Ευσέβιος Ματθόπουλος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος, κατά κόσμον Βασίλειος Ματθόπουλος, Έλληνας Ιερομόναχος, μέλος της μοναστικής κοινότητος της Ιεράς Μονής του Μεγάλου Σπηλαίου Καλαβρύτων, ιδρυτής της Αδελφότητος Ορθοδόξων Θεολόγων «Η Ζωή» [1] που χαρακτηρίσθηκε ως «γενικός του έθνους ιεροκήρυξ», γεννήθηκε τον Ιανουάριο του 1849 στο χωριό Τρεσταινά [σημερινή ονομασία: Μελισσόπετρα] της επαρχίας Γορτυνίας στο νομό Αρκαδίας στην Πελοπόννησο και πέθανε στις 29 Ιουνίου 1929 στην Αθήνα. Η εξόδιος ακολουθία του τελέστηκε την επόμενη ημέρα και τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρυσόστομος Α' (ο Παπαδόπουλος).

Αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος [2]

Βιογραφία

Ο Ευσέβιος Ματθόπουλος κατάγονταν, από την πλευρά της μητέρας του, από ιερατική οικογένεια στα ημιορεινά του νομού Αρκαδίας. Ο προπάππος του Νικόλαος Μητρόπουλος ήταν από τους πολεμιστές του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και ιδιαίτερα του Πανουργιά και του Δημητρίου Πλαπούτα. Ο παππούς του Δημήτριος [Μήτρος] Μητρόπουλος ήταν ο ιερέας του χωριού Τρεσταινά [σημερινή ονομασία: Μελισσόπετρα], ένα μικρό χωριό κοντά στη Ζάτουνα, της επαρχίας Γορτυνίας. Ο αδερφός του παπα-Μήτρου Πέτρος, είναι ο κατόπιν Αρχιεπίσκοπος Πατρών και Ηλείας Ιερόθεος, ο οποίος γεννήθηκε στα Τρεσταινά το 1839 ή 1840. Μια από τις αδελφές του παπα-Μήτρου, η Μαρία, παντρεύτηκε τον Δημήτριο Ματθόπουλο και απέκτησε ένα γιο, τον Βασίλειο Ματθόπουλο, τον μετέπειτα Αρχιμανδρίτη Ευσέβιο Ματθόπουλο, ανιψιό του Μητροπολίτη Πατρών & Ηλείας Ιεροθέου Μητροπούλου. Συγγενής του ήταν και ο κορυφαίος Έλληνας διευθυντής ορχήστρας, πιανίστας και συνθέτης Δημήτρης Μητρόπουλος.

Σπουδές / Πρώτα χρόνια

Ο Βασίλειος Ματθόπουλος το 1863 εγκαταστάθηκε στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα, όπου μόναζε ο θείος του Ιερόθεος Μητρόπουλος κι έλαβε θρησκευτική μόρφωση από τον ιερομόναχο Ιγνάτιο Λαμπρόπουλο. Το 1868 γνωρίστηκε με τον Απόστολο Μακράκη, όταν επισκέφθηκε τη μονή. Το 1869 ο Ματθόπουλος χειροτονήθηκε διάκονος και έλαβε το εκκλησιαστικό όνομα Ευσέβιος, ενώ το 1872 μετέβη στην Αθήνα, όπου μαθήτευσε στο Α' Γυμνάσιο Πειραιά [μετέπειτα Ιωννίδειος Πειραματική Σχολή]. Συνέχισε και ολοκλήρωσε τη φοίτηση του στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο και το 1876, γράφηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, δίχως να ολοκληρώσει τις ανώτατες σπουδές του.

Τον ίδιο χρόνο και μετά τη χειροτονία του σε ιερέα ο Ματθόπουλος ορίστηκε εξομολόγος στη «Σχολή του Λόγου» του Μακράκη, κι εκεί συνέλαβε την ανάγκη συγκροτήσεως χριστιανικών ομάδων που θα ήταν αφοσιωμένες στη θρησκευτική διδασκαλία και δράση. Οι διώξεις σε βάρος τoυ Μακράκη από την επίσημη Εκκλησία επηρέασαν τον Ματθόπουλο, ο οποίος με δήλωση που συνυπέγραψε από κοινού με άλλους συνεργάτες και συμπαραστάτες του Μακράκη, η οποία δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες την 14η Ιουνίου 1884, ήλθε σε οριστική ρήξη με τον Μακράκη.

Σιμωνιακά

Το 1876, επί του Μητροπολίτη Αθηνών και Αρχιεπισκόπου Πάσης Ελλάδος Προκόπιου Α' [Γεωργιάδη] ο Ματθόπουλος πρωτοστάτησε, μαζί με άλλους κληρικούς αλλά και λαϊκούς όπως ο Απόστολος Μακράκης, στην αποκάλυψη του σκανδάλου των «Σιμωνιακών», που αφορούσε χρηματισμό, με ποσό 10.000 δραχμών, Υπουργών της κυβερνήσεως του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, από τους υποψήφιους Μητροπολίτες Πατρών, Μεσσηνίας και Κεφαλληνίας, οι οποίοι τελικά εκλέχθηκαν. Οι εμπλεκόμενοι Υπουργοί, οι Ιωάννης Βαλασόπουλος και Βασίλειος Νικολόπουλος, καταδικάστηκαν, όμως οι κληρικοί τιμωρήθηκαν από την Ιερά Σύνοδο με εξορία και το 1879 επιβλήθηκε στο Ματθόπουλο ποινή εξορίας οκτώ χρόνων. Η ποινή του μειώθηκε καθώς υπήρξαν έντονες διαμαρτυρίες των πιστών και τοποθετήθηκε από την Ιερά Σύνοδο στην Μονή Αγάθωνος στο νομό Φθιώτιδος και στη συνέχεια στη Μονή Παλαιοκαστρίτσας στην Κέρκυρα, ενώ το 1882 του επετράπη να επιστρέψει στην Αθήνα.

Κηρυκτική δραστηριότητα

Από τις 12 Ιουλίου 1895 και επί σχεδόν δώδεκα έτη ο Ματθόπουλος δρούσε ως περιοδεύων ιεροκήρυκας εντός και εκτός των ορίων της επικράτειας του ελληνικού κράτους, καθώς η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος του είχε παραχωρήσει άδεια να κηρύττει σε ολόκληρη την Ελληνική επικράτεια, ενώ τον είχε εφοδιάσει και με συστατική επιστολή της προς τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Πεδία δράσεως του αποτέλεσαν η Αθήνα, η Πάτρα και μεγάλο τμήμα της Πελοποννήσου, η Αιτωλοακαρνανία και τμήματα της Στερεάς, τα νησιά του Αργοσαρωνικού και του Ιονίου, η Θεσσαλία, η Κρήτη, όλη η τότε Ελλάδα πλην της Βορείου, που δεν είχε απελευθερωθεί ακόμη από τον τουρκικό ζυγό, η Σμύρνη στη Μικρά Ασία αλλά και η Κωνσταντινούπολη. Το χρονικό διάστημα από το 1893 έως το 1903 Ο Ματθόπουλος δραστηριοποιήθηκε στην Πάτρα και τον ευρύτερο νομό Αχαΐας, όπου ήταν η έδρα της Μητροπόλεως στην οποία ήταν Μητροπολίτης ο θείος του Ιερόθεος Μητρόπουλος, όμως το 1903, μετά το θάνατο του θείου του Μητροπολίτη Ιερόθεου [3], ο Ματθόπουλος επέστρεψε στην Αθήνα.

Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή»

Το 1907 μαζί με τους λαϊκούς θεολόγους Δημήτριο Παναγιωτόπουλο, Παναγιώτη Τρεμπέλα και τον κληρικό Διονύσιο Φαραζουλή, ιερέα και πρώτο ιεροκήρυκα στο μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, ίδρυσαν την Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή» που από την ίδρυση της είναι προσηλωμένη στο όραμα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού. Η Αδελφότητα, που ιδρύθηκε ως αστικό σωματείο- έξω από κάθε εκκλησιαστική δικαιοδοσία-, αποτελούσε μια πρωτοποριακή οργάνωση με στόχο τη δημιουργία μορφωμένων και εντίμων στελεχών και από το 1911, εκπέμπει σε ολόκληρη την Ελλάδα και γραπτό χριστιανικό μήνυμα από το ομώνυμο φύλλο. Στόχος της υπήρξε η μετάδοση του μηνύματος του Ευαγγελίου με τη μελέτη της Αγίας Γραφής και την εφαρμογή των διδαγμάτων της στην καθημερινή ζωή της μεταπολεμικής περιόδου. Η αδελφότητα είχε κοινοβιακό χαρακτήρα - επρόκειτο για ημί-μοναστική αδελφότητα. Τα μέλη της υποχρεούνταν να δώσουν τις τρεις υποσχέσεις του παραδοσιακού ορθόδοξου μοναχισμού, της αγαμίας, της ακτημοσύνης και της υπακοής. Τη σύνθεση της αποτελούσαν «πτυχιούχοι της Ορθοδόξου θεολογίας» και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μη θεολόγοι «δυνάμενοι να συμβάλουν εις το έργον του Σωματείου».

Τη διοίκηση ασκούσε συμβούλιο το οποίο αποτελούσαν τέσσερα έως επτά μέλη, που εκλέγονταν για πέντε χρόνια από τη «Συνέλευση των Αδελφών». Το συμβούλιο εξέλεγε τα μέλη της αδελφότητας, δόκιμα ή τακτικά, «κατ’ απόλυτον αυτού πλειονοψηφίαν» και «επί τη προτάσει ενός τουλάχιστον των Συμβούλων», για τα δόκιμα μέλη, ή «δύο τουλάχιστον συμβούλων» για τα τακτικά. Στην κορυφή της αδελφότητος βρισκόταν ένας Προϊστάμενος, του οποίου το αξίωμα ήταν ισόβιο, κατά το πρότυπο των μοναστηριακών κοινοτήτων, ενώ η εκλογή του γίνονταν από τον προκάτοχο του. Τα μέλη της συμβίωναν σε πολυώροφο κτήριο του κέντρου της Αθήνας, όπου σύμφωνα με τον C. Maczewski: «...Στο υπόγειο υπάρχουν τηλεφωνικό κέντρο, γραφεία, χώροι εκδόσεων και οικιακής χρήσεως, στους επάνω ορόφους υπάρχουν τα δωμάτια κατοικίας και εργασίας των εκσυγχρονισμένων μοναχών, και τελείως πάνω η Εκκλησία του κτηρίου και η βιβλιοθήκη...».

Η Αδελφότητα δημιούργησε και λειτούργησε τις «Χριστιανικές Μαθητικές Ομάδες», «Χριστιανική Φοιτητική Ένωση», «Χριστιανικές Ενώσεις», Επιστημόνων, Γονέων, Κοινωνικής Συμπαραστάσεως, Εκπαιδευτικών Λειτουργών, Εργαζομένης Νεολαίας, τη γυναικεία Αδελφότητα εσωτερικής ιεραποστολής «Ευσέβεια» και την Ένωση ασκητριών αδελφών νοσοκόμων «Ευνίκη». Για τον σκοπό αυτό εκτός από τη στελέχωση των κατηχητικών σχολείων εκείνης της εποχής και τη λειτουργία κύκλων μελέτης της Αγίας Γραφής, κυκλοφόρησε περιοδικά, τα οποία εξέδιδαν οι σύλλογοι της, πολλά εκ των οποίων εξακολουθούν να εκδίδονται. Το φυλλάδιο αρχικά και αργότερα περιοδικό «Ζωή», άρχισε να εκδίδεται το 1911, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής από τους «Φιλικούς κύκλους». Η γυναικεία Αδελφότητα «Ευσέβεια» εξέδιδε το περιοδικό για τα παιδιά «Η Ζωή του παιδιού» και αργότερα τον «Κόσμο της Ελληνίδος» για τις γυναίκες. Ο σύλλογος «Χριστιανική Ένωση Επιστημόνων» το περιοδικό «Ακτίνες» και αργότερα το περιοδικό «Πληροφορίες». Οι «Χριστιανικές Μαθητικές Ομάδες» για τα ηγετικά τους στελέχη το περιοδικό «Μια καρδιά», η «Χριστιανική Φοιτητική Ένωση» το περιοδικό «Χριστιανικοί παλμοί», η «Χριστιανική Ένωση Εργαζόμενης Νεολαίας» το «Εργατικό Φως», η «Χριστιανική Ένωση Εκπαιδευτικών Λειτουργών» την «Ελληνοχριστιανική Αγωγή», το «Ελληνικόν Κέντρον Αγωγής» το περιοδικό για τη νεολαία με την ονομασία «Σκαπάνη» και η «Χριστιανική Κοινωνική Πρόνοια» το περιοδικό ειδήσεων «Λογία». Οργάνωσε διαλέξεις για να αντιμετωπίσει την «επιστημονική αθεΐα» με αποκορύφωμα την «Διακήρυξη Ελλήνων Επιστημόνων, Διανοητών και Καλλιτεχνών». Προώθησε την έκδοση χριστιανικών περιοδικών, παιδικών, βιβλίων πνευματικής καθοδηγήσεως και χριστιανικής λογοτεχνίας. Δημιούργησε και λειτούργησε Μαθητικά και Φοιτητικά Οικοτροφεία, Νεανικά Πνευματικά Κέντρα, καθώς και καλοκαιρινές κατασκηνώσεις στην Αγία Παρασκευή Αττικής και στον Παρνασσό.

Ο Ματθόπουλος δύο χρόνια πριν το θάνατο του όρισε προϊστάμενο της αδελφότητος «Η Ζωή» τον Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ Παπακώστα. Από το 1946 ως και το 1949, όταν η Ελλάδα αντιμετώπισε την εξέγερση των οργανωμένων ένοπλων συμμοριών των οπαδών του Κομμουνιστικού Κόμματος η Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή» με την άμεση συνεργασία του Βασιλιά Παύλου Α' και του από Τραπεζούντος Αρχιεπισκόπου πρώην Αθηνών Χρύσανθου [Φιλιππίδη], αντιπαρέταξε τις δυνάμεις της. Το 1946 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ακτίνες» η διακήρυξη των «Ελλήνων Επιστημόνων, Λογοτεχνών και Καλλιτεχνών», την οποία υπέγραψαν γνωστοί Έλληνες διανοούμενοι όπως ο Άγγελος Τερζάκης, ο Σπυρίδων Μαρινάτος και ο Νικόλαος Λούρος. Η διακήρυξη καθόριζε «...την κατεύθυνσιν την οποία πρέπει να ακολουθήσει ο ελληνικός λαός επί των μεγάλων βασικών προβλημάτων της ζωής διά να δυνηθή να υπερνικήση τας δυσχερείας των καιρών και να επιτύχη την πνευματικήν, αλλά και την υλικήν αναδημιουργίαν του έθνους».

Το 1960 η Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή» έχασε την ουσιαστική της ταυτότητα. Οι φιλοδοξίες, η δημιουργία μιας κλειστής λέσχης που τα μέλη της είναι σχεδόν πανομοιότυπα, αλλά και οι τάσεις που επικρατούσαν και χαρακτηρίζονταν προτεσταντικές οδήγησαν στην οριστική ρήξη. Εκείνο το έτος δημιουργήθηκε η Αδελφότητα Θεολόγων ο «Σωτήρ» όπου, με πρώτο τον θεολόγο Παναγιώτη Τρεμπέλα, εντάχθηκαν κληρικοί οι οποίοι αντιδρούσαν στη «φιλελευθεροποίηση» των ποιμαντικών μεθόδων. Ταυτόχρονα ο κληρικός ιεροκήρυκας Αυγουστίνος Καντιώτης ίδρυσε την Αδελφότητα «Σταυρός», με την οποία προχώρησε σε κινητοποιήσεις, συλλαλητήρια και πορείες διαμαρτυρίας κατά νόμων, απόψεων καλλιτεχνών και συγγραφέων, αλλά και εναντίον μελών της διοικήσεως της Εκκλησίας ενώ εναντιώθηκε ακόμη και στην εκλογή ως Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος του Ιάκωβου Α' [Βαβανάτσου].

Μνήμη Ευσέβιου Ματθόπουλου

Ο Αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος υπήρξε ο συνεχιστής του έργου των Κολλυβάδων Μοναχών που από το Άγιον Όρος απομονώθηκαν στη Σκιάθο, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από τους Οθωμανούς, μεταξύ των οποίων οι Ιερόθεος Γεωργίου, Νήφωνας Χίος και Διονύσιος Επιφανιάδης, που ήταν οι πλέον φημισμένοι. Μαζί με τους Απόστολο Μακράκη και το θείο του Μητροπολίτη Ιερόθεο Μητρόπουλο, αποτέλεσαν την ομάδα των μεγάλων ιεροκηρύκων της λεγόμενης ομάδας της «Αναπλάσεως». Απ’ το κήρυγμα και τη δράση του Αρχιμανδρίτη Ευσέβιου προήλθαν οι αδελφότητες «Η Ζωή», «Ο Σωτήρ», ο «Σταυρός» του Μητροπολίτη Αυγουστίνου [Καντιώτη], αλλά και οι «Ορθόδοξες Χριστιανικές Κινήσεις» του πατρός Αγγέλου Νησιώτη που με το γραπτό λόγο προσπαθούσαν να διαφωτίσουν το λαό και τον κλήρο, γιά το νόημα της λατρείας και να δώσουν μια λειτουργική αγωγή.

Το 2014 στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού του Αγίου Αθανασίου Μελισσόπετρας τοποθετήθηκε μαρμάρινη στήλη με ανάγλυφη προτομή του Ευσέβιου Ματθόπουλου και τα αποκαλυπτήρια της έγιναν στις 4 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου, από τον Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία.

Συγγραφικό έργο

Έγραψε και δημοσίευσε το έργο

Η πρώτη του δημοσίευση του πραγματοποιήθηκε το 1915 και μέχρι το 1959 είχαν κυκλοφορήσει 65.000 αντίτυπα. Έκτοτε πραγματοποίησε επανειλημμένες εκδόσεις και εξακολουθεί να κυκλοφορεί σε απολύτως εκλαϊκευμένη γλώσσα, καθώς το έτος 2000 κυκλοφόρησε η 20ή έκδοση του.

Διαβάστε τα λήμματα

Παραπομπές

  1. [Η παραεκκλησιαστική Αδελφότητα ορθόδοξων Θεολόγων «Η Ζωή» ιδρύθηκε το 1907 από τον αρχιμανδρίτη Ευσέβιο Ματθόπουλο ως συσπείρωση μιας ομάδας κληρικών και λαϊκών θεολόγων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940 έφτασε στην πλήρη ακμή της έχοντας αναδειχθεί, σε «....ευρύτατο θρησκευτικό κίνημα με απρόσμενες κοινωνικές διαστάσεις, άρτια δικτυωμένο σε επιμέρους σωματεία με αυστηρή μεθόδευση κεντρικού ελέγχου, εκπληκτικούς αριθμούς στρατευμένων μελών και ολοκληρωτικές δομές πειθάρχησης τους....». Το 1954, πέθανε ο προϊστάμενος της «Ζωής» Σεραφείμ Παπακώστας, γεγονός που προκάλεσε εσωτερικές «διαμάχες» στα ανώτερα κλιμάκια της οργανώσεως σχετικά με τη διαδοχή του. Από τη μία πλευρά βρέθηκαν οι «γέροντες», οι παλιοί συνεργάτες του ιδρυτή της «Ζωής» Ευσέβιου Ματθόπουλου, που είχαν παραγκωνιστεί τα προηγούμενα χρόνια, οι οποίοι υποστήριζαν την κατηχητική και κηρυκτική δραστηριότητα της, και από την άλλη όσοι επηρεάζονταν από τον Αλέξανδρο Τσιριντάνη, που επί ηγεσίας του Σεραφείμ Παπακώστας είχε αναδειχθεί σε σημαντικό στέλεχος της Αδελφότητος. Οι τελευταίοι τάσσονταν υπέρ μιας πολιτικής και θρησκευτικής μεταρρυθμίσεως, την οποία θα υλοποιούσε «Η Ζωή» με τις τεράστιες δυνατότητες και τους μηχανισμούς της, στην προοπτική δημιουργίας μιας ελληνικής Πολιτείας, οργανωμένης με τις πνευματικές προδιαγραφές του χριστιανικού πολιτισμού. Τότε ένας μεγάλος αριθμός στελεχών που συνιστούσαν την «παλαιά φρουρά» της οργανώσεως αποχώρησε από την αδελφότητα ιδρύοντας την οργάνωση «Σωτήρ», ενώ τα μέλη που παρέμειναν στη «Ζωή», απαλλαγμένα από τους διαφωνούντες, αντιμετώπισαν ελκυστικά την προοπτική δημιουργίας ενός «κλειστού χριστιανικού κράτους» με την άνοδο στην εξουσία όχι των ίδιων ως ατόμων, αλλά της ιδεολογίας την οποία πρέσβευαν. Η Αδελφότητα διατηρεί κτήμα στην περιοχή του Δήμου της Αγίας Παρασκευής στο νομό Αττικής εντός του οποίου υπάρχει ο Ιερός Ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και Κατακόμβη για την ταφή των μελών της Αδελφότητος.] «Ορθοδοξία και Δύση στη Νεότερη Ελλάδα», Χρήστος Γιανναράς, 1992, Αθήνα, σελίδα 362 κ.ε.
  2. [Περιοδική έκδοση «Ο Εφημέριος», Ιούλιος-Αύγουστος 1954, έτος 3ο, αριθμός 14-16, σελίδα 374η.]
  3. [Ο Ιερόθεος Μητρόπουλος πέθανε στις 7 Μαρτίου 1903 στην Αθήνα και η εξόδιος ακολουθία του τελέστηκε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών στις 8 Μαρτίου. Στις 9 Μαρτίου έγινε η ταφή του στην Πάτρα, στον περίβολο του Επισκοπείου, που ο ίδιος έκτισε, δίπλα ακριβώς από τον Ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Ο Ιερόθεος Μητρόπουλος έμεινε στην ιστορία ως φιλάνθρωπος, λόγω της πλούσιας φιλανθρωπικής δράσεως του.]