Γεώργιος Κονδύλης
Ο Γεώργιος Κονδύλης, Έλληνας ανώτατος στρατιωτικός, υποστηρικτής της Μεγάλης Ιδέας του Ελληνικού Έθνους ο οποίος στη καριέρα του, «σκότωσε αμέτρητους Τούρκους», πάντα με αστραπιαίες επιθέσεις, λόγος για τον οποίο του δόθηκε το παρατσούκλι «Κεραυνός» και μετέπειτα πολιτικός που διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, διατέλεσε δύο φορές πρωθυπουργός και για ενάμισι μήνα Αντιβασιλεύς της Ελλάδος, γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1879 στο χωριό Προυσός του νομού Ευρυτανίας και πέθανε την 31η Ιανουαρίου 1936 από καρδιακή προσβολή, στην Αθήνα. Η νεκρώσιμη ακολουθία του τελέστηκε στον Ιερό ναό στην Μητρόπολη Τρικάλων [1], όπου μεταφέρθηκε σιδηροδρομικά η σορός του Κονδύλη και στη συνέχεια ενταφιάστηκε στο Α' νεκροταφείο της πόλεως πλάι στο μνήμα της μητέρας του.
Το 1928 σε ηλικία πενήντα ετών μνηστεύτηκε τη ζωγράφο Θάλεια Διπλαράκου [2] [3], αλλά ύστερα από ένα χρονικό διάστημα διέλυσε τον αρραβώνα. Ο Στρατηγός Κονδύλης παρέμεινε μέχρι τέλους άγαμος και δεν άφησε κληρονόμους.
Συνοπτικές πληροφορίες |
---|
Γέννηση: 14 Αυγούστου 1879 |
Τόπος: Προυσός, Ευρυτανία (Ελλάδα) |
Θάνατος: 31η Ιανουαρίου 1936 |
Τόπος: Αθήνα (Ελλάδα) |
Υπηκοότητα: Ελληνική |
Ασχολία: Υποστράτηγος ε.α., Υπουργός, |
Πληροφορίες αξιώματος - Πρωθυπουργός - |
Έναρξη 1ης Θητείας: 26 Αυγούστου 1926 |
Λήξη 1ης θητείας: 4 Δεκεμβρίου 1926 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
|
Έναρξη 2ης Θητείας: 10 Οκτωβρίου 1935 |
Λήξη 2ης θητείας: 30 Νοεμβρίου 1935 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
|
Πληροφορίες αξιώματος - Αντιβασιλεύς - |
Έναρξη: 10 Οκτωβρίου 1935 |
Λήξη: 30 Νοεμβρίου 1935 |
Επανενθρόνιση |
Περιεχόμενα
Βιογραφία
Ο Γεώργιος ήταν το τέταρτο από τα έξι παιδιά του Θεμιστοκλή, που ήταν δημόσιος οικονομικός υπάλληλος, και της Καλλιόπης Κονδύλη. Ο Γεώργιος παρακολούθησε τα μαθήματα του Δημοτικού σχολείου στα Τρίκαλα που ο ίδιος θεωρούσε ιδαίτερη πατρίδα του, όπου μετατέθηκε ως Οικονομικός Έφορος ο πατέρας του, και τα μαθήματα Γυμνασίου στο Αγρίνιο, όμως πριν ολοκληρώσει το Γυμνάσιο, μαθητής της τελευταίας τάξεως, εγκατέλειψε την παρακολούθηση του, σε ηλικία 16 ετών.
Στρατιωτική δράση
Στις 9 Ιουνίου 1897 ο Γεώργιος, δίχως τη συγκατάθεση των γονέων του, κατατάχθηκε και πολέμησε ως εθελοντής των Ευζώνων στην Κρητική επανάσταση του 1896-97 και άρχισε τη στρατιωτική του σταδιοδρομία. Το 1898, και 1899 προάγεται στους βαθμούς του Δεκανέα και του Λοχία και Επιλοχία αντίστοιχα. Το 1900, επειδή δεν ήταν στην κατάσταση των υποψηφίων που θα φοιτούσαν στη Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών [4], αποστέλλει -γραμμένη σε έντονο ύφος- επιστολή προς το Μέραρχο διαμαρτυρόμενος για τη μη συμμετοχή του στη κατάσταση με αποτέλεσμα να παραπεμφθεί σε Στρατοδικείο, στο οποίο ο Μέραρχος παραδέχθηκε την αδικία σε βάρος του και τελικά αθωώθηκε. Το 1903 προάγεται στο βαθμό του Επιλοχία. Συγκλονισμένος από τον τραγικό θάνατο του πρωτομάρτυρα Παύλου Μελά, πήρε μέρος στο Μακεδονικό Αγώνα, από το 1904 μέχρι το 1908 ως οπλαρχηγός στην περιφέρεια της Καστοριάς, όπου τραυματίζεται στον πνεύμονα.
Μετά την αποθεραπεία του επανέρχεται και χάρη στις δραστηριότητες του αναλαμβάνει την περιοχή Εριγώνος (Μοναστήρι). Έφθασε στην Αγαθούπολη της Θράκης το 1905 ως πράκτορας του εμπορικού οίκου Καμπά και το 1906 εργάστηκε ως δάσκαλος στο Σαμμάκοβο με το ψευδώνυμο «Νικόλαος Ζάγκας». Επιδίωξη του ήταν η οργάνωση Ελληνικών σωμάτων ανταρτών, οι οποίοι θα οργανώνονταν προκειμένου ν' αντιμετωπίσουν τους κομιτατζήδες που τρομοκρατούσαν τον Ελληνικό πληθυσμό της Θράκης. Βοήθησε στην ίδρυση φιλεκπαιδευτικών συλλόγων στις κυριότερες πόλεις της Θράκης, στον εξοπλισμό και την οργάνωση της αντιστάσεως των Ελλήνων, ενώ δημιούργησε εθνικές επιτροπές στην Αδριανούπολη, τις Σαράντα Εκκλησιές, το Σουφλί, το Δεδέαγατς, το Διδυμότειχο και αλλού και φρόντισε για τον αποκλεισμό της Βουλγαρικής διεισδύσεως στην περιοχή. Τον Οκτώβριο του 1908 στέλνεται -με ψευδώνυμο- στο χωριό Οργκάς κοντά στις Σαράντα Εκκλησιές στην Ανατολική Θράκη ως δάσκαλος για να ανυψώσει το ηθικό του λαού, όμως με την έκρηξη της επαναστάσεως των νεοτούρκων επιστρέφει στην Ελλάδα και προάγεται σε Ανθυπασπιστή.
Κίνημα Γουδή-Βαλκανικοί Πόλεμοι
Το 1909 στη διάρκεια του κινήματος στου Γουδή ο Κονδύλης με το βαθμό του ανθυπασπιστή υπηρετούσε στη φρουρά της Άρτας και ήταν από τους πρώτους που προσχώρησε στο κίνημα [5]. Τον Ιούνιο του 1910 προήχθη στο βαθμό του ανθυπολοχαγού και υπηρέτησε ως διοικητής του 3ου Λόχου στο 5ο Σύνταγμα Τρικάλων. Στη διάρκεια του Α' Βαλκανικού Πολέμου πήρε μέρος στις μάχες του Σαρανταπόρου, των Σερβίων, των Γιαννιτσών, στην πολιορκία και την κατάληψη της πόλεως των Ιωαννίνων και διακρίθηκε για την ηρωική του δράση. Στις 21 Μαΐου 1913 προήχθη στο βαθμό του υπολοχαγού, Πήρε μέρος στο Β' Βαλκανικό Πόλεμο και πολέμησε στις μάχες του Κιλκίς, της Κρέσνας, του Λαχανά και στις 21 Μαΐου 1914 προήχθη κατ' επιλογή, στο βαθμό του λοχαγού. Την ίδια εποχή ανακηρύχθηκε Αυτόνομη Πολιτεία η Βόρειος Ήπειρος και σχηματίστηκε προσωρινή κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Ζωγράφο από την Επαναστατική Συνέλευση στο Αργυρόκαστρο ο Γεώργιος Κονδύλης κατατάχθηκε ως εθελοντής και υπηρέτησε ως επιτελάρχης υπό τις διαταγές του Γεωργίου Τσόντου ή Βάρδα, ενώ διατέλεσε διοικητής τάγματος Στρατού της Αυτόνομης Ηπείρου, στην περιοχή της Κορυτσάς.
1ος Παγκόσμιος Πόλεμος-Κίνημα Θεσσαλονίκης
Τον Ιούλιο του 1914 που ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος ο Κονδύλης υπηρετούσε ως Υπολοχαγός στην 6η Μεραρχία Σερρών. Τον Αύγουστο του 1916 ως διοικητής του οχυρού της Φαιάς Πέτρας στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα, αρνήθηκε την παράδοση του στις δυνάμεις των Γερμανών και των Βουλγάρων, αντιστάθηκε στην επιχείρηση καταλήψεως του και ονομάστηκε «ήρωας της Φαιάς Πέτρας». Στις 17 Αυγούστου 1916 που ξέσπασε το κίνημα Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη, υπό την καθοδήγηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, προσχώρησε στους κινηματίες και συντάχθηκε μαζί τους, αναλαμβάνοντας την επιβολή των θεσμών του κράτους και την υλοποίηση της επιστρατεύσεως, καθώς και την καταστολή της εξεγέρσεως στη Χαλκιδική [6]. Για την εκεί δράση του, τη σκληρότητα της συμπεριφοράς του στους κατοίκους, τις καταδιώξεις και τις εκτελέσεις πολιτών, τον αποκάλεσαν «σφαγέα της Χαλκιδικής» [7]. Ως διοικητής τάγματος της 6ης Μεραρχίας Σερρών πήρε μέρος σε όλες σχεδόν τις μάχες του Μακεδονικού Μετώπου και στις 25 Απριλίου 1917 προήχθη στο βαθμό του ταγματάρχη «...επ' ανδραγαθία για διακεκριμένη πράξη επί του πεδίου της μάχης...», ενώ τον Μάιο του 1918, μετά τη μάχη του Σκρα [8], προήχθη κατ' εκλογή στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη.
Εκστρατεία στην Ουκρανία
Ο Κονδύλης συμμετείχε εθελοντικά, στην Ουκρανική εκστρατεία που αποφάσισε η κυβέρνηση του Βενιζέλου, υπό τις διαταγές του υποστράτηγου Κωνσταντίνου Νίδερ, με το Α' Σώμα του Ελληνικού Στρατού και ως επικεφαλής του 3ου Συντάγματος της 8ης Μεραρχίας του Α' Σώματος Στρατού, αποβιβάστηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1919 στην Οδησσό. Σύμφωνα με περιγραφή του υπασπιστή του ανθυπολοχαγού Ιάνκου Δραγούμη, έδειξε αποφασιστικότητα και προκειμένου να εμποδίσει την κατάρρευση του μετώπου της Μπερεζόβκας, «...σε λίγο διακρίνουμε τα πρώτα τμήματα των δικών μας που υποχωρούν. Ο διοικητής του συντάγματος (Γ. Κονδύλης) έχει ανοίξει το παράθυρο του τρένου...{...}.... Ένα στρατιωτικό τμήμα περνά κοντά μας. Διατάσσει να σταματήσουν μια φορά, δυο φορές και τρίτη φορά. Τίποτε. ...{...}... σηκώνει το πιστόλι του, μια εκπυρσοκρότηση αντηχεί, βλέπω ένα στρατιώτη κοντά μου, προχωρεί τέσσερα βήματα σαν να μην έχει τίποτε και άξαφνα σωριάζεται κάτω νεκρός επάνω σε κάτι τραβέρσες παλιές κοντά στη γραμμή. Το δράμα δεν εβάσταξε τρία δευτερόλεπτα. Το μάθημα μάλλον για τους δικούς μας στρατιώτες....». Μετά την αποτυχημένη έκβαση της εκστρατείας κατέφυγε, μαζί με το σύνολο του Ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, στο Γαλάζιο της Ρουμανίας.
Μικρά Ασία-Κίνημα στρατηγών
Το 1919, ενώ βρίσκονταν στη Ρουμανία, του απονεμήθηκε ο βαθμός του Συνταγματάρχη και στις 12 Ιουνίου 1919, επικεφαλής του 3ου Συντάγματος αναχώρησε για τη Σμύρνη, συμμετέχοντας στη Μικρασιατική εκστρατεία. Αποβιβάστηκε στην Σμύρνη αρχές Ιουνίου 1919 και αφού πληροφορήθηκε την σφαγή, το ζωντανό κάψιμο σε φουρνάρικα, το πετάλωμα 86 στρατιωτών του 8ου Συντάγματος Κρητών από τους Τούρκους, καθώς και την κατακρεούργηση 6.500 Μικρασιατών και 31 προσκόπων από τους Τσέτες του εγκληματία και κατοπινού πρωθυπουργού, Adnan Menteres, που του άρεσε να τον αποκαλούν ελληνιστί Αντνάν ο Μαιάνδριος, προέβη με τους 3.000 άνδρες του σε ευρεία κυκλωτική κίνηση πέραν από τον ποταμό Μαίανδρο, απώθησε βίαια στα όρια της της Ιταλικής Ζώνης Ευθύνης έναν Ιταλό Λοχαγό, χτυπώντας τον βάναυσα με το καμτσίκι του που πήγε να του κλείσει τον δρόμο, έστησε στον τοίχο και εκτέλεσε 20 Ιταλούς οπλίτες που είχαν συναλλαγές με τους Τούρκους και είχαν δώσει δίοδο διαφυγής στους «σφαγείς του Αϊδινίου», και επέτρεψε στους Θεσσαλούς του Συντάγματος του, να κατακρεουργήσουν τους κατασκηνωμένους Τσέτες αλλά και σε όσα Τουρκικά χωριά βρέθηκαν στο πέρασμα του. Οι Τσέτες στο στρατόπεδό τους στην Τζίνα κυκλώθηκαν την ώρα του φαγητού και των διηγήσεων για τις σφαγές που έκαναν κατά του Ελληνικού πληθυσμού και για τους βιασμούς που διέπραξαν απέναντι σε Ελληνίδες γυναίκες πριν τις εκτελέσουν. Οι Τσέτες κατακρεουργήθηκαν ενώ ο αρχηγός τους, Ταγματάρχης Ναχρί Μπέης, εκτελέστηκε με στομωμένο μαχαίρι από έναν Λαρισαίο, κατ’ εντολή και παρουσία του Κονδύλη. Μετά την εξόντωση τους ο Ελληνικός Στρατός επιτέθηκε σε όλα τα Τουρκικά χωριά της κοιλάδας του κάτω Μαιάνδρου, καθώς ο Κονδύλης αγνόησε κάθε εντολή του Γενικού Επιτελείου για «σύνεση» αλλά και τις διαμαρτυρίες των Ιταλών στρατιωτικών προς την Διοίκηση της Ελληνικής Στρατιάς στην Σμύρνη.
Με διαταγή του Κονδύλη κάηκαν τζαμιά, μαζί με τους Τούρκους χοτζάδες. Στις επιχειρήσεις διακρίθηκε ένας Μικρασιάτης ιερέας, ο παπα-Λάμπρος από το Αϊδίνι, που έπειτα από την φρικτή σφαγή των τεσσάρων παιδιών του στο Αϊδίνι, όπου οι Τσέτες είχαν παλουκώσει την μεγαλύτερη του κόρη, Ευλαμπία, με το κοντάρι της Ελληνικής Σημαίας, με ένα μικρό τσεκούρι και ένα χασαπομάχαιρο ακολουθούσε τον Ελληνικό Στρατό και εισέβαλε με ορμή στα Τουρκικά σπίτια με ορμή «κομματιάζοντας τους πάντες αδιακρίτως», ενώ έκοψε τον λαιμό και ενός από τους πιο επιφανείς Τούρκους Ιμάμηδες της περιοχής του Αϊδινίου, για τον οποίο πληροφορήθηκε από τους ίδιους τους Τούρκους ότι τους προέτρεπε σε σφαγές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Συνταγματάρχης Σταυριανόπουλος, Διοικητής του 1/38 Συντάγματος, που αποβιβάστηκε πρώτος στις 2 Μαΐου 1919 στην Σμύρνη, πλησιάζοντας στον σιδηροδρομικό σταθμό Ντεμερτζίκ, είδε κάποιους Τούρκους μαζεμένους να συζητούν. Γύρισε τότε και είπε στον Μικρασιάτη δημοσιογράφο που τον συνόδευε: «Αυτό που είδα τώρα θα το θυμάμαι. Νόμιζα ότι δεν είχε μείνει ούτε ρουθούνι Τούρκου ζωντανού, από κει που πέρασε ο Κονδύλης με τους Θεσσαλούς του». Τα θύματα των Τούρκων ξεπέρασαν τους 500 ενόπλους και πάνω από 2.000 αμάχους το μεγαλύτερο μέρος των οποίων όμως, παρότι άμαχοι, είχαν λάβει μέρος στις σφαγές των Ελλήνων. Έτσι η περιοχή του Αϊδινίου ηρέμησε για τα επόμενα χρόνια. Ο Κονδύλης ξαναπέρασε τον ποταμό, με καταματωμένη στολή και κρατώντας ένα μακρύ ραβδί. Κάποια στιγμή ανώτερος Ιταλός αξιωματικός επισκέφθηκε τον Διοικητή της 1ης Μεραρχίας Ζαφειρίου, για να διαμαρτυρηθεί για την επιχείρηση του Κονδύλη μέσα στην Ιταλική Ζώνη Ευθύνης, ο Ζαφειρίου που ήξερε τι είχε συμβεί ρώτησε: «Κύριε Κονδύλη, ο κύριος ταγματάρχης απ’ εδώ παραπονείται, ότι εκυνηγήσατε τούς Τσέτες εντός της ιταλικής ζώνης κι εκάψατε 7 χωριά!» Τότε ο Κονδύλης, έτοιμος για καυγά, απάντησε: «Να πήτε σ’ αυτόν τον κύριον ότι, εφ’ όσον προστατεύουν τους Τούρκους και τους αφήνουν ελευθέρους να μας χτυπούν, θα κάψω όχι εφτά, άλλα δεκαεφτά χωριά, έστω κι αν χρειασθή να φθάσω μέχρι την Βαβυλώνα!».
Μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, την συντριπτική ήττα του Ελευθερίου Βενιζέλου και την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου, ο Κονδύλης, φανατικός αντίπαλος -τότε- του θεσμού της Βασιλείας, κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη που ήταν υπό διεθνή έλεγχο, απ’ όπου μαζί με άλλους βενιζελικούς αξιωματικούς οι οποίοι βρίσκονταν στη Μικρά Ασία και αποτάχθηκαν, πολέμησε με σφοδρότητα την τότε Ελληνική κυβέρνηση. Απολογιστικά κρίνεται πως ο Κονδύλης διαδραμάτισε διχαστικό ρόλο στη Μικρασιατική καταστροφή καθώς αντί να εμψυχώνει τους στρατιώτες καταρράκωνε το ηθικό τους στο μέτωπο λέγοντας «...Εχθρός μας δεν είναι ο Κεμάλ αλλά ο Βασιλιάς..». Στην Κωνσταντινούπολη ο Κονδύλης ίδρυσε την οργάνωση «Άμυνα».
Επάνοδος στην Ελλάδα
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ο Κονδύλης επέστρεψε στην Ελλάδα όπου συντάχθηκε στο πλευρό της κινηματικής επιτροπής των Νικολάου Πλαστήρα-Στυλιανού Γονατά-Δημήτριου Φωκά και του ανατέθηκε η διοίκηση της Μεραρχίας Κρήτης, που ανήκε στη Στρατιά του Έβρου, την οποία συγκρότησε ο Θεόδωρος Πάγκαλος. Ο Κονδύλης παραιτήθηκε από το στράτευμα μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάννης στις 24 Ιουλίου 1923, με στόχο να πολιτευθεί, όμως ανακλήθηκε στην ενέργεια τον Οκτώβριο του 1923, που ξέσπασε το αποτυχημένο κίνημα των Στρατηγών Γεωργίου Λεοναρδόπουλου, Παναγιώτη Γαργαλίδη και του Συνταγματάρχου Γεωργίου Ζήρα. Ανέλαβε εκ νέου τη διοίκηση της Μεραρχίας Κρήτης και συγκρούστηκε με τις δυνάμεις του συνταγματάρχη Γεωργίου Ζήρα στη θέση Νάρες α στο σημερινό νομό Κιλκίς, έξω από τη Θεσσαλονίκη. Στον Κιθαιρώνα Αττικής διέλυσε τις υπόλοιπες δυνάμεις των Λεοναρδόπουλου και Γαργαλίδη. Μετά την καταστολή του κινήματος ο Κονδύλης προήχθη σε Υποστράτηγο και τον Νοέμβριο του 1923 αποστρατεύτηκε.
Πολιτική δράση
Εκλέχθηκε βουλευτής Ροδόπης στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 1923 και συμμετείχε στις εργασίες της Εθνοσυνελεύσεως, συνεργάστηκε με το κόμμα «Δημοκρατική Ένωση» του Αλέξανδρου Παπαναστασίου. Έχει ήδη διαρρήξει τις σχέσεις του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και από κοινού με τους Παπαναστασίου, Πάγκαλο και Χατζηκυριάκο, ζητούν την κατάλυση του θεσμού της βασιλείας και την εγκαθίδρυση δημοκρατίας. Ορκίστηκε υπουργός Στρατιωτικών στις 25 Μαρτίου 1924 στην κυβέρνηση του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, που εγκαθίδρυσε τη δημοκρατία, όμως παραιτήθηκε τον Ιούνιο του 1924 και ίδρυσε το «Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα», το οποίο συγκέντρωσε στην Εθνοσυνέλευση 64 βουλευτές. Στις 7η Οκτωβρίου 1924 που σχηματίστηκε η κυβέρνηση του Ανδρέα Μιχαλακόπουλου, ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών και παραιτήθηκε στις 10 Ιουνίου 1925. Στις 25 του ίδιου μήνα εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα του στρατηγού Θεόδωρου Πάγκαλου. Τον Φεβρουάριο του 1926 ο Κονδύλης επιχείρησε να ανατρέψει τον Πάγκαλο, αλλά όμως συνελήφθη και εκτοπίστηκε στη Σαντορίνη. Απελευθερώθηκε δύο μήνες αργότερα, όταν υποστήριξε την υποψηφιότητα Πάγκαλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Ο Κονδύλης επιστρέφοντας στην Αθήνα, συναντάται με τον Πάγκαλο μετά του οποίου εγευμάτιζε συχνά, ώστε ο Γεώργιος Καφαντάρης να μιλήσει για «πολιτική των γευμάτων και των συμποσίων» και ο Κονδύλης να απαντήσει ότι θεωρεί το γεγονός ότι συνέτρωγε με τον δικτάτορα ως την υψίστη από τις υπηρεσίες που πρόσφερε στην Πατρίδα.
Ανατροπή Θεόδωρου Πάγκαλου
Ο Πάγκαλος σταδιακά έγινε φίλος με τον Ναπολέοντα Ζέρβα, διοικητή του Β' Τάγματος της Δημοκρατικής Φρουράς, των πραιτωριανών του Πάγκαλου και μέσω αυτού τον Φρούραρχο της Αθήνας, Κωνσταντίνο Παλαιολόγου, τον αρχηγό της Ελληνικής Χωροφυλακής και τους διοικητές στρατιωτικών μονάδων αποφασιστικής σημασίας για την ανατροπή του καθεστώτος Πάγκαλου. Τη νύχτα της 21ης Αυγούστου, και ενώ ο Πάγκαλος παραθέριζε στις Σπέτσες, η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» σε τρίτη έκδοσή της το πρωί της 22ας Αυγούστου, αναγγέλλει την μεταβολή και σε εκτενές ρεπορτάζ παραθέτει το προσκήνιο και το παρασκήνιο της ανατροπής του: «Εκρήγνυται επαναστατικόν Κίνημα. Ο στρατηγός Κονδύλης κύριος της καταστάσεως». «Την 8ην πρωινήν ώραν σύμπας ο στρατός της πρωτευούσης ευρεθείς επί ποδός κατέλυσε το καθεστώς του Παγκάλου εν μέσω ζητωκραυγών υπέρ του στρατηγού Κονδύλη». Ο Πάγκαλος προσπάθησε να αντιδράσει με το Ναυτικό, αλλά ο Κονδύλης είχε προσεταιρισθεί στρατιωτικούς φίλα προσκείμενους στον Πάγκαλο, που βρίσκονταν σε θέσεις-κλειδιά στον στρατό ξηράς. Στη συνέχεια επανέφερε στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας τον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη. Ο Πάγκαλος μετά την ανατροπή του αρκέστηκε να σχολιάσει: «Εγνώριζον μέχρι τούδε πολυτίμους διά την πατρίδα υπηρεσίας, παρεχομένας διά της θυσίας αίματος, ιδρώτος, εγκεφαλικού φωσφόρου κ.λπ., δεν εγνώριζον, όμως, ότι είναι δυνατόν να προσφέρονται αυτοθυσίαι διά των σιαγόνων και του πεπτικού σωλήνος».
1η Πρωθυπουργία
Ο Κονδύλης ορκίσθηκε Πρωθυπουργός και Υπουργός Στρατιωτικών και Ναυτικών στις 23 Αυγούστου όταν σχημάτισε κυβέρνηση [9]. Στις 9 Σεπτεμβρίου κατέστειλε το φιλοπαγκαλικό κίνημα του τότε φρουράρχου Αθηνών Ναπολέοντα Ζέρβα και του αντισυνταγματάρχη Βασίλη Ντερτιλή [10]. Στις 22 Σεπτεμβρίου δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το διάταγμα προκηρύξεως των εκλογών και του καθορισμού της απλής αναλογικής ως εκλογικού συστήματος, οι οποίες ορίστηκαν για τις 7 Νοεμβρίου 1926 [11] και είναι οι πρώτες εκλογές μετά το 1862 που έγιναν με ψηφοδέλτιο. Την ίδια μέρα διέλυσε το κόμμα του, απείχε από την εκλογική διαδικασία και διεξήγαγε αδιάβλητες εκλογές. Παραιτήθηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1926, όταν σχηματίστηκε οικουμενική κυβέρνηση υπό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη και κατά την περίοδο 1926-1928 παρέμεινε εκτός Βουλής.
Μεσοπρωθυπουργικό διάστημα
Το 1927 μετονόμασε το κόμμα του σε «Εθνικό Ριζοσπαστικό Κόμμα», στις εκλογές της 19ης Αυγούστου 1928 εκλέχθηκε βουλευτής Καβάλας και εμφανίστηκε στη Βουλή επικεφαλής οκτώ πολιτικών του φίλων-βουλευτών. Τον Ιανουάριο του 1929 ταξίδεψε στη Γαλλία, όπου εγκαταστάθηκε ως τον Οκτώβριο του 1930. Στις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου 1932 εξασφάλισε το 4,1% των ψήφων, εξέλεξε έξι βουλευτές και εκλέχθηκε βουλευτής Τρικάλων. Συμμετείχε ως υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη και σταδιακά άρχισε να συντάσσεται με το «Λαϊκό Κόμμα», με το οποίο στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933, συγκρότησαν κοινούς συνδυασμούς, εξέλεξε ο ίδιος 12 βουλευτές και επικράτησαν συνολικά με 136 έδρες, έναντι 110 του κόμματος «Εθνικός Συνασπισμός», που εκπροσωπούσε τους Βενιζελικούς. Ο Κονδύλης αφού συνέτριψε την απόπειρα του Νικόλαου Πλαστήρα να μην παραδώσει πραξικοπηματικά την εξουσία, ανέλαβε υπουργός Στρατιωτικών, στην κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη. Ο Κονδύλης, πρόδρομος και κύριος τότε εκπρόσωπος του ριζοσπαστικού μικροαστισμού, διείδε από πολύ νωρίς τον κίνδυνο της μαζικής αστυφιλίας, που θα απειλούσε τις πόλεις συσσωρεύοντας ανέργους και διογκώνοντας το «προλεταριάτο διανοουμένων». Στις 19 Ιουνίου 1932 σε δημόσιο λόγο του, «ενώπιον μεγαλειώδους λαϊκής συγκεντρώσεως», στη Θεσσαλονίκη ως αρχηγός του Εθνικού Ριζοσπαστικού Κόμματος ο στρατηγός κατηγόρησε τους πλουσίους και κάλεσε το κεφάλαιο να συνεργαστεί με τον εργάτη «επί τη βάσει της ισότητος και της ειλικρίνειας».
Το 1933 η κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη, εντοίχισε μια αναμνηστική πλάκα στην αίθουσα των φυλακών «Αβέρωφ», όπου έγινε η δίκη των Έξι. «Έν τή αίθούση τούτη τή 15/28 Νοεμβρίου 1922, άνεγνώσθη ή άπόφασις του έκτακτου στρατοδικείου δι' ής κατεδικάσθησαν εις θάνατον και έτυφεκίσθησαν έπί έσχάτη προδοσία, οί αείμνηστοι άνδρες Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος, Νικόλαος Θεοτόκης, Γεώργιος Μπαλτατζής, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης και Γεώργιος Χατζηανέστης, οίτινες άφιερώσαντες όλόκληρον τήν ζωήν των και τήν πολιτικήν των δρασιν υπέρ του έθνους, εκρίθησαν, παρά του νόμους, τό Σύνταγμα και τήν Ήθικήν, παρ' άνομων δικαστών προδόται της ελληνικής πατρίδος. Τό Υπουργείου Δικαιοσύνης ένετοίχισεν έν έτει 1933». Μέλη της κυβερνήσεως Τσαλδάρη ήταν ο ίδιος ο Κονδύλης και ο Αλέξανδρος Χατζηκυριάκος, δύο από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων του 1922, τα οποία οδήγησαν στη Δίκη, την καταδίκη και την εκτέλεση των Έξι.
Την 1η Μαρτίου 1935 αξιωματικοί πιστοί τον Βενιζέλο, με την καθοδήγηση του, επιχείρησαν στρατιωτικό κίνημα. Το υπουργικό συμβούλιο ανέθεσε στον Κονδύλη την αρχιστρατηγία και συγχρόνως τον προήγαγε σε αντιστράτηγο. Επικεφαλής των στρατευμάτων ο Κονδύλης κατέπνιξε το κίνημα στη Βόρεια Ελλάδα και στις 12 Μαρτίου 1935 επέστρεψε στην Αθήνα. Παράλληλα χρησιμοποίησε τα σώματα ασφαλείας για να καταστείλει τον «..βενιζελοκομουνισμό...», όπως χαρακτήριζε τους σοσιαλιστές και κομμουνιστές, ενώ προχώρησε σε εκκαθαρίσεις στο στράτευμα, αποστρατεύοντας 45 βενιζελικούς αξιωματικούς, μεταξύ των οποίων και τους Αλέξανδρο Οθωναίο, Α. Μαζαράκη και άλλους. Οι βασιλικοί συγκρότησαν οργανώσεις, τους «Γίγαντες», και επιτίθενται σε οπαδούς του Βενιζέλου. Την 1η Απριλίου η κυβέρνηση Τσαλδάρη δίνει εντολή να δημοσιευτούν Συντακτικές Πράξεις που καταργούν τη Γερουσία και την ισοβιότητα των δικαστών και αναστέλλουν τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Στη συνέχεια απέλυσε βενιζελικούς αξιωματικούς, εκπαιδευτικούς, ταχυδρομικούς και άλλους δημοσίους υπαλλήλους, συγκροτώντας ένα κράτος αμιγώς βασιλικό. Επίσης καθαίρεσε τον Στέφανο Σαράφη, τους αδελφούς Τσιγάντε, ενώ εκτελέστηκαν τρεις οι, Σταμάτης Βολάνης στη Θεσσαλονίκη το πρωί της 5ης Απριλίου 1935 σε χώρο πίσω από το Επταπύργιο [12] και στην Αθήνα οι στρατηγοί Αναστάσιος Παπούλας και Μιλτιάδης Κοιμήσης. Αναφέρεται ότι τη «χαριστική βολή» στον Βολάνη, την έδωσε ο Θωμάς Κωστόπουλος, ο νεότερος υπαξιωματικός του Συντάγματος Ιππικού Θεσσαλονίκης, που υπέστη σοβαρό νευρικό και ψυχολογικό κλονισμό.
Όταν εκδηλώθηκε το Βενιζελικό Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 υπό του Βενιζέλου και του Πλαστήρα, ο Κονδύλης συνέβαλε στην άμεση καταστολή και συντριβή του. Μόλις έγινε γνωστό το βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, το 5ο Σύνταγμα αναχώρησε εσπευσμένα από τα Τρίκαλα για τη Μακεδονία προς την οποία κατευθύνθηκε από την Αθήνα και ο Κονδύλης, ο οποίος και κατέπνιξε το κίνημα. Δυο βδομάδες αργότερα ο Δήμος Τρικκαίων για να τον τιμήσει μετονόμασε την έως τότε οδό Βενιζέλου σε οδό Κονδύλη [13]. Μετά την καταστολή του κινήματος ακολούθησαν σειρές δικών από έκτακτα στρατοδικεία. Στις εκλογές της Ε' Εθνοσυνελεύσεως, αυτές της 9ης Ιουνίου 1935, όπου το κόμμα του κατέλαβε 33 έδρες στη Βουλή, ο Κονδύλης πεπεισμένος ότι η κρατούσα τότε πολιτική κατάσταση δεν παρείχε ασφάλεια και ηρεμία αλλά και δεν ανταποκρινόταν στα αισθήματα του Ελληνικού λαού, τάχθηκε με δηλώσεις του υπέρ της επαναφοράς της Βασιλείας. Έτσι, στις 5 Ιουλίου του 1935 μέσα στη Βουλή εκφώνησε ιστορικό λόγο [14] υπέρ του θεσμού της Βασιλείας και της επανόδου στο θρόνο του βασιλέως Γεωργίου Β'. Το λόγο του δέχθηκε θετικά η τότε κυβέρνηση και υποσχέθηκε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Στις εκλογές της 9ης Ιουνίου 1935 ο Κονδύλης συνεργάστηκε με το «Λαϊκό Κόμμα» και μετά την επικράτηση τους ανέλαβε Αντιπρόεδρος και ταυτοχρόνως Υπουργός Στρατιωτικών.
Στις 6 Οκτωβρίου 1935, λίγες ημέρες πριν χριστεί πρωθυπουργός, ο Κονδύλης σε δημόσιο λόγο του ααναφέρθηκε για μιά ακόμη φορά στον κίνυνο της αστυφιλίας και ανέφερε χαρακτηριστικά: «...Η αστυφιλία αυξανόμενη από ημέρας εις ημέραν απειλεί τας πόλεις με επικίνδυνον συνωστισμόν αέργων και τους αγρούς με εγκατάλειψιν. Ο προϋπολογισμός δεν αντέχει να τους διαθρέψη όλους. Ένα πολυάριθμον προλεταριάτον διανοουμένων έχει δημιουργηθεί το οποίον καθ’ εκάστην αυξανόμενον και πληθυνόμενον θα αποβή ταχύτατα αληθής πυριτιδαποθήκη διά την Ελληνικήν Πολιτείαν. [...] Εάν θέλωμεν να ζήσωμεν εις το μέλλον, εάν θέλωμεν να μην αποθάνωμεν της πείνης, οφείλωμεν να αλλάξωμεν χαρακτήρα, ροπάς, ικανότητας. Οφείλομεν με μίαν λέξιν να γίνωμεν γεωργοί και κτηνοτρόφοι εις πολύ μεγαλήτερον ποσοστόν, αφ' όσον είμεθα μέχρι σήμερον...».
Κατάργηση της κυβερνήσεως Τσαλδάρη
Στις 10 Οκτωβρίου 1935 β εκδηλώθηκε στρατιωτικό κίνημα, από τους αρχηγούς των τριών όπλων, υποστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο, διοικητή του Α' Σώματος Στρατού στην Αθήνα, υποναύαρχο Δημήτριο Οικονόμου, αρχηγό Γ.Ε.Ν. και υποστράτηγο Αεροπορίας Γεώργιο Ρέππα, αρχηγό Γ.Ε.Α., με σκοπό τον εξαναγκασμό του Παναγή Τσαλδάρη σε άμεση παραίτηση με την επίδοση τελεσιγραφικού διαβήματος, μπλοκάροντας, στις 10 Οκτωβρίου 1935, καθ’ οδόν το όχημα που τον μετέφερε από την οικία του στο κέντρο, επί της λεωφόρου Κηφισίας, στο ύψος περίπου του Γηροκομείου. Οι τρεις αξιωματικοί ζήτησαν από τον Τσαλδάρη να γυρίσει στην κατοικία του γιατί είχαν να του ανακοινώσουν κάτι σπουδαίο και απόρρητο να του ανακοινώσουν.
Έτσι λίγα λεπτά αργότερα, μέσα στο ίδιο του το σπίτι, άκουγε τους τρεις να του ανακοινώνουν ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις απαιτούσαν άμεση πολιτειακή μεταβολή. Του ζήτησαν μάλιστα να ανακοινώσει ο ίδιος, το βράδυ, στη Βουλή την κατάργηση της Δημοκρατίας και την επαναφορά της μοναρχίας. Ο Τσαλδάρης απάντησε πως η κυβέρνηση του ήταν υποχρεωμένη να τηρήσει την υπόσχεση της για διενέργεια δημοψηφίσματος. «Εν τοιαύτη περιπτώσει -ανταπάντησαν οι αξιωματικοί- η κυβέρνησίς σας, κύριε πρωθυπουργέ, καταργείται υπό των Ενόπλων Δυνάμεων, αι οποίαι και αναλαμβάνουν την διακυβέρνησιν της χώρας» [15]. Τότε ο Τσαλδάρης επιχείρησε να ελιχθεί και να κερδίσει χρόνο. Υποσχέθηκε στους στρατιωτικούς ότι την τελική του απάντηση θα την έδινε ύστερα από συνεννόηση με το Υπουργικό Συμβούλιο. Κατόπιν, όταν έμεινε μόνος, επικοινώνησε με τον Υπουργό του επί των στρατιωτικών και αντιπρόεδρο της κυβερνήσεως Γεώργιο Κονδύλη και τον ενημέρωσε για όσα είχαν συμβεί. «Συμφωνώ με τας απόψεις των αρχηγών. Νομίζω ότι επιβάλλεται η άμεσος σύγκλησης του Υπουργικού Συμβουλίου». Το Υπουργικό Συμβούλιο που συγκλήθηκε το απόγευμα της ίδιας ημέρας απλώς ανακοίνωσε τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της κυβερνήσεως Τσαλδάρη με μια ανακοίνωση, η οποία ανέφερε πως η κυβέρνηση καταλύθηκε με τη βία, αν και το κείμενο της διαμορφώθηκε με τρόπο ώστε να φαίνεται πως η κυβέρνηση παραιτήθηκε [16].
2η Πρωθυπουργία
Η επαναστατική επιτροπή που σχηματίστηκε υπό τον στρατηγό Αλέξανδρο Παπάγο ανέθεσε το σχηματισμό νέας κυβερνήσεως στον Κονδύλη, που απολάμβανε της εμπιστοσύνης μόνο 82 μελών της Βουλής [17]. Το βράδυ της 10ης Οκτωβρίου, η Ε' Εθνοσυνέλευση συνεδρίασε για να δώσει έγκριση στη νέα κυβέρνηση. Ο Τσαλδάρης, αν και διέθετε όλη την κοινοβουλευτική δύναμη που χρειαζόταν ώστε η κυβέρνηση του Κονδύλη να καταψηφιστεί, αποχώρησε από τη συνεδρίαση με τους 165 βουλευτές του. Έτσι ο Κονδύλης σχημάτισε κυβέρνηση έως τις 30 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου με πρωθυπουργό τον ίδιο, που διατήρησε και το υπουργείο Ναυτικών, ενώ υπουργός Στρατιωτικών ανέλαβε ο Αλέξανδρος Παπάγος και υπουργός Εξωτερικών ο Ιωάννης Θεοτόκης [18].
Η κυβέρνηση Κονδύλη κήρυξε στρατιωτικό νόμο και ανέστειλε τα άρθρα του Συντάγματος για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα του πολίτη. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής: «Τα στρατοδικεία επιλαμβάνονται της διώξεως και εκδικάσεως πάντων των από της δημοσιεύσεως του παρόντος τελουμένων αδικημάτων κατά της ασφαλείας του κράτους και δημοσίας τάξεως, οιαδήποτε και είνε η ιδιότης των αυτουργών ή συνεργών και πάντων των κοινών αδικημάτων, οσάκις κατά την κρίσιν της στρατιωτικής δικαστικής αρχής εκτίθεται δι' αυτών η ασφάλεια του τόπου ή διασαλεύεται η δημοσία τάξις». Επίσης ο Κονδύλης «προέβη εις δηλώσεις προς τον Τύπον» όπου ανέφερε ότι «η πρώτη πράξις της νέας κυβερνήσεως υπήρξεν η κήρυξις του στρατιωτικού νόμου» ενώ «...ερωτηθείς εάν ο πρόεδρος της Δημοκρατίας υπέβαλε παραίτησιν, απήντησεν αρνητικώς, προσθέσας ότι η νέα κυβέρνησις δεν τον καταργεί, αλλά τον αγνοεί και δι' αυτό θα ορκισθή ενώπιον της εθνοσυνελεύσεως».
Επαναφορά της Βασιλείας
Ταυτοχρόνως ο Κονδύλης προκήρυξε δημοψήφισμα για τις 3 Νοεμβρίου «περί εγκρίσεως της δια του από 10 Οκτωβρίου ε.ε. ψηφίσματος της Ε' Εθνικής Συνελεύσεως των Ελλήνων επελθούσης μεταβολής του Πολιτεύματος εις Βασιλευομένην Κοινοβουλευτικήν Δημοκρατίαν». Εκτός από πρωθυπουργός ορκίστηκε και ως αντιβασιλιάς για το μεσοδιάστημα. Η Βουλή που συγκλήθηκε ενέκρινε το ακόλουθο ψήφισμα που υπέβαλε ο Κονδύλης:
«Η Ε' συντακτική των Ελλήνων συνέλευσις έχουσα υπ' όψει τας προγραμματικάς δηλώσεις της κυβερνήσεως και εγκρίνουσα ταύτας.
Ψηφίζει
1) Την κατάργησιν του πολιτεύματος της αβασιλεύτου δημοκρατίας.
2) Την διενέργειαν του δημοψηφίσματος κατά την ορισθείσαν ημέραν 3η Νοεμβρίου 1935.
3) Εξουσιοδοτεί τον πρόεδρον του υπουργικού συμβουλίου όπως ασκή την βασιλικήν εξουσίαν μέχρι του δημοψηφίσματος.
4) Επαναφέρει προσωρινώς εν ισχύι το σύνταγμα του 1911 μέχρι της επιψηφίσεως του νέου συντάγματος».
Στο δημοψήφισμα της 3ης Νοεμβρίου, που καταγγέλθηκε ως νόθο, το «Ναι» συγκέντρωσε το 97,87% των εγκύρων ψήφων και το «Όχι» το 2,13%. Στις 25 Νοεμβρίου ο Γεώργιος Β’ επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε τα καθήκοντά του [19] [20] και στις 27 του ίδιου μήνα τον απομάκρυνε, λόγω της διαφωνίας τους για την αμνήστευση των στασιαστών του Βενιζελικού κινήματος της 1ης Μαρτίου και αντικαταστάθηκε στην πρωθυπουργία από τον Κωνσταντίνο Δεμερτζή. Στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936 συνεργάστηκε με τους Ιωάννη Θεοτόκη, Ιωάννη Ράλλη και Γεώργιο Στράτο, σε κοινούς συνδυασμούς υπό τον τίτλο «Γενική Λαϊκή Ριζοσπαστική Ένωσις», συγκεντρώνοντας το 20% των ψήφων και 60 βουλευτές.
Συγγραφικό έργο
Ο Στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης έγραψε το βιβλίο:
- «Ο δρόμος προς την καταστροφήν, Εθνικός διχασμός αιτία της Μικρασιατικής καταστροφής» [21].
Ήταν θαυμαστής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, για τον οποίον επιθυμούσε να γράψει και να δημοσιεύσει βιβλίο, αλλά τον πρόλαβε ο θάνατος, γεγονός που προκύπτει από τα χειρόγραφα που βρέθηκαν στο γραφείο του.
Το τέλος του
Ο Κονδύλης στις 31 Ιανουαρίου συνομιλούσε με πολιτικούς φίλους του στο σπίτι του στο Κολονάκι. Στις 12:30 το μεσημέρι εκείνης της μέρας υπέστη ανακοπή καρδιάς από υπερκόπωση και απεβίωσε σε ηλικία 57 ετών, την παραμονή της ακροάσεως του από το βασιλιά στα Ανάκτορα. Με παραίνεση του βασιλιά Γεώργιου Β' να αποδοθούν δημόσιες τιμές στο νεκρό, το σώμα του Κονδύλη ταριχεύτηκε από γιατρούς του νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός και στη συνέχεια ο γλύπτης Γεώργιος Δημητριάδης πήρε γύψινο εκμαγείο του προσώπου του για την κατασκευή προτομής. Το σώμα του Κονδύλη τοποθετήθηκε σε φέρετρο με γυάλινο καπάκι και αργότερα πλήθος κόσμου συνέρρευσε στην οικία του του για να τον αποχαιρετήσει. Την 1η Φεβρουαρίου, η σορός του μεταφέρθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών, και εκτέθηκε σε δημόσιο προσκύνημα.
Το απόγευμα της 2ας Φεβρουαρίου 1936, η σορός του μεταφέρθηκε με το τρένο στα Τρίκαλα, για να ψαλεί και στη συνέχεια να ταφεί στο πλάι της μητέρας του, όπως ήταν η επιθυμία του [22]. Στη διάρκεια της νεκρώσιμης ακολουθίας του Κονδύλη στα Τρίκαλα υπήρξε τόση κοσμοσυρροή, ώστε γέμισε η οδός Σιδηροδρόμου, η μετέπειτα οδός Ασκληπιού, ενώ μετά την εξόδιο ακολουθία και κατά την μεταφορά της σορού του στο Α' Νεκροταφείο της πόλεως, δυτικά της οδού Καλαμπάκας στη θέση Πράσινη γωνιά, ενώ η κεφαλή της πομπής είχε φτάσει σ’ αυτό, η ουρά της βρισκόταν ακόμη στην Κεντρική πλατεία. Το απέριττο μνημείο του Κονδύλη στο νεκροταφείο Τρικάλων υλοποιήθηκε το 1958 σε σχεδιασμό των αρχιτεκτόνων Κυπριανού και Δημητρίου Μπίρη.
Μνήμη Γεωργίου Κονδύλη
Ο Γεώργιος Κονδύλης, άνδρας μεσοαστικής καταγωγής με λαμπρό και οξύ νου, υπήρξε λαμπρός στρατιωτικός και ισχυρή πολιτική προσωπικότητα, που σημάδεψε με κάποιες πράξεις του τα πολιτικά πράγματα της Ελλάδος την εποχή του Μεσοπολέμου, είναι συνδεδεμένοw με όλα τα σημαντικά Εθνικά και Πολιτικά γεγονότα της 20ετίας 1916-1936. Αποτελεί μια από τις πιο παράξενες και αντιφατικές προσωπικότητες σ’ ολόκληρη τη νεότερη Ελληνική ιστορία. Ο Κονδύλης διέθετε μυαλό που δούλευε ασταμάτητα, ενώ λέγεται ότι για τις ραδιουργίες του ο βιομήχανος Μποδοσάκης Αθανασιάδης τον αποκαλούσε Ζωρζ Κραμιόν. Κατήργησε το καθεστώς του Θεόδωρου Πάγκαλου, διενήργησε τις αδιάβλητες εκλογές της 7ης Νοεμβρίου 1926 και αναστήλωσε τον Ελληνικό θρόνο, έπειτα από 11 χρόνια Αβασίλευτης Δημοκρατίας. Γράφει [23] για τον Κονδύλη ο εθνικιστής δημοσιογράφος και λογοτέχνης Σπυρίδων Μελάς: «Άμεσος αντίληψις, γοργή απόφαση, ραγδαία εκτέλεση, ζωηρό βλέμμα, σαγόνι δυνατό, μουστάκι αρειμάνιο, καπετανάκι του '21. Ο Κονδύλης ανήκε στα νέα στρώματα που ζητούσαν ανυπόμονα να ανέβουν και που πρώτο ξέσπασμα τους ήταν το Γουδί».
Υπασπιστής του Κονδύλη, επί πολλά χρόνια, ήταν ο βασιλόφρων μετέπειτα Στρατηγός Γεώργιος Κουρούκλης [24], που το 1974 ίδρυσε την «Βασιλική ή Βυζαντινή Εθνική Οργάνωση» [Β.Ε.Ο.], της οποίας μετά τον θάνατό του ηγήθηκε ο Αλέξανδρος Κουντουράς. Χαρακτηριστικό της εμπιστοσύνης και της εκτιμήσεως του Κονδύλη στον Κουρούκλη ήταν πως όταν μετά το βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 οι δημοσιογράφοι ζήτησαν από το στρατηγό δηλώσεις για την καταστολή του κινήματος εκείνος τους είπε, «Δεν έχω να σας κάμω καμίαν δήλωσιν. Τας δηλώσεις έκαμαν τα κανόνια του Κουρούκλη».
Επίσημη αναφορά στο έργο του Κονδύλη έγινε σε ειδική τελετή της Βουλής στις 22 Απριλίου του 1936. Βιβλίο για τη ζωή και τη δράση του έγραψε ο συνταγματάρχης Σταμάτης Σπύρου Μερκούρης, πατέρας της Μελίνας Μερκούρη. Στις 20 Αυγούστου 1972, με πρωτοβουλία του τότε πρωθυπουργού Γεώργιου Παπαδόπουλου επικεφαλής της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου, τελέστηκαν τα αποκαλυπτήρια χάλκινης προτομής του Κονδύλη στην πλατεία του Προυσού, της γενέτειρας του. Στα αποκαλυπτήρια της κύριος ομιλητής ήταν Προυσιώτης στρατηγός Θεοδόσιος Παπαθανασιάδης που τόνισε ότι, «....ο Κονδύλης, ανήσυχος και ατίθασος, αλλ' ιδιοφυής, κατείχετο από απέραντον φιλοδοξίαν και μεγάλην θέλησιν. Διεπνέετο από την Μεγάλην Ιδέαν και παντού κατέστη πρωτοπόρος εις την πραγματοποίησίν της...». Προτομή του υπάρχει στο Δήμο Τρικκαίων [25], στον κήπο του στρατοπέδου «Χρήστος Καβράκος» στα Τρίκαλα, ενώ το όνομα του έχει δοθεί σε δρόμους και πλατείες Ελληνικών πόλεων.
Σημειώσεις
- ^α Ο οικισμός Νάρες ή Νάρρες ανήκε στην κοινότητα Αγιονερίου Νομού Κιλκίς και μετονομάστηκε το 1926 σε Φιλαδελφειανά και το 1967 σε Νέα Φιλαδέλφεια. Ήταν ένας μικρός οικισμός ή τσιφλίκι στον οποίο ζούσαν 150 περίπου άτομα, οι οποίοι μετά τους Βαλκανικούς πολέμους εγκατέλειψαν τα σπίτια τους. Το 1922 ήρθαν στην περιοχή οι πρώτοι Μικρασιάτες πρόσφυγες, ενώ το 1927 εγκαταστάθηκαν στον οικισμό και Θρακιώτες και το 1928 κατοικούσαν περίπου 550 άτομα. Το 1963 ένας μικρός οικισμός -δίπλα στις σημερινές πηγές της ΕΥΔΑΘ- ο οποίος διατηρούσε το παλαιό όνομα μετονομάστηκε σε Δίλοφον. Ο οικισμός δεν υπάρχει σήμερα και οι κάτοικοί του στην πλειοψηφία τους μετακόμισαν στην Νέα Φιλαδέλφεια, που η περιοχή της ήταν στις αρχές του 20ου αιώνα ένα τεράστιο τσιφλίκι που είχε δοθεί από τους κατακτητές, στον Τούρκο μπέη της περιοχής. Είχε το όνομα Νάρες που ίσως να σήμαινε ροδιά από τις πολλές ροδιές που είχε στην περιοχή των βάλτων (Ινάρ στα τούρκικα σημαίνει ρόδι).
- ^β Στις 10 Οκτωβρίου 1935 θα επαναλάμβανε τις εργασίες της η Ε' Εθνοσυνέλευση που τις είχε διακόψει στις 10 Ιουνίου, αφού προηγουμένως είχε αποφασίσει τη διενέργεια δημοψηφίσματος μέχρι τις 15 Νοεμβρίου 1935, ώστε να αποφανθεί ο Ελληνικός λαός για τη διατήρηση του ισχύοντος πολιτεύματος της αβασίλευτης Δημοκρατίας ή για την παλινόρθωση της μοναρχίας.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- [Γεώργιος Κονδύλης anemourion.blogspot.gr]
- [Το στρατηγό μας χάσαμε Δημοτικό τραγούδι αφιερωμένο στο Γεώργιο Κονδύλη]
- [Σαν σήμερα πεθαίνει ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ-Ο ΚΕΡΑΥΝΟΣ Γεώργιος Βαρδάκας, Συνταγματάρχης ε.α.]
Διαβάστε τα λήμματα
- Δημήτριος Γούναρης
- Νικόλαος Στράτος
- Νικόλαος Θεοτόκης
- Γεώργιος Μπαλτατζής
- Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης
- Γεώργιος Χατζηανέστης
- Αλέξανδρος Χατζηκυριάκος
- Αλέξανδρος Οθωναίος
- Νικόλαος Πλαστήρας
Παραπομπές
- ↑ [Εφημερίδα «Ακρόπολις«, φύλλα 1ης και 2ας Φεβρουαρίου 1936]
- ↑ [Ο Γεώργιος Κονδύλης με τη μνηστή του ζωγράφο Θάλεια Διπλαράκου. archives.elia.org.gr]
- ↑ [Αποχαιρετισμός στην ομορφιά της Αλίκης Διπλαράκου Εφημερίδα «Η Καθημερινή«, Ελένη Μπίστικα, 8 Νοεμβρίου 2002]
- ↑ [Αντγος Γεώργιος Κονδύλης Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών]
- ↑ [Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος του 1908 και τα μέλη του asxetos.gr]
- ↑ [Η βενιζελική «εθνική άμυνα» και τα αιματηρά γεγονότα στην Χαλκιδική (Σεπτέμβριος 1916) melostisneos.wordpress.com]
- ↑ [Οι ωμότητες των Βενιζελικών στη Χαλκιδική palaiochori.gr]
- ↑ [Μάχες Σκρα-Ραβινέ-Σεμέν Ντε Φερ kilkistoday.gr (ανακτήθηκε στις 25 Μαρτίου 2021, 11:30')]
- ↑ [Κυβέρνησις ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΝΔΥΛΗ Γενική Γραμματεία Κυβέρνησης.]
- ↑ [Ο Γεώργιος Κονδύλης καταστέλλει το κίνημα των Ζέρβα-Ντερτιλή neakriti.gr (ανακτήθηκε στις 25 Μαρτίου 2021, 11:45')]
- ↑ [Γιατί έμειναν στην ιστορία οι βουλευτικές εκλογές του 1926]
- ↑ [Εκτελείται στη Θεσσαλονίκη ο επίλαρχος Σταμάτης Βολάνης]
- ↑ [Εφημερίδα «Αναγέννησις» Τρικάλων, φύλλο της 14ης Μαρτίου 1935.]
- ↑ [Αγόρευσις του αντιπροέδρου Γεωργίου Κονδύλη επί του Πολιτειακού ζητήματος]
- ↑ [Σπυρίδωνος Λιναρδάτου: «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο», 1965, σελίδα 110η.]
- ↑ [Γρηγόρης Δαφνής, «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ίκαρος» 1955, τόμος Β', σελίδα 383η.]
- ↑ [Κυβέρνησις ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΝΔΥΛΗ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης.]
- ↑ [Φαίδων Γρηγοριάδης, «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909- 1940», εκδόσεις «Καπόπουλος», τόμος Δ', σελίς 57η.]
- ↑ [Η δικτατορία του Κονδύλη και η μοναρχική παλινόρθωση του '35 Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Κυριακή 6 Οχτώβρη 2002.]
- ↑ [Το Δημοψήφισμα του 1935]
- ↑ [«Ο δρόμος προς την καταστροφήν, Εθνικός διχασμός αιτία της Μικρασιατικής καταστροφής»]
- ↑ [Εφημερίδα «Ακρόπολις», φύλλα 1ης και 2ας Φεβρουαρίου 1936]
- ↑ [Εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα», φύλλο 2ας Ιανουαρίου 1936.]
- ↑ [Κουρούκλης Γεώργιος «Ο υπασπιστής του Γεωργίου Κονδύλη» averoph.wordpress.com]
- ↑ [Μνημεία-Αγάλματα-Προτομές, «Γεώργιος Κονδύλης»]