπέγραψε διάταγμα για την ίδρυση πόλεως στο λιμάνι Χατζήμπεη. Το όνομα Οδησσός αναφέρεται, για πρώτη φορά, στις 10 Ιανουαρίου 1795.]
  12. [Αναστάσιος Γούδας, «Βίοι Παράλληλοι», Εν Αθήναις 1870, τόμος 3ος, σελίδα 165η-166η.]
  13. [Η Κασπία Θάλασσα, είναι η μεγαλύτερη λίμνη της Γης και έχει συνολική επιφάνεια 371 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα. Βρίσκεται ανατολικά του όρους Καύκασος, στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης. Περιβάλλεται από την Ρωσία, το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Τουρκμενιστάν και το Ιράν. Έχει μήκος από βορρά προς νότο 1.200 χιλιόμετρα και μέσο πλάτος 320 χιλιόμετρα. Στα νερά της εκβάλλουν οι ποταμοί, Βόλγας, Ουράλης, Τέρεκ και μέσα από τη Διώρυγα Βόλγα-Ντον, συνδέεται με την Αζοφική Θάλασσα. Στα νερά της υπάρχουν πενήντα νησιά και το βάθος της φτάνει μέχρι τα 1.024 μέτρα. Το κυριότερο είδος ψαριών είναι οι Ακεπενσερίδες (Accipenseridae) που παράγουν το μαύρο χαβιάρι.]
  14. [Το Ταγκανρόγκ, εξελληνισμένα: Ταϊγάνιο, ήταν ένα από τα πλέον σημαντικά κέντρα παρουσίας της ελληνικής διασποράς στη νότια Ρωσία. Η πόλη πλέον είναι κοντά στα σύνορα της Ρωσίας με την Ουκρανία, μόλις πενήντα χιλιόμετρα από τα σύνορα.]
  15. [Το Ταγκανρόγκ βρίσκεται στην άκρη του βόρειου τμήματος του πρώην αρχαιοελληνικού Βασιλείου του Πόντου. Με βάση τις περιγραφές 3 μεγάλων Ελλήνων ιστορικών και γεωγράφων, του Ηροδότου, του Ξενοφώντος και του Στράβωνα σχετικά με την τοποθεσία και τη χρονολογία, αυτές συμπίπτουν με την ύπαρξη αποικίας της Μιλήτου στην περιοχή που έφερε την ονομασία Κρεμνές. Η ακριβής θέση του λιμένος των Κρεμνών στο ακρωτήριο του όρμου του Ταγκανρόγκ ήταν η περιοχή που βρίσκεται σήμερα η παραλία της περιοχής Πουσκίνσκυ.]
  16. [Ανρί Τρουαγιά, «Άντον Τσέχωφ» (Βιογραφία).]
  17. [Η πόλη Άστραχαν είναι πρωτεύουσα της ομώνυμης περιοχής στη Ρωσία, στο Δέλτα του ποταμού Βόλγα ο οποίος εκβάλλει στην Κασπία θάλασσα και πλέον κοντά στα σύνορα με το Καζακστάν, 40 χιλιόμετρα από τα σύνορα. Από τον 17ο αιώνα, η πόλη λειτούργησε ως πύλη της Ρωσίας προς την Ανατολή και σ' αυτήν είχαν εγκατασταθεί έμποροι από την Αρμενία, την Περσία και την Ινδία.]
  18. [Ιωάννης Ανδρέου Βαρβάκης Σόνια Γελαδάκη (ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2023, 09:40').]
  19. [Οι ρωσικές πηγές αναφέρουν ότι ο Βαρβάκης ήταν «ιερέας»-μέλος 3ου βαθμού της Φιλικής Εταιρείας, υποστήριζε δηλαδή οικονομικά την Εταιρεία.]
  20. [Βασίλης Ασημομύτης, «Ιωάννης Βαρβάκης. Ο Πατριώτης», εκδότης Κάκτος, Αθήνα, 2001, σελίδα 208η.]
  21. [Αναστάσιος Γούδας, «Βίοι Παράλληλοι», Εν Αθήναις 1870, σελίδα 181η.]
  22. [«Μητρώον Κληροδοτημάτων Παλαιάς Ελλάδος 1824-1928», Τόμος 1oς, Αθήναι, εκ του Τυπογραφείου Παρασκευά Λεώνη 1929, σελίδες 62η-63η.]
  23. [ [Βασίλης Ασημομύτης, «Ιωάννης Βαρβάκης. Ο Πατριώτης», εκδότης «Κάκτος», Αθήνα, 2001, σελίδα 297η.]
  24. [Βαρβάκειον ίδρυμα varvakeionidryma.gr]
  25. [Το Βαρβάκειο στην ιστορία Σύλλογος Αποφοίτων Βαρβακείου, 15 Οκτωβρίου 2015 (ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2023, 10:56').]
  26. [Ιωάννης Βαρβάκης Μητρώο Κληροδοτημάτων.]
  27. [Η σχολική ζωή σε ένα ιστορικό σχολείο varvakio.gr]
  28. [Σύλλογος Αποφοίτων Βαρβακείου (ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2023, 10:37').]
  29. [Ο Βαρβάκης ήταν υποτυπωδώς μορφωμένος και πλήρως ανορθόγραφος. Στην περί αυτόν βιβλιογραφία αναφέρεται μια επιστολή του προς τον Ιωάννη Καποδίστρια το 1818, όπου η προσφώνηση «Εκλαμπρώταται Κώμητα» και η υπογραφή «Ηωάνις Βαρβάκις» είναι πλήρης απόδειξη της ελάχιστης γραμματικής του μορφώσεως.]
  30. [Περιοδικό «Εβδομάς των Αθηνών», Δημήτριος Καμπούρογλου.]
  31. [Ιωάννης Βαρβάκης Λεωνίδας Δρόσης, Ζάππειον Μέγαρον]
  32. [Ιωάννης Βαρβάκης exploring-greece.gr]
  33. [Όταν οι Βαρβάκηδες συγγένεψαν με τους Καραϊσκάκηδες Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς, taathinaika.gr]