Άριστος Καμπάνης

Από Metapedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο Αριστοτέλης Καμπάνης, Έλληνας εθνικιστής, διανοούμενος, κορυφαίος κριτικός, δημοσιογράφος, βιογράφος και ιστορικός, εκδότης, μεταφραστής, σχολιαστής, λογοτέχνης, «ιστορικός των ιδεών», όπως χαρακτήριζε ο ίδιος τον εαυτό του, γεννήθηκε το 1883 στην Αθήνα και πέθανε, πιθανόν, τις τελευταίες ημέρες του Δεκεμβρίου 1956 [1] στο «Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο» [2], στην περιοχή Δαφνί.

Ήταν παντρεμένος και, μετά το γάμο του, με τη σύζυγό του κατοικούσαν σε οικία στη Νέα Σμύρνη.

Συνοπτικές πληροφορίες
Άριστος Καμπάνης
Καμπάνης1 .JPG
Γέννηση: 1883
Τόπος: Αθήνα, Αττική (Ελλάδα)
Θάνατος: Δεκέμβριος 1956
Τόπος: Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο, Χαϊδάρι
Αθήνα (Ελλάδα)
Οικογένεια: Έγγαμος (χωρίς τέκνα)
Υπηκοότητα: Ελληνική
Ασχολία: Δημοσιογράφος, διανοούμενος
Ιστορικός, λογοτέχνης

Βιογραφία

Η καταγωγή της πατρικής οικογενείας του Καμπάνη ήταν από τη Σίφνο, ενώ η οικογένεια της μητέρας του ήταν Θράκες και ο παππούς του ήταν γεννημένος στην Ξάνθη [3]. Σε ηλικία τεσσάρων ετών, μετά το θάνατο του πατέρα του, η οικογένεια του Καμπάνη μετακόμισε στην τότε συνοικία του Αγίου Ιωάννη Ρέντη στην περιοχή του Πειραιά [4], όπου έζησε μεγάλο μέρος της νεανικής του ζωής, πριν επιστρέψει κι εγκατασταθεί στην περιοχή της Αθήνας. O Αρίστος ήταν ακόμη μαθητής, όταν δημοσίευσε στίχους σε ημερολόγιο του Πειραιά, προκαλώντας το ενδιαφέρον του Γεράσιμου Βώκου. Μετά την ολοκλήρωση των Γυμνασιακών του σπουδών φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παρακολούθησε μαθήματα Γλωσσολογίας κοντά στον Γεώργιο Χατζηδάκι, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του.

Δημοσιογραφική δραστηριότητα

Ο Καμπάνης επιδόθηκε από νεαρή ηλικία στη δημοσιογραφία, αρχικά μέσα από τις στήλες του εντύπου «Το Περιοδικόν μας» ήδη από το 1901, ενώ συνεργάστηκε ως αρχισυντάκτης, αρθρογράφος ή επιφυλλιδογράφος με πλήθος εφημερίδων, μεταξύ τους η «Ακρόπολις», το «Έθνος», η «Ελλάς», ο «Βαλκανικός Ταχυδρόμος» και περιοδικών, μεταξύ τους τα «Ηγησώ», «Ηλύσια», «Παναθήναια», «Φιλολογικός Νέος Κόσμος» από τον Ιανουάριο έως το Σεπτέμβριο του 1935, «Μηνιαίος Νέος Κόσμος», «Τα Νέα Γράμματα» και «Αγγλοελληνική Επιθεώρηση», στα οποία έντυπα δημοσίευσε χρονογραφήματα, επιφυλλίδες, κριτικές βιβλίου και θεάτρου, αλλά και δικά του λογοτεχνικά κείμενα.

Το 1904 εξέδωσε μαζί με τον ποιητή Σωτήρη Σκίπη, το λογοτεχνικό περιοδικό «Ακρίτας», το οποίο κυκλοφόρησε μέχρι το 1906. Την ίδια χρονιά από κοινού με τους Παύλο Νιρβάνα και Γεώργιο Ζουφρέ, ίδρυσαν και κυκλοφόρησαν δύο τεύχη της τρίμηνης λογοτεχνικής εκδόσεως μεταφράσεων «Ηλύσια» και την περίοδο από τις 30 Νοεμβρίου 1908 έως τον Απρίλιο του 1909, εξέδωσε ως διευθυντής τέσσερα τεύχη, το τελευταίο διπλό, [5], του περιοδικού «Παν», έχοντας μεταξύ των συνεργατών του τον Κώστα Βάρναλη. Το 1911 ήταν, για μερικούς μήνες, ο εκδότης του περιοδικού «Αττική Ίρις», ενώ στο διάστημα από την 1η Μαΐου έως τις 15 Αυγούστου 1916 εξέδωσε τη δεκαπενθήμερη επιθεώρηση «Ελληνικά Χρονικά». Ως λογοτέχνης εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1914 με την ποιητική συλλογή «Προσφορά στον Ήφαιστο». Μετά το ταξίδι του στην Ήπειρο και αναφερόμενος στο φαινόμενο των εξισλαμισμών έγραψε ότι «...Προκειμένου δε περί των Ιωαννίνων, της Πρεβέζης, της Φιλιππιάδος και της υπαίθρου χώρας πρέπει να λεχθεί ότι κατά τα εννέα τουλάχιστον δέκατα είναι ελληνόγλωσσος. Όπως εις την Κρήτην, έτσι και εις τα Ιωάννινα και την Πρέβεζαν οι μουσουλμάνοι έχουν μητρικήν γλώσσαν την ελληνικήν. Δεν είναι λοιπόν Τούρκοι, είναι μουσουλμάνοι Ελληνες...».

Στις 4 Ιανουαρίου 1921 εξέδωσε κι ήταν διευθυντής στην εφημερίδα «Πρωτεύουσα», όργανο του Λαϊκού Κόμματος του Δημητρίου Γούναρη, του οποίου έχει γράψει και τη βιογραφία. Η κυκλοφορία της εφημερίδος διακόπηκε μετά το κίνημα του 1922. Με τα δημοσιεύματά του ζητούσε, περιστολή των πολιτικών ελευθεριών, επιβολή λογοκρισίας και στρατιωτικού νόμου, επέκταση των αρμοδιοτήτων της μυστικής αστυνομίας, αλλά και τη στρατιωτικοποίηση των πολιτικών συλλόγων του κόμματος, και έγραφε χαρακτηριστικά, «...Δια να σταματήση η αντιδραστική προπαγάνδα πρέπει να ιδρυθούν Τάγματα Ελλήνων Φασιστών [6], ενώ τον ίδιο χρόνο έγραφε, «..ο Έλλην πολίτης ο οποίος αγρυπνεί διά την ασφάλειάν του με την ράβδον του και εν ανάγκη με το όπλον του. Ο πολίτης αυτός είναι ο φασιστής..». Η εφημερίδα κυκλοφόρησε φυλλάδιο με τίτλο «Ο φασίστας ή η φιλοσοφία της Κερασιάς», εννοώντας τις χοντρές και σκληρές μαγκούρες από ξύλο κερασιάς, που είχαν μαζί τους οι φασίστες εκείνων των καιρών. Ο Καμπάνης γοητευμένος από την ορμή και το πολεμικό θάρρος των Επιστράτων του 1916 γράφει χαρακτηριστικά το 1922 αμέσως μετά από μια δυναμική αντιδημοκρατική ενέργεια: «Οι Φασίσται του καθεστώτος, πρώην φαλαγγίται και επίστρατοι, έκαμαν χθες την πρώτην των εμφάνισιν...».

Το 1923 ο Καμπάνης αυτοεξορίστηκε στο Κάιρο μετά την αποτυχία του στρατιωτικού κινήματος των Γεωργίου Λεοναρδόπουλου-Παναγιώτη Γαργαλίδη και Γεωργίου Ζήρα, καθώς η εφημερίδα «Πατρίς» την οποία εξέδιδε θεωρήθηκε όργανο των πραξικοπηματιών. Η εφημερίδα σφραγίστηκε, όμως ο Καμπάνης συνέχισε την πολεμική του εναντίον της Νικολάου Πλαστήρα με άρθρα του στην «Εφημερίδα» του Καΐρου. όπου παρέμεινε για δύο χρόνια και δημοσίευσε σε τοπικά μέσα, ενώ ασχολήθηκε και με τη συγγραφή βιβλίων. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Καμπάνης πέτυχε να ανακτήσει την προηγούμενη θέση του και να εδραιώσει το ρόλο του ως αναγνωρισμένου πνευματικού ανδρός. Το 1929 ο Κωστής Μπαστιάς πρότεινε την ίδρυση ενός ξεχωριστού τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρότεινε τον Καμπάνη ως τον πλέον κατάλληλο πρόσωπο για να αναλάβει τη θέση του καθηγητή. Το βράδυ της Κυριακής 20 Ιανουαρίου 1929, στην κατάμεστη αίθουσα του «Ντελίς», ο Καμπάνης ρε την ιδιότητα του Προέδρου της Ενώσεως Συντακτών ήταν πρόεδρος της κριτικής επιτροπής που διοργάνωσε τα πρώτα Ελληνικά καλλιστεία, η διεξαγωγή των οποίων, για την Ελλάδα, είχε ανατεθεί στην τότε Ένωσιν Αθηναϊκού Τύπου. Η νικήτρια ήταν από την Πάτρα και ο Καμπάνης έστειλε το σχετικό τηλεγράφημα στο δήμαρχο Πατρέων Ιωάννη Βλάχο, «Συγχαίρομεν πόλιν Πατρών δια την νίκην την οποίαν ήρεν εις το πρόσωπον της δεσποινίδος Ασπασίας Καρατζά αναδειχθείσης πρώτης μεταξύ των ωραιοτέρων Ελληνίδων».

Το 1932, όταν το διοικητικό συμβούλιο του Εθνικού Θεάτρου συγκροτήθηκε σε σώμα υπό την προεδρία του Γεωργίου Παπανδρέου, ο Καμπάνης εκλέχθηκε γραμματέας, με πρόεδρο τον Νικόλαο Λάσκαρη, αντιπρόεδρο τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, διευθυντή τον Ιωάννη Γρυπάρη και σκηνοθέτη το Φώτο Πολίτη. Διατέλεσε για πολλά χρόνια πρόεδρος της Ενώσεως Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών, [Ε.Σ.Η.Ε.Α.], [7] [8], θέση στην οποία διαδέχθηκε τον Σπύρο Μελά, ενώ ο Ιωάννης Κονδυλάκης, πρώτος πρόεδρος της Ενώσεως, του αφιέρωσε το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο, «Η πρώτη αγάπη».

Καθεστώς 4ης Αυγούστου

Ο Καμπάνης συντάχθηκε με το εθνικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου και τον Ιωάννη Μεταξά, καθώς συγκαταλέγονταν στους Νεοϊδεάτες και σοσιαλιστές. Προέρχονταν από τους Κοινωνιολόγους και έγινε ένας, πιθανόν ο κορυφαίος, από τους ιδεολόγους του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, ενώ υπηρέτησε πνευματικά και συνεργάστηκε με τον Ιωάννη Μεταξά και αποτέλεσε τον εκφραστή του στο λογοτεχνικό χώρο με κύρια θεματική έκφραση την πολιτική και την κουλτούρα. Διορίστηκε καθηγητής στην Πάντειο Σχολή Πολιτικών Επιστημών και το Σεπτέμβριο του 1937 ήταν εκδότης και ανέλαβε διευθυντής του πρωτοποριακού για την εποχή του περιοδικού «Νέον Κράτος», με πολιτικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, διεθνή και ιδεολογικά θέματα, το οποίο δεν αποτελούσε όργανο κάποιου κρατικού οργανισμού ή καθεστωτικής οργανώσεως. Ο Καμπάνης προσδιόριζε ως εχθρό του καθεστώτος τη «διανοητική ρύπανση» των φιλελευθερισμού και μαρξισμού, του αισθητισμού, του φεμινισμού, όπως και του φροϋδισμού.

Το «Νέον Κράτος» εξελίχθηκε στο σημαντικότερο και εγκυρότερο έντυπο από όσα κυκλοφόρησαν εκείνη την περίοδο και η έκδοση του διακόπηκε τον Μάρτιο του 1941, αφού είχαν κυκλοφορήσει συνολικά 43 τεύχη. Το περιοδικό πέρα από τη στήριξη των υποστηρικτών της 4ης Αυγούστου, είχε σημαντική διείσδυση στον χώρο των διανοουμένων. Μεταξύ των συνεργατών του περιλαμβάνονταν οι Γιάννης Γρυπάρης, Άγγελος Σικελιανός, Ρίτα Μπούμη-Παπά, Κλέων Παράσχος, Ιωάννης Μ. Παναγιωτόπουλος, Πέτρος Χάρης, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Ευάγγελος Παπανούτσος, Αχιλλέας Τζάρτζανος, Κωνσταντίνος Δημαράς, Στίλπωνας Κυριακίδης και Γεώργιος Ζώρας [9]. Ως διευθυντής του περιοδικού, σε διακήρυξή του για την στην επέτειο της εισόδου του στο τρίτο έτος κυκλοφορίας, ζητούσε, «.. Όχι κυβέρνησιν εφήμερον (...), αλλά κυβέρνησιν μόνιμον, ως η παρούσα…». Σε χρονογράφημά του το 1932, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό, αναφέρονταν σχεδόν προφητικά στην καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος στην Αθήνα, κι έγραφε «...Η ασέβεια προς το τοπίον, την διαμόρφωσίν του, την έκφρασίν του -ιδού τι εχαρακτήρισε τους “οικοδόμους” των Αθηνών. Επλήγωσαν τους λόφους -ελατόμησαν την ιστορίαν. Μία πόλις εκ του προχείρου, μου έλεγε προ πολλών ετών ένας Έλλην ζωγράφος, γνωστός ήδη διά το πλούσιον έργον του στο εξωτερικόν, μία αυτοσχεδιασμένη πόλις είναι η Αθήνα. Μια πολυκατοικία κοντά εις μίαν καλύβην, μία μάνδρα δίπλα εις ένα μέγαρον -ασύμφιλοι ρυθμοί- ρωσσική σαλάτα. Καμμία αρχιτεκτονική, καμμία ομοιογένεια, καμμία σύνθεσις, κανένα νόημα...».

Σύμφωνα με τον Νικόλαο Λούβαρι, μετέπειτα υπουργό, όπως περιγράφει στα Απομνημονεύματα του, ο Καμπάνης συνελήφθη στη διάρκεια του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, για συμμετοχή σε απόπειρα φιλογερμανικού κινήματος για την ανατροπή του Ιωάννη Μεταξά, τον οποίο οι κινηματίες θεωρούσαν Αγγλόφιλο [10]. Σύμφωνα με την κατηγορία επιδίωκαν την αντικατάσταση του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Αλέξανδρου Παπάγου από τον στρατηγό Κωνσταντίνο Πλατή, ο οποίος υπήρξε υφυπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Κωνσταντίνου Δεμερτζή. Μεταξύ των συλληφθέντων, ήταν ο διευθυντής του Πυροσβεστικού Σώματος Παύλος Καραπατέας, ο απόστρατος συνταγματάρχης Δημήτριος Πολύζος, που ανέλαβε υπουργός Επισιτισμού κατά την Κατοχή, ο ηγέτης της Οργανώσεως Ελλήνων Εθνικιστών Αλέξανδρος Γιάνναρος, ενώ εκτοπίστηκαν οι πολιτικοί Σωτήριος Γκοτζαμάνης, Στέφανος Στεφανόπουλος, Θεόδωρος Τουρκοβασίλης, Πέτρος και Περικλής Ράλλης και Πέτρος Μαυρομιχάλης. Παράλληλα απέφυγε τη σύλληψη, παρά την εμπλοκή του, ο υπουργός-διοικητής Πρωτευούσης Κωνσταντίνος Κοτζιάς.

Ο Καμπάνης συνυπέγραψε διαμαρτυρία η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Νέα Ελλάς» της 10ης Νοεμβρίου 1940 [11], που προσυπέγραψαν επίσης πολλοί Έλληνες διανοούμενοι και άνθρωποι των γραμμάτων, εναντίον της Ιταλικής επιθέσεως σε βάρος της Ελλάδος. Μεταξύ των ονομάτων που υπέγραψαν περιλαμβάνονταν επίσης οι Κωστής Παλαμάς, Σπύρος Μελάς, Άγγελος Σικελιανός, Γεώργιος Δροσίνης, Σωτήρης Σκίπης, Δημήτρης Μητρόπουλος, Κ. Δημητριάδης, Νικόλαος Βέης, Κωνσταντίνος Παρθένης, Ιωάννης Γρυπάρης, Γιάννης Βλαχογιάννης, Στρατής Μυριβήλης, Κώστας Ουράνης, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Γρηγόριος Ξενόπουλος και Αλέξανδρος Φιλαδελφεύς. Την 1η Μαρτίου 1941 σε άρθρο του στο τεύχος 341 του περιοδικού «Νέα Εστία» με τίτλο «Μια συνομιλία για το γλωσσικό ζήτημα με τον Ιωάννη Μεταξά», παρουσίασε τις απόψεις του για το γλωσσικό ζήτημα, αλλά και την προσφορά του Ιωάννη Μεταξά στην πνευματική αναγέννηση της Ελλάδος.

Κατοχή της Ελλάδος

Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου και την τριπλή κατοχή της Ελλάδος ο Καμπάνης συνεργάστηκε με την Α.Ε.Ρ.Ε., πρόδρομο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεοράσεως, [Ε.Ρ.Τ.] [12], ενώ το 1942 ανέλαβε διευθυντής του περιοδικού «Εικοστός Αιών», το οποίο είχε εκδώσει ο Αποστόλης Κυριάκης και υποστήριζε Εθνικοσοσιαλιστικές απόψεις.

Το τέλος του

Το 1944, μετά την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής και την απελευθέρωση της Ελλάδος, συκοφαντήθηκε για συνεργασία με τους Γερμανούς, συκοφαντία που σύντομα μετατράπηκε σε κατηγορία [13]. Με βούλευμα που εκδόθηκε ο Καμπάνης παραπέμφθηκε να δικαστεί από το Α' ειδικό δικαστήριο δοσιλόγων, διότι στη διάρκεια της κατοχής έγινε συνειδητό όργανο του εχθρού και εξήρε το έργο του δια δημοσιευμάτων δια των οποίων προκάλεσε ηττοπάθεια στον Ελληνικό λαό. Μετά από διεξοδική δίκη, οι λεπτομέρειες της οποίας παραμένουν ασαφείς ο Καμπάνης κηρύχθηκε αθώος [14], πιθανότατα κατά πλειοψηφία, όπως συνάγεται από τις πληροφορίες που διέρρευσαν πως ό Εισαγγελέας θα ασκούσε έφεση υπέρ του νόμου όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε. Από τα δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, σχετικά με την παραπομπή αλλά και την αθώωση του, συνάγεται πως ο Καμπάνης, όπως και οι υπόλοιποι δημοσιογράφοι, κατηγορήθηκαν όχι για πράξεις αλλά για ιδεολογικά κείμενα στα οποία εξέφραζαν την άποψη τους [15] για τον Εθνικοσοσιαλισμό, τον Φασισμό και τον Μπολσεβικισμό, όπως ήταν η κρατούσα τότε ονομασία του κομμουνισμού. Η ψυχική αλλά και η σωματική ταλαιπωρία που υπέστη κλόνισαν την υγεία του Καμπάνη, ο οποίος αρχικά νόσησε ψυχικά, όμως σταδιακά η κατάσταση του επιβαρύνθηκε γεγονός που οδήγησε στον εγκλεισμό του στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο, στις 19 Αυγούστου 1955, όπου πέθανε, ένα χρόνο αργότερα, πάμφτωχος και ξεχασμένος.

Εργογραφία

Ο Καμπάνης από το 1900 δημοσίευσε κριτικές και ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά έντυπα με τα οποία συνεργάστηκε, η έρευνα έχει καταγράψει 40 περιοδικά και 12 εφημερίδες ενώ υπήρξε επιμελητής ή διευθυντής συντάξεως 7 περιοδικών και 3 εφημερίδων. Πολλές από τις μεταφράσεις του από τα Αρχαία Ελληνικά, Ιταλικά και Γαλλικά, εκδόθηκαν σε βιβλία. Υπήρξε ένθερμος δημοτικιστής, και δεινός χειριστής της ελληνικής γλώσσας. Μετά τον πόλεμο και την απελευθέρωση της Ελλάδος, όταν ο Ιωάννης Πασσάς εξέδωσε, παράλληλα με το περιοδικό, και το «Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό» «Ήλιος», τοποθέτησε επικεφαλής τον Καμπάνη ο οποίος συνεργάστηκε και με εγκυκλοπαιδικά λεξικά «Ελευθερουδάκης» καθώς και με την «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια». Τα περισσότερα από τα λογοτεχνικά του έργα είναι διασκορπισμένα σε εφημερίδες και περιοδικά, τα περισσότερα από τα οποία είναι δύσκολα προσβάσιμα.

Αυτοτελώς έχουν εκδοθεί τα έργα του

  • «Προσφορά στον Ήφαιστο», ποιητική συλλογή το 1914, Αλεξάνδρεια, εκδόσεις «Νέα Ζωή», [16] [17],
  • «Διάλεξις περί Ελλήνων διηγηματογράφων» το 1920 [18],
  • «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» το 1924 στο Κάιρο, το 1925 στην Αθήνα από τις εκδόσεις «Κολλάρος» και το 1933 Γ' έκδοση συμπληρωμένη [19].

Το έργο αποτελεί βασική πηγή μελέτης για την εξέλιξη και το περιεχόμενο της νεοελληνικής λογοτεχνίας και λειτούργησε ως βάση για την αντίστοιχη μελέτη του εθνικιστή Λίνου Πολίτη. Η κριτική μελέτη του Καμπάνη παρουσίασε για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία μια συνθετική παρουσίαση της νέας ελληνικής λογοτεχνίας.

  • «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, 1000 μ.Χ.–1900», 1925, Αλεξάνδρεια, «Τυπογραφείο Κασιγόνη»,
  • «Ναοί και Τάφοι: (ένα ταξίδι στο Λούξορ)», Αλεξάνδρεια, εκδόσεις «Γράμματα», [εκδόθηκε το 1923, στη διάρκεια της παραμονής του στην Αίγυπτο, αμέσως μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, τη δίκη των έξι και την εκτέλεση του Δημητρίου Γούναρη ],
  • «Η Αίγυπτος των Φαραώ», [μαζί με το Δ. Κώτικα],
  • «Ιστορία της νέας ελληνικής κριτικής» το 1935 [20],
  • «Η Ιστορία των αισθητικών θεωριών» το 1936, Αθήνα, εκδόσεις «Νέα Εστία»,
  • «Ο Δημήτριος Γούναρης και η Ελληνική κρίσις των ετών 1918-1922» το 1946, Αθήνα, εκδόσεις «Πυρσός» [21].

Μεταφράσεις

Μετέφρασε έργα Ελλήνων τραγικών και ξένων λογοτεχνών. Μεταξύ των μεταφράσεων του περιλαμβάνονται τα έργα

  • «Βίος του Ιησού» του Εrnest Renan, μεταφρασμένο από τη 13η κι οριστική γαλλική έκδοση το 1915, από τις εκδόσεις «Φέξης», το οποίο επανεκδόθηκε το 2003 από τις εκδόσεις «Δωδώνη»,
  • «Εγχειρίδιο του Επίκτητου»,
  • «Felix Alexandre Le Dantec, Ο αθεϊσμός», το 1910, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Πλάτωνας, Κριτίας», Αθήνα, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Πλάτωνας, Λάχης», το 1911, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Πλάτωνας, Λύσις», εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Σοφοκλής, Οιδίπους τύραννος», το 1911, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Σοφοκλής, Τραχίνιαι», το 1911, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Σοφοκλής, Φιλοκτήτης» το 1911, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Επίκτητος, Επικτήτου Εγχειρίδιον», εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Ευριπίδης, Τρωάδες», εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Ευριπίδης, Ρήσος», το 1912, εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Ευριπίδης, Ελένη», εκδόσεις «Φέξης»,
  • «Armando Pappalardo, Η τηλεπάθεια:Μεταβίβασις της σκέψεως», το 1911,
  • «Emile Faguet, Η παγκόσμιος λογοτεχνία:Εγχειρίδιον γενικής γραμματολογίας περιλαμβάνον την συνοπτικήν ιστορίαν όλων των αρχαίων και νεωτέρων λογοτεχνιών», το 1920, εκδόσεις «Βασιλείου».

Διάφορες εκδόσεις

  • «Εμμανουήλ Ροϊδη, Η Πάπισσα Ιωάννα / με βιογραφικά και κριτικά προλεγόμενα Αρίστου Καμπάνη», 1920, Αθήνα, εκδόσεις «Βασιλείου»,
  • «Ανθολογία Θρακών ποιητών των νεώτερων χρόνων, Πρόλογος Αρίστου Καμπάνη», 1936, Αθήνα.

Μνήμη Καμπάνη

Ο Καμπάνης αποτελεί μια εξέχουσα μορφή στην πινακοθήκη των νεοελλήνων διανοουμένων, μια προσωπικότητα υψηλή και πολυδιάστατη, που παραμένει άγνωστη στη σύγχρονη Ελλάδα και τους Έλληνες. Ανήκει σε μια σειρά προσωπικοτήτων την εθνικής διανοήσεως, πολύ πέρα και μακριά απ' όλον αυτόν το εσμό που χαρακτηρίζονται σήμερα «διανοούμενοι». Η πλειοψηφία των νεοελλήνων διανοουμένων ανήκουν στην γενιά του Μεσοπολέμου, με κοινή συνισταμένη του έργου τους τον επαναπροσδιορισμό της ελληνικότητας και την απαλλαγή της νεοελληνικής πολιτισμικής παράγωγης τόσο από τον στείρο αρχαϊσμό, όσο και από την δουλική μίμηση της Δύσεως.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Διαβάστε τα λήμματα

4η ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1936 Cover-lite.jpg

Πολιτικά πρόσωπα

Πρωθυπουργός

Υπουργοί

Υποστηρικτές (1ο)

Οργανώσεις

Κανελλόπουλος Αλέξανδρος

Πολιτικά στελέχη

Αξιωματικοί

Λογοτέχνες

Καλλιτέχνες

Υποστηρικτές (2ο)
  • Θεολόγοι
  • Πανεπιστημιακοί
  • Πολιτικοί


Παραπομπές

  1. [Περιοδικό «Νέα Εστία» Τεύχος 708, σελίδα 61η, 1η Ιανουαρίου 1957]
  2. [Ψήγματα από μια λαμπρή διαδρομή]
  3. [Θρακικόν Κέντρον, «Ανθολογία Θρακών Ποιητών των Νεοτέρων Χρόνων», Πρόλογος Άριστου Καμπάνη, Αθήνα 1936, σελίδα 3η.]
  4. [«...Έζησα την ζωήν του Πειραιώτου. Όλα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου επέρασαν εκεί. Και ενθυμούμαι πως πάντα έφευγα από την πόλη προς την θάλασσαν της Χερσονήσου, προς την Καστέλλα, προς τα Φάληρα...».] Αρίστος Καμπάνης, «Η Δύση του ήλιου της Πειραϊκής», 1906.]
  5. [Το σώμα του περιοδικού σώζεται και φυλάσσεται στο Ε.Λ.Ι.Α.]
  6. [Σπύρος Μαρκέτος, «Πώς φίλησα τον Μουσσολίνι! Τα πρώτα βήματα του ελληνικού φασισμού», 2006, Αθήνα, εκδόσεις «Βιβλιόραμα», σελίδα 136η.]
  7. [Πρόεδροι στα διοικητικά συμβούλια της ΕΣΗΕΑ]
  8. [Εκατό χρόνια–30 πρόεδροι Διοικητικό Συμβούλιο ΕΣΗΕΑ]
  9. [Γιώργος Ανδρειωμένος, Η πνευματική ζωή υπό επιτήρηση:Το παράδειγμα του περιοδικού «Το Νέον Κράτος», εκδόσεις «Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη»]
  10. [Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Νικολάου Λούβαρι, μαζί του συνελήφθησαν, από τον Κώστα Μανιαδάκη υπουργό Ασφαλείας του καθεστώτος, οι Γεώργιος Σπ. Μερκούρης, αρχηγός του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, Κώστας Καιροφύλας, Νικόλαος Γιοκαρίνης, επίτροπος Τύπου, γενικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου επί Κατοχής, Σταύρος Ευταξίας, προϊστάμενος της λογοκρισίας των γερμανικών εφημερίδων, Κώστας Καιροφύλας, συνεργάτης της προπαγανδιστικής έκδοσης «Κουαδρίβιο», Μιχαήλ Παπαστρατηγάκης, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Ακρόπολις», ο οποίος το 1944 ακολούθησε την κατοχική κυβέρνηση Τσιρονίκου στην Αυστρία, Σπύρος Τραυλός, μετέπειτα διευθυντής της εφημερίδας «Καθημερινή», Φώτος Γιοφύλλης, συνεργάτης του «Κουαδρίβιο».]
  11. [«..Είναι δύο εβδομάδες τώρα, που ένα τελεσίγραφο μοναδικό στα διπλωματικά χρονικά των Αθηνών για το περιεχόμενον, την ώρα και τον τρόπο που το παρουσίασεν η Ιταλία κάλεσε την Ελλάδα να της παραδώση τα εδάφη της, να αρνηθή την ελευθερία της και να κατασπιλώση την τιμή της. Οι Έλληνες δώσαμε στην ιταμή αυτή αξίωσι της φασιστικής βίας, την απάντησι που επέβαλαν τριών χιλιάδων ετών παραδόσεις, χαραγμένες βαθειά στην ψυχή μας, αλλά και γραμμένες στην τελευταία γωνιά της ιερής γης με το αίμα των μεγαλυτέρων ηρώων της ανθρωπίνης ιστορίας. Και αυτή τη στιγμή κοντά στο ρεύμα του Θυάμιδος και στις χιονισμένες πλαγιές της Πίνδου και των Μακεδονικών βουνών πολεμούμε, τις περισσότερες φορές με τη λόγχη, αποφασισμένοι να νικήσουμε ή να αποθάνουμε μέχρις ενός. Σ' αυτό τον άνισο σκληρότατο αλλά πεισματώδη αγώνα, που κάνει τον λυσσασμένο επιδρομέα να ξεσπάζη κατά των γυναικών, των γερόντων και των παιδιών, να καίη, να σκοτώνη, να ακρωτηριάζη, να διαμελίζη τους πληθυσμούς στις ανοχύρωτες και άμαχες πόλεις μας και στα ειρηνικά χωριά μας, έχουμε το αίσθημα ότι δεν υπερασπιζόμαστε δική μας μόνον υπόθεσι: Ότι αγωνιζόμεθα για την σωτηρία όλων εκείνων των Υψηλών αξιών που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι πρόγονοι και που σήμερα βλέπουμε να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητος και της βίας. Ακριβώς αυτό το αίσθημα εμπνέει το θάρρος σε μας τους Έλληνες διανοουμένους, τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης, ν' απευθυνθούμε στους αδελφούς μας όλου του Κόσμου για να ζητήσουμε όχι την υλική αλλά την ηθική βοήθειά τους. Ζητούμε την εισφορά των ψυχών, την επανάστασι των συνειδήσεων, το κήρυγμα, την άμεση επίδρασι, παντού όπου είναι δυνατόν, την άγρυπνη παρακολούθησι και την ενέργεια για ένα καινούργιο πνευματικό Μαραθώνα που θα απαλλάξη τα δυναστευόμενα Έθνη από τη φοβέρα της πιο μαύρης σκλαβιάς που γνώρισε ως τώρα ο κόσμος..»]
  12. [Αναφέρονται ακόμη τα ονόματα γνωστών ανθρώπων του πνεύματος, όπως οι Δημήτριος Καλλονάς, Δημήτριος Ψαθάς, Γεώργιος Λαμπελέτ, Άγγελος Τανάγρας, Αλέκος Σακελλάριος, Αγγελική Χατζημιχάλη, Στέφανος Δάφνης και πολλοί άλλοι]
  13. [Θα παραπεμφθούν σε δίκη οι προδότες δημοσιογράφοι Εφημερίδα Ριζοσπάστης, 6 Νοεμβρίου 1945, σελίδα 2η.]
  14. [Αθώος και ο Καμπάνης. Εφημερίδα Ριζοσπάστης, 26 Σεπτεμβρίου 1947, σελίδα 4η.]
  15. [Το πνεύμα του δοσολογισμού. Γιώργος Λαμπρινός, εφημερίδα Ριζοσπάστης, Επιφυλλίδα, 7 Οκτωβρίου 1947, σελίδα 2η.]
  16. «Προσφορά στον Ήφαιστο» Μέρος της ποιητικής συλλογής
  17. «Προσφορά στον Ήφαιστο» Μέρος της ποιητικής συλλογής
  18. «Διάλεξις περί Ελλήνων διηγηματογράφων» Ολόκληρο το βιβλίο
  19. «Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» Ολόκληρο το βιβλίο
  20. «Ιστορία της νέας ελληνικής κριτικής» Ολόκληρο το βιβλίο
  21. Ο Δημήτριος Γούναρης και η Ελληνική κρίσις των ετών 1918-1922