Τζόρτζιο Αλμιράντε

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Τζόρτζιο Αλμιράντε, [ιταλικά Giorgio Almirante], Ιταλός εθνικιστής διανοούμενος, Ελληνιστής διδάκτορας φιλολογίας, χαρισματικός πολιτικός ηγέτης, ιδρυτής και για πολλά χρόνια αρχηγός του εθνικιστικού [1] πολιτικού και ιδεολογικού σχηματισμού Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα, [«Movimento Sociale Italiano-Destra Nationale»], γνωστού με το αρτικόλεξο «M.S.I.-D.N.», ικανότατος ρήτορας και συγγραφέας, γεννήθηκε το Σάββατο 27 Ιουνίου 1914 στην περιοχή του Salsomaggiore Terme της Εμίλια Ρομάνια στην επαρχία της Πάρμα και πέθανε [2] από εγκεφαλική αιμορραγία στις 10:20 το πρωί της Κυριακής 22 Μαΐου 1988 στη Ρώμη, στην κλινική Villa del Rosario, στη Ρώμη. Η νεκρώσιμη ακολουθία του τελέστηκε μαζί με εκείνη του Πίνο Ρομουάλντι, [Pino Romualdi], που πέθανε μια μέρα νωρίτερα και ο Αλμιράντε τάφηκε στο Cimitero Comunale Monumentale Campo Verano της Ρώμης.

Τζόρτζιο Αλμιράντε
Τζόρτζιο Αλμιράντε2.jpg
Γέννηση: 27 Ιουνίου 1914
Τόπος: Salsomaggiore Terme, Εμίλια Ρομάνια, Πάρμα (Ιταλία)
Σύζυγος: Gabriella Magnatti (α' γάμος)
Donna Assunta Almirante (β' γάμος)
Τέκνα: Rita Almirante (α' γάμος)
Giuliana De' Medici Almirante (β' γάμος)
Υπηκοότητα: Ιταλική
Ασχολία: Διανοούμενος, Διδάκτορας φιλολογίας,
Πολιτικός, Συγγραφέας, Δημοσιογράφος
Θάνατος: 22 Μαΐου 1988
Τόπος: Villa del Rosario, Ρώμη (Ιταλία)

Το 1930 παντρεύτηκε, με πολιτικό γάμο, την Gabriella Magnatti, μια συντοπίτισα του με καταγωγή από τη Βραζιλία, με την οποία το 1949 απέκτησαν μια κόρη, την Rita Almirante, και χώρισαν το 1969. Τον ίδιο χρόνο ο Αλμιράντε παντρεύτηκε με πολιτική τελετή, σε δεύτερο γάμο, με την Donna Assunta Almirante, [Raffaela Stramandinoli], χήρα του μαρκησίου De Medici [3], γνωστή στους πολιτικούς κύκλους της Ιταλίας ως η Κυρία της Δεξιάς [«La signora della Destra»], με την οποία έζησε μέχρι το θάνατο του και έγινε πατέρας της Giuliana De' Medici [4], την οποία απέκτησαν πριν το γάμο τους με την Assunta και στη συνέχεια υιοθέτησε ο Τζόρτζιο.

Βιογραφία

Ο Τζόρτζιο κατάγονταν από πατριωτική οικογένεια ευγενών της περιοχής του Molise, που ανήκε στην υψηλή αριστοκρατία της Νάπολη στη Νότιο Ιταλία. Προπάππος του Giorgio ήταν ο Pasquale Almirante (1799-1863) και παππούς του ο Νούντσιο Almirante (1837-1906). Ο πατέρας του, ο Mario Almirante, ήταν ηθοποιός, διευθυντής του βωβού κινηματογράφου και σκηνοθέτης υπεύθυνος για τη μεταγλώττιση ταινιών, μεταξύ τους και η ταινία Το Προσκήνιο, ενώ εργάζονταν στην εφημερίδα του Τελέσιο Ιντερλάντι ως υπεύθυνος για την κινηματογραφική κριτική. Οι θείοι του Τζόρτζιο, ο Ερνέστο, ο Τζιάκομο και ο Λουίτζι, οι αδελφοί του πατέρα του, εργάζονταν ως ηθοποιοί του θεάτρου. Μητέρα του Τζόρτζιο ήταν η Rita Armaroli.

Ο Αλμιράντε, που είχε ένα μικρότερο αδελφό, τον Λουίτζι που γεννήθηκε το 1926, έζησε τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής του ταξιδεύοντας στην Ιταλία ακολουθώντας τη θεατρική εταιρεία της οικογένεια του, η οποία στη συνέχεια, εγκαταστάθηκε πρώτα στο Τορίνο όπου ο Τζόρτζιο παρακολούθησε τα μαθήματα της Βασικής εκπαιδεύσεως και τα μαθήματα του Γυμνασίου Gioberti. Στη συνέχεια η οικογένεια του μετακόμισε στη Ρώμη, όπου ο Τζόρτζιο παρακολούθησε την Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ρώμης με καθηγητή τον εθνικιστή φιλόσοφο Τζιοβάνι Τζεντίλε, [Giovanni Gentile] και αποφοίτησε το 1937 με μια διατριβή για το έργο του Δάντη.

Δημοσιογραφική δραστηριότητα

Τον Δεκέμβριο του 1932, λίγο καιρό μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο, ο Αλμιράντε ξεκίνησε να εργάζεται ως δημοσιογράφος στο φασιστικό περιοδικό «Il Tevere» και ιδεολογικός του μέντορας υπήρξε ο εκδότης του και δημοσιογράφος Τελέσιο Ιντερλάντι [Telesio Interlandi] [5]. Το 1938 ήταν μεταξύ όσων υπέγραψαν το Μανιφέστο του Αγώνα. Ο Τζόρτζιο όταν η Ιταλία εισήλθε στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, στρατεύθηκε με βαθμό του Ανθυπολοχαγού και στάλθηκε στη Σαρδηνία, όμως ζήτησε και υπηρέτησε εθελοντικά στη Βόρεια Αφρική, όπου τιμήθηκε με τον Πολεμικό σταυρό της Αξίας, ενώ στο τέλος του 1941 αποχώρησε από το στρατό. Διατέλεσε αρχισυντάκτης του περιοδικού «Il Tevere» και ήταν πολεμικός ανταποκριτής στη Λιβύη ως τη διακοπή της κυκλοφορίας του περιοδικού το 1943, ενώ από το 1942, εργάστηκε ως αρχισυντάκτης στο περιοδικό «La difesa della razza», [«Η υπεράσπιση του αγώνα»] [6]. Ανάμεσα στους συντάκτες της εκδόσεως, εκτός από τον Τελέσιο Ιντερλάντι, βετεράνο φασίστα δημοσιογράφο, υπήρχαν τρεις καθηγητές του Πανεπιστημίου της Ρώμης, ο Γκουίντι Λάντρα, ανθρωπολόγος, ο Μαρτσέλο Ρίτσι, ζωολόγος, ο Λίνο Μπουσίνκο, παθολόγος, καθώς και ο καθηγητής Λίντιο Τσιπριάνι, ο πιο διάσημος της ομάδας, διευθυντής του Εθνικού Μουσείου Ανθρωπολογίας και Εθνολογίας της Φλωρεντίας. Αργότερα, από το τρίτο τεύχος και μετά, μπήκε στη συντακτική ομάδα και ο Λεόνε Φράντσι, παιδίατρος στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου. Στις αρχές Αυγούστου του 1943 ο Αλμιράντε επανακλήθηκε στα όπλα με το βαθμό του Υπολοχαγού.

Δημοκρατία του Σαλό

Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, μετά την υπογραφή της Ιταλικής συνθηκολογήσεως, επέστρεψε στη Ρώμη με τα πόδια, ενώ ακούγοντας στο ραδιόφωνο την ομιλία του Μπενίτο Μουσολίνι που ζητούσε την εδραίωση του φασισμού και παρακολουθώντας την ομιλία του στρατάρχη Graziani στο θέατρο Adriano στη Ρώμη, επέλεξε να βοηθήσει στη δημιουργία της «Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας» γνωστής και ως «Δημοκρατία του Σαλό» και από το τέλος του 1943 έως το 1944 διατέλεσε Γραμματέας στο Υπουργείο Πολιτισμού με υπουργό τον Fernando Mezzasoma. Μετά την πτώση της «Δημοκρατίας του Σαλό» παρέμεινε κρυμμένος για περισσότερο από ένα χρόνο και το Φθινόπωρο του 1946 επέστρεψε στη Ρώμη.

Ίδρυση του M.S.I. & 1η εκλογή του Αλμιράντε

Τζόρτζιο Αλμιράντε

Ο Αλμιράντε, στις 26 Δεκεμβρίου 1946, περιλαμβάνονταν μεταξύ των ιδρυτικών μελών του του εθνικιστικού πολιτικού και ιδεολογικού σχηματισμού Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα, [«Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα»]. Ως σύμβολο του επιλέχτηκε η «τρίχρωμη φλόγα», έμβλημα του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος Arditi, το οποίο έδρασε κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Σε μία από τις πρώτες μεταπολεμικές συγκεντρώσεις του M.S.I. ο Αλμιράντε είπε: «..Μας κατηγορούν ότι χαιρετάμε με το δεξί χέρι τεντωμένο, όμως τα χέρια μας είναι καθαρά..». Ο Αλμιράντε εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής στις εκλογές που διεξήχθησαν στις 17 Απριλίου του 1947, όταν το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα συγκέντρωσε ποσοστό 2% εξέλεξε 6 βουλευτές. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1947, το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα συμμετείχε στις δημοτικές εκλογές. Η συγκέντρωση του Αλμιράντε στη Ρώμη χρωματίστηκε από τα βίαια επεισόδια που προκάλεσαν στελέχη και οπαδοί των αντιπάλων πολιτικών παρατάξεων, που επιχείρησαν να εισβάλλουν στο χώρο της πλατείας και να διαλύσουν την ομιλία του, ενώ ανάλογα γεγονότα διαδραματίστηκαν και τον επόμενο μήνα στην συγκέντρωση της Piazza Colonna.

Λίγες ώρες πριν την ορκωμοσία ως Δημάρχου Ρώμης του Salvatore Rebecchini, που εκλέχθηκε και με την υποστήριξη των τριών δημοτικών συμβούλων που ανέδειξε το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα, εκδόθηκε μια ανακοίνωση της αστυνομίας της Ρώμης η οποία αναφέρονταν στον Almirante: «Ο Δρ. Giorgio Almirante, γραμματέας του εκτελεστικού συμβουλίου του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος, ...{...}... παραπέμφθηκε στην Επαρχιακή Επιτροπή ...{...]... ως επικίνδυνο στοιχείο για την άσκηση των δημοκρατικών ελευθεριών,...{...}... τείνει να αναβιώσει ιδρύματα που είναι επιβλαβή για τη δημόσια ελευθερία και την αξιοπρέπεια της χώρας...», και του αποδόθηκε κατηγορία για απολογία υπέρ του φασισμού. Στις 4 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου δικάστηκε ερήμην, μ' αυτή την κατηγορία και του επιβλήθηκε ποινή 12 μηνών φυλακίσεως. Ο Αλμιράντε το έμαθε ενώ ταξίδευε για το Σαλέρνο και αμέσως επέστρεψε σιδηροδρομικώς στη Ρώμη, όπου ο Εισαγγελέας του ανήγγειλε την αναστολή της εκτελέσεως της ποινής του.

Στις 29 Ιουνίου 1948, λίγο καιρό μετά την εκλογή του ως βουλευτής, εκλέχθηκε αρχηγός του κινήματος στη διάρκεια του πρώτου συνεδρίου του στη Νάπολη [7] και διαδέχθηκε σ' αυτή τη θέση τον μετριοπαθή Giacinto Trevisonno, ο οποίος παραιτήθηκε. Η εκλογή του Αλμιράντε επιβεβαιώθηκε στο συνέδριο της Ρώμης το διάστημα από τον Ιούνιο έως τον Ιούλιο του 1949. Μεταξύ των ετών 1948 έως 1950 μια σειρά από σημαντικά στελέχη του Κινήματος, μεταξύ τους οι Πίνο Ρομουάλντι, [Pino Romualdi], ο μετέπειτα αρχηγός του Πίνο Ράουτι, [Pino Rauti], ο φιλόσοφος Ιούλιος Έβολα, [Julius Evola], καθώς και φίλοι του Κινήματος συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν με την κατηγορία της προσπάθειας ανασυστάσεως του εκτός νόμου Φασιστικού κόμματος της Ιταλίας. Ως γραμματέας ο Almirante ταξίδεψε σε ολόκληρη την Ιταλική χερσόνησο και συχνά κοιμόταν στις κουκέτες στα τρένα τρίτης κατηγορίας με τα οποία ταξίδευε, προκειμένου να αποφεύγει τα περιττά έξοδα. Έζησε «ως απόστολος», σύμφωνα με τα λόγια της μετέπειτα συζύγου του, της Assunta Almirante, και κατόρθωσε να δημιουργήσει πολλά τοπικά γραφεία του Movimento Sociale Italiano, σε μια ταραγμένη και εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία.

Γραμματέας του Κινήματος

Ο Αλμιράντε παρέμεινε στη θέση του Γενικού Γραμματέα του M.S.I. έως το 1950, όταν αντικαταστάθηκε από τον Augusto De Marsanich και το 1952 εισήλθε στην οργανωτική επιτροπή της εφημερίδας «Secolo d’ Italia» που ιδρύθηκε το Μάιο του ίδιου χρόνου και από τις 11 Οκτωβρίου 1953 ανέλαβε συνεκδότης της εφημερίδος. Το 1954 διεκδίκησε και έχασε τη θέση του Γραμματέα από τον Arturo Michelini. Τα χρόνια που ακολούθησαν εργάστηκε ως καθηγητής λογοτεχνίας σε Γυμνάσιο της Ρώμης και συμπλήρωνε το μισθό του παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα Λατινικών και Ελληνικών. Την ίδια περίοδο, όντας υποψήφιος στις τοπικές εκλογές κατηγορήθηκε για ρητορεία υπέρ του φασισμού και καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους ή εναλλακτικά στην απομάκρυνση του από τη θέση του καθηγητή στο Γυμνάσιο. Το 1969, μετά το θάνατο του Michelini επανεκλέχθηκε στη θέση του Γραμματέα του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος, όμως στις εκλογές του 1968 το M.S.I. είχε συγκεντρώσει μόλις το 4,5% των ψήφων, το χαμηλότερο ποσοστό μετά τις εκλογές του 1948.

Το Μάιο του 1972 εμφανίστηκε για πρώτη φορά ο εκλογικός σχηματισμός «Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα-Εθνική Δεξιά», [Movimento Sociale Italiano-Destra Nationale, M.S.I.-D.N.], καθώς στο Ιταλικό Κοινωνικό κίνημα προσχώρησε το Κόμμα των Ιταλών Μοναρχικών. Στις εκλογές του ίδιου χρόνου ο Αλμιράντε ως επικεφαλής του νέου σχήματος κατέγραψε εκλογικό ποσοστό 8,7% στη Βουλή και 9,2% στη Γερουσία, εκλέγοντας 56 βουλευτές και 26 γερουσιαστές και το X Εθνικό Συνέδριο που συνήλθε στη Ρώμη από τις 18 έως τις 21 Ιανουαρίου 1973 ενέκρινε τη νέα ονομασία. Στις εκλογές της 20ης Ιουνίου του 1976, το εκλογικό ποσοστό υπέστη μείωση, διαμορφώθηκε στο 6,1% των ψήφων, και το Κίνημα εξέλεξε 35 έδρες στη Βουλή και 15 έδρες στη Γερουσία. Στις 21 Δεκεμβρίου του 1976, 25 από τους 49 βουλευτές του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος αποστάτησαν και ίδρυσαν το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα. Τον Ιανουάριο του 1977 πραγματοποιήθηκε το XI Εθνικό Συνέδριο του Κινήματος και ο Αλμιράντε επανεκλέχθηκε στη θέση του Γραμματέα συγκεντρώνοντας 1125 ψήφους σε σύνολο 1423 εκλεκτόρων. Στις 7 Ιουνίου 1977 ο Αλμιράντε διόρισε νέο γραμματέα του Μετώπου της Νεολαίας τον τότε 25χρονο Τζιανφράνκο Φίνι. Στις εθνικές εκλογές της 3ης Ιουνίου 1979, το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα συγκέντρωσε το 5,3% των ψήφων, 31 έδρες στη Βουλή και 13 έδρες στη Γερουσία, ενώ οι αποστάτες πρώην βουλευτές του μόλις το 0.60% των ψήφων.

Στις 10 Ιουνίου 1984, στις πρώτες εκλογές για το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, το M.S.I.-D.N. συγκέντρωσε ποσοστό 5,4% των ψήφων με το οποίο εξέλεξε τέσσερις βουλευτές, μεταξύ τους και ο Αλμιράντε που εκλέχθηκε Ευρωβουλευτής [8] στη περιφέρεια της Βορειοδυτικής Ιταλίας με 150.343 ψήφους. Λίγο καιρό μετά τις εκλογές το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα, η Εθνική Πολιτική Ένωσις στην Ελλάδα που είχε εκλέξει Ευρωβουλευτή το Χρύσανθο Δημητριάδη και το Γαλλικό Εθνικό Μέτωπο, [Front National] του Ζαν-Μαρί Λε Πεν, συγκρότησαν την ομάδα της Ευρωπαϊκής Δεξιάς, «Eurodestra», αποτέλεσμα προσπάθειας που είχε αρχίσει ο Αλμιράντε από το 1978 με τα κινήματα «Parti des Nouvelles Fources» από τη Γαλλία και την Ισπανική «Fuerza Nueva». Τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου ο Αλμιράντε ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αποχωρήσει από την γραμματεία για λόγους υγείας ως το τέλος του έτους και τουλάχιστον πριν το εθνικό συνέδριο, όμως τελικά συμφώνησε να παραμείνει για δύο χρόνια ακόμα. Έτσι το XIV Εθνικό Συνέδριο του M.S.I.-D.N. που διεξήχθη στη Ρώμη, το διάστημα Νοέμβριος-Δεκέμβριος του 1984, επανεκλέχθηκε δια βοής και οι σύνεδροι αγνόησαν την υποψηφιότητα Tomaso Staiti. Στις εθνικές εκλογές της 14ης Ιουνίου 1987, τις τελευταίες εκλογές στις οποίες ήταν επικεφαλής ο Αλμιράντε το M.S.I.-D.N. συγκέντρωσε το 5,9% των ψήφων, 35 έδρες στη Βουλή και 16 έδρες στη Γερουσία, αποτελέσματα που επιβεβαίωσαν τις ρίζες του σε κάθε μέρος της Ιταλίας.

Ο Αλμιράντε εκλέχθηκε μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων 11 φορές και στη διάρκεια της παρουσίας στο Ιταλικό κοινοβούλιο του αφαιρέθηκε η βουλευτική ασυλία τέσσερις φορές. Αρχικά στις 28 Ιουνίου 1972, όταν ήρθη η ασυλία του με 484 ψήφους έναντι 60 αρνητικών καθώς και στις 21 Φεβρουαρίου του 1979, και τις δύο φορές του καταλογίστηκε προσπάθεια αναβιώσεως του Φασιστικού Κόμματος Ιταλίας, στη συνέχεια το 1981 και τέλος στις 6 Αυγούστου 1986, όταν κατηγορήθηκε για υποβοήθηση και υποκίνηση του Carlo Cicuttini, ο οποίος είχε διαφύγει από την Ιταλία, μετά την έκρηξη σε παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο, από την οποία σκοτώθηκαν τρεις αστυνομικοί, όμως απαλλάχθηκε όμως απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες στις 17 Φεβρουαρίου 1987, με την έκδοση βουλεύματος.

Σχέση με την Ελλάδα

Αλμιράντε-Σταθόπουλος (Συνάντηση στη Ρώμη)

Ο Αλμιράντε απευθύνονταν στους νέους με τη φράση «Ζήσε σαν να πρόκειται να πεθάνεις αύριο, αλλά σκέψου σαν να μην πρόκειται να πεθάνεις ποτέ» . Όπως είχε πει σε συνέντευξη του «....Αυτή είναι πεποίθηση μέσα από το πνεύμα της Ελληνικής κλασσικής κουλτούρας που αφομοίωσα στα χρόνια των σπουδών μου. Η Ελλάδα είναι ή πατρίδα της Αριστοτελικής λογικής. Για την Ζωή δίνομαι στους Αριστοτελικούς, στους ορθολογιστές, για το Πνεύμα όμως ανήκω στους Πλατωνικούς, γιατί πάνω από την λογική υπάρχει η Ιδέα, Είμαι, πτυχιούχος και Διδάκτορας Φιλολογίας και κάποτε ή ειδικότητά μου ήταν τα Ελληνικά. Τα Αρχαία Ελληνικά. Και θέλω να πω ότι είμαι πάρα πολύ συνδεδεμένος μαζί σας από μικρό παιδί. Τα πιο ωραία πράγματα μου τα διδάξατε εσείς σαν Έλληνες» [9].

Ο Αλμιράντε διατηρούσε στενή φιλική, οικογενειακή [10] και σχέση συνεργασίας με τον εθνικιστή διανοούμενο Σπύρο Σταθόπουλο [11], τον οποίο γνώρισε στο τέλος της δεκαετίας του '60, όταν ο Σταθόπουλος εγκαταστάθηκε για σπουδές στην Ιταλία, αρχικά στην Σικελία και στη συνέχεια στο Πανεπιστήμιο της Νάπολη, στην επαρχία της Καμπανίας στο Νότο της Ιταλίας. Οι σχέσεις τους ήταν απότοκος του σεβασμού και του θαυμασμού που έτρεφε ο Σταθόπουλος για τον Αλμιράντε και της αναγνωρίσεως των ιδεολογικών, πολιτικών, ρητορικών και γενικότερα ηγετικών χαρακτηριστικών που διαπίστωσε ο Αλμιράντε ότι χαρακτήριζαν τον Σταθόπουλο, τον οποίο υπεραγαπούσε και τον θεωρούσε ένα από τα πνευματικά του παιδιά, αν και ο Σταθόπουλος συντάσσονταν με τη Λαϊκή Εθνικοκοινωνική τάση του M.S.I., την εσωκομματική τάση και μετέπειτα ομάδα της «Ordine Nuovo» του Πίνο Ράουτι, [Pino Rauti]. Στο Σπύρο Σταθόπουλο ο Αλμιράντε παραχώρησε και τη μοναδική συνέντευξη του [12] σε Ελληνικό έντυπο του ηλεκτρονικού, ημερήσιου ή περιοδικού τύπου, η οποία δημοσιεύθηκε στο εθνικιστικό περιοδικό «Νέα Τάση» που κυκλοφορούσε η πολιτική ομάδα του μετέπειτα βουλευτή και υπουργού Μάκη Βορίδη.

Ο Αλμιράντε τάχθηκε ξεκάθαρα υπέρ του Επαναστατικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967 και του Γεώργιου Παπαδόπουλου, κάτι που υποστήριξε και δημόσια απαντώντας [13] σε ερώτηση Ιταλού δημοσιογράφου στη διάρκεια συνεντεύξεως που παραχώρησε. Το M.S.I. ήταν το μοναδικό κόμμα της Δυτικής Ευρώπης που υποστήριξε το Ελληνικό επαναστατικό καθεστώς, κάτι που επισημαίνει ο Αλμιράντε στην απάντηση του, όπου λέει πως οι «Επαναστάτες αξιωματικοί με την πράξη τους διέσωσαν την Ελλάδα, την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ από τον κομμουνισμό». Παράλληλα έκανε αναφορά στον συμμοριτοπόλεμο και στα εγκλήματα των κομμουνιστικών συμμοριών στα οποία, όπως υπογράμμισε, «δεν αναφέρεται κανείς δημοσιογράφος αλλά η ανάμνηση τους είναι ζωντανή στους αληθινούς Έλληνες πατριώτες». Το 1969, ο Γεώργιος Βεντούρης, Έλληνας εθνικοσοσιαλιστής φοιτητής της Ιατρικής, μπροστά στον κίνδυνο να αποτελέσει την αφορμή της διασπάσεως του «Movimento Sociale Italiano», Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα»], δήλωσε ότι «...κουράστηκε από την πολιτική και τον συνδικαλισμό» και παραιτήθηκε. Τον ακολούθησαν περί τα 260 στελέχη της εθνικοσοσιαλιστικής τάσεως του Εθνικού Συνδέσμου Ελλήνων Σπουδαστών Ιταλίας, όμως ένα χρόνο αργότερα μετά από πρόσκληση του Αλμιράντε επέστρεψε στις γραμμές του Κινήματος και βοήθησε στην αναδιοργάνωση του.

Ο εθνικιστής διανοούμενος Θεόδωρος Καραμπέτσος, με σπουδές στην Ιταλία όπου δραστηριοποιήθηκε στις τάξεις του «Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος», αναφέρει σε συνέντευξη του:

«....Τόσο εγώ, όσο και ο Σπύρος Σταθόπουλος στα τέλη της δεκαετίας του '70 είχαμε προτάσεις από διαπρεπή στελέχη της «Νέας Δημοκρατίας» όμως δεν ενδώσαμε παρά τις αντιρρήσεις του πολιτικού μας πατέρα Τζόρτζιο Αλμιράντε! Θυμάμαι, ήταν 30 Νοεμβρίου του Αγ. Ανδρέου όταν δειπνούσαμε με τον Μεγάλο Αρχηγό σ’ ένα ρεστοράντ στη Ρώμη. Κάποια στιγμή αγρίεψε (περίεργο για εκείνον) λέγοντας: «Στην Ελλάδα δεν υπάρχει Εθνικισμός βάθους! Άρα αντί να σας εμπαίζουν οι πολιτικοί των στελεχών της Εθν. Παρατάξεως, προσχωρήστε στο μεγάλο Κόμμα, δημιουργήστε το κύτταρο και την κατάλληλη στιγμή ρομπέτε λε ρίγχε (σπάστε τους ζυγούς) δημιουργώντας έναν πολιτικό σχηματισμό στα ιδεολογικά μας μέτρα! Τόσα στελέχη σας είναι σπαρμένα ανά την επικράτεια. Τώρα όμως, γιατί αργότερα θα είναι αργά...» [14].

Κηδεία Μίκη Μάντακα

Τη Δευτέρα 3 Μαρτίου 1975 έγινε, στο ναό της Santa Chiara στην Piazza della Minerva στη Ρώμη, η επιμνημόσυνη δέηση για το Μίκη Μάντακα, το δολοφονημένο από τους κομμουνιστές Έλληνα σπουδαστή του Πανεπιστημίου της Ρώμης. Την δέηση παρακολούθησαν χιλιάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι απ' αυτούς νέοι, ενώ οι οπαδοί του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος, δέχθηκαν επιθέσεις την ώρα που πήγαιναν στην τελετή, με αποτέλεσμα βίαιες συγκρούσεις και συλλήψεις [15]. Στο τέλος της λειτουργίας, ο Αλμιράντε στάθηκε στα σκαλιά του ναού, στην πλατεία της εκκλησίας των Δομινικανών «Παρθένος υπέρ την Minerva», όπου βρίσκεται το σκήνωμα της Αγίας Αικατερίνης-Ευφροσύνης της Σιένα, εμπρός σε χιλιάδες Ιταλούς και εκφώνησε μια συγκλονιστική από στήθους αποχαιρετιστήρια ομιλία [16], στην οποία χαρακτήρισε το Μάντακα «....νεομάρτυρα μιας ιδέας, μιας τάξης αγωνιστών και πιστών που έχει υπερβεί τα σύνορα του τόπου μας για να συνενώσει σ’ ένα σύνδεσμο πολιτισμού, τάξεως κι ελευθερίας, το καλύτερο τμήμα των νέων γενεών του δυτικού κόσμου....» και παράλληλα υποσχέθηκε ότι «...Εμείς, Μιχάλη Μάντακα, θα φυλάξουμε το πνεύμα σου ...{...}... αυτό σημαίνει για μας, πως δεν σε ξεχνάμε, αυτό σημαίνει για μας να μην λησμονήσουμε την θυσία σου!».

Αποχώρηση από την ηγεσία του M.S.I.

Το 1983 ο Αλμιράντε έφτασε στην κορύφωση της πολιτικής του καταξιώσεως όταν ο ίδιος έγινε δεκτός για πρώτη φορά με επίσημο τρόπο από τον Ιταλό πρωθυπουργό, Bettino Craxi, στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων για τη νέα κυβέρνηση, καθιστώντας τους Ιταλούς εθνικιστές ισότιμους συνομιλητές, για πρώτη φορά μετά την πτώση του φασιστικού καθεστώτος, και στο πρόσωπο του καταξιώθηκε η ιδεολογία του Ιταλικού εθνικισμού. Σύμφωνα με τους στενούς του συνεργάτες, φίλους, αλλά και τα στελέχη του Κοινωνικού Κινήματος ο Αλμιράντε ήταν μια πραγματική μηχανή παραγωγής έργου, που αδιαφορούσε αν ήταν μέρα ή νύκτα. Τις ώρες της πολιτικής μάχης αδιαφορούσε για την πείνα και το κρύο κι ήταν σε θέση να μιλά για ολόκληρες ώρες. Στις αρχές της δεκαετίας του '90, αντιμετώπισε κάποια προβλήματα υγείας και το καλοκαίρι του 1986 μετά από μια σύντομη ασθένεια, ο Αλμιράντε ανακοίνωσε ότι τον επόμενο χρόνο θα αποχωρήσει από την ηγεσία του Κινήματος, όμως η διάλυση του Κοινοβουλίου και οι Ιταλικές εκλογές το καλοκαίρι του 1987, τον υποχρέωσαν να παραμείνει στη θέση του μέχρι το φθινόπωρο.

Τελικά, ο Αλμιράντε παραιτήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 1987, όταν διεξήχθη το XV Συνέδριο του M.S.I. στην πόλη του Sorrento. Μεταξύ των υποψηφίων για τη διαδοχή του ήταν ο Πίνο Ράουτι ο οποίος ηττήθηκε από τον Τζιανφράνκο Φίνι, [Gianfranco Fini] που εκλέχθηκε στη θέση του Γραμματέα, συγκεντρώνοντας συνολικά 727 ψήφους, έναντι 608 του Πίνο Ράουτι. Ο Φίνι βρίσκονταν στο πλάι του Αλμιράντε από το 1977, όταν ο ηγέτης του M.S.I. τον διόρισε επικεφαλής της νεολαίας του Κινήματος, αν και είχε έρθει έβδομος στις προτιμήσεις των μελών της νεολαίας. Μετά την εκλογή του Φίνι [17], ο Αλμιράντε είπε «...ότι κανείς δεν μπορεί να χαρακτηρίσει φασίστα κάποιον που γεννήθηκε μετά τον πόλεμο.» Στις 24 Ιανουαρίου 1988 ο Αλμιράντε εκλέχθηκε πρόεδρος του κόμματος δια βοής, από την πλειοψηφία της νέας Κεντρικής Επιτροπής, μια θέση που κατείχε για μόλις τέσσερις μήνες.

Η μετριοπάθεια του Αλμιράντε τον έφερε συχνά αντιμέτωπο με την εσωκομματική αντιπολίτευση και οι συγκρούσεις του με την τάση του Πίνο Ράουτι, αποτέλεσαν ένα από τα χαρακτηριστικά των συνεδρίων του Κοινωνικού Κινήματος. Στις ομιλίες του επαναλάμβανε πως «...δεν πρέπει να μένουμε προσκολλημένοι με το παρελθόν. Αντίθετα θα πρέπει να είμαστε σε θέση να δημιουργούμε νέες επετείους». Το «Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα» υπό την ηγεσία του έζησε ημέρες κοινωνικής καταξιώσεως, εκλογικών επιτυχιών σε τοπικό, πανιταλικό και Ευρωπαϊκό επίπεδο, έγινε αποδεκτό στη συνείδηση των πολιτικών και ιδεολογικών του αντιπάλων και ο Αλμιράντε απέκτησε την αναγνώριση και το σεβασμό όλου του πολιτικού φάσματος της Ιταλίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούνιο του 1984 ο Αλμιράντε εξέπληξε τον πολιτικό κόσμο της Ιταλίας καθώς ζήτησε να επισκεφθεί την έδρα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας, όπου παραβρέθηκε στην κηδεία και απέτισε φόρο τιμής στο σωρό του Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, [Enrico Berlinguer], επικεφαλής του κόμματος, ενώ όταν πέθανε ο Αλμιράντε, η χήρα του κομμουνιστή ηγέτη Παλμίρο Τολιάτι, [Palmiro Toglatti], παρέστη στην κηδεία του και συμμετείχε στο πένθος της οικογενείας του.

Ο θάνατος του

Ο τάφος του Αλμιράντε

Ο Αλμιράντε αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, έπασχε από καρδιακή νόσο, τα οποία τον υποχρέωσαν να αποχωρήσει από την ενεργό πολιτική σκηνή καθώς και από την ηγεσία του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος το 1987 και έζησε ως το τέλος στο σπίτι του ή νοσηλευόμενος σε κλινικές, ενώ υποβλήθηκε και σε χειρουργική επέμβαση. Τον Απρίλιο του 1988 εισήχθη και νοσηλεύθηκε στην κλινική Villa Del Rosario και στις 19 του ίδιου μήνα υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση στο Παρίσι, ενώ επιστρέφοντας στην Ιταλία νοσηλεύθηκε για μικρό χρονικό διάστημα, στην ίδια κλινική στις 7 Μαΐου. Μια εβδομάδα πριν το θάνατο του, συγκεκριμένα τη Δευτέρα 16 Μαΐου 1988, μεταφέρθηκε με εγκεφαλική αιμορραγία στην κλινική όπου άφησε την τελευταία του πνοή, το πρωί της Κυριακής 22 Μαΐου, μία ημέρα μετά το θάνατο του Πίνο Ρομουάλντι.

Πέθανε από επιπλοκές ισχαιμίας που προκαλείται από αρτηριακή απόφραξη, σύμφωνα με αξιωματούχους του νοσοκομείου, όπως μετέδωσε το Ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA. Στο πλευρό του ήταν η σύζυγός του, τα παιδιά τους, και ο Τζιανφράνκο Φίνι. Το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα ανακοίνωσε ότι θα τελεστή κοινή κηδεία για τον Almirante και τον Pino Romualdi, την Τρίτη 23 Μαΐου στην εκκλησία της Αγίας Αγνής στην πλατεία Navona της Ρώμης. Η σορός του εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα, στο πλάι της σορού του Πίνο Ρομουάλντι, [Pino Romoualdi], αδελφικού του φίλου και συναγωνιστή για ολόκληρες δεκαετίες. Την νεκρώσιμη ακολουθία του Αλμιράντε παρακολούθησαν εκατοντάδες χιλιάδες Ιταλοί εθνικιστές, καθώς και πολίτες όλων των πολιτικών φρονημάτων, μεταξύ τους μέλη και κορυφαία στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, όπως η Nilde Jotti και ο Giancarlo Pajetta, ηγετικά στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας.

Μνήμη Αλμιράντε

Ο Τζιανκάρλο Παγιέτα, [Giancarlo Pajetta], δήλωσε ότι «…Δεν μπορείς να είσαι εχθρός του Almirante. Αντίπαλος ναι, εχθρός όχι», ενώ η πρόεδρος της Ιταλικής Γερουσίας Nilde Jotti, Γερουσιαστής και μέλος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, απαντώντας στην ερώτηση δημοσιογράφων: Πώς και πήγε στα γραφεία του «Νεοφασιστικού» M.S.I. για να ασπαστεί τον Almirante, είπε ότι «Πολύ περίεργο θα ήταν αν δεν είχα έλθει σήμερα το πρωί εδώ να αποδώσω τιμή στον Giorgio Almirante...». Ο πρώην πρωθυπουργός Bettino Craxi δήλωσε ότι ο «…ο Almirante υπήρξε ένας έντιμος αντίπαλος. Είχαμε αντιθέσεις, αλλά δεν υπήρξαμε ποτέ εχθροί». Με τη σειρά του ο Χριστιανοδημοκράτης τ. Πρόεδρος Δημοκρατίας Τζιοβάνι Λεόνε, [Giovanni Leone], είπε ότι «Ο Almirante υπήρξε ο μεγαλύτερος ρήτορας των τελευταίων 40 χρόνων. Ο μεγαλύτερος ρήτορας της γενιάς μου. Ένας συνεπής αντίπαλος, αλλά ποτέ ένας εχθρός. Παράδειγμα ευθύτητος, εντιμότητας και μεγάλης κουλτούρας, εξαιρετικής ανθρώπινης ευαισθησίας. ….μαζί του χάνεται ένας από τούς μεγαλύτερους πρωταγωνιστές της Ιστορίας μας». Χαρακτηριστική της επιρροής του Almirante στην Ιταλική κοινωνία είναι ο τίτλος της Χριστιανοδημοκρατικής εφημερίδος «La Nazione» που σημείωσε ότι «Η ιστορία θα είναι πολύ πιο γενναιόδωρη με τον Almirante απ’ όσο υπήρξαν οι σύγχρονοί του.» Τέλος ο Indro Montunelli, εκδότης και διευθυντής της εφημερίδος «Il Giornale» του Μιλάνου, ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς της σύγχρονης Ιταλίας έγραψε: «…Είχε θάρρος να πουλήσει. Πολλές φορές έχω αναρωτηθεί, που θα είχε φθάσει ο Giorgio Almirante αν, αντί της ηγεσίας ενός κόμματος από την ίδρυση του στο apartheid, είχε διαλέξει άλλη πολιτική δύναμη... Πιστεύω ότι ο Almirante υπήρξε ένας πολιτικός στον όποιο μπορούσε κανείς να δώσει το χέρι χωρίς φόβο μήπως λερωθεί».

Στη μνήμη του Giorgio Almirante ο Σπύρος Σταθόπουλος, ο μοναδικός Έλληνας εθνικιστής που είχε το προνόμιο να είναι φίλος και σταθερά διαχρονικός συνομιλητής του, γράφει:

«O Giorgio Almirante έφυγε αθόρυβα. Οι εκατοντάδες χιλιάδες του λαού της Ρώμης, που στριμώχτηκαν στην απέραντη Piazza Navona κι η συμμετοχή στο πένθος ολόκληρης της πολιτικής ηγεσίας της Ιταλίας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μέχρι την ηγεσία τού Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, δεν τάραξαν το γαλήνιο πέρασμα στην αιωνιότητα του Giorgio Almirante. Ίσως σε μερικούς φανεί περίεργο αλλά ο θάνατος του Giorgio Almirante πέρα από την θλίψη, δεν δημιούργησε την ψυχολογική αίσθηση του χαμού! Πίσω του δεν άφησε παρελθόν, δεν άφησε νοσταλγία. Έσπειρε την... «νοσταλγία του μέλλοντος». Άφησε πολύ σκέψη, πολύ στοχασμό και ιδεολογικό, πολιτικό-κοινωνικό έργο, μια μεγάλη πολιτικο-κοινωνική ηθική και δημιουργία. Κανείς πολιτικός του φίλος ή αντίπαλος δεν αμφισβητεί ότι τον Almirante -την σκέψη του- «Θα την βρίσκουμε στο μέλλον μόνιμα μπροστά μας». Άλλωστε αυτή υπήρξε η χαρακτηριστική προτροπή του προς την Νεολαία: «Ζήσε σαν να πρόκειται να πεθάνεις αύριο, αλλά σκέψου σαν να μην πρόκειται να πεθάνεις ποτέ». Θυμάμαι ζεστή την προτροπή του, από την πασίγνωστη ζεστή-γλυκιά φωνή του που εκφραζότανε σαν μια αιώνια λάμψη στα γαλανά του μάτια. Εντυπωσιάστηκα καθώς συνειδητοποιούσα την εμβέλεια της προτροπής. Χαμογέλασε και πρόσθεσε: «Αυτή είναι πεποίθηση μέσα από το πνεύμα της Ελληνικής κλασσικής κουλτούρας που αφομοίωσα στα χρόνια των σπουδών μου. Η Ελλάδα είναι ή πατρίδα της Αριστοτελικής λογικής. Για την Ζωή δίνομαι στους Αριστοτελικούς, στους ορθολογιστές, για το Πνεύμα όμως ανήκω στους Πλατωνικούς, γιατί πάνω από την λογική υπάρχει η Ιδέα, Είμαι, πτυχιούχος και Διδάκτορας Φιλολογίας και κάποτε ή ειδικότητά μου ήταν τα Ελληνικά. Τα Αρχαία Ελληνικά. Και θέλω να πω ότι είμαι πάρα πολύ συνδεδεμένος μαζί σας από μικρό παιδί. Τα πιο ωραία πράγματα μου τα διδάξατε εσείς σαν Έλληνες» [18].

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

Παραπομπές

  1. [Το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα ιδρύθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 1946 από πρώην στελέχη του φασιστικού καθεστώτος, μεταξύ τους οι Arturo Michelini και Biagio Pace, αλλά και από βετεράνους της «Ιταλικής Κοινωνικής Δημοκρατίας» γνωστής και ως «Δημοκρατία του Σαλό», όπως οι Τζόρτζιο Αλμιράντε, [Giorgio Almirante] και Πίνο Ρομουάλντι, [Pino Romualdi]. Είχε προηγηθεί, στις 3 Δεκεμβρίου 1946, η συνάντηση για τη σύναψη ενσωματώσεως διαφόρων μικρών εθνικιστικών κινημάτων και ομάδων, όπως το «Μέτωπο Εργασίας», [Fronte del Lavoro], το «Ιταλικό Κίνημα Κοινωνικής Ενότητας», [Movimento Italiano Unita Sociale], η «Ομάδα Ανεξάρτητων Βετεράνων», που είχαν αρχίσει να δραστηριοποιούνται αμέσως μετά τη λήξη του 2ου Παγκοσμίου πολέμου. Το πρώτο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Κινήματος αποτελείτο από τους Giacinto Trevisonno, Raffaele Di Lauro, Alfonso Mario Cassiano, Giovanni Tonelli και Carlo Guidoboni. Μετά από εισήγηση του Pino Romualdi η οποία έγινε αποδεκτή, ορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Κινήματος ο μετριοπαθής Giacinto Trevisonno, ο οποίος παραιτήθηκε στις 15 Ιουνίου 1947. Ως σύμβολο του Κινήματος επιλέχτηκε η «τρίχρωμη φλόγα», [Fiamma Tricolore], έμβλημα του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος Arditi, το οποίο έδρασε στον 1ο Παγκόσμιο πόλεμο.]
  2. [Giorgio Almirante, Italian Neo-Fascist, Dies at 73 New York Times, 23 Μαΐου 1988.]
  3. [Σε συνέντευξη της η Donna Assunta Almirante είπε: «....Ήμουν παντρεμένη με τον Κόμη Φεντερίκο ντε Μεντίτσι. Αυτός με τη Βραζιλιάνα Gabriella Magnatti. Συναντηθήκαμε στην Καλαβρία, όπου ο Giorgio έτρεχε σαν τρελός για συγκεντρώσεις και τμήματα του Κοινωνικού Κινήματος. Ταξίδεψε με τρένο στην τρίτη θέση. Κατάγονταν από μια οικογένεια ηθοποιών, ήξερε πώς να παρασύρει. Συναντηθήκαμε ξανά στη Ρώμη: (έκτοτε) δεν έχουμε αφήσει ποτέ ο ένας τον άλλον...».]
  4. [Η Giuliana De Medici, κόρη του Αλμιράντε από το γάμο του με την Donna Assunta Almirante, υπήρξε ενεργή εθνικίστρια και ήταν υποψήφια κατά καιρούς με διάφορους εθνικιστικούς πολιτικούς σχηματισμούς, όπως το κίνημα «Δεξιά», [«La Destra»], του Francesco Storace.]
  5. [Ο Telesio Interlandi, Ιταλός εθνικιστής, δημοσιογράφος, συγγραφέας και εκδότης, ίσως ο κορυφαίος εκπρόσωπος της προπαγάνδας του Φασιστικού κράτους της Ιταλίας την περίοδο του Μπενίτο Μουσολίνι, κατ' εξοχήν υποστηρικτής των νόμων και των μέτρων εναντίον των Εβραίων, γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου του 1894 στο Κιαραμόντε Γκούλφι της Ιταλίας. Γονείς του ήταν ο Giovanni Interlandi και η Gηiuseppa Interlandi, ενώ ήταν παντρεμένος με την Maria Interlandi. Ο Τελέσιο ανέλαβε εκδότης και υπήρξε ο κύριος συντελεστής στην κυκλοφορία της εφημερίδος «Il Tevere» («Τίβερις»), από το πρώτο έως το τελευταίο τεύχος της, στις 25 Ιουλίου 1943 καθώς και του περιοδικού «Quadrivio» ιδρύθηκε το 1933. Τόσο η εφημερίδα, όσο και το περιοδικό απευθύνονταν στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα και στις σελίδες τους φιλοξενούσαν κείμενα Ιταλών διανοουμένων ενώ ένα από τα συνολικά τέσσερα φύλλα της εφημερίδας ήταν αφιερωμένο αποκλειστικά στη λογοτεχνία και τον πολιτισμό. Το περιοδικό επικεντρωνόταν σε θέματα λογοτεχνίας και ιστορίας. Ο Τελέσιο το 1938 διορίστηκε διευθυντής την εφημερίδα La Difesa della Razza, ενώ το φθινόπωρο του 1941, το περιοδικό «Quadrivio» άρχισε να κυκλοφορεί και στα Ελληνικά, διατηρώντας τη φιλοσοφία της ιταλόφωνης εκδόσεως. Ο Τελέσιο δημοσίευσε το βιβλίο με τίτλο Contra Judaeos, κατηγορώντας τους Εβραίους ότι δεν μπορούσαν να αφομοιωθούν και ότι ήταν υπεύθυνοι για φυλετική επιμειξία του Ιταλικού λαού. Πέθανε στις 15 Ιανουαρίου 1965 στη Ρώμη.]
  6. [Το περιοδικό «La difesa della razza», που προωθούσε τις ρατσιστικές θέσεις του Ιταλικού καθεστώτος, πωλούνταν μια λίρα και η κυκλοφορία των πρώτων τεσσάρων τευχών έφτανε τα 130.000 με 150.000 αντίτυπα. Διαφήμιζε τρεις από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ιταλίας, την Banca Commerciale Italiana, την Credito Italiano, και την Banco di Sicilia, δύο ασφαλιστικές εταιρίες, τη Riunione Adriatica di Sicurtà, και την Istituto Nazionale delle Assicurazione και δύο βιομηχανικές φίρμες, τη Società E. Breda, και την Officine Villar Perosa. Το πρώτο τεύχος του περιοδικού, που εμφανίστηκε στις 5 Αυγούστου του 1938, όπως και τα δύο επόμενα, είχαν εξώφυλλο που απεικόνιζε μια ρωμαϊκή προτομή, κατά τους εκδότες ύψιστη έκφραση του ανθρώπου, χωρισμένο από ένα ατσάλινο σπαθί από μια γαμψομύτικη καρικατούρα Εβραίου του 3ο αιώνα μ.Χ. και μια λαμπερή και χαντροστολισμένη Αφρικανή γυναίκα από την Αιθιοπία με νεγροειδή χαρακτηριστικά. Αυτή η φωτογραφική σύνθεση, αντιπροσωπευτική του ρατσιστικού χαρακτήρα του περιοδικού, έγινε το επίσημο έμβλημά του, και αναπαράχθηκε πολλές φορές στις σελίδες των επόμενων φύλλων. Αμέσως μετά την έκδοση του πρώτου τεύχους ο Μουσολίνι δέχτηκε τον Ιντερλάντι στο γραφείο του. Σ' αυτή τη συνάντηση που έλαβε χώρα μεταξύ 5 και 7 Αυγούστου, ο Ντούτσε λέγεται ότι εξέφρασε την ικανοποίησή του για την έκδοση κι έδωσε κατευθύνσεις για τη μελλοντική εξέλιξη του εγχειρήματος.]
  7. [Το πρώτο Συνέδριο του Κινήματος πραγματοποιήθηκε στη Νάπολη μεταξύ 27 και 29 Ιουνίου 1948. Στο πρώτο Συνέδριο συζητήθηκαν οι θέσεις του Κινήματος για την κοινωνική και την οικονομική πολιτική, ενώ προτάθηκε η σύνθεση μεταξύ κορπορατιβισμού και κοινωνικοποιήσεως, καθώς και ο εθνικός προγραμματισμός σε αντίθεση με την ελεύθερη αγορά. Στο ίδιο συνέδριο ξεκαθαρίστηκε η θέση του Κινήματος απέναντι στον Φασισμό, η οποία εκφράστηκε με τη φράση «Ούτε άρνηση, ούτε αποκατάσταση!», [«Non rinnegare e non restaurare!»] του στελέχους και μετέπειτα Γραμματέα Augusto De Marsanich. Ακολούθησαν άλλα 17 συνέδρια, με τελευταίο αυτό που διεξήχθη στην πόλη Fiuggi μεταξύ 25 και 27 Ιανουαρίου του 1995, λίγο πριν την διάλυση του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος.]
  8. Giorgio ALMIRANTE Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο-Ευρωβουλευτές.]
  9. [«Almirante: Ένας μεγάλος Ευρωπαίος», «Νοσταλγός του Μέλλοντος», «In memoriam», Σπύρος Σταθόπουλος, Περιοδικό «Νέα Τάση», Περίοδος Β', τεύχος 7ο, Ιούνιος-Ιούλιος 1988, σελίδες 19η-26η.]
  10. [Ο Τζόρτζιο Αλμιράντε επισκέφθηκε την Ελλάδα, μία και μοναδική φορά, τον Αύγουστο του 1981. Τότε έφτασε με ιδιωτικό σκάφος που ανήκε σε στενό οικογενειακό Ιταλό φίλο του στο λιμάνι του Μύτικα στην Δυτική Αιτωλοακαρνανία, όπου αποβιβάστηκε μαζί την σύζυγο και την κόρη τους. Στο λιμάνι του Μύτικα τον καλώς όρισε ο Σπύρος Σταθόπουλος και στη συνέχεια αναχώρησαν για το σπίτι της οικογένειας Σταθόπουλου στο κοντινό νησί Κάλαμος, όπου ο Αλμιράντε και η οικογένεια του φιλοξενήθηκαν σχεδόν ολόκληρο τον Αύγουστο εκείνου του έτους.]
  11. Σπύρος Σταθόπουλος από τον πρώτο χρόνο της παρουσίας του στη Νάπολι, όπου σπούδασε και ανακηρύχθηκε διδάκτορας στην έδρα των Πολιτικών Επιστημών του εκεί Πανεπιστημίου, εντάχθηκε ως στέλεχος στο «Movimento Sociale Italiano», [M.S.I., ελλην., «Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα»], και με τη F.U.A.N., το τμήμα της σπουδάζουσας νεολαίας του κινήματος, έγινε το 1962 ο πρώτος μη Ιταλός που εκλέχθηκε με τους συνδυασμούς της στα Ιταλικά πανεπιστήμια, όπως κι αργότερα στο «Fronte Della Gioventu». Ο Σταθόπουλος συνέχισε τη δράση του μέσα από τις γραμμές της «Alleanza Nazionale», της οποίας υπήρξε στέλεχος, ενώ μαζί με τον Gianfranco Fini, μετέπειτα Αντιπρόεδρο και υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας, ήταν στενοί συνεργάτες του Τζόρτζιο Αλμιράντε, ο οποίος τον υπεραγαπούσε και τον θεωρούσε ένα από τα πνευματικά του παιδιά, αν και ο Σταθόπουλος συντάσσονταν με τη Λαϊκή Εθνικοκοινωνική τάση του M.S.I., την εσωκομματική τάση και μετέπειτα ομάδα της «Ordine Nuovo» του Pino Rauti.]
  12. [«Η χαρισματική ηγετική φυσιογνωμία του Αλμιράντε και συγχρόνως η δεινή κοινοβουλευτική ρητορική του προβάλλουν πάντα, εξαιρετικά ανάγλυφες για να εκτιμούνται ακόμη κι από τις πλέον σημαντικές προσωπικότητες της Ιταλικής αριστεράς, «….σε βαθμό πού ούτε ό ίδιος μπορεί να φανταστεί» γράφει ο Ενρίκο Ματτέϊ, ο διάσημος δημοσιογράφος και αρθρογράφος του χριστιανοδημοκρατικού «Tempo» της Ρώμης. Αυτός λοιπόν ο χαρισματικός ηγέτης που αρκεί μόνο η χαρακτηριστική φράση «γιατί να μην ήταν δικός μας» που κυκλοφορεί στους κύκλους των πολιτικών του αντιπάλων, κορυφής και βάσης, οδήγησε το εθνικιστικό M.S.I. (το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα) διά μέσω «πυράς και σιδήρου» από νίκη σε νίκη. Τα καθιέρωσε σαν την τέταρτη μεγάλη πολιτική δύναμη στην Ιταλία με τα τρία εκατομμύρια ψήφους και τους εβδομήντα περίπου γερουσιαστές και βουλευτές για ν’ αποτελεί για τέσσερις δεκαετίες την μοναδική αξιόλογη κοινοβουλευτική Εθνικιστική δύναμη στην Ευρώπη μέχρι της πρόσφατης εμφανίσεως του F.Ν. του Λεπέν στη Γαλλία. Για να αποτελεί επίσης με τους 5 Ευρωβουλευτές του και την μοναδική εθνικιστική ευρωπαϊκή εκπροσώπηση από της συστάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. «Χωρίς το M.S.I. του Αλμιράντε η Ιταλική Δημοκρατία θα ήταν κουτσή» είχε πει ο σοσιαλιστής πρόεδρός της Περτίνι. Για να προσθέσουμε ότι δεν θα υπήρχε η εθνικιστική ακροδεξιά στην Ευρώπη, αν επί δεκαετίες δεν την είχε οραματισθεί και πραγματοποιήσει βήμα-βήμα ο Giorgio Almirante. Είναι με λίγα λόγια η προσωπικότητα σταθμός του πολιτικού, του ηγέτη και του στοχαστή για την ιταλική και Ευρωπαϊκή Εθνικιστική Δεξιά πού από τους διωγμούς, την περιφρόνηση και την πολιτική απομόνωση την οδήγησε στην στρατηγική της ΑΝΟΙΧΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ για να την καθιερώσει ομολογημένα και παραδεκτά πλέον σαν την μοναδική ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΛΥΣΗ στα αδιέξοδα του κορεσμένου παλαιοπολιτικού κατεστημένου του φιλελευθερο-καπιταλισμού και σοσιαλμαρξισμού. Αν σήμερα υπάρχει αυτό το μοναδικό και εκπληκτικά εθνικιστικό φαινόμενο του M.S.I. στην Ιταλία και της εθνικιστικής Ευρωπαϊκής Δεξιάς στην Ευρώπη οφείλεται αναμφίβολα στην πολιτική σκέψη και δράση, στο στοχασμό, τους οραματισμούς και τη στρατηγική αυτού του χαρισματικού ηγέτη. Για μένα πού είχα την σπάνια τύχη να μαθητεύσω πολιτικά και ιδεολογικά δίπλα του από τα 1965 σαν φίλος και συμμαχητής στους ευρωπαϊστικούς εθνικιστικούς αγώνες, που έζησα και συμμερίστηκα από κοντά δίπλα τις τρεις μεγάλες φάσεις της μεταπολεμικής πολιτικής του επικράτησης: του Κινήματος Διαμαρτυρίας, που μετεξελίχθηκε σε Κίνημα Θέσεων και Προτάσεων για να πορεύεται σήμερα στην Τρίτη φάση της πραγματοποιήσεις της ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ με τον υπόλοιπο πολιτικό κόσμο, αποτελεί ακόμη μία θαυμαστή ευκαιρία η συζήτηση-συνέντευξη που γίνεται στο γραφείο του στη Ρώμη, με την επίσης ουσιαστική συμμετοχή του φίλου και συμμαχητή από τα φοιτητικά, νεολαιίστικα χρόνια Massimo Magliaro, διευθυντού σήμερα του Γραφείου Τύπου του M.S.I.. Η αποκλειστική, βέβαια, συνέντευξη πού ακολουθεί και πού γίνεται για τους Έλληνες ομοϊδεάτες κι αναγνώστες, αφορά στην τρίτη φάση της Αλμιραντικής στρατηγικής στην πορεία όχι μόνο του M.S.I. αλλά και γενικότερα του Ευρω-Εθνικισμού. Την φάση ακριβώς της ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗΣ-ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ με τα άλλα πολιτικά κόμματα και κινήματα πού δέχτηκαν την πρόσκληση γι’ αυτό σε μία σειρά επιβλητικών και ουσιαστικών συνδιασκέψεων. Κι αυτό αναμφίβολα απετέλεσε μια τεράστια πολιτική αλλά και ΗΘΙΚΗ ΔΙΚΑΙΩΣΗ του Ευρωπαϊκού Εθνικισμού.
    • «ΝΕΑ ΤΑΣΗ»: Αγαπητέ μου onorevole Almirante θα έλεγα πως παρά το εποχιακό... μοτίβο περί επιστροφής στον «φασισμό», από την ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ με τ’ άλλα κόμματα προέκυψε ξεκάθαρα, πως το μοναδικό πολιτικό κίνημα πού χρησιμοποιεί μία σύγχρονη γλώσσα και συνεπώς προσφέρει ουσιαστικές θέσεις για την έξοδο από την πολιτικο-κοινωνική και οικονομική κρίση, όπως φάνηκε είναι το M.S.I.. Θα θέλατε λοιπόν να επισημάνετε συνθετικά για τους Έλληνες αναγνώστες, τα σημεία εκείνα που σας διαφοροποιούν από τα κόμματα του αναχρονιστικού πολιτικού κατεστημένου, δηλαδή από τον γηρασμένο πολιτικό κόσμο; Με άλλα λόγια εκείνο που προέκυψε από την σύγκρουση μεταξύ παλαιού και νέου: Μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος;
    - ALMIRANTE: Μου είναι πολύ ευπρόσδεκτη η ερώτηση πάνω στην ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ, γιατί η πολιτική κατεύθυνση του M.S.I., που μέχρι πριν λίγα χρόνια εκφραζόταν και εξαντλείτο σε μια αδιάλλακτη αντιπολίτευση, έκανε τελευταία δύο αποφασιστικά βήματα μπροστά: Πρώτο, το ότι περάσαμε από την αντίθεση διαμαρτυρίας στην αντίθεση θέσεων και προτάσεων, και δεύτερο από τις και με τις θέσεις-προτάσεις, στην συγκριτική αντιπαράθεση. Αποτελεί το νέο δεδομένο και τολμώ να πω ότι είναι αυτή η νικητήρια κατεύθυνση. Γιατί εφόσον περάσαμε από την διαμαρτυρία στις θέσεις-προτάσεις, ξεπεράσαμε τα τείχη όπου προηγουμένως μας είχαν απομονώσει. Ενώ στη συνέχεια, προχωρώντας με τις θέσεις-προτάσεις μας στη συγκριτική αντιπαράθεση, αναγκάσαμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους της κορυφής, προβληματίζοντας συγχρόνως την κοινή γνώμη, να αντιληφθούν ότι το M.S.I. είναι σε θέση να συμβιβάσει την πίστη στις ρίζες μας και τη συνέπεια της ηθικής μας συμπεριφοράς, με την ικανότητα να κοιτάζουμε την πραγματικότητα κι επομένως ν’ αντιπαρατεθούμε με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις σε όλα τα επίκαιρα προβλήματα. Στο βαθμό που οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις, πού μέχρι πριν λίγα χρόνια, προσπαθούσαν να παρουσιάσουν το M.S.I. σαν κόμμα εγκλωβισμένο στις αναμνήσεις και τις νοσταλγίες, τώρα είναι υποχρεωμένες ν’ αντιμετωπίσουν την συγκριτική αντιπαράθεση με το δικό μας κίνημα. Το διαπιστώσατε στις επανειλημμένες ευκαιρίες συναντήσεων, που εμείς καθορίσαμε, με όλα τα κόμματα που αποκαλούνται αντιφασιστικά και που στην πραγματικότητα πίσω από την αντιφασιστική προκατάληψη δεν καταφέρνουν να κρύψουν την έλλειψη αρχών και προγραμμάτων, το ηθικό κενό, τη μειωμένη εθνική ευαισθησία και τους παρωχημένους κοινωνικο-οικονομικούς σχεδιασμούς. Με άλλα λόγια, την ανικανότητα ν’ ανανεώσουν τους εαυτούς τους και να διαπιστώσουν την χρεωκοπία τόσο του μαρξιστικού μοντέλου, όσο κι εκείνου του φιλελεύθερο-καπιταλιστικού.
    • «ΝΕΑ ΤΑΣΗ»: Παρ’ όλα τούτα κι επειδή το μοτίβο περί «φασισμού» συντηρείται επίμονα και μονότονα από τον... «φασισμό» του αντιφασισμού, μπορούμε να καθορίσουμε, πάλι συνθετικά, πώς εσείς εννοείτε τον πλουραλισμό (πολιτική πολυφωνία), τον συντεχνιασμό (κορπορατιβισμό), την λαϊκή εργατική συμμετοχή και την κοινωνικοποίηση; Με λόγια απλά, πώς θα λειτουργήσει πολιτικά ή πρόταση περί Νέας Ρεπούμπλικας (Νέας Πολιτείας) στα πλαίσια της Δεξιάς όπως εσείς την αντιλαμβανόσαστε;
    - ALMIRANTE: Πριν απ’ όλα, ας μου επιτραπεί να διεκδικήσω στην στρατηγική του M.S.I., επί της διαχειρίσεώς μου ως Γενικός Γραμματέας, την φόρμουλα της «Νέας Πολιτείας». Γεννηθήκαμε σαν M.S.I. πριν 40 χρόνια, σαν οι ηττημένοι, σαν οι αποκλεισμένοι και σήμερα είναι πολύ ωραίο να μας αναγνωρίζουν σαν τους σκαπανείς, σαν τούς φορείς ενός νέου πολιτικού λόγου, σαν τους υγιείς στο σώμα και στο πνεύμα, σαν τους εθνικιστές της μεγάλης ευρωπαϊκής πατρίδας. Να η πνευματική αρχή. Να η ιστορική μήτρα της «Νέας Πολιτείας» του μέλλοντος που δεν αφορά μόνο την Ιταλία. Η πραγματική ήττα των πολιτικών μας αντιπάλων της κορυφής, συνίσταται στο γεγονός ότι το επίθετο «φασίστας» με το όποιο προσπαθούν να μας απομονώσουν και να μας καταδικάσουν, δεν έχει πλέον στην Ιταλία, στο επίπεδο της κοινής γνώμης μια αρνητική έννοια, για τον απλό λόγο πως αν ο φασισμός έχασε τον πόλεμο, ο αντιφασισμός έχασε την ειρήνη, επιβάλλοντας ένα καθεστώς του οποίου πλέον η κρίση είναι φανερή, στο ηθικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, εσωτερικό και διεθνές. Ανατρέπεται, επομένως μπροστά στον δικό μας σχεδιασμό της «Νέας Πολιτείας», η κατηγορία για πληγωμένη δημοκρατία κι επομένως για μειωμένη ελευθερία. Η Δημοκρατία-Νέα Πολιτεία που εμείς προτείνουμε θα είναι σίγουρα μία Πολιτεία ελεύθερη, μία Πολιτεία όπου ο λαός θα επανακτήσει εκείνη την κυριαρχία που του στέρησαν τα πολιτικά κόμματα. Θα είναι μία Πολιτεία όπου ο Πρόεδρος Δημοκρατίας θα εκλέγεται απ’ ευθείας από το λαό, ενώ στο εθνικό κοινοβούλιο θα αντιπροσωπεύονται όχι μόνο οι πολιτικές δυνάμεις, καθ’ ότι σύστημα πολυφωνικό-πλουραλιστικό, κατόπιν λαϊκών εκλογών, αλλά θα αντιπροσωπεύονται όλες οι κοινωνικές κι επαγγελματικές κατηγορίες του κόσμου της εργασίας, της παραγωγής, της τεχνικής, της κουλτούρας και της τέχνης. Έτσι που, στο εθνικό κοινοβούλιο, η πολιτική θα αρραβωνιαστεί με την αρμοδιότητα και οι νόμοι θα συζητούνται και θα επικυρώνονται από τους φυσικούς και νόμιμους φορείς (πού κι αυτοί θα εκλέγονται ελεύθερα) των πραγματικών συμφερόντων της χώρας. Θα πραγματοποιηθεί έτσι ολοκληρωμένα το Συντεχνιακό Σύστημα, που θα αποτελέσει τον «τρίτο δρόμο», έξω και πέρα από την χρεωκοπία των δύο δρόμων που για ένα αιώνα προσπάθησαν ανεπιτυχώς να δώσουν λύσεις: ο σοσιαλμαρξιστικός και ο φιλελεύθερο-καπιταλιστικός δρόμος. Στην κοινωνία, όπως και στο κράτος, θα καταργηθούν οι τάξεις και θα εξαφανισθούν τα προνόμια της εκάστοτε κλίκας, για να δώσουν θέση στην συμμετοχή των εργαζομένων, στην διανομή των κερδών και στον έλεγχο της διαχειρίσεως των επιχειρήσεων. Ενώ το κράτος θα υλοποιεί τον οικονομικό και κοινωνικό προγραμματισμό σε εθνικό επίπεδο στα πλαίσια μιας πολιτικής πλήρους απασχολήσεις, παραγωγικής αυξήσεως και φορολογικής δικαιοσύνης. Αυτή είναι η Δεξιά «όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε».
    • «ΝΕΑ ΤΑΣΗ»: Και φυσικά μόνο έτσι εμείς είναι δυνατόν να την εννοήσουμε την Δεξιά, σε αντίθεση με την αναχρονιστική, αντιδραστική, αστική, συντηρητική και οικονομική Δεξιά. Αλλά μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια ποιά είναι η δική σας προοπτική για την ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ: Με δύο λόγια και Η ΕΥΓΩΠΗ ΑΥΡΙΟ;
    - ALMIRANTE: Αγαπητέ μου φίλε, την ΕΥΡΩΠΗ του ΑΥΡΙΟ εγώ την ένοιωσα ν’ ανασαίνει, όταν πρόσφατα ήμουν προσκεκλημένος από τον φίλο ΛΕΠΕΝ για να συμμετάσχω στην έναρξη τού Γαλλικού προεκλογικού αγώνα, απέναντι σ’ ένα επιβλητικό γαλλικό κοινό. Ένα ακροατήριο που το αποτελούσαν ευρύτατα οι νέοι και που με χειροκροτούσε. Κι εγώ σκεφτόμουν: Οι Γάλλοι που με χειροκροτούν είναι οι ηλικιωμένοι που έκαναν το καθήκον τους στον πόλεμο. Είναι οι νέοι που αγαπούν την πατρίδα τους και διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Χωρίς το κόμμα μου το M.S.I., εγώ, Ιταλός που έκανε τον πόλεμό και που έχασε τον πόλεμο στην Ευρώπη, από τούς Γάλλους της Δεξιάς, από τους Έλληνες της Δεξιάς. Αν δεν ήμουν ο Γ. Γραμματέας του M.S.I., σκεφτόμουν, ενώ με χειροκροτούσαν με ειλικρινή ενθουσιασμό, αν δεν υπήρχε η λαμπρή ιταλική νεολαία της Δεξιάς, αν δεν υπήρχαν οι πιστοί ηλικιωμένοι της Ιταλικής Δεξιάς, Αν το M.S.I. επί 40 χρόνια δεν κρατούσε ψηλά την Ιταλική σημαία σ’ όλα τα ευρωπαϊκά προπύργια, αν με λίγα λόγια, δεν υπήρχαν στην Ιταλία, όπως στη Γαλλία, όπως στην Ελλάδα (και πιστεύω ότι μπορώ να προσθέσω στην Ισπανία, στη Γερμανία, στην Αγγλία... σύντομα) εθνικιστικές και συγχρόνως λαϊκές δυνάμεις, οι δυνάμεις της εναλλαγής, οι δυνάμεις του «τρίτου δρόμου», η φόρμουλα «ΕΥΡΩΠΗ ΑΥΡΙΟ» δεν θα είχε έννοια, δεν θα είχε αναπνοή, δεν θα είχε αξιοπιστία. Αντιθέτως η «ΕΥΡΩΠΗ ΑΥΡΙΟ» είναι η φόρμουλα της Νίκης που ανατέλλει στον ορίζοντα, η Γκωλική ΕΥΡΩΠΗ των πατρίδων. Η ΕΥΡΩΠΗ ΕΘΝΟΣ όπως την τραγουδούσαμε στα οράματα της Κοινωνικής Δημοκρατίας.»] Ολόκληρο το κείμενο από τη συνέντευξη που πήρε ο Σπύρος Λ. Σταθόπουλος, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΝΕΑ ΤΑΣΗ», περίοδος Β’, τεύχος 2ο, Ιούνιος-Ιούλιος 1987, σελίδες 19η-22η.
  13. [Giorgio Almirante (MSI)-In Caso Di Golpe Ο Αλμιράντε για την 21η Απριλίου 1967.]
  14. Θεόδωρος Καραμπέτσος: “ο Μίκης Μάντακας είναι το σύμβολο της Γενιάς μας”, περιοδικό «Patria», Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2009.
  15. 23 συλλήψεις Νεοφασιστών στη Ρώμη. Μετά τα επεισόδια στην κηδεία του Μάντακα Εφημερίδα «Μακεδονία», 6 Μαρτίου 1975, σελίδα 10
  16. [«Ρωμαίοι! Αυτή δεν είναι μία συγκέντρωση, είναι μια ιεροτελεστία!
    Η Ελληνική Πατρίδα θα φυλάξει τα θνητά λείψανα του Μιχάλη Μάντακα, νεομάρτυρα μιας ιδέας, μιας τάξης αγωνιστών και πιστών που έχει υπερβεί τα σύνορα του τόπου μας για να συνενώσει σ’ ένα σύνδεσμο πολιτισμού, τάξεως κι ελευθερίας, το καλύτερο τμήμα των νέων γενεών του δυτικού κόσμου. Εμείς, Μιχάλη Μάντακα, θα φυλάξουμε το πνεύμα σου, θα το διατηρήσουμε δίπλα στα υψηλόφρονα, δυνατά κι ευγενή πνεύματα του Βιργιλίου και του Στέφανου Ματτέϊ, στο όνομα των οποίων και για τους οποίους έπεσες. Θα διατηρήσουμε το πνεύμα σου δίπλα στα ανώτερα και ισχυρά πνεύματα των υπολοίπων, μικρών και μεγάλων, που δολοφόνησε τα τελευταία χρόνια η κόκκινη βαρβαρότητα. Θα διατηρήσουμε το πνεύμα σου στο αξιοσέβαστο σύνθημα που μας δίδαξε μια γειτονιά της Ρώμης, όταν δίπλα από το μέρος όπου έπεσες έγραψε: «Είχε μόνον ένα ελάττωμα, το να είναι ένας νεολαίος της δεξιάς!».
    Το έγκλημα που διαπράχθηκε εναντίον σου, Μιχάλη Μάντακα, είναι αναμφίβολα, μαζί με τη φωτιά του Primavalle, το πιο λυσσαλέο έγκλημα που διαπράχθηκε από τους κόκκινους σε αυτήν την μεταπολεμική περίοδο. Δολοφονήθηκες, επειδή ένας δολοφόνος απελευθερώθηκε από την φυλακή! Δολοφονήθηκες, επειδή η δικαιοσύνη εμποδίστηκε να ακολουθήσει την πορεία της ενάντια σ’ έναν δολοφόνο. Δολοφονήθηκες, επειδή δεν μπόρεσε να πραγματοποιηθεί η δίκη για τον εμπρησμό του Primavalle. Έτσι λοιπόν, αυτό είναι ένα έγκλημα εναντίον της Δικαιοσύνης, είναι ένα έγκλημα κατά του Κράτους. Και σ’ αυτό το σημείο το δίλημμα που ήδη έχουμε αναφέρει καθίσταται ακόμα πιο επιτακτικό. Δεν είμαστε πλέον γαλήνιοι, οπότε λέμε: Ή μας υπερασπίζεται το κράτος ή υπερασπιζόμαστε μόνοι μας τον εαυτό μας! Τίποτα περισσότερο δεν θα πούμε γι’ αυτό, γιατί έχουμε το δικαίωμα και το καθήκον να μιλήσουμε, όχι μόνο στο όνομά μας, όχι μόνο στο όνομα της Εθνικής Δεξιάς, αλλά για λογαριασμό όλων των εντίμων πολιτών, εξ ονόματος όλων των Ιταλών οι οποίοι δεν θέλουν να υποκύψει η Ιταλία στους εγκληματίες, όποιοι κι είναι, ποινικοί ή πολιτικοί.
    Συνεπώς λέμε: «Είτε το κράτος θα αμυνθεί ή οι πολίτες έχουν το δικαίωμα και το καθήκον να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους». Κι έχουμε το ιερό δικαίωμα και το ανώτερο καθήκον να παρέμβουμε και να εκπροσωπήσουμε, με όρους πολιτικούς και ηθικούς, με όρους ακλόνητης άμυνας της ελευθερίας, όλους τους πολίτες που δεν νοιώθουν πλέον να τους εκφράζει αυτό το κράτος, σκοπεύοντας επίσης να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους.
    Μιχάλη Μάντακα, αυτό σημαίνει για μας, πως δεν σε ξεχνάμε, αυτό σημαίνει για μας να μην λησμονήσουμε την θυσία σου! Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση ούτε καν θα προφέρω την λέξη «εκδίκηση». Και βέβαια δεν προφέρω λέξεις παραιτήσεως ή ενόχου λησμονιάς, αλλά αποφασιστικότητος και θάρρους. Αυτή είναι μια προσευχή που υψώνεται σαν όρκος μπροστά σ’ ένα ναό, ένα ναό αφιερωμένο σε μιαν Αγία, η οποία ήξερε πως η Αγάπη είναι Αγώνας! Αυτό είναι το πνεύμα μας, η δέσμευσή μας, η συμφωνία μας, αυτό, Ρωμαίοι, είναι ο όρκος μας! Και τώρα, στο όνομα του Μιχάλη Μάντακα, ενός λεπτού σιγή: Ρωμαίοι, Προσοχή!»] Το κείμενο της ομιλίας του γραμματέα του «Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος» Giorgio Almirante, στην πλατεία της εκκλησίας των Δομινικανών «Παρθένος υπέρ την Minerva», όπου βρίσκεται το σκήνωμα της Αγίας Αικατερίνης–Ευφροσύνης της Σιένα, εμπρός σε χιλιάδες Ιταλούς και Έλληνες εθνικιστές.
  17. [Το 1977 στην Ιταλία γεννήθηκε το ρεύμα της Νέας Δεξιάς με την διοργάνωση μιας -της πρώτης στη σειρά- συγκεντρώσεως που έμεινε γνωστή ως «κατασκήνωση Χόμπιτ». H πρωτοβουλία ανήκε στην ακτιβιστική -εθνικολαϊκή- πτέρυγα του Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος. Το καλοκαίρι εκείνου του έτους χίλιοι διακόσιοι -νεαροί στην συντριπτική τους πλειοψηφία εθνικιστές- συγκεντρώθηκαν σε μια ειδυλλιακή τοποθεσία στην Ιταλία, όπου κατασκήνωσαν για δύο ημέρες. Στη διάρκεια της κατακηνώσεως δεν υπήρχε χρόνος και χώρος για πολιτικές αναλύσεις, αλλά για να «παίξουν, ν' ακούσουν μουσική, να απολαύσουν την επικοινωνία με τη φύση και τους συντρόφους, για να εκφράσουν μια δίψα ανανεώσεως, τόσο ιδεολογικής όσο και υπαρξιακής» Τα χόμπιτ της εποποιίας του Τζ. P. P. Τόλκιν έχουν τη μορφή ενός πλάσματος μικροσκοπικού και ντροπαλού, «γλυκού σαν μέλι» αλλά «ανθεκτικού σαν τις ρίζες ενός αιωνόβιου δέντρου», του οποίου η δύναμη, σχεδόν μαγική, οφείλεται σε μια «επαγγελματική δεξιοτεχνία την οποία η κληρονομικότητα, η πρακτική και μια πολύ στενή φιλία με τη γη κατέστησαν ασυναγώνιστη». H (σχεδόν μεταφυσικού περιεχομένου) σύγκρουση με τον κομφορμισμό αποδείχθηκε μερικά χρόνια αργότερα η βάση πάνω στην οποία ο Φίνι θα στήριζε τη μετάλλαξη του MSI από ένα νεοφασιστικό σε συντηρητικό κεντροδεξιό κόμμα. Ο Φίνι, αφού απομάκρυνε από το κόμμα τους εθνικολαϊκούς, σηματοδότησε την πολιτική του στροφή προς την συντηρητική Κεντροδεξιά, με απόψεις και συνεργασίες. Στη δεκαετία που ακολούθησε το M.S.I. μετονομάστηκε σε Εθνική Συμμαχία και συγκέντρωσε ποσοστό 14%. Επισκέφθηκε το Ισραήλ και προσκύνησε στα μνημεία του Ολοκαυτώματος, διατήρησε τις αρχές του κρατικισμού του Μπενίτο Μουσολίνι και χαμήλωσε τους αντιαμερικανικούς τόνους. Αναζωογόνησε τις σχέσεις του -προσωπικές και κομματικές- με την Καθολική Εκκλησία, πρόταξε τις αξίες της οικογένειας, της ευτυχίας και του κοινωνικού κράτους. Στο θέμα των αμβλώσεων υιοθέτησε αντίθετη θέση με την Καθολική εκκλησία, όμως πρότεινε βοήθημα 300 ευρώ το μήνα για ένα έτος στις μητέρες που δεν θα διακόψουν την εγκυμοσύνη.]
  18. [«Almirante: Ένας μεγάλος Ευρωπαίος», «Νοσταλγός του Μέλλοντος», «In memoriam», Σπύρος Σταθόπουλος, Περιοδικό «Νέα Τάση», Περίοδος Β', τεύχος 7ο, Ιούνιος-Ιούλιος 1988, σελίδες 19η-26η.]