Στέφανος Καραμπέρης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Στέφανος Καραμπέρης-Δόβας, Έλληνας εθνικιστής, ανώτατος αξιωματικός (Α.Μ.: 23128) με το βαθμό του Υποστρατήγου ε.α. (ΔΒ) του Ελληνικού Στρατού Ξηράς, μέλος της «Επαναστατικής Επιτροπής» κι ένας από τους αξιωματικούς που συνέδραμαν ενεργώς στην επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967, ο πλέον στενός φίλος, συνεργάτης και απολύτως πιστός ως την πτώση του Γεωργίου Παπαδόπουλου, γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1921 στο μικρό ορεινό χωριό Κλεισώρεια στα Καστανοχώρια της επαρχίας Βοΐου του νομού Κοζάνης [1], κοντά στα σύνορα με τον νομό Καστοριάς, και πέθανε λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 25ης Νοεμβρίου 2008 στον καναπέ του σπιτιού του στην Θεσσαλονίκη. Η νεκρώσιμη ακολουθία του Υποστρατήγου Καραμπέρη εψάλη στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου στη γενέτειρα του και η ταφή του έγινε στονν τάφο της οικογένειας Καραμπέρη στο Κοιμητήριο της Κλεισωρείας.

Ο Καραμπέρης παντρεύτηκε, στις 10 το πρωί της 9ης Μαΐου 1946, με τη Βασιλική [2] το γένος Δημητρίου Βλόντζου, για την οποία ο Καραμπέρης ήταν ο δεύτερος σύζυγος της. Από τον πρώτο της γάμο [3] είχε δύο παιδιά την Ελευθερία και τον Νικόλαο. Με τον Καραμπέρη απέκτησαν μια κόρη, την Πολυξένη (Τζένη), κι έναν γιο, τον Αντιστράτηγο (ΠΖ) ε.α. Δημήτριο Καραμπέρη [4].

Στέφανος Καραμπέρης
Συνοπτικές πληροφορίες
Γέννηση: 6 Σεπτεμβρίου 1921
Τόπος: Κλεισώρεια (Καστανοχώρια) Βοΐου
Κοζάνη (Ελλάδα)
Σύζυγος: Βασιλική Δημ. Βλόντζου
Τέκνα: Πολυξένη, Δημήτριος
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Υποστράτηγος ε.α. (ΔΒ)
Θάνατος: 25 Νοεμβρίου 2008
Τόπος: Θεσσαλονίκη, Μακεδονία (Ελλάδα)

Βιογραφία

Το αρχικό επίθετο της οικογένειας, που κατάγεται από το Σούλι στην νότια Ήπειρο, ήταν Δόβας. Οι πρόγονοι του Στέφανου μετανάστευσαν στην Κλεισώρεια στο τέλος του 18ου αιώνα για να αποφύγουν τους διωγμούς των Αρβανιτών του Αλή Πασά. Το επίθετο Καραμπέρης ήταν επιλογή του Στέργιου Δόβα, παππού του Στέφανου και πρόκειται για σκέψη και απόφαση που υλοποιήθηκε το 1882. Γενάρχης της οικογένειας ήταν ο Γρηγόριος Δόβας που το 1798 εγκατέλειψε το Σούλι και μετανάστευσε στο χωριό Τραποτούστι, τη σημερινή Κλεισώρια. Η οικογένεια του αποτελούνταν από τη σύζυγό του Ευανθία και τα παιδιά τους Δημοσθένη, Αναστάσιο, Ευδοξία, Ελένη και Αρετή. Ο Γρηγόρης δολοφονήθηκε σε ενέδρα όταν επέστρεφε στο χωριό του από το Σούλι, όπου είχε ταξιδέψει κρυφά, μεταφέροντας στην νέα του κατοικία τον πατέρα του Κωνσταντίνο και τον αδελφό του Ευθύμιο. Ο Αναστάσιος, ο γιος του Γρηγόρη, παντρεύτηκε την Χριστίνα και απέκτησαν τον Ευθύμιο, την Χρυσούλα, την Καλλιάνθη, την Αριστέα και την Μαριάνθη. Ο Ευθύμιος, ο γιός του Αναστάσιου, παντρεύτηκε την Μαρία Βαργιάμη από το χωριό Αυγερινός και απέκτησαν τον Στέργιο, τον Χρυσόστομο, τον Βασίλειο, την Ανδρομάχη και την Ευαγγελία.

Πρόγονοι

Παππούς του Στέφανου ήταν ο Στέργιος Δόβας που παντρεύτηκε με την Αγόρω Παπαδοπούλου από το χωριό Δάφνη και από το γάμο του απέκτησε τον Νικόλαο και τον Ευάγγελο, τον πατέρα του Στέφανου. Το 1881 με αιτία ένα δυσάρεστο οικογενειακό περιστατικό ο Στέργιος, που οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της περιοχής αποκαλούσαν Καρά-μπέη επειδή κυκλοφορούσε καβάλα σε ένα μαύρο άλογο εκποίησε το σύνολο της οικογενειακής περιουσίας και αποποιούμενος κάθε σχέση με την υπόλοιπη οικογένεια Δόβα επέλεξε ως νέο επίθετο του το Καραμπέρης', πράξη που επικυρώθηκε στις 16 Ιανουαρίου του επόμενου έτους. Ο Στέργιος το 1894 έχασε τη σύζυγο του που πέθανε στη διάρκεια του τοκετού μαζί με το παιδί που κυοφορούσε.

Το 1899 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο με την Αναστασία Μακρή από την Νεάπολη και το 1901 απέκτησε έναν ακόμη γιο, τον Δημήτριο Καραμπέρη. Ο Στέργιος ήταν από τους πρώτους συνεργάτες του Παύλου Μελά, τον οποίο φιλοξένησε, δύο φορές μέσα στο 1904- στο σπίτι του. Ο Στέργιος και ο Νικόλαος συμμετέχοντας -με σώμα ενόπλων που συγκρότησαν οι ίδιοι, στη μάχη της Οσνίτσανης στις 6 και 7 Μαΐου 1906, τραυματίστηκαν και οι ένοπλοι τους διασπάστηκαν. Ο Νικόλαος αποθεραπεύτηκε στην Νεάπολη ενώ ο Στέργιος προσπαθώντας να θεραπεύσει το τραύμα στο χέρι του με πρακτικά μέσα υπέστη μόλυνση και πέθανε, στις 19 Ιουνίου του ίδιου χρόνου, από γάγγραινα. Το 1911 ο Νικόλαος Καραμπέρης μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, έζησε στην Νέα Υόρκη και στο Σικάγο όπου και απεβίωσε το 1946.

Πατρική οικογένεια Καραμπέρη

Ο δευτερότοκος γιος του Στέργιου, ο Ευάγγελος Καραμπέρης, που το διάστημα 1909-10 σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία της Θεσσαλονίκης, το 1911 διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό Δίσλαπο (σημερινή Δραγασιά). Ο Ευάγγελος, στις 23 Μαΐου 1911, παντρεύτηκε την Ελένη Σμαροπούλου και από το γάμο τους έγιναν γονείς 11 παιδιών, της Καλλιάνθης, της Πολυξένης, του Κωνσταντίνου, του Στέφανου ο οποίος στην ουσία ήταν ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας καθώς ο Κωνσταντίνος πέθανε σε ηλικία 8 ετών από αναπνευστικά προβλήματα, του Αναστάσιου, της Ευθαλίας, του Στέργιου που πέθανε σε ηλικία 7 ετών από επιπλοκές περικαρδίτιδος, του Ανδρέα, του Αριστοτέλη, του Στέργιου και του Ευθύμιου.

Σπουδές / Παιδικά χρόνια

Ο Στέφανος παρακολούθησε τα μαθήματα των τεσσάρων πρώτων τάξεων της Δημοτικής εκπαιδεύσεως στην γενέτειρα του και τις επόμενες τάξεις, μαζί με την επανάληψη της ΣΤ' Τάξεως την οποία παρακολούθησε ως ακροατής, στο γειτονικό χωριό Δραγασιά όπου είχε δάσκαλο τον πατέρα του. Μετά την ολοκλήρωση των μαθημάτων της στοιχειώδους εκπαιδεύσεως, κι ύστερα από επιτυχείς εξετάσεις, έγινε δεκτός στο Γυμνάσιο στο Τσοτύλι και παρακολούθησε τα μαθήματα όλων των τάξεων του Γυμνασίου ως την αποφοίτηση του, στις 9 Ιουλίου του 1938. Λίγο καιρό αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα αποφασισμένος να συμμετάσχει στις εισαγωγικές εξετάσεις των Στρατιωτικών Σχολών Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού, όμως στην επιθυμία του στάθηκε εμπόδιο η αδυναμία της πατρικής του οικογένειας να τον στηρίξει οικονομικά και εκείνη των χρονιά αποφάσισε να εργαστεί και να συμμετάσχει στις εξετάσεις του επόμενου έτους. Ο Στέφανος στην Αθήνα εργάστηκε ως αχθοφόρος στο Σταθμό Λαρίσης, ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά και κάθε Κυριακή βράδυ εργάζονταν ως βραδινός υπάλληλος στο περίπτερο ενός φίλου της οικογένειας. Επίσης, εργάστηκε στις εκχωματώσεις για την επέκταση του αεροδρομίου στο Τατόι, στο εργοστάσιο Χημικών προϊόντων Οικονόμου στην Ελευσίνα όπου κουβαλούσε βαρέλια με πίσσα και ως λούστρος σε κεντρικούς δρόμους των Αθηνών.

Τον Οκτώβριο του 1938 με την βοήθεια ενός γνωστού του ήρθε σε επαφή με κάποιον αυτοκινητιστή από την Αταλάντη Φθιώτιδος και εργάστηκε ως το Πάσχα του 1939 στο ΚΤΕΛ Φθιώτιδος. Την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου 1939 επέστρεψε στην Αθήνα έχοντας αποταμιεύσει κι ένα μικρό ποσό χρημάτων προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για την προετοιμασία του στις εξετάσεις των Στρατιωτικών σχολών, όμως σύντομα βρέθηκε αντιμέτωπος με το πρόβλημα της εξασφαλίσεως των διδάκτρων για την φοίτηση του. Ο Στέφανος συνέταξε κι έστειλε επιστολή στον Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά, επικεφαλής του Εθνικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, στην οποία του εξέθεσε το πρόβλημα του. Ο Μεταξάς τον δέχθηκε σε ακρόαση στις 11:00 το πρωί της 30ης Μαΐου 1939 και έδωσε λύση στο πρόβλημα μόνιμης εργασίας του Καραμπέρη αναθέτοντας στον Διευθυντή του Πολιτικού του Γραφείου να εξασφαλίσει μια ικανοποιητική εργασία γραφείου. Παράλληλα με την βοήθεια της οικογένειας του απόστρατου Ταγματάρχη του Πυροβολικού Ιωσήφ Ατζιούς, που ήταν ιδιοκτήτης φροντιστηρίου εξειδικευμένου στις εξετάσεις Στρατιωτικών σχολών και ανέλαβε την δωρεάν προετοιμασία του, ο Καραμπέρης προετοιμάστηκε κατάλληλα και πέτυχε με πανηγυρικό τρόπο την εισαγωγή του στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.

Στρατιωτική σταδιοδρομία

Ο Στέφανος εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων τον Οκτώβριο του 1939 και εντάχθηκε στην 1η Διμοιρία του 1ου Λόχου. Στη διάρκεια της φοιτήσεως του στη Σχολή είχε διπλανό του τον Εύελπι 3ης Τάξεως Ιωάννη Χαραλαμπόπουλο, μετέπειτα Υπουργό Κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ στον ίδιο θάλαμο ήταν και ο τότε αρχηγός της Σχολής ο Εύελπις 3ης Τάξεως Γεώργιος Παπαδόπουλος. Ο Καραμπέρης φοίτησε μόλις ένα χρόνο και εξήλθε της Σχολής στις 9 Νοεμβρίου 1940 ως Εύελπις Ανθυπασπιστής, συνεπεία της κηρύξεως του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Μετά από σύντομη εκπαίδευση προωθήθηκε στον τομέα της Κορυτσάς του Ελληνοαλβανικού Μετώπου, ενώ συμμετείχε και στις μάχες της περιόδου Μαρτίου-Απριλίου 1941, ως Διμοιρίτης Πεζικού. Τον Αύγουστο του 1941, λίγους μήνες μετά την Γερμανική εισβολή και την κατάρρευση του μετώπου, εντάχθηκε [5] στις ανταρτικές ομάδες της αντιστασιακής οργανώσεως «Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωσις» [Π.Α.Ο.] [6], με την οποία συμμετείχε σε επιχειρήσεις στις περιοχές Βοΐου, Παΐκου, Βερμίου, Πιερίων και Χαλκιδικής, από τον Οκτώβριο του 1941. Το τμήμα του Καραμπέρη αριθμούσε 100 άνδρες και εγκαταστάθηκε επί της γραμμής των υψωμάτων: περιοχής Χρούπιστας (Άργος Ορεστικό), Αμμουδάρας, παράλληλα προς τον ρου του Αλιάκμονα με αποστολή την απαγόρευση εισόδου Ιταλικών στρατευμάτων στην περιοχή των Καστανοχωρίων και την προστασία της περιοχής από τμήματα Βούλγαρων κομιτατζήδων. Το καλοκαίρι του 1942, μετά από μετάβασή του στη Θεσσαλονίκη για να ενημερώσει την οργάνωση του για τη δράση των συμμοριών του κομμουνιστικού Ε.Α.Μ. στην περιοχή του Βοΐου, πληροφορείται την μετονομασία της οργανώσεως σε Π.Α.Ο. και λαμβάνει την εντολή ενημερώσεως της μετονομασίας και της προετοιμασίας για έξοδο στο βουνό προς συγκρότηση ενόπλων τμημάτων. Ο Καραμπέρης, που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή των Καστανοχωρίων, συμμετείχε στη Μάχη του Φαρδύκαμπου ως επικεφαλής του τμήματος που απέκοψε την ενίσχυση των Ιταλών από το Άργος Ορεστικό, στην περιοχή των υψωμάτων Αμμουδάρας.

Τον Οκτώβριο του 1943 ο Καραμπέρης διέφυγε στη Μέση Ανατολή. Η διάλυση των αντάρτικων μονάδων της Π.Α.Ο. έγινε στο τέλος Ιανουαρίου του 1944, από έλλειψη πυρομαχικών αν και η οργάνωση επισήμαινε το πρόβλημα εξευρέσεως πυρομαχικών από πολύ νωρίς. Στην μέση Ανατολή ο Καραμπέρης εντάχθηκε στον Ιερό Λόχο από τις τάξεις του οποίου συμμετείχε, από τον Ιανουάριο του 1944 έως το Μάιο του 1945, στις περισσότερες επιχειρήσεις για την απελευθέρωση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. Μετά την απελευθέρωση επέστρεψε στην Ελλάδα, τοποθετήθηκε στο νεοσύστατο Όπλο των Διαβιβάσεων και συμμετείχε στις επιχειρήσεις της περιόδου 1946-49 κατά των ενόπλων συμμοριών του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, στη Θεσσαλία, στο Γράμμο της Ηπείρου και στο Βίτσι στη Δυτική Μακεδονία. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1948 προήχθη κατ' αρχαιότητα στο βαθμό του Λοχαγού [7]. Μετά τη λήξη του πολέμου, υπηρέτησε σε μια σειρά από μονάδες, υπηρεσίες και επιτελεία του Ελληνικού Στρατού καθώς και στο Στρατηγείο του ΝΑΤΟ στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας.

Συμμετείχε στην οργάνωση «Ένωσις Ελλήνων Νέων Αξιωματικών», από κοινού με 25 περίπου αξιωματικούς, από το βαθμό του αντισυνταγματάρχου μέχρι του λοχαγού, οι περισσότεροι από τους οποίους υπηρετούσαν στο Γενικό Επιτελείο και στην Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών. Ανάμεσα τους, πλην του Καραμπέρη, ήταν οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Δημήτριος Πατίλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Πέτρος Κωτσέλης, Νικόλαος Γκαντώνας, Ιωάννης Λάζαρης, Αντώνιος Λέκκας, Μιχαήλ Μπαλόπουλος, Αντώνιος Μέξης, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Νικόλαος Ντερτιλής και Νικόλαος Πετάνης, σχεδόν στο σύνολο της η μετέπειτα επαναστατική ηγετική ομάδα της 21ης Απριλίου 1967, με εξαίρεση τους Παττακό και Μακαρέζο, των οποίων η ενεργή ένταξη από τότε στην ομάδα δεν τεκ­μηριώνεται με επάρκεια. Ο Στέφανος Καραμπέρης, ηγέτης της παπαδοπουλικής χούντας στην Βόρεια Ελλάδα έγραψε σχετικά ότι «Από την άνοιξιν του 1964 ήρχισεν ο χορός των μεταθέσεων Αξ/κων, ίνα τηρηθή η υπόσχεσις του τότε Αρχηγού του ΓΕΣ προς τον Πρωθυπουργόν Γ. Παπανδρέου ότι θα διαλύση τον ΙΔΕΑ. Ο Α/ΓΕΣ ξαναζωντάνεψε τον ΙΔΕΑ ώστε με το πρόσχημα αυτό να δυνηθή να εξοντώση όλα τα στελέχη διά τα οποία επίστευεν ότι ήσαν αντίθετα προς το κυβερνόν κόμμα» [8].

21η Απριλίου 1967

Την 20η Απριλίου 1967 ο Καραμπέρης υπηρετούσε ως Διευθυντής του 2ου Επιτελικού Γραφείου στο Γενικό Επιτελείο Στρατού και αποτέλεσε έναν εκ των πρωτεργατών της επικρατήσεως του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Στις 13 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους, υπήρξε βασικός συντελεστής της καταστολής του Βασιλικού κινήματος, από κοινού με τον Δημήτριο Πατίλη και τον Νικόλαο Γκαντώνα. Ο Καραμπέρης διαφώνησε με τον Δημήτριο Ιωαννίδη όταν εκείνος με κίνημα τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και παρά τις προσπάθειες του Ιωαννίδη να τον μεταπείσει κατέθεσε αίτηση αποστρατείας στις 25 Νοεμβρίου 1973, όταν υπηρετούσε ως Διοικητής της VIης Μεραρχίας Πεζικού. Τέθηκε σε αποστρατεία με το βαθμό που κατείχε στις 22 Ιανουαρίου 1974 [9] [10].

Δίκες & Καταδίκες

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1968 το Συμβούλιον της Επικρατείας, υπό την προεδρία του Μιχάλη Στασινόπουλου, είχε αποφανθεί για την 21η Απριλίου 1967 ότι αποτέλεσε Επανάσταση [11]. Επίσης στις 26 Ιουλίου 1974, δημοσιεύθηκε το Προεδρικό Διάταγμα Γενικής Αμνηστίας με αριθμό 519, το οποίο όριζε, «...Αμνηστεύονται τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Ποινικού Κώδικος, του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος κ.λπ. και αυτόθι αναφερομένων νόμων, ως επίσης και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21/4/1967. Ομοίως αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα, τελεσθέντα προ της 21/4/1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπον προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως...».

Μηνυτήρια αναφορά

Με μια κίνηση μεθοδευμένη και με ξεκάθαρο πολιτικό στόχο, στις 9 Σεπτεμβρίου 1974, υποβλήθηκαν μηνύσεις εναντίον του από το δικηγόρο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο οποίος δεκατρία χρόνια αργότερα τάχθηκε εγγράφως, δημόσια και απολύτως ξεκάθαρα υπέρ της αποφυλακίσεως του [12], καθώς υποστήριξε ότι η καταδίκη του Παπαδόπουλου και των συνεργατών του υπήρξε παράνομη. Μαζί του συντάχθηκαν ο δικηγόρος Ανδρέας Αναγνωστάκης, από τον Κίσσαμο Χανίων, ως εκπρόσωπος της «Ένωσης Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδας», οι Φοίβος Κούτσικας, Γρηγόριος Κασιμάτης, με την μήνυση των οποίων κινήθηκε δίωξη κατά 49 φυσικών προσώπων για Εσχάτη προδοσία, Στάση, ενώ οι μηνυτές πρότειναν την εξέταση 40 μαρτύρων κατηγορίας. Ακόμη, υπέβαλλε μήνυση ο δικηγόρος Δημήτριος Χαρισιάδης. Οι κατηγορίες που του απαγγέλθηκαν -με βάση το Αστικό Δίκαιο- αφορούσαν κατηγορίες για εσχάτη προδοσία, συγκεκριμένα για παραβάσεις των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα.

Οι μηνύσεις, δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκαν από την Εισαγγελία Αθήνας στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή ο Καραμπέρης όταν τελέστηκαν τα αδικήματα είχε την ιδιότητα του στρατιωτικού. Οι μηνυτές υποστήριξαν ότι υπέστησαν αστική ζημία, καθώς από την ενέργεια του παρεμποδίστηκε η επαγγελματική τους ανέλιξη. Στους εν λόγω μηνυτές απαγορεύτηκε από το δικαστήριο να παραστούν ως πολιτικώς ενάγοντες και τους απέβαλε της Πολιτικής Αγωγής, όμως τους επέτρεψε να καταθέσουν ως μάρτυρες κατηγορίας. Οι δεκαπέντε εναγόμενοι της αναφοράς Λυκουρέζου ήταν οι Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Ιωάννης Λαδάς, Κωνσταντίνος Ασλανίδης, Αντώνιος Λέκκας, Κωνσταντίνος Καρύδας, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Αλέξανδρος Χατζηπέτρος, Μάριος Φραγκίσκος, που υπηρετούσε ως συνταγματάρχης στο Γ.Ε.Σ. στις 21 Απριλίου 1967, Γεώργιος Ζωιτάκης, Γρηγόρης Σπαντιδάκης και Μιχαήλ Μπαλόπουλος. Στις 28 Σεπτεμβρίου έγινε γνωστό από δημοσιεύματα εφημερίδων ότι ο υποστράτηγος της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Εμμανουήλ Πλευράκης διενεργεί προκαταρκτική εξέταση με βάση την μήνυση Λυκουρέζου.

Συντακτική πράξη

Στις 3 Οκτωβρίου 1974, η Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία των βουλευτών του κόμματος «Νέα Δημοκρατία», εξέδωσε Συντακτική Πράξη [13] με την οποία βάπτιζε ως «πολιτικό έγκλημα» την 21η Απριλίου και ανακαλούσε την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 –που είχε παραχωρήσει ο Καραμανλής– μόνον για τους «πρωταίτιους» της 21ης Απριλίου. Η Συντακτική Πράξη παραβίασε τρεις θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου, του Συντάγματος και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καθώς:

  • (α) Εισήγαγε νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος, με το οποίο καθιστούσε την επανάσταση ποινικό αδίκημα και παραγνώρισε το αξίωμα ότι «Επανάσταση επικρατήσασα δημιουργεί δίκαιον».

Σύμφωνα με το άρθρο 134 του Ποινικού Κώδικος τιμωρείται μόνον: «Ο αποπειρώμενος να μεταβάλη το πολίτευμα του κράτους», δηλαδή τιμωρείται μόνο τυχόν αποτυχημένη απόπειρα Επαναστάσεως. Η Συντακτική Πράξη παραβίαζε το αξίωμα «Nullum crimen nula paena sine praevia lege» [«Δεν υπάρχει έγκλημα ούτε ποινή, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως νόμος που να το προβλέπει], καθώς και το Ελληνικό Σύνταγμα που ρητώς αναφέρει: «Νομοθέτημα αναδρομικής ισχύος απαγορεύεται απολύτως».

  • (β) Ανακάλεσε αμνηστία, παραβιάζοντας το διεθνές αξίωμα «Αμνηστία δοθείσα, ουδέποτε ανακαλείται».

Η Συντακτική Πράξη της 3ης Οκτωβρίου 1974 ανακάλεσε τρεις αμνηστίες: Την αμνηστία της 26ης Ιουλίου 1974 [14] την οποία έδωσε ο Καραμανλής ως Πρωθυπουργός. Την αμνηστία της 20ης Αυγούστου 1973 [15] που είχε δώσει ως Πρόεδρος ο Παπαδόπουλος και αμνήστευε και αυτό όλα τα πολιτικά αδικήματα που είχαν σχέση με την 21η Απριλίου κι έπειτα, καθώς και την επικύρωση την αμνηστίας της 20ης Αυγούστου 1973 με την Συντακτική Πράξη της 5ης Αυγούστου 1974 [16] και πάλι από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

  • (γ) Στέρησε το δικαίωμα του «φυσικού δικαστού».

Η Συντακτική Πράξη όριζε ότι οι διωκόμενοι «υπάγονται εις την αρμοδιότητα του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών». Όμως για το αδίκημα της «στάσεως» αρμόδιο ήταν το Στρατοδικείο, ενώ γι’ αυτό της «εσχάτης προδοσίας» ήταν το ορκωτό Κακουργιοδικείο. Αντιθέτως, ορίστηκε, εντελώς παράνομα, «Ειδικό Δικαστήριο», ενώ η Συντακτική Πράξη δέσμευε την Δικαιοσύνη, προσδιορίζοντας την πράξη ως «πολιτικό έγκλημα», πριν εκδικασθεί.

Προθεσμίες μηνύσεων

Εναντίον των στελεχών και του επικεφαλής του καθεστώτος της 21ης Απριλίου στήθηκε μια πραγματική βιομηχανία μηνύσεων. Με απόφαση της Βουλής καθορίστηκε προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων κατά των στελεχών του καθεστώτος, τρεις μήνες και για εγκλήματα από τα οποία είχε ζημιωθεί το Δημόσιο, έξι μήνες. Η Δικαστική Αρχή κινήθηκε αυτεπαγγέλτως από τα τέλη του 1974, μόνο για τις υποθέσεις του Πολυτεχνείου, κατά την εξέγερση του Νοέμβρη 1973 και για τα υποτιθέμενα βασανιστήρια των πολιτικών κρατουμένων και η Εισαγγελία Αθηνών διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, για τις δυο αυτές περιπτώσεις των «ομαδικών» εγκλημάτων. Έτσι ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας Κωνσταντίνος Φαφούτης διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξετάσεως, από τους Εισαγγελείς Δημήτριο Τσεβά, για την υπόθεση του «Πολυτεχνείου», και Βασίλειο Παππά, για τις υποθέσεις των «βασανισμών», «...ίνα κρίνη αν συντρέχη περίπτωσις ποινικής διώξεως..». Η προθεσμία για την υποβολή μηνύσεων που είχε οριστεί ήταν από τις 18 Ιανουαρίου μέχρι τις 18 Απριλίου 1975. Γεννήθηκε το ερώτημα αν η 18η Απριλίου είναι μέρα, μέσα στην προθεσμία ή έξω από αυτή και από την Εισαγγελία ανακοινώθηκε επίσημα, ότι η 18 Απριλίου είναι μέσα στην προθεσμία και ο αρμόδιος Εισαγγελέας, δέχτηκε τη μέρα αυτή, μόνο στην Αθήνα, περίπου 150 μηνύσεις με εκατοντάδες κατηγορούμενους. Τελικά όσοι μηνύθηκαν στις 18 Απριλίου και παραπέμφθηκαν σε δίκες, τα δικαστήρια αποφάσισαν ότι η εν λόγω ημέρα είναι έξω από την προθεσμία, οι μηνύσεις εκπρόθεσμες και έπαψε η δίωξη των κατηγορουμένων.

Άσκηση διώξεως

Την 1η Νοεμβρίου 1974, ασκήθηκε δίωξη εναντίον του με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, κατά παράβαση των άρθρων 134 και 135, άρθρα 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα, καθώς και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα. Η μήνυση δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Αθήνας στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή όταν τελέστηκαν τα αδικήματα ήταν στρατιωτικός. Η δίωξη ασκήθηκε από τον Μενέλαο Κουτσάκο, προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, καθώς και εναντίον των Γεωργίου Παπαδόπουλου, Νικολάου Μακαρέζου, Στυλιανού Παττακού, και 62 ακόμη συνεργατών τους. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε συνέντευξη του στην Ελληνική κρατική τηλεόραση, στις 13 Νοεμβρίου 1974, υποστήριξε ότι «..παρέλαβε χάος και καμμένη γην», ενώ είπε ακόμη πως «..η κυβέρνησή μου αντικατέστησε άνω των 100.000 ατόμων, από τον τελευταίο κοινοτάρχη μέχρι τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, άνοιξε το δρόμο για την δικαστική δίωξη των πρωταιτίων της τυραννίας και για να διευκολύνει το έργο της Δικαιοσύνης, έλαβε μέτρα ασφαλείας κατά των υπευθύνων, τους δε κορυφαίους εξ αυτών, τους εξετόπισε σε νήσο του Αιγαίου»...». Στις 8 Φεβρουαρίου 1975, ο Καραμπέρης συνελήφθη και φυλακίστηκε για τη συμμετοχή του στην επιβολή του καθεστώτος της 21ης Απριλίου.

Καταδίκη για την 21η Απριλίου

Ο Καραμπέρης, όπως ο Παπαδόπουλος και οι συνεργάτες του, ουδέποτε αναγνώρισε την νομιμότητα της δίκης και την αρμοδιότητα του δικαστηρίου που τους δίκασε και καταδίκασε. Δεν δέχτηκαν διορισμό δικηγόρου, δεν απολογήθηκαν και θεωρούσαν εαυτούς ως «οιονεί απόντες». Το Σάββατο 23 Αυγούστου 1975 στη 1.10 το μεσημέρι, εκδόθηκε η απόφαση υπ' αριθμόν 477 από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών [17] με πρόεδρο τον Ιωάννη Ντεγιάννη, έκπτωτο δικαστή της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης πριν την 21η Απριλίου 1967, με την οποία ο Καραμπέρης καταδικάστηκε σε κάθειρξη 15 ετών κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και πέντε χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του [18] για τη συμμετοχή του στην επικράτηση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσεως του άδικου χαρακτήρα της πράξεως, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκε στην πράξη του από μη ταπεινά αίτια [19].

Υπόθεση Τσαρουχά
Στέφανος Καραμπέρης

Το 1968 ο Καραμπέρης υπηρετούσε ως διοικητής του κλιμακίου της Κ.Υ.Π. Θεσσαλονίκης. Στις 10 Μαΐου του 1968 δημοσιεύτηκε στον τύπο η είδηση ότι ο Γιώργος Τσαρουχάς, που είχε διατελέσει βουλευτής και ήταν δραστήριο στέλεχος του μηχανισμού του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη, συνελήφθη από κλιμάκιο της Κ.Υ.Π. με επικεφαλής τον Καραμπέρη, ενώ ταξίδευε προς την Αθήνα και ότι πέθανε από καρδιακή προσβολή. Μετά την πτώση του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, ο ανακριτής Ηλιάδης φέρεται να ανακάλυψε στη θυρίδα της Σημάνσεως ένα φιλμ από το οποίο προέκυψε ότι ο Τσαρουχάς είχε υποστεί βασανιστήρια μετά τη σύλληψή του. Το φιλμ περιλάμβανε φωτογραφίες του σώματος του νεκρού, στις οποίες φαίνονταν μαστιγώματα στην πλάτη, πρησμένα κάτω άκρα και χτυπήματα στο εσωτερικό των μηρών που, σύμφωνα με γιατρούς που διέγνωσαν από τις φωτογραφίες, πρέπει να ήταν τα μοιραία. Ο Τσαρουχάς κατά τη σύλληψη του, είχε πάνω του ένα σημείωμα με την τελευταία απόφαση της Κομματικής Οργανώσεως Θεσσαλονίκης του Κ.Κ.Ε., το οποίο κατάπιε πριν τη σύλληψη του. Το σημείωμα βρέθηκε κατά την νεκροψία-νεκροτομή και φωτοτυπία του συμπεριελήφθη στη δικογραφία για την υπόθεση και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» στις 10 Μαΐου 1979. Στη δίκη για τη δολοφονία του Τσαρουχά, κατηγορούμενοι ήταν οι Στέφανος Καραμπέρης, Φωκίων Καραπάνος, Δημήτριος Σταματόπουλος και Δημήτριος Τασόπουλος, αξιωματικοί της αστυνομίας.

Το παραπεμπτικό βούλευμα για την υπόθεση Τσαρουχά εκδόθηκε στις 29 Απριλίου 1977 και η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε, μετά από τρεις αναβολές, στις 9 Μαΐου 1979 και ολοκληρώθηκε την 8η Ιουνίου του ίδιου χρόνου στο Μικτό Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης. Ακολούθησαν δύο ακόμη δίκες σε δεύτερο βαθμό το 1982 στα Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Κατερίνης και στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης, τα οποία μείωσαν τις ποινές. Οι συγκατηγορούμενοι του Καραμπέρη προσπαθώντας να ελαφρύνουν τη θέση τους, ομολόγησαν την ενοχή τους και πρόβαλαν, ο καθένας, τον ισχυρισμό ότι «…εις την πράξιν των ωθήθησαν εκ του φόβου ον ενέπνευσε αυτώ ο συγκατηγορούμενός τους Στέφανος Καραμπέρης». Στους αξιωματικούς επιβλήθηκαν οι ακόλουθες ποινές: στο Στέφανο Καραμπέρη, κάθειρξη 9 χρόνων και 10 μηνών, που μετά την έφεση έγιναν 7 χρόνια, για ηθική αυτουργία σε σκοπούμενη θανατηφόρα σωματική βλάβη, κατάχρηση εξουσία και ψευδορκία, στον υποστράτηγο Φωκίωνα Καραπάνο, πρόεδρο του Έκτακτου Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, φυλάκιση 5 χρόνων, που μετά την έφεση έγιναν 3 χρόνια, στον υποστράτηγο Δημήτριο Τασσόπουλο, διοικητή της 87ης Στρατιωτικής Διοικήσεως, φυλάκιση ενός χρόνου, στον υποστράτηγο Χωροφυλακής Δημήτριο Σταματόπουλο, διοικητή της Εθνικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, φυλάκιση ενός χρόνου και στο συνταγματάρχη Σταύρο Αναστασιάδη, αξιωματικό της Κ.Υ.Π. στη Θεσσαλονίκη, φυλάκιση 22 μηνών. Ο Καραμπέρης ήταν κατηγορούμενος για ηθική αυτουργία στη δολοφονία του Γιάννη Χαλκίδη, υπόθεση για την οποία αθωώθηκε στις 18 Ιουλίου 1977.

Φυλάκιση

Με την απόφαση του δικαστηρίου ο Καραμπέρης διαγράφτηκε από τους καταλόγους των στελεχών της εφεδρείας και στερήθηκε την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Φυλακίστηκε αρχικά στο Ναύπλιο και στη συνέχεια, μετά τις 13 Οκτωβρίου 1979, στις φυλακές της Κέρκυρας. Καθαιρέθηκε με Προεδρικό διάταγμα και υποβιβάστηκε στο βαθμό του στρατιώτη στις 21 Ιουνίου 1976, μετά την επικύρωση από τον Άρειο Πάγο της αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου. Στις 29 Αυγούστου 1975 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, έπειτα από την ολοκλήρωση της ασκήσεως «Πτολεμαίος», είπε σε ομιλία του προς εν ενεργεία αξιωματικούς, «Όταν ομιλούμε για ισόβια δεσμά, εννοούμε ισόβια δεσμά». Τέλος στις 16 Οκτωβρίου 1975, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής, ο Καραμανλής, ομολόγησε την πολιτική παρέμβαση στο έργο της δικαιοσύνης είπε ότι, «….Τας ποινικάς κυρώσεις η Κυβέρνησις ενεπιστεύθη, όπως επεβάλετο, εις την Δικαιοσύνην, αφού προηγουμένως την διευκόλυνεν εις τον έργον της με συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα, όπως η γνωστή Συντακτική Πράξη και το γνωστόν Ψήφισμα. Και δεν πρέπει να πλανώμεθα. Εάν δεν είχον γίνει αυτά, αυτήν την στιγμήν ουδείς θα ήτο δυνατόν να δικάζεται και ουδείς θα ευρίσκετο εις την φυλακήν...» [20]. Εξέτισε επιπλέον του προβλεπομένου από το νόμο μέρος της ποινής του κρατούμενος σε διάφορες φυλακές της χώρας, Αλικαρνασσός Κρήτης, Επταπύργιο Θεσσαλονίκης, Βόλος, Άμφισσα, Κέρκυρα, Ναύπλιο, Αίγινα και τελικά ως την αποφυλάκιση του στην ειδικά διαμορφωμένη πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού στον Πειραιά.

Αποφυλάκιση

Ο Καραμπέρης στις 14 Ιουνίου του 1988 υπέβαλλε την πρώτη αίτηση αποφυλακίσεως, μετά την συμπλήρωση των 2/3 της ποινής που του επιβλήθηκε, η οποία απορρίφθηκε στο τέλος του Ιουλίου του ίδιου χρόνου, ενώ την ίδια τύχη είχαν και οι δύο επόμενες αιτήσεις αποφυλακίσεως που υπέβαλλε. Στις 7 Ιουλίου του 1989 μεταφέρθηκε βιαστικά στο Τζάννειο Νοσοκομείο Πειραιά, όπου διαπιστώθηκε ότι βρίσκονταν στα πρόθυρα νεφρικής ανεπάρκειας και υπήρχε άμεση ανάγκη επεμβάσεως αφαιρέσεως προστάτη. Η νοσηλεία του διήρκησε ως τα μέσα Οκτωβρίου και στις 17 του μήνα επέστρεψε στις φυλακές του Κορυδαλλού. Στις 14 Δεκεμβρίου εκείνου του χρόνου δέχθηκε το τελευταίο επισκεπτήριο ως κρατούμενος καθώς ήταν ήδη γνωστή η θετική εισήγηση του Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά για την αποδοχή της αιτήσεως αποφυλακίσεως του. Την Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου εισήχθη εκ νέου στο Τζάνειο Νοσοκομείο όπου πέρασε τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς του 1990 και την Δευτέρα 8 Ιανουαρίου επέστρεψε στις φυλακές όπου, στις 10 εκείνου του μήνα του κοινοποιήθηκε η απόφαση της αποφυλακίσεως του. Στις 11 Ιανουαρίου 1990, εποχή της Οικουμενικής κυβερνήσεως υπό τον πρωθυπουργό Ξενοφώντα Ζολώτα, και μετά την έκτιση των 2/3 της πραγματικής ποινής του ή συνολικά φυλάκιση 5.449 ημερών, ο Καραμπέρης αφέθηκε ελεύθερος, λόγω «ανηκέστου βλάβης της υγείας του», με τους περιοριστικούς όρους της εμφανίσεως του σε Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής διαμονής τουκαθώς και της απαγορεύσεως της εξόδου του από την Ελλάδα.

Ύστερα χρόνια

Η απόφαση της αποφυλακίσεως του Υποστρατήγου Καραμπέρη, ο οποίος δήλωσε ως μόνιμη διεύθυνση διαμονής το σπίτι της οικογένειας του στην Θεσσαλονίκη, περιλάμβανε τους περιοριστικούς όρους:

  • (α) της εμφανίσεως στο Αστυνομικό Τμήμα της περιοχής διαμονής του εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα και τη σύνταξη σχετικής εκθέσεως,
  • (β) της απαγορεύσεως εξόδου από την χώρα.

Ο Καραμπέρης μετά την αποφυλάκιση του έζησε στο σπίτι του στη Θεσσαλονίκη και επισκέπτονταν τακτικά την γενέτειρα του. Τον Φεβρουάριο του 1995 έληξε ο χρόνος της ποινής που του είχε επιβληθεί με την απόφαση του δικαστηρίου για την συμμετοχή του στην Επανάσταση της 21ης Απριλίου του 1967 και από εκείνον τον μήνα άρχισε να εισπράττει τη σύνταξη του εις το ακέραιον. Το πρόβλημα καρδιοπάθειας που αντιμετώπιζε η σύζυγος του αλλά και κάποια δικά του προβλήματα υγείας άρχισαν να προβληματίζουν και να δυσκολεύουν την καθημερινότητα του. Στα χρόνια που ακολούθησαν την αποφυλάκιση του ο Καραμπέρης επισκέπτονταν συχνά στις φυλακές του Κορυδαλλού αλλά και αργότερα στο νοσοκομείο όπου νοσηλεύονταν τον φίλο του Γεώργιο Παπαδόπουλο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το διάστημα Απρίλιος-Ιούνιος του 1999 ο Καραμπέρης επισκέφθηκε τέσσερις φορές τον Παπαδόπουλο καθώς διαισθάνονταν το επερχόμενο τέλος του επικεφαλής της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου 1967.

Θάνατος Στέφανου Καραμπέρη

Στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα η υγεία του Καραμπέρη και της συζύγου του παρουσίασε σημαντικές επιβαρύνσεις, γεγονός που τους ανάγκαζε να επισκέπτονται συχνά το 424ο Στρατιωτικό νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και το ΑΧΕΠΑ όπου ήταν γιατρός ο αδελφός του Στέργιος Καραμπέρης. Στις 26 Αυγούστου 2003 επισκέφθηκε την Ορθοπεδική κλινική του 424ου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης όπου του διαγνώστηκε μιας μορφής αρθρίτιδα και ο γιατρός του χορήγησε αντιφλεγμονώδη, δίχως ο Καραμπέρης να τον ενημερώσει για το πρόβλημα που αντιμετώπιζε με τα νεφρά του. Δύο ημέρες αργότερα έπεσε σε κώμα και διακομίστηκε με με ασθενοφόρο στη Νεφρολογική Κλινική του ίδιου Νοσοκομείου όπου επανήλθε μετά από υπεράνθρωπες προσπάθειες των γιατρών, όμως τα νεφρά του είχαν πάψει να λειτουργούν και έκτοτε τέθηκε σε καθεστώς αιμοκαθάρσεως τρεις φορές την εβδομάδα.

Στις 20 Μαρτίου 2007 απεβίωσε η σύζυγος του Βασιλική Καραμπέρη στη διάρκεια αιμοκαθάρσεως. Η απώλεια της συζύγου του επέφερε στον Υποστράτηγο Στέφανο Καραμπέρη το καθοριστικό και τελικό πλήγμα. Τους επόμενους μήνες άρχισε να χάνει σταδιακά την όραση του λόγω στρεπτοκόκκου και παρά την επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε τυφλώθηκε ολικά τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου και έκτοτε είχε την φροντίδα μόνιμης νοσηλεύτριας στο σπίτι. Ο Καραμπέρης εξέπνευσε το βράδυ της 25ης Νοεμβρίου 2008, έχοντας ζήσει μια ζωή γεμάτης δυσκολίες, αγωνίες και συνεχείς αγώνες για το Έθνος, την πατρίδα, την κοινωνία και την οικογένεια του. Η σορός του μεταφέρθηκε, την επόμενη ημέρα, στην τελευταία του κατοικία στο Κοιμητήριο της γενέτειρας του, όπου τάφηκε πλάι στη σύζυγο και τους γονείς του. Επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Αναστάσιος Μπέλλος, επιστήθιος φίλος του Καραμπέρη και ένθερμος πατριώτης, ενώ επικήδεια επιστολή έστειλε στην οικογένεια του Υποστρατήγου Καραμπέρη ο Στυλιανός Παττακός.

Τιμητικές διακρίσεις

Ο Στέφανος Καραμπέρης τιμήθηκε με όλα τα προβλεπόμενα μετάλλια, παράσημα και ευαρέσκειες. Του απονεμήθηκαν:

  • Χρυσούς Σταυρός του Βασιλικού Τάγματος Βασιλέως Γεωργίου Α' μετά ξιφών,
  • Χρυσούς Σταυρός του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικος μετά ξιφών,
  • Χρυσά Αριστεία Ανδρείας (2 φορές),
  • Πολεμικού Σταυροί Γ' Τάξεως (5 φορές),
  • Μετάλλια Εξαιρέτων Πράξεων (6 φορές),
  • Αναμνηστικόν Μετάλλιον Αλβανίας 1940-41,
  • Αναμνηστικόν Μετάλλιον Μέσης ανατολής 1941-1945.

Συγγραφικό έργο

Ο Καραμπέρης έγραψε -και δημοσιεύθηκαν μετά το θάνατο του- τα βιβλία [21]:

  • «Οι αναμνήσεις μου από την δράσιν μου εις τα τμήματα της Π.Α.Ο.», εκδόσεις «Πελασγός»/Ιωάννης Γιαννάκενας, Αθήνα 2010.

Το βιβλίο αναφέρεται στην περίοδο της συμμετοχής του Καραμπέρη στις ανταρτικές ομάδες της «Πανελληνίου Απελευθερωτικής Οργανώσεως» [Π.Α.Ο.]. Η οργάνωση έδρασε κατά των Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων την τριετία 1942-44 σε διάφορες περιοχές της Μακεδονίας. Ο Καραμπέρης συμμετείχε στη δράση της στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας, στα όρη Πάικο και Βέρμιο και στην Πιερία.

  • «Η επανάστασις της 21ης Απριλίου 1967 και τα κινήματα Βασιλέως και Ιωαννίδη», εκδόσεις «Πελασγός», Αθήνα Δεκέμβριος 2011.

Όπως αναφέρει ο συγγραφέας: «Η απόφασίς μου να ασχοληθώ με την Επανάστασιν και τα δυο πραξικοπήματα, δεν είναι τυχαία. Είναι απόρροια της προσπαθείας πού κατεβλήθη, τόσον κατά την διάρκειαν της Επαναστάσεως, όσον και κυρίως μετά την μεταπολίτευσιν, από ξένους και εντοπίους παράγοντας, να μειώσουν την προσφοράν της, να κατασυκοφαντήσουν άτομα, να κατασπιλώσουν συνειδήσεις. Την τελευταίαν δεκαετίαν, αρκετοί συνεπαναστάτες, δημοσιογράφοι, συγγραφείς και άλλοι έγραψαν δια την Επανάστασιν, άλλοι προκειμένου να προβάλλουν τον ηγετικόν τους ρόλο, άλλοι δια να επισημάνουν τον καίριο ρόλο τους, τόσο κατά την συμμετοχήν τους σ' αυτήν, όσο και στην διακυβέρνησην της χώρας, άλλοι δια να δείξουν ότι ήσαν γνώστες των πάντων και άλλοι (οι ελάχιστοι), δια να καταθέσουν τας προσωπικάς των εμπειρίας, ως πηγή ιστορικών στοιχείων, δια τους ιστορικούς του μέλλοντος. Το παρόν πόνημα, δεν έχει σκοπόν να υποκαταστήση ουδέν εκ των μέχρι του παρόντος εκδοθέντων υπό οιουδήποτε συγγραφέως, συμπεριλαμβανομένων και των αντιφρονούντων, ουδέ να απάντηση εις ενίους εξ αυτών, παρά την προφανεστάτην διαστρέβλωσιν την οποίαν επεχείρησαν. Αντιθέτως, αποσκοπεί εις την κατάθεσιν γεγονότων, αληθειών και κρίσεων, όπως τις έζησα εγώ ή εις όσον μέτρον μου είναι δυνατόν να τις γνωρίζω. Ο αναγνώστης κατά πρώτον λόγον και ο ιστορικός του μέλλοντος κατά δεύτερον, θα κάνουν τις απαραίτητες συγκρίσεις μεταξύ των διαφόρων πονημάτων και αυτοί θα αποφασίσουν για την ορθότητα και τον βαθμόν αντικειμενικότητος των καταγεγραμμένων εις το παρόν..»

Περισσότερα από δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του, συγκεκριμένα τον Σεπτέμβριο του 2021, εκδόθηκε το βιβλίο:

  • «Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», από τις εκδόσεις «Πελασγός» του εθνικιστή Γιάννη Γιαννάκενα, με την επιμέλεια του Δημητρίου Στεφ. Καραμπέρη, Αντιστρατήγου ε.α. και γιου του αυτοβιογραφούμενου.

Μνήμη Στέφανου Καραμπέρη

Ο Στέφανος Καραμπέρης υπήρξε σκληρός πολεμιστής, ικανός αξιωματικός, εξαίρετος οικογενειάρχης -πατέρας και σύζυγος, πιστός και αφοσιωμένος φίλος και συνεργάτης. Σύμφωνα με όσα ανέφερε σε συνέντευξή του ο Βασίλης Πορπόρης, ιστορικός μελετητής της 21ης Απριλίου 1967, «...η συμβολή τόσο του Νικολάου Γκαντώνα όσο και του Στεφάνου Καραμπέρη στην επικράτηση της 21ης Απριλίου στην Βόρειο Ελλάδα, υπήρξε αμέριστη. Ήσαν οι Παπαδόπουλος και Παττακός της Βορείου Ελλάδος. Οι δύο αετοί του Βοΐου! Ο Νικόλαος Γκαντώνας εκ Γαλατινής και ο Στέφανος Καραμπέρης εκ Κλεισώρειας Τσοτυλίου. Και οι δύο αποτέλεσαν λαμπρά παραδείγματα πατριωτών κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, την περίοδο της Κατοχής, του συμμοριτοπολέμου, καθώς και αργότερα στην προπαρασκευή της Επαναστάσεως της 21ης Απριλίου 1967. Δύο άνθρωποι που προσέφεραν πάρα πολλά στην Μακεδονία και στην Θράκη και γενικότερα στην Ελλάδα. Ο μεν Νικόλαος Γκαντώνας ως Γενικός Γραμματέας του ΥΒΕ, ο δε Στέφανος Καραμπέρης ως διοικητής της ΚΥΠ Βορείου Ελλάδος. Παρέμειναν και οι δύο πιστοί μέχρι τέλους και στην Πατρίδα και στον ίδιο τον Παπαδόπουλο...» [22]. Από την πλευρά του ο Γεώργιος Παπαδόπουλος αναγνώριζε το δυναμισμό της προσωπικότητος του Καραμπέρη, τον οποίο τιμούσε με ειλικρινή αισθήματα φιλίας και εκτιμήσεως, όπως διαφαίνεται από προσωπικές επιστολές [23] που του είχε αποστείλει οι οποίες βρέθηκαν στο αρχείο του Στέφανου Καραμπέρη.

Ο Υποστράτηγος Στέφανος Καραμπέρης, συγγενής από την πλευρά της συζύγου του με τον Σπύρο Ζουρνατζή υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ σε κυβερνήσεις του Γεωργίου Παπαδόπουλου και στην κυβέρνηση του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη, διακρίθηκε στο Στρατό και στην Κοινωνία. Η ιδιωτική αλλά και η κοινωνική ιδιωτική ζωή του υπήρξαν άψογες. Διακρίνονταν για το ήθος, τον χαρακτήρα και την εντιμότητα. Ως άνθρωπος υπήρξε απλός και καταδεκτικός, που έδινε τα πάντα για τους άλλους χωρίς κανένα αντάλλαγμα και δεν μίσησε ποτέ κανέναν, ακόμη και το χειρότερο εχθρό του. Η στάση ζωής του Στέφανου Καραμπέρη συμπυκνώνονταν στη φράση «όταν κάποιος μισεί έστω και έναν άλλον, σημαίνει ότι πρώτα έχει μισήσει τον ίδιο του τον εαυτό». Πίστευε βαθιά στην Ορθοδοξία και υπεράσπισε με πάθος, αυταπάρνηση και ηρωισμό την Πατρίδα. Όσοι γνώρισαν κι τον έζησαν από κοντά, είχαν να πουν μόνο καλά λόγια για την ποιότητα του χαρακτήρος του αλλά και τις σπάνιες ικανότητες του ως Αξιωματικού του Ελληνικού στρατού. Το μεταπολιτευτικό καθεστώς απαγόρευσε στον πολιτικό δεσμώτη Υποστράτηγο Στέφανο Καραμπέρη το δικαίωμα να παραβρεθεί στην κηδεία της μητέρας του τον Ιανουάριο του 1981, αλλά και σε αυτήν της αδελφής του τον Σεπτέμβριο του 1988.

Ο Δημήτρης Στεφ. Καραμπέρης αναφέρει πως στην δεξίωση για την ορκωμοσία του ως Ανθυπολοχαγού τον Ιούλιο του 1981 στο Προεδρικό Μέγαρο, ο τότε Αρχηγός Γ.Ε.ΕΘ.Α. [Γενικό Επιτελείο Εθνικής Αμύνης], συμμαθητής και φίλος του πατέρα του, ο Στρατηγός Αγαμέμνων Γκράτσιος του είπε: «Να είσαι υπερήφανος για τον πατέρα σου και να τον έχεις ως οδηγό σου. Δεν είμαι εις θέσιν να κρίνω εάν ήτο ο καλλίτερος αξιωματικός που γνώρισα στα 42 χρόνια που είμαι στο Στράτευμα, ξέρω όμως ότι ήτο ο καλλίτερος συνάδελφος και άνθρωπος που γνώρισα». Ο Αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Κόρκας, ο ήρωας της Μάχης της Κρήτης, του Ιερού Λόχου και του συμμοριοπολέμου, μία τάξη μικρότερος του Καραμπέρη στην Σχολή Εύελπίδων, είπε το 2012 στην Λέσχη Αξιωματικών Θεσσαλονίκης σε εκδήλωση για τα 70 χρόνια του Ιερού Λόχου: «Ο Στέφανος ήτο ο καλλίτερος όλων μας εις τον Ιερόν Λόχον. Άριστος πολεμιστής, φλογερός πατριώτης και κορυφαίος συνάδελφος. Και ύπεράνω όλων, τίμιος και ανιδιοτελής. Πολλοί απέκτησαν τα παράσημά των εις την πλάτην του. Ήτο παράδειγμα ανδρείας και αρετής δι' όλους όσους είχαν την τύχην και την τιμήν να τον γνωρίσουν. Και ήμουν ένας απ' αυτούς τους τυχερούς. (...)». Σύμφωνα με τον Δημήτριο Στεφ. Καραμπέρη, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος σε επισκεπτήριο στον Κορυδαλλό του είπε: «Εάν είχα έναν ακόμη σαν τον πατέρα σου στην Αθήνα, δεν θα οδηγούμεθα σ' αυτήν την κατάστασιν».

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

21η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1967 21april1967.png

Αξιωματικοί (επαναστάτες)

21η Απριλίου 1967

25η Νοεμβρίου 1973

Αξιωματικοί

Δολοφονημένοι

Πολιτικά πρόσωπα

Πρωθυπουργοί

Υπουργοί

Υποστηρικτές

25η Νοεμβρίου 1973

Διάφορα πρόσωπα
  • Επίσκοποι
  • Μητροπολίτες
  • Θεολόγοι
  • Πανεπιστημιακοί καθηγητές


Παραπομπές

  1. [Η Κλεισώρεια της επαρχίας Βοΐου αποτελεί σήμερα Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Τσοτυλίου.]
  2. [Η Βασιλική Βλόντζου ήταν πρωτότοκη κόρη του γιατρού (Γενικού Παθολόγου) Δημητρίου Βλόντζου και της Μαρίας Ζουρνατζή. Γεννήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1917 στους Σοφάδες Καρδίτσης. Ανάδοχος της ήταν η Πριγκίπισσα Ελένη, κόρη του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α' και αδελφή του Βασιλιά Γεωργίου Α'. Tους τελευταίους μήνες της ζωής της έπασχε από άνοια και νεφρική ανεπάρκεια. Πέθανε στις 20 Μαρτίου 2008 σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης στη διάρκεια αιμοκαθάρσεως. Η ταφή της έγινε την 21η Μαρτίου 2008 στην Κλεισώρεια στον τάφο της οικογένειας Καραμπέρη.]
  3. [Η Βασιλική Δημ. Βλόντζου παντρεύτηκε σε α' γάμο με τον μόνιμο Ανθυπολοχαγό Νικόλαο Καλλέργη και από το γάμο της απέκτησε μια κόρη, την Ελευθερία-Σπυριδούλα, και έναν γιό, τον Νικόλαο, που πήρε το όνομα του πατέρα του, ο οποίος συνελήφθη αιχμάλωτος και δολοφονήθηκε μετά από φρικτά βασανιστήρια από τις κομμουνιστικές συμμορίες του Άρη Βελουχιώτη.]
  4. [Η σφαγή του Αυγερινού Βοΐου Κοζάνης Δημητρίου Καραμπέρη, Αντιστρατήγου ε.α., Ιδρυτικού Μέλους του ΕΠΟΚ.]
  5. [Στέφανος Καραμπέρης, «Οι αναμνήσεις μου από την δράσιν μου εις τα τμήματα της Π.Α.Ο. Η διαδρομή μου από το μέτωπο της Αλβανίας προς τη Μ. Ανατολή», 1η έκδοση, «Πελασγός», Αθήνα 2010, σελίδες 16η & 17η.]
  6. [Η Πανελλήνιος Απελευθερωτική Οργάνωση [Π.Α.Ο.] είναι χρονολογικά, η πρώτη Αντιστασιακή Οργάνωση. Ιδρύθηκε στις 10 Ιουλίου 1941 στη Θεσσαλονίκη [αρχικά, ως Υ.Β.Ε.], από πατριώτες αξιωματικούς του κεντροδεξιού πολιτικού χώρου. Ταυτόχρονα, είναι και η πλέον άγρια χτυπημένη από τους κομμουνιστές Αντιστασιακή Οργάνωση, με περισσότερα από 1.300 άγρια δολοφονημένα μέλη. Ο οπλισμός των ανδρών της αποτελείτο από ατομικά τουφέκια Μάνλιχερ ως επί το πλείστον, από 6-8 αυτόματα Τόμσον και Στεν και από τρία οπλοπολυβόλα Σαίντ-Ετιέν και από ανάλογο αριθμόν φυσιγγίων. Από πλευράς ιματισμού οι περισσότεροι των ανδρών έφεραν πολιτική ενδυμασία και ελάχιστοι έφεραν χακί στολή, όλοι τους φορούσαν δίκοχα με τα γράμματα Ε.Σ. [Ελληνικός Στρατός] και γαλανόλευκη ταινία.]
  7. [Προαγωγαί αξιωματικών Στρατού Ξηράς Εφημερίδα «Εμπρός», 17 Σεπτεμβρίου 1948, σελίδα 3η.]
  8. [Στέφανος Ευαγγ. Καραμπέρης, «Η επανάστασις της 21ης Απριλίου 1967 Και τα κινήματα βασιλέως και Ιωαννίδη», σελίδα 158η, 2011, Εκδόσεις «Πελασγός».]
  9. [Προεδρικό Διάταγμα, Φύλλο Εφημερίδος της Κυβερνήσεως 17ο/τεύχος 3ον.]
  10. [Ετέθησαν σε αποστρατεία Υποστράτηγος και Ταξίαρχος. Εφημερίδα «Μακεδονία», 23 Ιανουαρίου 1974, σελίδα 10η.]
  11. [«...Tο Συμβούλιον της Επικρατείας, υπό την προεδρίαν του μετά την αποχώρησιν της Επαναστάσεως Προέδρου της Δημοκρατίας Μιχαήλ Στασινοπούλου, εδέχθη διά των υπ’ αριθμ. 2468/1968 και 503/1969 αποφάσεών του, ότι «... η παρούσα Κυβέρνησις διωρίσθη από τον κατά το Σύνταγμα Ανώτατον Άρχοντα και ωρκίσθη ενώπιόν του προσλαβούσα τον τύπον συνταγματικώς νομίμου Κυβερνήσεως, ίδρυσε νέαν νομιμότητα και δι’ αυτής ετέθη η Χώρα υπό καθεστώς Κράτους νόμου δικαίου ...».] Στυλιανός Παττακός, «21η Απριλίου 1967-Διατί; Ποιοί; Πως;», Αθήνα 1999, σελίδα 225, Εκδόσεις «ΒΙΟΒΙΛ».]
  12. [Άρθρο του Αλέξανδρου Λυκουρέζου, Εφημερίδα «Ακρόπολις» 4 Ιανουαρίου 1987. Επιχειρήματα υπέρ της αποφυλακίσεως του είχαν διατυπωθεί από τον Ανδρέα Λεντάκη, που σε άρθρο του στις 13 Απριλίου 1995 στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» διατύπωσε την άποψη ότι «η έξωθεν απειλή κατά του εθνικού μας χώρου, οπότε απαιτείται η μέγιστη ομοψυχία και ενότητα πέρα από τις κομματικές πολιτικές μας διαφορές».]
  13. [Φ.Ε.Κ. 277, 3 Οκτωβρίου 1974]
  14. [Προεδρικό Διάταγμα 519–Φ.Ε.Κ. 211]
  15. [Προεδρικό Διάταγμα 168–Φ.Ε.Κ. 186]
  16. [Φ.Ε.Κ. 217]
  17. [Τη σύνθεση του Πανταμελούς Εφετείου Αθηνών αποτελούσαν, Πρόεδρος ο Γιάννης Ντεγιάννης, σύνεδροι οι εφέτες Παναγιώτης Λογοθέτης, Παναγιώτης Κωνσταντινόπουλος, Ιωάννης Γρίβας και Γεώργιος Πλαγιαννάκος, εισαγγελέας ο Κωνσταντίνος Σταμάτης και αναπληρωματικά μέλη οι Ηλίας Γιαννόπουλος και Δημήτριος Τζούμας.]
  18. [«Εις θάνατον» οι πρωταίτιοι της χούντας Εφημερίδα «Ριζοσπάστης», Σάββατο 24 Αυγούστου 2002.]
  19. [Οι ποινές που επέβαλλε το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών: Γεώργιος Παπαδόπουλος, Στυλιανός Παττακός και Νικόλαος Μακαρέζος, εις θάνατον. Γρηγόρης Σπαντιδάκης, Γεώργιος Ζωιτάκης, Μιχαήλ Μπαλόπουλος, Δημήτριος Ιωαννίδης, Μιχαήλ Ρουφογάλης, Κωνσταντίνος Χρ. Παπαδόπουλος, Ιωάννης Λαδάς και Αντώνιος Λέκκας, σε ισόβια κάθειρξη. Οδυσσέας Αγγελής, εις 20ετή κάθειρξη, ενώ οι Πέτρος Κωτσέλης, Κωνσταντίνος Ασλανίδης και Ιωάννης Παλαιολόγος, δικάστηκαν ερήμην. Έξι αξιωματικοί καταδικάστηκαν σε ποινές από 20ετή κάθειρξη μέχρι 5ετή φυλάκιση και έξι αθωώθηκαν.]
  20. [Επίσημα Πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων, συνεδρίαση της 16ης Οκτωβρίου 1975, σελίδα 113η.]
  21. [Καραμπέρης Στέφανος politeianet.gr-Τα βιβλία του Στέφανου Καραμπέρη]
  22. [Συνέντευξη του Βασίλη Πορπόρη στον Θεόδωρο Χατζηγώγο, εφημερίδα «Στόχος», 10 Ιουνίου 2021.]
  23. [Επιστολή Γεωργίου Παπαδόπουλου σε Στέφανο Καραμπέρη. «Στέφανος Καραμπέρης. Ένας ταπεινός και ασυμβίβαστος πατριώτης. Η αυτοβιογραφία του (1921-2008)», εκδόσεις «Πελασγός», επιμέλεια Δημήτριος Στεφ. Καραμπέρης, Αντιστράτηγος ε.α.]