Γεώργιος Μερκούρης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Γεώργιος Μερκούρης, Έλληνας εθνικιστής και αντιμοναρχικός πολιτικός, ένα από τα πλέον επιφανή και σημαντικά πρόσωπα του Ελληνικού εθνικισμού στην εποχή του μεσοπολέμου με διακριτό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Ελλάδος καθώς διατέλεσε βουλευτής και υπουργός, ιδρυτής και αρχηγός του «Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος» που διατέλεσε Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος την περίοδο της κατοχής, γεννήθηκε το 1886 στην Αθήνα, όπου και πέθανε [1] στις 27 Νοεμβρίου 1943 από ανακοπή καρδιάς. Η νεκρώσιμη ακολουθία του τελέστηκε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και τάφηκε στον τάφο της οικογένειας Μερκούρη στο Α' Κοιμητήριο της Ελληνικής πρωτεύουσας

Γεώργιος Σπυρ. Μερκούρης
Γεώργιος Μερκούρης.png
Γέννηση: 1886
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)
Σύζυγος:
Τέκνα:
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Νομικός, πολιτικός
Θάνατος: 27 Νοεμβρίου 1943
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικονομικά ευκατάστατης οικογένειας Μερκούρη είναι από την Ερμιόνη του νομού Αργολίδος και η δράση κάποιων από τα μέλη της αναφέρεται στα χρόνια της Εθνεγερσίας του 1821.

Πρόγονοι

Προπάππος του Γεωργίου ήταν ο Σπύρος Μερκούρης που γεννήθηκε στην Ερμιόνη και συμμετείχε στην Εθνεγερσία του 1821 με τον βαθμό του χιλιάρχου. Μετέπειτα ως πολιτικός [2] εξελέγη πληρεξούσιος Ερμιόνης στην Δ' Εθνοσυνέλευση του Άργους. Πάππος του Γεώργιου, γιος του εθνικού αγωνιστή Σπύρου Μερκούρη, ήταν ο πλοίαρχος Γεώργιος Μερκούρης που γεννήθηκε το 1826 στην Ερμιόνη και παντρεύτηκε τη Θεοδότα Μήτσα, κόρη του Σταμάτη Μήτσα οπλαρχηγού της Εθνεγερσίας και μετέπειτα βουλευτή Ερμιονίδας. Η Θεοδότα ήταν αδερφή του στρατιωτικού και επίσης βουλευτή Ερμιονίδας Αντωνίου Μήτσα. Μέσω της οικογένειας Μήτσα η οικογένεια Μερκούρη απέκτησε εξ' αγχιστείας συγγένεια με την ιστορική Ζακυνθινή οικογένεια των Μοτσενίγων. Από το γάμο του Γεωργίου και της Θεοδότας γεννήθηκαν δύο παιδιά, η Σοφία και ο Σπυρίδων, μετέπειτα Δήμαρχος Αθηναίων. Στο τέλος του 19ου αιώνα κάποια από τα μέλη της οικογένειας Μερκούρη εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα.

Οικογένεια Γεωργίου Μερκούρη

Ο Γεώργιος Μερκούρης ήταν ο πρωτότοκος γιός του Δημάρχου της Αθήνας Σπυρίδωνος Μερκούρη και της Αμαλίας Ιωαν. Κάσκα. Μεγαλύτερη αδέλφια του ήταν η Φιφή, που γεννήθηκε το 1883 και απεβίωσε το 1894, και ο Γιάγκος, ενώ μικρότερος του ήταν ο Σταμάτης, αξιωματικός και πολιτικός, κόρη του οποίου ήταν η, μετέπειτα ηθοποιός και πολιτικός που διατέλεσε βουλευτής και υπουργός, Μελίνας Μερκούρη. Ο Γεώργιος παρακολούθησε τα μαθήματα της εγκυκλίου και της μέσης εκπαιδεύσεως στην Αθήνα. Σπούδασε στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι.

Πολιτική δράση

Το 1915 ο Μερκούρης πρωτοεμφανίστηκε ως υποψήφιος πολιτικός και εκλέχθηκε βουλευτής Αττικοβοιωτίας με το «Κόμμα Εθνικοφρόνων» του Δημήτριου Γούναρη. Στις 20 Ιουνίου του 1920 εξορίστηκε στο νησί της Κορσικής με εντολή του Ελευθέριου Βενιζέλου, «..διά την δημοσίαν ασφάλειαν...», όπως και πολλοί πολιτικοί αντίπαλοι του Βενιζέλου καθώς και εθνικιστές, όπως ο Ίων Δραγούμης, ο Ιωάννης Μεταξάς και άλλοι. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1922 και ασχολήθηκε πάλι με την πολιτική, επανεκλέχθηκε βουλευτής και το 1922 ορκίστηκε Υπουργός Επισιτισμού, από τον Μάιο έως τον Αύγουστο του 1922, της Κυβερνήσεως [3] του Πέτρου Πρωτοπαπαδάκη. Την περίοδο από τον Δεκέμβριο του 1926 έως τον Αύγουστο του 1927 διετέλεσε Υπουργός Εθνικής Οικονομίας της κυβερνήσεως [4] του Αλέξανδρου Ζαΐμη επιλέχθηκε από την Ελληνική κυβέρνηση και ήταν μέλος της Ελληνικής αντιπροσωπείας στην Κοινωνία των Εθνών στη Γενεύη.

To 1932 ο Μερκούρης αποχώρησε από το Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο ως εκείνη τη στιγμή κατείχε θέση αντιπροέδρου, λόγω διαφωνιών με τον Παναγή Τσαλδάρη και σε ανακοίνωση του διατύπωσε την άποψη πως:

«....ο κοινοβουλευτισμός εχρεωκόπησεν εις όλα τα μέρη του κόσμου, αλλά ιδιαιτέρως εις την Ελλάδα κατέληξεν εις σύστημα ελαστικότητος συνειδήσεων [...] και πάντοτε εκμεταλλευόμενος τα συμφέροντα του λαού». 

Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος

Ο Μερκούρης, τον Απρίλιο του 1933, ίδρυσε [5] το «Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος» το οποίο εξέφραζε Φασιστικές και Εθνικοσοσιαλιστικές θέσεις. Στο κόμμα του προσχώρησε μετά τη διάλυσή της και η οργάνωση Μελανοχιτώνων την οποία είχε σχηματίσει ο Αλέξανδρος Γιάνναρος και αρκετοί επιφανείς εθνικιστές και Αθηναίοι της εποχής. Ο Αλέξανδρος Γιάνναρος μαζί με τον πατέρα του ήταν οι εκδότες των ημερήσιων εφημερίδων «Πρωινή» και την «Εσπερινή», δύο σημαντικές εφημερίδες της εποχής. Στις τάξεις των οπαδών του κόμματος εντάχθηκαν μέλη από την Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών και την Ένωση παλαιών Πολεμιστών ενώ στενή ήταν η συνεργασία του με τον Γεώργιο Κονδύλη. Στενοί συνεργάτες του Μερκούρη και στελέχη του κόμματος ήταν ο εθνικιστής διανοούμενος, θεατρικός συγγραφέας, Μιλτιάδης Ιωσήφ, ο Γεώργιος Κανέλλος, ο Τροπαιάτης και ο Βιτσικουνάκης. Η «Οργάνωση Εθνικοφρόνων Σοσιαλιστών» ήλθε σε ανοικτή σύγκρουση με το «Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα» επειδή, όπως υποστήριζαν στην «Τρίαινα», «καπηλευόταν την ιδέα του Εθνικισμού».

Τον Αύγουστο του 1934 ο Μερκούρης, που ήταν πρόεδρος μιας «Ενώσεως Ελληνοτουρκικής Φιλίας» προχώρησε στην έκδοση της κομματικής εφημερίδας «Εθνική Σημαία», μαζί με τους Λ. Λαμπρόπουλο και Θ. Παπαμανώλη, καθιστώντας την όργανο του κόμματός του και προμαχώνα της εθνικοσοσιαλιστικής ιδεολογίας. Στην εφημερίδα δημοσιεύονταν κείμενα που αναδείκνυαν το έργο του Εθνικοσοσιαλισμού και του Φασισμού καθώς και τις πολιτικές δράσεις των Ευρωπαϊκών εθνικιστικών κινημάτων. Η εφημερίδα δημοσίευσε μια σειρά από κείμενα με θέμα τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο, ζητώντας επί της ουσίας ειρηνική και διπλωματική απελευθέρωση από τους Ιταλούς και τους Βρετανούς, την ίδια στιγμή που το Κ.Κ.Ε στα συμπεράσματα της 2ης Ολομέλειας του Νοεμβρίου 1934 καταδίκαζε τα απελευθερωτικά όνειρα των Δωδεκανησίων και των Κυπρίων Ελλήνων, εκτιμώντας ότι:

«...οι κυρίαρχες τάξεις δραστηριοποιούν εξαιρετικά την εθνικιστική προπαγάνδιση των μαζών και τον ιμπεριαλιστικό ολοκληρωτισμό (Βόρεια Ηπειρος, Κύπρος, Δωδεκάνησα κλπ.)» [6] [7] την επιθυμία και κάθε προσπάθεια των εκεί Ελλήνων για Ένωση με την Μητέρα Πατρίδα. 

Ο Μερκούρης και ο Ιταλικός φασισμός

Επιτροπές δράσεως

Η φασιστική οργάνωση «Comitati d' Azione per l' Universalita di Roma» [«C.A.U.R.»], «Επιτροπές Δράσεως για την Καθολικότητα της Ρώμης», ιδρύθηκε στις 15 Ιουλίου 1933 στη Ρώμη υπό την αφανή διεύθυνση του μελλοντικού υπουργού Εξωτερικών της φασιστικής Ιταλίας και γαμπρού του Μουσολίνι, Γκαλεάτσο Τσιάνο. Επικεφαλής της οργανώσεως τοποθετήθηκε ο δικηγόρος Εουτζένιο Κοζέλσκι, εθνικιστής που υπήρξε γραμματέας του Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο στην πόλη Φιούμε, τη σημερινή Ριέκα της Κροατίας. Στις 9 Φεβρουαρίου 1934 η Ελλάδα υπέγραψε την συμφωνία της Βαλκανικής συνεννοήσεως. Τον ίδιο μήνα ο στρατηγός ε.α. Μάριο Σάνι, μέλος του Γενικού Συμβουλίου των Επιτροπών, ταξίδεψε στην Ελλάδα με σκοπό να διορίσει υπεύθυνο των CAUR, να συσφίξει σχέσεις με τις ενδιαφερόμενες πολιτικές δυνάμεις και να διερευνήσει το νέο πολιτικό τοπίο που διαμορφώθηκε.

Στην Αθήνα ο Σάνι συναντήθηκε με τον βενιζελικό πρώην υπουργό Εξωτερικών Λουκά Καφαντάρη-Ρούφο, οπαδό του φασισμού και θαυμαστή του Μπενίτο Μουσολίνι πρόεδρο της Ενώσεως Αθήνα-Ρώμη, τον Αχιλλέα Κύρου, εκδότη της ημερήσιας Αθηναϊκής συντηρητικής εφημερίδος «Εστία», που έδειχνε πως συμπαθούσε το φασισμό, τον στρατηγό Ιωάννη Μεταξά, ηγέτη του Κόμματος Ελευθεροφρόνων και εκπρόσωπο της φιλομοναρχικής πτέρυγας καθώς και με τον Γεώργιο Μερκούρη, ήδη τότε επικεφαλής του μικρού αλλά μαχητικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος. Ο Μερκούρης ο οποίος δήλωνε, τότε, οπαδός του Μουσολίνι και θαυμαστής του ιταλικού φασιστικού καθεστώτος, ζήτησε λοιπόν από τον Σάνι να διαμεσολαβήσει ώστε να χρηματοδοτηθεί προκειμένου να εκδώσει ημερήσια εφημερίδα και το αίτημα του έγινε δεκτό. Η προσπάθεια του τότε δημάρχου Αθηναίων Κωνσταντίνου Κοτζιά να διαπιστευτεί ως ο μοναδικός συνομιλητής του ιταλικού φασισμού στην Ελλάδα απέτυχε καθώς οι Σάνι και Κοζέλσκι επενέβησαν στον Τσιάνο, υποστηρίζοντας ότι «υπάρχει κίνδυνος να εκμηδενιστούν τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν μέχρι τώρα στην Ελλάδα με τον Μερκούρη».

Συνέδριο του Μοντρέ

Στις 16, 17 και 18 Δεκεμβρίου 1934 διοργανώθηκε στο Μοντρέ της Ελβετίας η συνάντηση των εκπροσώπων των Ευρωπαϊκών φασιστικών κομμάτων. Στη σύσκεψη που ακολούθησε, υπό την προεδρία του Κοζέλσκι, υπήρξε συμμετοχή 12 αντιπροσωπιών που εκπροσωπούσαν κόμματα και κινήματα συνδεδεμένα με τις Επιτροπές. Συμμετείχαν αντιπροσωπείες από την Αυστρία, το Βέλγιο, την Ολλανδία, τη Δανία, τη Γαλλία, την Ελβετία, την Ιρλανδία, τη Λιθουανία, τη Σουηδία, τη Νορβηγία, τη Ρουμανία και την Ελλάδα, με την παρουσία του Μερκούρη. Συμμετείχε ως παρατηρητής ένας απεσταλμένος του πορτογαλικού καθεστώτος του Σαλαζάρ ενώ οι Ισπανοί φαλαγγίτες έστειλαν μήνυμα συμπάθειας και υποστηρίξεως. Από το σύνολο όσων συμμετείχαν ή εξέφρασαν τη συμπαράσταση τους στην εξουσία των χωρών τους ήταν οι εκπρόσωποι της Ιταλίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της Λιθουανίας, ενώ ισχυρό πολιτικό ρόλο διαδραμάτιζε η Λεγεώνα του Αρχάγγελου Μιχαήλ του Ρουμάνου Κορνήλιου Κοντρεάνου. Οι υπόλοιπες οργανώσεις του συνεδρίου εκπροσωπούσαν δυνάμεις μειοψηφικές ή σχεδόν ανύπαρκτες, μεταξύ τους και το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος, οι οπαδοί του οποίου ήταν ελάχιστοι.

Στη διάρκεια του συνεδρίου ο Μερκούρης ταυτίστηκε με τις απόψεις των Ιταλών φασιστών και συγκρούστηκε με τον Νορβηγό ηγέτη Βίντκουν Κουίσλινγκ, που υποστήριξε τις θέσεις του Γερμανικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος καθώς και με όσους, όπως οι Ρουμάνοι εθνικιστές, προσπαθούσαν να συμφιλιώσουν τις δύο πλευρές. Ο Μερκούρης αντιτάχθηκε στις θέσεις των Γερμανών εθνικιστών και των υποστηρικτών τους στο θέμα του αντισημιτισμού, δηλώνοντας πως πρέπει να αποκλειστεί κάθε σχετική συζήτηση καθώς επιβάλλεται να αντιμετωπιστεί με διαφορετικό τρόπο από κάθε χώρα, υποστηρίζοντας ότι:

«Το εβραϊκό πρόβλημα εκπροσωπεί τη διεθνή του χρυσού που ο Φασισμός καταπολεμά, η καταδίκη του εμπεριέχεται στα πρώτα ψηφίσματα του συνεδρίου εναντίον της καπιταλιστικής και υλιστικής διεθνούς. Πέρα από αυτό, τα διάφορα περισσότερο ή λιγότερο σοβαρά προβλήματα των διάφορων χωρών δεν μπορούν να απασχολήσουν τις εργασίες του συνεδρίου, διότι πρόκειται για προβλήματα εσωτερικά της κάθε χώρας».

Στη διάρκεια της ομιλίας του ο Ρουμάνος σύνεδρος καταφέρθηκε εναντίον των Εβραίων και της διεθνούς Μασονίας, ενώ ο Μερκούρης αποστασιοποιήθηκε ισχυριζόμενος πως

«..ή υπάρχουσα (σ.σ. στην Ελλάδα) ισραηλιτική μειονότης επέδειξε πάντοτε προς την φιλοξενούσαν αυτήν χώραν νομιμοφροσύνην και πατριωτικότητα τοιαύτην, ώστε ανεξαρτήτως του αιωνίου ελληνικού αισθήματος της φιλοξενίας, έχει επαξίως τύχη πλήρους ισότητος και ουδεμίας διακρίσεως προς τους ορθοδόξους ομοεθνείς της».

Παράλληλα ο Μερκούρης φρόντισε να διασκεδάσει τις ανησυχίες των Ελλήνων ομοϊδεατών του τους οποίους διαβεβαίωσε πως:

«... έχομεν την δικαίαν φιλοδοξίαν να νικήσωμεν και να εμμείνωμεν εν τη Νίκη ως δημιουργοί Νέας Τάξεως Πραγμάτων». Κατέστησε σαφές ότι θέλει την Ελλάδα «.... ισχυράν και ειρηνικήν, αφοσιωμένην εις τους φίλους της και ανένδοτον απέναντι εκείνων οι οποίοι θα διενοούντο να την μειώσουν. Έχομεν μεγάλην εμπιστοσύνη εις το Μεσογειακόν Δαιμόνιον και ευχόμεθα την εξάπλωσιν του αναμορφωτού Φασισμού».
Συνάντηση με Μουσολίνι / Κομματική οργάνωση

Το Δεκέμβριο του 1934, μετά τη σύνοδο του Μοντρέ, ο Μερκούρης επισκέφτηκε τη Ρώμη, όπου συναντήθηκε με τον Μπενίτο Μουσολίνι ενώ κατέθεσε και στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη στο Παλάτσο Βενέτσια [Palazzo Venezia]. Στη Ρώμη ο Μερκούρης συμφώνησε στο ύψος της χρηματοδοτήσεως του, 40 χιλιάδες λιρέτες σημερινής αξίας περίπου 46.000 ευρώ, με τον Κοζέλσκι ο οποίος τον Ιούνιο επισκέφθηκε την Αθήνα όπου συναντήθηκε με τον Μερκούρη για να καθορίσει τις λεπτομέρειες της συνεργασίας των εθνικοσοσιαλιστών με τις Επιτροπές. Στην Αθήνα τοποθετήθηκε ως υπεύθυνος των Επιτροπών ο Ενρίκο Τσερεζόλε, γραμματέας του FIE Αθήνας. Στις 10 Δεκεμβρίου 1934 στα εγκαίνια των γραφείων του κόμματος ο Μερκούρης διατράνωσε την σκέψη και την κατεύθυνση του λέγοντας: «...είμεθα πραγματικώς μια πολιτική και κοινωνική επανάσταση..» και «...αποβλέπομεν εις την εθνικής ενότητα, εις την πρόοδο και την κοινωνική πειθαρχία».

Επιτροπή Συντονισμού Καθολικού Φασισμού

Ο Μερκούρης συμπεριλήφθηκε ως μέλος στην Επιτροπή Συντονισμού Καθολικού Φασισμού, στην οποία ανατέθηκε να υλοποιήσει τις αποφάσεις του συνεδρίου του Μοντρέ. Συμμετείχε στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι στις 30 Ιανουαρίου 1935, όμως ήταν απών ή απείχε από την επόμενη συνεδρίαση στο Άμστερνταμ στις 29 Μαρτίου του ίδιου έτους. Εκεί ο Κοζέλσκι υπενθύμισε στους παρευρισκόμενους ότι ο Μερκούρης είχε προτείνει η επόμενη σύσκεψη να πραγματοποιηθεί στην Αθήνα, όμως συμπλήρωσε: «δεν βλέπω αντιπροσώπους της Αθήνας άρα ζητώ από την Επιτροπή να επιτρέψει στην προεδρία να αναζητήσει ένα πιο άνετο μέρος».

Τον Μάιο του 1935 αποφασίστηκε να διατεθούν στον Μερκούρη 50 χιλιάδες λιρέτες και μετά τον Ιούνιο να του καταβάλλεται μηνιαία χορηγία 10.000 λιρετών κάτι που δεν συνέβη στο σύνολο του. Καθοριστικό ρόλο στην απόφαση της Ιταλικής Κυβερνήσεως διαδραμάτισαν οι επιφυλάξεις που εξέφρασε ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Αθήνα Πιέρ Φιλίππο Ντε Ρόσσι Ντελ Λιόν Νέρο για την αξιοπιστία και τις πολιτικές ικανότητες του Μερκούρη. Κατά την προεκλογική περίοδο του Ιουνίου 1935 ο Μερκούρης αποπειράθηκε να συνεργαστεί πολιτικά τόσο τον στρατηγό Γεώργιο Κονδύλη και τον απερχόμενο πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη όμως τόσο ο ίδιος όσο και το κόμμα του τέθηκαν εκτός κοινοβουλίου. Ο Ιταλός διπλωμάτης, πέρα από τις αμφιβολίες του για την ικανότητα του Μερκούρη να υλοποιήσει την έκδοση της εφημερίδος όπως είχε συμφωνηθεί, γράφει για αυτόν:

«...Πριν γίνει οποιαδήποτε κατάθεση, επιθυμώ να ξεκαθαριστεί ποια ακριβώς πολιτική δράση είναι σε θέση να διεξαγάγει στο εξής, πόσο χρήσιμος μπορεί να μας είναι σε αυτή τη νέα κατάσταση στην οποία βρίσκεται, στο περιθώριο της ελληνικής πολιτικής και ποιο μπορεί να είναι το μέλλον του μικροσκοπικού «φασιστικού» κόμματος του οποίου ηγείται».

Ανάλογη άποψη εξέφρασε και ο Ιταλός δημοσιογράφος Κάρλο Λότσι ο οποίος, σε επιστολή του στο Τσιάνο, κατηγορεί τα CAUR για αναποτελεσματικότητα και υπενθύμισε ότι '

«...ο Μερκούρης, αρχηγός του Εθνικοκοινωνικού ελληνικού κόμματος, πάντα δήλωσε, και για να δικαιολογήσει τις χρηματοδοτήσεις από τη Ρώμη, ότι έχει με το μέρος του τον ισχυρό υπουργό Πολέμου της Ελλάδας, τον στρατηγό Κονδύλη, αλλά ο τελευταίος, σαν να το έκανε επίτηδες, πριν από μερικές ημέρες έκανε ναζιστικότατες δηλώσεις, λέγοντας ότι η Ελλάδα πρέπει να έχει ως πρότυπο την Γερμανία».

Τελικά, το έτος 1935 από το σύνολο των χρημάτων που είχε συμφωνηθεί ανάμεσα στις δύο πλευρές ο Μερκούρης έλαβε μόνο το ένα τρίτο του ποσού και τον Φεβρουάριο του 1936 τα υπόλοιπα χρήματα παραδόθηκαν από τον Κοζέλσκι στον Τσιάνο, διακόπτοντας έτσι τη χρηματοδότηση καθώς οι Ιταλοί δεν πείστηκαν πως το κόμμα του ήταν αρκετά ισχυρό ώστε να αναλάβει την εξουσία.

4η Αυγούστου

Ο Μερκούρης υπήρξε ολοκάθαρα Εθνικοσοσιαλιστής και υποστηρικτής των Αδόλφου Χίτλερ και Μπενίτο Μουσολίνι, όμως δεν κατόρθωσε να μετατρέψει το κόμμα του σε δύναμη την οποία ήθελε και να αποβάλει τα αστικά συμπλέγματα σε πολιτικό επίπεδο, ενώ πειθαναγκάστηκε να αναστείλει την κομματική του δράση στην διάρκεια του Καθεστώτος της 4ης Αυγούστου του Ιωάννη Μεταξά. ιδιαίτερα σημαντικό ήταν το πλήγμα που του προκάλεσε η συνεργασία πολλών μελών του κόμματος καθώς και συνεργατών του με το Εθνικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Σε όλη την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, προσπάθησε από κοινού με φιλογερμανούς αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού και Εθνικοσοσιαλιστές, να πετύχει ανακωχή καταφεύγοντας στην διαμεσολάβηση των Γερμανών. Τον απρίλιο του 1941 ο Μερκούρης συνελήφθη και κρατήθηκε από τις Ελληνικές αρχές Ασφαλείας με την κατηγορία του υποστηρικτή των δυνάμεων του Άξονα όμως αφέθηκε ελεύθερος μόλις οι κατακτητές εισήλθαν στην Αθήνα.

Κατοχική περίοδος / Σχέσεις με τον Γεώργιο Σημίτη

Τον Μάιο του 1941, μετά την είσοδο των στρατευμάτων κατοχής του άξονα στην Ελλάδα, ο Μερκούρης προχώρησε στην ανασύσταση του κόμματός του δίνοντας μάχες με τους κομμουνιστές, ενώ προσπάθησε να συγκροτήσει Ελληνική λεγεώνα για την αποστολή Ελλήνων εθνικιστών στο Ανατολικό Μέτωπο. Στη διάρκεια της κατοχής ο Μερκούρης επιδίωξε πολλές φορές να τοποθετηθεί στη θέση του Πρωθυπουργού [8], είτε προσπαθώντας να αποσπάσει τη στήριξη των Γερμανών, όπως το 1941 και το 1942, είτε έχοντας τη δεδομένη συμπάθεια των Ιταλών, το 1943, όμως απέτυχε κάθε προσπάθεια του, καθώς δεν ενέδωσαν ποτέ οι Γερμανικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές.

Όταν στην Αθήνα κυκλοφόρησαν φήμες ότι άγνωστοι υπέστειλαν και αφαίρεσαν την Γερμανική σημαία από την Ακρόπολη των Αθηνών, ο Μερκούρης δήλωσε:

«..Το υπό την ηγεσίαν του κ. Γ. Μερκούρη Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα της Ελλάδος εξέδωκεν ανακοίνωσιν, εν τη οποία, αφού καυτηριάζει την κλοπήν της γερμανικής σημαίας, λέγει τα εξής: 
Η αυθαίρετος και ακατονόμαστος πράξις της κλοπής της σημαίας του Ράιχ εκ της Ακροπόλεως είναι αδύνατον να είναι έργον Έλληνος ανεξαρτήτου την ψυχήν και το φρόνημα ελευθερωτικού πνεύματος. Αντιθέτως, πιστεύομεν ακραδάντως, ότι είναι ασχημία κατωτέρου ανθρώπου, ξένα συμφέροντα υπηρετούντος και παν συμφέρον έχοντος να ενσπείρη μεταξύ του γερμανικού Ράιχ και του ατυχούς ελληνικού λαού την παράτασιν των αγαγόντων μέχρι του σημερινού εθνικού δράματος ανοσίων εγκλημάτων. 
Ανεξαρτήτως αισθημάτων, φρονημάτων, πολιτικών αντιλήψεων, η Γερμανία και η Ελλάς ευρέθημεν αντιμέτωποι. Οι λαοί μας επετέλεσαν γενναίως το προς τας πατρίδας των και την τιμήν των καθήκον των. Εκ της συγκρούσεως ως ήτο επόμενον εξήλθον νικηταί και ηττημένοι. Εκατέρωθεν ανεγνωρίσθη και εθαυμάσθη το πνεύμα της αυτοθυσίας και του ηρωισμού. Επήλθεν ανακωχή. Τα ένδοξα ελληνικά όπλα έτυχον των αρμοζουσών εις αυτά τιμών. Οι αιχμάλωτοί μας αφέθησαν ελεύθεροι. Οι αξιωματικοί μας διετήρησαν τα ξίφη των. 
Η ελληνική κυριαρχία εφ’ όλων των κατεχομένων εδαφών ανεγνωρίσθη διά του σχηματισμού ελληνικής κυβερνήσεως. Υπεγράφη μεταξύ νικητών και ηττημένων μία ηθική σύμβασις κυρωθείσα διά πασών των ανωτέρω πράξεων, δεσμεύουσα εκατέρους και επ’ αμοιβαιότητι εις αλληλοσεβασμόν και αλληλοβοήθειαν να εξέλθωμεν εκ του κυκεώνος των τραγικών παρεξηγήσεων και να βαδίσωμεν προς μίαν αμοιβαίαν κατανόησιν. 
Τούτων ούτως εχόντων διά πάντα εκ καταγωγής Έλληνα και παραμείναντα τοιούτον και αιρόμενον άνωθεν των οδυνηρών περιστάσεων, η ξενόδουλος πράξις η μολύνασα τον φιλόξενον και ιερόν χώρον της Ακροπόλεως, μόνον ως κατά της ελληνικής πατρίδος στρεφομένη χαρακτηρίζεται και ως τοιαύτη μαζί με όλας τας άλλας τας προκαλεσάσας την εθνικήν συμφοράν παραδίδεται εις την γενικήν περιφρόνησιν και αποδοκιμασίαν».

Από τις 28 Ιανουαρίου 1943, λίγο διάστημα πριν και στη διάρκεια της κυβερνήσεως του Ιωάννη Ράλλη, ο Μερκούρης διατέλεσε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας θέση που διατήρησε έως και το θάνατό του. Στενός συνεργάτης του, τον οποίο διόρισε Γενικό Γραμματέα της Ενώσεως Ελληνικών Τραπεζών, υπήρξε ο φίλος του δικηγόρος Πειραιώς Γεώργιος Σημίτης, πατέρας του μετέπειτα πρωθυπουργού της Ελλάδος Κώστα Σημίτη.

Συγγραφικό έργο

Ο Γεώργιος Μερκούρης έγραψε και δημοσίευσε [9]:

  • «Αι Βαλκανικαί διασκέψεις και τα σύμφωνα φιλίας μετά των βαλκανικών κρατών»] Διάλεξις γενομένη εν τω Παρνασσώ (7 Νοεμβρίου 1931)]
  • «Το συντεχνιακόν Κράτος» [10],
  • «Ο βασιλεύς Γεώργιος ευθύνεται δια τους τουφεκισμούς» [11].
  • «Η βασιλεία εν Ελλάδι: Γεώργιος I και Κωνσταντίνος I, βασιλείς των Ελλήνων», μετάφραση Γεώργιος Σ. Τρικούπης, Αθήνα 1935, εκδόσεις εφημερίδα «Εθνική Σημαία».

Το τέλος του

Ο Γεώργιος Μερκούρης απεβίωσε, από ανακοπή καρδιάς, στις 27 Νοεμβρίου του 1943 ένα περίπου έτος πριν την αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα. Στην νεκρώσιμη ακολουθία ήταν παρόντα μέλη της οικογένειας Μερκούρη, μεταξύ τους η αγαπημένη του ανιψιά Μελίνα Μερκούρη, όμως απουσίαζε ο αδελφός του Σταμάτης Μερκούρης. Στη διάρκεια της τελετής, στην εκφορά και την ταφή της σορού του ήταν παρόντες υπουργοί της Ελληνικής Κυβερνήσεως και εκπρόσωποι των αρχών κατοχής. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής, πολλά στελέχη του κόμματος του διώχθηκαν από τα δικαστήρια του Ελληνικού κράτους.

Εξωτερικές συνδέσεις

Παραπομπές

  1. [Απεβίωσε ο Γεώργιος Μερκούρης Ψηφιακό αποθετήριο Ακαδημίας Αθηνών]
  2. [Βουλή των Ελλήνων, Μητρώον Πληρεξουσίων, Γερουσιαστών και Βουλευτών. 1822-1935, Αθήνα 1986, σελίδα 24η, (pdf format)]
  3. [Κυβέρνησις ΠΕΤΡΟΥ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΔΑΚΗ Γενική γραμματεία της Κυβέρνησης]
  4. [Κυβέρνησις ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΖΑΙΜΗ Γενική γραμματεία της Κυβέρνησης]
  5. [Αρχείο Νικολάου Αποστολόπουλου, ΕΛΙΑ, «Καταστατικός χάρτης Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος», Αθήνα, 7 Απριλίου 1933.]
  6. [«Επίσημα κείμενα του ΚΚΕ», tόμος 4ος, σελίδες 106η-107η, Εκδόσεις Σ.Ε., Αθήνα, 1975.]
  7. [Περιοδικό «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», Απρίλιος 1984, σελίδα 70η.]
  8. [«Απομνημονεύματα», Γεώργιος Τσολάκογλου, ιδιωτική έκδοση, Αθήνα 1959, σελίδα 221η.]
  9. [Μερκούρης, Γεώργιος Σ. anemi.lib.uoc.gr]
  10. [«Το συντεχνιακόν Κράτος» Ολόκληρο το έργο.]
  11. [Ο βασιλεύς Γεώργιος ευθύνεται δια τους τουφεκισμούς. Γεώργιος Μερκούρης (ολόκληρο το έργο, pdf format).]