Βλάσης Γαβριηλίδης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Βλάσης Γαβριηλίδης Έλληνας κορυφαίος δημοσιογράφος, ο αναμορφωτής της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, κορυφαίος εκδότης εφημερίδων και περιοδικών, ο οποίος γεννήθηκε το 1848 στους Επιβάτες της Προποντίδας ή στην Κωνσταντινούπολη ή στη Μάδυτο της Ανατολικής Θράκης και πέθανε [1] λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 12ης Απριλίου 1920, από καρκίνο του ήπατος, ανάμεσα σε σκόρπια χειρόγραφα και βιβλία μέσα στα γραφεία της εφημερίδος «Ακρόπολις» στην πλατεία Κλαυθμώνος στην Αθήνα. Η κηδεία του έγινε με δημόσια δαπάνη στις 13 Απριλίου στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση και τάφηκε στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών [2].

Ήταν παντρεμένος με την Ουρανία Γρυπάρη, κι από το γάμο τους είχαν αποκτήσει δύο κόρες, την Αριέλλα και την Άννα [3], μετέπειτα σύζυγο του δημοσιογράφου Θεόδωρου Συναδινού.

Βλάσης_Γαβριηλίδης
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 1848
Τόπος: Επιβάτες, Κωνσταντινούπολη (Τουρκία)
Θάνατος: 12ης Απριλίου 1920
Τόπος: Αθήνα (Ελλάδα)
Σύζυγος: Ουρανία Γρυπάρη
Τέκνα: Αριέλλα, Άννα (Συναδινού)
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Δημοσιογράφος, Εκδότης

Βιογραφία

Πατέρας του Βλάση ήταν ο χρυσοχόος Γαβριήλ Γαβριηλίδης. Ο Βλάσης σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη, και με υποτροφία του βαρόνου Σίνα συνέχισε τις σπουδές στη Λειψία της Γερμανίας στις Πολιτικές Επιστήμες και τη Φιλοσοφία. Γνώριζε και μιλούσε άριστα, γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά και γερμανικά.

Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη άρχισε να αρθρογραφεί στο περιοδικό «Επτάλοφος», όπου δημοσίευσε μελέτες για την αρχαία ελληνική τραγωδία και το θεατρικό έργο του William Shakespeare, ενώ στα άρθρα του τόνιζε τον κίνδυνο που διέτρεχε η Ελλάδα από τον πανσλαβισμό. Το 1870 ανέλαβε διευθυντής της εφημερίδος «Νεολόγος», έχοντας αποχωρήσει αποχωρήσει από τη διεύθυνση της εφημερίδας «Κωνσταντινούπολις», στην οποία εργάζονταν από το 1868. Αργότερα κυκλοφόρησε δική του εφημερίδα την «Ομόνοια» και κατόπιν τη «Μεταρρύθμιση», ένα μαχητικό όργανο των προσωπικών του ιδεών, στην οποία ένα επαναστατικό και ανατρεπτικό άρθρο του προκάλεσε την οργή του σουλτάνου. Παραπέμφθηκε σε δίκη και καταδικάσθηκε ερήμην σε θάνατο. Όταν οι τσανταρμάδες [χωροφύλακες] πήγαν να τον συλλάβουν, τον βρήκαν στο τυπογραφείο να κάθεται ατάραχος. Μόλις τους είδε κατάλαβε αμέσως τι ήθελαν, αλλά δεν έχασε την ψυχραιμία του. «Πού είναι ο Γαβριηλίδης;» ρώτησε ο αξιωματικός. «Κι εγώ αυτόν περιμένω», τους απάντησε. Κάθισε μαζί τους, συζήτησε, αστειεύτηκε, και μετά σηκώθηκε από την καρέκλα λέγοντας, «Βαρέθηκα να τον περιμένω, φεύγω...», κι έφυγε αφήνοντας στο τυπογραφείο τους χωροφύλακες να περιμένουν.

Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Ο Βλάσης μεταμφιεσμένος δραπέτευσε με εμπορικό πλοίο στην Αθήνα, όπου εργάστηκε για λίγο ως συντάκτης της «Εφημερίδος των Συζητήσεων», που ήταν δημοσιογραφικό όργανο του πολιτικού Επαμεινώνδα Δεληγεώργη. Στις 14 Αυγούστου 1878 μαζί με τον Κλεάνθη Τριαντάφυλλο, παλιό του συνεργάτη από τα χρόνια της Κωνσταντινούπολης, που και αυτός είχε διωχθεί από τις Οθωμανικές αρχές, εξέδωσαν το σατιρικό περιοδικό «Ραμπαγάς». Το πρώτο φύλλο του εντύπου, που πήρε τον τίτλο του από το ομώνυμη κωμωδία του Γάλλου θεατρικού συγγραφέα και λιμπρετίστα Βικτοριέν Σαρντού αλλά και από το σκάνδαλο που είχε προκληθεί στην Αθήνα λίγο καιρό νωρίτερα, όταν η αστυνομία είχε απαγορεύσει το ανέβασμα της παραστάσεως στην ελληνική πρωτεύουσα, επειδή σατίριζε έναν εξέχοντα Γάλλο πολιτικό, εκδόθηκε στις 12 Αυγούστου του 1878, κι είχε ως στόχο να αφυπνίσει του Έλληνες από τη νωχέλεια και την αδιαφορία για τα κοινά, όπως έγραψε στο πρωτοσέλιδο άρθρο του «Διατί Ραμπαγάς» και «Είμεθα όλοι Ραμπαγάδες από του ανωτάτου μέχρι του κατωτάτου». Οι δύο εκδότες συνελήφθησαν για εξύβριση του βασιλιά και προφυλακίστηκαν, όμως στις 16 Δεκεμβρίου του 1879, αθωώθηκαν από το Κακουργιοδικείο Αθηνών.

Στις αρχές του 1880 ο Γαβριηλίδης αποχώρησε από τον «Ραμπαγά» και λίγες ημέρες αργότερα, τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου, εξέδωσε τη δισεβδομαδιαία πολιτικοσατιρική εφημερίδα «Μη Χάνεσαι» [4], τίτλο τον δανείστηκε από τη φράση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, με την οποία ο Μεσσήνιος πολιτικός συνήθιζε να απαντά είτε στη γυναίκα του για την εναντίον του πολεμική, είτε στους πολιτικούς του φίλους, όταν τα πράγματα γίνονταν δύσκολα και περίπλοκα. Η εφημερίδα ήταν πολιτικοσατιρική, ανάμεσα στους συνεργάτες του ήταν και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, που δημοσίευσε σε συνέχειες το ιστορικό του μυθιστόρημά «Οι Έμποροι των Εθνών», και εκδόθηκε έως το τέλος του Οκτωβρίου του 1883 όταν ο Γαβριηλίδης το μετέτρεψε στην εφημερίδα «Ακρόπολις».

Εφημερίδα «Ακρόπολις»

Σ’ ένα από τα τελευταία φύλλα του «Μη Χάνεσαι», ο Γαβριηλίδης έγραψε:

«...Την «Ακρόπολιν» θέλωμεν καταστήσει εκ των κυριωτέρων οργάνων του κοινωνικού πολιτισμού και οικονομικού αγώνος, ον η Κοινή Γνώμη οφείλει να αγωνίζεται επ’ αγαθώ της Πατρίδος. Το έμβλημα ημών είναι το παλαιόν έμβλημα: Ένωσις και Μεταρρύθμισις. Περιττόν να είπωμεν ότι ούτε τώρα θα ανήκωμεν εις Κόμμα, εναλλάξ υποστηρίζοντες και πολεμούντες, εναλλάξ συμπολιτευόμενοι και αντιπολιτευόμενοι. Τούτο τινές ονομάζουσιν αστάθειαν, αλλ’ ημείς, οίτινες μέχρι τούδε ουδέποτε εγνωρίσαμεν την πίστιν και την σταθερότητα των συμφερόντων, φανερά προκηρύσομεν την αστάθειαν αυτήν ως σημαίαν μας. Ο Γαβριηλίδης επιδίωκε να γίνει η «Ακρόπολις» όργανο του κοινωνικου και πολιτικού πολιτισμού. Όταν ο καραγωγεύς και ο θυρωρός του ξενοδοχείου και ο επιστάτης μιάς πλατείας θα εμφανίζεται κάθε πρωί με την εφημερίδα στο χέρι, τότε θα μπορούμε να πούμε πως είναι πολιτισμένος τόπος η Ελλάδα...»

Η έκδοση

Τρία χρόνια αργότερα, την 1η Νοεμβρίου 1883, το «Μη Χάνεσαι» μετατρέπεται σε ημερήσια πρωινή εφημερίδα γνώμης με τίτλο «Ακρόπολις». Η εφημερίδα πρωτοποριακή για την εποχή της τόσο ως προς την εμφάνισή της, όσο και ως προς την ύλη της. Μέσα από τις σελίδες της ο Γαβριηλίδης προσπάθησε να προβάλει την αγάπη του για την πατρίδα του και παράλληλα το θαυμασμό του για τα ευρωπαϊκά πολιτιστικά επιτεύγματα. Μέσα από τις στήλες της ο Γαβριηλίδης έγραψε ιστορία στον Ελληνικό Τύπο με την αρθρογραφία της και την πρωτοποριακή της εμφάνιση και ύλη, καθώς ο Γαβριηλίδης ήταν θαυμαστής του αγγλοσαξωνικού Τύπου και καθιέρωσε στην ελληνική δημοσιογραφία το ρεπορτάζ, την καμπάνια, τις δημοσιογραφικές αποστολές και τις συνεντεύξεις με πρόσωπα της επικαιρότητος. Ο Γαβριηλίδης έφερε στην Ελλάδα το κυλινδρικό ταχυπιεστήριο, που ονομάσθηκε «Μαμούθ», στο οποίο τυπώνονταν για πολλά χρόνια η εφημερίδα του, αλλά και άλλες εφημερίδες και έντυπα.

Η ανάπτυξη

Το 1894 η «Ακρόπολις» αριθμούσε 15 συντάκτες, τρεις διορθωτές και λογιστήριο με 26 υπαλλήλους. Διέθετε ανταποκριτές στο Παρίσι, στη Ρώμη, στη Βιέννη και στο Λονδίνο, αλλά και στην Ελληνική περιφέρεια, Πάτρα, Κέρκυρα, Βόλο, Ναύπλιο και Πύργο. Σημαντικό μέρος της ειδησεογραφίας της προέρχονταν από τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου και εφημερίδες όπως οι «Times» του Λονδίνου, η «Daily Telegraph», «Le Figaro», «Le Temps», «Les Nouvelles Quotidiennes» και άλλες. Η διαφήμιση στην «πρώτην ἑλληνικὴν ἐφημερίδα διὰ ρεκλάμας καὶ εἰδοποιήσεις» απέφερε ετησίως το 1898, περί τις 50.000 δραχμές, ενώ οι πωλήσεις της πλησίαζαν τα 163.000 φύλλα το μήνα, διπλάσιες από τον ανταγωνισμό της και σε κρίσιμες περιπτώσεις είχαν πλησιάσει τις 40.000 φύλλα την ημέρα.

Ο Γαβριηλίδης ήταν προσωπικός φίλος του Χαριλάου Τρικούπη [5], τον οποίο όμως από το 1890 και μετά πολέμησε, ενώ στήριξε τον Γεώργιο Α΄, τον οποίο ενθάρρυνε να συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες στα χέρια του. Τον Αύγουστο του 1894, κατηγορούσε τους αξιωματικούς για «μαμοθρεπτισμό», ότι αρέσκονταν στις χοροεσπερίδες με τις μεγάλες στολές, να αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι τους στρατώνες και να παραμελούν τα καθήκοντά τους. Παράλληλα, ζητούσε την κατάργηση στρατού και στόλου, αφού τα εκατομμύρια που ξοδεύονταν πήγαιναν χαμένα. Την επομένη ημέρα, στις 20 Αυγούστου 1894, αξιωματικοί της Φρουράς Αθηνών με τσεκούρια και ντουφέκια, κατέστρεψαν τα γραφεία της εφημερίδος «Ακρόπολις», ακόμα και τα κρεβάτια των παιδιών του, αφού εκεί ήταν και το σπίτι του.

Τα Ευαγγελικά

Τον Οκτώβριο του 1901 η εφημερίδα «Ακρόπολις» αρχίζει να δημοσιεύει σε συνέχειες τη μετάφραση του Ευαγγελίου στα νέα ελληνικά. Η μετάφραση είχε γίνει από τον Αλέξανδρο Πάλλη και είχε εκτυπωθεί στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με έξοδα της βασίλισσας Όλγας. Είχε κυκλοφορήσει σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων μεταξύ των Ελλήνων της Διασποράς και το πράγμα είχε περάσει απαρατήρητο, μέχρι τη στιγμή που ο Βλάσης Γαβριηλίδης, ο ιδρυτής και διευθυντής της εφημερίδας «Ακρόπολις», αποφάσισε να τη δημοσιεύσει σε συνέχειες με τον τίτλο, «Το έργον της Βασιλίσσης η Ακρόπολις το συνεχίζει». Εκ των υστέρων έγινε γνωστό ότι ο Γαβριηλίδης είχε τη συγκατάθεση του [[Αρχιεπίσκοπος Προκόπιος|Αρχιεπισκόπου Αθηνών Προκοπίου και του κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Εμμανουήλ Ζολώτα. Οι δημοσιεύσεις διακόπηκαν στις 20 Οκτωβρίου ενώ η εφημερίδα «Ακρόπολις» ζήτησε συγγνώμη [6] και δήλωσε ότι «παραμένει αμείλικτος πολέμιος παντός φρονούντος αντεθνικώς και ατίμως και ότι το Ευαγγέλιον δεν πρέπει να αναγιγνώσκεται εν ταις εκκλησίαις εις άλλην τινά γλώσσαν πλην εκείνης, εις την οποίαν εγράφη υπό των θεοπνεύστων ανδρών».

Ο Αρχιεπίσκοπος Προκόπιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί, το ίδιο και η κυβέρνηση του Γεωργίου Θεοτόκη, ενώ εξοργισμένοι υποστηρικτές της διατηρήσεως της γλώσσας των Ευαγγελίων αντέδρασαν, με αποτέλεσμα να υποστεί ζημιές από επιθέσεις το Τυπογραφείο της εφημερίδος «Ακρόπολις» και ο Γαβριηλίδης να ζητήσει συγγνώμη από τους φοιτητές, που πρώτοι είχαν αντιδράσει, αφού προηγουμένως ο όχλος είχε καταστρέψει τα γραφεία της εφημερίδας. Τον Ιανουάριο του 1904 ο Γαβριηλίδης συνελήφθη, διότι μέσα από τις στήλες της εφημερίδος κατηγόρησε τον βασιλιά για υπερβολικές δαπάνες και καταστρατήγηση του Συντάγματος, όμως στις 12 Ιανουαρίου 1905, δικάστηκε στο Κακουργιοδικείο Σύρου και αθωώθηκε από τους ενόρκους.

Η ομάδα των Ιαπώνων

Ο Γαβριηλίδης εμπνεύστηκε και ονόμασε μια ομάδα νέων ανεξάρτητων βουλευτών, που εξελέγησαν στις εκλογές του 1906, ως η «Ομάς των Ιαπώνων» [7], παρομοιάζοντας την μαχητικότητα των μελών της στο Κοινοβούλιο, με την ορμητικότητα και μαχητικότητα που επέδειξαν οι Ιάπωνες στρατιώτες στον Ρωσοϊαπωνικό πόλεμο του 1904-1905. Έγραφε γι' αυτούς στις 10 Φεβρουαρίου 1907, «...Τι θα πη κρυφός και σκοτεινός πόλεμος δεν γνωρίζουν. Την παρασκηνιακήν διπλωματίαν δεν την παραδέχονται. Αδιάλλακτοι κοινοβουλευτικοί, δεν αναγνωρίζουν άλλο πεδίον δράσεως έξω από την αίθουσα του κοινοβουλίου. Ωχυρωμένοι εις την άκραν αριστεράν των εδράνων, κατοπτεύουν από εκεί τας κινήσεις του εχθρού, κάμνουν εξαφνικήν επίθεσιν, ορμητικήν, απότομον, απροκάλυπτον, κατά μέτωπον...» [8].

Επανάσταση στου Γουδή

Ο Γαβριηλίδης στήριξε την επανάσταση του 1909 στου Γουδή, όμως δε δίστασε να κατηγορήσει τον «Στρατιωτικό Σύνδεσμο» όταν είδε τα μέλη του να αναμιγνύονται στην πολιτική. Έγραψε ότι «...Την Επανάσταση την ονειρεύτηκα λαϊκή, αντί όμως για το λαό είδα να εξεγείρεται ο Στρατός», άρθρο που τον ανάγκασε να φύγει από την Ελλάδα. Μετά το 1909 και την επικράτηση του κινήματος στου Γουδή, και έως τον θάνατο του, υποστήριξε την πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου. Στις 8 Ιουλίου 1910 σημειώθηκε απόπειρα δολοφονίας σε βάρος του, την εποχή που έκανε έντονο αγώνα για την εκκαθάριση του Πανεπιστημίου Αθηνών από ανίκανους καθηγητές.

Επίσκεψη στην Κύπρο

Τον Μάιο και Ιούνιο του 1911 ο Γαβριηλίδης επισκέφθηκε την Κύπρο, στην οποία παρέμεινε αρκετές ημέρες, γνώρισε από κοντά την πολιτική και εκκλησιαστική κατάσταση, τους σημαντικότερους πολιτευτές και εκκλησιαστικούς ηγέτες, ενώ συναναστράφηκε με τους απλούς ανθρώπους. Στη Λευκωσία και στη Λεμεσό έδωσε και δυο διαλέξεις, στις οποίες με καυστικό χιούμορ ανέπτυξε στο ακροατήριο του «Πώς είδε την Κύπρο και τους Κυπρίους». Είπε σε μία από τις διαλέξεις του, «Σπίτια στας πόλεις που κάθε μία κάμαρα θα εχωρίζετο εις την Ευρώπην σ’ ένα ολόκληρο απαρταμέντο. Και σπίτια εις τα χωριά από τα τέσσερα δωμάτια των οποίων τα τρία είναι αποθήκαι, το δε τέταρτον μεγεριό, κοιτών, γουρουνοστάσιο, τραπεζαρία και αίθουσα υποδοχής.(…) Ένα βασίλειον του Έρωτος κ’ ένα βασίλειο Οδύνης. Βρύσις από την οποίαν ρέει κομανταρία και βρύσις από την οποίαν στάζει φαρμάκι. Όχθαι διά να τας πατούν τα κρινοδάκτυλα πόδια μιας Αφροδίτης και όχθαι για να τας περιβρέχη ο Αχέρων. Αυτή μου εφάνη η Κύπρος σας...».

Ύστερα χρόνια

Όταν το 1912 απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη, κι όλες οι εφημερίδες εξυμνούσαν το γεγονός, ο Γαβριηλίδης έγραφε, «...Το τι ήταν η Θεσσαλονίκη χθες, ενδιαφέρει τους ιστορικούς. Το τι θα γίνει αύριο μας ενδιαφέρει. Θα πρέπει η Θεσσαλονίκη να γίνει πρωτεύουσα της Ελλάδος!...». Ο Γαβριηλίδης είχε εκδώσει το νεανικό περιοδικό «Νέα Γενεά». Από το 1915 άρχισε να αντιμετωπίζει έντονα οικονομικά προβλήματα, καθώς ήταν δημοσιογράφος και κακός επιχειρηματίας. «Δεν ήξευρε πρόσθεσιν» έλεγε χαρακτηριστικά για τον Γαβριηλίδη ο Σπύρος Τσαγγάρης, ιδρυτής του Πρακτορείου Εφημερίδων. Η κυκλοφορία της εφημερίδος «Ακρόπολις» ήταν χαμηλή, ενώ οι άλλες του εκδοτικές απόπειρες απέτυχαν, όπως η εφημερίδα «Πατριώτης», η πρώτη εφημερίδα στη δημοτική, η «Εσπερινή Ακρόπολις», η πρώτη απογευματινή εφημερίδα και τα περιοδικά «Κυριακή» και «Α.Ο.Δ.Ο.» [«Απ’ Όλα Δια Όλους»]. Με διάφορες ευκαιρίες κυκλοφορούσαν έκτακτα πανηγυρικά τεύχη, όπως «Χριστουγιεννιάτικη Ακρόπολις», «Πασχαλινή Ακρόπολις» καθώς και «παρά-Ακροπόλεις», όπως «Φιλολογική Ακρόπολις», «Υπερωκεάνιος Ακρόπολις», «Λαϊκή Ακρόπολις», «Εσπερινή Ακρόπολις». Παράλληλα με την εφημερίδα ο Γαβριηλίδης εξέδωσε περιοδικά και ημερολόγια, όπως «Νέον Πνεύμα», «Ανθοδέσμη Μυθιστορημάτων και Διηγημάτων», «Κυριακάτικη», «Καζαμίας της Ακροπόλεως», «Πανελλήνιος Σύντροφος», ενώ τα «Καταστήματα Ακροπόλεως» εξέδωσαν πληθώρα βιβλίων και προκάλεσαν την οικονομική καταστροφή του.

Αν και του προσφέρθηκε, δεν δέχτηκε καμία οικονομική βοήθεια, προκειμένου να διατηρήσει την ανεξαρτησία της γνώμης του. Διώχτηκε κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού, όμως δε δίστασε να έρθει σε αντιπαράθεση με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και την Καλλιρρόη Παρρέν. Διατηρούσε στενές σχέσεις με τον Κωστή Παλαμά, τον οποίο είχε παντρέψει, ενώ κατά καιρούς είχε στεγάσει στην «Ακρόπολι» ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της πνευματικής ζωής της εποχής του, όπως τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τον Κώστα Ουράνη, τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, τον Μιχάλη Μητσάκη, τον Στράτη Μυριβήλη, τον Νίκο Καζαντζάκη και πολλούς άλλους,

Το τέλος του

Ο Γαβριηλίδης ασθένησε τον Ιούλιο του 1919 και η κατάσταση του επιδεινώθηκε τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Τον Ιανουάριο του 1920 έπεσε κλινήρης, όμως διατηρούσε τη διαύγεια του πνεύματος του και εξακολουθούσε να γράφει άρθρα για την εφημερίδα. Πέντε ημέρες πριν το θάνατο του η κατάσταση του επιδεινώθηκε δραματικά και το μεσημέρι της προηγουμένης που ξεψύχησε έπεσε σε κώμα κι άρχισε να ψυχορραγεί. Πέθανε μισή ώρα πριν τα μεσάνυχτα του Σαββάτου 11 Απριλίου 1920, σε ένα γραφείο της εφημερίδος το οποίο είχε διαμορφώσει σε κοιτώνα.

Τη Δευτέρα 13 Απριλίου, την ημέρα της κηδείας του, μέσα στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Καρύτση, ο Κυριακίδης, εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και διευθυντής του Πολιτικού του Γραφείου, εναπόθεσε πάνω στη σορό του το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικος για τις υπηρεσίες που προσέφερε στο ελληνικό έθνος. Ο ποιητής Γεώργιος Στρατήγης αφιέρωσε στη μνήμη του Γαβριηλίδη τους στίχους,
«Πενήντα χρόνια κράτησες
σαν δόρυ τη γραφίδα
που όλοι δεν την αγόραζαν
της γης οι θησαυροί
κι απέθανες μόνο μ΄ αυτή
σαν ήρως στην ασπίδα.»

Μνήμη Γαβριηλίδη

Για την προσωπικότητα του Γαβριηλίδη ο Κωστής Παλαμάς έγραψε ότι ήταν «...δημοσιογράφος, λιβελλογράφος, υμνογράφος, σατιριστής, μελετητής, ονειροπόλος, θετικιστής, ζωγράφος, ποιητής, δροσιζόμενος και θερμαινόμενος από όλα τα ρεύματα της πνευματικής ζωής..». Η προτομή του έργο του γλύπτη Μιχάλη Τόμπρου, κατασκευάστηκε με δαπάνες της ΑΧΕΠΑ και τοποθετήθηκε το πρωί της 26ης Απριλίου 1936 στην Πλατεία Κλαυθμώνος, αντίκρυ από τα γραφεία της παλιάς «Ακροπόλεως», ενώ γραμματόσημο με τη μορφή του εκδόθηκε το 2015 στην αναμνηστική σειρά γραμματοσήμων «100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΗΕΑ», από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία [ΕΛ.ΤΑ.].

Εργογραφία

Ο Γαβριηλίδης ταξίδεψε σε πολλές χώρες, έμαθε αρκετές ξένες γλώσσες και μελέτησε πολύ ξένη λογοτεχνία. Περισσότερο θαύμαζε το Σαίξπηρ και μάλιστα πήρε από ένα έργο του το ψευδώνυμο «Κάλιμπαν», με το οποίο δημο­σίευσε κριτικές. Θιασώτης και υποστηρικτής κάθε νέας ιδέας, θεωρείται πρόδρομος της γυναικείας χειραφετήσεως. Εκτός από τη δημοσιογραφία ασχολήθηκε και με τη συγγραφή έργων, από τα οποία εκδόθηκαν αυτοτελώς τα ακόλουθα:

  • «Η Ελλάδα και ο Πανσλαβισμός» το 1896,
  • «Τορπίλλαι», κωμωδία, το 1879,
  • «Δύο Πολιτισμοί: Αγγλικός, Γερμανικός», το 1917,
  • «Ταξίδια: Ιταλία, Σουηδία, Νορβηγία, Δανία, Αίγυπτος, Ιεροσόλυμα», το 1921,
  • «Αι γυναίκες», επίσης το 1921.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

  1. Ο θάνατος του Βλασίου Γαβριηλίδου Εφημερίδα «Εμπρός», Κυριακή 12 Απριλίου 1920, σελίδα 4.
  2. Η κηδεία του Βλασίου Γαβριηλίδου Εφημερίδα «Εμπρός», Τρίτη 14 Απριλίου 1920, σελίδα 1.
  3. [Η Άννα Γαβριηλίδη-Συναδινού γεννήθηκε το 1884 στην Αθήνα και είναι άγνωστη η ακριβής χρονολογία του θανάτου της. Υπήρξε η πρώτη κοσμικογράφος στην Ελλάδα. Η ενασχόλησή της με την κοσμικήκίνηση της Αθήνας ξεκίνησε από σημαντικές αθηναϊκές εφημερίδες όπως η «Ακρόπολις» και το «Ελεύθερον Βήμα» αλλά και το εβδομαδιαίο περιοδικό «Μπουκέτο». Η στήλη της ήταν η πιο σταθερή της πρώτης περιόδου, συνήθως στην τρίτη σελίδα με τίτλο άλλοτε «Από τη ζωή των Ατθίδων» και άλλοτε «Η στήλη της Μονταίν».]
  4. «Μη Χάνεσαι» Ολόκληρο το αρχείο του περιοδικού «Μη Χάνεσαι»
  5. Χαρίλαος Τρικούπης, έχοντας απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, 107 στους 191 βουλευτές, ξεκίνησε μια προσπάθεια συμβιβασμού με τους δανειστές, λίγο πριν την κήρυξη της Χρεοκοπίας. Ο βασιλιάς, όμως, ήταν αποφασισμένος να «τελειώσει» με τον Χαρίλαο Τρικούπη. Ο Βλάσης Γαβριηλίδης έγραφε, «Απελπισθέντες, (ο βασιλιάς και η αντιπολίτευση) να καταστρέψουν ένα άνδρα, ενόμισαν ευκολότερον να καταστρέψουν το Εθνος».]
  6. [Εφημερίδα «Ακρόπολις», φύλλο της 7ης Νοεμβρίου 1901.]
  7. [Την κοινοβουλευτική ομάδα των «Ιαπώνων» αποτελούσαν οι Στέφανος Δραγούμης, βουλευτής Αττικοβοιωτίας, από το κόμμα του Χαριλάου Τρικούπη, τυπικά αρχηγός της ομάδος, Δημήτριος Γούναρης, ανεξάρτητος βουλευτής Πατρών, από το κόμμα του Γεώργιου Θεοτόκη, ουσιαστικά η ψυχή της ομάδος, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, βουλευτής Κυκλάδων, από το κόμμα του Θεοδώρου Δηλιγιάννη, Εμμανουήλ Ρέπουλης, επί σειρά ετών αρχισυντάκτης της «Ακροπόλεως», βουλευτής Ερμιονίδος, από το κόμμα του Δηλιγιάννη και αργότερα «εξ απορρήτων» συνεργάτης του Ελευθερίου Βενιζέλου, Χαράλαμπος Βοζίκης, ανεξάρτητος βουλευτής Κυνουρίας, προερχόμενος από τα κόμματα του Δηλιγιάννη και του Ζαΐμη, Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, βουλευτής Αιγιαλείας από το κόμμα του Αλεξάνδρου Ζαΐμη, Απόστολος Αλεξανδρής, πρωτοεκλεγείς, ανεξάρτητος βουλευτής Καρδίτσας.]
  8. [Εφημερίδα «Ακρόπολις», 10 Φεβρουαρίου 1907]