Κωνσταντίνος Βεντήρης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Κωνσταντίνος Βεντήρης Έλληνας εθνικιστής ανώτατος στρατιωτικός με το βαθμό του Αντιστρατήγου, που διατέλεσε αρχηγός του Ελληνικού στρατού στη Μέση Ανατολή και μετέπειτα Αρχηγός Γ.Ε.Σ. ενώ πήρε μέρος και στην Εθνική αντίσταση, γεννήθηκε το 1892 στην Καλαμάτα και πέθανε [1] την Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 1960 στις 1:30 μετά το μεσημέρι, από εμβολή συνεπεία νόσου των νεφρών, στο Νοσηλευτικό Ίδρυμα του Μετοχικού Ταμείου Στρατού στην Αθήνα. Η νεκρώσιμη ακολουθία τελέστηκε στη γενέτειρα του, την Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου, στο χωριό Αρμυρό Μεσσηνίας, όπου ενταφιάστηκε η σορός του στον τάφο της οικογένειας Βεντήρη.

Ήταν άγαμος και δεν απέκτησε απογόνους.

Κωνσταντίνος Βεντήρης

Βιογραφία

Πατέρας του ήταν ο στρατιωτικός Αντώνιος Βεντήρης και ήταν το δεύτερο από τα επτά παιδιά της οικογένειας. Αδέλφια του ήταν ο πρωτότοκος Γεώργιος Βεντήρης, δημοσιογράφος, συνεργάτης του Ελευθερίου Βενιζέλου και διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Βασιλέως, οι νεότεροι του Νικόλαος Βεντήρης και Δημήτριος Βεντήρης, δημοσιογράφοι και διευθυντές αθηναϊκών εφημερίδων, ενώ είχε και τρεις αδελφές, την Καίτη, την Πόπη και τη Χρυσούλα.

Πολεμική δράση

Ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Καλαμάτα και την 1η Απριλίου του 1910 κατατάχθηκε στον στρατό ως εθελοντής. Συμμετείχε στους Βαλκανικούς πολέμους, στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στο Μπιζάνι και αγώνες κατά των Βουλγάρων και τραυματίστηκε στη μάχη της Μανωλιάσας. Φοίτησε στη Σχολή Υπαξιωματικών από την οποία αποφοίτησε το Μάρτιο του 1914 με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Το 1916 ακολούθησε τους υποστηρικτές του Ελευθερίου Βενιζέλου, προσχώρησε το κίνημα της Εθνικής Άμυνας και ήταν υπασπιστής του Παναγιώτη Δαγκλή, ενός από τα μέλη της Τριανδρίας. Πολέμησε στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο από το 1916 έως το 1918 και ως διοικητής Λόχου εκστρατείας κατά των Γερμανο-Βουλγάρων συμμετείχε στη Διάσπαση του Μακεδονικού Μετώπου. Μετά τη μάχη του Σκρά προήχθη επ' ανδραγαθία σε Ταγματάρχη και το Μάιο του 1918 τοποθετήθηκε επιτελάρχης της Μεραρχίας Αρχιπελάγους. Τον Απρίλιο του 1920 πήρε μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία, όμως ζήτησε να απαλλαγεί των επιτελικών καθηκόντων και να του ανατεθεί μάχιμη υπηρεσία και όταν αυτό συνέβη αναδείχθηκε μεταξύ των γενναίων πολεμιστών καθώς όρμησε μεταξύ των πρώτων προς την Προύσα. Διατέλεσε Διοικητής Τάγματος καθώς και του 23ου Συντάγματος και συμμετείχε στις μάχες στην Καβαλίτσα, στη διάρκεια της οποίας τραυματίστηκε, στο Αρσλανί, στην Κιουτάχεια, όπου επίσης είχε τραυματισμό, και στο Εσκή-Σεχίρ.

Μετά την κατάρρευση του Μετώπου στη Μικρά Ασία συνέβαλε στις επιχειρήσεις υποχωρήσεως από τη Σμύρνη προς τη Χίο και την Αθήνα. Στο τέλος του 1922, συνέβαλε στη συγκρότηση της Στρατιάς του Έβρου, μετά την τραγωδία της Ανατολικής Θράκης όπου η Ελλάδα υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει δίχως μάχη την περιοχή που προηγουμένως είχε καταλάβει. Διορίστηκε ως επικεφαλής της 7ης Μεραρχίας Πεζικού, και το 1923 προήχθη σε αντισυνταγματάρχη. Στον Μεσοπόλεμο αποφοίτησε από την Ανωτέρα Σχολή Πολέμου και μετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία, ενώ επιστρέφοντας υπηρέτησε ως Διοικητής στο 1ο και 41ο Συντάγματα Πεζικού. Το 1930 προήχθη συνταγματάρχη και στη συνέχεια υπηρέτησε ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Γιουγκοσλαβία και την Τσεχοσλοβακία, ως Διευθυντής του Γενικού Επιτελείου του Γραφείου Πληροφοριών και ως Αναπληρωτής Διοικητής της Σχολής Πολέμου. Με το βαθμό του Συνταγματάρχου συμμετείχε στο αποτυχημένο Βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου του 1935, μετά την αποτυχία του οποίου διέφυγε από την Ελλάδα και στις 11 Μαρτίου ζήτησε πολιτικό άσυλο από τις Βουλγαρικές αρχές [2], όμως τέθηκαν υπό αυστηρή επιτήρηση. Στις 20 Μαρτίου ανακοινώθηκε η απόφαση του Στρατοδικείου Καβάλας με την οποία ο Βεντήρης καταδικάστηκε [3] στην ποινή του θανάτου και της στρατιωτικής καθαιρέσεως.

Κατοχή

Στα μέσα του Οκτωβρίου του 1941 μαζί με τον αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Μανέττα, συναντήθηκαν με τον Ευριπίδη Μπακιρτζή και τον Στέφανο Σαράφη, και συμφώνησαν από κοινού για μελλοντική αντιστασιακή δράση, όμως το καταστατικό που τέθηκε υπ' όψη τους χαρακτηρίσθηκε από τους Μανέττα και Βεντήρη ως «κομμουνιστικό». Στην περίοδο της Κατοχής ήταν επικεφαλής της αντιστασιακής οργανώσεως «Ρωμυλία-Αυλών-Νήσοι» [«Ρ.Α.Ν.»] [4]. Υπαρχηγός του ήταν ο μετέπειτα στρατηγός Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος, ενώ οι δυο τους συνεργάστηκαν στενά με το Γεώργιο Γρίβα και τον Όμηρο Παπαδόπουλο της Οργανώσεως «Χ», αλλά και με τους Αλέξανδρο Παπάγο και Χρήστο Ζαλοκώστα της οργανώσεως «Εθνική Δράση». Την Άνοιξη του 1944, ο Βεντήρης μετά από πρόσκληση του Γεωργίου Παπανδρέου από το Κάιρο, με καΐκι που τον παρέλαβε από περιοχή Δασκαλειού έφθασε στην Αγριλέα Τουρκίας και από εκεί μέσω Σμύρνης και σιδηροδρομικώς στην Άγκυρα μετέβη αεροπορικώς μέσω Αδάνων στη Βηρυτό όπου εκπροσωπώντας μαζί με τον Α. Σταθάτο τις Εθνικές Δυναμικές Οργανώσεις Αντιστάσεως συμμετείχε στις 17 Μαΐου 1944, στο Συνέδριο του Λιβάνου.

Τον Ιούνιο του 1944 η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, μετά την καταστολή της κομμουνιστικής ανταρσίας που εκδηλώθηκε στις τάξεις του Ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, του ανέθεσε την αναδιοργάνωση των στρατιωτικών τμημάτων και προήχθη σε υποστράτηγο, με αναδρομική ισχύ από το 1943, την ίδια στιγμή. Η ΙΙΙη Ορεινή Ταξιαρχία, έργο αποκλειστικά δικό του, έλαβε μέρος μαζί με τους συμμάχους στους αγώνες κατά των Γερμανών, για την απελευθέρωση της Ιταλίας, όπως στο Ρίμινι. Αντιτάχθηκε με σθένος στην καταδίκη των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς εκτός από την κοινή θεώρηση των πραγμάτων, σημαντικά στελέχη των Ταγμάτων Ασφαλείας, όπως οι συνταγματάρχες Παπαθανασόπουλος και Νικόλαος Κουρκουλάκος ήταν συνεργάτες του τον Οκτώβριο του 1943, σε επαφή και συνεργασία με τον Βρετανό σύνδεσμο λοχαγό Don Stott. Σύμφωνα με Αγγλική έκθεση το Νοέμβριο του 1944 «...ανώτεροι Έλληνες αξιωματικοί» ισχυρίζονταν ότι ο Βεντήρης και ο Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος προετοίμαζαν τη συγκρότηση ενός σώματος το οποίο θα αποτελείτο από άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας καθώς και από άνδρες της Ειδικής Ασφάλειας. Η έκθεση αυτή επιβεβαιώθηκε αμέσως μετά τη σύγκρουση που έγινε στις 3 Δεκεμβρίου 1944, στην Πλατεία Συντάγματος.

Μεταπελευθερωτικά

Ο Βεντήρης οργάνωσε τον επαναπατρισμό του Ελληνικού Στρατού και επέστρεψε στην Αθήνα στις 12 Νοεμβρίου 1944. Σταδιακά προσχώρησε στους υποστηρικτές του Βασιλικού Θεσμού. Σύμφωνα με έκθεση του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1945, Λίνκολν Μακβή, ως Υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού ήταν ο επικεφαλής της οργανώσεως «Σύνδεσμος Αξιωματικών», που αποτελούσε στην ουσία την ηγετική ομάδα του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ταξίδεψε στην Αγγλία για εκπαιδευτικούς σκοπούς, ενώ την περίοδο από το 1946 έως το 1949, με την ένοπλη εξέγερση των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, διετέλεσε Διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού.

Σε ένα απόρρητο «Σημείωμα επί της Δημοσίας Τάξεως» που απέστειλε στις 7 Ιουλίου 1946 στο βασιλιά Γεώργιο ο βουλευτής Χρήστος Ζαλοκώστας, τον ενημέρωνε για την απόφαση της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη για την ίδρυση, όπως ήταν η πρόταση του Σπύρου Μαρκεζίνη, ενός νέου «Μακεδονικού Κομιτάτου», το οποίο θα φρόντιζε να σωθεί η Βόρεια Ελλάδα. Σε σύσκεψη υπό τον υπουργό Μαυρομιχάλη, στην οποία συμμετείχαν ο Παναγιώτης Σπηλιωτόπουλος, ο Σπύρος Μαρκεζίνης και ο Χρήστος Ζαλοκώστας, αποφασίστηκε η ίδρυση του Κομιτάτου και η εξεύρεση 100 εκατομμυρίων δραχμών, τα οποία θα κατανέμονταν 50.000.000 στον στρατηγό Βεντήρη για την Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία, 40.000.000 εις τον στρατηγό Γεωργούλη, για τη Δυτική Μακεδονία και Θεσσαλία και 10.000.000 εις τον στρατηγό Δημήτριο Γιατζή, για τη Στερεά Ελλάδα. Το Κομιτάτο απαρτίστηκε από τους στρατηγούς Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλο και Βεντήρη, τον Μαρκεζίνη, το Βουλευτή Καβάλας Ν. Γρηγοριάδη, και τους διευθυντές των εφημερίδων Αχιλλέα Κύρου της «Εστίας», Καλαποθάκη του «Εμπρός» και Βοβολίνη της εφημερίδος «Ελληνικόν Αίμα». Ταυτόχρονα το Γενικό Επιτελείο Στρατού άρχισε την αποστολή όπλων, 600 στη Θεσσαλονίκη, 750 στη Δυτική Μακεδονία και 200 στη Στερεά Ελλάδα, τα οποία διανεμήθηκαν σε εθνικιστές πολίτες, με στόχο την αυτοπροστασία τους και την καταδίωξη ανταρτικών κομμουνιστικών ομάδων.

Η οργάνωση διευθύνονταν από την Αθήνα και τις αποφάσεις εκτελούσε το Γενικό Επιτελείο Στρατού μέσω ειδικού γραφείου που ιδρύθηκε άμεσα το οποίο διηύθυνε ο υπαρχηγός Γ.Ε.Σ. τότε ταξίαρχος Θωμάς Πετζόπουλος, που τις επόμενες ημέρες αναχώρησε για ταξίδι στη Μακεδονία όπου επέβλεψε την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Στις 26 Ιουνίου του 1946 ο Πετζόπουλος, με την ιδιότητα του συντονιστή του Κομιτάτου διακήρυξε ότι «δεν πρέπει να κωλυθώμεν εκ των Νόμων», ενώ ο Γρηγόριος Δημουλάς, Ανώτερος Διοικητής Χωροφυλακής Κεντρικής Μακεδονίας, που δήλωσε στους ανωτέρους του πως «δεν εννοεί ν’ ανεχθή έκνομον δράσιν και ότι η Χωροφυλακή δεν πρόκειται να δράση κατά προηγηθέντα παραδείγματα άλλων Τμημάτων κατά την διάρκειαν της κατοχής», απομακρύνθηκε από τη θέση του την 1η Αυγούστου του ίδιου έτους με εντολή του Πετζόπουλου και του στρατηγού Κωνσταντίνου Βεντήρη. Στις 27 Νοεμβρίου 1946, ο Βεντήρης αναφερόμενος στις αιφνιδιαστικές επιθέσεις των ανταρτικών ομάδων, οι οποίες προκαλούσαν τεράστια ανησυχία στο κυβερνητικό στρατόπεδο, έγραφε σε μία αναφορά του προς το Γενικό Επιτελείο, «...αγόμεθα μοιραίως προς δύσκολον θέσιν, ..{..}.. κάθε ημέρα παρερχομένη, φέρει κατά εν βήμα πλησιέστερον τον κίνδυνον...». Στη συνέχεια ορίστηκε διοικητής της 1ης Στρατιάς, καθώς προκειμένου να αντιμετωπιστεί η δράση των ανταρτών, η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Τσαλδάρη αποφάσισε στις 14 Ιανουαρίου 1947, τη συγκρότηση Διοικήσεως Στρατιάς, στην οποία θα υπάγονταν το Β' και Γ' Σώμα Στρατού. Έδρα της νέας διοικήσεως ήταν ο Βόλος.

Επιχειρήσεις Γράμμου-Βίτσι

Στις 19 Φεβρουαρίου 1947, ο Βεντήρης εισηγήθηκε στον Υπουργό Στρατιωτικών Γεώργιο Στράτο τη δημιουργία τριών στρατοπέδων. Ενός στη Μακρόνησο για τους κομμουνιστές στρατεύσιμους των Ελληνικών Ενόπλων δυνάμεων, ενός στο Τρικέρι για τους κομμουνιστές των περιοχών που εκκαθάριζε ο Ελληνικός Στρατός κι ενός στη Γυάρο, για όσους είχαν καταδικαστεί για αδικήματα, βάσει διατάξεων του Κοινού Ποινικού Δικαίου [5]. Διατέλεσε αρχηγός στο Γενικό Επιτελείο Στρατού [Α/Γ.Ε.Σ.] από το Νοέμβριο του 1947 έως τον Φεβρουάριο του 1948, όταν αποστρατεύτηκε με αίτηση του, όμως ένα χρόνο αργότερα ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία. Με απόφαση του αρχιστρατήγου Αλέξανδρου Παπάγου, του ανατέθηκε για μικρό χρονικό διάστημα η θέση του Γενικού Επιθεωρητή Στρατού με ευρείες αρμοδιότητες, ενώ τον Μάιο του 1949 και στη διάρκεια της πολεμικής αναμετρήσεως των Εθνικών δυνάμεων με τους ένοπλους αντάρτες του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, ανέλαβε τη Διοίκηση της Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας.

Ο Βεντήρης σε έκθεση του προς τον Στρατάρχη Αλέξανδρο Παπάγο στις 9 Ιουνίου 1949, που επιδόθηκε από τον Ανδρέα Καλλίνσκη, αποκρυστάλλωσε τους επιχειρησιακούς σκοπούς των Λόχων Ορεινών Καταδρομών [Λ.Ο.Κ.] και το δόγμα επιχειρήσεων σε ορεινό αγώνα. Οι προπαρασκευαστικές ενέργειες που θεωρούσε απαραίτητες να γίνουν δύο με τρεις εβδομάδες πριν την κύρια επιχείρηση περιλάμβαναν, καταστροφή συγκοινωνιών, ανατίναξη αποθηκών πυρομαχικών, επιθέσεις σε περιπόλους του αντιπάλου, επιθέσεις σε σταθμούς διοικήσεως, τακτική συλλογή πληροφοριών, εκτέλεση «κατοπτεύσεων επιτελικής σημασίας», αρπαγή αιχμαλώτων και κατάληψη φυλακίων, σύνολο ενεργειών που αποσκοπούσε στο «..να εκνευρίζουν τον εχθρόν, στην σύγχυσιν και την πτώσιν του ηθικού του..».

Την 30 Αυγούστου 1949 με τη νικηφόρο λήξη, για τον Εθνικό Στρατό, των επιχειρήσεων στο Γράμμο και στο Βίτσι, στην ημερήσια διαταγή του ο Βεντήρης ανέφερε, «… Εξαίσιαι νίκαι του Βίτσι της Παναγίας, του Γράμμου του Αγίου Αλεξάνδρου. Τι ευτυχείς συγκυρίαι δια τον χριστιανικώτερον λαόν της οικουμένης. Στρατηγοί μου, Διοικηταί, Επιτελείς, Αεροπόροι, Καταδρομείς, Οπλίται, Πολυβοληταί, Θωρακισμένοι, Σκαπανείς. Διαβιβασταί. Ακόμη μια φορά σας βροντοφωνώ ότι αξίζει η Ελλάς να την υπηρετούν Στρατιώται ως εσείς. Θαυμάζω το τίμιον θάρρος, την ευγένεια και την άνευ ορίων αυτοθυσίαν σας. Εις τους ωραίους νεκρούς που μας αποχαιρέτησαν την δραματική εβδομάδα που πέρασε, οι γέροι αρματολοί θα τους κάνουν τόπο να διαβούν και οι ήχοι των τρούλων θα σιγοψάλλουν τα ονόματά τους…».

Ύστερα χρόνια

Το 1950 ο Βεντήρης ασχολήθηκε με τη διερεύνηση της κατοχικής δράσεως του Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου της οργανώσεως «Εθνικός Ελληνικός Στρατός» [Ε.Ε.Ε.], μετά από επιστολή που του απέστειλε ο ταξίαρχος Αργυρόπουλος, στην οποία τονιζόταν η δοσιλογική δράση του. Το Γ.Ε.Σ. διέταξε διενέργεια ανακρίσεως, την οποία ανέθεσε στο διοικητή του Γ' Σώματος Στρατού Θεόδωρο Γρηγορόπουλο. Το Νοέμβριο του 1950 το πόρισμα της ένορκης διοικητικής εξετάσεως ανέφερε ότι το ένοπλο τμήμα του Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου είχε εξοπλιστεί «...αναμφισβητήτως εκ των Γερμανικών Αρχών Κατοχής μεθ’ ων είτε ο ίδιος προσωπικώς είτε διά μέσου τρίτων προσώπων της εμπιστοσύνης του ήλθεν εις επαφήν και ελάμβανε παρά τούτων εκάστοτε όπλα και πυρομαχικά». Ο Βεντήρης αποστρατεύτηκε στις 24 Μαρτίου 1951 με τον βαθμό του αντιστρατήγου και τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου του αποδόθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Γενικού Υπασπιστού του Βασιλέως Παύλου Α'.

Δεκατέσσερις ημέρες πριν το θάνατο του εισήχθη για νοσηλεία στο Ίδρυμα του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, καθώς είχε προσβληθεί από νόσο των νεφρών. Κατέληξε από εμβολή της νόσου των νεφρών. Η σορός του εναποτέθηκε στο ναΐδριο του νοσηλευτικού Ιδρύματος, όπου παρέμεινε έως την 11η πρωινή της επομένης του θανάτου του. Εκεί προσήλθε και ο Βασιλιάς Παύλος Α', ο οποίος κατέθεσε στεφάνι στη σορό του του νεκρού στρατηγού. Οι τελευταίες του επιθυμίες όπως είχαν εκφραστεί γραπτά, ήταν να ταφεί στη γενέτειρα του δίπλα στους γονείς και τον αδελφό του. Επίσης ζήτησε να ταφεί δίχως τη μεγάλη αλλά με με απλή χακί στολή και στον τάφο του να χαραχθούν οι λέξεις Λιτότης-Απλότης, ως δική του υποθήκη προς τους Έλληνες αξιωματικούς.

Διακρίσεις

Τιμήθηκε από τέσσερις Βασιλείς με πλήθος παρασήμων μεταξύ των οποίων τον Μεγαλόσταυρο του Γεωργίου του Α΄ και το 1951 με τον Ταξιάρχη του Αριστείου Ανδρείας, κι έγινε ένας, από τους μόλις τρεις αξιωματικούς του Στρατού, οι άλλοι δύο είναι ο Αναστάσιος Παπούλας και ο Αλέξανδρος Παπάγος, που τιμήθηκε με αυτή τη διάκριση. Τιμήθηκε ακόμη και με άλλα παράσημα και μετάλλια ελληνικά και συμμαχικά.

Εργογραφία

Ο Βεντήρης μετέφρασε στα ελληνικά το στρατιωτικό σύγγραμμα

  • «Οι αρχές του πολέμου», έργο του Γάλλου στρατάρχη Φος.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

Παραπομπές

  1. Απέθανε χθες ο στρατηγός Κωνσταντίνος Βεντήρης Εφημερίδα «Ελευθερία», 15 Δεκεμβρίου 1960, σελίδες 1 & 7.
  2. Ο Καμμένος και το επιτελείο του κατέφυγον εις το Βουλγαρικόν έδαφος. Εφημερίδα «Ακρόπολις», 12 Μαρτίου 1935, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, (σελίδα 353η, του αρχείου).
  3. Εφημερίδα «Ακρόπολις», 21 Απριλίου 1935, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, (σελίδα 107η, του αρχείου).
  4. [Η οργάνωση «Ρ.Α.Ν.» ήταν αντιστασιακή-αλυτρωτική με στόχο την επέκταση της Ελλάδας, που ξεκίνησε ως αντιμοναρχική και την καθοδηγούσε ο στρατηγός Βεντήρης. Ο Κωνσταντίνος Βεντήρης, μετά από τις προτροπές του αδερφού του Γεωργίου Βεντήρη, και την υπέρ του Έλληνα βασιλιά παρέμβαση του υπουργού Μέσης Ανατολής Λύτελτον σταδιακά μεταστράφηκε έτσι ώστε καλοκαίρι του 1943 να δηλώνει προς τις υπηρεσίες του Καΐρου ότι δεν έχει πολιτικές επιδιώξεις, ενώ συνέχιζε να χαρακτηρίζει, εντός της χώρας, ξένο για την Ελλάδα το θεσμό της βασιλείας. Το καλοκαίρι του 1944 υποστήριζε την επιστροφή του Βασιλιά σε ενδεχόμενο δημοψήφισμα. Γνωστό μέλος της ήταν ο δολοφονημένος εθνικιστής φοιτητής Κίτσος Μαλτέζος, ενώ τα μέλη της στα Πανεπιστήμια συμμετείχαν στον Ε.Σ.Α.Σ. [Εθνικός Σύνδεσμος Ανωτάτων Σχολών].]
  5. [Νένη Πανουργιά, «Επικίνδυνοι πολίτες: Ελληνική Αριστερά και η κρατική τρομοκρατία».]