Μιχαήλ Μπαλόπουλος

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Μιχάλης Μπαλόπουλος ή Μπαλόγλου, Έλληνας εθνικιστής αξιωματικός του Πυροβολικού στον Ελληνικό Στρατό Ξηράς με το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη ε.α., από τους πρωταγωνιστές της επιβολής και μέλος του Επαναστατικού συμβουλίου του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, γεννήθηκε το 1921 στο Ναζλί της Μικράς Ασίας και πέθανε [1] το πρωί της Παρασκευής 3 Μαρτίου 1978, στις φυλακές Κορυδαλλού από οξύ έμφραγμα του μεσοκοιλιακού καρδιακού διαφράγματος. Η κηδεία του έγινε στις 5 το απόγευμα του Σαββάτου 4 Μαρτίου στο Νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης, όπου και τάφηκε.

Ήταν παντρεμένος με την Παναγιώτα και από το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη, την Αγγελική.

Μιχάλης Μπαλόπουλος

Βιογραφία

Η καταγωγή της οικογενείας του είναι από τη Μικρά Ασία και το αρχικό της επώνυμο ήταν Μπαλόγλου. Ο Μιχάλης Μπαλόπουλος, που είχε ένα μικρότερο αδελφό, φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και αποφοίτησε ως Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού. Συμμετείχε και πολέμησε ηρωικά στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-41 και στην αντίσταση κατά των Γερμανικών στρατευμάτων, τον Απρίλιο του 1941, έως την κατάρρευση του μετώπου. Συμμετείχε στην οργάνωση «Ένωσις Ελλήνων Νέων Αξιωματικών» [«Ε.Ε.Ν.Α.»], από κοινού με 25 περίπου αξιωματικούς, από το βαθμό του αντισυνταγματάρχου μέχρι του λοχαγού, οι περισσότεροι από τους οποίους υπηρετούσαν στο Γενικό Επιτελείο και στην Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών. Ανάμεσα τους, πλην του Μπαλόπουλου, ήταν οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Δημήτριος Πατίλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Πέτρος Κωτσέλης, Νικόλαος Γκαντώνας, Ιωάννης Λάζαρης, Αντώνιος Λέκκας, Αντώνιος Μέξης, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Νικόλαος Ντερτιλής και Νικόλαος Πετάνης, σχεδόν στο σύνολο της η μετέπειτα ηγετική ομάδα του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, με εξαίρεση τους Παττακό και Μακαρέζο, των οποίων η ενεργή ένταξη από τότε στην ομάδα δεν τεκ­μηριώνεται με επάρκεια. [2]. Από τον Ιούλιο του 1956, με το βαθμό του Ταγματάρχη, υπηρέτησε ως Τμηματάρχης στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, έως τον Δεκέμβριο του 1958, οπότε στάλθηκε ως σπουδαστής στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου της Θεσσαλονίκης.

Στην κατοικία του Μπαλόπουλου, ένα διώροφο σπίτι στην οδό Κυδωνίων στο κέντρο του σημερινού Δήμου Νέας Σμύρνης στο νομό Αττικής απέναντι από την «παλιά αστυνομία», συγκεντρώνονταν συχνά και έπαιρναν αποφάσεις οι αξιωματικοί που συμμετείχαν στην επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967. Στις 20 Απριλίου υπηρετούσε ως Τμηματάρχης, με το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη, στο 3ο Επιτελικό γραφείο του Γενικού επιτελείου Στρατού [Γ.Ε.Σ.]. Στις 9 το βράδυ της 20ης Απριλίου 1967, οι Παπαδόπουλος, Παττακός και Μακαρέζος αναχώρησαν μαζί από το σπίτι του Μπαλόπουλου στην Νέα Σμύρνη όπου πραγματοποιήθηκε η προτελευταία συνάντηση των μελών της «Επαναστατικής Επιτροπής» του καθεστώτος. Μετά την αποτυχία του Βασιλικού κινήματος της 13ης Δεκεμβρίου 1967, τέθηκε από το επιτελείο των Αξιωματικών του καθεστώτος της 21ης Απριλίου θέμα πολιτειακού και ο Μπαλόπουλος ζήτησε «Να προειδοποιηθή ο Κωνσταντίνος για να ξέρει τι τον περιμένει...».

Κυβερνητικές θέσεις

Στις κυβερνήσεις της 21ης Απριλίου, ο Μπαλόπουλος διατέλεσε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Συγκοινωνιών, Γενικός Γραμματέας στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού [Ε.Ο.Τ.]. Στην Οργανισμό στενοί συνεργάτες του συνταγματάρχη Μπαλόπουλου ήταν οι Χρύσανθος Δημητριάδης και Νικόλαος Καπετανάκης. Στη συνέχεια, από τις 31 Ιουλίου 1972 ως τις 28 Σεπτεμβρίου 1973, ο Μπαλόπουλος διατέλεσε υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας αρμόδιος για θέματα Εμπορίου [3] στην κυβέρνηση υπό τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Για τη στρατιωτική του δράση τιμήθηκε με πολλά μετάλλια και διακρίσεις, ενώ τιμήθηκε από το Δήμο Ρόδου με το Αργυρούν μετάλλιο τιμής [4], για την προσφορά του στο νησί από τη θέση του Γενικού Γραμματέα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού [Ε.Ο.Τ.].

Δίκη κρεάτων

Μετά την επικράτηση του κινήματος υπό τον Δημήτριο Ιωαννίδη, το οποίο εκδηλώθηκε το Νοέμβριο του 1973, ο Μπαλόπουλος συνελήφθη [5] και τον Ιανουάριο του 1974 του απαγγέλθηκε επίσημα κατηγορία. Η δίκη σκοπιμότητος άρχισε στο Στρατοδικείο του Ρουφ στις 5 Ιουνίου 1974 και αφορούσε την υπόθεση που έγινε γνωστή ως το «σκάνδαλο των κρεάτων», δηλαδή εισαγωγή ακατάλληλων για τη υγεία κρεάτων από τη Ροδεσία, τα οποία έπειτα από δωροδοκία των αρμόδιων υπαλλήλων και σε συνεργασία με εισαγωγείς κρεάτων εμφανίζονταν στην αγορά ως κρέατα Αργεντινής. Ο Μπαλόπουλος, κατηγορήθηκε για παράβαση του Συντάγματος και συγκεκριμένα του νόμου περί ισότητος των πολιτών, καθώς προκειμένου να εισάγονται μεγάλες ποσότητες κρέατος και να επωφελείται από το συνάλλαγμα, είχε θεσπίσει διατάξεις που απαγόρευαν τη σφαγή ζώων στην Αθήνα, καθώς και την απαγόρευση της εισαγωγής κρέατος από άλλες ελληνικές πόλεις. Συνολικά του αποδόθηκαν 25 κατηγορίες, οι περισσότερες ατιμωτικού χαρακτήρος.

Στην απολογία του ο Μπαλόπουλος ισχυρίστηκε ότι «είναι θύμα του Ιωαννίδη» [6] και απολογήθηκε με δάκρυα και λυγμούς. Στη δίκη προέκυψε ανάμιξη του Παττακού και αναγνώστηκε διαταγή του της 21ης Σεπτεμβρίου 1972, «..όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα κρέατα εισαγωγής. Με την απόφαση του Εκτάκτου Στρατοδικείου, που εκδόθηκε στις 27 Ιουνίου 1974, ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε κάθειρξη 10 ετών, μαζί με το Ζαφείρη Παπαμιχαλόπουλο, διορισμένο πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ και Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου του. Μετά από έφεση την οποία υπέβαλλε, η δίκη επαναλήφθηκε σε δεύτερο βαθμό τον Ιούνιο του 1975 και η ποινή του μειώθηκε σε 3,5 χρόνια φυλακίσεως.

Στη συνέχεια άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο η οποία έγινε δεκτή και η δίκη του επαναλήφθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1976 [7]. Ο Μπαλόπουλος πρότεινε ως μάρτυρες υπερασπίσεως του τους Γεώργιο Παπαδόπουλο και Στυλιανό Παττακό, ενώ τη δίκη παρακολούθησε η Δέσποινα Παπαδοπούλου, σύζυγος του Γεωργίου Παπαδόπουλου. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα για την εξέταση των μαρτύρων υπερασπίσεως Παπαδόπουλου και Παττακού που πρότεινε η υπεράσπιση του Μπαλόπουλου. Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, ο Μπαλόπουλος αθωώθηκε για την παράβαση του νομού περί ευθύνης υπουργών και του επιβλήθηκε ποινή 14 μήνες φυλακίσεως, για το σκέλος της κατηγορίας που αφορούσε την μη άσκηση ελέγχου προϊσταμένου προς υφιστάμενο του υπάλληλο.

Δίκες & Καταδίκες

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1968 το Συμβούλιο της Επικρατείας, υπό την προεδρία του Μιχάλη Στασινόπουλου, είχε αποφανθεί για την 21η Απριλίου 1967 ότι αποτέλεσε Επανάσταση [8]. Επίσης στις 26 Ιουλίου 1974, δημοσιεύθηκε το Προεδρικό Διάταγμα Γενικής Αμνηστίας με αριθμό 519, το οποίο όριζε, «...Αμνηστεύονται τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Ποινικού Κώδικος, του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος κ.λπ. και αυτόθι αναφερομένων νόμων, ως επίσης και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21/4/1967. Ομοίως αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα, τελεσθέντα προ της 21/4/1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπον προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως...».

Μηνυτήρια αναφορά

Με μια κίνηση μεθοδευμένη και με ξεκάθαρο πολιτικό στόχο, στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, υποβλήθηκαν μηνύσεις εναντίον του από το δικηγόρο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο οποίος δεκατρία χρόνια αργότερα τάχθηκε εγγράφως, δημόσια και απολύτως ξεκάθαρα υπέρ της αποφυλακίσεως του [9], καθώς υποστήριξε ότι η καταδίκη του Παπαδόπουλου και των συνεργατών του υπήρξε παράνομη. Μαζί του συντάχθηκαν ο δικηγόρος Ανδρέας Αναγνωστάκης, από τον Κίσσαμο Χανίων, ως εκπρόσωπος της «Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας», οι Φοίβος Κούτσικας, Γρηγόριος Κασιμάτης, με την μήνυση των οποίων κινήθηκε δίωξη κατά 49 φυσικών προσώπων για Εσχάτη προδοσία, Στάση, ενώ οι μηνυτές πρότειναν την εξέταση 40 μαρτύρων κατηγορίας. Ακόμη, υπέβαλλε μήνυση ο δικηγόρος Δημήτριος Χαρισιάδης. Οι κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν -με βάση το Αστικό Δίκαιο- αφορούσαν κατηγορίες για εσχάτη προδοσία, συγκεκριμένα για παραβάσεις των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα.

Οι μηνύσεις, δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκαν από την Εισαγγελία Αθήνας στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή ο Παπαδόπουλος όταν τελέστηκαν τα αδικήματα είχε την ιδιότητα του στρατιωτικού. Οι μηνυτές υποστήριξαν ότι υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στους εν λόγω μηνυτές απαγορεύτηκε από το δικαστήριο να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες και τους απέβαλε της Πολιτικής Αγωγής, όμως τους επέτρεψε να καταθέσουν ως μάρτυρες κατηγορίας. Οι δεκαπέντε εναγόμενοι της αναφοράς Λυκουρέζου ήταν εκτός του Μπαλόπουλου και οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Κωνσταντίνος Ασλανίδης, Αντώνιος Λέκκας, Κωνσταντίνος Καρύδας, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Αλέξανδρος Χατζηπέτρος, Μάριος Φραγκίσκος, που υπηρετούσε ως συνταγματάρχης στο Γ.Ε.Σ. στις 21 Απριλίου 1967, Γεώργιος Ζωιτάκης και Γρηγόρης Σπαντιδάκης. Στις 28 Σεπτεμβρίου έγινε γνωστό από δημοσιεύματα εφημερίδων ότι ο υποστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Εμμανουήλ Πλευράκης διενεργεί προκαταρκτική εξέταση με βάση την μήνυση Λυκουρέζου.

Συντακτική πράξη

Στις 3 Οκτωβρίου 1974, η Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία των βουλευτών του κόμματος «Νέα Δημοκρατία», εξέδωσε Συντακτική Πράξη [10] με την οποία βάπτιζε ως «πολιτικό έγκλημα» την 21η Απριλίου και ανακαλούσε την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 –που είχε παραχωρήσει ο Καραμανλής– μόνον για τους «πρωταίτιους» της 21ης Απριλίου. Η Συντακτική Πράξη παραβίασε τρεις θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου, του Συντάγματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς:
α) Εισήγαγε νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, με το οποίο καθιστούσε την επανάσταση ποινικό αδίκημα και παραγνώρισε το αξίωμα ότι «Επανάσταση επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιον». Σύμφωνα με το άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικος τιμωρείται μόνον: «Ο αποπειρώμενος να μεταβάλη το πολίτευμα του κράτους», δηλαδή τιμωρείται μόνο τυχόν αποτυχημένη απόπειρα Επαναστάσεως. Η Συντακτική Πράξη παραβίαζε το αξίωμα «Nullum crimen nula paena sine praevia lege» [«Δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως νόμος που να το προβλέπει], καθώς και το Ελληνικό Σύνταγμα που ρητώς αναφέρει: «Νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος απαγορεύεται απολύτως».
β) Ανακάλεσε αμνηστία, παραβιάζοντας το διεθνές αξίωμα «Αμνηστία δοθείσα, ουδέποτε ανακαλείται». Η Συντακτική Πράξη της 3ης Οκτωβρίου 1974 ανακάλεσε τρεις αμνηστίες: Την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 [11] την οποία έδωσε ο Καραμανλής ως Πρωθυπουργός. Την αμνηστία της 20ης Αυγούστου 1973 [12] που είχε δώσει ως Πρόεδρος ο Παπαδόπουλος και αμνήστευε και αυτό όλα τα πολιτικά αδικήματα που είχαν σχέση με την 21η Απριλίου κι έπειτα, καθώς και την επικύρωση την αμνηστίας της 20ης Αυγούστου 1973 με την Συντακτική Πράξη της 5ης Αυγούστου 1974 [13] και πάλι από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
γ) Στέρησε το δικαίωμα του «φυσικού δικαστού»: Η Συντακτική Πράξη όριζε ότι οι διωκόμενοι «υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών». Όμως για το αδίκημα της «στάσεως» αρμόδιο ήταν το Στρατοδικείο, ενώ γι’ αυτό της «εσχάτης προδοσίας» ήταν το ορκωτό Κακουργιοδικείο. Αντιθέτως, ορίστηκε, εντελώς παράνομα, «Ειδικό Δικαστήριο», ενώ η Συντακτική Πράξη δέσμευε την Δικαιοσύνη, προσδιορίζοντας την πράξη ως «πολιτικό έγκλημα», πριν εκδικασθεί.

Εναντίον των στελεχών και του επικεφαλής του καθεστώτος της 21ης Απριλίου στήθηκε μια πραγματική βιομηχανία μηνύσεων. Με απόφαση της Βουλής καθορίστηκε προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων κατά των στελεχών του καθεστώτος, τρεις μήνες και για εγκλήματα από τα οποία είχε ζημιωθεί το Δημόσιο, έξι μήνες. Η Δικαστική Αρχή κινήθηκε αυτεπαγγέλτως από τα τέλη του 1974, μόνο για τις υποθέσεις του Πολυτεχνείου, κατά την εξέγερση του Νοέμβρη 1973 και για τα υποτιθέμενα βασανιστήρια των πολιτικών κρατουμένων και η Εισαγγελία Αθηνών διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, για τις δυο αυτές περιπτώσεις των «ομαδικών» εγκλημάτων. Έτσι ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας Κωνσταντίνος Φαφούτης διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, από τους Εισαγγελείς Δημήτριο Τσεβά, για την υπόθεση του «Πολυτεχνείου», και Βασίλειο Παππά, για τις υποθέσεις των «βασανισμών», «...ίνα κρίνη αν συντρέχη περίπτωσις ποινικής διώξεως..». Η προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων που είχε οριστεί ήταν από τις 18 Ιανουαρίου μέχρι τις 18 Απριλίου 1975. Γεννήθηκε το ερώτημα αν η 18η Απριλίου είναι μέρα, μέσα στην προθεσμία ή έξω από αυτή και από την Εισαγγελία ανακοινώθηκε επίσημα, ότι η 18 Απριλίου είναι μέσα στην προθεσμία και ο αρμόδιος Εισαγγελέας, δέχτηκε τη μέρα αυτή, μόνο στην Αθήνα, περίπου 150 μηνύσεις με εκατοντάδες κατηγορούμενους. Τελικά όσοι μηνύθηκαν στις 18 Απριλίου και παραπέμφθηκαν σε δίκες, τα δικαστήρια αποφάσισαν ότι η εν λόγω ημέρα είναι έξω από την προθεσμία, οι μηνύσεις εκπρόθεσμες και έπαψε η δίωξη των κατηγορουμένων.

Καταδίκη για την 21η Απριλίου

Ο Μπαλόπουλος κατηγορήθηκε και δικάστηκε με τις κατηγορίες της στάσεως και της εσχάτης προδοσίας στη δίκη που άρχισε στις 28 Ιουλίου 1975 ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών υπό την προεδρία του Ιωάννη Ντεγιάννη. Η απόφαση εκδόθηκε στις 23 Αυγούστου και μ' αυτήν καταδικάστηκε σε στρατιωτική καθαίρεση, ισόβια κάθειρξη για εσχάτη προδοσία, κάθειρξη 18 ετών για το αδίκημα της στάσεως και πενταετή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, λόγω της συμμετοχής του στην επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Κρατήθηκε αρχικά στις φυλακές Βόλου και στη συνέχεια μετά το Νοέμβριο του 1976 στις φυλακές Κορυδαλλού, όπου άφησε την τελευταία του πνοή, την επόμενη ημέρα μετά την αθώωση [14] του συγκατηγορουμένου του Παπαμιχαλόπουλου, για την υπόθεση των κρεάτων.

Στην κηδεία του, στο Νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης, παραβρέθηκαν η Δέσποινα Παπαδοπούλου, ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, πολλοί υπουργοί του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, καθώς και εκατοντάδες εθνικιστές και φίλοι του. Στη σορό του κατατέθηκαν περισσότερα από εκατό στεφάνια, μεταξύ τους των Παπαδόπουλου, Παττακού και Μακαρέζου. Επικήδειους εκφώνησαν οι συνάδελφοι του αξιωματικοί ε.α, αντιστράτηγος Προφύλιος, Αρβανίτης και Ιωάννης Ροϊδοδήμος, που συνυπηρέτησαν με τον Μπαλόπουλο σε διάφορες θέσεις, καθώς και οι Καραγιαννόπουλος και Χρηστάκης, δικηγόροι του Γεωργίου Παπαδόπουλου.

Διαβάστε τα λήμματα

21η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1967 21april1967.png

Αξιωματικοί (επαναστάτες)

21η Απριλίου 1967

25η Νοεμβρίου 1973

Αξιωματικοί

Δολοφονημένοι

Πολιτικά πρόσωπα

Πρωθυπουργοί

Υπουργοί

Υποστηρικτές

25η Νοεμβρίου 1973

Διάφορα πρόσωπα
  • Επίσκοποι
  • Μητροπολίτες
  • Θεολόγοι
  • Πανεπιστημιακοί καθηγητές


Παραπομπές

  1. Από οξύ έμφραγμα πέθανε ο Μπαλόπουλος μέσα στο κελί του Εφημερίδα «Μακεδονία», 4 Μαρτίου 1978, σελίδες 1 & 11.
  2. [Στην κίνηση «Εθνική Ένωση Νέων Αξιωματικών» συμμετείχαν 25 περίπου αξιωματικοί, από το βαθμό του αντισυνταγματάρχου μέχρι του λοχαγού. Οι περισσότεροι υπηρετούσαν στο Γενικό Επιτελείο και την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών [Κ.Υ.Π.]. Ανάμεσα τους ήταν οι Δημήτριος Πατίλης, Γεώργιος και Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Πέτρος Κωτσέλης, Νικόλαος Γκαντώνας, Ιωάννης Λάζαρης, Στέφανος Καραμπέρης, Αντώνιος Λέκκας, Μιχαήλ Μπαλόπουλος, Αντώνιος Μέξης, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Νικόλαος Ντερτιλής, Νικόλαος Πετάνης, με την εξαίρεση των Στυλιανού Παττακού και Νικόλαου Μακαρέζου, των οποίων η ενεργή ένταξη στην ομάδα δεν τεκ­μηριώνεται με επάρκεια.]
  3. Κυβέρνησις ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
  4. [Απόφαση 412 της 27ης Δεκεμβρίου 1970]
  5. [Στο βιβλίο «Ταραγμένη διετία» το οποίο κυκλοφόρησε στην Αθήνα το 2006 στη σελίδα 123, ο διπλωμάτης Γεώργιος Χέλμης, γαμπρός από θυγατέρα του Σπύρου Μαρκεζίνη σημειώνει στις 21 Ιανουαρίου 1974. «...Φαίνεται πως συνελήφθη ο Μπαλόπουλος, πρώην του Τουρισμού, για οικονομικά σκάνδαλα και καταδιώκεται ο Παύλου, γαμπρός του Παττακού, επίσης για οικονομικά σκάνδαλα (υπόθεσις κρεάτων)».]
  6. [Ο Δημήτριος Ιωαννίδης, προσπαθώντας να δημιουργήσει κλίμα κατά του Γεωργίου Παπαδόπουλου και των συνεργατών του, επέλεξε ως στόχους τον Μιχάλη Μπαλόπουλο, στενό φίλο και έμπιστο συνεργάτη του Παπαδόπουλου, καθώς και τον αδελφό του Παπαδόπουλου, Χαράλαμπο. Στο Έκτακτο Στρατοδικείο που συστάθηκε παραπέμφθηκαν 39 κατηγορούμενοι, μεταξύ τους δημόσιοι υπάλληλοι, έμποροι και εισαγωγείς κρεάτων, επιχειρηματίες, ως έμποροι πολύτιμων μετάλλων. Οι κατηγορίες που τους αποδόθηκαν και προέκυψαν από πόρισμα 97 σελίδων, αφορούσαν παράβαση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, δωροδοκία ή δωροληψία «κατά συρροήν», λαθραία εξαγωγή συναλλάγματος, λαθρεμπόριο κρεάτων και πλαστογραφία. Όλοι κατηγορήθηκαν ότι υπερτιμολογούσαν κρέατα που εισήγαγαν από τη Ροδεσία προκειμένου να εξαγάγουν παρανόμως συνάλλαγμα ύψους αρκετών εκατομμυρίων δολαρίων. Εισήγαγαν λαθραία κρέας εκλεκτής ποιότητας και το εισήγαγαν ως κοινό για να αποφύγουν την καταβολή των ανάλογων δασμών, ενώ επίσης πολλές από τις ποσότητες κρέατος στερούνταν υγειονομικών πιστοποιητικών. Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος κατηγορήθηκε ότι έστελνε τον οδηγό του στη λαχαναγορά όπου παραλάμβανε παρανόμως κρέατα.]
  7. Δικάζονται και πάλι ο Μπαλόπουλος και τρεις εισαγωγείς. Εφημερίδα «Μακεδονία», 12 Νοεμβρίου 1976, σελίδα 3.
  8. [«...Tο Συμβούλιον της Επικρατείας, υπό την προεδρίαν του μετά την αποχώρησιν της Επαναστάσεως Προέδρου της Δημοκρατίας Μιχαήλ Στασινοπούλου, εδέχθη διά των υπ’ αριθμ. 2468/1968 και 503/1969 αποφάσεών του, ότι «... η παρούσα Κυβέρνησις διωρίσθη από τον κατά το Σύνταγμα Ανώτατον Άρχοντα και ωρκίσθη ενώπιόν του προσλαβούσα τον τύπον συνταγματικώς νομίμου Κυβερνήσεως, ίδρυσε νέαν νομιμότητα και δι’ αυτής ετέθη η Χώρα υπό καθεστώς Κράτους νόμου δικαίου ...».] Στυλιανός Παττακός, «21η Απριλίου 1967-Διατί; Ποιοί; Πως;», Αθήνα 1999, σελίδα 225, Εκδόσεις «ΒΙΟΒΙΛ».]
  9. [Άρθρο του Αλέξανδρου Λυκουρέζου, Εφημερίδα «Ακρόπολις» 4 Ιανουαρίου 1987. Επιχειρήματα υπέρ της αποφυλακίσεως του Μπαλόπουλου και του συνόλου των χαρακτηρισθέντων ως πρωταιτίων είχαν διατυπωθεί από τον Ανδρέα Λεντάκη, που σε άρθρο του στις 13 Απριλίου 1995 στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» διατύπωσε την άποψη ότι «η έξωθεν απειλή κατά του εθνικού μας χώρου, οπότε απαιτείται η μέγιστη ομοψυχία και ενότητα πέρα από τις κομματικές πολιτικές μας διαφορές».]
  10. [Φ.Ε.Κ. 277, 3 Οκτωβρίου 1974]
  11. [Προεδρικό Διάταγμα 519–Φ.Ε.Κ. 211]
  12. [Προεδρικό Διάταγμα 168–Φ.Ε.Κ. 186]
  13. [Φ.Ε.Κ. 217]
  14. Καριακή κρίση έπαθε ο Παπαμιχαλόπουλος μετά την αθώωση του. Εφημερίδα «Μακεδονία», 3 Μαρτίου 1978, σελίδα 5.