Αθανάσιος Μιαούλης
Ο Αθανάσιος Μιαούλης, Έλληνας στρατιωτικός και πολιτικός που διατέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδος, γεννήθηκε το 1815 στην Ύδρα και πέθανε στις 7 Ιουνίου 1867, στο Παρίσι.
Συνοπτικές πληροφορίες αξιώματος |
---|
Έναρξη Θητείας : 13 Νοεμβρίου 1857 |
Λήξη θητείας : 26 Μαΐου 1862 |
Προκάτοχος |
|
Διάδοχος |
|
Βιογραφία
Ο Αθανάσιος Μιαούλης κατάγονταν από την ιστορική οικογένεια Μιαούλη και πατέρας του ήταν ο Ανδρέας Μιαούλης, αγωνιστής της Ελληνικής εθνεγερσίας του 1821 και ναύαρχος, ενώ μητέρα του ήταν η Ειρήνη, κόρη του ιερέα Ιωάννη Μπίκου. Ήταν ο πέμπτος γιος της οικογένειας και αδέλφια του ήταν οι Δημήτριος, Αντώνιος, Ιωάννης, Εμμανουήλ, πατέρας του ζωγράφου Νικόλαου Βώκου, όπως ήταν το αρχικό όνομα της οικογένειας, Νικόλαος και η Μαρία, σύζυγος του Θεόδωρου Γκίκα και μετέπειτα του Λαζάρου Πινότση. Ο Αθανάσιος έζησε κοντά στον πατέρα του στη θάλασσα και διδάχτηκε στη ναυαρχίδα τα γράμματα από τον Φίλιππο Ιωάννου, το γραμματικό του πατέρα του. Στη συνέχεια φοίτησε από το 1829, στη Στρατιωτική Σχολή του Μονάχου ως υπότροφος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου, ενώ μετά την αποφοίτησή του υπηρέτησε για τρία χρόνια στον αγγλικό στόλο και στη συνέχεια κατατάχθηκε στο Ελληνικό πολεμικό ναυτικό. Επειδή γνώριζε άριστα τη Γερμανική και την Αγγλική γλώσσα, του ανατέθηκαν καθήκοντα υπασπιστή του Βασιλέως Όθωνα.
Πολιτική δράση
Όταν αποσύρθηκε από το Ναυτικό, ασχολήθηκε με την πολιτική και στις 25 Σεπτεμβρίου 1855, εκλέχθηκε βουλευτής Ύδρας και ανέλαβε υπουργός των Ναυτικών στην κυβέρνηση του Δημητρίου Βούλγαρη. Ως υπουργός το 1861, προχώρησε στην ίδρυση και τη λειτουργία του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, [Ν.Α.Τ.], με την ψήφιση σχετικού νόμου, και όπως έγραψε στην στην Αιτιολογική Έκθεση [1], «...Δια του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, εμποιείται εις τον θαλασσουργόν τόλμη, εις τον ναυμάχον θάρρος διότι οτιδήποτε αν αυτοίς επέλθη και αυτοί και τα φίλτατα αυτών έχουσι που να κλίνωσι την κεφαλήν. Εκτός τούτου, ο γεωργός ο ποιμήν ο βουκόλος, ο χειρώναξ εισφέρουσι μεν τους φόρους, τελούσι τα τέλη, αλλ' εισφέρουσι και τελούσι καλαμώμενοι τα πάτρια συγκομίζοντες επί των οικείων. Απ’ εναντίας, ο ναύτης τρυγά την τε οικουμένην και την αοίκητον και περιτρέχων τα ξένα, θησαυρούς ξένους εισκομίζει εις την ιδίαν αυτού πατρίδα. Εντούτοις όμως, της μεν γης ο εργάτης, κατά το έσχατον αυτού γήρας σώζει κτήματι ίδιον εις δε τον ταλαίπωρον της θαλάσσης εργάτην, μετά βίον πολυστένακτον και πολύδακρυν, περί τη δύσιν των ημερών αυτού ουδέν άλλον μένει, ειμή ο κύρτος και το άγκιστρον, όπλα αχάριστα, εξ ων εξαρτάται ο υπόλοιπος αυτού βίος αβίωτος. Καθ’ όλην την γην οι ναυτικοί χαίρουσι προνόμια εξαιρετικά, διότι εξαίρετος εξ αυτών αποτελείται τάξις ανθρώπων, αλλά και εάν αλλαχού οι ναυτικοί κατεφρονούντο, εις την Ελλάδα έπρεπε να τυχώσι τιμής εξαιρέτου, διότι καίτοι ολίγοι όντες πλείστα εισφέρουσι και εις ανάγκην...».
Την περίοδο που η Ελλάδα βρίσκονταν υπό Γαλλική κατοχή, ως το Φεβρουάριο του 1857, κατόπιν διαφωνίας του Βούλγαρη με το βασιλιά Όθωνα, η κυβέρνηση του παραιτήθηκε. Ο βασιλιάς αγνοώντας τις συνταγματικές του δεσμεύσεις, ανέθεσε τον υπασπιστή του Αθανάσιο Μιαούλη, την εντολή να σχηματίσει κυβέρνηση.
Πρωθυπουργός
Διατέλεσε πρωθυπουργός από τις 13 Νοεμβρίου 1857 έως τις 26 Μαΐου 1862, όταν υπέβαλε την παραίτηση του και τον διαδέχθηκε ο Γενναίος Κολοκοτρώνης.
Η πρώτη του θητεία διάρκεσε έως την 29 Μαΐου 1859 και στη συνέχεια επικράτησε στην εκλογική αναμέτρηση του Αυγούστου. Στη διάρκεια της θητείας του επιδόθηκε στην εκτέλεση σειράς δημοσίων έργων, που συνέβαλαν στην οικονομική αναδιάρθρωση της Ελλάδος, σημαντικότερο από τα οποία ήταν η διόρυξη και η γεφύρωση του πορθμού του Ευρίπου στην Χαλκίδα. Στη διάρκεια της θητείας του, συνέβησαν τα γεγονότα γνωστά ως «Σκιαδικά», προέκυψε το ζήτημα της διαδοχής του θρόνου, ενώ στις 6 Σεπτεμβρίου ο 18χρονος Δόσιος επιχείρησε να δολοφονήσει τη βασίλισσα Αμαλία. Κατηγορήθηκε από την αντιπολίτευση ότι η κυβέρνησή του «...ρυμουλκείται από την αυστριακή πολιτική παραβιάζοντας τους θεσμούς» και σχημάτισε αλλεπάλληλες κυβερνήσεις. Το 1860 ο Θρασύβουλος Ζαΐμης, που υποστηρίχθηκε από την αντιπολίτευση, εκλέχθηκε πρόεδρος της Βουλής και ο Όθωνας προκήρυξε εκλογές για τον Ιανουάριο του 1861, που ολοκληρώθηκαν το Μάρτιο του 1861, καθώς γίνονταν διαφορετική ημερομηνία σε κάθε περιοχή. Στις εκλογές επικράτησε ο Αθανάσιος Μιαούλης και η αντιπολίτευση τον κατήγγειλε για βία και νοθεία.
Ναυπλιακά
Τα «Ναυπλιακά» είναι η μεγαλύτερη και πλέον αιματηρή από τις στάσεις που έλαβαν χώρα στη διάρκεια της Α' Δυναστείας, η οποία τερματίστηκε με εκστρατεία και τακτική πολιορκία του Ναυπλίου. Ήδη από το 1861, η κυβέρνηση του απομάκρυνε από το στρατό κι είχε εκτοπίσει αξιωματικούς όλων των όπλων για πειθαρχικά παραπτώματα. Την 1η Φεβρουαρίου 1862, ξέσπασε η επανάσταση εναντίον του Όθωνα, όταν χίλιοι στρατιώτες υπό τους Πάνο Κορωναίο, Αρτέμιο Μίχο και τον δικαστικό Γεώργιο Πετιμεζά, οι οποίοι μαζί με τους περίπου χίλιους πολιτικούς κρατούμενους στην Ακροναυπλία που απελευθερώθηκαν και μερικές εκατοντάδες νέους εθελοντές που σχημάτισαν ιερό λόχο, ξεκίνησαν αντιδυναστικό αγώνα. Κατηγορήθηκε για τα σκληρά μέτρα που πήρε εναντίον των αντιπάλων του Θρόνου, χαρακτηριστική η αποφασιστικότητα που επέδειξε κατά την εξέγερση του Ναυπλίου, με αποτέλεσμα η περίοδος της διακυβερνήσεως του να είναι γνωστή ως «Υπουργείον του Αίματος». Με την έκρηξη του στασιαστικού κινήματος στο Ναύπλιο, ο Μιαούλης συγκέντρωσε στην Κόρινθο δύναμη 4.000 οπλιτών, που μέσα σε δύο ημέρες έγιναν 7.000, με πυροβολικό, ιππείς και εθελοντικές δυνάμεις. Οι δυνάμεις πολιόρκησαν το Ναύπλιο, που παραδόθηκε στις 7 Απριλίου, και ο κυβερνητικός στρατός στις 8 Απριλίου, κατέλαβε την πόλη.
Η εξέγερση κατατροπώθηκε οριστικά στις 25 Απριλίου 1862, ενώ αμνηστεύθηκαν οι περισσότεροι απ' όσους συμμετείχαν. Το διάγγελμα της αμνηστίας, υπογράφηκε στην Αθήνα με ημερομηνία 24 Μαρτίου, και εξαιρέθηκαν από αυτή οι αξιωματικοί, Δημήτριος Τσόκρης, Αρτέμης Μίχος, Λουδοβίκος Στέλβαχ, Δημήτριος Μπότσαρης, Χαράλαμπος Ζυμπρακάκης, Δημήτριος Γρίβας, Χρήστος Κατσικογιάννης, Διονύσιος Τριτάκης, Χρήστος Γρίβας, Θρασύβουλος Μάνος, Αλέξανδρος Πραΐδης και Νικόλαος Σμόλεντς, καθώς και οι πολιτικοί Γ.Δ. Πετιμεζάς, Π. Μαυρομιχάλης, Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, Γρ. Δημητριάδης, Ιωάννης Παπαζαφειρόπουλος, Σπυρίδων Ζαβιτσάνος, Γ. Φραγκιάς. Όλοι όσοι εξαιρέθηκαν από την αμνηστία, επέβησαν με κυβερνητική συγκατάθεση, σε γαλλικό και αγγλικό ατμόπλοιο και έφυγαν για την Αίγυπτο, τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη. Τον επόμενο μήνα ο Μιαούλης παραιτήθηκε και στην ουσία ακολούθησε στις 12 Οκτωβρίου 1862, το βασιλικό ζεύγος Όθωνα και της Αμαλίας, στην απομάκρυνση τους από την Ελλάδα, την οποία επέβαλαν οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής. Επανήλθε στην Ελλάδα το 1863, κατά την ενθρόνιση του Βασιλέως Γεωργίου του Α' χωρίς να αναμιχθεί ξανά με την πολιτική.
Παραπομπές
- ↑ Υδραίοι οι δημιουργοί της ασφάλισης των ναυτικών Δρ Ευάγγελος Αθηναίος, Περιοδικό «Περίπλους ναυτικής ιστορίας», τεύχος 72 Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2010, σελίδες 22-24